ΔΗΜΗΤΡΗΣ Ν. ΘΕΟΔΟΣΑΚΗΣ * * * Μ Ε Λ Ι Σ Σ Ο Χ Α Ρ Α Κ Ο

 


ΔΗΜΗΤΡΗΣ Ν. ΘΕΟΔΟΣΑΚΗΣ

 

Μ Ε Λ Ι Σ Σ Ο Χ Α Ρ Α Κ Ο

[Εκδόσεις «ΚΥΠΡΙΣ», Ηράκλειο 2022, σχ. 8ο (21 Χ 14), σσ. 152]

 

   ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ

 www.ret-anadromes.blogspot.com

 

Ο Δημήτρης Ν. Θεοδοσάκης, από τον Χόνδρο Βιάννου, με το γλυκύτατο ψευδώνυμο του «Κάστρου Ταχυδρόμος», υπήρξε, πράγματι, ως ταχυδρόμος, στην επαγγελματική του ζωή, για πολλές δεκαετίες, άνθρωπος φιλικός και καλοδεχούμενος κομιστής νέων, διαβατάρης  μαντατοφόρος στους  δρόμους του Ηρακλείου, της μεγάλης καστροπολιτείας.

Ο εκλεκτός και αγαπητός φίλος με το καταπληκτικό λογοτεχνικό τάλαντο- σπάνιο θείο κι αυτό δώρο όταν προσφέρεται στον άνθρωπο- συνεχίζει και σήμερα, ως συνταξιούχος ταχυδρόμος, να λειτουργεί ευεργετικά στην κρητική κοινωνία ως «κομιστής», πια, γνώσης και «γραμμάτων» σχετικών με ιστορικές και κοινωνικές διηγήσεις και, κυρίως, ηθογραφικές «αναμνήσεις» από τα παλιά. Καταγράφει, έτσι, τη ζωή των παλιών συγχωριανών του- φτωχών όλων φαμελιάρηδων- στα χρόνια κυρίως πριν από τον τελευταίο πόλεμο και την κατοχή, με δεκάδες, μέχρι σήμερα, βιβλία του εξαιρετικής όλα ποιότητας και υψηλής αισθητικής, στα οποία κυριαρχούν προσωπικές, κυρίως, εμπειρίες και βιώματα. Γιατί μέσα από τα δεκάδες ποιήματα τού Δ. Θεοδοσάκη παρελαύνει όλος ο πλούσιος λαογραφικός παράδεισος των παιδικών του χρόνων, όπως ως μικρό παιδί τον έζησε και όπως νοσταλγικά, μέχρι σήμερα, τον θυμάται.

Το τελευταίο του, ειδικότερα, βιβλίο, αφορά σε μια θαυμάσια συλλογή εβδομήντα (70) ποιημάτων, σε στίχο ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο, με πλούσιες λεξιλογικά ομοιοκαταληξίες και δύναμη ρίμας και περιεχομένου, που κατορθώνουν ελεύθερα να μας μεταγγίσουν με τα πιο εύγλωττα, ζωντανά και καθάρια χρώματα τη ζωή των συγχωριανών του στην καθημερινή τους βιοπάλη, προκειμένου να διασφαλίσουν το ψωμί τους και το ψωμί των παιδιών τους σε εποχές δύσκολες, σκληρές και απάνθρωπες. Το έργο προλογίζεται δεόντως από τον Ρεθεμνιώτη Ομότ. Καθηγητή του Πανεπιστημίου Κρήτης κ. Ν. Ε. Παπαδογιαννάκη.

Ο πρωτότυπος τίτλος της συλλογής «Μελισσοχάρακο» αναφέρεται σε τοπωνύμιο του χωριού του, που συνειρμικά τον μεταφέρει στον κόσμο των παιδικών του, από την γενέθλια γη, αναμνήσεων, στις «πευκοθύμαρες», όπως χαρακτηριστικά ο ίδιος ο Ποιητής τις ονομάζει, πλαγιές της πρώτης του νιότης, όπου ο νους και η καρδιά για πρώτη φορά τρύγησαν την ομορφιά του κόσμου και οι αναμνήσεις γίνανε κερί της μέλισσας κι έχτισαν μια κηρήθρα στου χαρακιού το ριζογκρέμι, που στάζει ολόγλυκο το μέλι από τα παιδικά κι άγουρα της πρώτης του νιότης χρόνια.

Πρόκειται για ένα βιβλίο γεμάτο από την ψυχή της παλαιινής Κρήτης, τα καθημερινά και γιορτινά ήθη και έθιμα, τα οποία ο Ποιητής γενναιόδωρα και με τρόπο αυθεντικό αναστοράται. Με την ποιητική του αυτή συλλογή ο φίλος Δ. Θεοδοσάκης ζωντανεύει το χαμένο ήθος του χωριού, αλλά και τον χαμένο αξιακό κώδικα της παραδοσιακής γεωργοκτηνοτροφικής κοινωνίας, που ήταν μεν τότε  πολύ πιο φτωχική, αλλά συνάμα και πολύ πιο πλούσια σε χαρές κι ευτυχισμένη. Θυμάται και τραγουδά τις συντροφιές και τις αποσπερίδες κάτω από το φως του λυχναριού, τις γεωργικές, κηπουρικές και κτηνοτροφικές εργασίες του χωριού, τις λαδοχαρές και τα ξελαδώματα, τα τρυγοπατήματα, τα μιτάτα, τον θερισμό και τα «σφακοδεματικά» (=βλαστερές πικροδάφνες που έδεναν σε δεμάτια τα θερισμένα στάχυα), τη λυγερή με το σταμνί που πάει για το βρυσάλι, τις παρασθιές και τα ζυμωτά, αλλά και τον νταντάλα (= λυράρη και μαντιναδολόγο), που έπαιζε με το δοξάρι του σκοπούς της άγιας Κρήτης, της λευτεριάς του έρωτα, τσι πεθυμιές τση νιότης. Κοντά σ’ όλ’ αυτά εκτεταμένη αναφορά γίνεται και στη θρησκευτική ζωή και ηθογραφία του χωριού με τραγούδια όπως ο Δεκαπεντάρης στο χωριό κι η Δεκαπεντίστρα μάνα, το Πρωτοκύριακο κι η Πρώτη τση Σαρακοστής, το Τάμα και η Τασιματαρέ, η Πανεγυργιώτικη χαρά και τα Παρατηρήματα, τσ’ Αγιά Μαρίνας και πολλά άλλα.

Τα τραγούδια του ο Δ. Θεοδοσάκης τα θεωρεί ως έναν κρίκο της αλυσίδας που δένει τη βυζαντινή Ελλάδα με τον νεότερο ελληνικό πολιτισμό. Ζωντανεμένα όλα με πλουσιότατα λαογραφικά στοιχεία, δίνονται με ένα μοναδικά πλούσιο και απαιτητικά γενναιόδωρο κρητικό λεξιλόγιο, που φτάνει βαθιά μέχρι τις βυζαντινές του ρίζες και για τον λόγο αυτόν, αξιώνει, συχνά, επεξηγήσεις και ερμηνευτικές σημειώσεις, που ο αναγνώστης τις βρίσκει πάντα πλούσιες και κάτω από το κάθε τραγούδι.

Την καλλιτεχνική επιμέλεια του βιβλίου, τόσο στο εξώφυλλο, όσο και στις εσωτερικές του σελίδες, είχε ο π. Μιχάλης Πατεράκης, στον οποίο και ανήκουν οι θαυμάσιες εικόνες που συνοδεύουν το κάθε ποίημα, που τόσο απλόχερα το συμπληρώνουν και του προσδίνουν το απαραίτητο παλαιινό άρωμα και μιαν, επιπλέον, καλλιτεχνική ευαισθησία.

Η αυθεντικότητα της πρώτης ύλης, το βάρος της προσωπικής εμπειρίας και η ιδεολογική φόρτιση προσδίδουν στη γραφή αυτήν του Δημήτρη Θεοδοσάκη την αμεσότητα του ρεαλισμού και τη λεπτότητα των αισθημάτων του για την πατρώα γη και τους αγαπημένους χωριανούς του. Και είναι γεγονός ότι ένας ολόκληρος κόσμος ξεπηδά ολοζώντανος μπροστά στα μάτια μας μέσα από τις ρεαλιστικές αυτές ποιητικές δημιουργίες, ενώ η εσωτερικευµένη πραγματικότητα επιτρέπει, συχνά, έντονες λυρικές εξάρσεις υποκειμενικών βιωμάτων, υποκινούμενων από μιαν έντονη συναισθηματική τού συγγραφέα φόρτιση, χωρίς, πάντως, να αναιρείται ποτέ ο ρεαλισµός των διηγήσεων ούτε η αυθεντικότητα της πραγματικότητας.

Σύμφωνα με τα παραπάνω, μπορούμε να θεωρήσουμε το παρουσιαζόμενο πόνημα ως ένα έργο προσφοράς και διδασκαλίας για τον άνθρωπο της εποχής μας, αλλά και ως ένα «αντιδώρημα» του συγγραφέα προς όλα εκείνα τα πολλά και ωραία, που του χάρισε κι εκείνου το σπουδαίο αυτό χτες της πατρώας γης, με την αθωότητα και τις αναμνήσεις ενός κόσμου παλιού, που έρχεται από μακριά μυροφόρος και έντονα αισθαντικός.

Τα θερμά μου συγχαρητήρια στον αγαπητό φίλο Δημήτρη Ν. Θεοδοσάκη και για την παρούσα πολύτιμη προσφορά του στα κρητικά γράμματα και τις θερμές μου ευχαριστίες για την «αφιέρωση». Και τον διαβεβαιώνω ότι και με το βιβλίο του αυτό «ὂντως ἒργον καλόν εἰργάσατο». Με τις παρουσιαζόμενες ποιητικές δροσοσταλίδες του να είναι σίγουρος ότι μας ενθαρρύνει όλους και μας κάνει να πιστεύουμε ότι όσο συνεχίζουμε να ενδιαφερόμαστε και να σκύβουμε πάνω από τις αιώνιες αξίες της κρητικής γης, πάνω από τα ήθη και τις παραδόσεις που μας συγκρατούν και μας στηρίζουν καθοριστικά στα ελληνορθόδοξα μετερίζια, δεν χάθηκαν ακόμα όλα κάτω από τον αδυσώπητο οδοστρωτήρα του σύγχρονου τεχνοκρατούμενου πολιτισμού.

ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΗ ΣΥΝΑΥΛΙΑ ΜΕ ΤΟ ΣΥΝΟΛΟ ΚΛΑΡΙΝΕΤΩΝ ΤΗΣ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΦΙΛΑΡΜΟΝΙΚΗΣ ΡΕΘΥΜΝΟΥ

 


ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΗ ΣΥΝΑΥΛΙΑ

ΜΕ ΤΟ ΣΥΝΟΛΟ ΚΛΑΡΙΝΕΤΩΝ

ΤΗΣ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΦΙΛΑΡΜΟΝΙΚΗΣ ΡΕΘΥΜΝΟΥ


      ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ

               http://ret-anadromes.blogspot.com

 

     Θαυμάσια υπήρξε η εντύπωση που έδωσε το Σύνολο Κλαρινέτων της Δημοτικής Φιλαρμονικής Ρεθύμνου, στη χριστουγεννιάτική του συναυλία, το Σάββατο 17 Δεκεμβρίου 2022, στο Κέντρο Νέων της πόλεώς μας. Και δεν είναι, βέβαια, αυτή η πρώτη δημόσια εμφάνιση τού εν λόγω συνόλου, αφού δείγματα της δουλειάς του μάς έχει παρουσιάσει επανειλημμένα και σε πολλές άλλες ευκαιρίες στο παρελθόν και, μάλιστα, έξω, στους δρόμους και τις πλατείες της πόλης, κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών μηνών του τουριστικού Ρεθύμνου.

Το Σύνολο Κλαρινέτων της Δημοτικής Φιλαρμονικής Ρεθύμνου αποτελεί μια προσπάθεια των τελευταίων έξι χρόνων και ξεκίνησε με πρωτοβουλία αποκλειστικά και μόνο των μαθητών του, της τάξης Κλαρινέτου του Βαγγέλη Παπαδάκη. Σκοπό του έχει θέσει την ανάπτυξη της μουσικής επικοινωνίας μεταξύ των μαθητών και την επίτευξη μιας βαθύτερης και ουσιαστικότερης γνωριμίας τους με τη μουσική. Μάλιστα, είναι αυτοί οι ίδιοι οι μαθητές που- ανάλογα προς το μουσικό επίπεδο στο οποίο ευρίσκονται και τις μουσικές ικανότητές τους- αναλαμβάνουν και την ευθύνη επιλογής των κομματιών, καθώς και αρκετές ενορχηστρώσεις αυτών. 

Έτσι, και η προχτεσινή χριστουγεννιάτικη συναυλία του Συνόλου υπήρξε- όπως και οι παλαιότερες- απόλυτα επιτυχής κι έπεισε με τη φυσικότητα και τη βεβαιότητα των επιλογών του ότι έχει και μπορεί πολλά να προσφέρει στο μουσικό "γίγνεσθαι" του τόπου. Όλοι οι νεαροί μουσικοί με μιαν ιδιαίτερα απαιτητική, σε ορισμένα σημεία, παρτιτούρα, είχαν την ευκαιρία να αποκαλύψουν στο μουσικόφιλο κοινό το πλήρες καλλιτεχνικό διαμέτρημά τους, χαρίζοντάς του μιαν ερμηνεία λαμπερή, δυναμική και ανεπιφύλακτα δεξιοτεχνική. Μιαν ερμηνεία όπου ο κάθε σολίστας και η κάθε νότα βρέθηκαν στη σωστή τους θέση, αποδίδοντας την παρτιτούρα στο μέγιστο δυνατό.

Στην ερμηνεία του, περαιτέρω, το μουσικό σύνολο φάνηκε καθαρά ότι δεν ζήτησε να καταφύγει στη λάμψη της ματαιότητας και τον κενό εντυπωσιασμό. Απέφυγε επιμελώς κάθε προσπάθεια ωραιοποίησης, προσεγγίζοντας περισσότερο την εσωτερική διαδρομή των ήχων, σε μια προσπάθεια αποκωδικοποίησης του πνεύματος και τού ήθους των Αγίων Ημερών. Συχνά εντυπωσίασε το ηχόχρωμα των μουσικών οργάνων, σε ένα εξαιρετικά όμορφο και ρυθμικό τέμπο, που το διέκριναν χαρακτηριστική δύναμη και ζωντάνια. Τα παιδιά έπαιξαν με καλή τεχνική, σωστό έλεγχο της αναπνοής και των χρωμάτων, προτείνοντάς μας μια φωνή εύηχη, μεστή και γενικά ομοιογενή.    

Η συγκινησιακή φόρτιση που το Σύνολο μετέδωσε στο μουσικόφιλο κοινό ήταν ανυπόκριτη και ιδιαίτερα δυνατή. Ανάμεσα στα μουσικά κομμάτια που ακούστηκαν στο Α΄ Μέρος του Προγράμματος ήταν και τα πασίγνωστα και πολύ αγαπημένα: Ω Έλατο, Άγια Νύχτα, Μικρός Τυμπανιστής, καθώς και η Ρουμανική Χριστουγεννιάτικη σουίτα, Christmas Medley κ.α, ενώ στο Β΄ Μέρος ακούστηκαν υπέροχα θέματα από γνωστές χριστουγεννιάτικες ταινίες όπως Home Alone, Polar Express, You are a mean One Mr. Grinch κ.ά., ενώ στο τέλος της η συναυλία ήρθε να «απογειώσει» το κοινό με τη γνωστή χριστουγεννιάτικη μελωδία Jingle Bells, στην οποία ένωσε τη φωνή του με τη Μουσική και τραγούδησε από κοινού με τους μουσικούς.

Ευχαριστούμε από καρδιάς τους εκλεκτούς φίλους του Συνόλου Κλαρινέτων της Δημοτικής μας Φιλαρμονικής και τον δάσκαλό τους Βαγγέλη Παπαδάκη, που με τις προχτεσινές θαυμάσιες μελωδικές ερμηνείες τους μάς έδωσαν τη δυνατότητα να περπατήσουμε μαζί τους στον χώρο της Μουσικής, να γνωρίσουμε, να αισθανθούμε, να χαρούμε τις ομορφιές της και να ζήσουμε μια ανεπανάληπτα όμορφη χριστουγεννιάτικη βραδιά.

Τα θερμά συγχαρητήριά μας ξεχωριστά στη Μαργαρίτα Άντη, στη μαθήτριά μας Κλειώ Χριστοδουλάκη, στον Κωνσταντίνο Ευ. Παπαδάκη, στον Αντώνη Σαμωνάκη, στον Κωνσταντίνο Ηλ. Παπαδάκη, στον Αλέξανδρο Σαμωνάκη, στην Τόνια Τσικινά, στον Μάνο Πίτερη, στην Ελευθερία Ευ. Παπαδάκη και, φυσικά, στον μαέστρο και δάσκαλό τους Βαγγέλη Παπαδάκη.

 

 

Οι ναοί του Αγίου Σπυρίδωνος και του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στον Κουμπέ Ρεθύμνου και ο νεότερος ανακαινιστής τους Αθανάσιος Ν. Βασσάλος

 

Οι ναοί του Αγίου Σπυρίδωνος και

του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου

στον Κουμπέ Ρεθύμνου και ο νεότερος ανακαινιστής τους Αθανάσιος Ν. Βασσάλος

 


       Κωστή Ηλ. Παπαδάκη

                www.ret-anadromes.blogspot.com

 

 1.   Οι ναοί του Αγίου Σπυρίδωνος και του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στον Κουμπέ, Ρεθύμνου

     Λίγες δεκάδες μέτρα δυτικότερα του ναού τής Αγίας Φωτεινής, στο σύνορο με την Ι. Μονή τού Σωτήρος Χριστού, Κουμπέ, βρίσκεται ο σπηλαιώδης ναός του αγίου Σπυρίδωνος (εικ. 1). Η διευκρίνιση αυτή κρίνεται απαραίτητη, γιατί στην πόλη μας έχουμε, ως γνωστόν, και δεύτερο σπηλαιώδη ναό του Αγίου Σπυρίδωνος, αυτόν στις δυτικές υπώρειες του φρουρίου της Φορτέτσας. Εδώ, παρά τον άγιο Σπυρίδωνα του Κουμπέ, επί Ενετοκρατίας, υπήρχε το Ορθόδοξο ελληνικό ναΰδριο τής Αγίας Κυριακής, που, σαφώς, εικονίζεται στο σχεδιάγραμμα τού Basilicata του έτους 1618. Την ανάμνηση του ναού αυτού της Βενετοκρατίας- που, εξ αγνοίας, μετονομάστηκε, τον περασμένο αιώνα, από ναός της Αγίας Κυριακής σε ναό του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου- συνεχίζει σήμερα ο υπάρχων ναός της Αγίας Κυριακής, κάτω από τον κεντρικό ενοριακό ναό της Αγίας Φωτεινής.

Εικ. 1. Ο παλαιός σπηλαιώδης ναός του Αγίου Σπυρίδωνος, Κουμπέ
    Και ιδού το ιστορικό της εν λόγω, εξ αγνοίας, μετονομασίας. Στον ι. ναό του Αγίου Σπυρίδωνος κατέφυγε πριν από το 1936- έτος ίδρυσης της γειτονικής σε αυτόν Ἱ. Μονής τού Σωτήρος Χριστού- ο ιερομόναχος Αθανάσιος Βασσάλος, ανιψιός του Νέστορος Βασσάλου, κτίτορος της Μονής του Σωτήρος (εικ. 2), που, ως τότε, μόναζε στο Άγιον Όρος. Ως πιθανότερη χρονολογία προσέλευσής του στον χώρο αυτόν και ανακαίνισης τόσο τού εκεί υπάρχοντος σπηλαιώδους ναού, του Αγίου Σπυρίδωνος, όσο και του συνεχομένου σε αυτόν βενετσιάνικου ναού της Αγίας Κυριακής (που, εξ αγνοίας, όπως σημειώσαμε, τον μετονόμασε σε ναό του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου) θα μπορούσαμε να ορίσουμε τα έτη 1916- 1919. Το πρώτο έτος (1916) αναγράφεται στις δεσποτικές εικόνες του τέμπλου (του Αρχιερέως Χριστού, του Χριστού και της Παναγίας, του Ιωάννου του Προδρόμου και του αγίου Ιωάννου του  Θεολόγου), που φιλοτέχνησε ο Νέστωρ Βασσάλος για τον ι. ναό του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, κατ’ εντολήν του εν λόγω νεότερου ανακαινιστή του και ανιψιού του, Αθανασίου Βασσάλου, ενώ το δεύτερο έτος (1919) αναγράφεται στην παραπάνω προσωπογραφία τού Αθανασίου, έργο και αυτή του Νέστορος Βασσάλου (βλ. εικ. 2). Ο Νέστωρ, τον καιρό εκείνο, ασκήτευε στο Άγιον Όρος και εκεί ασκούσε την αγιογραφία και εκεί φιλοτέχνησε και τις εικόνες αλλά και την προσωπογραφία του Αθανασίου, η οποία κοσμεί σήμερα το αρχονταρίκι της Ι. Μονής του Σωτήρος.

Εικ. 2. Αρχιμ. Αθανάσιος Νικ. Βασσάλος, έργο Νέστορος Βασσάλου 1919.
 _______________________________________________________

 

 2.   Ο Ιερομόναχος Αθανάσιος Βασσάλος του Νικολάου

 

    Ο ιερομόναχος Αθανάσιος Βασσάλος του Νικολάου ήταν από την Κάλυβο Μυλοποτάμου, ανιψιός του Νέστορος Βασσάλου, κτίτορος της γειτονικής, στον σπηλαιώδη ναό του Αγίου Σπυρίδωνος, Ι. Μονής του Σωτήρος Χριστού. Ασκήτευε στο Άγιον Όρος και λέγεται ότι ήταν εξαιρετικά καλλίφωνος. Περί το έτος 1900 προσλήφθηκε ως διάκος από το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως. Εκεί, χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και, ως ιερομόναχος, έλαβε το οφίκιο τού Αρχιμανδρίτη. Είχε ενορία και, ταυτόχρονα, ασκούσε και την τέχνη τού ωρολογοποιού, που την είχε μάθει από παιδί στο Ηράκλειο Κρήτης και του άρεσε πολύ. Με τον τρόπο αυτόν, συγκέντρωσε αρκετά χρήματα, τα οποία, επιστρέφοντας, περί το έτος 1916, στο Ρέθυμνο, εξόδευσε εξ ολοκλήρου σε ποικίλες αγαθοεργίες. ανέλαβε, δηλαδή, τον εξωραϊσμό και την ανακαίνιση τόσο τού εν λόγω σπηλαιώδους ναού τού Αγίου Σπυρίδωνος, όσο και του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου (διάβαζε Αγίας Κυριακής), έκτισε εκκλησία και υδραγωγείο στο χωριό του, την Κάλυβο Μυλοποτάμου, προικοδότησε άπορα κορίτσια και έκανε και διάφορες αφιερώσεις σε άλλους ναούς. Τα έργα του αυτά είναι, προφανώς, που αναγορεύουν τον αρχιμανδρίτη Αθανάσιο Βασσάλο σε μεγάλο ευεργέτη της Καλύβου, όπως, εξάλλου, τον κατονομάζει και τον αναγράφει στην παραπάνω προσωπογραφία του (βλ. εικ. 2) ο θείος του αγιογράφος και ζωγράφος Νέστωρ Βασσάλος.

 

3. Η ανακαίνιση των ναΰδρίων του Αγίου Σπυρίδωνος και της Αγίας Κυριακής και η μετονομασία του δευτέρου σε Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου

 

    Θεωρούμε, λοιπόν, ότι κατά το διάστημα αυτό, ανάμεσα στα έτη 1916- 1919, ο αρχιμανδρίτης Αθανάσιος Βασσάλος θα ήλθε από την Κωνσταντινούπολη και θα ανακαίνισε τον ναό της Αγίας Κυριακής, που, από άγνοια, τον μετονόμασε σε ναό του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, έχοντας, ίσως, ακούσει τη φήμη ότι δυτικά του Ρεθύμνου υπήρχε ναός του «Αγίου Ιωάννου», που όμως αφορούσε στον Άγιο Ιωάννη τον Ερημίτη, της γειτονικής Μονής του Σωτήρος, κατά τα χρόνια της Βενετοκρατίας, όπως έχουμε αποδείξει στο σχετικό για τη Μονή βιβλίο μας.

      Ανακαίνισε, επίσης, και τον παλαιό σπηλαιώδη ναό του αγίου Σπυρίδωνος, μετατρέποντάς τον στο γνωστό σήμερα και πολύ αγαπητό στην πόλη μας προσκύνημα. Μετέφερε την Αγία Τράπεζα στο κέντρο του ιερού Βήματος, που προηγουμένως εφαπτόταν στον ανατολικό βράχο και διεύρυνε τον χώρο του ιερού (βλ. εικ. 1). Ο ναός αυτός, να σημειωθεί, για ένα διάστημα, πριν την ανέγερση του ι. ναού της Αγίας Φωτεινής (1974), λειτούργησε ως ενοριακός, με εφημέριό του τον μακαριστό Ιωάννη Ξέκαλο (πληροφορία π. Χαράλαμπου Κουτάντου).

      Στον διπλανό βενετσιάνικο ναό της Αγίας Κυριακής, που μετονόμασε σε ναό του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, έφτιαξε ξύλινο τέμπλο, όπου τοποθέτησε τις προαναφερθείσες εικόνες τού θείου του Νέστορος Βασσάλου. Οι εικόνες αυτές καταστράφηκαν όλες από την υγρασία του χώρου και τον χρόνο και φυλάσσονται, σήμερα, σε όχι καλή κατάσταση, στα γραφεία της Ενορίας της Αγίας Φωτεινής, ενώ σε καλύτερη κατάσταση διατηρείται στο κλίτος του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, παρά τον σπηλαιώδη άγιο Σπυρίδωνα, η εικόνα του αγίου Ιωάννου του Θεολόγου.

    Μέσα στον ναό τού αγίου Σπυρίδωνος βρίσκεται σήμερα και ο τάφος τού εν λόγω νεότερου ανακαινιστή του, Αθανασίου Βασσάλου, που θα τάφηκε εκεί κατόπιν, ίσως, ενεργειών τού θείου του Νέστορος Βασσάλου. Είναι κατασκευασμένος εξ ολοκλήρου από πέτρα Αλφάς και φέρει την επιγραφή, «βυζαντινοίς γράμμασιν»: «Αρχιμανδρίτης Αθανάσιος Βασσάλος εκ Καλύβου Μυλοποτάμου» και το επίγραμμα «Ιησούς Χριστός Νικά» εν μέσω σχήματος σταυρού, ενώ φωτογραφία της προαναφερθείσας προσωπογραφίας του είναι τοποθετημένη πάνω σε αυτόν (εικ. 3).

Εικ. 3. Ο τάφος του Αθανασίου Βασσάλου, στον σπηλαιώση ναό του αγίου Σπυρίδωνος.

    Οι τελευταίες ουσιαστικές επεμβάσεις στο ναΰδριο του Αγίου Σπυρίδωνος- μετά από  αυτές του Αθανασίου Βασσάλου (1916)- έγιναν σχετικά πρόσφατα, το έτος 2003, από την ενορία τής Αγίας Φωτεινής, στην οποία και ανήκει ο ναός από το έτος 1974 (εικ. 4 και 5). Πιο πριν το ναΰδριο ανήκε στην ενορία Γάλλου.

Εικ. 4. Ο ανακαινισμένος ναός του Αγίου Σπυρίδωνος (εξωτερικά)

Εικ. 5. Ο ανακαινισμένος ναός του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου (εσωτερικά)

    Ο εφημέριος και το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο ανακαίνισαν τόσο το σπηλαιώδες ναΰδριο του Αγίου Σπυρίδωνος όσο και τον παλαιό βενετσιάνικο ναό του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, σε μιαν ενιαία διμάρτυρη εκκλησία. Η ανακαίνιση τελείωσε το έτος 2003 και στις 12 Δεκεμβρίου, του ίδιου έτους, τελέστηκαν τα εγκαίνια και των δύο ναών από τον αείμνηστο Μητροπολίτη Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου κυρό Άνθιμο. Η ημερομηνία αυτή αναγράφεται πάνω στο αντιμήνσιο καθιέρωσης του εν λόγω διμάρτυρου ναού.

     Η πρόκληση, περαιτέρω, του σπηλαιώδους ναϋδρίου του Αγίου Σπυρίδωνος είναι που ώθησε κατά την ανακαίνισή του το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο στη δημιουργία εντός αυτού μιας όμορφης εικονικής αναπαράστασης του γεγονότος της θείας του Κυρίου Γέννησης, πράγμα που το κατέστησε, έκτοτε, ναόν ιδεώδη για την τέλεση, εδώ, της χριστουγεννιάτικης θείας λειτουργίας, που, πράγματι, από το επόμενο έτος (2004) της τελευταίας ανακαίνισής του, τελείται κατά το βράδυ των Χριστουγέννων (24 προς 25 Δεκεμβρίου) (εικ. 6).

Εικ. 6. Νεότερες διαμορφώσεις του σπηλαιώδους ναού του αγίου  Σπυρίδωνος.

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΡΕΘΥΜΝΗΣ & ΑΥΛΟΠΟΤΑΜΟΥ ΤΙΤΟΣ ΣΥΛΛΙΓΑΡΔΑΚΗΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΓΚΥΚΛΙΟΥΣ ΤΟΥ (7/5/1970 - 11 /9/1987 )

 

Μητροπολίτης Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου κυρός Τίτος Συλλιγαρδάκης

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΡΕΘΥΜΝΗΣ & ΑΥΛΟΠΟΤΑΜΟΥ ΚΥΡΟΣ

ΤΙΤΟΣ ΣΥΛΛΙΓΑΡΔΑΚΗΣ

ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΓΚΥΚΛΙΟΥΣ ΤΟΥ

(7/5/1970 - 11 /9/1987 )

 

      Η εισήγηση του Κωστή Ηλ. Παπαδάκη κατά την Εσπερίδα "Εις τιμήν και μνήμην Τίτου Συλλιγαρδάκη"

 

          Μια σειρά εβδομήντα δύο (72) εγκυκλίων, κατ’ επιλογήν του ιδίου του Μητροπολίτη Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου κυρού Τίτου Συλλιγαρδάκη, δημοσιεύονται σε έκδοσή του υπό τον τίτλο «Ποιμαντορικόν Εγκόλπιον» (Ρέθυμνον 1981). Τα κείμενα των εν λόγω εγκυκλίων αντλούνται από το Αρχείο της πρώτης δεκαετούς δημιουργικής- εκ των δεκαεπτά συνολικά ετών- αρχιερατείας του, προσδιορίζονται δε από τον ίδιο ως: «υπομνήσεις ιερών καθηκόντων…».

  Μέσω των εξαπολυθεισών εγκυκλίων ενός Ιεράρχη, προερχομένων  απευθείας από τη γραφίδα και την ένθερμη σκέψη των καρδιακών του χώρων, κρίνουμε ότι μιλάει ακόμα πιο  ά μ ε σ α  το πρόσωπο, ώστε, τελικά, διά της προσεκτικής μελέτης αυτών, να μπορούμε να αποκομίσουμε, κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο, το πλήρες διαμέτρημα της προσωπικότητάς του, του χαρακτήρα και των αρετών του και της πολύπλευρης και πολυσχιδούς δραστηριότητάς του. Μπορούμε, δηλαδή, μέσω των εγκυκλίων ενός επισκόπου- όπως στην προκείμενη περίπτωση- να παρακολουθήσουμε επαρκέστερα και ασφαλέστερα τον χαρακτήρα και την εν γένει προσωπικότητα και δράση του με έναν τρόπο παρατήρησης, οπωσδήποτε, πιο άμεσο και, ένεκα τούτου, και πιο βέβαιο και δυνατό, απ’ ό,τι αν η μελέτη μας γινόταν μέσα από διάφορες άλλες πηγές, περιοδικά, βιβλία, διαδίκτυο, εφημερίδες κ.λπ., που η αναφορά τους στο πρόσωπο γίνεται εμμέσως και μέσω της έρευνας τρίτων.

     Στην προκείμενη περίπτωση του Μητροπολίτη Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου κυρού Τίτου Συλλιγαρδάκη, όπως έχουμε ήδη εξαρχής επισημάνει, οι εβδομήντα δύο αυτές εγκύκλιοι είναι αντιπροσωπευτικές της όλης ζωής, δράσης και διακονίας του, αποτελούν προσωπική του, δημοσιεύσιμη, επιλογή και αφορούν στην πρώτη γόνιμη και δημιουργική δεκαετία της αρχιερατείας του (1970- 1980), που ετέθησαν τα θεμέλια του αρχιερατικού του οικοδομήματος, ώστε να δίδουν αρκετά σαφή και βέβαια συμπεράσματα για τη γραμμή που ακολουθούσε και τις αρχές, τα πρότυπα και τις προτεραιότητες που έθετε κατά την άσκηση των ποιμαντορικών του καθηκόντων.

    Να σημειώσουμε, πάντως, ότι εκ των παραπάνω εβδομήντα δύο εγκυκλίων, οι είκοσι δύο αφορούν ειδικά σε ποιμαντορικές εγκυκλίους για τις εορτές του Πάσχα, των Χριστουγέννων και, σπανιότερα, και της Πεντηκοστής, οπότε εναπομένουν πενήντα (50) εγκύκλιοι γενικότερης θεματολογίας, που, οπωσδήποτε, είναι αρκετές για τη μελέτη μας και τις επιμερίζομε στις εξής τέσσερις (04) θεματικές κατηγορίες, ανάλογα προς τη συχνότητα των εξαπολυθεισών, σε κάθε μία, εγκυκλίων:

 Α΄) σε εγκυκλίους σχετικές προς τον καταρτισμό και την επιμόρφωση των ιερέων της Μητροπόλεως, σύμφωνα προς την ορθόδοξη θεολογική και πολιτισμική παράδοση και κληρονομιά. Πολλές από τις εγκυκλίους της κατηγορίας αυτής εστιάζουν αποκλειστικά και μόνο στην κατηχητική παιδεία και στο απ’ άμβωνος κήρυγμα.

 Β΄) σε εγκυκλίους σχετικές προς το ιεροτελεστικό και τελετουργικό της Εκκλησίας μέρος, προς επίτευξη του λατρευτικού, τελετουργικού και συνάμα μυστικού και μυστηριακού χαρακτήρα των ιερών Ακολουθιών σύμφωνα προς το Τυπικό της Ορθοδόξου Εκκλησίας, ώστε «πάντα ευσχημόνως και κατά τάξιν γινέσθω» (Α΄ Κορ. 14, 40). Οπότε, πολύ συχνά ο σεπτός Ιεράρχης διά των εγκυκλίων του δίνει στους κληρικούς της Μητροπόλεώς του οδηγίες και διατάξεις για το πώς και πότε πρέπει να τελούνται οι διάφορες ακολουθίες.

 Γ΄) σε εγκυκλίους σχετικές προς τη διοίκηση, την ενοριακή δομή, την Τοπική Εκκλησιαστική Ιστορία και την περισυλλογή και διαφύλαξη των κειμηλίων των ενοριών

 Δ΄) σε εγκυκλίους σχετικές προς τη φιλανθρωπία και τα Φιλόπτωχα Ταμεία της Μητροπόλεως.

  Όπως, λοιπόν, μπορούμε να παρακολουθήσουμε- από την ενδελεχή ανάλυση και μελέτη των πενήντα (50) αυτών εγκυκλίων[1]- κατά την άσκηση των καθηκόντων του τον αείμνηστο Ιεράρχη Τίτο Συλλιγαρδάκη φαίνεται να κατακοσμούν σπάνιες αρετές και να εμφορείται από τις εξής αρχές και προτεραιότητες στην άσκηση του ποιμαντικού έργου του.          

    Α΄. Συχνότερη όλων προβάλλει η έμπονη του αείμνηστου Ιεράρχη αγωνία προς μιαν υποδειγματική επιμόρφωση και κατάρτιση του κλήρου της Εκκλησίας των Ρεθυμνίων και θωράκιση αυτού με βαθιά εκκλησιαστική παιδεία και πλούτο χριστιανικών αρετών, πού συνίσταται στην καλλιέργεια, πρωτίστως, των ιερατικών κλήσεων και στην παροχή παιδείας με την ουσιαστική και βαθιά τού όρου έννοια, αφού κατά τούς Πατέρες τής Εκκλησίας «Παιδεία μετάληψις ἁγιότητος ἐστί…».

  Πρόκειται για την πρώτη, από τις παραπάνω εκτεθείσες, Θεματική Ενότητα, στην οποία αναλογούν οι μισές σχεδόν των εγκυκλίων. Εκ των πενήντα (50) εγκυκλίων που μελετήσαμε οι είκοσι τέσσερις (24) (48%) την αναφορά τους έχουν στην θεματική αυτήν ενότητα με τον εξής επιμερισμό:

  Ι. Για τα Κατηχητικά Σχολεία και το απ’ άμβωνος κήρυγμα (10 εγκύκλιοι και ποσοστό 20%), ενώ,

  ΙΙ. ακόμα, μεγαλύτερης σημασίας για τον Ιεράρχη φαίνονται να είναι τα Ιερατικά Συνέδρια και τα Ειδικά Επιμορφωτικά Σεμινάρια (11 εγκύκλιοι και ποσοστό 22%), τα οποία επαναλαμβάνονται αυστηρά κατ’ έτος και σε κάποιες, μάλιστα, χρονιές διοργανώνονται και δύο επιμορφωτικές συνάξεις με την 1η να αποκαλείται Συνέδριο και τη 2η Ειδικό Σεμινάριο.

  Δυο εγκύκλιοι στη θεματική αυτήν Ενότητα αναφέρονται και στην ειδική περιοδική έκδοση της Μητροπόλεως, τον «Παράκλητο», την οποία ο Ιεράρχης θεωρεί «δώρον του Παρακλήτου», δηλαδή της αγάπης του Θεού και δεν έπαυσε ποτέ να σεμνύνεται γι’ αυτήν.

  Ιστορικό πλαίσιο

  1. Ένα από τα πρώτα έργα που υλοποίησε ο Μητροπολίτης Τίτος υπήρξε και η έκδοση περιοδικού υπό τον τίτλο «Παράκλητος», που το 1ο τεύχος αυτού εξεδόθη από το πρώτον, κιόλας, έτος της αρχιερατείας του (1970). Το περιοδικό αριθμούσε 1000 συνδρομητές και τυπωνόταν με τις συνδρομές αποκλειστικά των συνδρομητών του (εγκύκλιος 3760/18-11- 1971). Προς τούτο, δια των εγκυκλίων του αυτών ζητούσε επιμόνως από τους κληρικούς για την εγγραφή και νέων συνδρομητών και να μην αναλώνονται απλά στην «κατ’ έντυπον» διανομή του περιοδικού στους πιστούς.

   Β΄. Ακολουθούν σε συχνότητα εγκύκλιοι που αναφέρονται στο ιεροτελεστικό και τελετουργικό μέρος της Εκκλησίας. Πρόκειται για τη δεύτερη Θεματική Ενότητα, στην οποία αναλογούν δώδεκα (12) εκ των πενήντα εγκυκλίων (ποσοστό 24%) που ο Ιεράρχης επέλεξε και δημοσίευσε στο «Ποιμαντορικόν Εγκόλπιον» για την πρώτη δεκαετία της αρχιερατείας του.

  Ιδιαίτερα, πάντως, εντυπωσιάζει το γεγονός ότι εκ των εγκυκλίων αυτών οι οκτώ (08) (εκ των δώδεκα) εξαπολύθηκαν στα τρία, κιόλας, πρώτα έτη της αρχιερατείας του (1970- 1972), πράγμα που καταδεικνύει, προφανώς, το μορφωτικό επίπεδο στο οποίο ο Ιεράρχης θα ανεύρε την Εκκλησία των Ρεθυμνίων αμέσως μετά την άφιξη και ενθρόνισή του σε αυτήν και τον έμπονο και θυσιαστικόν αγώνα στον οποίο θα απεδύθη στη συνέχεια προκειμένου να διδάξει και ενημερώσει τον κλήρο σχετικά με την τέλεση των ιερών Ακολουθιών και των μυστηρίων συμφώνως προς το Τυπικό της Ορθοδόξου Εκκλησίας.

  Έτσι, για παράδειγμα, έχουμε εγκυκλίους διά των οποίων δίδονται οδηγίες και διατάξεις κυρίως επί του ιεροτελεστικού και τελετουργικού μέρους, για το πώς και πότε, δηλαδή, πρέπει να τελούνται οι διάφορες ακολουθίες, όπως η νεκρώσιμος ακολουθία (εγκύκλιος 2268/16-1-71), οι εορτές της Ζωοδόχου Πηγής και του Αγίου Γεωργίου (εγκύκλιος 1188/10-4-71), η τέλεση των ακολουθιών της Μεγάλης Τεσσαρακοστής (εγκύκλιος 309/9-3-72), η διάταξη και η αρτοκλασία του εσπερινού (εγκύκλιος 3671/ 18-11-1971), η διάταξη του Όρθρου (εγκύκλιος 4212/ 17-12-1971), η διάταξη της Θείας Λειτουργίας (εγκύκλιος 536/ 18-2-1972) κ.λπ., ενώ δίδονται οδηγίες και για τα ιερά άμφια, την ενδυμασία και αναστροφή του ιερέως (εγκύκλιος 114/ 14-1-1971 και 3139/ 14-11-1970).

     Ιστορικό πλαίσιο

     Γενική Παρατήρηση:

    Αιτία, ίσως, για την οποία ο αείμνηστος Ιεράρχης αφιερώνει το μέγιστο μέρος των έξαπολυθεισών εγκυκλίων του (συνολικά τριάντα έξι από τις πενήντα!- ποσοστό 72%) για τις δύο αυτές πρώτες Θεματικές Ενότητες, δηλαδή την επιμόρφωση και κατάρτιση του κλήρου και, ιδιαίτατα για τη δεύτερη, την αφορώσα στο ιεροτελεστικό και τελετουργικό μέρος της Εκκλησίας (για οποίο, όπως έχουμε, ήδη, επισημάνει, τις οκτώ από τις δώδεκα εγκυκλίους τις απέστειλε στα τρία, κιόλας, πρώτα χρόνια της αρχιερατικής του διακονίας), αιτία, λέγω, γι’ αυτό μπορούμε να θεωρήσουμε το γεγονός ότι το έτος 1970, που ο αείμνηστος Μητροπολίτης ανέλαβε τον θρόνο, η Ι. Μητρόπολη Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου διατελούσε, ήδη, σε χηρεία δύο και πλέον ετών, λόγω παραίτησης του προκατόχου του Αθανασίου Αποστολάκη από την 1/4/1968 για λόγους υγείας. Η αναδιοργάνωση, λοιπόν, αυτή στο κατηχητικόλατρευτικό και κηρυκτικό της Εκκλησίας έργο κρινόταν άμεση και επιβεβλημένη. Επιδίωξή του, βέβαια, ήταν και η επιθυμία του να εμφυσήσει ένα νέο πνεύμα στα της Μητροπόλεώς του.

   Γ΄.  Έπονται σε συχνότητα εγκύκλιοι που αναφέρονται σε θέματα σχετικά προς τη διοίκηση και την ενοριακή δομή, την Τοπική Εκκλησιαστική Ιστορία και την περισυλλογή και διαφύλαξη των ι. εικόνων και κειμηλίων των ενοριών. Στην κατηγορία αυτήν (πρόκειται για τη Γ΄ Θεματική Ενότητα) ανήκουν εννέα (09) εκ των πενήντα (50) δημοσιευομένων στο «Ποιμαντορικόν Εγκόλπιον» εγκυκλίων (ποσοστό 18%). 

  Δ΄. Τελευταίες σε συχνότητα είναι εγκύκλιοι που αναφέρονται στα Φιλόπτωχα Ταμεία και στην αρετή της φιλανθρωπίας και των πράξεων αγάπης. Στην κατηγορία αυτήν (Δ΄ Θεματική Ενότητα) στο «Ποιμαντορικόν Εγκόλπιον» ανήκουν πέντε (05) εκ των δημοσιευομένων πενήντα (50), συνολικά, εγκυκλίων (ποσοστό 10%).  

     Στο θέμα, πάντως, αυτό, της φιλαθρωπίας, στερρά της Ι. Μητροπόλεως επιθυμία ήταν- σύμφωνα προς την εγκύκλιο 3519/11-12-1973- όπως επικεφαλής κάθε φιλανθρωπικής και κοινωνικής δραστηριότητας να είναι το Γενικόν Φιλόπτωχον Ταμείον, το οποίο, όπως σημειώνεται, «κατήργησεν την επαιτείαν εις την πόλιν, παρέχει φαρμακευτικήν περίθαλψιν εις πλείστους ασθενείς, επιδόματα εις απόρους μαθητάς, διερμηνεύον την συμπαράστασιν της Μητρός Εκκλησίας εις τους αναξιοπαθούντας αδελφούς».

    Ιστορικό πλαίσιο

   Πάντως, παρότι- σύμφωνα προς τις παραπάνω εγκυκλίους- το μεγάλο βάρος φαίνεται, κατά την πρώτη δεκαετία, να το κρατούν- για τους λόγους που ήδη έχουμε αναφέρει- οι τρεις πρώτες θεματικές ενότητες (επιμόρφωση του κλήρου της Μητροπόλεως, τελετουργικό- τυπικό και ενημέρωση επί ενοριακών θεμάτων), η ποιμαντορία τού αειμνήστου Ιεράρχη δεν υπολειπόταν και από ένα αρκετά πλούσιο κοινωνικό και φιλανθρωπικό έργο, με κύριους εκφραστές του το ζωντανό «Φιλόπτωχο Ταμείο», με τους περίφημους εκείνους «Εράνους της Αγάπης» κατά τις περιόδους του Πάσχα και των Χριστουγέννων, τα συσσίτια των επί μέρους ενοριών αλλά και το Γηροκομείο Ρεθύμνου για το οποίο το ενδιαφέρον του ήταν αδιάπτωτο και καθημερινό. Παρακολουθούσε από κοντά τις ανάγκες του, συντρόφευε τους γέροντες τροφίμους του και προέδρευε ανελλιπώς σε όλες τις συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου.

   Πέραν, όμως, της τοπικής αυτής φιλανθρωπικής πρόνοιας, που περιορίζεται στα στενά όρια της  μητροπολιτικής περιφέρειας της Εκκλησίας των Ρεθυμνίων, ιδιαίτερα εντυπωσιακή κρίνεται και η μέριμνα της Ι. Μητρόπολης Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου και προς τέσσερις εμπερίστατες αδελφές ορθόδοξες Εκκλησίες της ξένης, μέριμνα που προβάλλεται διά τεσσάρων, αντιστοίχως, εγκυκλίων του Ρεθυμνίου Ιεράρχη και πιο συγκεκριμένα με: δύο προς την αδελφή ελληνική Εκκλησία της Κύπρου, μία προς την, επίσης, ελληνική Αρχιεπισκοπή του Όρους Σινά και μία προς την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ρουμανίας.

   Στη συνέχεια μελετούμε τις εν λόγω τέσσερις εγκυκλίους κατά  χρονολογική σειρά και παραθέτουμε και τα «ιστορικά πλαίσια» των καταστάσεων που τις δημιούργησαν:

   Η 1η και η 2η, για βοήθεια στην Εκκλησία της Κύπρου στάλθηκε με αφορμή την τουρκική εισβολή της 20ης Ιουλίου1974 και τη δεινή κατάσταση στην οποία περιήλθε, πέντε μέρες μετά το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου, με σκοπό την ανατροπή του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας Αρχιεπισκόπου Μακάριου Γ’, προφασιζόμενη το άρθρο 4 της Συνθήκης Εγγυήσεων (συμφωνίες Ζυρίχης- Λονδίνου).

    Η 3η εγκύκλιος, για τη βοήθεια στο Θεοβάδιστο Όρος Σινά, στάλθηκε εξ αιτίας του περίφημου «Πολέμου των Έξι Ημερών», γνωστού και ως Αραβοϊσραηλινού Πολέμου του 1967 ή Τρίτου Αραβοϊσραηλινού Πολέμου, που βύθισε στη βία και το αίμα εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπων σε ολόκληρη τη Μέση Ανατολή, κάνοντας την ειρήνη άπιαστο όνειρο.

   Και η 4η εγκύκλιος, για την βοήθεια στην αδελφή Εκκλησίας της Ρουμανίας, στάλθηκε με αφορμή τον σεισμό της 4ης  Μαρτίου 1977, που στοίχισε τη ζωή σε 1600 ανθρώπους, ενώ καταστράφηκαν ή υπέστησαν σοβαρές ζημιές 35.000, περίπου, κτίρια.

       Συμπεράσματα

    Από τη μελέτη που πραγματοποιήσαμε σε πενήντα (50) συνολικά εγκυκλίους της πρώτης δεκαετίας (1970- 1980) της αρχιερατείας του μακαριστού Μητροπολίτη Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου κυρού Τίτου Συλλιγαρδάκη, διαπιστώσαμε ότι το μέγιστο βάρος του ενδιαφέροντος και των προτεραιοτήτων που ο Ιεράρχης έθετε κατά την άσκηση των ποιμαντορικών του καθηκόντων το κράτησαν- για τους λόγους που αναφέρουμε στις επί τόπου παρατηρήσεις μας- οι τρεις πρώτες Θεματικές Ενότητες, στις οποίες επιμερίσαμε τις πενήντα αυτές εγκυκλίους και λιγότερο η τέταρτη ως εξής:

   α΄) ως πρώτη προτεραιότητα για τον Μητροπολίτη Τίτο προβάλλει η Επιμόρφωση και Κατάρτιση δι’ Ιερατικών Συνεδρίων και Ειδικών Επιμορφωτικών Σεμιναρίων και συνάξεων του κλήρου της Ι. Μητροπόλεώς του με βαθιά εκκλησιαστική παιδεία και πλούτο χριστιανικών αρετών, ενώ ειδική βαρύτητα φαίνεται να δίδεται και στα Κατηχητικά Σχολεία και στο απ’ άμβωνος κήρυγμα [για τη θεματική αυτήν ενότητα εξαπολύθηκαν 24 εγκύκλιοι (ποσοστό 48%)]

   β΄) ως δεύτερη προτεραιότητα του Ιεράρχη προβάλλει η σωστή ενημέρωση των ιερέων της Μητροπόλεώς του επί του τυπικού, ιεροτελεστικού και τελετουργικού της Εκκλησίας μέρους, προκειμένου να καλλιεργηθεί ο “κατ’ επίγνωσιν ζήλος” της λατρευτικής αυτών εφέσεως [για τη θεματική αυτήν ενότητα εξαπολύθηκαν 12 εγκύκλιοι (ποσοστό 24%)]

  γ΄) ως τρίτη προτεραιότητα παρουσιάζεται η ακριβής ενημέρωση του κλήρου επί ποικίλων ενοριακών θεμάτων [για τη θεματική αυτήν ενότητα εξαπολύθηκαν 09 εγκύκλιοι (ποσοστό 18%)] και

  δ΄) η άσκηση της φιλανθρωπίας και πράξεων αγάπης προβάλλει ως η τέταρτη προτεραιότητα του Ιεράρχη [για τη θεματική αυτήν ενότητα εξαπολύθηκαν 05 εγκύκλιοι (ποσοστό 10%)].

 


[1] Ορισμένες από τις πενήντα αυτές εγκυκλίους συχνά τις διερμηνεύουμε και διασαφηνίζουμε και ιστορικά, δίνοντας το ακριβές «ιστορικό πλαίσιο» μέσα στο οποίο εξαπολύθηκαν.