200 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΜΑΡΤΥΡΙΟ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ 4ΩΝ ΝΕΟΜΑΡΤΥΡΩΝ * * * Εξισλαμισμοί- Το φαινόμενο του κρυπτοχριστιανισμού κατά την Τουρκοκρατία (2)

 

Οι Άγιοι Τέσσερις Μάρτυρες στην είσοδο του καθολικού της Ι. Μονής Σωτήρος Χριστού, Κουμπέ, Ρεθύμνου (κλίτος Τιμίου Προδρόμου). Από το Αγιογραφείο της Ι. Μονής (1997).

 200 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΜΑΡΤΥΡΙΟ

ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ 4ΩΝ ΝΕΟΜΑΡΤΥΡΩΝ

 

Εξισλαμισμοί-

Το φαινόμενο του κρυπτοχριστιανισμού

κατά την Τουρκοκρατία (2)


 

        ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ

              www.ret-anadromes.blogspot.com

 

       Συχνά, στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, ένας Τούρκος που ήθελε μπορούσε πολύ εύκολα να εξαναγκάσει έναν γνωστό του χριστιανό σε εξισλαμισμό, μεταχειριζόμενος, συνήθως, τη συκοφαντία. τον συκοφαντούσε, δηλαδή, ότι ύβρισε τον Μωάμεθ ή ότι είπε, δήθεν, ότι θέλει να γίνει μουσουλμάνος. Συλλαμβανόταν, τότε, ο κατηγορούμενος, φυλακιζόταν και εάν δεν εκτελούσε τις σχετικές υποδείξεις για εξισλαμισμό, υποβαλλόταν σε συστηματικά βασανιστήρια και άλλες αποτρόπαιες πράξεις, που, συνήθως, έφταναν μέχρι και αυτόν τον μαρτυρικό θάνατο[1]. Έτσι προήλθε ο μεγαλύτερος αριθμός των νεομαρτύρων. Και είναι χαρακτηριστικό ότι το έτος 1794, που ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης εξέδωσε το πρώτον το «Νέον Μαρτυρολόγιον», περιέλαβε σε αυτό εβδομήντα πέντε (ως τότε) ανέκδοτα μαρτύρια, καταχωρίζοντας ως «νεομάρτυρες» μόνον όσους άθλησαν από το 1453 και εξής[2].

     Τα σημειώνουμε όλα αυτά προκειμένου να δείξουμε το μέγεθος του τρόμου που καταπλάκωνε τους χριστιανούς των δύστηνων εκείνων χρόνων τής Τουρκοκρατίας «και των αφορήτων δυστυχιών και κολάσεων, ων υπέφερον»[3]. Από την άλλη μεριά, ο αγώνας και η αγωνία των υπόδουλων Κρητικών να διατηρήσουν, μέσα σε αυτό το κλίμα αβεβαιότητας και τρομοκρατίας, αλώβητη την πίστη τους στον Χριστό και να μην εξισλαμιστούν, τους ωθούσε, δυστυχώς, σε αναγκαστική αλλοίωση του χαρακτήρα τους και σε υποκρισία, που, συχνά, κατέληγαν στον κρυπτοχριστιανισμό ή, το χειρότερο, στον εξισλαμισμό, γιατί έτσι μονάχα μπορούσαν να γλιτώσουν τη ζωή τους και την περιουσία τους.

   Ενδιαφέρον έχει το πώς αντιμετώπισε τους κρυπτοχριστιανούς το Πατριαρχείο. Για τον πρώτο αιώνα της Τουρκοκρατίας η μοναδική μας πληροφορία προέρχεται από την παράδοση που καταγράφηκε, απ’ όσο γνωρίζουμε, για πρώτη φορά, το έτος 1868 από τον δημοσιογράφο Εμμανουήλ Βυβιλάκη της Αθήνας[4]. Σύμφωνα με αυτήν, κάποια στιγμή, οι χριστιανοί αναγκάστηκαν να ζητήσουν τη γνώμη τού Οικουμενικού Πατριάρχη, σχετικά με το κατά πόσον επιτρεπόταν ένας χριστιανός να γινόταν «επιφανειακά» μόνο και «κατ’ επίφασιν» μουσουλμάνος, αλλά μέσα του και «εν κρυπτώ» να συνεχίζει να έχει φόβο Θεού και να διατηρεί τη χριστιανική του πίστη και ελπίδα. Ο Πατριάρχης, επειδή, ίσως, και να φοβήθηκε μια πιθανή μαζική εξωμοσία τού χριστιανικού στοιχείου, απάντησε αρνητικά, αντιπροτείνοντας το γνωστό απόσπασμα του Ευαγγελίου: «ὅστις δ’ αν ἀρνήσηταί με έμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, αρνήσομαι καγώ αὐτὸν έμπροσθεν του πατρός μου του εν ουρανοίς»[5].

    Τότε οι Κρητικοί, πάνω στην αγωνία και απογοήτευσή τους και μην αντέχοντας άλλο τις διώξεις και τα μαρτύρια που υφίσταντο από τον κατακτητή, κατέφυγαν στον Πατριάρχη των Ιεροσολύμων Νεκτάριο  Πελοπίδα (1661- 1669), που ήταν Κρητικός στην καταγωγή, από το Βενεράτο του Χάνδακα[6]. Αυτός είδε το θέμα τού κρυπτοχριστιανισμού πιο συγκαταβατικά από τον Οικουμενικό Πατριάρχη και σύμφωνα με τη θεολογική αρχή τής «θείας οικονομίας», επιτρέποντας, δηλαδή, και δίδοντας το δικαίωμα στους χριστιανούς να αλλάξουν την πίστη τους «επιφανειακά» και «κατ’ επίφασιν» και αυτό, βέβαια, μόνον «εν αναποδράστω ανάγκη», θεωρώντας ότι και όσοι υπό τον φόβο των διώξεων θελήσουν να πιστεύουν και να ασκούν τον χριστιανισμό στα «κρυφά», θα μπορέσουν και αυτοί, τελικά, να επιτύχουν τη σωτηρία τους, εφόσον συνεχίζουν και τηρούν, κατά το δυνατόν, τις εντολές τού Κυρίου. Η απόφασή του, δηλαδή, υπήρξεν απόρροια της σκέψης του ότι «δυοίν κακοίν προκειμένοιν βέλτιστον το μη χείρον», ακολουθώντας παλιά τακτική τής Εκκλησίας , που είχε τηρήσει και ο Πατριάρχης Ιωάννης Καλέκας περί το έτος 1340, επιτρέποντας τον κρυπτοχριστιανισμό στους κατοίκους της τουρκοκρατούμενης Νικαίας της Μ. Ασίας[7].

    Άνοιξε, έτσι, η απόφαση αυτή τον δρόμο και έδωσε διέξοδο σε πολλούς χριστιανούς να στραφούν και να ακολουθήσουν τον κρυπτοχριστιανισμό, μοναδικό ανά τον κόσμο φαινόμενο, απόρροια των αφορήτων πιέσεων και των ατέλειωτων διωγμών που το υπόδουλο χριστιανικό στοιχείο, από την πρώτη, κιόλας, στιγμή, υφίστατο από τον βάρβαρο Τούρκο κατακτητή. Έγιναν, έτσι, «Λινοβάμβακοι» (ή Λινομπάμπακοι)- όπως ονομάζονταν οι κρυπτοχριστιανοί στην Κρήτη και την Κύπρο και η λέξη υπονοεί τη «διπλή ύφανση», λόγω της διπλής τους ταυτότητας. χριστιανικής και μουσουλμανικής. Ακούγονταν, επίσης, και ως Τουρκορρωμιοί, ενώ σε άλλες ελληνικές διαλέκτους ονομάζονταν και με άλλα παρόμοια συμβολικά ονόματα, όπως «Λαρδοκοφτήδες» (επειδή έτρωγαν χοιρινό κρέας), «Μέσοι» ή «Παράμεσοι», «δίπιστοι», «γυριστοί» ή «κλωστοί» (που στην ποντιακή διάλεκτο το ρήμα «κλώθω» σημαίνει γυρίζω), ενώ τους Τουρκοκρητικούς αρνησίθρησκους τους αποκαλούσαν «ξεσκούφωτους», «μπουρμάδες» και «μουρτάτες»[8].

       Η ζωή, βέβαια, αυτών των «κατ’ επίφασιν» μουσουλμάνων χριστιανών ήταν στο εξής ένα διαρκές συνειδησιακό μαρτύριο, όταν στα φανερά μεν αναγκάζονταν να εμφανίζονται ως ο Mαχμούτ αγάς ή ο Αλής, στα κρυφά δε ως ο χριστιανός Nικόλαος ή ο Ηλίας[9] ή όταν όλη την ημέρα τους έβλεπες με πόνο ψυχής να κρατούν στα χέρια τους και να «διαβάζουν», τάχατες, το κοράνιο, ενώ τη νύκτα ξεκλείδωναν στα κρυφά και ξέχωναν από τα βάθη της κασέλας του σπιτιού τους και με δάκρυα στα μάτια διάβαζαν το ιερό Ευαγγέλιο (!). Μηχανεύονταν, επίσης, χίλιους τρόπους, από τη μια να τηρούν το τυπικό της χριστιανοσύνης και από την άλλη να φυλάγονται μήπως και αποκαλυφτούν. Φανερά στο Ισλάμ και κρυφά στην Ορθοδοξία! Όμως, την πιο μεγάλη οδύνη και συναισθηματική φόρτιση ένιωθαν όταν επέστρεφαν στο σπίτι τους από το τζαμί και με συγκίνηση και αβάστακτες για τον «κατ’ επίφασιν» εξισλαμισμό τους τύψεις, ξέχωναν από τα αμπάρια τους τις κρυμμένες εικόνες του Χριστού και της Παναγίας, άναβαν το καντήλι και το θυμιατό και τις θυμιάτιζαν, ζητώντας μέσα από βαθιά και έμπονη προσευχή, ευλάβεια και κατάνυξη το έλεος και τη συγχώρεση του Θεού.

 



             [1] Άμαντος, Κωνσταντίνος, «Νεομάρτυρες», Επιστημονική Επετηρίς της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, τ. Δ΄, Εν Αθήναις 1953-54: 163.

                  [2] Νικόδημος Αγιορείτης, Νέον Μαρτυρολόγιον, 19613: 301.

                  [4]  Βυβιλάκης Εμμανουήλ, εφημ. Ραδάμανθυς (Αθηνών), 23 Μαρτίου 1868.

                  [5]  Μάρκου ι΄, 33.

                  [6] «Τρόφιμος δε της αυτής Σχολής εγένετο και ο εκ Βενεράτου του Χάνδακος Νικόλαος Πελοπίδας (1602-1680), ο μετονομασθείς είτα, ως κληρικός, Νεκτάριος, Νεκτάριος ο σοφώτατος διά την σοφίαν αυτού επονομαζόμενος» (Εμμανουήλ Γ. Παντελάκης, «Το Σινά και η Κρήτη», Επετηρίδα Εταιρείας Κρητικών Σπουδών, τόμ. Α΄, Αθήνα 1938, σ. 173).

                   [7] Χρυσουλίδου, Κυριακή, Οι Κρυπτοχριστιανοί του Πόντου, Θεσσαλονίκη   2008: 27.

                   [8] Ψιλάκης, Βασίλειος, Ιστορία της Κρήτης, τ. Δ΄, χ.χ., 49.

                   [9] Συνήθως, διάλεγαν συγγενικά προς το χριστιανικό τους όνομα ονόματα: Αλής- Ηλίας, για να διατηρούν, προφανώς, μέσα τους την ανάμνηση της αληθινής τους ελληνοχριστιανικής ταυτότητας.

ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΔΡΕΤΟΥΛΑΚΗΣ * * * ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΟ ΚΑΙ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΟ Λ Ε Ξ Ι Κ Ο ΤΟΥ ΡΕΘΥΜΝΙΩΤΙΚΟΥ ΓΛΩΣΣΙΚΟΥ ΙΔΙΩΜΑΤΟΣ

 


ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΔΡΕΤΟΥΛΑΚΗΣ

 

ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΟ ΚΑΙ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΟ

Λ Ε Ξ Ι Κ Ο

ΤΟΥ ΡΕΘΥΜΝΙΩΤΙΚΟΥ ΓΛΩΣΣΙΚΟΥ ΙΔΙΩΜΑΤΟΣ

       [Εκδοτικός Ορανισμός ΠΑΠΥΡΟΣ, Αθήνα 2023, σχ. 8ο  (25 Χ 17), σσ. 870]

 

 

ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ

  www.ret-anadromes.blogspot.com

 

 Ο συντοπίτης μας συνταξιούχος καθηγητής, κ. Μελέτιος Δρετουλάκης, από τους γερούς φιλολόγους του τόπου μας και πρώην Λυκειάρχης,  γνωστός και από πολλά άλλα βιβλία του («Φωνές από τα μνήματα τ΄ Άι Νούφρη», «Αναπνοές του Ψηλορείτη», «Ο Σταυρούλης» κ.λπ) και άρθρα του στον τοπικό ημερήσιο τύπο, εμφανίστηκε πρόσφατα στα Γράμματα του Ρεθύμνου με μια νέα λαμπρά, πολυκάματη και ειδικής βαρύτητας εργασία του, «όζουσα- κατά τον αρχαίο έλληνα λόγο - ελλυχνίων» (που μυρίζει, δηλαδή, λυχνάρι από τις ατέλειωτες ώρες που αφιέρωσε δουλεύοντας γι’ αυτήν). Ο λόγος για το «Ερμηνευτικό και Ετυμολογικό Λεξικό του Ρεθυμνιώτικου Γλωσσικού Ιδιώματος», ένα πολυσέλιδο σύγγραμμα 870 σελίδων, προσεγμένο και πολυτελώς σταχωμένο, την επιμέλεια του οποίου ανέλαβε ο Ομότιμος Καθηγητής του Πανεπιστημίου Κρήτης κ. Νικόλαος Ε. Παπαδογιαννάκης.

Η σπουδαιότητα τού εν λόγω Λεξικού έγκειται, θεωρούμε, στο γεγονός ότι ο τόπος μας, το Ρέθυμνο,  στερούνταν μέχρι σήμερα ενός τέτοιου λεξικού αποθησαύρισης του τοπικού, του ρεθεμνιώτικου ιδιώματος, τη στιγμή που όλα τα άλλα διαμερίσματα της Κρήτης διαθέτουν ανάλογους και, συχνά, πολλαπλούς, πολύτομους ή επίτομους λεξικογραφικούς θησαυρούς.

Είναι γεγονός ότι αυτή τη στιγμή ένα εξαιρετικά σπουδαίο υλικό στην Κρητική Διάλεκτο, που αφορά, ειδικά, στον χώρο της Λεξικογραφίας κινείται δυναμικά απ’ άκρου σ’ άκρον στο νησί και οφείλεται σε ανθρώπους, που, με μοναδικό εφόδιό τους την αγνή και άδολη αγάπη τους προς τη γλώσσα των πατέρων τους και τον τόπο καταγωγής, ασχολήθηκαν σοβαρά με τη μελέτη του παλαιινού αυτού της Κρήτης θησαυρού, με θαυμαστά, ομολογουμένως, σε όλες τις περιπτώσεις, αποτελέσματα. έτσι, ο Μανώλης Πιτυκάκης, ο καλός Μεσαρίτης φίλος, Αντώνης Τσιριγωτάκης, ο φιλόλογος Γεώργιος Πάγκαλος, ο Μ. Ιδομενέως, στην Ανατολική Κρήτη, αλλά και ο φιλόλογος Αντώνης Ξανθινάκης, το λεξικό του οποίου - με τη γλωσσολογική επιμέλεια του φίλου γλωσσολόγου και Ακαδημαϊκού κ. Χριστόφορου Χαραλαμπάκη- κατέστη ένα μοναδικό θησαύρισμα του λεξιλογικού πλούτου της Δυτικής Κρήτης και ειδικότερα, ίσως, του διαμερίσματος των Χανίων και του χανιώτικου ιδιώματος.

Από σήμερα, λοιπόν, και με την παρουσιαζόμενη με το σημείωμά μας αυτό εργασία τού κ. Μελετίου Δρετουλάκη και το Ρέθυμνο αποκτά το δικό του Λεξικό, στο καθαρό ρεθεμνιώτικο ιδίωμα, οπότε με τα δύο τελευταία λεξικά και η Δυτική Κρήτη εμπλουτίζεται γενναία στον χώρο της λεξικογραφίας και κατά τρόπο επίσημο, βέβαιο, αυθεντικό και αξιόπιστο.

Η προσφορά αυτή των παραπάνω ερευνητών στην κρητική μας ντοπιολαλιά και κουλτούρα είναι, θεωρώ, εξαιρετικά σημαντική και σπουδαία. Όλα τα παραπάνω Λεξικά αποπνέουν γενναιόδωρα τις ομορφιές τής μυρωμένης κρητικής γης, όπως οι συγγραφείς τους τις είδαν, τις έζησαν και όπως τις οσφράνθηκαν από τα παιδικά τους χρόνια στα χωριά τους και στ’ αγιασμένα χώματα της Κρητικής γης. Γι’ αυτό και η δουλειά τους πάνω στην κρητική διάλεκτο δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να αποτιμηθεί με τους γνωστούς κανόνες τής λογοτεχνικής, γλωσσολογικής και ιστορικής κριτικής, αφού, κατά κανόνα, αποτελεί καρπόν εύχυμο και αρωματικό αγάπης ερωτικής και αφοσίωσης προς τον τόπο καταγωγής.

Στην κρητική διάλεκτο γράφτηκαν, ως γνωστόν, από τον 14ο μέχρι τον 17ο αιώνα, εξαιρετικά σημαντικά έργα της Κρητικής Λογοτεχνίας και εξελίχθηκε, με τον καιρό, σε γλώσσα λόγια και σπουδαία μέσα από την ποίηση του Κορνάρου και του Χορτάτση, καθώς και μέσα από το περιώνυμο κρητικό θέατρο αλλά και τα λαϊκά εκείνα τετράστιχα, τις περίφημες κρητικές μαντινάδες, των οποίων η θεματολογία μπορεί να εμφανίζεται με ποικίλες διαθέσεις, από σκωπτική μέχρι και βαθιά φιλοσοφική, πλεγμένες με ωριόπλουμες και μοσχομύριστες λέξεις της μπαινάμικης (=πολυπαινεμένης) κρητικής διαλέκτου, πάνω στις οποίες καθάρια και αμάλαγη καθρεφτίζεται αυτή η ίδια η ψυχή της Κρήτης. Και αυτούς τους κόσμους της γενέθλιας γης που εικονίζουν τα παραπάνω αθάνατα κείμενα είναι που αναλαμβάνουν τα προαναφερθέντα λεξικά να αποκρυπτογραφήσουν και να μας βοηθήσουν στην καλύτερη κατανόησή τους.

Η έρευνα του κ. Δρετουλάκη υπήρξε, ομολογουμένως, επίπονη, λεπτομερέστατη και πολυετής. Όπως ο ίδιος ο συγγραφέας σημειώνει προλογικά, δεκαετίες ολόκληρες, «εκ νεότητός του», ως η μέλισσα,  αποδελτίωνε και συγκέντρωνε προσεκτικά σε φακέλους ένα τεράστιο γλωσσολογικό υλικό, προερχόμενο από λέξεις ξεχασμένες γνήσιου κρητικού γλωσσικού ύφους, διάσπαρτες σε κείμενα κρητικών και ιδιαίτερα ρεθεμνιωτών συγγραφέων ή ακόμα και στην προφορική παράδοση ανώνυμων και επώνυμων ριμαδόρων, μαντιναδολόγων, λαϊκών παραμυθάδων και χωρατατζήδων ανεκδοτολόγων.

Αλλά και μετά τη συγκέντρωση του υλικού, η δυσκολία τού λεξικογράφου συνεχίστηκε, προφανώς, το ίδιο επίπονη και κοπιαστική, κάτι που έγκειται, ακριβώς, στην πολυποικιλότητα της λειτουργίας του γλωσσικού φαινομένου στον συγκεκριμένο τόπο (Ρέθυμνο), από εποχής σε εποχή, αλλά και από τόπου σε τόπο, περιορισμένο ή και ευρύτερο γεωγραφικό χώρο (επαρχία), αλλά συχνά και από χωριό σε χωριό. Βέβαια, πέρα από τα επιχωριάζοντα σε κάθε νομό ιδιαίτερα γλωσσικά στοιχεία, υπάρχει και το κοινό κρητικό γλωσσικό ιδίωμα, που μιλιέται σε όλη την Κρήτη, το υλικό του οποίου, κατά δήλωση του λεξικογράφου, δεν μπορούσε και αυτό να μην περιληφθεί, έστω και μερικώς, στο παρουσιαζόμενο λεξικό.

Ο συγγραφέας, εν κατακλείδι, θεωρεί, χωρίς να τρέφει αυταπάτες, ότι συνέβαλε με τις όποιες δυνάμεις του στη συμπλήρωση όσων πολύ αξιόλογων εργασιών έχουν γίνει μέχρι σήμερα πάνω σε αυτόν τον τομέα, ενώ, κατά δεύτερο λόγο, θεωρεί ότι βοήθησε κάπως και στην προσπάθεια διάσωσης και διατήρησης της γλωσσικής μας παράδοσης και των δεσμών μας με τις ρίζες μας, αποτρέποντας την αλλοίωσή τους και την αποκοπή του ελληνισμού όχι μόνο από τις  εθνικές και φυλετικές, αλλά και από τις διανοητικές και πολιτισμικές καταβολές του. Δικαίωση των προσδοκιών του αποτελεί, οπωσδήποτε, η βράβευση του έργου του από τον κατεξοχήν προς τούτο αρμόδιο φορέα, την ολομέλεια της Ακαδημίας Αθηνών, με το βραβείο της Τάξεως των Γραμμάτων και των Καλών Τεχνών.

Για όλα αυτά, θερμά συγχαίρουμε και εμείς και ευχαριστούμε τον Καθηγητή κ. Μελέτιο Δρετουλάκη, εξαίρετο δάσκαλό μας κατά τα γυμνασιακά μας χρόνια και σήμερα καλό φίλο και συνάδελφο, για το πολύμοχθο του παρουσιαζόμενου έργου του. Η αίσθηση του χρέους απέναντι στην πνευματική και πολιτισμική τού Τόπου κληρονομιά είναι, νομίζω, εκείνη που καθοδήγησε τις προσπάθειές του και συνέβαλε στο ξεπέρασμα των οποιωνδήποτε δυσχερειών, ενώ η προσπάθειά του, ανάγκη βαθιά εσωτερική, αντανακλά το περίσσευμα της ψυχής του.

Κεντρική Διάθεση: Βιβλιοπωλείο Στέλιου Δασκαλάκη

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΌΠΟΛΗ ΡΕΘΥΜΝΗΣ ΚΑΙ ΑΥΛΟΠΟΤΑΜΟΥ * * * 200 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΌ ΤΟ ΜΑΡΤΥΡΙΟ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΤΕΣΣΑΡΩΝ ΜΑΡΤΥΡΩΝ * * * Ύμνοι των Αγίων Τεσσάρων Μαρτύρων και της Αγίας και Μεγάλης Εβδομάδος

 


 

   ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΌΠΟΛΗ                                                                   200 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΌ ΤΟ ΜΑΡΤΥΡΙΟ

   ΡΕΘΥΜΝΗΣ ΚΑΙ ΑΥΛΟΠΟΤΑΜΟΥ                                          ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΤΕΣΣΑΡΩΝ ΜΑΡΤΥΡΩΝ

 

 

 

 

Ύμνοι των Αγίων Τεσσάρων Μαρτύρων και  της Αγίας και Μεγάλης Εβδομάδος

 

 

       ΚΩΣΤΗΣ  ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ

         www.ret-anadromes.blogspot.com

 

 

 

Το Σάββατο 27 Απριλίου 2024, στον ιερό Ναό των Αγίων Τεσσάρων Μαρτύρων πόλεως Ρεθύμνης, ενώπιον πολυπληθούς ακροατηρίου, έλαβε χώρα συναυλία από τη Χορωδία τής Σχολής Εκκλησιαστικής Βυζαντινής Μουσικής τής Ι. Μητροπόλεως Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου. Πλουσιότατο το Πρόγραμμα, κάτω από τη στιβαρά καθοδήγηση του Χοράρχη και Πρωτοψάλτη τού Μητροπολιτικού μας Ναού κ. Ευαγγέλου Καπαϊδονάκη, απέδωσε ύμνους βυζαντινούς επετειακούς για τους Αγίους Τέσσερις Μάρτυρες, αφενός- για τη συμπλήρωση, φέτος, 200 χρόνων από τη μαρτυρική τελείωσή τους- και εορτίους, αφετέρου, για την προ των θυρών Αγία και Μεγάλη Εβδομάδα, καθώς και ποικίλα ελληνικά λαϊκά τραγούδια, υπό τον γενικό τίτλο: «Ύμνοι των Αγίων Τεσσάρων Μαρτύρων και της Αγίας και Μεγάλης Εβδομάδος».


Η Χορωδία τής Σχολής Εκκλησιαστικής Βυζαντινής Μουσικής 
τής 
Ι. Μητροπόλεως Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου

Εντυπωσίασε το «εισοδικόν» (κατά την είσοδο του Χορού στον ι. Ναό) κοντάκιο «Τη Υπερμάχω», μελωδία διαχρονική, που ο χρόνος άφησε μέχρι σήμερα εντελώς αναλλοίωτη, προϊόν συνεργασίας (κατά Θ. Δετοράκη) δύο μεγάλων ποιητών, κορυφαίων εκπροσώπων της βυζαντινής υμνογραφίας, των αδελφών υμνογράφων Ιωάννου του Δαμασκηνού και Κοσμά του Μελωδού (7ου- 8ου αι. μ.Χ.). Χωρίς δεξιοτεχνικές υπερβολές, με ελεγχόμενη αναπνοή, εντυπωσιακά σβησίματα και απόλυτη ενσυναίσθηση τής σημασίας τού ύφους οι Χορωδοί φώτισαν και ανέδειξαν τον συγκεκριμένο ύμνο, σε μια σπάνια ηχοχρωματική ποικιλία, σύμφωνη, πάντα, προς το κλίμα των αγίων ημερών της Μεγάλης Τεσσαρακοστής και τις αυστηρές απαιτήσεις τής βυζαντινής σημειογραφίας.

       Από τους επετειακούς, για τους Αγίους Τέσσερις Μάρτυρες, ύμνους ξεχωρίσαμε το προσόμοιο του Εσπερινού (ήχος πλ. του Α΄) «Χαίρεις των Αθλητών η τετράς… », το Δοξαστικό  (ήχος πλ. του Β΄) «Τετράδα θεοστεφή» και το γνωστό εύμολπο Απολυτίκιο των Αγίων «Της Κρήτης γεννήματα…» (ήχος Δ΄ χρωματικός), ποίημα του Επισκόπου Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου Καλλίνικου Νικολετάκη (1838- 1869). Στο Α΄ Μέρος εντυπωσίασε, επίσης, το Ριζίτικο –Θρήνος, σε στίχους του Πρωτ. π. Νικολάου Νικηφόρου, Γενικού Αρχιερατικού Επιτρόπου της Μητροπόλεώς μας, και Μουσική προσαρμογή του Χοράρχη κ. Ευαγγέλου Καπαϊδονάκη.

Από τους εορτίους- του Β΄ Μέρους- Ύμνους της Μεγάλης Εβδομάδος ξεχωρίσαμε, από μεν τους παλαιότερους, το «Αλληλούϊα» (ήχος πλ. του Δ΄ 3φωνος) και το «Ιδού ο Νυμφίος» (επίσης, ήχος πλ. του Δ΄ 3φωνος) και από τους νεότερους (κυρίως του 18ου αιώνα), το κάθισμα του Όρθρου της Μ. Δευτέρας (ήχος Α΄ χρωματικός) «Τα πάθη τα σεπτά…», το γνωστό εξαποστειλάριο (των τριών πρώτων «Ακολουθιών του Νυμφίου» της Μεγάλης Εβδομάδος) «Τον  νυμφώνα σου βλέπω» (ήχος Γ΄), το συγκινητικό Αντίφωνο της Ακολουθίας των Παθών της Μ. Πέμπτης «Σήμερον κρεμάται…», σε θαυμάσια εμμελή- κατά τον παραδοσιακό τρόπο- απαγγελία από τον Κωνσταντίνο Καραγιώργη και τα Εγκώμια (Α΄, Β΄. Γ΄ Στάση), όπως ψάλλονταν παλαιότερα, κατά παράδοση Σίμωνος Καρά.

Σε αυτό το Β΄ Μέρος ερμηνεύτηκαν και δύο λαϊκά τραγούδια: α΄) το Μοιρολόγι της Παναγιάς (Βορείου Αιγαίου, ήχος πλ. του Δ΄ από καταγραφή του Σίμωνος Καρά) και β΄) τα Κάλαντα Σάμου, της Μ. Παρασκευής (ήχος Λέγετος).

Τα λαϊκά τραγούδια, πρέπει όλοι μας να το καταλάβουμε καλά- σήμερα ιδιαίτερα, που ζούμε σε μέρες βαθιάς αλλοτρίωσης και συγκρητισμού- ότι είναι ο μέγας πλούτος τού ελληνικού μας Γένους. έχουν άνεση και τρόπον ομηρικό, είτε τραγουδώντας πράξεις ηρωικές τής καθημερινότητας, τον έρωτα, την πατρίδα και τη θρησκευτικότητα τού ελληνικού λαού, είτε συντροφεύοντας τη ζωή, τις λύπες και τις χαρές της, σε λόγο, πάντα, ρέοντα δημοτικό και μουσική που πηγάζει μέσα βαθιά από τα γάργαρα σπλάχνα τού ελληνικού λαού. 

                Όλα τα παραπάνω οι χορωδοί απέδωσαν με μια φωνή που έλαμπε σε όλες τις περιοχές, γενναιόδωρη, πλατιά, πειθαρχημένη, αγέρωχη και συνεπή, κάτω από τη στιβαρή καθοδήγηση τού χοράρχη τους κ. Ευαγγέλου Καπαϊδονάκη. Η καλαισθησία των διανθίσεων, των εκλεπτύνσεων και των διαφόρων ποικιλμάτων, αλλά και η φανερή δεξιοτεχνία χορωδών και χοράρχη στα ελεύθερα σημεία αυτοσχεδιασμού εντυπωσίασαν ιδιαιτέρα το ευσεβές ακροατήριο. Χωρίς δεξιοτεχνικές υπερβολές, με ελεγχόμενη αναπνοή, εντυπωσιακά σβησίματα και απόλυτη συναίσθηση τής σημασίας τού ύφους οι Χορωδοί φώτισαν και ανέδειξαν τους παραπάνω εκκλησιαστικούς ύμνους και τα λαϊκά τραγούδια όσο καλύτερα μπορούσαν. Από την ερμηνεία τους δεν απέλειπε ο παρορμητικός ενθουσιασμός, η καλλιέπεια, η χάρη και, οπωσδήποτε, το πνεύμα, παράγοντας απόλυτα αναγκαίος και ουσιώδης στην ερμηνευτική διαδικασία τής Εκκλησιαστικής σημειογραφίας.

  Ο θεολόγος κ. Γεώργιος Σηφάκης, Γραμματέας της Ι. Μητροπόλεως, στην αρχή τής εκδήλωσης έκανε αναφορά στον βίο και το μαρτύριο των Αγίων Τεσσάρων Μαρτύρων και μια βαθύτερη ανάλυση και διείσδυση στο νόημα των Ημερών της Αγίας και Μεγάλης Εβδομάδος και των πασχάλιων ύμνων που ακούστηκαν.

Θερμά συγχαρητήρια σε όλους τους συντελεστές τής προχτεσινής εκδήλωσης για την άκρως ευσυνείδητη και επιμελημένη ερμηνεία τους, πράγμα το οποίο εξήρε, στο τέλος, εμφατικά και ο σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Πρόδρομος, ευχαριστώντας θερμά τον Χοράρχη και τα μέλη τής Χορωδίας. Τους ευχαριστούμε και εμείς όλους, γιατί μας έδωσαν ένα αληθινό μάθημα σεβασμού τόσο της παραδοσιακής μας μουσικής, όσο και των Αγίων Ημερών που διερχόμαστε.


Ο Χοράρχης κ. Ευ. Καπαϊδονάκης με τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Ρεθύμνης
και Αυλοπoτάμου κ. Πρόδρομο, στο τέλος της συναυλίας.