Η προσφορά της Ι. Μονής Πρέβελη και του Ηγουμένου της Μελχισεδέκ Τσουδερού στον Αγώνα του Εικοσιένα

 

Ιερά Μονή Πρέβελη

Στα διακόσια χρόνια από την κήρυξη της Επανάστασης

 

Η προσφορά της Ι. Μονής Πρέβελη

και του Ηγουμένου της Μελχισεδέκ Τσουδερού

στον Αγώνα του Εικοσιένα

 

  ΚΩΣΤΗΣ  ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ

    www.ret-anadromes.blogspot.com

 

Είναι γεγονός ότι στην Κρήτη, και ειδικότερα στην επαρχία Αγίου Βασιλείου, το κέντρο του αγώνα το είχε η Ιερά Μονή Πρέβελη και, μάλιστα, με τον λεοντόκαρδο εκείνο (ήδη από το έτος 1808) ηγούμενό της, τον Μελχισεδέκ Τσουδερό (κατά κόσμον Μιχαήλ Τσουδερό) (1769-1823), τον «Τσουδερογούμενο», όπως τον αποκαλούσαν οι συμπατριώτες του, «άνδρα επίσημο και πολύπειρο και συγγενή των Καλλικρατιανών[1]. Η θρυλική μορφή του "Φιλικού" Ηγουμένου Μελχισεδέκ Τσουδερού- από το γειτονικό στην Ι. Μονή Πρέβελη χωριό Ασώματος και από πατέρα Εμμανουήλ Καλλέργη[2]- είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και συνδέεται άμεσα με την ενεργό συμμετοχή του σε σημαντικά ιστορικά γεγονότα των δύο πρώτων χρόνων της Επανάστασης του 1821 και την πρώιμη έναρξή της από το Μοναστήρι του Πρέβελη μέχρι την επίσημη Γενική των Κρητών Συνέλευση στην Παναγία τη Θυμιανή Κομιτάδων (29/5/1821) και την επίσημη κήρυξη του πολέμου εναντίον του Σουλτάνου και μέχρι, τέλος, τις 5-2-1823, όταν στο Πολεμάρχι Κισάμου πληγώθηκε θανάσιμα ο λιονταρόψυχος αυτός αετός του Πρέβελη. 

Μελχισεδέκ Τσουδερός- ελαιογραφία της Ι. Μονής Πρέβελη

Και είναι αλήθεια ότι ο Τσουδερός στήριξε συστηματικά τη δραστηριότητα των επαναστατών σε πολλά μέτωπα του αγώνα, αλλά και πολλών φυγόδικων τους οποίους περιέθαλπε στη Μονή, γνωρίζοντας ότι καθώς ήταν απομονωμένη στην Πίσω Γιαλιά αποτελούσε ένα ασφαλές γι’ αυτούς καταφύγιο. Ο Ηγούμενος ήταν, επίσης, μιλημένος στα πράγματα της Φιλικής Εταιρείας, ήδη, από το έτος 1819. Με ειδική εντολή τού αρχιμανδρίτη Γρηγορίου Δικαίου (Παπαφλέσσα) κατέβηκε ο Ανανίας, ο ιερομόναχος, από την Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας του Αγίου Όρους και μύησε όχι μόνον αυτόν αλλά και άλλους σπουδαίους Κρητικούς, καθώς και τον αδελφό του, τον Γεώργιο Τσουδερό[3], τον μεγάλο αυτόν και χαρισματικό άνδρα και οπλαρχηγό, που συμμετείχε σε αρκετές μάχες και επέζησε του αγώνα του Εικοσιένα και έλαβε μέρος και στην επανάσταση των Χαιρέτηδων (1841), ενώ ο γιός του, καπετάν Αναγνώστης, κατά την επανάσταση του 1866, κατέβηκε από το Ναύπλιο και τέθηκε αρχηγός της επαρχίας Αγίου Βασιλείου, συνεχίζοντας τον πατριωτικό του πατέρα του αγώνα.

Στο διάστημα, λοιπόν, της ηγουμενίας του Μελχισεδέκ μεγάλα και αξιόλογα γεγονότα εκτυλίσσονται στην Κρήτη, όπως ο διωγμός των Γενιτσάρων αλλά και το σπουδαιότερο εκρήγνυται η μεγάλη Επανάσταση των Ελλήνων κατά των Τούρκων. Τότε, ο ηγούμενος Μελχισεδέκ και το Μοναστήρι του Πρέβελη έδωσαν τα πάντα στον υπέρ πατρίδος αγώνα. εκτός από τα όπλα και την ουσιαστική συμβολή στην οργάνωση του πρώτου τακτικού στρατού, δόθηκαν και αυτά, ακόμη, τα κειμήλια του μοναστηριού.

Όταν ο Ανώτατος Διοικητής Κρήτης Μιχαήλ Αφεντούλιεφ ζήτησε συνδρομή για τη διοργάνωση του απελευθερωτικού αγώνα, τα μοναστήρια ήταν από τους πρώτους που έσπευσαν να προσφέρουν τα κειμήλια και τα ιερά σκεύη τους. Στην περίπτωση αυτήν και το μοναστήρι του Πρέβελη με τον ατρόμητο ηγούμενο του, έδωσε το δικό του παρόν, προσφέροντας το σύνολο των ασημικών τής Μονής, που προσμετρούσαν το καθόλου ευκαταφρόνητο βάρος των οκτώ χιλιάδων σαράντα πέντε δραμίων (8045), στον ανώτατο Διοικητή Κρήτης. Και το κυριότερο, στην περίπτωση αυτήν, δεν είναι η αξία αυτήν καθ’ εαυτήν του αργύρου, όσο της ιστορίας που ο άργυρος αυτός κουβαλούσε- ίσως και από τα χρόνια της Ενετοκρατίας- και που θα μπορούσε να μας μιλήσει σήμερα για την ιστορία της Μονής, αλλά και να απεικονίσει την Τέχνη και τον πολιτισμό της Κρήτης της περιόδου εκείνης[4].

Σχετική «απόδειξη» της παράδοσης αυτής των κειμηλίων έχει διασωθεί στα αρχεία του Μοναστηριού. Την υπογράφει ο Μιχαήλ Κομνηνός Αφεντούλιεφ και πρώτος τη δημοσίευσε ο Μιχαήλ Γ. Πρεβελάκις[5], ο οποίος τη χαρακτηρίζει ως «αξία αναγνώσεως», γιατί, ακριβώς, φανερώνει το πατριωτικό μεγαλείο της ψυχής του ηγουμένου Μελχισεδέκ και της συνοδείας αυτού, την οποία, ασφαλώς, ο τελευταίος ενεψύχωσε, στο να συνηγορήσει στην μεγαλειώδη αυτήν πράξη της Μονής, αλλά και στις άλλες σημαντικές πατριωτικές ενέργειές του. Και ιδού το έγγραφο με το οποίο συμφωνείται η παράδοση αυτή των τιμαλφών της Μονής στον υπέρ πάντων αγώνα της εξεγερμένης Πατρίδος, στο οποίο διατηρείται η ακριβής ορθογραφία του πρωτοτύπου:

Εγό ο κάτωθεν υπογεγραμμένος φανερόνω να επερίλαβα από τον πανοσιώτατον και Άγιον Καθηγούμενον Μελχισεδέκ του Μοναστηρίου του Πρέβελη εις τα ‘Ρεθεμνιότικα δράμια οχτό χιλιάδες σαράντα πέντε ασημικά εκκλησιαστικά του ιδιού Μοναστηρίου τα οποία επαραδώθησαν εις την Κατζελλαρίαν του Λουτρού[6] του Κυρίου Μάρκου Βαλσαμάκη Κεφαλονίτη εις πληρωμήν Μπαρουτιών και 4ων κανονίων και άλλων πραγμάτων από αυτόν αγορασμένων ως φαίνετε από τους λογαριασμούς ευρισκομένους εις την ιδήαν Κατζελλαρήαν και τον απεράστηκαν προς παράδες 35 το κάθε δράμη και έστησαν όλλα γρόσια επτά χιλιάδες τριάντα εννέα και παρ. 15. Και του δίδεται αυτό το αποδικτικόν υπογεγραμμένον ιδιοχιρός μου και εσφραγισμένον με την Σφραγήδα των αρμάτων μου να χρησιμεύση έν παντί κερώ και κριτηρήω του Έθνους των Γρεκών δια να τα πληρώσουν και γνορίσουν την μεγάλην δούλευσιν και βοήθηαν όπου έκαμεν ο Ιρημένος εις έναν πολά σκλυρόν κερόν της ανάγκης και όπως θέλει το κρίνουν δίκεον και εύλογον.

Εν Λουτρώ τη Οκτομβρίου 1821. Τ.Σ.

Αρχιστράτηγος και Διοικητής Κρήτης

Μιχαήλ Κομνινός Αφεντούλιεφ 

 

Αριστερά της υπογραφής υπάρχει σφραγίδα με τα σύμβολα του Αφεντούλιεφ από ερυθρό ισπανικό κερί. Στην επόμενη σελίδα του φύλλου έχουν  έχουν προστεθεί και τα εξής, με υπογραφή και πάλι του Αφεντούλιεφ:

 

Του ιδίου Ιγουμένου επήρα από την Γαβδον διά χρήσιν της Πατρίδος τριακόσια τριάντα μουζούρια Μιγάδη λέγω νούμερα 330 και ήκοσι μουζούρια στάρι λέγω νούμερα 20 και αυτά πρέπυ να πλυρωθή εν καιρώ από την Εθνικήν κάσσαν ο ίδιος.

Μιχαήλ Κομνηνός Αφεντούλιεφ.

 



[1] Βασιλείου Ψιλάκη, Ιστορία τής Κρήτης, τ. Γ΄, έκδοση Αρκάδι, Αθήναι χ.χ., 252.

[2] Κωστή Ηλ. Παπαδάκη, Χωριά της Επαρχίας Αγίου Βασιλείου Ρεθύμνου, στη σειρά των «Πρακτικών» του Διεθνούς Επιστημονικού Συνεδρίου για την Επαρχία Αγίου Βασιλείου, τ. Δ΄, 186- 189 και 208-  210. Το «Τσουδερός» είναι παρωνύμιο του άνδρα που πρώτος αυτός το έλαβε και, στη συνέχεια, επιβλήθηκε ως επίθετο και σε όλους τους άλλους. Προήλθε από ένα τυχαίο περιστατικό, όταν, δηλαδή, στο μοναστήρι του, εξ αιτίας απροσεξίας συμμοναστή του, από αναμμένο κερί, «τσουδίστηκαν» λιγάκι τα μαλλιά του. 

[3] Μιχάλη Μ. Παπαδάκη, Το Μοναστήρι του Πρέβελη στην Κρήτη, Αθήνα 1978, 224. Πβ. και Στέργιο Μιχ. Μανουρά, «Η οργάνωση της Φιλικής Εταιρείας στην Κρήτη», Προμηθεύς ο Πυρφόρος, τεύχ. 32 (1982), 355.

[4] Ν. Ψιλάκη, Μοναστήρια και Ερημητήρια της Κρήτης, τ. Β΄, 399.

[5] Μιχαήλ Γ. Πρεβελάκη, «Η Ιερά Μονή “Πρέβελη”», Επετηρίς Εταιρείας Κρητικών Σπουδών, ανάτ. από τον α΄ τόμ., σ. 279. Βλ. και Μιχάλη Μ. Παπαδάκη, ό.π., 234-236.

[6] Κ. Κριτοβουλίδου, Απομνημονεύματα, Εν Αθήναις 1859, 48, 72- 73 και 127.

ΓΕΩΡΓΙΟΥ Ε. ΚΡΑΣΑΝΑΚΗ * * * Η ΕΥΓΝΩΜΟΣΥΝΗ * Ψυχολογική θεώρηση

 


ΓΕΩΡΓΙΟΥ Ε. ΚΡΑΣΑΝΑΚΗ

 

Η  ΕΥΓΝΩΜΟΣΥΝΗ

Ψυχολογική θεώρηση

 

 [Ηράκλειο Κρήτης 2021, σχ. 16ο (17 Χ 12), σσ.160]

 

             ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ

                  www.ret-anadromes.blogspot.com

 

        Ομότιμος Καθηγητής της Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης ο κ. Γεώργιος Ε. Κρασανάκης και πρώην Κοσμήτορας της Σχολής Επιστημών Αγωγής, είναι, σαφώς, ο καθ’ ύλην αρμόδιος να διαπραγματευτεί και διαχειριστεί ένα τέτοιο λεπτό και επιστημονικό, όπως το «εν τω τίτλω», θέμα, «Η Ευγνωμοσύνη, Ψυχολογική θεώρηση», που αποτελεί καρπό- μαζί και με δεκάδες άλλα ψυχολογικά και παιδαγωγικά βιβλία- των πλούσιων και  πολύχρονων επιστημονικών σπουδών του σε Πανεπιστήμια της Ελλάδας και του Εξωτερικού [Θεσσαλονίκης, Γενεύης, Παρισίων (Σορβόνης- Paris V)] και της επιτυχούς μακράς πανεπιστημιακής του διδασκαλίας στα Πανεπιστήμια της Κρήτης και της Κύπρου.

    Πρόκειται για ένα θέμα αρκετά, θεωρώ, πρωτότυπο (και μέσα ακραιφνώς στα διαφέροντα της ψυχολογικής επιστήμης τα τελευταία είκοσι χρόνια), αλλά και εξαιρετικά χρήσιμο και πρακτικό, αφού μπορεί να βοηθήσει πολλούς ανθρώπους στην καθημερινή τους ζωή.

Η σύγχρονη Ψυχολογία δεν έχει χαρακτήρα φιλοσοφικό, παρότι προήλθε από τη Φιλοσοφία, όπως και πολλές άλλες επιστήμες. Ο χαρακτήρας της είναι περισσότερο εμπειρικός και ως τέτοιος μάς επιτρέπει να μιλούμε για δυο διαφορετικούς τύπους ανθρώπων. τον γνωστικό και τον συναισθηματικό. Με τον δεύτερο εξ αυτών, τον συναισθηματικό, συνδέεται στενά και η ευγνωμοσύνη, που αναφέρεται, ακριβώς, στις ποικίλες ευάρεστες ή δυσάρεστες ψυχικές εμπειρίες και καταστάσεις, που παίρνουν μορφή χαράς ή λύπης για τον άνθρωπο.

Η ευγνωμοσύνη, ειδικότερα, θα μπορούσε να θεωρηθεί ως μια όμορφη στάση ζωής, ως ένα όμορφο και δυναμικό συναίσθημα, που μπορεί να απελευθερώνει τάσεις που ανυψώνουν τη ζωή και ανοίγουν πόρτες αισιοδοξίας, ελπίδας και ευτυχίας στον άνθρωπο. Αυτός, ακριβώς, είναι ο λόγος που το συναίσθημα αυτό αναφέρεται στη θετική Ψυχολογία, που μελετά τα θετικά συναισθήματα του ανθρώπου και τους παράγοντες εκείνους που απομακρύνουν εμπόδια και δυσκολίες και κάνουν τη ζωή πιο ευχάριστη, πιο ευτυχισμένη, πιο όμορφη και φωτεινή, ώστε το βιβλίο που παρουσιάζουμε με το σημείωμά μας αυτό γεμάτο από ευγνωμοσύνη και αγάπη, να αποτελεί έναν ασφαλή οδηγό του ανθρώπου και μια πυξίδα που τον οδηγεί αλάνθαστα στον δρόμο προς την ευτυχία.

Πρόκειται, περαιτέρω, για μια σπουδαία και πλούσια ψυχολογική μελέτη του αειθαλούς και αειφόρου, καίτοι συνταξιούχου και ομότιμου, Καθηγητή κ. Κρασανάκη, στη οποία εμπλέκονται πολλές βασικές ψυχικές του ανθρώπου λειτουργίες, όπως η νοημοσύνη, το συναίσθημα, η ηθική και η βούληση, αλλά ακόμα και η προσοχή, το ενδιαφέρον και ο λόγος. Σκοπός  της να παρουσιάσει την αξία της αρετής αυτής, ώστε να τύχει αγάπης και συστηματικής άσκησης από τον άνθρωπο που δεν πρέπει να ξεχνά τι οφείλει στους ευεργέτες του. Η στροφή της προσοχής και του ενδιαφέροντος προς τον συνάνθρωπο, και, στη συγκεκριμένη περίπτωση, προς τον ευεργέτη, μπορεί να περιορίσει τον ναρκισσισμό του ευγνώμονος ατόμου και να το κάνει πιο δεκτικό, πιο θετικό, πιο ανιδιοτελές και μάλιστα πιο κοινωνικό, που θα αποπνέει μόνο ευγνωμοσύνη και αγάπη προς τον συνάνθρωπο.

  Ο όρος «ευγνωμοσύνη», παράγωγο του επιθέτου «ευγνώμων» (= ευ+ γνώμη) ετυμολογικά ερμηνευόμενος σημαίνει την ιδιότητα του ευγνώμονος ανθρώπου, του ανθρώπου, δηλαδή, που έχει καλή γνώμη και καλά συναισθήματα καλοκαγαθίας, χρηστότητας και επιείκειας. Ευγνώμων, ειδικότερα, είναι ο άνθρωπος που αναγνωρίζει κάποιο καλό, κάποια ευεργεσία, κάποια χάρη που του έγινε και προβαίνει, με τη σειρά του, στην απόδοση της οφειλόμενης τιμής και χάρης προς τον άνθρωπο που τον ευεργέτησε. Αντίθετη της ευγνωμοσύνης είναι η αγνωμοσύνη, η αχαριστία, που ως ψυχική εκδήλωση ανήκει στα αρνητικά χαρακτηριστικά της ανθρώπινης προσωπικότητας.   

   Η ευγνωμοσύνη, πάντως, κατά τον συγγραφέα, δεν πρέπει να θεωρείται ως μια τυπική ευχαριστήρια πράξη, ως μια απλή, μια τυπική εκδήλωση ευγένειας, αλλά ως κάτι πολύ περισσότερο και πιο βαθύ. Έτσι, η ευγνωμοσύνη καθίσταται ένα από τα ευγενέστερα και βαθύτερα συναισθήματα του ανθρώπου, που πηγάζουν από μέσα του και ενισχύουν και κινούν την ψυχή και την καθιστούν ικανή να υπερβαίνει τις δυσκολίες.

Με την έννοια αυτή μπορεί να γίνει καταφανής η οφειλή του κάθε ανθρώπου προς όσους μπορούν να θεωρηθούν ευεργέτες του, στους γονείς και στους διδασκάλους, στους φίλους, στους συνεργάτες και προπάντων στον Θεό. Και στα πρόσωπα αυτά είναι χαρακτηριστικό που και ο συγγραφέας ευγνωμόνως αφιερώνει το παρόν πόνημά του. στον πατέρα του, στην μητέρα του και στη σεβαστή μνήμη των Καθηγητών του, του μεγάλου Jean Piaget, του Joffre Dumazedier και του Eugene Egger.

Είναι, θεωρούμε, εξαιρετικά σημαντική η παρατήρηση του συγγραφέα ότι η «αγνωμοσύνη», το αντίθετο της «ευγνωμοσύνης», οφείλεται στην άγνοια του ανθρώπου και ότι η γνώση και η διδασκαλία μπορούν να οδηγήσουν τον άνθρωπο στη γνώση και στην άσκηση στη ζωή του και της αρετής της ευγνωμοσύνης. Είναι αυτό, ακριβώς, που δίδασκε ο μεγάλος φιλόσοφος και διδάσκαλος του ήθους και της αρετής, ο Σωκράτης, ότι, δηλαδή, «ουδείς εκών κακός» και ότι η αρετή αποτελεί μιαν επί πλέον γνώση, όπως και οι λοιπές γνώσεις του επιστητού. Ο άνθρωπος, δηλαδή, κατά τον Σωκράτη, «ενδεία επιστήμης» πράττει το κακό και, άρα, όπως πίστευε, «διδακτόν έστιν αρετή».

Τα τελευταία κεφάλαια του όμορφου αυτού βιβλίου καταπιάνονται γύρω από τη σχέση της ευγνωμοσύνης προς τη θρησκεία, καθώς και με την άσκηση της ευγνωμοσύνης, που, ως «διδακτή», δεν είναι έμφυτη αλλά επίκτητη ιδιότητα και, μάλιστα, σπουδαία της ψυχής αρετή, που συνδέεται στενά και άμεσα με τη θρησκεία και αποτελεί βασικό κεφάλαιο της επιστήμης της «Χριστιανικής Ηθικής».

Ως κατακλείδα του όμορφου αυτού βιβλίου ο συγγραφέας παραθέτει τις παρατηρήσεις και τα συμπεράσματά του από «Μια μικρή έρευνά» του, γύρω από τη συγκεκριμένη προβληματική του ευγενούς αυτού αθλήματος, της «ευγνωμοσύνης», που πραγματοποίησε το χειμερινό εξάμηνο του ακαδημαϊκού έτους 2019- 2020, όταν ως άμισθος ομότιμος Καθηγητής του Πανεπιστημίου Κρήτης, δίδασκε το μάθημα της «Ψυχολογίας του Εφήβου» στους φοιτητές της Σχολής Θετικών και Τεχνολογικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Κρήτης, στο Ηράκλειο. Με την έρευνά του αυτήν και τα ευρήματά της φωτίζονται, θεωρούμε, έτι περαιτέρω τα όσα προηγήθηκαν στο ωραίο αυτό βιβλίο.    

Για άλλη μια φορά συγχαίρουμε και θερμά ευχαριστούμε τον εκλεκτό Καθηγητή και φίλο κ. Γεώργιο Ε. Κρασανάκη και του ευχόμαστε να έχει δύναμη και υγεία, για να συνεχίζει επί μακρόν τη γόνιμη, δημιουργική και εργώδη δραστηριότητά του στον χώρο της ψυχολογικής επιστήμης, όπου η μέχρι σήμερα συμβολή του είναι σπουδαία και πολυτρόπως αναγνωρισμένη.

 

 

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ * * * Λαογραφικά των αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων * (9 Μαρτίου)

     

ΕΠΙΚΑΙΡΑ ΘΕΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ

    ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ

 

 

Λαογραφικά των αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων

  (9 Μαρτίου)

 

 

 ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ

         www.ret-anadromes.blogspot.com
http://historicalcrete.ims.forth.gr

 

 

                Οι άγιοι Τεσσαράκοντα Μάρτυρες (9 Μαρτ.), στρατιώτες στο ίδιο τάγμα, επί αυτοκράτορος Λικινίου, καταδικάστηκαν να διανυκτερεύσουν σε παγωμένη λίμνη και μετά τους έκαψαν όλους κατά τρόπον εκδικητικό, στοχεύοντας οι διώκτες τους να αποτρέψουν τον ενταφιασμό των μαρτύρων και να στερήσουν αυτούς από τις λοιπές μεταθανάτιες φροντίδες και την απόδοση τιμών στα λείψανά τους από μέρους των χριστιανών (320)[1].


               Εγκώμια για τους Τεσσαράκοντα Μάρτυρες έγραψαν ο Μ. Βασίλειος και ο Γρηγόριος Νύσσης. Χαρακτηριστικός ο λόγος που ο Μ. Βασίλειος βάζει στο στόμα των Αγίων, να προτρέπουν ο ένας τον άλλο στο μαρτύριο: «Δριμύς ο χειμών, αλλά γλυκύς ο παράδεισος . αλγεινή η πήξις, αλλ’ ηδεία η ανάπαυσις…». Στον λόγο αυτόν τού Μ. Βασιλείου βλέπουμε να απαντούν, χιαστί, αυτόνομα οι όροι «ηδονή» (γλυκύς- ηδύς= ο παράδεισος) και «οδύνη» (δριμύς- αλγεινός= το μαρτύριο), που, σε άλλες περιπτώσεις, χρησιμοποιούνται συνθετικά ως έκφραση τής «χαρμολύπης» που οι Άγιοι δοκιμάζουν κατά το μαρτύριό τους, που συνιστά μίμηση τής σταυρικής τού Χριστού θυσίας, και η πρόσκαιρη οδύνη και οι βασανισμοί (δριμύς- αλγεινός) υπομένονται από αυτούς καρτερικά, εν αναμονή τής ανεκλάλητης ηδονής (γλυκύς- ηδύς) που θα τους προσφέρει, μετά θάνατον, η συνοίκησή τους με τους Αγίους, στον παράδεισο[2].  

            Από λαογραφική άποψη, στη Θράκη τους Τεσσαράκοντα Μάρτυρες επικαλούνται για την ψυχή[3]. Επίσης, οι άγιοι Τεσσαράκοντα Μάρτυρες θεωρούνται προστάτες των εγκύων που είχαν συχνά αποβολές (ο λόγος για τις «Αραχνόγκαστρες» γυναίκες, τις γυναίκες, δηλαδή, με καθ’ έξιν αποβολές). Τα παλιά χρόνια οι λαϊκές μαίες είχαν διαπιστώσει ότι περί τα τέλη Φεβρουαρίου και τις πρώτες ημέρες τού Μαρτίου (που εορτάζουν οι Τεσσαράκοντα Μάρτυρες) μερικές γυναίκες είχαν συχνά αποβολές, χωρίς εμφανή αιτία. Όταν μια γυναίκα απέβαλλε συνεχώς για τρία χρόνια, έλεγαν ότι ήταν «Αραχνόγκαστρη», ότι, δηλαδή, είχε ευαίσθητη «γκαστριά», σαν της αράχνης, και γι’ αυτό απέβαλλε. Οι λαϊκές μαμές απέδιδαν το φαινόμενο στις Δ ρ ί μ ε ς (1 - 6 Μαρτίου)[4] και στο χαρακτηριστικό ψύχος τής εποχής. Στον πλούτο τής λαϊκής ιατρικής παράδοσης συγκαταλέγονται και οι πράξεις και ενέργειες τής «Αραχνόγκαστρης» γυναίκας, όταν, τελικά, αποκτούσε το πολυπόθητο παιδί, το Σαρανταράκι, όπως το έλεγαν.

Η μητέρα, τότε, προέβαινε σε ποικίλες πράξεις και ενέργειες, για να τιμήσει τους αγίους Τεσσαράκοντα μάρτυρες που τής παραστάθηκαν στην εγκυμοσύνη:

1) έλουζε το παιδί με σαράντα λογιών λουλούδια, που μάζευε η μητέρα της (γιαγιά τού παιδιού) και το προσφωνούσε, κατά τα ξυπνητούρια του, θωπευτικά με ονόματα λουλουδιών, ιδίως αυτών που είχε φυτέψει την ημέρα των αγίων Σαράντα

2) στα «τρινύχτια», που, όπως πίστευαν, έρχονταν να το «μοιράνουν» οι Μοίρες, του έβαζε κάτω από το μαξιλάρι του σαράντα λογιών γλυκίσματα, φυλακτά και χρυσαφικά, για να το «καλομοιράνουν» και να γίνει γλυκομίλητο, γερό και πλούσιο

3) την Πρωτομαρτιά κρεμούσε στην εξώπορτα τού σπιτιού της δέσμη από γαλατσίδες και μόσχο, για να μη χάσει, λέγει, το γάλα της

4) από την πρώτη Μαρτίου και μετά, αν είχε «φοβία», έτρωγε καθημερινά από ένα βλαστάρι ζωχό, για να μη φάει το γάλα της το φίδι

5) την Πρωτομαρτιά, κατ’ εξαίρεση, δεν έβαζε στο παιδί της τον Μάρτη, όπως συνηθίζουν να κάνουν όλες οι άλλες μητέρες, αλλά την ημέρα των αγίων Σαράντα Μαρτύρων

6) την παραμονή των αγίων Σαράντα, όπως και το βράδυ τής εορτής, το νανούριζε με το νανούρισμα τής «παντρειάς»

7) κεντούσε έναν Ήλιο πάνω στη σαλιαρίτσα του με σαράντα χρυσοβελονιές

8) το βάπτιζε, συνήθως, την ημέρα των αγίων Σαράντα και του έβγαζε το όνομα Σαράντης, και αυτό κατά παρέκκλιση τού πατρωνυμικού εθίμου. Αν δε ήταν κορίτσι, του έβγαζε το όνομα Σμαράγδω

9) αν η μητέρα ήταν ευκατάστατη, τότε έντυνε σαράντα ορφανά, αλλιώς έστελνε φαγητό σε ισάριθμες φτωχές οικογένειες. Το απόγευμα άναβε φωτιά με σαράντα ειδών φρύγανα και χτυπούσε στην αυλή τού σπιτιού τα ταψιά και τα χαλκώματα πάνω στο χώμα σαράντα φορές, για να φύγουν τα φίδια

10) όταν πρωτόβλεπε χελιδόνι την ημέρα των αγίων Σαράντα, έφτυνε το παιδί της σαράντα φορές στο στόμα, για να μιλήσει γρήγορα

11) ο απογαλακτισμός στο παιδί, το Σαραντάρι, γινόταν στον δεύτερο χρόνο τής εορτής των αγίων Σαράντα

12) ο πατέρας τού παιδιού ανήμερα των αγίων Σαράντα, και επί τρία χρόνια, κερνούσε στο καφενείο σαράντα φορές ρακί κ.λπ.[5]

 

Πρόκειται, προφανώς, για μια σειρά μαγικών ενεργειών, στις οποίες πρωταγωνιστεί ο μαγικός και συμβολικός για τον λαό αριθμός σαράντα, που αποσκοπούν, γενικά, στην επίτευξη υγείας και ευεξίας για τα μέλη της παραδοσιακής κοινότητας.

 



          [1] Εμμανουήλ Κ. Δουνδουλάκη, Αγιολογικά και Υμνολογικά Μελετήματα Β΄,  Θεσσαλονίκη 2006, 145.

       [2]  Emmanouil Doundoulakis, Hedone and Odyne in the lives of the Saints According to the Menologion of Symeon the Metapfrast, Crete 2014, 24, 40.

  [3] Πολ. Παπαχριστοδούλου, «Σύμμικτα Λαογραφικά Αδριανουπόλεως», Θρακικά 2 (1929), 439.

         [4]  Δρίμες, οι (λαογρ.)= οι δαίμονες που κάνουν κακό στα ρούχα, στους λουόμενους, τα αμπέλια κ.λπ., οι έξι πρώτες ημέρες τού Mαρτίου, του Mαΐου ή του Aυγούστου, που θεωρούνται αποφράδες και επικίνδυνες και κατά τις οποίες οι άνθρωποι αποφεύγουν κάθε δραστηριότητα [μτγν. δρίμ(αι) «ψύχος», μεταπλ. -ες ( < αρχ. δριμύς)].

        [5] Α. Χρ. Οικονομοπούλου, «Άγιοι προστάτες, θεραπευτές-τιμωροί, για τη μάνα και το παιδί στη λαϊκή ιατρική παράδοση», Δελτίο Α' Παιδιατρικής Κλινικής Πανεπιστημίου Αθηνών 56, 2009, 81- 82.

Νίκος Χρ. Αλιπράντης * * * Προσκυνητές στα ιερά σεβάσματα της λατρείας των Παριανών προγόνων * Η συμφωνία των ερειπίων 13ος- 18ος αι.

 


Νίκος Χρ. Αλιπράντης

 

Προσκυνητές στα ιερά σεβάσματα της λατρείας των Παριανών προγόνων

Η συμφωνία των ερειπίων 13ος- 18ος αι.

[Αθήνα 2020, σχ. 8ο (24 Χ 17), σσ. 256]

 


        ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ

                     www.ret-anadromes.blogspot.com

 

Ο κ. Νίκος Χρ. Αλιπράντης, από το πανέμορφο νησί της Παναγίας της Εκατονταπυλιανής, την Πάρο, είναι φιλόλογος, ιστορικός, λογοτέχνης, δημοσιογράφος, συγγραφέας δεκάδων βιβλίων (το παρόν είναι το 50ο) και μελετών σχετικών με την Πάρο και την ιστορία της και από το έτος 1979 και εκδότης του έγκριτου και μοναδικού στο είδος του περιοδικού «Παριανά» (Έπαινος Ακαδημίας Αθηνών), με το οποίο- σύμφωνα με το σκεπτικό της Ακαδημίας- προβάλλεται η Πάρος και η Κυκλαδική παράδοση. Είναι, «ειρήσθω εν παρόδω», άξιος τιμής ο κ. Αλιπράντης για την ολοκληρωτική αυτήν, «ψυχή τε και σώματι», επί δεκαετίες, αφιέρωσή του στην ανάδειξη της Ιστορίας του τόπου του.

Του κ. Ν. Αλιπράντη, πριν λίγες μέρες, μαζί με το περιοδικό «Παριανά», γίναμε αποδέκτες μιας νέας θαυμάσιας ιστορικής μελέτης για το νησί του, την Πάρο, που κυκλοφορήθηκε πρόσφατα, στα τέλη του 2020. Ο λόγος για το βιβλίο «Προσκυνητές στα ιερά σεβάσματα της λατρείας των Παριανών προγόνων» και με υπότιτλο: «Η συμφωνία των ερειπίων 13ος- 18ος αι.», ένα σύγγραμμα 256 σελίδων, στο οποίο ο κ. Αλιπράντης παρουσιάζει και αναδεικνύει τα ιερά σεβάσματα λατρείας της Πάρου, τα ερημοκκλήσια της, στα οποία καταλεπτώς και ως προσκυνητών ευσεβών καθοδηγεί τα βήματά μας.

Κι ο συγγραφέας δικαίως διερωτάται. πόση χαρά νιώθουμε, αλήθεια, όταν στις ευσεβείς οδοιπορίες μας συναντούμε ιερά ησυχαστήρια, ξωκκλήσια, όλα κομψά και χαρίεντα, ολόλευκα, τα περισσότερα, να υψώνονται αγέρωχα, ασάλευτα, σιωπηλά, καμαρωτά στις κοιλάδες με φόντο το βαθύ γαλάζιο του διαυγούς ουρανού ή τις αναπάλσεις τής έντονα κυανής θάλασσας στις κατηφοριές των λοφίσκων ανάμεσα σε μυρτιές και πεύκα και φρύγανα, θυμάρια και σχοίνα και ανελισφακιές.

Πρόκειται για ένα βιβλίο που με πολλή, ομολογουμένως, λογοτεχνική χάρη υμνεί την ελληνική φύση μαζί με τα πανέμορφα ξωκκλήσια που για αιώνες κλείνει μέσα της και φιλοξενεί και προσπαθεί να τονίσει τη σημασία και να αναδείξει τον ρόλο που έπαιξαν τα ταπεινά αυτά ναΰδρια- στα οποία φιλοξενούνται οι άγιοι του Θεού, ο Χριστός και η Παναγία- κατά τους τελευταίους πέντε αιώνες, στα δίσεκτα χρόνια, δηλαδή, της Φραγκοκρατίας και της Τουρκοκρατίας.

Και παρόλη την απογοήτευση που νιώθουμε αντικρίζοντας τα βαθιά τραυματισμένα γραφικά και ρακένδυτα ερημοκκλήσια, μια ικανοποίηση, ταυτόχρονα, μας διαπερνά, καθώς ανάμεσα σε αυτά τα ερείπια, που είναι οι ίδιες οι ψυχές και τα πνεύματα και οι ψίθυροι των ευσεβών προγόνων, εμφανίζονται απροσδόκητα και μερικά παλαιότατα εξωκκλήσια με επιτυχία επισκευασμένα και ανακαινισμένα στις μέρες μας. Μόνο που τώρα οι τεχνικοί προσθέτουν και δυο νέα ναοδομικά στοιχεία: το μονότοξο καμπαναριό, που κτίζεται πάνω από τη δυτική πρόσοψη του ναού- στοιχείο που απουσίαζε κατά την Τουρκοκρατία και ταιριάζει απόλυτα στο αρχιτεκτονικό σύνολο του μνημείου- κι ένα δωμάτιο στενά προσκολλημένο και συνεχόμενο δυτικά του αρχικού κτίσματος, που λειτουργεί ως είδος νάρθηκα, καθώς ο κεντρικός κύριος χώρος δεν επαρκεί, συνήθως, για τους προσκυνητές.  

Βασικό χαρακτηριστικό της εκτενούς εκ 32 σελίδων εξαιρετικά ενδιαφέρουσας και κατατοπιστικής επί του θέματος Εισαγωγής του βιβλίου παρουσιάζουν και τα δεκάδες επίλεκτα διασαφηνιστικά παραθέματα που αφορούν στα ερημοκκλήσια της Πάρου και προέρχονται από τη γραφίδα σπουδαίων των γραμμάτων ερευνητών, θεολόγων και φιλολόγων (Ν. Λούβαρη, Μ. Σιώτη, Χρ. Μαλτέζου, Μ. Στασινόπουλου κ. ά.), λογοτεχνών (Ζ. Παπαντωνίου, Rainer M. Rilke, Σεφέρη, Κόντογλου, Ζ. Λορεντζάτου και του πρωτοπόρου του εκδρομισμού Δημ. Χατζόπουλου), ενώ ειδικό, τέλος, ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα παραθέματα γνωστών ακαδημαϊκών αρχαιολόγων, όπως των Αναστ. Ορλάνδου, Δ. Πικιώνη, Δ. Φαράντου, Γ. Σωτηρίου, Δ. Βασιλειάδη, Θεολ. Αλιπράντη και Γ. Δημητροκάλλη.

Από τους τελευταίους ερευνητές, στον αρχαιολόγο, ειδικότερα, Καθηγητή και Ακαδημαϊκό, Αναστάσιο Ορλάνδο οφείλεται ο υπέροχος μουσικός υπότιτλος του βιβλίου «Η συμφωνία των ερειπίων 13ος- 18ος αι.», του οποίου το παράθεμα δεν μπορώ να μην το παραθέσω αυτούσιο στο σημείωμά μου αυτό, γιατί εκφράζει, θεωρώ, με μια σπάνια ποιητική δύναμη και ακρίβεια όλη την ουσία και την «αλήθεια» των κατασκευών αυτών, των μεταβυζαντινών ναών της Πάρου και της ελληνικής υπαίθρου γενικότερα: «Με μικράς πάντοτε διαστάσεις κατασκευαζόμενοι οι ναοί αυτοί δεν έχουν επάνω τους τίποτε το περιττόν, καμμίαν μορφολογικήν ρητορείαν. Ούτε κυμάτια, ούτε γείσα, ούτε αετώματα! Μία θεία απλότης τους διακρίνει, που δεν είναι απουσία τέχνης αλλ’ ακριβώς αποτέλεσμα αυτής. διότι η απλότης των αυτή προκύπτει από την αλήθειαν της κατασκευής των. Η εξωτερική των μορφή είναι πράγματι η καθαρά έκφρασις της εσωτερικής των διατάξεως, επιτυγχανομένη με αυστηρώς γεωμετρικούς όγκους, που ζυγίζονται επάνω εις το κτίριον με θαυμαστήν αρμονίαν και συντίθενται ως μία  μ ο υ σ ι κ ή   σ υ μ φ ω ν ί α » (βλ. εικ.).  


Ξεχωριανή- Άι- Γιάννης ο Θεολόγος

Σκοπός του συγγραφέα είναι να επισημάνει ότι τα εξωκκλήσια δεν αποτελούν θρησκευτική μόνο παρακαταθήκη, αλλά και μνημεία της εθνικής πολιτιστικής μας κληρονομιάς και έχουμε, γι’ αυτό, χρέος ιερό να τα φροντίζουμε, να τα προστατεύουμε και να τα συντηρούμε, για να τα παραδώσουμε αλώβητα και αναλλοίωτα στις επερχόμενες γενεές (Π. Πατέλης).

Και διερωτάται και πολύ ορθά ο συγγραφέας καταλήγει: ναι ίσως η Πάρος να έχει περισσότερα εξωκκλήσια από άλλα μέρη της Ελλάδας, αλλά αυτό οφείλεται στην παρουσία στην Πάρο, στο ανατολικό τμήμα της πόλεως, της Παροικιάς, από τον Δ’ αι. του κορυφαίου προσκυνήματος της Ορθοδοξίας, του μεγαλοπρεπούς ναού της Παναγίας της Εκατονταπυλιανής, κτίσματος των θεοσέπτων αυτοκρατόρων Κωνσταντίνου του Μεγάλου (285-337) και Ιουστινιανού (527-565). Ο ναός αυτός, θεωρεί δίκαια ο συγγραφέας ότι επηρέασε την ψυχολογία και γιγάντωσε την πίστη των Παριανών ανά τους αιώνες. Και παραθέτει χαρακτηριστική παρατήρησή του, πως από τους 424 ναούς της Πάρου οι 64 έχουν κτιστεί μόνο για την Παναγία.    

Μετά την εν λόγω ενημερωτική «Εισαγωγή» στις επόμενες σελίδες του το βιβλίο συνεχίζει παραθέτοντας πλούσιο και εξαιρετικά αναλυτικό «Περιγραφικό Κατάλογο των εξωκκλησιών της Πάρου», όπου γίνεται λεπτομερής καταγραφή των υπαρχόντων στο νησί ναϋδρίων, με πλουσιότατα, μορφολογικά, ονοματολογικά, λαογραφικά και βιβλιογραφικά, για το κάθε ένα, στοιχεία, ενώ ακολουθούν εξίσου λεπτομερείς κατάλογοι και για: 1) τα ερειπωμένα εξωκκλήσια 2) τα ανακαινισμένα 3) τα εξωκκλήσια τα ανεγερθέντα στη θέση παλαιών 4) τα σωζόμενα όπως είχαν εξαρχής 5) τα εξωκκλήσια αδιευκρίνιστης τοποθεσίας 6) Τα εξαφανισθέντα εξωκκλήσια και το βιβλίο ολοκληρώνεται με πλουσιότατο «Φωτογραφικό Παράρτημα», με εικόνες από δεκάδες εξωκκλήσια του νησιού. Μια ομορφιά να τα βλέπεις στην πράσινη λουλουδιασμένη παριανή φύση, αλλά και σχίσιμο στην καρδιά να νιώθεις το καίριο  χτύπημα της κατάρρευσής τους!

Πρόκειται για ένα βιβλίο μεγάλης, θεωρούμε, ιστορικής, θρησκευτικής και εθνικής σημασίας, που ναι μεν αναφέρεται στην ανεμόεσσα Πάρο, όμως αφορά σύνολο τον ελληνισμό και την Ορθοδοξία. Για άλλη μια φορά συγχαίρουμε και θερμά ευχαριστούμε τον εκλεκτό φίλο και δόκιμο συγγραφέα και ιστορικό κ. Νίκο Αλιπράντη και του ευχόμαστε να έχει δύναμη και υγεία, για να συνεχίζει τη γόνιμη, εργώδη και δημιουργική δραστηριότητά του τόσο στον χώρο της ιστορίας της αγαπημένης του Πάρου, όσο και των Ελληνικών Γραμμάτων, γενικότερα, στα οποία τόσο μεγάλη και ουσιαστική, γι’ αυτό και πολλαχώς αναγνωρισμένη, είναι η μέχρι σήμερα συμβολή του.