ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΜΙΧ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΑ * * * ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΜΕΡΤΙΚΟΥ ΤΩΝ ΜΑΣΤΟΡΩΝ * * * Η ΑΝΕΓΕΡΣΗ ΤΟΥ ΝΑΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΟΝΑ ΑΔΕΛΕ (1864- 1865)

 

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΜΙΧ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΑ

                      ΔΡ. ΙΣΤΟΡΙΑΣ

   

 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΜΕΡΤΙΚΟΥ ΤΩΝ ΜΑΣΤΟΡΩΝ

Η ΑΝΕΓΕΡΣΗ ΤΟΥ ΝΑΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΟΝΑ ΑΔΕΛΕ (1864- 1865)

[Έκδοση της Ι. Μητροπόλεως Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου, Ρέθυμνο 2020, σχ. 8ο (24 Χ 17), σσ.224]

 


       ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ

        www.ret-anadromes.blogspot.com

 

Το Άδελε, μεγάλο αρχοντοχώρι του Δήμου μας, έχει αποδείξει πολλαπλώς ότι σέβεται και αγαπά την Εκκλησία του. Είχε, ανέκαθεν, και άξιους εφημερίους, όπως εκ των έργων γίνεται φανερό, με πιο πρόσφατο παράδειγμα το παρουσιαζόμενο βιβλίο με τον ενδιαφέροντα και πρωτότυπο τίτλο: «Σημειώσεις περί του μερτικού των Μαστόρων», που αφορά, όπως ήδη από τον τίτλο του επεξηγείται, στην ανέγερση του ιερού ναού του Αγίου Παντελεήμονα Άδελε (1864- 1865).

Το βιβλίο αποτελεί έκδοση της Ιεράς Μητροπόλεως Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου και προλογίζεται προσηκόντως από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη μας κ. Ευγένιο, ο οποίος ευστόχως εστιάζει και καταδεικνύει, «προχωρώντας πιο μέσα από τα γράμματα», την κεντρική, από κάθε άποψη, θέση που κατείχε, ανέκαθεν, ο ιερός Ναός στην ζωή των ενοριτών, αποτελώντας το κύτταρο της ζωής των ανθρώπων και των εκδηλώσεών τους. Στον Πρόλογό του, περαιτέρω, ο Σεβασμιώτατος διακρίνει και αρμοδίως ευχαριστεί, απονέμοντας τον δίκαιο έπαινο της Εκκλησίας, για τα καλά τους έργα όλους όσοι εργάστηκαν και για το έργο αυτό, αλλά και για όλα τα άλλα. Και πρώτα- πρώτα τον διατελέσαντα, πλέον των πενήντα ετών, εφημέριο της ενορίας Άδελε αιδεσ. πρωτ. Ανδρέα Παπαδογιάννη για την πρόνοιά του να διαφυλάξει ως κόρην οφθαλμού, επί τόσον μακρόν χρόνον διακονίας, το Αρχείο της Ενορίας και το πολύτιμο αυτό κατάστιχο του 1864.

Αλλά δεν είναι μόνον ο διαφυλάξας αλλά και ο αξιοποιήσας το αρχείο, ο σημερινός εφημέριος πρωτ. Παντελεήμων Σακελλαρίδης, ο οποίος- μετά την ολοκλήρωση του Εκκλησιαστικού Κειμηλιοφυλακείου- παραδίδει σήμερα στην ιστορία της Ενορίας Άδελε και γενικότερα του Ρεθύμνου και το ιστορικό αυτό κατάστιχο.   

Στην αξιοποίησή του προχώρησε έχοντας στο πλευρό του τον καταλληλότερο για το έργο αυτό άνθρωπο, τον Αδελιανό διδάκτορα ιστορικό κ. Παναγιώτη Μιχ. Παρασκευά, με τον οποίο συνεργάστηκε προς τούτο αρμονικά. Ο π. Παντελεήμων, λειτουργώντας με σύνεση και σοβαρότητα, κάλεσε τον κ. Παρασκευά να τον βοηθήσει, ως ειδικός επιστήμων, στην έρευνα και διάσωση του Αρχείου της Ενορίας Άδελε, και το «μάτι» του ειδικού εντόπισε αμέσως το εν λόγω ιδρυτικό κατάστιχο του ναού, το οποίο με περισσή επιμέλεια φρόντισε η αγάπη και επιστημοσύνη του να αναδείξει κατάλληλα. Πολύτιμη στο στάδιο αυτό της έρευνας και ανάδειξης η βοήθεια και των φίλων καθηγητών, του Αδελιανού Γιάννη Κονταξάκη και της δρος- ειδικής επί των αρχείων- Ασπασίας Παπαδάκη.

Στο κατάστιχο αυτό ιστορείται η κτίση του ναού κατά τα έτη 1864- 1865 και η αποπληρωμή των όποιων οφειλών το 1866. Στη διάρκεια της Κρητικής Επανάστασης δεν αναγράφεται στο κατάστιχο τίποτε, ούτε το έτος 1870, όταν συνεχίζεται και πάλι, πράγμα που σημαίνει ότι το έτος 1865 ο ναός είχε, ήδη, ολοκληρωθεί, ενώ η  ιστορία του κατάστιχου συνεχίζεται και τελειώνει το 1883, καταγράφοντας την όλη λειτουργία τού ναού μέχρι το έτος αυτό.

Σπουδαίες, γενικότερα, πληροφορίες του κατάστιχου αφορούν τόσο στο ίδιο το χωριό (στους ανθρώπους του, στα οικογενειακά τους ονόματα και στα τοπωνύμια), όσο και στον ναό και στο σχολείο του, γιατί οι σημειώσεις τού «μερτικού των Μαστόρων» δείχνουν, ακριβώς, όπως αποδεικνύει ο συγγραφέας, ότι η τοπική Ενορία του Αγίου Παντελεήμονα βοηθούσε αδιάλειπτα το Δημοτικό Σχολείο του χωριού, φροντίζοντας για τη στέγαση και λειτουργία του, πληρώνοντας τον δάσκαλο και όλα τα αναγκαία για τη διδασκαλία, πράγμα που επιβεβαιώνει τον σημαντικό ρόλο της Εκκλησίας στο θέμα της Εκπαίδευσης, αλλά και της λοιπής κοινωνικής και οικονομικής ζωής του τόπου.

Σημαντική, περαιτέρω, η διαπίστωση της έρευνας ότι οι εργαζόμενοι στο έργο της ανέγερσης τους ναού- οι Αδελιανοί κυρίως - γιατί εργάζονταν και αρκετοί ξένοι (όπως φαίνεται από τα ονόματά τους), αφιέρωναν μέρος της αμοιβής τους στον άγιο Παντελεήμονα, ένδειξη και αυτό σεβασμού προς τον Άγιο, αλλά και της βαθιάς επιθυμίας τους να συμβάλουν κατά το δυνατόν με προσωπικές θυσίες και συμβολές στη συνέχιση και ολοκλήρωση των εργασιών, λόγω των οικονομικών δυσχερειών που διαπίστωναν ότι υπήρχαν.

Η αναφορά- στη σελίδα 79 του κατάστιχου- του ονόματος του αρκαδικού ήρωα και Πυρπολητή της Ι. Μονής Αρκαδίου Κωνσταντίνου Γιαμπουδάκη ότι εργάστηκε και αυτός στην οικοδόμηση του ναού του χωριού του, θα οδηγήσει τον συγγραφέα, στο κεφάλαιο εξέτασης του Άδελε κατά τους χρόνους της Κρητικής Επανάστασης 1866-69, να εξετάσει με επιστημονικά τεκμήρια την ταυτότητα του «Αρκαδικού Πυρπολητή», προτείνοντας πειστικές, περί του Γιαμπουδάκη, αποδείξεις από πλειάδα ιστορικών της Αρκαδικής Εποποιΐας (Βενέρη, Μαραγκουδάκη, Βλαστό, Γενεράλι, Β. Ψιλάκη, Χατζιδάκι κ.ά.).

Το μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου περιλαμβάνουν οι «Σημειώσεις περί μερτικού των Μαστόρων» του Κατάστιχου, η πλήρης έκπτυξη του οποίου υπήρξε δουλειά άκρως επίπονη και κοπιαστική λόγω των κακογραφιών και ανορθογραφιών του κειμένου.       

Πολύ ενδιαφέροντες κρίνουμε και τους πίνακες στο τέλος του βιβλίου με:

α) αυτούς που εργάστηκαν στην οικοδόμηση του ναού (86 μάστορες και εργάτες), με τον τόπο καταγωγής τους, την ειδικότητά τους, την αμοιβή τους και τη δωρεά τους σε γρόσια προς τον ναό.

β) το Γλωσσάριο των όρων του Κατάστιχου

γ) τους ιερείς και επιτρόπους του ναού που αναγράφονται στο Κατάστιχο και

δ) το Ευρετήριο Κυρίων Ονομάτων. 

Η έκδοση αφιερώνεται οφειλετικά από την Ι. Μητρόπολη Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου- όπως και άλλες εκδόσεις που προηγήθηκαν- στην ιερή Μνήμη του μεγάλου τέκνου του Άδελε, του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Αυστραλίας κυρού Στυλιανού Χαρκιανάκη. 

Το παραπάνω έργο τού Παναγιώτη Μιχ. Παρασκευά είναι αξιόλογο και έρχεται να καλύψει ένα μεγάλο κενό στην εκκλησιαστική, εκπαιδευτική και κοινωνική Ιστορία του τόπου. Λαμπρός ιστορικός ο ίδιος ερευνά και εξετάζει με ευρυμάθεια, γλαφυρότητα και συνθετικό πνεύμα ένα σπουδαίο ιστορικό του τόπου ντοκουμέντο. Είναι, λοιπόν, άξιος του «δικαίου επαίνου» όλων μας και γι’ αυτό το νέο πόνημά του, καθώς και όσοι άλλοι συνέβαλαν, με τον τρόπο του ο καθένας, στην αξιοποίησή του.

ΧΑΡΗΣ Κ. ΣΤΡΑΤΙΔΑΚΗΣ * * * Περιηγήσεις στην Εκπαιδευτική Ιστορία του Ρεθύμνου

 

ΧΑΡΗΣ Κ. ΣΤΡΑΤΙΔΑΚΗΣ  

  

Περιηγήσεις στην Εκπαιδευτική Ιστορία

του Ρεθύμνου

                 [Έκδοση «Γραφοτεχνική Κρήτης», Ρέθυμνο 2021, σχ. 8ο (21Χ13), σσ. 64]  

 

 ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ

            http://ret-anadromes.blogspot.com

          

Ο Χάρης Κ. Στρατιδάκης είναι ένας δραστήριος και εξαιρετικά ανήσυχος δάσκαλος, Δρ. Παιδαγωγικής της Σχολής Επιστημών Αγωγής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και πρώην Σχολικός Σύμβουλος Δημοτικής Εκπαίδευσης στη 2η Περιφέρεια Χανίων. Η προσφορά του στην Ιστορία, την Παιδαγωγική και την Ιστορία της Εκπαίδευσης του τόπου μας, με τα βιβλία και τα δεκάδες δημοσιεύματά του, είναι πολύτιμη και απ’ όλους αναγνωρισμένη.

Πρόσφατα, γνώρισε το φως της δημοσιότητας ένα νέο πόνημά του, στη σειρά των «Περιηγήσεών» του, που αφορά στην Εκπαιδευτική Ιστορία του Ρεθύμνου, πόλης και διοικητικού διαμερίσματος, σε διάστημα δύο αιώνων, από το 1795, που λειτούργησε το πρώτο σχολείο, μέχρι την αλλαγή του 20ου αι. προς τον 21ο. Αποτελεί έκδοση του Σχολικού Μουσείου του Δήμου Ρεθύμνου, που ως κύριο μέλημά του έχει τη διαχρονική ανάδειξη των πτυχών της εκπαιδευτικής ιστορίας του τόπου, διό και προλογίζεται από τον Πρόεδρο της Επιτροπής Διαχείρισης του Σχολικού Μουσείου Δήμου Ρεθύμνου, Αντιδήμαρχο κ. Στέλιο Αρκ. Σπανουδάκη.

 Πιο συγκεκριμένα, στη μελέτη αυτήν του κ. Στρατιδάκη παρακολουθούνται αδρομερώς και παρουσιάζονται με ακρίβεια προσαρμοσμένη στις ανάγκες των ενδιαφερόντων τού κάθε φιλομαθούς Ρεθεμνιώτη τα εκπαιδευτικά ιδρύματα του Ρεθύμνου κοινά, αλληλοδιδακτικά, δημοτικά, παρθεναγωγεία, νηπιαγωγεία, γυμνάσια, λύκεια, ακόμα και τα μουσουλμανικά και παν ό,τι έχει σχέση προς αυτά και τους ανθρώπους που εργάστηκαν για τη λειτουργία τους, δασκάλους και καθηγητές, καθώς, επίσης, και τα βιβλιοπωλεία, τα ωδεία και φροντιστήρια σχολικών μαθημάτων και ξένων γλωσσών, οι σχολές λογιστικής, δακτυλογραφίας και ζωγραφικής του παλιού Ρεθέμνους, συνοδευόμενα όλα με ένα πλούσιο φωτογραφικό υλικό, που κάνει την έκδοση λίαν εύχρηστη και ελκυστική.    

        Ειδικότερα, η περιήγηση στην εκπαιδευτική ιστορία του Ρεθύμνου κατανέμεται στους εξής οκτώ περιπάτους:

            Α) Εκπαιδευτική Ιστορία περιόδου 1795- 1925, που αφορά στην κυρίως πόλη, με 36 στάσεις και

            Β) Εκπαιδευτική Ιστορία περιόδου 1925- 2000, που αφορά, επίσης, στην κυρίως πόλη, με 25 στάσεις

            Και ακολουθούν άλλοι έξι περίπατοι με 10 στάσεις ο καθένας, που αφορούν στην Εκπαιδευτική Ιστορία του Δυτικού Ρεθύμνου, των Βρυσινοχωριών, των Αρκαδιώτικων χωριών και των χωριών των επαρχιών Αγίου Βασιλείου, Αμαρίου και Μυλοποτάμου.

   Για άλλη μια φορά συγχαίρουμε και θερμά ευχαριστούμε τον Χάρη Κ. Στρατιδάκη, εκλεκτό συμπολίτη και φίλο, συγγραφέα της παρούσας ξενάγησης.

Στα 200 χρόνια από την Επανάσταση του Εικοσιένα * * * Η μάχη στον Αϊ- Γιάννη τον Καμένο (13/6/1821) - Θάνατος του Ισμαήλ

Στα 200 χρόνια από την Επανάσταση του Εικοσιένα

Θέμα Επικαιρότητας

 

Η μάχη στον Αϊ- Γιάννη τον Καμένο

(13/6/1821)-

Θάνατος του Ισμαήλ

 

ΚΩΣΤΗΣ  ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ

                www.ret-anadromes.blogspot.com

 

 Μετά την ολοκληρωτική καταστροφή της Μονής Πρέβελη (βλ. άρθρο μας Ρεθεμνιώτικα Νέα 26/5/2021), ο Ισμαήλ αγάς Κουντούρης ή Ψαροσμαήλης προχώρησε προς τον Αϊ- Γιάννη τον Καμένο και την Καλή Συκιά (13/6/1821). Εκεί περίμενε να έλθουν ενισχύσεις από το Ρέθυμνο ή το Ηράκλειο. Όμως, αντί των ενισχύσεων κατέφθασε εναντίον του - επιστρέφοντας από την Παναγία τη Θυμιανή- το σώμα του Πρέβελη με τον Μελχισεδέκ Τσουδερό, τους αδελφούς του Γεώργιο και Ιωάννη (εικ.), τον Μιχαήλ Κουρμούλη, και τους Σφακιανούς αρχηγούς Ρούσσο Βουρδουμπά, Κουτρουμπά, Τσιριντάνη, Πωλογιώργη, τους Δεληγιαννάκηδες και άλλους Σφακιανούς.

Οι τρεις Τσουδεροί: Γεώργιος, Μελχισεδέκ, Ιωάννης

Οι Τσουδεροί και ο Βουρδουμπάς κατέβαιναν από τα Σφακιά με σκοπό, αρχικά, να περιτρέξουν τις επαρχίες του Ρεθύμνου και να τις ξεσηκώσουν κατά του κατακτητή. Δεν πρόφταξαν, όμως, να προχωρήσουν πέρα από τον Αϊ- Γιάννη τον Καμένο, γιατί συνάντησαν εκεί την εν λόγω πρώτη τουρκική αντίσταση. Εξάλλου, είναι σημαντικό το στοιχείο που αναφέρουν τόσο ο Κριτοβουλίδης όσο και ο Ψιλάκης ότι, δηλαδή, στη μάχη αυτή έλαβε μέρος και ο Μιχαήλ Κουρμούλης με ένα ισχυρό σώμα αγωνιστών, πράγμα που καταδεικνύει ότι δεν είχε προφτάσει ούτε αυτός να φτάσει εγκαίρως στη Μεσαρά προς αντιπερισπασμό και ξεσήκωμα των μεμυημένων του κάμπου και να παρεμποδίσει το πέρασμα των Τούρκων του Μεγάλου Κάστρου προς το Αμάρι. Η μάχη αυτή του Αϊ- Γιάννη του Καμένου, αφεύκτως, ήταν η πρώτη που συνάφθηκε μετά την ορκωμοσία των αρχηγών στην Παναγία τη Θυμιανή, αφού, εξάλλου, η πρώτη ενέργεια των Τούρκων σημειώθηκε προς την κατεύθυνση αυτήν, που, κατά τις πληροφορίες τους, παρουσίαζε το κεντρικό σημείο της επαναστατικής των Κρητικών δράσης[1].

Εκεί, λοιπόν, στον Αϊ- Γιάννη τον Καμένο, θα γίνει η πρώτη, αμέσως μετά τη συνέλευση στην Παναγία τη Θυμιανή και την καταστροφή της Μονής Πρέβελη, πεισματώδης και ορμητικότατη και από τα δύο μέρη μάχη, που εμέλλετο μέσα σε λίγες ώρες να φέρει την πανωλεθρία για τους τριακόσιους άγριους Αμπαδιώτες Τούρκους του Ισμαήλ Κουντούρη και του Γλυμίδη, γενναίων και των δύο οθωμανών αρχηγών[2].

  Αρχικά, οι Τούρκοι φάνηκαν να περιφρονούν τους Έλληνες και, για λίγο, μάλιστα, άρχισαν να υπερτερούν αυτών, όταν αίφνης σκοτώνεται, με τη σύμπραξη των οπλαρχηγών Μαυρούλιου, Μπαγιάρτη και Μαρκουλάκη, ο Ισμαήλ αγά Κουντούρης, που με θρασύ πείσμα και χωρίς προφυλάξεις επιτέθηκε κατά των Ελλήνων[3]. Μαζί του πληγώθηκε και ο επίφοβος γενίτσαρος Γλυμιδαλής[4] και κάποιος Αράπης Μεμίσης, έχασαν και δυο σημαίες, τις οποίες κυρίευσαν οι άνδρες του Βουρδουμπά και του Μελιδόνη, ενώ ο Γ. Τσουδερός κατόρθωσε να πάρει πολλά ζώα φορτωμένα και να περισυλλέξουν άφθονα όπλα και πολεμοφόδια.

 Στη μάχη αυτή του Αϊ- Γιάννη του Καμένου- που παρουσίαζε αγώνα δύο φυλών με ξεχυμένο πάθος, ορμή και εκδίκηση- ο κάθε πολεμιστής έδειξε την ευγενέστερη άμιλλά του, προσπαθώντας να περάσει τον άλλο στην αυτοθυσία και τον ηρωισμό. Κατά τον Μουρέλλο, στη μάχη αυτήν παρουσιάστηκαν πλείστες μεταλλαγές πότε προς όφελος των χριστιανών και πότε προς όφελος των Τούρκων. Μα ο τραυματισμός του Γλυμίδ’ Αλή την ώρα που ορμητικός προχωρούσε κατά των χριστιανών φωνάζοντας:

-      Σταθήτε, κερατάδες γκιαούρηδες, να σάσε δείξω πώς πολεμούνε οι άντρες!

έφερε τον πρώτο κλονισμό κι ο σκοτωμός του Μπαϊρακαγασή Ισμαήλ Κουντούρη, στη συνέχεια, τον μετέτρεψε σε πανικό.

-      Απάνω ντως, μωρέ, των Μπουρμάδω κι εσπάσαμέ τσι!

φώναζαν οι καπεταναίοι στα παλικάρια τους και το κυνήγημα των Τούρκων βάσταξε κάμποσες ώρες[5].

Ο Παπαδοπετράκης σημειώνει, περαιτέρω, ότι καθ’ ομολογίαν τού Δελή Μουσταφά- όταν συνελήφθη αιχμάλωτος κατά τη μάχη που ακολούθησε στο Βαθιακό Αμαρίου (28 Ιουνίου)- στη μάχη του
Αϊ- Γιάννη Καμένου φονεύθηκαν τριακόσιοι Τούρκοι, αριθμός υπερβολικός, που, ίσως- όπως ομολογεί, και πάλι, ο ίδιος- ο αριθμός αυτός να αναφέρεται στους νεκρούς όλων των μαχών που έγιναν στο Ζουρίδι, τον Άγιο Ιωάννη Αμαρίου και στο Βαθιακό. Από τους Έλληνες σκοτώθηκαν επτά και πολύ περισσότεροι ήταν αυτοί που τραυματίστηκαν. Είναι χαρακτηριστική, στο σημείο αυτό, η αινιγματική γραφή του Παπαδοπετράκη, που αναφέρεται σε αυτούς ακριβώς τους θανάτους (υπογραφές) των Τούρκων στη μάχη του Αϊ- Γιάννη του Καμένου: «Ο Δελή Μουστάφας καλούσε χλευαστικώς τους Έλληνας να υπογράψουν την συνθήκη. Η υπεροψία, όμως, και ο εγωισμός απετύφλου αυτόν και δεν έβλεπεν ότι οι Αμπαδιώται πρώτοι επεκύρωσαν αυτήν εις τον Άγιον Ιωάννην με 300 περίπου υπογραφάς και την του αρχηγού αυτών Κουντουροσμαΐλη φέρουσαν και ημερομηνίαν 16 Ιουνίου)»[6].

Ο θάνατος, λοιπόν, του αρχηγού κατατρόμαξε τους Τούρκους στρατιώτες, οι οποίοι πανικόβλητοι πετούσαν τα όπλα τους δώθε κείθε, που τα συγκέντρωναν, στη συνέχεια, οι επαναστάτες. Έτσι, νικητές οι Σφακιανοί και
Αγιοβασιλειώτες μαχητές δεν σταμάτησαν στον Αϊ-Γιάννη τον Καμένο, αλλά έκριναν καλό να τραβήξουν με μια γρήγορη καταδίωξη των Τούρκων και στην κατάληψη και των άλλων χωριών. Έτσι, την ίδια μέρα κατέλαβαν τους Κούμους και τους Αρμένους και, ξεκαθαρίζοντας τα δυο αυτά χωριά από τους Τούρκους που έμεναν σε αυτά, όπλισαν με τα τουφέκια που άρπαξαν από τους Τούρκους του Αι- Γιάννη νέους εθελοντές, διαλέγοντας από αυτούς τους πιο δυνατούς.

Έτσι, η μάχη αυτή στον Αϊ-Γιάννη τον Καμένο έδωσε θάρρος στους χριστιανούς και πολλαπλασίασε αυτούς που επιθυμούσαν να πολεμήσουν κατά των Τούρκων. Οι Τούρκοι, πάλι, διηγούνταν στο Ρέθυμνο όπου οπισθοχώρησαν, ότι «οι ραγιάδες σήκωσαν κεφάλι άγριο» και δεν σκέπτονταν στο εξής να συνεχίσουν να παραμένουν ραγιάδες[7], ενώ με τους συνεχείς ακροβολισμούς τους και τις ενέδρες τους αναθαρρημένοι περιόρισαν τους Τούρκους του Ρεθύμνου μέσα στο φρούριό τους.



[1] Μουρέλλος Ι. Δ. Ιστορία της Κρήτης, Ηράκλειον Κρήτης 1931, 456. Παπαδοπετράκης Γρηγόριος, Ιστορία των Σφακίων, ήτοι μέρος τής Κρητικής Ιστορίας, Εν Αθήναις 1888, 211.

[2] Κριτοβουλίδης Κ., Απομνημονεύματα, Εν Αθήναις 1859, 23.

[3] Κριάρης Παναγιώτης Κ., Ιστορία της Κρήτης, από των αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι του τέλους της επαναστάσεως του 1866, Εν Χανίοις.1902, 50, όπου και παραθέτει άσμα που τραγουδιόταν τον καιρό εκείνο, που μαρτυρεί την πανωλεθρία των Τούρκων με τις πρώτες επιτυχίες των Ελλήνων στην αρχή, κιόλας, της Επαναστάσεως.

[4] Ο Γλυμιδ’ αλής, κατά τον Κριτοβουλίδη (Κριτοβουλίδης, Κ. 1859: 23. Ζαμπελίου και Κριτοβουλίδου 1901: 314), φέρεται να φονεύεται στη μάχη αυτή του Αγίου Ιωάννου του Καμένου, ενώ σύμφωνα με παραδόσεις και δημοτικά τραγούδια [Δημοτικό Τραγούδι, στη Συλλογή Π.Ι. Φαφουτάκη, Ποίημα 9ο, σ. 72, αναφερόμενο στον Γλυμιδ’ αλή τον ωμότατο εκ της τάξεως των ζορμπάδων ήτοι των παλληκαράδων (sic)], αλλά και τον ιστορικό Κριάρη (Κριάρη, 56)] φέρεται να φονεύεται στη μάχη των Ακονίων, στην ομώνυμη περιοχή του όρους Βρύσινας, νότια του Ρουσοσπιτιού, στην οποία και πάλι συμμετείχε δυναμικά το σώμα του Πρέβελη με τον Γεώργιο Τσουδερό και τους αρχηγούς Μανουσέλη και Δεληγιαννάκη.

[5] Μουρέλλος, Ι. Δ. 1931: 455.

[6] Παπαδοπετράκης, Γρηγόριος 1888: 202, 211, 213. Μουρέλλος, Ι. Δ. 1931: 455.

[7]Ψιλάκης, Βασίλειος Ιστορία τής Κρήτης, τ. Γ΄, έκδοση Αρκάδι, Αθήναι χ.χ, 264-265. Κριτοβουλίδης, Κ. 1859:  23. Παπαδοπετράκης Γρηγόριος 1888: 202. Δετοράκης Θεοχάρης, Ιστορία τής Κρήτης, Ηράκλειο Κρήτης 1990, 325. Μουρέλλος, Ι. Δ. 1931: 455.