ΔΗΜΗΤΡΗ Ν. ΘΕΟΔΟΣΑΚΗ * * * Από την Κατοχή και το Ολοκαύτωμα της Βιάννου


ΔΗΜΗΤΡΗ Ν. ΘΕΟΔΟΣΑΚΗ

    Από την Κατοχή και το Ολοκαύτωμα της Βιάννου
       [Ηράκλειο 2015- 2020, τόμ. 5, σχ. 8ο (24 Χ 17), σσ. περίπου 1000]

              ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ

Με μια σειρά θαυμάσιων ιστορικών διηγημάτων, σε πέντε τόμους, υπό τίτλους μαρτυρικούς και ματωμένους («Μαρτυρική Βιάννος», «Ματωμένη Βιάννος», «Πικραμένη Βιάννος» κ.λπ.) ο φίλος Δημήτρης Ν. Θεοδοσάκης, από τον Χόνδρο, Δήμου Βιάννου, Ηρακλείου, με το γλυκύτατο και ποιητικό ψευδώνυμο τού «Κάστρου Ταχυδρόμος», αναφέρεται με τα μελανότερα χρώματα και διεκτραγωδεί με οδύνη και πόνο τα πάθη των συμπατριωτών του κατά τα τραγικά γεγονότα του αξιοθρήνητου Ολοκαυτώματος της Βιάννου (τον μαύρο εκείνο Σεπτέμβρη του 1943), του Πολέμου του 1940 και της Κατοχής. Με ολόφωτη την ιστορική του συνείδηση, ο συγγραφέας βάζει το χέρι του στην καρδιά και καταθέτει έναν θαυμάσιο ύμνο τιμής προς τους νεκρούς του πολέμου και του Ολοκαυτώματος, κατακρίνοντας και καταδικάζοντας τα ανόσια του φασισμού έργα και υπερασπιζόμενος την αρετή της ψυχής του και τη δημοκρατία.
Όπως σημειώνει στον 1ο τόμο της πεντάτομης σειράς, για τη συγγραφή του έργου του ο κ. Θεοδοσάκης χρειάστηκε να τρέξει και να επισκεφθεί τόπους πολλούς ανθρώπων και να μιλήσει για ώρες ατέλειωτες με απόγονους ηρώων, σε όλα τα μαρτυρικά χωριά της Βιάννου, αυθεντικούς όλους μάρτυρες των δραματικών της Κατοχής και του Ολοκαυτώματος γεγονότων. Έτσι, όλο το παρουσιαζόμενο, με το σημείωμά μας αυτό, έργο καταφανώς γράφτηκε κατόπιν επιμελούς παρατήρησης, μελέτης και διασταύρωσης γεγονότων, πληροφοριών και στοιχείων και, κυρίως, αξιοποίησης διακοσίων πενήντα (250), τουλάχιστον, αφηγήσεων ανθρώπων και συγχωριανών, που βίωσαν από κοντά και «ιδίοις όμμασιν» είδαν τα γεγονότα. Παράλληλα, οι ίδιοι άνθρωποι του εμπιστεύτηκαν ένα μοναδικά σπάνιο και αδημοσίευτο φωτογραφικό υλικό, που ζωντανεύει και συμπληρώνει με τον τρόπο του τα περιγραφόμενα γεγονότα.
 Πρόκειται, λοιπόν, για ένα θαυμάσιο ιστορικό- λογοτεχνικό ντοκουμέντο πέντε πολύτιμων τόμων, που αποτελούν μια, πραγματικά, μεγάλη προσφορά του συγγραφέα στα Κρητικά και μάλιστα στα Βιαννίτικα Γράμματα. Μέσα από τα ιστορικά αυτά διηγήματα και τις έγκυρες πληροφορίες που μας παρέχουν, ένιωσα, προσωπικά, να εξεικονίζεται με τα πιο ζωντανά και δυσεξίτηλα χρώματα η φρίκη του θανάτου και της ανθρωποσφαγής και οι άθλιες συνθήκες της μαρτυρικής πείνας και δυστυχίας των χρόνων της γερμανικής κατοχής. Παράλληλα προς αυτά, ανακαλύπτω μέσα από το έργο αυτό να προβάλλεται και να αναδεικνύεται δυναμικά και ένα βαθιά αντιπολεµικό μήνυμα, πράγμα που το επιτυγχάνει ο συγγραφέας μέσα από την ωµότητα της ρεαλιστικής περιγραφής των γεγονότων και της αποστροφής που φαίνεται να νιώθει για τον θάνατο ως µέσου απώθησης που εξισώνει όλους τους ανθρώπους, φίλους και εχθρούς, κάτω από το ανελέητο βάρος της συντριβής της ανθρώπινης ύπαρξης.
Η αυθεντικότητα της πρώτης ύλης, το βάρος της προσωπικής εµπειρίας και η αντιπολεµική ιδεολογική φόρτιση προσδίδουν στη γραφή του Δημήτρη Θεοδοσάκη την αµεσότητα του ρεαλισµού. Ο συγγραφέας άλλοτε εκθέτει πλήρη σχέδια δράσης, στρατηγικής και αντιμετώπισης του εχθρού, άλλοτε σού μεταφέρει τον ενθουσιασμό και τη χαρά της επιτυχούς έκβασης των επιχειρήσεων και άλλοτε την πικρή γεύση και παγερότητα του θανάτου και της καταστροφής. Η εσωτερικευµένη, από την άλλη, πραγματικότητα επιτρέπει, κάποτε, λυρικές εξάρσεις και έντονη συναισθηµατική φόρτιση, ενώ ο ρεαλισµός των διηγήσεων παραμένει λυρικός χωρίς να αναιρείται ούτε η αυθεντικότητα της πραγματικής έντασης του πολέμου, ούτε και η εσωτερικευµένη βίωσή του. Φρικιαστικές σκηνές αιχμαλωσίας, πείνας και απαισιοδοξίας εναλλάσσονται, κάποτε, ξαφνικά με σκηνές δύναμης, αισιοδοξίας, βαθιάς επιθυμίας για δημιουργία και ζωή και χαράς αναστάσιμης. Άλλωστε, μοναδική διέξοδος από τον παραλογισμό του πολέμου είναι η αγάπη για τη ζωή, η ερωτική έλξη για τον άνθρωπο και τη γενέθλια γη. Η πολύ συγκεκριμένη και πολύ τραυματική εμπειρία του πολέμου αρχικά υποδεικνύει τη δύναμη της φύσης, ως φυσικής ανάγκης προς επιβίωση. Αργότερα, όμως, καταλήγει σε έναν οικουμενικό ανθρωπισμό, που διαποτίζεται από τους ίδιους τους ανθρώπους- ήρωες του έργου, την αξιοπρέπεια και την πνευματική τους ελευθερία.
Βλέπουμε, περαιτέρω, και διδασκόμαστε από το παράδειγμα των απλών αυτών ανθρώπων που περιγράφονται στα διηγήματα πώς οι εξαιρετικές καταστάσεις και δυσκολίες της ζωής και ο θάνατος των δικών τους, καθίστανται γι’ αυτούς δύναμη αναδημιουργίας, δύναμη για ζωή, δημιουργώντας τους αντιστάσεις και ικανότητες στο μυαλό να σκέφτονται γόνιμα και δημιουργικά και να επιζητούν τη βοήθεια του Θεού, εκδαπανώντας στο έπακρον όλα τα ανεξάντλητα αποθέματα των δυνάμεων της ψυχής τους, για να ξανακτίσουν τα χαλάσματα, να θρέψουν τα γηρατειά και τα γυμνά και λιπόσαρκα ορφανά  του πολέμου, για να μην πεθάνουν της πείνας.
Η ζωή των ανθρώπων που επέζησαν της μεγάλης καταστροφής, παρότι αφορά σε ιστορικά γεγονότα και αληθινές ιστορίες που δόθηκαν στον συγγραφέα με συνεντεύξεις ανθρώπων που έζησαν από κοντά τα φοβερά γεγονότα, όμως περιγράφεται από τον συγγραφέα με εξαιρετική μυθιστορηματική πλοκή και αυθεντικότητα και με μια αξιοπρέπεια και σοβαρότητα που σε συγκλονίζει και σε κάνει να ταυτίζεσαι με τα πρόσωπα και τα προβλήματά τους και ας μην τα γνωρίζεις. Ζεις όμως μέσα σου τις καταστάσεις και τα βιώματά τους και νιώθεις πως είσαι άνθρωπος.   
Ο φίλος Δημήτρης Θεοδοσάκης με τα βιβλία του αυτά κατάφερε, θεωρώ, τελικά και ζωντάνεψε έναν μοναδικό ύμνο για τη ζωή και την ειρήνη, με θεματικό κέντρο ένα σημαντικό για τη σύγχρονη κρητική μας Ιστορία γεγονός, το Ολοκαύτωμα της Βιάννου, του γενέθλιου τόπου του, με κείμενα υψηλής λογοτεχνικής αξίας, μοναδικά, όλως πρωτότυπα και περισπούδαστα, που διακρίνονται για τη διεισδυτικότητα και τη βαθιά γνώση της κρητικής μας Ιστορίας και του κρητικού μας πολιτισμού, που πραγματικά διδάσκουν τον λαό μας. Προτείνουν, μπορώ να πω, ένα μοναδικό υψηλής λογοτεχνικής αξίας παράδειγμα πατριωτικού θάρρους και ευψυχίας και μάλιστα για τους νέους μας, που, για τον λόγο αυτόν, πρέπει να φθάσουν στα χέρια τους και να τα διαβάσουν. Έχουν πολλά, μα πολλά να ωφεληθούν! 

Αντώνη Ζαχαράκη * * * Φεγγαρόκηπος


Αντώνη Ζαχαράκη

Φεγγαρόκηπος


      ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ

Ένας νέος ψηφιακός δίσκος κυκλοφόρησε πρόσφατα με τη σφραγίδα του ρεθεμνιώτη καλλιτέχνη και δημιουργού Αντώνη Ζαχαράκη, βραβευμένου, πρόσφατα, με το  βραβείο «Χρυσή Αφροδίτη» του Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου Κύπρου (CYIFF) για την ταινία μικρού μήκους «Το Ταξίδι» και γνωστού και από τόσες άλλες μουσικές συνεργασίες, συμμετοχές και δισκογραφικές δουλειές, όπως Η Πεντάμορφη και το Τέρας, Θαυμαστή Μπαλωματού, Μύθοι τού Αισώπου, Βασίλισσα τού Χιονιού, Σούσα, Προφητεία, Χρόνος, Μυροβόλια κ.λπ.
Αν κρίνω, ως φιλόλογος, ξεκινώντας πρώτα- πρώτα από το όνομα της νέας δισκογραφικής του δουλειάς, θεωρώ- όπως και από όλες τις προηγούμενες- ότι ο Αντώνης Ζαχαράκης είναι πραγματικά μοναδικός στις ονομασίες των δημιουργιών του, με όλως πρωτότυπες και λογοτεχνικά και συναισθηματικά έντονα φορτισμένες λέξεις που φτάνουν μέχρι και την εξιδανίκευση. Γιατί και ο συγκεκριμένος τίτλος του παρουσιαζομένου, με το παρόν σημείωμά μας, νέου ψηφιακού του δίσκου είναι πραγματικά μοναδικός, υπέροχος. γεμάτος- ως προς το β΄ συνθετικό (κήπος)- πανέμορφες μυρωδιές ποικίλων ευωδιαστών ανθέων, ενώ η θαυμάσια μεταφορά στο α΄ συνθετικό (φεγγάρι- κήπος) προδιαθέτει ευνοϊκά τα συναισθήματα της ψυχής του αναγνώστη.
 Για τις ασυνήθιστες αυτές και όμορφες ονομασίες με τις οποίες σφραγίζει τις δημιουργίες του ο Αντώνης Ζαχαράκης, θυμήθηκα δήλωσή του στον προηγούμενο ψηφιακό του δίσκο (στο Μυροβόλια), όπου όλως αυθόρμητα και φυσικά σημείωνε: «Μη με ρωτήσετε γιατί τα ονόμασα έτσι.  ειλικρινά δεν ξέρω». Και συνεχίζει: «ονόμασα ασυναίσθητα το πρώτο «Δεντρολίβανο», το δεύτερο «Μοσχοκάρυδο», το τρίτο «Γλυκάνισο», και μετά όλα πήραν το δρόμο τους και το όνομά τους». Και πραγματικά, μπορώ να βεβαιώσω κι εγώ ότι έτσι γίνεται συνήθως, που η εσωτερικότητα της καλλιτεχνικής δημιουργίας αυθόρμητα αντανακλάται προς τα έξω με την ονομασία του έργου, προδιαθέτοντας ανάλογα και την ψυχική διάθεση του ακροατή.
Και να που και η σημερινή παρουσίαση του νέου ψηφιακού δίσκου, «Φεγγαρόκηπος», με ανάλογα συναισθήματα έρχεται να προδιαθέσει τον ακροατή, συναισθήματα που αναπηδούν και πάλι «ασυναίσθητα» από το ευγενικό βάθος της ψυχής του δημιουργού τους. Γιατί τι άλλο μπορούν να σημάνουν στο μυαλό του αναγνώστη ποιητικοί στίχοι όπως οι παρακάτω, από το Εισαγωγικό Σημείωμα του Αντώνη Ζαχαράκη;

Κοίτα το φεγγάρι σού έλεγα…
Γιατί να φεύγει και να χάνεται κάποιες μέρες;
«Ψάξε», μου είπες, «για να βρεις έναν κήπο.
Έναν κήπο μαγικό που να φυτρώνουν φεγγάρια.
Και όταν χάνεται από τον ουρανό, να πηγαίνεις και να κόβεις ένα
Για να το καρφιτσώνεις εκεί ψηλά…».

Και συνεχίζει ο Αντώνης τους όμορφους αυτούς ποιητικούς στίχους με τις έντονες μεταφορές- με ποικίλους, θεωρώ, αποδέκτες, οπότε και ποικίλα τα συναισθήματα που δημιουργούν- στο ίδιο ακριβώς πνεύμα και με την ίδια αγωνία: «να ψάξει, δηλαδή, και να βρει (για το αγαπημένο πρόσωπο) τον μαγικό εκείνο κήπο, όπου φυτρώνουν φεγγάρια». Η πρωτοτυπία της σκέψης του ποιητή στο δεύτερο αυτό μέρος του ποιητικού λόγου του είναι εξαιρετική, όταν κατορθώνει να καθοδηγήσει τα νοήματά του πάνω στο ίδιο- με το πρώτο μέρος- μοτίβο, χρησιμοποιώντας, όμως, στην πλοήγησή του ως «πατήματα», τους τίτλους όλων των τραγουδιών που εμπεριέχονται στον δίσκο, τονίζοντάς τους με έντονα μαύρα γράμματα. Οφειλή μας, λοιπόν, να σημειώσουμε κι εμείς και τους υπόλοιπους στίχους, εξυπηρετώντας με τον τρόπο αυτόν, διττή σκοπιμότητα. και να μεταφέρουμε στους αναγνώστες μας την εξαίσια γλυκύτητα των στίχων του Αντώνη, αλλά και να παρουσιάσουμε τους τίτλους των τραγουδιών, τονίζοντάς τους και μεις με μαύρα έντονα στοιχεία. Μ’ έναν σμπάρο, δηλαδή, δυο τρυγόνια.

Σύννεφο θα γίνω για να πετάξω, να σου βρω τον κήπο τον μαγικό…     
Ή θα μπω σε μια βάρκα με λευκό πανί, να ξεκινήσω το ταξίδι…,
Ένα αγάπης οδοιπορικό,
Μα αν δεν το καταφέρω ούτε αυτό, σ’ άσπρο χαρτί θα γράψω
Ένα ευχολόγιο για σένα, για να σου πω ότι τώρα
Που αστέρι έγινες είσαι εσύ το φεγγάρι
Κι εσύ γελώντας μού φώναζες:
Ζωγράφισέ μου αν μπορείς του μισεμού την αγκαλιά, να δω πώς    μοιάζει,
Κι ένα μαντήλι κόκκινο καρό να μου χαρίσεις να δένω στα μαλλιά μου».
Αυτό που μένει στο τέλος, όμως, όσα κι αν στείλω γράμματα,
Θα είναι πάντα το σεργιάνι στα όνειρά μας.
Και ίσως βρω ό,τι εσύ μού έχεις χαρίσει.

Στις συγκεκριμένες μουσικές εκτελέσεις, στον γενναιόδωρα ευωδιαστό αυτόν φεγγαρόκηπο του Αντώνη Ζαχαράκη, ο ήχος διαχέεται και αμβλύνεται τόσο όμορφα, ώστε κανένα από τα όργανα να μην μπορεί να αποδώσει με αιχμηρότητα και ένταση τις φράσεις της μελωδίας, ώστε η μουσική να αποκτά περίγραμμα και τα εκτελούμενα έργα νόημα και ζωή. Η «διαμόρφωση» που επέφεραν όλοι οι εξαίρετοι εκτελεστές πάνω στα πρότυπα μοτίβα τής μουσικής έγκειται, κυρίως, στη διαφοροποίηση που δημιουργείται στις ηχοχρωματικές σχέσεις, λόγω των οργάνων που χρησιμοποιούνται (λαϊκά και κρητικά και όργανα έντεχνων τραγουδιών), ώστε το γενικό αποτέλεσμα να είναι απεριόριστα εντυπωσιακό κι εξαιρετικά θελκτικό και ωραίο. Με τη μουσική του στον παρουσιαζόμενο ψηφιακό δίσκο ο Αντώνης Ζαχαράκης φαίνεται να αγαπά και να διαχειρίζεται με εντυπωσιακή ακρίβεια και ικανότητα τα καλά ακούσματα του πενταγράμμου, μια μουσική φρέσκια, ευαίσθητη δροσιστική, που σε ξεκουράζει, εκφράζοντας συγκεκριμένους συναισθηματικούς και επικοινωνιακούς στόχους.
Στη νέα αυτή ψηφιακή δουλειά του Α. Ζαχαράκη συμμετέχουν με τους στίχους τους οι: Γ. Ζαρκαδούλας, Μ. Πεννή- Ζαχαράκη, Διαμαντής Κορτέσης, Παν. Ρόπαλη, Όλγα Μιχελή και συνεργάζονται γνωστά ονόματα του πενταγράμμου τόσο στο τραγούδι όσο και στην ορχηστρική παλέτα, όπως: ο Σταμάτης Κραουνάκης, ο Βασίλης Σκουλάς, ο Παντελής Θαλασσινός, ο Δημήτρης Υφαντής, η Γεωργία Νταγάκη, ο Μιχάλης Νικηφόρος, η Στέλλα Σειραγάκη, ο Αργύρης Έξαρχος και ο Νίκος Μαρκαντώνης, ενώ από στο Επιτελείο των μουσικών εκτελεστών παρελαύνει, μπορώ να πω, το μεγαλύτερο μέρος των συναδέλφων του Αντώνη στη Δημοτική Φιλαρμονική οι: Στ. Αποστολάκης, Αντ. Αραμπατζόγλου, Αργ. Έξαρχος, Αντ. Ζαχαράκης, Δημ. Καλλέργης, Μιχ. Νικηφόρος, Γεωργία Νταγάκη, Αντ. Ντακάκης, Βαγγ. Παπαδάκης, Βασ. Παπαδάκης, Θαν. Παπαθανασίου, Τιμ. Σαββάκης, Μιχ. Σαπουνάκης, Δημ. Σπυριδάκης, Στ. Συκάκης, Ειρ. Συσκάκη, Δημ. Υφαντής, Φωνές του Νότου.
Η όλη επιλογή τού μουσικού ρεπερτορίου κρίνεται ιδιαίτερα ενθαρρυντική και ευπρόσδεκτη. Όλοι τους- συνθέτης και μουσικοί- είχαν την ευκαιρία στον ψηφιακό αυτόν δίσκο να αποτυπώσουν το πλήρες καλλιτεχνικό διαμέτρημά τους, χαρίζοντάς μας μιαν ερμηνεία λαμπερή, ανάλαφρη, φωτεινή, με εντυπωσιακή ευκρίνεια και καθαρότητα, ώστε να τους ανήκει, όλων, ένα μεγάλο Μπράβο!!
(Οι ενδιαφερόμενοι να αποκτήσουν τη νέα δισκογραφική δουλειά του Αντώνη Ζαχαράκη μπορούν να αναζητήσουν το cd στο MUSIC MARKET, Γερακάρη, 78- 80).                                              

ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΕΜΜ. ΣΤΙΒΑΚΤΑΚΗ * * * Φτερουγίσματα στον Άθω




ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΕΜΜ. ΣΤΙΒΑΚΤΑΚΗ   

Φτερουγίσματα στον Άθω
[ΤΥΠΟΚΡΕΤΑ ΑΕ, Ηράκλειο 2020, σχ. 8ο (24 Χ 17), σσ. 350]

           ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ


Ο Ηρακλειώτης συγγραφέας κ. Αντώνιος Εμμ. Στιβακτάκης είναι γνωστός και στην πόλη μας από τα ποικίλα δημοσιεύματά του σε τοπικά περιοδικά και εφημερίδες, αλλά και από τα δεκάδες βιβλία του για το Άγιον Όρος, την ιερή κιβωτό τής Ορθοδοξίας και του έθνους, ώστε δικαίως θα μπορούσε να διεκδικήσει τον επίζηλο τίτλο τού «Συγγραφέα τής Αγιορείτικης τού Άθω Πολιτείας». Όμως, ακόμα πιο ενδιαφέρον για μας τους Κρητικούς πρέπει να θεωρήσουμε το γεγονός ότι πολλά εκ των παραπάνω για το Άγιον Όρος έργων του αφορούν σε μελέτες αναφερόμενες στις σχέσεις τής Κρήτης με την Αθωνική Πολιτεία. Αναφέρουμε δειγματικά τα βιβλία του «Το Άγιον Όρος και η Κρήτη», «Μορφές Κρητών Αθωνιτών» (όπου παρουσιάζονται τουλάχιστον τέσσερις δεκάδες Κρήτες Αγιορείτες), «Ο Γέρων Αβιμέλεχ» και «Γέροντας Δαμασκηνός ο Αγιοβασιλειάτης», αλλά και τα αφορώντα ειδικότερα στο Ρέθυμνο, όπως ο «Αρχιμανδρίτης Ελευθέριος Νουφράκης» και το βιβλίο του για το χωριό της γυναίκας του, τα Σακτούρια Αγίου Βασιλείου, έργα που παρουσιάσαμε με αντίστοιχες κριτικές μας στο πρόσφατο και απώτερο παρελθόν. Όλα την αναφορά τους έχουν στο νησί μας, την Κρήτη και το Ρέθυμνο, και ένεκα τούτου αποκτούν και ιδιαίτερα σοβαρό κρητολογικό ενδιαφέρον, συμπληρώνοντας αναμφίβολα ένα δυσαναπλήρωτο βιβλιογραφικό κενό και εμπλουτίζοντας, ωσαύτως, την πλούσια εκκλησιαστική μας παράδοση και την τοπική κρητική ιστορία.
Το τελευταίο του βιβλίο, με τίτλο: «Φτερουγίσματα στον Άθω», έκδοση του Συλλόγου «Φίλοι του Αγίου Όρους», Ηρακλείου (Ηράκλειο 2020, σελ. 350), αποτελεί μια γενικότερη περιηγητική προσέγγιση- αντίθετα προς τις παραπάνω εξειδικευμένες περί το Άγιον Όρος ιστορικές και βιογραφικές πραγματείες τού συγγραφέα- που συγκροτεί, θα έλεγα, μια θαυμάσια «εγκυκλοπαίδεια» του Αγίου Όρους, στην οποία ο συγγραφέας με χρονολογική σειρά επισκέψεώς του συνοψίζει το σύνολο των δεκάδων ταξιδιών του στην αθωνική χερσόνησο, σε μήκος τεσσάρων, περίπου, δεκαετιών. Εδώ, παρουσιάζονται, περαιτέρω, πλείστα δυνατά βιώματα, οπτικές και ακουστικές εικόνες και προσεγγίσεις που άγγιξαν την ψυχή του στη διάρκεια των προσκυνημάτων του αυτών.
Το βιβλίο αφιερώνεται στον ευδοκίμως διατελέσαντα επί σειράν ετών Πρόεδρο του ηρακλειώτικου Συλλόγου «Φίλοι του Αγίου Όρους» κ. Γεώργιο Κρασανάκη, Ομότιμο Καθηγητή Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης και επευλογείται από τον Αρχιεπίσκοπο Κρήτης κ. Ειρηναίο, ο οποίος, μεταξύ άλλων, λίαν ευστόχως αποκαλεί τον συγγραφέα «φίλεργη μέλισσα, η οποία εκ διαφόρων ευόσμων του Άθωνος ανθέων περισυνέλλεξε και μας προσφέρει μέλι γλυκύτατο». Πάντως, σε κάθε περίπτωση, είμαι σε θέση και εξ ιδίας εμπειρίας, να γνωρίζω το έργο και τους φίλεργους πολυετείς αγώνες, τον μόχθο και την αγωνία του καλού φίλου ερευνητή και έμπειρου, επί δύο φορές, συνοδοιπόρου και συμπροσκυνητή στο Αγιώνυμον Όρος, Αντώνη Στιβακτάκη - και μάλιστα αυτήν κατά το καλοκαίρι τού 2007- που μόχθησε πραγματικά μαζί μου, ανταποκρινόμενος στην επιθυμία μου να «ανακαλύψω» και φωτογραφίσω το ξεχασμένο και άγνωστο στις μέρες μας κελλί τού Ρεθεμνιώτη ιερομονάχου και αγιογράφου Νέστορος Βασσάλου, ιδρυτή τής Ι. Μονής τού Σωτήρος, Κουμπέ, την βιογραφία τού οποίου τον καιρό εκείνον εκπονούσα. Και το αποτέλεσμα των μόχθων μας, χάρη και στον φίλο Αντώνη, την αγιορείτικη γνώση και τις άριστες σχέσεις και γνωριμίες, στέφθηκε από πλήρη επιτυχία και πέρα από κάθε προσδοκία η συγκομιδή μου σε νέα στοιχεία για τον άνδρα από τα Αρχεία και το Κειμηλιαρχείο της Ι. Μονής μετανοίας τού Νέστορος Βασσάλου, τη Διονυσίου.
Στο παρουσιαζόμενο με το σημείωμά μας αυτό περιηγητικό βιβλίο παρελαύνουν πλήθος στοιχείων γύρω από την τοπογεωγραφία της χερσονήσου του Αγίου Όρους, την αγιογραφία, αγιολογία, τον ασκητικό τρόπο ζωής των μοναχών και την πληθωρική της μοναστικής αγιορείτικης ζωής ειδική ορολογία, που ξενίζει, συνήθως, τον άπειρο επισκέπτη (μοναχική υπακοή, προσμονάριος, αρχοντάρης, αρχονταρίκι, κομποσκοίνι, σιωπή κ.λπ). Τις εμπειρίες, επίσης, του συγγραφέα και τα σπουδαία βιώματά του, τις ιστορίες τύπου «Γεροντικού», τις περίπυστες των Ιερών Μονών εικόνες και τα οδοιπορικά μέσα από τα περίφημα πλακόστρωτα σκιερά βυζαντινά μονοπάτια, που στις μέρες μας τείνουν, δυστυχώς, να εξαφανιστούν λόγω της εισβολής του αυτοκινήτου και σε αυτόν, ακόμα, τον απάτητο και «άβατο», κατά τα λοιπά, χώρο της ελληνικής χερσονήσου, αλλά και της λοιπής «κοσμικής βαρβαρότητας», όπως τις πανύψηλες κεραίες κινητής τηλεφωνίας, που έρχονται σήμερα να αφανίσουν από το Όρος όλην εκείνη τη συγκλονιστική γοητεία, αυστηρή παράδοση και παρθενική ομορφιά, όπως μας την περιέγραψε σε παλιότερες εποχές ο αοίδιμος Μητροπολίτης Κορυτσάς Ευλόγιος Κουρίλας, ενθουσιασμένος από το καταπληκτικό ειδικά φυσικό περιβάλλον της Κερασιάς: «Φύσις υψηλή και αιθέρια, ουρανογείτων, βλάστησις ποικίλη, υλομανούσα και ουρανομήκης… πηγαί αείρητοι…σμήνη πτηνών καλλικέλαδων…» .
Έτσι, στο εν λόγω περιηγητικό βιβλίο ξεναγούμαστε, περαιτέρω, τόσο στα κελλιά, τα Κυριακά, τις Σκήτες, τις Καλύβες και τα Μοναστήρια, όσο και σε τόπους άλλους περισσότερο ερημικούς, θεωρούμενους ως κάτι περισσότερο των πρώτων, ως τα «Άγια των Αγίων» της Αθωνικής Πολιτείας. Ως τόποι τέτοιοι καταγράφονται τα φρικτά Καρούλια, ο Άγιος Βασίλειος και οι Καλύβες της Κερασιάς, η Μικρή Αγία Άννα, τα ερημικά Κατουνάκια και τα Καυσοκαλύβια, η «έρημος» γενικότερα του Αγίου Όρους, που τη νιώθεις με την ψυχή σου να υπερίπταται ψηλά, μέσα στις θαυμάσιες ομορφιές του Όρους, τα επιβλητικά τοπία και τις σπάνιες μυροβολιές της φύσης, «μεταξύ Ουρανού και γης», κατά τον ομώνυμο τίτλο βιβλίου γνωστού Αγιορείτη λόγιου μοναχού.
Και δεν είναι αυτά μόνον, είναι και οι πολύωρες πνευματικές συζητήσεις που κυριολεκτικά «ανάβουν» στις απλωταριές των μονών ανάμεσα μοναχών και προσκυνητών ή και μόνο προσκυνητών, όσο και η λοιπή αγιοπνευματική και εκκλησιαστική ζωή που συνοδεύει και σηματοδοτεί τη ζωή μοναχών και προσκυνητών μέσα από το ανόθευτο και καθάριο λατρευτικό τυπικό που σε μεταφέρει άμεσα στον κόσμο της γνήσιας βυζαντινής λατρείας, εκκλησιολογίας υμνολογίας και παράδοσης, με τις πολύωρες κατανυκτικές ακολουθίες, την αυστηρή νηστεία και προσευχή (και μάλιστα υπό τη μορφή της λεγόμενης «νοεράς προσευχής»), που βοηθούν όλα στην κατανόηση του ρόλου της Εκκλησίας και του ανθρώπου εντός αυτής.
Ενδιαφέρουσες και οι εμπειρίες του συγγραφέα από την επικοινωνία του όλα αυτά τα χρόνια με σπουδαίες αγιορείτικες μορφές, όπως τον άγιο Παΐσιο, τον αείμνηστο λόγιο μοναχό Μωυσή και άλλες αγιοπνευματικές μορφές, που είχα κι εγώ την τύχη να γνωρίσω κατά τα οκτώ ταξίδια μου στο αγιώνυμο Όρος. Γιατί στο Όρος υπάρχουν και σήμερα αγιασμένοι μοναχοί. και στις μέρες μας «ο Άθως αηδόνας τρέφει πολλάς και καλάς». Δεν θα τους συναντήσεις, βέβαια, στο λιμανάκι της Δάφνης ή στους αρσανάδες των Ι. Μονών, ούτε στα στενοσόκακα των Καρυών. Οι φωλιές των ερωδιών βρίσκονται ψηλά στις κορυφές και στους κρημνούς των βουνών. Εκεί θα τους αναζητήσεις και σίγουρα θα τους βρεις. Στις οπές της γης, στα φαράγγια και στους απορρώγες βράχους, βυθισμένους στην ηρεμία ακύμαντης βαθυγάλανης φύσης, ιεροφάντες σιωπηλοί στις καλύβες και στα ησυχαστήρια, που πνίγονται στο μυροβόλο αθωνικό δάσος αλλά και στα κελλιά των κοινοβίων υποταγμένους στην άσκηση και την υπακοή. Κι αυτό, γιατί, όπως λέει και ο αοίδιμος μοναχός Μωυσής, στο Άγιον Όρος ό,τι ζητάς βρίσκεις . αν έλθεις να βρεις αρχαίους πύργους, φυσικές καλλονές, ακόμη τοιχογραφίες, κειμήλια, μακρές ακολουθίες και λοιπά τα βρίσκεις. Αν έλθεις να βρεις σκάνδαλα, όπως σε κάθε ανθρώπινη κοινωνία, υπάρχουν. Αν ζητάς αρετή, θα ψάξεις, θα κουραστείς, μα θα τη βρεις. Γιατί η αρετή συνήθως είναι κρυμμένη.  
Θερμά ευχαριστούμε και συγχαίρουμε τον εκλεκτό συνάδελφο και φίλο κ. Αντώνη Στιβακτάκη, γιατί με το βιβλίο του αυτό κατόρθωσε, είναι γεγονός, να μας μεταγγίσει έστω και ψήγματα από το τοπίο, την καθημερινή ζωή και τον ένθεο ζήλο, τους αγώνες και τη θερμουργό πίστη των πατέρων τού Αγίου Όρους.
         

ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΕΥΑΓΓ. ΤΣΙΡΙΓΩΤΑΚΗ * * * ΚΡΗΤΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΟΣ ΓΝΗΣΙΟ ΙΔΙΩΜΑΤΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ



ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΕΥΑΓΓ. ΤΣΙΡΙΓΩΤΑΚΗ


ΚΡΗΤΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΟΣ
ΓΝΗΣΙΟ ΙΔΙΩΜΑΤΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ
[ΤΥΠΟΚΡΕΤΑ α.ε., Ηράκλειο 2019, σχ. 4ο (30 Χ 21), σσ. 574]


ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ


      
Η «Κρητών Διάλεκτος» το «Γνήσιο Ιδιωματικό Λεξικό» του φίλου κ. Αντωνίου Ευαγγ. Τσιριγωτάκη, από τον Πύργο Μονοφατσίου, κυκλοφόρησε πρόσφατα σε 2η έκδοση πολλαπλώς βελτιωμένη, με χορηγία της Περιφέρειας Κρήτης και του Δήμου Αρχανών- Αστερουσίων. Πρόκειται για μια αξιέπαινη και ευγενική χορηγία, που αποβλέπει σε μια πράξη πολιτισμού, στη διάσωση της κρητικής διαλέκτου.
Το παρουσιαζόμενο με το παρόν σημείωμά μας λεξικό υπερβαίνει τα 13.000 λήμματα με τα υποκοριστικά, μεγεθυντικά και παράγωγα, ενώ δίνει έμφαση στην ιδιαίτερη προφορά και σημασία των κρητικών λέξεων από τόπου σε τόπο, πραγματικότητα που μόνον ο ιθαγενής κρητικός μπορεί να την αντιληφθεί και ξεχωρίσει. Στο σημείο αυτό ο κ. Τσιριγωτάκης θεωρεί ότι αποτυγχάνει και ο ικανότερος φιλόλογος που δεν γεννήθηκε και, κυρίως, δεν μεγάλωσε στην Κρήτη και ετυμολογεί κατά λέξη, χωρίς να γνωρίζει τις μεταφορικές έννοιες ιδιωματικών λέξεων, που οδηγούν ακριβώς στη σωστή ετυμολογία, φέρνοντας, εδώ, ως παράδειγμα φράσεις όπως:  «μην ακούς…» με στερητική έννοια και «μην εργάς;» με ερωτηματική έννοια
Παρότι μη φιλόλογος ο κ. Τσιριγωτάκης, όμως, η βαθιά γνώση που απέκτησε περί το κρητικό μας γλωσσικό ιδίωμα από προσωπικές του μελέτες και έρευνες πολλών δεκαετιών τον κατέστησε ικανό γνώστη και χειριστή των γλωσσικών και ετυμολογικών κανόνων και του απέφερε και Α΄ Έπαινο της Ακαδημίας Αθηνών, ενώ, στον Πρόλογο της α΄ έκδοσης του Λεξικού του, ο γνωστός γλωσσολόγος δρ Νικόλαος Κοντοσόπουλος, Διευθυντής του Ιστορικού Λεξικού της Ακαδημίας Αθηνών, από τους ελάχιστους διαλεκτολόγους βαθείς γνώστες και μελετητές του κρητικού ιδιώματος, εκφράζεται για το λεξικό του κ. Τσιριγωτάκη με τα καλύτερα λόγια, θεωρώντας, αφενός, ότι δεν είναι καθόλου ευκαταφρόνητο το ποσοστό λέξεων του λεξικού, που είναι αμάρτυρες σε άλλα κρητικά λεξικά (σπουδαία, αλήθεια, αυτή αρετή ενός λεξικού), ενώ, αφετέρου, επισημαίνει και μιαν άλλη πρωτοτυπία του λεξικού, ότι, δηλαδή, ο λεξικολόγος δηλώνει και τον γεωγραφικό χώρο, όπου ακούγεται η κάθε παραλλαγή των λημμάτων.
Στον Πρόλογό του ο κ. Τσιριγωτάκης μάς εξηγεί πώς οδηγήθηκε σε αυτήν τη λεξικογραφική έρευνά του. Ήταν, λέγει, στις δεκαετίες τού 1950- 60, όταν παρατήρησε ότι η κρητική διάλεκτος άρχισε να χάνει τη φυσιογνωμία της. Σε αυτό, βέβαια, τον καιρό εκείνο, θεωρούμε ότι θα συνετέλεσε η αλλαγή του τρόπου ζωής των κρητικών με την ευρεία διάδοση του αυτοκινήτου και του ραδιοφώνου ανά τη Μεγαλόνησο. Η μοίρα των δεκαετιών αυτών ήταν ο άνθρωπος να ζήσει την αρχή της μεγάλης αλλαγής του κόσμου, που διαγράφεται ως μοίρα τεχνολογικού μεγαλείου και ανθρωπίνης τραγικότητας, μια μοίρα, όμως, που παρέσυρε μαζί της και τη μεγαλειώδη Κρητική μας Διάλεκτο, καταλήγοντας, δυστυχώς, στην ψηφιακή γλώσσα ως μέσον συνεννόησης των ανθρώπων και των λαών της εποχής μας.
Και αυτό, οπώσδήποτε, αποτελούσε μια λίαν οδυνηρή διαπίστωση, που σχεδόν μάς βεβαίωνε ότι αυτή η ευγενής και αρχοντική και αρχαιοπρεπέστατη των παλαιών Κρητικών «εμιλιά» δεν παρουσιάζε, πλέον, καθόλου θετικές προοπτικές για περαιτέρω επιβίωση και συνέχιση της ύπαρξής της (!) με τη ρίζα του κακού να εντοπίζεται σε αυτήν, όπως, ήδη, επισημάναμε, την ίδια τη φύση των πολιτιστικών πραγμάτων της εποχής μας, σε αυτήν την ίδια τη σημερινή γλωσσική πραγματικότητα.
Την πίκρα του, λοιπόν, ο κ. Τσιριγωτάκης, που έβλεπε την αγαπημένη του κρητική λαλιά να χάνεται από το στόμα και αυτών των κρητικών, τη μετέτρεψε σε βαθιά μελέτη κι ενδελεχή έρευνα του γλωσσικού και λαογραφικού πλούτου της κρητικής διαλέκτου, θαυμάζοντας και διασώζοντας στο εξής τη συμπυκνωμένη θυμοσοφία των διαλεκτοφώνων, που κέντριζε έντονα το γλωσσοσυλλεκτικό του ενδιαφέρον. Για την συλλογή και επεξεργασία των λημμάτων συμβουλευόταν ηλικιωμένους διαλεκτοφώνους, λεξικά αρχαίων ρημάτων και άλλα ξενόγλωσσα λεξικά (κυρίως της Τουρκικής, της Ιταλικής και Αραβικής γλώσσας), γλωσσικά εγχειρίδια και βοηθήματα, παράλληλα, πάντα, με την προσωπική βιωματική του εμπειρία. Μαζί του, πάντα, κρατούσε ένα μπλοκάκι και σημείωνε καταλεπτώς ό,τι τού έλεγε ο συνομιλητής του.
Το πόσο ενθουσίαζαν όλα αυτά τον φίλο Αντώνη Τσιριγωτάκη και πόση σοφία περί την κρητική μας λαλιά ο άνθρωπος αυτός είχε αποκτήσει,  μπορούσε ο οιοσδήποτε να το αντιληφθεί από την πρώτη στιγμή που τον πλησίαζε. Η επικοινωνία μαζί του αποκτούσε εξαιρετικό νόημα και ενδιαφέρον, όπως και προσωπικά μπόρεσα επανειλημμένα να το διαπιστώσω. Την αγωνία των λέξεων την έβλεπες χαραγμένη μόνιμα στο πρόσωπό του. Πάντα, όταν τον συναντούσες, είχε και κάτι, όλως αυθόρμητα, να σου προτείνει γύρω από κάποια άγνωστη ή αμφιλεγόμενη πτυχή ή λέξη του κρητικού ιδιώματος. Θυμάμαι την τελευταία φορά, πριν ένα, περίπου, μήνα, όταν τον είδα στον Πύργο Μονοφατσίου, όπου είχα πάει προκειμένου να μιλήσω για το συγγραφικό έργο του κοινού μας φίλου κ. Ζαχαρία Καλοχριστιανάκη. Τότε μου χάρισε και το παρουσιαζόμενο σήμερα «Λεξικό», που καθώς μού το προσέφερε μου έδινε και μια πρώτη ιδέα, ένα πρώτο δείγμα της αξίας και των πρωτοτυπιών του. «Κακώς, κ. Παπαδάκη, μου λέγει, έχει περάσει η λέξη “το ρακί” σε πολλά λεξικά. Γιατί ποτέ δε λέγει ο κρητικός “έλα να πιούμε ένα ρακί”, “αλλά έλα να πιούμενε μια ρακή” ή “έλα να πιούμε μια”, χωρίς το προσηγορικό ρακή ή “κέρασέ τονε μια (ενν. ρακή)”»
Ως άλλη καινοτομία του Λεξικού του θεωρώ το ότι χωρίζει τις σύνθετες λέξεις στα συνθετικά τους μέρη, ενώ, μετά την ερμηνεία των κρητικών λέξεων, ακολουθεί, συχνά, και μια φράση επεξηγηματική (π.χ. απαλέτης, αρσ. <από + αλέτης< ρ. αλέθω= αυτός που τέλειωσε την άλεση των σιτηρών στο μύλο.- Οι απαλέτες να μολάρουνε για δεν έχω την εξά μου να στρουφογυριστώ στο μύλο. Σε άλλο σημείο, επίσης, διαβάζουμε τη φράση: διάλε τ’ς απολλυμάρηδές του [ιδιωμ.] < απολλυμάρηδες< ρ. απόλλυμι= χάνομαι ή τ’ς απολλυμάρους, νεότερος ιδιόλεκτος τύπος, βρισιά κατά των απολεσθέντων (πεθαμένων), (συνώνυμο «διάλε τ’ αποθαμένα ν-του»).
Κοντά σε αυτά, πέραν από επιδέξιος λεξικογράφος, ο κ. Τσιριγωτάκης σε πολλά λήμματα (ως παράδειγμα, εδώ, αναφέρω το προαναφερθέν λήμμα «ρακή») θησαυρίζει και μιαν εξαιρετικά πολύτιμη σωρεία πληροφοριών που ενδιαφέρουν τη Λαογραφία και την Ιστορία της Κρήτης. Οι πληροφορίες αυτές καθιστούν το λεξικό του ιδιαίτερα χρήσιμο και ενδιαφέρον και στον ερευνητή τής κρητικής Λαογραφίας και Ιστορίας, ενώ εντυπωσιάζει, περαιτέρω, και ιδιαίτερα ενδιαφέρει τον αναδιφώντα τα χιλιάδες λήμματα του Λεξικού το πλήθος των αινιγμάτων, των παροιμιών και μαντινάδων και λοιπών στερεότυπων φράσεων που χρησιμοποιεί ο συντάκτης για την απόδοση των ιδιωματικών λέξεων της κρητικής λαλιάς.       Ο κ. Αντώνης Τσιριγωτάκης αξίζει πολλών και θερμών ευχαριστιών και γι’ αυτήν τη σπουδαία προσφορά του στον χώρο της Γλωσσολογικής και διαλεκτολογικής, περί την Κρητική Διάλεκτο, έρευνάς του με αυτήν την περισπούδαστη και κεφαλαιώδους σημασίας μελέτη του. Ευχή μας να έχει υγεία και δύναμη, για να συνεχίζει τη γόνιμη, εργώδη και δημιουργική δραστηριότητά του.