ΑΛΗΘΙΝΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΤΗΣ ΠΡΩΤΑΠΡΙΛΙΑΣ

ΑΛΗΘΙΝΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ
ΜΕ ΤΗΝ ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΤΗΣ ΠΡΩΤΑΠΡΙΛΙΑΣ


ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ
   Το έθιμο την Πρωταπριλιά οι εφημερίδες να δημοσιεύουν μια, συνήθως, ψευδή είδηση, που να δημιουργεί αμηχανία, προβληματισμό, συχνά γιατί όχι και πανικό, στους αναγνώστες τους είναι πολύ παλιό. Η είδηση, όμως, που δημοσίευσε, για τον σκοπό αυτόν, στην εφημερίδα του «Αστραπή», γύρω στα 1925, ο φιλόλογος εκδότης της Στέλιος Δρακάκης, είναι μοναδική στην πρωτοτυπία της και δεν έχει, απ’ ό, τι μπορούμε να γνωρίζουμε προηγούμενό της στην ιστορία τού εθίμου. Γι’ αυτό και, επικαίρως, την μεταφέρουμε, στο σημείο αυτό, ως ένα, ακόμα, αυθεντικό ιστορικό ανέκδοτο τού τόπου μας.
   Ο Δρακάκης, λοιπόν, δεν ορρώδησε, δεν έκανε πίσω ούτε στιγμή να… «πεθάνει» τον εαυτό του αιφνίδια από… καρδιακή προσβολή και να τον κηδεύει «την επαύριον 10ην πρωινήν εκ του καθεδρικού Ναού των Εισοδίων τής Θεοτόκου τής πόλεώς μας…». Ήταν, λοιπόν, παραμονή Πρωταπριλιάς και μετά τα μεσάνυχτα η εφημερίδα τού Δρακάκη, με την είδηση καταπέλτης, βρισκόταν στο πιεστήριο εν ατμώ…Την ίδια ώρα ο Δρακάκης βάζει τον τυπογράφο του, τον Σπύρο Μαραγκουδάκη, και τυπώνει και νεκρόσημα, αγγελτήρια τού θανάτου και της… κηδείας του, ενώ, ταυτόχρονα, εξαπολύει τον πιτσιρικά τού τυπογραφείου να τα τοιχοκολλήσει «ανά τας οδούς και ρύμας τής πόλεως».
   Αξημέρωτα, ακόμα, της ημέρας τής κηδείας του, ο Δρακάκης πίσω από το παράθυρο τού σπιτιού του, με μισάνοιχτες τις γρίλιες παρακολουθεί τσιμογελαστός, τρίβοντας τα χέρια του από χαρά και παρακολουθώντας το «black humour» τής εφημερίδας του τι απήχηση και τι αντιδράσεις θα είχε στον κόσμο. Πώς η κοινωνία τού Ρεθύμνου θα αντιμετώπιζε «την αναγγελθείσα συγκοπή τής καρδίας του». Ήταν μια επιθυμία του, τέλος πάντων, να δει ο άνθρωπος «ιδίοις όμασιν» την αγάπη που οι συμπολίτες του έτρεφαν προς το πρόσωπό του.
   Την ώρα τής… «κηδείας» μαζεύτηκαν κάτω από το σπίτι του όλοι οι Ρεθυμνιώτες και περίμεναν την ώρα που θα κατέβαζαν τον νεκρό. Μια στιγμή ανοίγει η πόρτα και βλέπουν να βγάνουν και να τοποθετούν μπροστά στην πόρτα μια καρέκλα. Ο κόσμος συνέχιζε να περιμένει με περιέργεια και μια στιγμή βλέπει κατάπληκτος τον υποτιθέμενο νεκρό Στέλιο Δρακάκη να παρουσιάζεται κατενώπιόν τους γελαστός και ακμαίος. Ανεβαίνει, στη συνέχεια, πάνω στην καρέκλα και τους χαιρετά όλους με τα χέρια ψηλά. Την αμηχανία διαδέχτηκαν ζητωκραυγές και χειροκροτήματα και όλοι σπεύσανε να τον συγχαρούν που ήταν ζωντανός. Αυτός τους ευχαρίστησε όλους που ήλθαν στην… «κηδεία» του και για την τόση προθυμία τους να τον… κηδέψουν και να τον…θάψουν![1].
Και κάποια, ακόμα, ευτράπελα

   Οι τελάληδες ή ντελάληδες ήταν γραφικοί τύποι τής πόλης μας που διαλαλούσαν και διαφήμιζαν, «στεντορεία τη φωνή», προϊόντα και στις δυο αγορές τής πόλης μας (τη Μικρή <Μεγάλη Πόρτα> και Μεγάλη <Τσάρου>), αντί ευτελούς αμοιβής. Τέτοιοι ήταν ο Ζαμφώτης και ο Σαράφης. Επιδεικνύοντας, κάποτε, ο πρώτος- καθώς ανάγγελνε την είδησή του- μια τεράστια μπριζόλα φρεσκοκομμένη, πληροφορούσε τους Ρεθεμνιώτες με τα εξής, ανεκδοτολογικά, έκτοτε, λόγια: «Ο Μπεζώκος[2] έσφαξενε εδά ετούτονε το μουσκάρι. Γλακάτε μωρέ κι όποιος προλάβει.
  
Άλλοι τελάληδες ήταν ο Γαρμπής, ο Ηλίας, ο Γκρανής ο Κλαψούρης και Σαλιάρης, ο Στρατής ο Μετεωρολόγος και Χρονομέτρης, ο Γκόγκος, ο Βαγγέλης ο Φούσκος και ο Κακός Αέρας.
   Ο Κακός Αέρας, από τα Περβόλια, από τους φανατικότερους οπαδούς τού Βάκχου ήταν ένας από τους τελάληδες τού παλιού Ρεθύμνου. Άγριος, μελαχρινός λες και φυσούσε βοριάς με κείνο το περπάτημά του το δαιμονισμένο, το αλλοπαρμένο βλέμμα του και τα μουστάκια του που ανέμιζαν σαν τον φλόκο τού καραβιού, που ξέχασαν να τον στεριώσουν στην πρύμη[3]. Περπατούσε συνεχώς σαν σίφουνας, φυσώντας και ο ίδιος, λες και περνούσε δυνατός αέρας, τρικλίζοντας και μετρώντας τις αποστάσεις από το ένα μέχρι τ’ άλλο πεζοδρόμιο. Μούντζωνε όλους τους μαγαζάτορες, περιέπαιζε όσα ζωντανά βρίσκονταν μπροστά του, σφύριζε στους περαστικούς. Συνήθως, έτρεχε βιαστικός τα ξημερώματα να προφτάσει να πουλήσει τις σαλάτες του στους πρωινούς πελάτες τού, στην οδό Αρκαδίου (Τσάρου τότε), στο Μεϊντάνι και τον Πλάτανο.
   Κάποτε, μεταξύ άλλων, φέρεται ότι διαλαλούσε και τα εξής γραφικά: «Μωρέ, εχάθηκενε μια γκατσίκα κερασάτη και γκαστρωμένη, με άσπρη ζώνη και στακτί κολόρι (τα οπίσθια της κατσίκας). όποιος τηνε βρει ρεγάλο θα πάρει μεγάλο!». Και σε άλλη περίπτωση ακούστηκε, πάλι, να διαλαλεί και να λέγει:
«Επόθανενε μωρέ κι ο Χατζημπεκυράκης στον Πλάτανο (ήταν τουρκοκρητικός), μόνο μην τύχει και πάτε ούλοι μαζί, για θα χαλάσει το σπίτι!».

[1] Το ιστορικό ανέκδοτο διέσωσε ο Κ. Μαμαλάκης στην Κρητική Επιθεώρηση της 25/9/1966.
[2]
Πρόκειται για παρωνύμιο του Θεμιστοκλή Γοβατζιδάκη, του μεγαλοχασάπη του Ρεθύμνου, αδελφού του Γιάννη, βουλευτή, και του Μανόλη, που υπήρξε Δήμαρχος Ρεθύμνου. Ο Μπεζώκος υπερβολικά ευτραφής, είχε πολλά λεφτά και καθόταν μόνιμα σε ένα τραπέζι πίνοντας τον καφέ του και, ταυτόχρονα, ρουφώντας τον ναργιλέ του. Από αυτό το τραπέζι ο Μπεζώκος ρύθμιζε και κανόνιζε όλες τις δουλειές του μαγαζιού του.
[3]
Νενεδάκης Ανδρέας, Οι Βουκέφαλοι, Αθήνα 1991, 128..

Ο ΤΑΣΟΣ ΜΕΣΘΕΝΑΙΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΠΡΩΤΑ "ΑΡΚΑΔΙΑ" ΣΤΟ ΡΕΘΥΜΝΟ


Ο ΤΑΣΟΣ ΜΕΣΘΕΝΑΙΟΣ ΚΑΙ
ΤΑ ΠΡΩΤΑ «ΑΡΚΑΔΙΑ» ΣΤΟ ΡΕΘΥΜΝΟ[1]

ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ

   Ο Κωνσταντινουπολίτης αξιωματικός Τάσος Μεσθεναίος υπηρέτησε στο Ρέθυμνο ως υπολοχαγός, Διευθυντής τού Γραφείου τής Στρατολογίας, κατά τα έτη 1926- 1940 και, στο διάστημα αυτό, κατέστη παράγων μεγάλου κύρους στα αθλητικά πράγματα τού τόπου μας. Η σύζυγός του, Μεσθεναίου Μαργαρίτα, το γένος Περδικοπούλου, υπηρέτησε ως γυμνάστρια στο εδώ Γυμνάσιο Θηλέων. Εδώ, ασφαλώς, θα έγινε και η γνωριμία τους και, στη συνέχεια, και ο γάμος τους, που τελέστηκε στις 28 Ιουλίου 1929 και τον βρίσκουμε να γνωστοποιείται στην Κρητική Επιθεώρηση τής             11ης Αυγούστου 1929.

Στη φωτογραφία εικονίζονται ποδοσφαιριστές και 

παράγοντες του Α.Ο.Ρ. και του Ατρομήτου, των πρώτων 

ποδοσφαιρικών σωματείων που ιδρύθηκαν στο Ρέθυμνο.

Ο Τ. Μεσθεναίος διακρίνεται στο άκρον αριστερά 

με το παπιγιόν (Αρχείο: Γ. Τζέλησι). 

 

 

 

 

 

 

 

   

 

 

     

 

 

      

 

 

 

     Αργότερα, το έτος 1940, ο Μεσθεναίος, λόγω μετάθεσης από την υπηρεσία του, εγκατέλειψε την πόλη μας, στην οποία επανήλθε και πάλι υπηρεσιακά στην αρχή της δεκαετίας τού πενήντα, μέχρι, περίπου, το έτος 1954, οπότε και αποχώρησε οριστικά και από την πόλη μας και από την υπηρεσία.

   Κατά το έτος 1926, που το πρώτον ο Μεσθεναίος ήλθε στην πόλη μας, ουδεμιά αθλητική κίνηση παρατηρούνταν σε αυτήν, παρότι στις γειτονικές πόλεις, Χανιά και Ηράκλειο, παρουσιαζόταν ένας εξαιρετικά σημαντικός αθλητικός οργασμός με τη λειτουργία σπουδαίων αθλητικών σωματείων, όπως ο Τάλως, ο Αθλητικός Όμιλος Χανίων και η Ιωνία στα Χανιά και ο Όμιλος Φιλάθλων Ηρακλείου, η Ένωσις Γυμναστικών Οργανώσεων Ηρακλείου (Ε.Γ.Ο.Η) και ο Εργοτέλης στο Ηράκλειο.

   Με τον πόθο αυτόν- όπως και η μικρή μας πόλη μιμηθεί τις γειτονικές της πόλεις και αναπτυχθεί και σε αυτήν κάποια αθλητική κίνηση- από τις πρώτες ημέρες τής εγκατάστασής του στο Ρέθυμνο, ο Μεσθεναίος άρχισε τις ενέργειές του προς τον σκοπό αυτόν και η προσπάθειά του βρήκε σημαντική και ουσιαστική ανταπόκριση ανάμεσα στους Ρεθεμνιώτες., που ομόθυμα προσέτρεξαν και συνεισέφεραν στην πρόσκλησή του για την ίδρυση και στο Ρέθυμνο ενός Αθλητικού Σωματείου.

   Έτσι, ο Τάσος Μεσθεναίος, πρέπει να θεωρείται ως ο Ιδρυτής και Πατέρας τού ποδοσφαίρου και του Αθλητισμού, γενικότερα, στο Ρέθυμνο. Δεν ξέρουμε αν στην πόλη μας υπάρχει σήμερα δρόμος αφιερωμένος στη μνήμη αυτού τού μεγάλου αθλητικού παράγοντα του Ρεθύμνου (πάντως μέχρι το έτος 1992 τέτοιος δρόμος δεν υπήρχε[2]), που καίτοι ξένος προς τον τόπο μας, Κωνσταντινουπολίτης, ήρθε στην πόλη μας ως υπάλληλος τής Στρατολογίας και- μαζί και με την γυμνάστρια γυναίκα του- προσέφερε σε αυτήν τόσες μεγάλες και πολύτιμες υπηρεσίες.

   Οι πρώτοι που ενστερνίστηκαν τη ιδέα ίδρυσης Αθλητικού Σωματείου ήταν οι Μανούσος Χατζηγρηγόρης, Γεώργιος Ζανουδάκης, Νίκος Κατσιράκης, Μάνος Μανουράς, Πάνος Δρούλιας, Ι. Σιγανός, Γεώργιος Δάβης και Νίκος Αθανασιάδης. Αυτοί αποτέλεσαν και τα ιδρυτικά μέλη τού συσταθέντος κατά τις αρχές τού έτους 1927 Αθλητικού Ομίλου Ρεθύμνου (Α.Ο.Ρ.).

   Αμέσως μετά παρατηρήθηκε αθρόα εγγραφή νέων μελών. Ακολούθησαν αρχαιρεσίες και εκλέχτηκε το πρώτο Διοικητικό Συμβούλιο τού νεοσυσταθέντος Συλλόγου, που το αποτέλεσαν ο Μανούσος Χατζηγρηγόρης ως Πρόεδρος και οι Τ. Μεσθεναίος, Γ. Ζανουδάκης, Ν. Αθανασιάδης, Ν. Κατσιράκης, Μ. Μαρούλης και ο γιατρός και κατόπιν Δήμαρχος Ρεθύμνου, Στ. Ψυχουντάκης ως μέλη. Το Καταστατικό τού Συλλόγου εγκρίθηκε, στη συνέχεια, από το Πρωτοδικείο Ρεθύμνου το έτος 1927 και ο Σύλλογος ξεκίνησε τη δράση του- με μόνο το Ποδοσφαιρικό τμήμα αρχικά- και άρχισε να έρχεται σε επαφή και να συνεργάζεται και με άλλα αθλητικά σωματεία τής Κρήτης .

   Παίκτες τού «Ομίλου Φιλάθλων Ρεθύμνης» (Ο.Φ.Ρ.) ήταν οι:

1. Τάσος Μεσθεναίος, κεντρικός χαφ

2. Μπαγκντίκ Πακογιάν (Αρμένης[3], επιπλοποιός), σέντερ φορ

3. Ζιράρ ; (σιδηρουργός), τερματοφύλακας

4. ; Κωστάκης (επίθετο)

5. Γεώργιος Μπερνιδάκης6. Γεώργιος Ζαμπετάκης7. Κώστας Δρανδάκης8. Βασίλης Πανάγος9. Λευτέρης Χατζηαποστόλου (ο επονομαζόμενος

«Κουνέλα»), μέσα δεξιά

10. Λευτέρης Δασκαλάκης (που είχε αργότερα ταβέρνα στο λιμάνι), έξω δεξιά

11. Χαράλαμπος Κουτσουράκης 

 

8 Νοεμβρίου 1936- Τα Α΄ Αρκάδια

Παράλληλα με την ανάπτυξη τού ποδοσφαίρου, τα πρώτα αθλητικά σωματεία τού Ρεθύμνου (Αθλητικός Όμιλος Ρεθύμνου (Α.Ο.Ρ.)- «Ατρόμητος Ρεθύμνης») άρχισαν να καλλιεργούν και τον Κλασικό Αθλητισμό με τη δημιουργία καθαρά αθλητικών τμημάτων. Έτσι, ο Ατρόμητος άρχισε να διοργανώνει το έτος 1934 αγώνες κλασικών αγωνισμάτων με το όνομα «Α΄ Παρρεθύμνια» και στους οποίους αγώνες έλαβαν μέρος όλα τα υπάρχοντα, τότε, αθλητικά σωματεία τής πόλης μας και των γειτονικών Περιβολίων. Η επιτυχία των αγώνων αυτών έδωσε νέα ώθηση στον κλασικό αθλητισμό τής πόλης μας.

   Δυστυχώς, όμως, οι αγώνες αυτοί δεν είχαν συνέχεια. Τότε ο Α.Ο.Ρ. (Αθλητικός Όμιλος Ρεθύμνου) μιμούμενος τα Α΄ Βενιζέλεια- που διοργανώθηκαν στα Χανιά το έτος 1936- συνέλαβε την ιδέα τής δημιουργίας και στο Ρέθυμνο παρόμοιων Παγκρήτιων Αγώνων με τον τίτλο «Αρκάδια» και το ίδιο έτος, στις εορτές για την Ολοκαύτωση τού Αρκαδιού, στις 8 Νοεμβρίου 1936, προκήρυξε τα Α΄ Αρκάδια, στα οποία έλαβαν μέρος αθλητές από όλα σχεδόν τα Κρητικά σωματεία. Από τότε ο Α.Ο.Ρ. διοργάνωνε κάθε χρόνο και την ίδια ημερομηνία τα Αρκάδια, μέχρι και το έτος 1938. Τα Δ΄ Αρκάδια, κατά το έτος 1939, οργανώθηκαν από κοινού με τον Αθλητικό Όμιλο Ρεθύμνου και τον Ατρόμητο, με τη συνεργασία τού Μεσθεναίου και του αείμνηστου- σπουδαίου, επίσης, αθλητικού παράγοντα τού τόπου- Γιάννη Τζέληση. Από το 1940 μέχρι και το 1944, λόγω τού πολέμου δεν έγιναν Αρκάδια. Από το 1945 τη διοργάνωση των Αρκαδίων αναλαμβάνει πλέον μόνος ο «Ατρόμητος», γιατί στο μεταξύ διαλύθηκε ο «Αθλητικός Όμιλος Ρεθύμνου» στο πρώτο έτος τού πολέμου. Έκτοτε, τα Αρκάδια με επιτυχία συνεχίζονται μέχρι σήμερα.

 

[1] Οι περισσότερες από τις πληροφορίες τού άρθρου αυτού προέρχονται από τον κ. Μανόλη Κούνουπα, συντ. οδοντίατρο, που στο τέλος τής δεκαετίας τού πενήντα εκλέχτηκε Πρόεδρος τού «Ατρομήτου» για ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα, από τον κ. Γεώργιο Τσικόγια (ηλικίας ενενήντα χρονών σήμερα, που έπαιζε τερματοφύλακας στον «Ατρόμητο» με εξαιρετική αυταπάρνηση, με αποτέλεσμα σε ένα «μάτς» να σπάσει δυο πλευρά) και, κυρίως, από άκρως εμπεριστατωμένο και ενημερωτικό άρθρο τού Τάσου Μεσθεναίου (βλ. Κρητική Επιθεώρησις, αρ. φ. 4253, της 3ης Δεκ. 1959).

[2] Βλ. Ρεθυμνοδωνυμικά, Ενιαίου Πολυκλαδικού Λυκείου Ρεθύμνου (επιμέλεια Αντ. Τζανιδάκη), Ρέθυμνο 1992, 13.

[3] Με την ευκαιρία τού Αρμένη Μπαγκντίκ να σημειώσουμε ότι προπολεμικά, στο Ρέθυμνο, η Αρμενική κοινότητα αριθμούσε εκατοντάδες μέλη, που βρήκαν καταφύγιο στον τόπο μας μετά την Μικρασιατική καταστροφή και αργότερα, μετά την απελευθέρωση (1945), μετανάστευσαν σχεδόν όλοι στην Αρμενία. Η Αρμενική, λοιπόν, κοινότητα τού Ρεθύμνου ίδρυσε και ποδοσφαιρική ομάδα με την επωνυμία «Αρμενική Ένωσις Ρεθύμνου» «ΑΡΑΡΑΤ», από το γνωστό όρος πάνω στο οποίο, σύμφωνα με την Αγία Γραφή, κάθισε, μετά τον κατακλυσμό, η κιβωτός τού Νώε. Η Αρμενία, να σημειωθεί, είναι ένα οροπέδιο με κέντρο το βουνό αυτό Αραράτ. Από τους παίκτες της «ΑΡΑΡΑΤ» μπορέσαμε να εντοπίσουμε τους:

1. Μπαγκντίκ Πακογιάν (εκ του ΟΦΡ)

2. Ζιράρ ;

3. Αγκόπ ; 

4. Γαρμπής ;

Ω ΓΛΥΚΥ ΜΟΥ ΕΑΡ, ΓΛΥΚΥΤΑΤΟΝ ΜΟΥ ΤΕΚΝΟΝ

Ω ΓΛΥΚΥ ΜΟΥ ΕΑΡ, γλυκύτατόν μου τέκνον, 
που έδυ σου το κάλλος; 

    Ήρθε το τέλος τής ανθρώπινης πορείας τού Θεανθρώπου. Οι προφητείες εκπληρώθηκαν, ο κύκλος των Παθών έκλεισε, το έργο Του έλαβε αίσιον τέλος, η σωτηρία των ανθρώπων εξασφαλίσθηκε. Γερτή στον σταυρό, μια μαυροφορεμένη γυναίκα λιποθυμά. Είναι η Παναγία! Τη συνεφέρουν. Κλαίει, οδύρεται, φωνάζει.
Δομήνικου Θεοτοκόπουλου-
 Ο Χριστός αίρων τον Σταυρόν-
Μαδρίτη, Μουσείο Πράντο
     Η Παναγιά βασίλισσα τού πόνου, που πόνεσε περισσότερο απ’ όλους τούς ανθρώπους, πολλές φορές, κατά τη διάρκεια τής επίγειας ζωής Της. Ο πρόωρος απογαλακτισμός Της, η oρφάνια, η καχυποψία των ανθρώπων όταν ευρέθη «εν γαστρί έχουσα εκ Πνεύματος αγίου», οι απειλές των υποκριτών Φαρισαίων κατά τού Υιού και Θεού Της, η αχαριστία τού όχλου απέναντι σ’ Εκείνον πού ποικιλοτρόπως τούς ευεργέτησε, μά πρό πάντων τά άγια Πάθη Του και η Σταύρωσή Του, έγιναν αφορμή η Παναγία μας να πονέσει όσο λίγοι και να πληγωθεί.
   Η Παναγία τραγική πανανθρώπινη Μάνα. Η αιώνια εκπρόσωπος των μανάδων που βλέπουν τα παιδιά τους να φυλακίζονται, να βασανίζονται, να οδηγούνται στον θάνατο. Το μοιρολόι της σπαρακτικό, ο θρήνος της απόλυτος. Δεν μπορεί να δεχτεί το τέλος της ανθρώπινης φύσης τού Ιησού, παρότι είναι υποψιασμένη για τη Θεία Υπόστασή Του. Εκείνη είναι μια μάνα και το άψυχο κορμί στον σταυρό είναι ό,τι είχε στον κόσμο. ο γιος Της:
      Οι ιεροί υμνογράφοι τής Εκκλησίας μας χρησιμοποιούν θαυμάσιες εικόνες και περιγράφουν με τον άριστο χρωστήρα τους τις στιγμές τής θλίψης Της, πλάθοντας καταπληκτικές λέξεις και φράσεις, για να δείξουν το μέγεθος τής oδύνης Της.

ΠΑΣΧΑΛΙΑΤΙΚΗ ΣΥΝΑΥΛΙΑ από τον ΔΗΜΟ ΡΕΘΥΜΝΟΥ και το ΚΕΝΤΡΟ ΝΕΩΝ

ΠΑΣΧΑΛΙΑΤΙΚΗ ΣΥΝΑΥΛΙΑ από τον
ΔΗΜΟ ΡΕΘΥΜΝΟΥ και το ΚΕΝΤΡΟ ΝΕΩΝ

ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ

   Το Σάββατο 20 Απριλίου 2008 ο Δήμος Ρεθύμνου και το Κέντρο Νέων, με μια τώντις πανηγυρική εορταστική εκδήλωση, που πραγματοποιήθηκε στην αίθουσα του Αγίου Φραγκίσκου τής πόλης μας, παρουσία τής βουλευτού κ. Ο. Κεφαλογιάννη, του κ. Δημάρχου- ο οποίος και προλόγισε σχετικά την εκδήλωση- και δημοτικών συμβούλων, μάς μετέφερε επικαίρως το μήνυμα των Άγιων Ημερών του Πάσχα που, ήδη, διερχόμεθα.
   Το πρόγραμμα ξεκίνησε η Χορωδία Παραδοσιακής Μουσικής «Παύλος Βλαστός» κάτω από τη στιβαρή καθοδήγηση του χοράρχη της κ. Αντώνη Μιχελιουδάκη, που με αληθινή πρωτοτυπία απέδωσαν οκτώ επίκαιρους εκκλησιαστικούς ύμνους:
· Αλληλουάριο- Ιδού ο Νυμφίος- Τον νυμφώνα Σου
· Ερχόμενος ο Κύριος
· Εν ταις λαμπρότησι
· Πόρνη προσήλθε Σοι
· Η αμαρτωλός
· Μυσταγωγών σου
· Αντίφωνα τής Μ. Παρασκευής
· Σήμερον κρεμάται
   Η Χορωδία και Ορχήστρα Παραδοσιακής Μουσικής «Παύλος Βλαστός» ιδρύθηκε το έτος 1996 με σκοπό την έρευνα και προβολή τής Κρητικής, αλλά και γενικότερα της ελληνικής μουσικής παράδοσης. Φέρει το όνομα τού πατέρα τής Κρητικής λαογραφίας Παύλου Βλαστού, από το Βυζάρι Αμαρίου, του οποίου το τεράστιο χειρόγραφο αρχείο φυλάσσεται στο Ιστορικό Αρχείο Κρήτης.
   Η καλαισθησία των διανθίσεων, των εκλεπτύνσεων και των διαφόρων ποικιλμάτων, αλλά και η φανερή δεξιοτεχνία των χορωδών και του Χοράρχη τους στα ελεύθερα σημεία αυτοσχεδιασμού εντυπωσίασαν ιδιαιτέρα το ακροατήριο. Ο παρορμητικός ενθουσιασμός με τον οποίο δόθηκε η μουσική δεν επέτρεψε επί μέρους εκλεπτύνσεις, ωστόσο η σαφής δόμηση και οι εύστοχα επιλεγμένες ταχύτητες αποδείχτηκαν εξαιρετικά αποτελεσματικές στην απόδοση των ευαίσθητων ηχοσκιάσεων σε μια σπάνια ηχοχρωματική ποικιλία, σύμφωνη, πάντα, προς το κλίμα των αγίων ημερών και τις αυστηρές απαιτήσεις τής βυζαντινής υμνολογίας.
   Ιδιαίτερα εντυπωσίασε το κανονάρχισμα στο «Μυσταγωγών σου Κύριε» και στο «Σήμερον κρεμάται» από τον νεαρό Αριστείδη Μιχελιουδάκη, με μια φωνή που έλαμπε ιδιαίτερα στην υψηλή περιοχή, γενναιόδωρα πλατιά, πειθαρχημένη, αγέρωχη και συνεπή, που, σίγουρα, στο μέλλον εγγυάται πολλά στο χώρο τής βυζαντινής μουσικής.
   Η ταυτόχρονη, με την μουσική, απαγγελία θρησκευτικών κειμένων από τον Θοδωρή Ρηγινιώτη και την Εύα Περπυράκη και η προβολή φωτεινών- σχετικών με το θείο τού Κυρίου πάθος- διαφανειών από τον κ. Γιάννη Μουρούτσο προσέδωσαν νέα διάσταση και υποβολή στον ήχο και την απαιτούμενη πληρότητα στις ψυχές των ακροατών.
  Στο Β΄ Μέρος τού Προγράμματος το κλίμα των Ημερών αποδόθηκε με τα «Εγκώμια» και το «Χριστός Ανέστη» σε ευρωπαϊκό μέλος, κάτω από τους ήχους τού γνωστού από τις επανειλημμένες, στην πόλη μας, εμφανίσεις τού κουϊντέτου χάλκινων πνευστών οργάνων “Creta Brass” και του ντουέτου Βιργινίας Ευαγγ. Μελιγκουνάκη (σοπράνο) και τής Ελένης Αλεξαντωνάκη (άλτο).
   Η άρτια προετοιμασία των μουσικών και η φανερή πίστη τους στα έργα που ερμήνευσαν είχε ως αποτέλεσμα να αναδειχθούν όσο καλύτερα ήταν δυνατόν συνθέσεις εξαιρετικές και με μεγάλο ενδιαφέρον. Τα ηχοχρώματα και η παράσταση, γενικά, κινήθηκαν στο πνεύμα των αγίων ημερών τού Πάσχα, στηριζόμενα, για τον σκοπό αυτόν, σε ένα έργο κατ’ εξοχήν βαρύ και δραματικό. Αποδόθηκαν με ακρίβεια και ασφάλεια από ένα εμπνευσμένο μουσικό σύνολο με λυρισμό και μουσικότητα, με σαφή άρθρωση και συχνά έντονο δραματικό ένστικτο, που υπαγορευόταν, εξάλλου, από τις άγιες αυτές ημέρες τού θείου Δράματος.
   Στο κουιντέτο χάλκινων πνευστών οργάνων “Creta Brass” διακρίθηκαν εξ ίσου τόσο η α΄ όσο και η β΄ τρομπέτα, των Αντώνη Μαυράκη και Δέσποινας Σκανδαλάκη που περιεπλάκησαν μεταξύ τους σε έναν όμορφο όσο και αρμονικό διάλογο. Ενδιαφέρουσα και η ερμηνεία που προέκυψε από την αρμονική συμπόρευση τού κόρνου, τού Χρίστ Ρίνο και τού τρομπονιού, τού Μανόλη Σφακιανάκη, στο «Άξιον Εστί» (Διασκευή Γ. Κυριακάκη), καθώς και στο «Αι γενεαί πάσαι», όπου κυριάρχησε το γλυκερό βαρύ ηχόχρωμα τού τρομπονιού, αλλά και στο «Χριστός Ανέστη» (Διασκευή Α. Μαυράκη), όπου αλληλοδιαδόχως το σύνολο των οργάνων τού κουιντέτου έδωσε τον καλύτερο, μπορώ να πω, εαυτό του στο μεγαλοπρεπέστατο αυτό και βαθιά ατμοσφαιρικό αναστάσιμο «φινάλε».
   Θαυμάσιοι και οι δύο σολίστες, Βιργινία Ευαγγέλου Μελιγκουνάκη (σοπράνο) και Ελένη Αλεξαντωνάκη (άλτο), φάνηκαν ότι είχαν επεξεργαστεί τέλεια τα κομμάτια που ερμήνευσαν και ότι είχαν κατακτήσει τον μέγιστο βαθμό εκφραστικών εκλεπτύνσεων. Με εξαιρετική άνεση έδιναν στο μουσικόφιλο ακροατήριό τους την εντύπωση μιας ανάγνωσης που πήγαζε περισσότερο από το καλλιεργημένο πνεύμα τους, παρά από τη νόηση ή έστω και από την ψυχή. Χωρίς δεξιοτεχνικές υπερβολές, με ελεγχόμενη αναπνοή και εντυπωσιακά σβησίματα, απόλυτη συναίσθηση τής σημασίας τού ύφους στο συγκεκριμένο μουσικό είδος και ενδιαφέρουσες εκλεπτύνσεις και διανθίσεις οι καλλιτέχνες φώτισαν τα έργα τού πλουσιότατου ρεπερτορίου τους και τα ανέδειξαν στο κοινό όσο καλύτερα μπορούσαν. Από την ερμηνεία τους δεν απέλειπε η κομψότητα, η καλλιέπεια, η χάρη και, οπωσδήποτε, το πνεύμα, παράγοντας απόλυτα αναγκαίος στην ερμηνευτική διαδικασία τής εκκλησιαστικής παρτιτούρας.
    Το μουσικόφιλο ρεθεμνιώτικο κοινό θαύμασε, γενικά, την απόλυτη σύμπνοια των μουσικών σε κάθε λεπτομέρεια. Την ακρίβεια, την καθαρότητα και τη διαύγεια τού ήχου και τις αυτονόητες εναλλαγές στη δυναμική, αλλά και την απόλυτη σιγουριά στην άρθρωση τής κάθε φράσης και παραγράφου, που έδειχναν και τον βαθμό στον οποίο η παρτιτούρα είχε αφομοιωθεί από αυτούς. Ιδιαίτερα ευχάριστη και ευφραντική η Βιργινία Μελιγκουνάκη στο σόλο της «Ω γλυκύ μου έαρ», που συνάρπασε το ακροατήριο.
   Δεν έχω παρά να συγχαρώ όλους τους παράγοντες τής παραπάνω πασχαλιάτικης συναυλίας.

ΧΟΡΩΔΙΑΚΟ ΣΥΝΟΛΟ «CHORUS ’87»- ΠΙΑΝΙΣΤΙΚΟ ΔΙΔΥΜΟ «DUET BLANC- NOIR»

ΧΟΡΩΔΙΑΚΟ ΣΥΝΟΛΟ «CHORUS ’87»- ΠΙΑΝΙΣΤΙΚΟ ΔΙΔΥΜΟ «DUET BLANC- NOIR»
Σ τ ο Ω δ ε ί ο Ρ ε θ ύ μ ν ο υ

ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ

   Ήταν μια όμορφη ατμοσφαιρική βραδιά δροσερής ανάλαφρης μουσικής διάθεσης αυτή που πραγματοποιήθηκε στην πόλη μας, την Πέμπτη που πέρασε, 17 Απριλίου 2008. Το πρόγραμμα είχε να μας προτείνει μια ενδιαφέρουσα μουσική διαδρομή από ένα εκπληκτικό χορωδιακό σύνολο («Chorus ’87»), τέσσερις λαμπρές υψιφώνους και ένα πιανιστικό δίδυμο («Duet Blanc- Noir»). που κατασυγκίνησαν το πολυπληθές ακροατήριό τους.
     Ο λόγος για την πρώτη παιδική χορωδία, που όλοι θυμόμαστε με αγάπη, του έτους 1987, που είχε οργανώσει και διεύθυνε ο νεαρός τότε μουσικός κ. Γιάννης Σ. Μεντζελόπουλος. Η χορωδία αυτή είχε, τον καιρό εκείνο- μαζί και με άλλα μουσικά σχήματα τού τόπου- παρουσιάσει αρκετές ενδιαφέρουσες και πάντα αξιοπρεπείς συναυλίες, αντίθετα προς τη γενικότερη κάμψη που παρατηρείται σήμερα στη μουσική παιδεία και τις ποιοτικές μουσικές αναφορές τού τόπου. Το παιδικό, λοιπόν, εκείνο μουσικό σύνολο αποφάσισε τα Χριστούγεννα τού 2007, είκοσι ολόκληρα χρόνια μετά, να συγκροτηθεί και πάλι, όπως και τότε, σε ένα νέο σχήμα, όπου τα δεκάχρονα κοριτσάκια του ’87- γυναίκες πια ώριμες και φτασμένες σήμερα- θα τραγουδούσαν και πάλι στο ρεθεμνιώτικο κοινό, στους γονείς, τα…παιδιά τους και τους φίλους τους.
    Και το τόλμημά τους αυτό στέφθηκε, πιστεύουμε, με απόλυτη επιτυχία. Από την αρχή οι χορωδοί ένιωσαν απόλυτα στο στοιχείο τους και έλαμψαν στη μελωδική και δεξιοτεχνική παρτιτούρα ανταποκρινόμενες θαυμάσια στη γενναιοδωρία και τη συναισθηματική αμεσότητα τής μουσικής. Και αυτό οφείλεται, κυρίως, στην αγλαόκαρπη συνεργασία και συναντίληψη σχήματος και μαέστρου και στην ψυχολογική και συναισθηματική δύναμη τής ανάμνησης που γονιμοποιούσε ευθέως κάθε πτυχή τής όμορφης αυτής προσπάθειας.
   Και το αποτέλεσμα ήταν μια πρόκληση για όλους εμάς που τις ακούσαμε και κυριολεκτικά ενθουσιαστήκαμε από την επίδοσή τους. Η συμφιλίωσή τους, όλα αυτά τα χρόνια, με τη μουσική ήταν πλήρης και ουσιαστική, γι’ αυτό και το σημερινό εκπληκτικό αποτέλεσμα, που έκανε τον Πρόεδρο τού «Συνδέσμου Διαδόσεως Καλών Τεχνών Ρεθύμνου», γιατρό κ. Μανόλη Καλλέργη, στο σύντομο και μεστό προλόγισμά του να εκφράσει την ευχή- που είναι και ευχή όλων μας- το σύνολο αυτό να μην τελειώσει απόψε με τη συναυλία του αυτήν, αλλά να έχει και συνέχεια. να γίνει, γιατί όχι, ένα νέο φτασμένο γυναικείο χορωδιακό σύνολο τής πόλης μας, που τόσο το έχει ανάγκη στα πλαίσια τής πολιτισμικής μουσικής αναγέννησής της.
   Με ιδιαίτερη, λοιπόν, χαρά και ικανοποίηση χαιρετίζουμε, στο σημείο αυτό, και θερμά επιδοκιμάζουμε και επικροτούμε την πρόταση τού Διευθυντή τής Χορωδίας κ. Μεντζελόπουλου προς το μουσικόφιλο κοινό τής πόλης μας, με την οποία ζητά την προσέλευση και νέων μελών στο εν λόγω χορωδιακό σχήμα, πράγμα που, σαφώς, δείχνει την εδραίωση τής πεποίθησης για συνέχιση και εμπέδωση τής όμορφης αυτής και ευγενικής προσπάθειας. Μιας προσπάθειας που έρχεται να προσθέσει μια νέα μουσική δύναμη, πολλά υποσχόμενη για τη μελλοντική προσφορά και συμβολή της στα μουσικά πράγματα αυτού τού τόπου. Υπενθυμίζουμε, με την ευκαιρία, για όσες κοπέλες το επιθυμούν, ότι οι πρόβες γίνονται κάθε Σάββατο και ώρα 16:00, στο χώρο τού Ελληνικού Ωδείου. 
     Με τη δεύτερη αυτήν εμφάνισή του το σύνολό μας κατέφθασε ολοζώντανο, ξαναγεννημένο και «βαφτισμένο» με το πετυχεμένο όνομα «Chorus ’87»- που απηχεί, νομίζουμε, όλην αυτήν την προδιαγραφείσα ιστορία τού συνόλου- και μας έδωσε την ευκαιρία να διαπιστώσουμε ότι, πράγματι, στο μουσικό δυναμικό τού τόπου μας τείνει να εγκατασταθεί μια νέα μεγάλη- ξαναγεννημένη από τη στάκτη τού ’87- μουσική δύναμη. Με ευχάριστη έκπληξη διαπιστώσαμε από το πρόγραμμα ότι ανάμεσα στις τριάντα κοπέλες τού συνόλου αρκετές είναι σπουδάστριες στη σχολή Μονωδίας τού Ελληνικού μας Ωδείου και ότι, γενικότερα, στους κόλπους τού εν λόγω συνόλου υπάρχει μια μεγάλη εκκολαπτόμενη δύναμη νέων μουσικών ταλέντων, με σημαντικές ικανότητες για περαιτέρω σπουδές και μουσική ανέλιξη που μπορεί, πιστεύουμε να εξακτινωθεί και να φθάσει και έξω από τα στενά όρια τού νομού μας.
   Τα κομμάτια που τραγούδησαν χαρούμενα, ατμοσφαιρικά αντικαθρέπτισαν ανάλογες ψυχικές διαθέσεις και δημιούργησαν στο κοινό παραπλήσια συναισθήματα χαράς και αγαλλίασης. Γλυκιές μελωδίες (The sound of silence του Paul Simon), γρήγορες χαρούμενες ταχύτητες (I feel pretty, από το μιούζικαλ West side story των S. Sondheim, L. Bernstein), εντυπωσιακές δραματοποιήσεις (Αντιόπη Νικολουδάκη- Άννα Παντελιδάκη), με πιστή απόδοση τού πρωτοτύπου (America, από το μιούζικαλ West side story των S. Sondheim, L. Bernstein, ένα καταπληκτικό μιούζικαλ τού Μπροντγουέι που άφησε εποχή και απέσπασε δέκα όσκαρ), πανηγυρικές κατακλείδες (Love changes everything του A.L. Webber), υπέροχες γνωστές επιτυχίες (The Phantom of the opera τού A. L. Webber - Στέλλα Μικρούλη).
    Δυναμική, όπως πάντα, και άκρως επιμελημένη ήταν και η συνοδεία στο πιάνο των: Ισιδώρας Χαλκιαδάκη, Κατερίνας Χριστουλάκη, Μαριέλλας Βιτώρου και της Κατερίνας Χριστουλάκη στο ακκορντεόν.
    Ξεχωρίζω και τις όλως ενδιαφέρουσες καταθέσεις των σολιστών τού χορωδιακού συνόλου- γόνιμα, όλες τους, αποκυήματα τής Παιδικής Χορωδίας τού ’87- που ερμήνευσαν άριες από όπερες και μιούζικαλ και έδειξαν ισχυρότατα δείγματα των ικανοτήτων τους και της δυνατότητάς τους να εξελιχθούν περαιτέρω σε ανερχόμενη μουσική δύναμη τού Ρεθύμνου. Πρόκειται για τις: Άννα Παντελιδάκη, Στέλλα Μικρούλη, Μαριέλλα Βιτώρου και Αντιόπη Νικολουδάκη (τις παίρνω με τη σειρά που τραγούδησαν στην παρουσιαζόμενη συναυλία τής 17ης Απριλίου). Στα σολιστικά κομμάτια που ερμήνευσαν η κάθε νότα βρέθηκε στη σωστή της θέση, αποκαλύπτοντας το πλήρες καλλιτεχνικό της διαμέτρημα. Έδωσαν μιαν ερμηνεία υποδειγματική και όλως ατμοσφαιρική, μια ερμηνεία ιδιαίτερα ζεστή, λαμπερή και δυναμική, ανεπιφύλακτα δεξιοτεχνική, με τη απαιτούμενη, πάντοτε, δραματοποίηση, που φανέρωνε, αν μη τι άλλο, την από μέρους των παραπάνω soprani ορθή αντίληψη, πάνω από όλα, του ήθους και του νοήματος των κομματιών που τραγουδούσαν.
    Το παραπάνω Πρόγραμμα τής Χορωδίας «Chorus ’87» και των σολιστικών κομματιών, που ήδη παρουσιάσαμε, αγκάλιασε ζεστά- σαν δεύτερο μέρος τού προγράμματος- το πιανιστικό ντουέτο «Duet Blanc- Noir», αποτελούμενο από τις Ελένη Περπιράκη και Ελένη Τζιράκη και που ερμήνευσαν το δημοφιλέστατο «Καρναβάλι των Ζώων» τού Saint Saens.
   Το «Καρναβάλι των ζώων», στην προχτεσινή συναυλία, ήταν ένα κομμάτι που χαρακτηρίστηκε από αμεσότητα, διαύγεια, καθαρότητα και απόλυτο έλεγχο τής ταστιέρας τού οργάνου. Η ερμηνεία λειτούργησε αποτελεσματικά αποδίδοντας γεμάτες από ορμή και πάθος κορυφώσεις, ενώ, συχνά, μουσικές φράσεις έδειχναν να περνούν αστραπιαία και με ακρίβεια από το ένα όργανο στο άλλο, πετυχαίνοντας ένα εξαιρετικά ανάλαφρο, αέρινο και διάφανο αποτέλεσμα.
    Για την ιστορία, το περίφημο «Καρναβάλι των Ζώων» αφορά σε μια σατιρική και διασκεδαστική σουίτα που έγραψε ο Σεν Σαίνς αποκλειστικά και μόνο για τον εαυτό του και τους φίλους του. Γι’ αυτό ο ίδιος δεν επέτρεψε να παιχθεί το έργο του δημόσια, όσο ζούσε, και, τελικά, εκδόθηκε τριάντα ολόκληρα χρόνια μετά τον θάνατό του.
    Το «Καρναβάλι των Ζώων» κυριολεκτικά συναρπάζει το ακροατήριο, με την εντυπωσιακή απόδοση των φωνών των διαφόρων ζώων τού δάσους, όπως των ορνίθων που κακαρίζουν χαρούμενα, θορυβώντας και σκαλίζοντας σε τόνο ψηλό- κάποια στιγμή, ανάμεσα στις φωνές, ξεχωρίζει το ηχηρό λάλημα του κόκορα-, ενώ, μετά την Εισαγωγή και το περίφημο βασιλικό εμβατήριο του λιονταριού, ακολουθεί η περιγραφική εξεικόνιση και των λοιπών ζώων τού δάσους, όπως τού ημίονου με τις γρήγορες, ορμητικές κλίμακες του πιάνου, των χελωνών που κάνουν την εμφάνισή τους με μια χαρακτηριστικά αργή μελωδία, των καγκουρώ που αναγγέλλουν την είσοδό τους με πηδηχτούς, αλυσιδωτούς ρυθμούς, του ενυδρείου με έντονα διακριτές υδάτινες ριπές στο πιάνο, αλλά και το ήρεμο τραγούδι τού κούκου στο πυκνόφυλλο δάσος- που, στην περίπτωση Ορχήστρας, θα το απέδιδε, ασφαλώς, το κλαρινέτο, όπως και στην περίφημη “Ποιμενική” τού Beethoven- του περιστερώνα, όπου τα πουλιά εμφανίζονται με ένα χαρακτηριστικά γρήγορο τρέμολο στο πιάνο, των πιανιστών, στους οποίους δυο φανταστικά ζώα με δύο χέρια εξασκούνται στις απέραντα πληκτικές τους κλίμακες, του κύκνου, όπου μια ρέουσα ατμοσφαιρική μελωδία αντανακλά τέλεια την ευγενική κίνηση τού κύκνου μέσα στα γαλήνια νερά τής λίμνης, ενώ μια κυματιστή σαν το νερό συνοδεία συμπληρώνει αυτήν την ειδυλλιακή εικόνα. Τέλος, στο εμβληματικό φινάλε τού κομματιού μπορεί κανείς να διακρίνει μερικούς απ’ τους χαρακτήρες τού έργου να υποκλίνονται κατενώπιον τού κοινού. Το μέρος αυτό στα χέρια τού καλλιτεχνικού ντουέτου Ελένης Περπιράκη και Ελένης Τζιράκη κυριολεκτικά απέκτησε φωνή, έλαμψε εσωτερικά και ζωογόνησε και δικαίωσε τις μεγάλες τού κοινού προσδοκίες.
    Δεν έχω παρά να συγχαρώ όλους τους παράγοντες τής παραπάνω συναυλίας και να ευχηθώ από καρδιάς σύντομα να τους απολαύσουμε και πάλι σε μια νέα καλλιτεχνική εμφάνισή τους.
    Από τις αθηναϊκές εκδόσεις «Ιωλκός» κυκλοφόρησαν πρόσφατα δυο νέες καλαίσθητες ποιητικές εκδόσεις τής κ. Χρυσούλας Δημητρακάκη με τον βαθιά φιλοσοφικό τίτλο: «Τριλογία, Ύπαρξη- Ζωή- Άνθρωπος» η πρώτη και «Stone and Water» η δεύτερη, δίγλωσση αυτή, στην αγγλική και ελληνική γλώσσα.Η Χρυσούλα Δημητρακάκη, συγγραφέας πολυβραβευμένη και ποιήτρια διεθνώς καταξιωμένη- γνωστή από την τακτική παρουσία της στις στήλες της εφημερίδας «Κρητική Επιθεώρηση», αλλά και από άλλες εφημερίδες και περιοδικά τής Κρήτης και όχι μόνο- γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα αλλά από πατέρα Κρητικό, από το Ατσιπόπουλο Ρεθύμνου. Νιώθει και αισθάνεται περήφανη για την κρητική, εκ πατρός, καταγωγή της και ένα μεγάλο μέρος της ποιητικής της παραγωγής είναι αφιερωμένο ειδικά στην αγαπημένη της Κρήτη, την Κρήτη των προσδοκιών και των ονείρων της.

ΤΟ ΠΕΜΠΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ(Σκέψεις με αφορμή ένα πρόσφατο ταξίδι στην Αγία Γη)

                 ΤΟ ΠΕΜΠΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
                          (Σκέψεις με αφορμή ένα πρόσφατο ταξίδι στην Αγία Γη)

  ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ
Εικ. ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ,
Η Αγία Πόλη
Η Παλαιστίνη μπορεί να είναι ασήμαντη από φυσική και εδαφολογική άποψη (σε ένα μεγάλο μέρος της είναι έρημος γη), είναι όμως σπουδαία και μεγάλη για τις αναμνήσεις και τα συναισθήματα, τις πεποιθήσεις και τα κοσμοϊστορικά γεγονότα με τα οποία τόσο στενά είναι συνδεδεμένη. Εδώ, στα κακοτράχαλα και άγονα μέρη τής Αγίας Γης ο Θεός «κλίνας ουρανούς κατήλθεν ανοίξαι οφθαλμούς τυφλών, εξαγαγείν εκ δεσμών δεδεμένους και εξ οίκου φυλακής καθημένους εν σκότει» (Κύριλλος Αλεξανδρείας PG 76, 144Α). Το ασύλληπτο για τον κοινό νου μυστήριο τής Αγάπης τού Θεού διάλεξε αυτόν εδώ το φτωχικό και άσημο τόπο, για να ανοιχτεί με όλο του το άπειρο μεγαλείο. Η ικανοποίηση που προσφέρει στον άνθρωπο τής αγαθής προαίρεσης η θέα των ιερών προσκυνημάτων τής Αγίας Γης είναι βαθιά πνευματική και τέρπει, ικανοποιεί, συγκινεί και επηρεάζει ολόκληρη την ύπαρξή του.
Εδώ μονάχα στην Αγία Γη μπορείς να θαυμάσεις μέσα σε μια σπάνια ψυχική ανάταση και ευφορία τη μυστική σφραγίδα τού αθάνατου και αιώνιου, του αδιάφθορου και πνευματικού που στάθηκε ολοκληρωτικά αδύνατο στον πανδαμάτορα χρόνο να καταλύσει. Και αυτό ακριβώς είναι που αποτελεί την ουσία τού κάθε προσκυνήματος τής Αγίας Γης, την οποία ο σύγχρονος άνθρωπος καλείται και οφείλει σε μια επίσκεψή του να ανεύρει και συνειδητοποιήσει. Τούτο, ασφαλώς, θα γίνει και η οντολογική απόδειξη τής αιωνιότητας και αλήθειας τού κηρύγματος τού Ιησού και της σημασίας την οποία έχει τούτο για τη ζωή τού άνθρώπου, ο οποίος αισθάνεται τόσο βαθύ το αίσθημα τής αφιλοξενίας και ανεστιότητας που του παρέχουν το πρόσκαιρο και το μεταβλητό τής ζωής τού υλικού και πεπερασμένου τούτου σύμπαντος. Ο Ιησούς μόνο είναι Εκείνος που μπορεί να δώσει νόημα στη ζωή τού ανθρώπου και να τον εισαγάγει στη σφαίρα τού πνεύματος, όπου θα νιώσει την αναγεννητική του πνοή να τον μεταμορφώνει μέχρι τα βάθη τής ύπαρξής του σε νέα, σε «καινή κτίση». 
Και στο σημείο αυτό η συμβολή τής Αγίας Γης έγκειται στο να αποτελέσει μια προεισαγωγή και έναν πρώτο σταθμό για την κατόπιν εισαγωγή του και στην αέναο πηγή τού φωτός και της ζωής, στο ι. Ευαγγέλιο. Υπάρχουν περιπτώσεις ανθρώπων που από περιέργεια και μόνον επισκέφτηκαν τους Αγίους Τόπους, για να επιστρέψουν, στη συνέχεια, με ζωντανή και έκδηλη την πίστη τους προς τον Θεό.
Ολόκληρη η Αγία Γη αποτελεί ένα εύγλωττο στόμα, που με τον υπεροχότερο τρόπο μιλεί βαθιά μέσα στην ψυχή τού ανθρώπου για τη ζωή και το πάθος τού Θεανθρώπου. Πολύ ωραία μπορεί να παρομοιαστεί με βιβλίο, που ανοίγεται μπροστά στα μάτια τού προσκυνητή και στην κάθε του σελίδα φέρει αποθησαυρισμένη με τα πιο απαράμιλλα χρώματα τού θείου χρωστήρα και από μιαν εικόνα από τον βίο, το πάθος και την ανάσταση τού Κυρίου. Γι αυτό πολλοί χαρακτήρισαν το προσκύνημα στην Αγία Γη σαν ένα «Πέμπτο Ευαγγέλιο», που, μπορώ να προσθέσω ότι είναι και το πιο απλό, εποπτικό, και εύγλωττο απ' όλα. Για τον σύγχρονο άνθρωπο, που δεν διαθέτει και πολύ χρόνο σε πνευματικές ενασχολήσεις και, ειδικότερα, για τη μελέτη πνευματικών βιβλίων και, μάλιστα, του κατ’ εξοχήν Βιβλίου τής Αγίας Γραφής, μια επίσκεψη στους Αγίους Τόπους, νομίζουμε ότι πολλά θα μπορούσε να προσφέρει στην «κατά Χριστόν» πνευματική του οικοδομή και καταξίωση.

Χ Ρ Ι Σ Τ Ι Α Ν Ι Κ Η Ο Ι Κ Ο Λ Ο Γ Ι Α

Η ΑΓΑΠΗΤΙΚΗ ΜΕΡΙΜΝΑ ΤΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥ ΠΑΤΕΡΑ ΠΡΟΣ ΤΟ ΦΥΣΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ-
ΑΓΙΟΙ, ΦΙΛΟΙ ΚΑΙ ΘΕΡΑΠΟΝΤΕΣ ΖΩΩΝ ΚΑΙ ΦΥΤΩΝ

ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ

Θεράποντες αγίους ειδικούς επί παθήσεων ζώων και φυτών η Ορθόδοξη Ελληνική Εκκλησία έχει να απαριθμήσει αρκετούς. στα ζώα τον άγιο Μάμαντα- άγιο βοσκό εικονιζόμενο με το χαρακτηριστικό στραβοράβδι στο χέρι του, συχνά, καθήμενο επί λέοντος (εικ. 1)- και τον άγιο Μόδεστο, λόγω των σχετικών θαυμάτων τους προς αυτά, ενώ θαύματα και θεραπείες ζώων αναφέρονται ότι ενέργησαν και ο άγιος Βλάσιος, οι άγιοι Ανάργυροι Κοσμάς και Δαμιανός από την Ασία και ο άγιος θεόδωρος ο Στρατηλάτης.
Εικ. 1. Ο άγιος Μάμας
 από την Παφλαγονία,
 άγιος θεράπων των ζώων
 και προστάτης των ποιμένων
(τέλη 15ου αι.)
Για τα φυτά, πάλι, ο Αϊ- Ρούφνης (άγιος Ονούφριος) ρουφά (αρνητική παρετυμολογία)- όπως πιστεύει ο ελληνικός λαός- τα στάχυα[1] σε όσους γεωργούς δε σέβονται τη μνήμη του. Επίσης, ο Αϊ- Βλάσσης, που το όνομά του υποδηλώνει αναβλαστικές ιδιότητες (θετική παρετυμολογία), θεωρείται ότι προστατεύει τους γεωργούς, ενώ ο άγιος Τρύφων (το όνομά του παραπέμπει στο επίθετο τρυφερός)- που και επίσημα αναγνωρίζεται ως ο προστάτης άγιος των γεωργών και των αμπελουργών- θεραπεύει από ασθένειες τους αγρούς και τα αμπέλια, καθώς και τα δέντρα και τα φυτά από τα τρωκτικά, τις κάμπιες, τις ακρίδες, που τα παραβλάπτουν κτλ. Είχε, μάλιστα, επιτελέσει και σχετικό θαύμα απομάκρυνσης από τους αγρούς μεγάλου σμήνους ακρίδων. Έτσι, όταν συμβεί βλάβη στους αγρούς και στους κήπους από ακρίδες ή ερπετά, διαβάζεται ειδική ικετήρια ευχή του αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου προς τον άγιο Τρύφωνα και θαυματουργικά το κακό φυγαδεύεται (εικ. 2).
Εικ. 2. Ο άγιος Τρύφων
θεράπων άγιος των φυτών
και προστάτης των γεωργών
 και των αμπελουργών,
 την ημέρα της εορτής του (1 Φεβρ.),
 με αφιερώματα σταφυλιών
 και άλλων φυτών.
Συνήθως εικονίζεται
 με κλαδευτήρι στο χέρι.
Να πούμε, στο σημείο αυτό, ότι οι άγιοι παρεμβαίνουν είτε θανατώνοντας τα ζώα- όταν αυτά στρέφονται εναντίον του ανθρώπου και του προξενούν σοβαρές υλικές καταστροφές- είτε ανασταίνοντάς τα, όταν και πάλι καθίστανται απαραίτητα προς ανακούφιση του πόνου και της ταλαιπωρίας των αφεντικών τους[2] ή όταν ο θάνατός τους είναι αποτέλεσμα δαιμονικής συνεργίας[3]. Έτσι και ο όσιος Φλαβιανός, ο έγκλειστος (17Φεβρ.), με μόνη την προσευχή του- όπως άλλοτε και ο τροπαιοφόρος μεγαλομάρτυς Γεώργιος- θανάτωσε ένα άγριο θηρίο και φόνευσε ένα επικίνδυνο και φαρμακερό φίδι, που λέγεται «ασπίδα» και πολλούς ανθρώπους γλίτωσε από τα θανατηφόρα δήγματά του. Επίσης, ο Ιερομάρτυς Μίλος (10 Νοεμβρίου) με τον τίμιο σταυρό και το εξορκιστικό του φύσημα διάνοιξε την κοιλιά του και θανάτωσε ένα φοβερό θηρίο, που είχε μπει στη σπηλιά ενός ασκητή της ερήμου[4]. Τέλος, ο άγιος Μόδεστος Ιεροσολύμων θανάτωσε ένα φαρμακερό φίδι που είχε εγκατασταθεί στην πηγή του νερού που έπιναν τα πρόβατα ενός πτωχού τσοπάνη. Το φίδι δηλητηρίαζε το νερό και τα πρόβατα του κτηνοτρόφου, το ένα μετά το άλλο, ψοφούσαν. Ο άγιος το μεν φίδι, όπως σημειώσαμε, θανάτωσε, τα δε νεκρά ζώα ζωοποίησε. Τα πάντα δημιουργήθηκαν για να τα χρησιμοποιεί και να τα επωφελείται ο άνθρωπος. Όταν ενοχλούν τον άνθρωπο ή στρέφονται εναντίον του και καθίστανται βλαβερά προς αυτόν, οι άγιοι επεμβαίνουν προς ανακούφισή του. Έτσι, με τον τρόπο αυτόν, οι άγιοι αντιμετωπίζουν την υλική διάσταση του κόσμου τούτου σε σχέση πάντοτε προς τον Θεό και έχοντας ως γνώμονα και κανόνα των ενεργειών τους την προστασία, το συμφέρον και την ανακούφιση του ανθρώπου.
Η Ορθόδοξη, λοιπόν, Εκκλησία δεν έχει να μας παρουσιάσει θεράποντες αγίους μόνο για τους ανθρώπους, για τον απλούστατο λόγο ότι η αγαπητική μέριμνα του Δημιουργού Πατέρα δεν σταματά μόνο στον άνθρωπο, αλλά στρέφεται και προχωρεί και πέρα από αυτόν και σε αυτά τα άλογα ζώα και τα φυτά, καθώς και στην υπόλοιπη υλική διάσταση του κόσμου τούτου[5]. Έτσι, βλέπουμε τους διάφορους ασκητές και αγίους της Εκκλησίας μας να συμπεριφέρονται προς τη φύση και τη ζωή με απεριόριστο σεβασμό και αγάπη. τη βλέπουν ως κάτι ζωντανό, ως πολύτιμη δωρεά και παρακαταθήκη του Θεού προς τον άνθρωπο. Θεωρούν ότι όλα τα πλάσματα τής γης, όλα ανεξαιρέτως τα πλάσματα, ακόμη και τα πιο ταπεινά, ακόμη και το παραμικρό φυλλαράκι, το κάθε έντομο, η χρυσή μέλισσα, το μυρμήγκι, όλα αποπνέουν τη δόξα τού Θεού, όλα στρέφονται και οδεύουν, χωρίς να το καταλαβαίνουν, προς δόξαν Αυτού. Γι’ αυτό όλα πρέπει να αποτελούν αντικείμενο αγάπης. Αγαπώντας το κάθε τι στη ζωή θα καταλήξουμε να αγαπάμε τον κόσμο όλο με μια παγκόσμια αγάπη[6]. Και συνεχίζει παρακάτω. πρέπει ν’ αγαπούμε όχι για μια στιγμή, μα ως το τέλος. Ο καθένας, ακόμα κι ο πιο χυδαίος άνθρωπος, είναι ικανός να νιώσει μια καρποφόρα αγάπη. Ο αδελφός μου ζητούσε συγνώμη απ’ τα πουλιά. Κάτι τέτοιο μπορεί να φανεί ανόητο, αλλά είναι σωστό, γιατί όλα μοιάζουν με τον Ωκεανό, όπου όλα συγκεντρώνονται κι όλα επικοινωνούν κι έχουν μια θέση εκεί μέσα κι αυτό θα γίνεται ως το τέλος τού κόσμου[7].
Ως άριστοι φυσιοδίφες και φυσιολόγοι και βαθείς γνώστες της χριστιανικής κοσμολογίας και φιλοσοφίας, οι Άγιοι δεν «εκμεταλλεύονται» τη φύση, χρησιμοποιώντας την ασύστολα και με πονηρή κερδοσκοπική διάθεση και αποκαθιστούν, έτσι, τον κλονισμό της αρμονίας και συνεργασίας, που επήλθε από την απομάκρυνση του αμαρτήσαντος ανθρώπου από τον Θεό. Τρέφουν τα πουλιά του ουρανού και τα ζώα, ακόμα και αυτά τα ασήμαντα για τον κοινό άνθρωπο μυρμήγκια και διατηρούν σχέσεις εγκάρδιας φιλίας με τα άγρια ζώα της ερήμου. Καθίστανται, με λίγα λόγια, υπεύθυνοι για τον κόσμο μέχρι και το τελευταίο πράσινο χορταράκι και ως κατά χάριν «υιοί του Θεού» σώζουν την κτίση από τον θρυμματισμό, από τη φθορά και από τη διάσπαση της ενότητας[8] και σώζονται και οι ίδιοι, μετέχοντας οργανικά στο ζωηφόρο Σώμα του Χριστού και εγκεντριζόμενοι στη λειτουργική ενότητα της Εκκλησίας.
Η «θεωρία της ατομικής σωτηρίας», όπου ο άνθρωπος δεν ασχολείται παρά μόνο με τη σωτηρία της ψυχής του, εκφράζει μιαν επικίνδυνη όσο και διεστραμμένη παραμόρφωση και δεν απαντάται στους ασκητές και αγίους της Εκκλησίας μας, ούτε, φυσικά, στην Παλαιά και την Καινή Διαθήκη. «Ο άνθρωπος δημιουργήθηκε από τον Θεό ως ένα μακροκοσμικό ον, για τούτο είναι φυσικό και λογικό να υπάρχει μέσα του μακροκοσμική αίσθηση και συνείδηση του κόμου. Γι’ αυτό ο άνθρωπος που δεν τον έχει διαταράξει και διασπάσει η αμαρτία αισθάνεται την οργανική ενότητα όλων των δημιουργημάτων. αισθάνεται τη χαρά και την λύπη των δημιουργημάτων ως δική του, γιατί, κατά κάποιο μυστικό τρόπο, είναι φορέας του κλήρου όλων των δημιουργημάτων»[9]. Να γιατί δεν μπορούμε μόνοι μας να σταθούμε μπροστά στον Θεό. να γιατί δεν σωζόμαστε ατομικά, στηριζόμενοι στην ατομική μας αξιομισθία και αυτοεπιβεβαίωση, παρά όλοι μαζί, «συλλογικά», και ανάλογα με τη στάση που ο καθένας μας θα επιδείξει, συνολικά, απέναντι στον κόσμο που μας περιβάλλει- θεωρούμενος, δηλαδή, ο κόσμος- ανθρώπινος, ζωικός και υλικός- στο σύνολό του και ως ενιαία οργανική δομή και ενότητα. Η νίκη του κακού και η κατάργηση της αμαρτίας, δεν είναι ένα ατομικό γεγονός, ένα είδος δικαίωσης και αυτοεπιβεβαίωσης της ανθρώπινης μονάδας, αλλά είναι η πραγματικότητα μιας καινούριας ανθρωπότητας, η μεταμόρφωση της Ιστορίας, η φανέρωση ενός καινούριου συλλογικού ανθρώπινου ήθους[10], που βρίσκει τη λύτρωση μετέχοντας οργανικά στο ζωηφόρο Σώμα του Χριστού και της Εκκλησίας και προσπαθώντας να σώσει σύμπασα την κτίση από τη φθορά και τον θάνατο.
Ή, όπως έλεγε ο Σολόβιεφ, «θα σωθεί εκείνος μόνο που σώζει τους άλλους»[11], που νιώθει υπεύθυνος για τον κόσμο και προσπαθεί να θεραπεύσει και αναστηλώσει τον κόσμο στην αρχική, στην προπτωτική του κατάσταση. Γι’ αυτό ο πιστός οφείλει με τη χάρη τού Θεού «εν ταπεινώσει» να καταστεί πνευματικός και χρήσιμος στον κόσμο και τους συναθρώπους του. Η φύση ζητά και επιδιώκει να υποκαταστήσει τις δυνατότητες της θείας Χάρης. κάθε απολυτοποιημένη και αυτόνομη φυσική επιθυμία ανάγεται στην πρώτη εκείνη ανταρσία της αυτονομίας: «εν η αν ημέρα φάγητε από του ξύλου του γινώσκειν καλόν και πονηρόν, έσεσθε ως θεοί». Η άσκηση, στην προκείμενη περίπτωση, είναι η πραγματική αντίσταση του ανθρώπου στη φορά που έχει η φύση να απολυτοποιηθεί από τη Χάρη. είναι η ενεργητική έκφραση της θέλησής του για επαναφορά της φύσης σε κοινωνία με τη χάρη[12]. Για τούτο ο άνθρωπος καλείται να βιώσει και γνωρίσει τον Θεό μέσα από τη σωστή χρήση του κόσμου στα όρια της «Ευχαριστίας»- που είναι η ίδια η πραγματικότητα της ζωής μας- χρησιμοποιώντας τον κόσμο, υπό τα είδη του άρτου και του οίνου, με τρόπο «ευχαριστιακό» και σε άμεση επαφή με το πρόσωπο του Θεού Λόγου[13]. Ότιδήποτε γίνεται σεμνά, με αγάπη και ευχαριστία είναι καλοδεχούμενο. Αν όμως το κάνουμε χωρίς αγάπη, χωρίς ευχαριστία, για να «παίξουμε» λίγο με τη ζωή, αυτή, κάποτε, θα μας εκδικηθεί. Το θράσος να διαχειριζόμαστε τη ζωή ως θεοί είναι το μεγάλο λάθος. Η θεότητα χαρίζεται, δεν διεκδικείται, ούτε υφαρπάζεται. Αν τη δεχτείς ως δώρο, την παίρνεις. Αν τη διεκδικήσεις αλαζονικά, τη χάνεις[14].
Αυτό, βέβαια, μπορεί να αναχθεί σε στάση ζωής και ευχαριστίας όλων μας απέναντι στην υλική πραγματικότητα. Πώς; Με τον ανάλογο σεβασμό μας προς αυτήν, κατά το υπόδειγμα των αγίων, με την αυτάρκεια και την ολιγάρκεια που θα πρέπει να μας διακρίνουν στη σχέση μας προς τη φύση. Να αρκούμαστε, δηλαδή, στα λίγα και απαραίτητα, στη λογική χρήση των καρπών της και να μη διακατεχόμαστε από το πάθος της πλεονεξίας. Έτσι, και εμείς θα έχουμε επάρκεια αγαθών, αλλά και η φύση θα μπορεί να ανταποκριθεί στις ανάγκες των επερχόμενων γενεών, διαθέτοντας τα προς τούτο απαραίτητα αποθέματα (αειφόρος ανάπτυξη). Πρέπει να το καταλάβουμε ότι η γη και το περιβάλλον δεν μας ανήκουν. τα έχουμε δανειστεί από τα παιδιά μας, καθώς οι επιπτώσεις μπορούν να αποβούν μοιραίες για τις επόμενες γενιές, αν δεν ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα. Είμαστε διαχειριστές, οικονόμοι, εργαζόμενοι και φύλακες της φύσης, σύμφωνα με τον γνωστό λόγο της Γενέσεως [«εργάζεσθαι αυτόν (τον παράδεισον) και φυλάσσειν»[15]]. Δεν επιτρέπεται σε καμιά περίπτωση ο άνθρωπος να θεωρήσει τον εαυτό του ιδιοκτήτη και κατακτητή, αφεντικό, κύριο και κυρίαρχο της φύσης[16] και να καταχραστεί τα δώρα της. Γιατί, όπως λέγει ο Clement (θέλει τόνο στο 1ο e), ανάλογα προς τη χρήση που κάνουμε στο φυσικό μας περιβάλλον, εμείς οι άνθρωποι γινόμαστε ο «λόγος» δια του οποίου εκφράζεται η κτίση και απευθύνεται προς τον Θεό. από εμάς τους ανθρώπους εξαρτάται αν η φύση, τελικά, θα βλασφημεί ή θα προσεύχεται προς τον Θεό. Από το αν θα μπορέσουμε να μεταμορφώσουμε το σώμα μας, αλλά και σύμπασα τη κτίση, σε ναό του Αγίου Πνεύματος, όπου ο Θεός θα λατρεύεται και θα προσκυνάται στο διηνεκές[17].
Αναφέρομε, στο σημείο αυτό, την τόσο χαρακτηριστική περίπτωση του αγίου Σιλουανού, ενός σύγχρονού μας Αγιορείτη Ρώσου Αγίου, που ένιωθε απεριόριστη συμπόνια και αγάπη για κάθε τι το ζωντανό, για κάθε κτίσμα του Δημιουργού Πατέρα. Πίστευε πως κάθε κακομεταχείριση που τα βλάπτει είναι αντίθετη με τη διδαχή της χάρης. Ο Γέροντας Σιλουανός έλεγε ενδεικτικά πως το πνεύμα του Θεού διδάσκει τη συμπόνια και την αγάπη προς ολόκληρη την υλική κτίση, ώστε να μην επιτρέπεται να κόβουμε ούτε ένα φυλλαράκι του δένδρου χωρίς αποχρώντα λόγο, χωρίς ανάγκη. «Να ένα πράσινο φύλλο πάνω στο δένδρο και συ το έκοψες έτσι, χωρίς ανάγκη! Αν και δεν είναι αμαρτία, η πράξη αυτή, πώς να το πω, προκαλεί οίκτο. Η καρδιά που έμαθε να αγαπά, λυπάται και διάκειται φιλικά προς ολόκληρη την κτίση». Όμως, να που η συμπόνια αυτή για το πράσινο φύλλο του δένδρου ή για το αγριολούλουδο που πατούμε, συνδυαζόταν μέσα στην ψυχή του Γέροντα με την πιο ρεαλιστική αντιμετώπιση των πραγμάτων του κόσμου τούτου. Ως συνειδητός χριστιανός ήξερε πως όλη η κτίση δημιουργήθηκε για να υπηρετεί τον άνθρωπο. γι’ αυτό, όταν είναι ανάγκη, ο άνθρωπος έχει την άδεια να μπορεί να χρησιμοποιήσει και να επωφεληθεί τα πάντα, όσα υπάρχουν γύρω του στο φυσικό βασίλειο. Ο ίδιος ο Γέροντας, θέριζε το σανό, έκοβε τα ξύλα στο δάσος και τα αποθήκευε για το χειμώνα, έτρωγε ψάρια[18]. Το ίδιο αγαπητική και διακριτική βρίσκουμε τη μέριμνα του Γέροντα Σιλουανού και προς αυτά τα ζώα. Είναι αξιοσημείωτες στα γραπτά του οι σκέψεις και τα αισθήματά του προς τα ζώα, που είναι και αυτά πλάσματα του Θεού. Ήταν, λοιπόν, πραγματικά, εκπληκτική η συμπόνια του, όπως μπορούμε να συμπεράνουμε απ’ όσα διηγείται για το κλάμα που έκανε συνειδητοποιώντας, κάποτε, την τραχύτητά του, όταν, χωρίς ανάγκη, σκότωσε μια μύγα ή έριξε ζεστό νερό για να σκοτώσει τη νυχτερίδα που κατοίκησε στο μπαλκόνι του ή, τέλος, πόσο λυπήθηκε όταν αντίκρισε στο δρόμο ένα κατακομματιασμένο φίδι[19]. Και η αγάπη του αυτή τον ειρήνευε μέσα του σε τέτοιο βαθμό, που τον άκουαν συχνά να λέγει στη ρωσική μονή τού Αγίου Παντελεήμονος, όπου πριν μερικα χρόνια εκοιμήθη: «Θεέ μου, μη μου δώσεις άλλη χαρά, γιατί, αν βαστάξει ένα λεπτό ακόμα, η καρδιά μου θα σπασει!»[20].
Τη σημασία των λόγων αυτών του Γέροντος Σιλουανού ενός σύγχρονου «οικολόγου αγίου», μπορούμε να κατανοήσουμε και αξιολογήσουμε σε βάθος μόνο όταν αναλογισθούμε το μέγεθος της άκριτης οικολογικής καταστροφής που συντελείται στις μέρες μας από τον άνθρωπο της πτώσης και της αμαρτίας, τον άνθρωπο που στερείται πίστης και αγάπης προς τον Θεό και τη Δημιουργία Του. Όταν ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο, τον έβαλε στον Παράδεισο, με τις αισθήσεις του υγιείς και φυσικές, δηλαδή στην κατάσταση εκείνη κατά την οποία το λογικό που δόθηκε από τον Θεό κατευθύνει τη βούληση του ανθρώπου. Όταν, όμως, ο άνθρωπος κατά το προπατορικό αμάρτημα έτεινε το αυτί του πρόθυμα σε «αυτόν» που συνάντησε στον Κήπο, δηλαδή τον πειράζοντα, και ακολούθησε τα προστάγματά του, αντίθετα προς τη θέληση και τις οδηγίες του Θεού Δημιουργού, όλες οι αισθήσεις του στράφηκαν εναντίον της φύσεως, διαστρεβλώνοντας την αρχέγονη τάξη[21]. Γι’ αυτό, έκτοτε, και τα άγρια ζώα τον περιφρονούν και είναι όλα έτοιμα να εφορμήσουν κατ’ αυτού και να τον κατασπαράξουν. Εκεί όπου δεν υπάρχει Θεός δεν υπάρχει ούτε και άνθρωπος. Η απώλεια της εικόνας τού Θεού συνεπιφέρει απλούστατα την εξαφάνιση και του ανθρώπου, απανθρωπίζει τον κόσμο, πολλαπλασιάζει τους «δαιμονισμένους».
Οι άγιοι, αντίθετα, ζώντας στην προπτωτική κατάσταση, αγαπούν και σέβονται τον Δημιουργό, επεκτείνοντας τον σεβασμό και την αγάπη τους αυτήν και προς όλη την κτιστή και άκτιστη δημιουργία- που είναι προέκταση της ανθρώπινης δημιουργίας- άρα και προς αυτά τα ζώα και τα φυτά[22], με τα οποία διατηρούν κλίμα ζωηρής φιλίας και εγκαρδιότητας. Η μοναστική, ιδιαίτερα, παράδοση τιμά τον ευαγγελιστή Ιωάννη και τονίζει την αγάπη του πλησίον και την άσκηση της καρδιάς. Εντυπωσιάζει με την υπερβολή όχι του φόβου, αλλά της αγάπης που ξεχειλίζει και της τρυφερότητας προς το σύμπαν «για κάθε δημιούργημα ακόμα και γι’ αυτά τα ζώα, τους δαίμονες»[23] και τα φυτά. Ο άγιος Αρσένιος, για παράδειγμα, ο Καππαδόκης, ο Θαυματουργός (10 Νοεμβρίου), σύμφωνα με το συναξάρι του, συχνά πήγαινε να τελέσει αγρυπνίες σε απομονωμένα εξωκκλήσια, βαδίζοντας ανυπόδητος και δίχως να χρησιμοποιεί ζώο, για να μιμηθεί τον Χριστό που πήγαινε πάντα με τα πόδια, αλλά και από συμπόνια και ευσπλαχνία για τα ζώα, που δεν ήθελε να τα κατατυραννά[24].
Οι άγιοι, διατηρώντας αρμονικές σχέσεις με όλη την κτιστή και άκτιστη δημιουργία, προγεύονται από τώρα την ειρήνη των εσχάτων ημερών, που- σύμφωνα και με το κήρυγμα των προφητών της Παλαιάς Διαθήκης- θα είναι μια επιστροφή στην προπτωτική παραδείσια κατάσταση, που χαρακτηριστικό της γνώρισμα θα έχει την τέλεια υποταγή στο θέλημα και τον νόμο του Θεού. Έτσι, κάθε στιγμή ξαναβρίσκει το νόημά της μέσα στην Ιστορία, επειδή βρήκε την εσχατολογική της διάσταση. Η εσχατολογία δεν καταργεί τον χρόνο, αλλά αποκαλύπτει το μεταχρονικό του νόημα, που άξονα του έχει τον Ιησού Χριστό. Γι’ αυτό οι Κανόνες απαγορεύουν να προσευχόμαστε γονατιστοί την Κυριακή, ένα λάθος που παρατηρείται συχνά στον πιστό λαό μας, που το θεωρεί μεγάλη ασέβεια να μη γονατίσει την ώρα της Θ. Λειτουργίας, όταν ο ιερέας «βγάζει» τα Άγια ή κατά τον καθαγιασμό των Τιμίων Δώρων. Ο άγιος Βασίλειος την όρθια στάση προσευχής, την ημέρα της Κυριακής, την εξηγεί ταυτίζοντας την με την αναζήτηση των ουρανίων πραγμάτων. Είναι μια στάση «εσχατολογική» της προσμονής της Παρουσίας, η στάση εκείνη που τείνει προς τον ουρανό και προς το υπέρτατο, προς το «έσχατον»[25].
Το περιεχόμενο και οι τρόποι εκδήλωσης της εσχατολογικής αυτής ειρήνης περιγράφονται από τον Ησαΐα με αναλυτικό και εξαιρετικά παραστατικό τρόπο: «και εξελεύσεται ράβδος εκ της ρίζης Ιεσσαί και άνθος εκ της ρίζης αναβήσεται. Και αναπαύσεται επ’ αυτόν πνεύμα του Θεού, πνεύμα σοφίας και συνέσεως, πνεύμα βουλής και ισχύος, πνεύμα γνώσεως και ευσεβείας. εμπλήσει αυτόν πνεύμα φόβου Θεού…και συμβοσκηθήσεται λύκος μετά αρνός, και πάρδαλις συναναπαύσεται ερίφω, και μοσχάριον και ταύρος και λέων άμα βοσκηθήσονται, και παιδίον μικρόν άξει αυτους. και βους και άρκτος άμα βοσκηθήσονται, και άμα τα παιδία αυτών έσονται, και λέων και βους άμα φάγονται άχυρα. Και παιδίον νήπιον επί τρώγλην ασπίδων[26] και επί κοίτην εκγόνων ασπίδων την χείρα επιβαλεί. Και ου μη κακοποιήσωσιν, ουδέ μη δύνωνται απολέσαι ουδένα επί το όρος το άγιόν μου, ότι ενεπλήσθη η σύμπασα του γνώναι τον Κύριον ως ύδωρ πολύ κατακαλύψαι θαλάσσας»[27].
Το χαρακτηριστικό αυτό απόσπασμα από τον Ησαΐα δίνει, νομίζω, με σαφήνεια και καθαρότητα την έκταση της εσχατολογικής ειρήνης- όταν η ιστορία του κόσμου τούτου θα έχει φθάσει στο τέλος της- που περιλαμβάνει την ειρηνική συμβίωση των ανθρώπων, αλλά και την αποκατάσταση των αρμονικών σχέσεών τους προς σύμπασα τη κτίση και την επαναφορά τους στην προ της πτώσεως κατάσταση, όταν ο Αδάμ συμβίωνε ειρηνικά με τα ζώα του παραδείσου και το γύρω του κτιστό περιβάλλον[28]. Όποιος βιώνει αυτήν την ειρήνη έχει καταλλαγεί με όλη τη κτίση και έχει «καρδίαν ελεήμονα», κατά τον αββά Ισαάκ τον Σύρο, για όλη την κτίση. Έχει, όπως επεξηγεί ο ίδιος, «καύσιν καρδίας υπέρ πάσης τής κτίσεως. Υπέρ των ανθρώπων και των ορνέων και των ζώων και των δαιμόνων και υπέρ παντός κτίσματος …Εκ τής πολλής και σφοδράς ελεημοσύνης τής συνεχούσης την καρδίαν … ου δύναται βαστάσαι ή ακούσαι ή ιδείν βλάβην τινά ή λύπην μικράν εν τη κτίσει γινομένην…»[29]
Κατά παρόμοιο τρόπο- προς αυτόν του Ησαΐα από την Π. Διαθήκη- λειτουργούν και οι αφηγήσεις των συναξαριστών γύρω από ζώα, συχνά, μάλιστα, και από άγρια θηρία, λιοντάρια, αρκούδες, κροκοδείλους κτλ.[30],τα οποία βρίσκονταν πολύ στενά συνδεδεμένα με ορισμένους Αγίους κι ασκητές της Εκκλησίας μας και υπήρχε αρμονική και αγαστή μεταξύ τους επικοινωνία και αναστροφή, όπως αυτήν των πρωτοπλάστων, πριν από την πτώση, στον Κήπο του Παραδείσου, όταν οι σχέσεις τους με τη φύση χαρακτηρίζονταν από απόλυτο σεβασμό, τάξη, αγάπη, μέτρο, ισορροπία, πνευματικό κάλλος και ομορφιά. Στους αγίους υποτάσσεται η άλογος φύση, που εκφράζεται στα άλογα πάθη του σώματος, στα στοιχεία της φύσης και στα άγρια θηρία του αγρού.
Έτσι, σύμφωνα με τον άγιο Ιωαννίκιο τον Μεγάλο, ερημίτη στο όρος Όλυμπος (4 Δεκ.)- που η τιμία κάρα του φυλάσσεται σήμερα στην Ι. Μονή Παντοκράτορος του Αγίου Όρους- «κατά τη δημιουργία τους τα ζώα σεβόντουσαν τον άνθρωπο που δημιουργήθηκε «κατ’ εικόναν και ομοίωσιν» Θεού και δεν του ενέπνεαν κανένα φόβο. Τώρα, όμως, τα φοβόμαστε, γιατί έχουμε παραβεί τις εντολές του Θεού. Εάν αγαπάμε τον Κύριο μας Ιησού Χριστό και τις εντολές Του, κανένα ζώο δεν μπορεί να μας βλάψει»[31]. Και ο ίδιος, μάλιστα, ο άγιος Ιωαννίκιος διατηρούσε φιλικές σχέσεις με άγρια ζώα, που στους άλλους γύρω του έσπερναν μόνο φόβο και πανικό και τιμάται ως προστάτης και θεράπων κατά των φιδιών και παντός ιοβόλου. Το ίδιο συνέβαινε και με τον όσιο Μακάριο τον Ρωμαίο (23 Οκτ.), που, σύμφωνα με το συναξάρι του, συζούσε σε σπήλαιο με δύο λιοντάρια σε άγρια κατάσταση[32]. Επίσης, ο άγιος μάρτυς Αρτέμων ακολουθούνταν μόνιμα από δύο ελάφια και έξι άγριους όνους, ο όσιος Άτταλος ο θαυματουργός(6 Ιουνίου) κάθε πρωί υποδεχόταν τα άγρια πουλιά που φιλικά τον επισκέπτονταν στο κελί του, ο άγιος Βλάσιος, ο ιερομάρτυς, συζούσε σε σπηλιά μαζί με άγρια ζώα, που όμως ποτέ δεν τον πείραζαν, ο σεβάσμιος Γέρων Ζωσιμάς δέχθηκε τις υπηρεσίες ενός λιονταριού, στην προσπάθειά του να ανοίξει μόνος του εκεί στην έρημο, γέρων και αδύναμος, τον τάφο της οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας, ενώ τον άγιο Αλέξανδρο, επίσκοπο Ιεροσολύμων (12 Δεκ.), τον άγιο Μάμαντα, την αγία Θέκλα, την αγία Ευφημία, την αγία Βλανδίνη εν Λουγδούνοις τα θηρία, στα οποία τους έριξαν για να τους κατασπαράξουν, τους πλησίασαν ήμερα, κυλίονταν στα πόδια τους και τους τα έγλυφαν με καταφανή αβρότητα και ευγνωμοσύνη. Για την τελευταία μάρτυρα, την Βλανδίνη, σημειώνει ο Ευσέβιος[33] ότι τα απολυθέντα θηρία ουδαμώς ήψαντο αυτης, τουτου δε ένεκεν και «ανελήφθη αύτη πάλιν εις την ειρκτήν, εις άλλον αγώνα τηρουμένη». Και ο Ντοστογιέβσκη αναφέρεται στην περίπτωση ενός μεγάλου αγίου που είχε πάει στο δάσος να βρεί την σωτηρία τής ψυχής του και κεί δέχθηκε την επίσκεψη μιας άγριας αρκούδας. Ο άγιος ένιωσε τρυφερότητα για το ζώο, το πλησίασε χωρίς να φοβηθεί, τούδωσε ένα κομμάτι ψωμί: «Πήγαινε τής είπε κι ο Χριστός νάναι μαζί σου!». Και το θηρίο έφυγε πειθαρχημένο χωρίς να τού κάνει κακό[34]. Και τα παραδείγματα αυτά αγίων που διατηρούσαν φιλικές σχέσεις συμπάθειας και αγάπης προς τα ζώα, ή δέχθηκαν εκδουλεύσεις από άγρια ζώα κατά την επίγεια ζωή τους ή κατά την ώρα του μαρτυρίου τους, δεν έχουν τέλος στους συναξαριστές[35].
Ο σημερινός άνθρωπος της πτώσης και της αμαρτίας κατακυρίευσε μεν τη γη, με έναν τρόπο, όμως, ιδιαζόντως άπληστο, επιθετικό, αλαζονικό και αυθάδη, υπερβαίνοντας, πέρα από κάθε λογική, τα εσκαμμένα και δημιουργώντας αμέτρητα δεινά, που στον αιώνα μας έχουν υπέρμετρα γιγαντωθεί και στρέφονται αμείλικτα εναντίον του. Απώλεσε, έτσι, τις αρμονικές σχέσεις του με τα ζώα και το λοιπό άκτιστο περιβάλλον, την πρώτη αθωότητα του Παραδείσου. Παράλληλα, εξαιτίας της εντατικής εκβιομηχάνησης μολύνθηκε το φυσικό περιβάλλον ανεπανόρθωτα, για πρώτη φορά σε τέτοια πρωτοφανή έκταση για ολόκληρη την ιστορία του ανθρώπινου γένους. Η δηλητηριασμένη ατμόσφαιρα των μεγαλουπόλεων, τα σαπισμένα νερά, τα νεκρωμένα εδάφη, τα νοσογόνα φυτοφάρμακα και τα όσα άλλα εφιαλτιικά συμπτώματα ζει ο σημερινός άνθρωπος των βιομηχανικών μεγαλουπόλεων, όλα αποδείχνουν ένα τραγικό λάθος που παίρνει ραγδαία τις διαστάσεις θανάσιμης απειλής. Ό,τι ονομάζουμε πρόοδο και «ανάπτυξη», αποδείχθηκε βιασμός της φύσης και διαφθορά της, που καταντά αναπόφευκτα βασανισμός και απειλή θανάτου για τον άνθρωπο[36]. Παρακολουθούμε, έτσι, τη φύση να αργοπεθαίνει κάτω από το δικό του θανάσιμο σφικταγκάλιασμα. τα ζώα να πονούν, να υποφέρουν, τα δένδρα και τα φυτά να μαραίνονται και να προσβάλλονται από θεομηνίες και ασθένειες, όλη την αναίσθητη φύση να υπόκειται στη φθορά και τον θάνατο.
Σήμερα, που, παρά ποτέ άλλοτε, το οικολογικό πρόβλημα έχει αναδειχθεί σε μέγιστο πρόβλημα της εποχής μας, ο άνθρωπος επιβάλλεται να φέρει και πάλι την ισορροπία, την τάξη και την κοσμιότητα στη φύση, που «συστενάζει και συνωδύνει»[37] κάτω από το νόμο της φθοράς και του θανάτου. Ο διάβολος ενεργεί στην κτίση ως ξένη, «παράσιτη, ‘παραφύσιν’ δύναμη», γι’ αυτό και ο λεγόμενος «φυσικός κόσμος» δεν είναι πλέον καθόλου φυσικός, αφού δεν βρίσκεται στην αρχική κατάσταση της δημιουργίας, αλλά σε κατάσταση αποστασίας, που οδηγεί στη φθορά και τον θάνατο[38].
Αποτελεσματική και βέβαιη λύση στο πρόβλημά του αυτό ο άνθρωπος θα αναζητήσει μόνο στον λόγο του Θεού, που εκφράζεται και ερμηνεύεται με όσα αμέσως παραπάνω αναφέραμε για τους Αγίους, που η αγάπη τους προς τον Θεό επεκτείνεται και ενσαρκώνεται σε απεριόριστο σεβασμό και αγάπη και προς τον συνάνθρωπο[39] και, κατ’ επέκταση, και προς αυτά τα ζώα και τα φυτά και τη λοιπή κτιστή και άκτιστη πραγματικότητα. Μόνο, λοιπόν, η επιστροφή του ανθρώπου στην προ πολλού απωλεσθείσα αθωότητα και η συμφιλίωση, μετάνοια και ειρήνευσή του με τον Θεό, τον συνάνθρωπο και τη λοιπή δημιουργία, μπορούν να φέρουν, και πάλι, στην καρδιά του την επιζητούμενη σωτηρία. «Επιστράφητε, υιοί, επιστρέφοντες, και ιάσομαι τα συντρίμματα υμών»[40], λέγει ο Θεός προς τους αποστάτες υιούς τού Ισραήλ, στον Ιερεμία. Η επιστροφή στον Θεό και τίποτε άλλο, από όσα αλλότρια και άσχετα προς την εντολή τής αγάπης με τόσο πόνο και αγωνία ο σύγχρονος άνθρωπος αναζητεί, μπορούν να τον σώσουν, να τον αναγεννήσουν, αφθαρτοποιήσουν, πνευματοποιήσουν και αθανατοποιήσουν. Τότε, με τη σειρά της, και η δημιουργία, ολόκληρη η κτίση, που από την αρχή υποτάχθηκε από τον Δημιουργό «υποκάτω των ποδών αυτού»[41], θα έχει πλέον και εκείνη ελευθερωθεί, αναγεννηθεί, μεταμορφωθεί και καταστεί εξ ίσου άφθαρτος και, τρόπον τινά, πνευματική και θεοφόρος[42], μαζί με το κάθε διεσπασμένο, τεμαχισμένο και αλλοτριωμένο άτομο. «διότι και αυτή η κτίσις ελευθερωθήσεται από της δουλείας της φθοράς εις την ελευθερίαν της δόξης των τέκνων του Θεού»[43].
Το μέτρο και την ελπίδα στον άνθρωπο να σπουδάσει και πάλι με σεβασμό και ταπείνωση την αλήθεια του κόσμου και να ξαναβρεί τη σωστή σχέση και επικοινωνία μαζί του, το δίνουν οι άγιοι. Οι άγιοι και οι χαρισματούχοι είναι οι θεραπευτές και αναστηλωτές του κόσμου στην αρχική του κατάσταση, που χαρακτηριζόταν από την αρμονική ισορροπία των σχέσεων μεταξύ κόσμου και ανθρώπου. Το βεβαιώνουν τα άφθονα παραδείγματα, που καταθέσαμε αμέσως παραπάνω, των θαυμαστών σχέσεών τους με τα ζώα και τη κτιστή πραγματικότητα, που όλα εμπνέονται όλα από σεβασμό, ταπείνωση και αγάπη. Τα σημεία, τα θαύματα που οι άγιοι επιτελούν, εκφράζουν τη «μερική», προς ώρας, επαναφορά στην ομαλή αρχέγονη κατάσταση της δημιουργίας πριν από την πτώση, όταν οι Προπάτορες συνεγάζονταν αρμονικά με τον Θεό στον Κήπο του Παραδείσου. Η πτώση συνέβη, όταν ο άνθρωπος απέρριψε την συνεργασία του αυτή με τον Θεο και άρχισε διά της αμαρτίας να εργάζεται και να συνεργάζεται με τον διάβολο. Η άλογος και ανόργανη κτίση θα συνεχίσει να «συστενάζει και συνωδύνει» υπό τη δουλεία της φθοράς και του θανάτου, μέχρι τη μεγάλη εκείνη στιγμή που θα λυτρωθεί δια των «υιών του Θεού», των αγίων, δηλαδή, εκείνων ανθρώπων που με πίστη και αγάπη θα συμμορφώνονται προς το θέλημα του Τριαδικού Θεού και θα συνεργάζονται μαζί Του για την αποκατάσταση στον κόσμο της ζωής του Παραδείσου και της αρχέγονης τάξης σε αυτόν.
Εδώ- στο τέλος του παρόντος κεφαλαίου περί τη Χριστιανική Οικολογία- σημειώνουμε ότι στο πνεύμα αυτό των αγίων κινούμενη η Ορθόδοξος Εκκλησία πρωτοστάτησε στην οικολογική ευαισθητοποίηση με πολλούς τρόπους τόσο σε παγχριστιανικό επίπεδο, με το «Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών», όσο και σε διορθόδοξο με την πρωτοβουλία του Οικουμενικού Πατριαρχείου, το οποίο, μάλιστα, καθιέρωσε την 1η Σεπτεμβρίου- αρχή της Ινδικτιώνος- ως Ημέρα Προσευχής για την προστασία του περιβάλλοντος.
Ο αληθής Χριστιανισμός έχει τόσα πολλά να πει για τη φύση και το περιβάλλον. Τη φύση την έχει μέσα στους κόλπους του, την αισθάνεται, τη ζη, συμπάσχει και συγχαίρει με αυτήν. Η ιστορία της αποκαλύψεως και της λυτρώσεως του ανθρώπου, που αρχίζει μέσα από τον κήπο της Γεθσημανή και τον κήπο της Αναστάσεως- όπου ο Αναστάς Χριστός εμφανίσθηκε ως κηπουρός στη Μαρία τη Μαγδαληνή- είναι συνυφασμένη, κατά κάποιο τρόπο, με την κτίση και την υλική πραγματικότητα[44], και, σύμφωνα με τον απόστολο Παύλο, βοηθά αποτελεσματικά τον άνθρωπο, μέσω αυτής, να διΐδει τον άορατο Κτίστη, τον Δημιουργό. «τα γαρ αόρατα αυτού από κτίσεως κόσμου τοις ποιήμασι νοούμενα καθοράται, ή τε αΐδιος αυτού δύναμις και θειότης, εις το είναι αυτούς αναπολογήτους»[45]. Ο εργάτης, κατά κάποιο τρόπο, γίνεται γνωστός από τα έργα του. η ποικιλία, το πλήθος, η τάξη, η ωραιότητα, η αρμονία, η διαφορετική φύση και αρμονία των δημιουργημάτων, η σκοπιμότητα αυτών και ο συνδυασμός πάντων των μερών προς αποτέλεσιν ωραίου και αρμονικού συνόλου, αποδεικνύουν δαψιλώς τον Δημιουργό και την αΐδιον αυτού δύναμη και θεότητα[46].

***********

[1] Δημ. Σ. Λουκάτου, Δημ. Σ. Λουκάτου, Εισαγωγή στην Ελληνική Λαογραφία, Ιωάννινα/ Θεσσαλονίκη, 1966, 140.
[2] Πρβλ. ευχή αγίου Μοδέστου στο "Μικρόν Ευχολόγιον", Έκδοση της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, 198810, 297, όπου σημειώνεται: "ίνα διά της ευεξίας και του πληθυσμού των βοών και λοιπών τετραπόδων ζώων, καλλιεργήται μεν η γη, αυξάνωσι δε οι καρποί και αφθόνως οι δούλοι σου οι επικεκλημένοι το όνομά σου απολαύωσι των ιδίων γεωργιών. Εκ τουτων δε αυτάρκειαν έχοντες, περισσεύωσιν εις παν έργον αγαθόν".
[3] Πρβλ. Ματθ. η΄, 32, Μάρκ. ε΄, 13, Λουκ. η΄, 33.
[4] Αρχ. Νικοδήμου Παυλοπούλου, Αγιοδρόμιο, Εκδόσεις «Αστήρ», Αθήνα 2002, 637.
[5] Για τις σχέσεις του ανθρώπου προς τα ζώα βλ. την εργασία του Σωτηρίου Λυσικάτου, Οι Άγιοι και τα Ζώα, περιοδ. Θεοδρομία, τεύχ. 2 (1999), 42-44.
[6] Φ. Ντοστογιέβσκη, Αδελφοί Καραμάζωφ, Εκδόσεις «Βιβλιοθήκη για όλους», Αθήνα χ.χ., 310 και 333.
[7] Ό.π., 334.
[8] Ρωμ. η΄, 19- 21.
[9] Ιουστίνου Πόποβιτς, Άνθρωπος και Θεάνθρωπος, Αθήναι 1969, 24.
[10] Χρήστου Γιανναρά, Η ελευθερία του ήθους, Αθήνα 1970, 160- 161.
[11]Παύλου Ευδοκίμωφ, Η πάλη με τον Θεόν, Θεσσαλονίκη 1970, 190. Πρβλ. και Χρήστου Γιανναρά, Η ελευθερία του ήθους, ό.π., 72.
[12] Χρήστου Γιανναρά, ό.π., 89.
[13]Timothy Ware, The Orthodox Church, Penguin Books (19642), 204. Αμφιλ. Ράντοβιτς, Η καθολικότης της Ορθοδοξίας- Σομπόρνοστ ή βυθός της αλογίας, στον τόμο Μαρτυρία Ορθοδοξίας, Αθήνα 1971, 28. Χρ. Γιανναρά, Η ελευθερία του ήθους, ό.π., 175.
[14] Μητροπολίτη Μεσογαίας και Λαυρεωτικής Νικολάου, Αρχή Χρόνου- Αρχή Κόσμου- Αρχή Ζωής, εφημερ. “To Βήμα” Αθήνας τής 24/12/2006, Βήμα Science, 5.
[15] Γεν. 2, 15.
[16]Μάριου Μπέγζου- Αθανάσιου Παπαθανασίου, Θέματα Χριστιανικής Ηθικής (Γ΄ Ενιαίου Λυκείου), Αθήνα χ.χ., 153-54.
[17] Πρβλ. Olivier Clement, Πλησιάζοντας την Ορθοδοξίαν, στον συλλογικό τόμο «Τρία δοκίμια περί Ορθοδοξίας», 61.
[18] Σκέψεις του Αγίου Σιλουανού για τα φυτά και τα ζώα, περιοδ. Διάλογος (Διορθόδοξου Συνδέσμου Πρωτοβουλιών Γονέων), τ. 37, Αθήνα Ιούλ.- Σεπτ. 2004, 36-37.
[19] Ανάλογο παράδειγμα στη Δύση έχουμε αυτό τού αγίου Φραγκίσκου, που ανακηρύχθηκε άγιος προστάτης της φύσης το 1980, ενώ άγιος είχε ανακηρυχθεί δυο χρόνια μετά το θάνατο του, το 1228.
[20] Μωυσέως Μοναχού, Η κοινωνία της ερήμου και η ερημία των πόλεων, Αθήνα χ.χ.2, 110.
[21] Λόγοι Ησαΐου, του Νεωτέρου, P. G. 40, 1105- 1206, στο βιβλίο Ορθόδοξος Πνευματικότης, Γραμμένο από ένα μοναχό της Ανατολικής Εκκλησίας, (Πρόλογος- Μετάφρασις: Σάββα Χρ. Αγουρίδη), Αθήναι χ.χ., 66.
[22] Σωφρ. Ζαχάρωφ, Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, έκδ. Ι. Μ. Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ Αγγλίας 1992.
[23] Ισαάκ Σύρου, Λόγος 50, 306.
[24] Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, τ. 3ος (Νοέμβριος), Ι. Μ. Σίμωνος Πέτρας- Άγιον Όρος, Αθήναι 2005, 116.
[25] Π. Ευδοκίμωφ, Η Προσευχή της Ανατολικής Εκκλησίας, Η Λειτουργία του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Αθήναι 19822, 39.
[26] Ασπίς= όφις φαρμακερός της Αιγύπτου. Τρώγλη ασπίδων= φωλιά όφεων φαρμακερών, εχιδνών. Δηλαδή το νήπιο που θηλάζει ακόμα, θα θέτει το χέρι του παίζοντας στη φωλιά των εχιδνών και εκείνες δεν θα το πειράζουν, δεν θα του κάνουν κακό, γιατί η γη θα είναι πλήρης από την γνώση του Κυρίου, όπως τα νερά κατακαλύπτουν την θάλασσα.
[27] Ησαΐα 11, 1-3 και 6-10.
[28] Γεωργίου Γαλίτη, Ο Κύριος και ο Θεός της ειρήνης, Θεσσαλονίκη 2000, 78 (ανάτυπο από τον τόμο «Οι δύο προς Θεσσαλονικείς επιστολές του Αποστόλου Παύλου»- Εισηγήσεις Θ΄ Συνάξεως Ορθοδόξων Βιβλικών Θεολόγων). Με παρόμοιο τρόπο εκφράζεται και ο προφήτης Ιεζεκιήλ, όταν σημειώνει «…και αφανιώ θηρία πονηρά από της γης και κατοικήσουσιν εν τη ερήμω και υπνώσουσιν εν τοις δρυμοίς….και τα θηρία ουκέτι μη φάγωσιν αυτους…» (Ιεζ. 34, 25-29).
[29] Βλ. Ισαάκ τού Σύρου, Ασκητικά, Λογος 81, έκδ. Θεοτόκη, Αθήνα 1895, 306, στον Γεωργίου Γαλίτη, ό.π., 86.
[30] Σουλτάνα Λάμπρου, Αναστάσεις Ζώων στους Βίους των Αγίων, περιοδ. Θεοδρομία, τεύχ. 2 (1999), 60.
[31] Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, τ. 3ος (Νοέμβριος), Ι. Μ. Σίμωνος Πέτρας- Άγιον Όρος, Αθήναι 2005, 47.
[32]Σωφρονίου Ευστρατιάδου, Αγιολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Έκδοση Αποστολικής Διακονίας, χ.χ., 282 (οικείο λήμμα).
[33] Ευσεβίου V, 1, 42.
[34] Φ. Ντοστογιέβσκη, Αδελφοί Καραμάζωφ, Εκδόσεις «Βιβλιοθήκη για όλους», Αθήνα χ.χ., 310.
[35] Πρβλ. και την περίπτωση του μυθικού Ορφέα, ο οποίος λέγεται ότι διά του άσματός του σαγήνευε τα άγρια θηρία και κινούσε λίθους και άγρια δένδρα.
[36] Χρήστου Γιανναρά, Αλφαβητάρι της Πίστης, 19917, 84.
[37] Ρωμ. 8, 23.
[38] Ιω. Ρωμανίδη, Το προπατορικόν αμάρτημα, Αθήναι 1957, 60 εξ.
[39] Εάν τις είπει ότι αγαπώ τον Θεόν, και τον άδελφόν αυτου μισή, ψεύστης εστίν. ο γαρ μη αγαπών τον αδελφόν αυτου ον εώρακεν, τον Θεόν ον ουχ εώρακεν ου δύναται αγαπάν. Και ταύτην την εντολήν έχομεν απ’ αυτου, ίνα ο αγαπών τον Θεόν αγαπά και τον αδελφόν αυτου (Ιω. α΄ 4, 20-21).
[40] Ιερεμ. γ΄, 22.
[41] Εβρ. β΄, 8 και Εφεσ. α΄, 22 («και πάνατα υπέταξεν υπό τους πόδας αυτού»).
[42] Πρβλ. Ν. Μπερτιάγεφ, Πνεύμα και ελευθερία, μετάφρ. Μητροπολίτη Σάμου Ειρηναίου, Αθήναι 1952, στον Ηλία Μαστρογιαννόπουλο, Οι Πατέρες της Εκκλησίας και ο Άνθρωπος, Αθήναι 1966, 365.
[43] Ρωμ. η΄, 21.
[44] Ηλία Μαστρογιαννόπουλου, ό.π., 363.
[45] Ρωμ. α΄, 20.
[46] Π.Ν. Τρεμπέλα, Υπόμνημα εις τας επιστολάς της Κ. Διαθήκης, τ. Α΄, Αθήναι 1956,42.