ΧΡΥΣΑ ΚΟΝΤΟΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΥ * ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ Α. ΜΑΜΑΓΚΑΚΗΣ * * * Δροσερή της φυλλωσιάς σκιά * Ο Ακάθιστος Ύμνος σε νεοελληνική μεταγραφή

 


ΧΡΥΣΑ ΚΟΝΤΟΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΥ

ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ Α. ΜΑΜΑΓΚΑΚΗΣ

 

Δροσερή της φυλλωσιάς σκιά

Ο Ακάθιστος Ύμνος

σε νεοελληνική μεταγραφή

[Εκδόσεις 24 γράμματα, Αθήνα 2023, σχ. 8ο (21 Χ 15), σσ. 204]



          ΚΩΣΤΗΣ  ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ

        www.ret-anadromes.blogspot.com

 

Ιδιαίτερα ενδιαφέρον, μεστό και τεκμηριωμένο το παρουσιαζόμενο με το σημείωμά μας αυτό νέο σύγγραμμα, υπό τον ποιητικότατο τίτλο «Δροσερή της φυλλωσιάς σκιά- Ο Ακάθιστος Ύμνος», που γνώρισε τον παρελθόντα Φεβρουάριο το φως της δημοσιότητας. Πρόκειται για ένα σημαντικό πόνημα, μια πραγματικά προσεγμένη περί τον «Ακάθιστο Ύμνο» επιστημονική μελέτη, που ενημερώνει, αξιολογεί, οριοθετεί και κατευθύνει προς ευρεία γνώση αλλά και ψυχική ωφέλεια του αναγνώστη.

 Δημιουργοί του οι Χρύσα Κοντογεωργουπούλου και ο Διονύσιος Α. Μαμαγκάκης, πτυχιούχοι και οι δύο και διδάκτορες βυζαντινολόγοι, του τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, με πλούσιο συγγραφικό, διδακτικό και ερευνητικό έργο σε προγράμματα, κυρίως, του ΕΚΠΑ, ενώ, περιπλέον, ο Δ. Μαμαγκάκης, πρέπει να το σημειώσουμε εδώ ότι- ως και εκ του ονόματος καθίσταται φανερόν- είναι Ρεθύμνιος στην καταγωγή, από τα Φρατζεσκιανά Μετόχια, γιος του Ρεθεμνιώτη συνταξιούχου θεολόγου, συγγραφέως και ιερέως του ι. ναού του Αγίου Διονυσίου, της Μητροπόλεως Πειραιώς, π. Ανδρέα Ηλ. Μαμαγκάκη, του οποίου στο παρελθόν έχουμε, επίσης, παρουσιάσει βιβλία από τον τοπικό τύπο, με τελευταίο την ενδιαφέρουσα μυθιστορία του υπό τον εντυπωσιακό τίτλο «Οι κορυφαίοι του Μακρύ Στενού».

Αυτοί, λοιπόν, οι δύο διδάκτορες βυζαντινολόγοι ένωσαν τις επιστημονικές τους δυνάμεις, ο ένας (ο Δ. Μαμαγκάκης) περί την ιστορική του θέματος μελέτη και εξέταση και η άλλη (η Χ. Κοντογεωργοπούλου)- βραβευμένη από την Ακαδημία Αθηνών Ποιήτρια- περί τη λογοτεχνική και ποιητική του έργου μεταγραφή και απόδοση στη νεοελληνική γλώσσα και το αποτέλεσμα της συνεργασίας τους υπήρξε, τωόντι, πρωτότυπο και εντυπωσιακό.

 Ο «Ακάθιστος Ύμνος», ο «Εθνικός»- κατά τον κ. Μαμαγκάκη από το α΄ μισό του 7ου αιώνα- «Ύμνος» της Ρωμιοσύνης (της ελληνικής ταυτότητας, δηλαδή,  κατά τη βυζαντινή εποχή, που είχε ήδη διαμορφωθεί), αποτελεί, χωρίς αμφιβολία, το θεολογικότερο, λυρικότερο και, ασφαλώς, το δημοφιλέστερο λογοτεχνικό κατόρθωμα της βυζαντινής Υμνογραφίας. Πρόκειται για ένα εγκώμιο και δοξολογία και ικεσία μαζί στη Μητέρα του Θεού, την αγιότερη και δημοφιλέστερη μορφή του χριστιανικού αγιολογίου, που εξακολουθεί για δεκατρείς και περισσότερο αιώνες να είναι κατά την περίοδο των ακολουθιών της Μ. Τεσσαρακοστής- της κατανυκτικότερης περιόδου του ορθοδόξου εκκλησιαστικού έτους- σε ενεργό λειτουργική χρήση σε όλες τις χριστιανικές εκκλησίες και να γεμίζει τις καρδιές των πιστών με ευφροσύνη και κατάνυξη.

 Η βαθιά ενασχόληση των εν λόγω βυζαντινολόγων με τα προβλήματα της βυζαντινής Υμνογραφίας δικαιολογεί, ασφαλώς, όπως και οι ίδιοι εξομολογούνται, και την παρούσα δοκιμή τους για τον «Ακάθιστο Ύμνο» και τα προβλήματά του, που είναι και πολλά και δυσεπίλυτα, ενώ κάποια από αυτά εξακολουθούν, δυστυχώς, να παραμένουν άλυτα.

Ο Δ. Μαμαγκάκης, αφενός, με την ιστορική μελέτη τού έργου διεισδύει βαθιά στο θέμα και επιχειρεί μια λεπτομερειακή αναψηλάφηση των ιστορικών προβλημάτων των σχετιζομένων προς τη μορφολογία, το περιεχόμενο, τη χρονολόγηση (έργο, μάλλον, της προ ρωμανικής περιόδου, παρότι η συναξαριακή παράδοση συνδέει το κείμενο με την πολιορκία της βυζαντινής πρωτεύουσας από τους Αβαροσλάβους, το 626) και τον Ποιητή του Ύμνου, που παραμένει άγνωστος, αφού και αυτός ο φερόμενος Ρωμανός ο Μελωδός αμφισβητείται. Εξετάζει, περαιτέρω, το θέμα του με σαφήνεια, εκφραστική πληρότητα και επιστημονική ευσυνειδησία και ακρίβεια και προσάγει μετά από διεξοδική και σε βάθος έρευνα και νέα στοιχεία, ώστε η εργασία του να χαρακτηρίζεται για την πρωτοτυπία της, την  πληρότητα και αρτιότητά της.

 Η Χ. Κοντογεωργουπούλου, αφετέρου, μας προτείνει μια πραγματικά εξαιρετική λογοτεχνική απόδοση των κεντρικών υμνογραφικών έργων του τυπικού των Χαιρετισμών σε νεοελληνική μεταγραφή (συνοδευόμενη και με πλούσια σχόλια), δηλαδή του Κανόνα του Ιωσήφ του Υμνογράφου (9ος αιώνας) και των εικοσιτεσσάρων Οίκων του κοντακίου του Ακαθίστου, καθώς και του β΄ προοιμίου («Τη Υπερμάχω», που αποτέλεσε, ουσιαστικά, πολεμικό παιάνα για κάθε κρίσιμη του Γένους της Ρωμιοσύνης περίσταση) και του αριστουργηματικού θεοτοκίου («Την Ωραιότητα της παρθενίας σου»), που κλείνει την Ακολουθία του Ακαθίστου Ύμνου, ως ελάχιστο φόρο τιμής στο ιερό πρόσωπο της Θεοτόκου. 

Επίσης, εξαιρετικά ενδιαφέρουσα- κυρίως για τον ειδικό επιστήμονα- κρίνουμε και την παράθεση από τον Δ. Μαμαγκάκη πολλών και ποικίλων κρίσεων Ελλήνων και ξένων επιστημόνων σε επίμαχα και προβληματικά σημεία του Ύμνου, που, συχνά, αποτελούν θέμα αμφισβήτησης μεταξύ των ειδικών και έντονης απορίας ακόμα και μεταξύ αυτών των απλών αναγνωστών. Εξαιρετικά ενδιαφέρουσα, επίσης, θεωρούμε και την εξαιρετική λογοτεχνική απόδοση του Ύμνου από την Χ. Κοντογεωργοπούλου, στην οποία κυριαρχούν και γοητεύουν αισθητικά οι θαυμάσιες ομοιοκαταληξίες, παρηχήσεις, παρομοιώσεις, μεταφορές, αντιθέσεις και προσωποποιήσεις, που κατάφερε και διαφύλαξε ανέπαφες κατά τη μεταγραφή, ενώ- όπως προλογικά, σημειώνει και η ίδια- πολλή προσπάθεια έγινε προκειμένου να αποδώσει κάποιες λέξεις και εκφράσεις χωρίς να «χαλάσει» το μέτρο και τον ρυθμό ή προκειμένου να βρει την κατάλληλη λέξη, για μεταγραφή της στη Νέα Ελληνική, λέξεων του Ύμνου όπως: Παρθένος, παρθενία, Θεοτόκος, του ρήματος, για παράδειγμα, «νεουργείται» ή της γνωστής έκφρασης «χαίρε Νύμφη Ανύμφευτε» κ.λπ. Και στο σημείο αυτό χρειάστηκε να εργαστεί περισσότερο ως ποιήτρια ή βυζαντινολόγος, όπως η ίδια ομολογεί. Σημαντικά, τέλος, κρίνουμε και τα στοιχεία του έργου που αφορούν στον Ακάθιστο Ύμνο και στη βυζαντινή και μεταβυζαντινή τέχνη (εικονογραφία και μελοποιία), καθώς και το τελευταίο κεφάλαιο της ιστορικής μελέτης του Δ. Μαμαγκάκη, που προσλαμβάνει επετειακό, μάλλον, χαρακτήρα, σε σχέση με τα 200 χρόνια από την Επανάσταση του Εικοσιένα.

 Μετά από όλα αυτά, η εν λόγω έκδοση του «Ακαθίστου Ύμνου» αποτελεί, θεωρώ, μιαν από τις εξέχουσες ελληνικές, αυστηρά επιστημονικές εκδόσεις του έργου, με χρήση μιας πλούσιας τετράγλωσσης ξένης βιβλιογραφίας, πράγμα που επιδαψιλεύει στους δημιουργούς της μεγάλη τιμή, για την οξυδέρκεια και την ποιότητα της δουλειάς τους και εγγυάται ότι θα προσελκύσει έντονο το ερευνητικό περί τον «Ακάθιστο Ύμνο» ενδιαφέρον όχι μόνον της ελληνικής αλλά και της διεθνούς κοινότητας.

 Η εν λόγω μελέτη απευθύνεται πρωτίστως στον ερευνητή της θεολογικής και φιλολογικής επιστήμης και δη της Βυζαντινής Φιλολογίας και των σχετικών της Θεολογίας κλάδων, όμως, παράλληλα, έχει πολλά να επιδαψιλεύσει και στον απλό αλλά φιλομαθή αναγνώστη, ενημερώνοντάς τον με έγκυρες απαντήσεις σε πολλά άκρως ενδιαφέροντα και σημαντικά ζητήματα, όπως, για παράδειγμα, το γιατί ο εν λόγω Ύμνος ονομάστηκε «Ακάθιστος» ή περί των ιδιαιτέρων γνωρισμάτων του (κοντακίων, προοιμίων, εφυμνίων κ.λπ.) ή, τέλος, και με πλείστα άλλα γενικότερα στοιχεία γύρω από τη βυζαντινή πρωτεύουσα, την Κωνσταντινούπολη- μια πραγματική από τον 7ο αιώνα Θεοτοκούπολη- στις κυριότερες περιόδους της ιστορικής της πορείας, στα χρόνια, δηλαδή, του Ηρακλείου, του εμβληματικού σταυροφόρου (610 - 641 ), των Κομνηνών (1081 - 1185) και των Παλαιολόγων (1269- 1453).

 Θερμά, όθεν, συγχαίρουμε και ευχαριστούμε τους δύο παραπάνω συντελεστές τού ωραίου αυτού και πολύμοχθου έργου γι’ αυτήν τη γόνιμη, εργώδη και δημιουργική δραστηριότητά τους. Η αίσθηση τού χρέους απέναντι στην πνευματική και πολιτισμική τού Τόπου κληρονομιά είναι, νομίζω, εκείνη που τους καθοδήγησε και συνέβαλε στο ξεπέρασμα των οποιωνδήποτε δυσχερειών. Η προσπάθειά τους, ανάγκη βαθιά εσωτερική, αντανακλά το περίσσευμα τής ψυχής τους.

Δημήτρης Ν. Θεοδοσάκης * * * ΣΤΟΥ ΑΪ- ΜΗΝΑ ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ * (τόμ. 2)

 

Δημήτρης Ν. Θεοδοσάκης

 

ΣΤΟΥ ΑΪ- ΜΗΝΑ ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ

(τόμ. 2)

 

[Εκδόσεις «ΣΜΥΡΝΙΩΤΑΚΗ», Ηράκλειο 2023, σχ. 8ο (21 Χ 14), σσ. 200]


Κωστής Ηλ. Παπαδάκης

  http://ret-anadromes.blogspot.com

  

 Ο Δημήτρης Ν. Θεοδοσάκης, από τον Χόνδρο της Βιάννου, με το γλυκύτατο ψευδώνυμο του «Κάστρου Ταχυδρόμος», στο τελευταίο βιβλίο του, με τίτλο «Στου Αϊ Μηνά το Κάστρο», παρουσιάζει, μέσα από μια σειρά ιστορικών διηγήσεών του, τη ζωή των παλιών Ηρακλειωτών, των Ηρακλειωτών που έκτισαν και τράνωσαν την πολιτεία τους στα χρόνια πριν και αμέσως μετά την Κατοχή, ανεβάζοντας και κρατώντας τον πήχη της προόδου πολύ ψηλά και δημιουργώντας το σημερινό Ηράκλειο, το Ηράκλειο της οικονομικής και πολιτιστικής ευημερίας.

Με τις διηγήσεις του αυτές ο φίλος συγγραφέας ζωντανεύει, περαιτέρω, και αναζωογονεί ένα σημαντικό κομμάτι της νεότερης του Μεγάλου Κάστρου Ιστορίας. Με τα πιο εύγλωττα, ζωντανά και καθάρια χρώματα ανασταίνει ανθρώπους, παλιούς Ηρακλειώτες, που ανταλλάσσανε «καλημέρες» αγάπης στους τότε ζωντανούς και πολυσύχναστους δρόμους της πολιτείας και μέσα στον αγώνα της καθημερινής τους βιοπάλης, προκειμένου να διασφαλίσουν το ψωμί τους και το ψωμί των παιδιών τους. Όλοι αυτοί ήταν οι άνθρωποί του, οι δικοί του άνθρωποι, που τον υποδέχτηκαν, τον αγκάλιασαν και τον αγάπησαν ειλικρινά όταν, μετά την Κατοχή και τον Εμφύλιο, έφτασε ξένος και αναζητητής ενός καλύτερου μέλλοντος από το ξέμακρο χωριό του, τον Χόνδρο της Βιάννου, στην πόλη του Μεγάλου Κάστρου και διορίστηκε ως ταχυδρομικός διανομέας, ειδήσεων «κουβαλητής», στο εκεί ταχυδρομείο. Τη στιγμή εκείνη ξεκινούσε ένα επάγγελμα που δεν μπορούσε ποτέ να διανοηθεί ότι θα το αγαπούσε τόσο πολύ. Άνθρωπος ελεύθερος, ευγενικός, δραστήριος και κοινωνικός έζησε ανεπανάληπτες στιγμές ψυχικής ευεξίας και χαράς από τις δυνατότητες που του έδινε το νέο του αυτό επάγγελμα με το να επικοινωνεί και να γνωρίζει ανθρώπους, περνοδιαβαίνοντας καθημερινά από τους κεντρικότερους δρόμους της μεγάλης καστροπολιτείας, εκεί γύρω από το ιστορικό της κέντρο, και στον πιο κεντρικό της περιοχής δρόμο, την οδό της 25ης Αυγούστου. Ο δρόμος αυτός, με τον περίφημο ναό του αγίου Τίτου και τα περήφανα νεοκλασικά κτίρια και καταστήματά του, ήταν η οδός των τραπεζών, των πρεσβειών και των ναυτιλιακών και τουριστικών γραφείων. Και κοντά σε αυτά, ήταν, να σημειωθεί, και ο μοναδικός δρόμος της Καστροπολιτείας, που οδηγούσε από το λιμάνι στο κέντρο της πόλης και το αντίθετο και η δυνατότητα αυτή του έδινε και μιαν άλλη αξία. Ήταν, πώς να το κάνουμε, ο δρόμος του μισεμού και του καλοσωρίσματος, όπως χαρακτηριστικά τον σημειώνει ο ίδιος ο συγγραφέας. Εκεί ο Δ. Θεοδοσάκης γνώρισε όλη την οικονομική και πολιτιστική αφρόκρεμα της καστροπολιτείας, το αρχοντολόι της εποχής. Ανάπτυξε σχέσεις φιλίας μαζί τους και, επικοινωνιακός τύπος όπως ήταν, χαιρόταν αυτήν την επικοινωνία κι ένιωθε βαθιά μέσα στην ψυχή του απεριόριστη χαρά και ευτυχία. Και όλα αυτά τα σημειώνει με έξοχο τρόπο, απαθανατίζοντάς τα σε ποίημά του με τον τίτλο «Αποχαιρετισμός», που ανάρτησε στον πίνακα των ανακοινώσεων του Ταχυδρομείου την τελευταία μέρα της συνταξιοδότησής του.    

 Eυτυχώς, όμως, που υπάρχει η νοσταλγία, αυτή η πανανθρώπινη δυνατή «αδυναμία», που ξαναφέρνει τους απομακρυσμένους οδοιπόρους στο όνειρο και στα πρώτα βήματα της ζωής. Και στο βιβλίο τού Δ. Θεοδοσάκη η δύναμη αυτή, η νοσταλγία για τα παλιά, είναι που μεγαλώνει το όνειρο και προετοιμάζει και προδιαθέτει για την πνευματική σοδειά που θα επακολουθήσει. Γιατί το παρουσιαζόμενο με το σημείωμά μας αυτό βιβλίο, από μακριά μυροφόρο και έντονα αισθαντικό, πρέπει να θεωρηθεί ως ένα μικρό «αντιδώρημα» του συγγραφέα- είκοσι χρόνια μετά τη συνταξιοδότησή του- προς όλα εκείνα τα πολλά και ωραία που του χάρισε κι εκεινού το σπουδαίο αυτό χτες της επαγγελματικής του δραστηριότητας. Αυτές τις ακατάλυτες μνήμες επέλεξε κι έπλεξε ο συγγραφέας σ’ ένα «ματσάκι αλησμονιάς», σ’ ένα πνευματικό κι ευώδες τριαντάφυλλο, προκειμένου να το δωρίσει και να το κρατήσουν στα χέρια τους οι παλιοί του εκείνοι φίλοι σαν έναν μεγάλο ευχαριστήριο «αποχαιρετισμό», αλλά και οι νεότεροι και όλοι εκείνοι που μέλλεται να έρθουν, για να δουν και εκείνοι και να μάθουν για τη ζωή του μόχθου και της αρετής των προγόνων τους, των παλιών Ηρακλειωτών.

 Η αυθεντικότητα της πρώτης ύλης, το βάρος της προσωπικής εμπειρίας και η ιδεολογική φόρτιση προσδίδουν στη γραφή αυτήν του Δημήτρη Θεοδοσάκη την αμεσότητα του ρεαλισμού και τη λεπτότητα των αισθημάτων για την πατρώα γη και τους αγαπημένους του συμπολίτες. Και είναι γεγονός ότι ένας ολόκληρος κόσμος ξεπηδά ολοζώντανος μπροστά στα μάτια μας μέσα από τις ρεαλιστικές αυτές διηγήσεις, ενώ η εσωτερικευµένη πραγματικότητα επιτρέπει, συχνά, λυρικές εξάρσεις υποκειμενικών βιωμάτων, υποκινούμενων από μιαν έντονη συναισθηματική τού συγγραφέα φόρτιση, χωρίς, πάντως, να αναιρείται ποτέ ο ρεαλισµός των διηγήσεων ούτε η αυθεντικότητα της πραγματικότητας.

  Με το παρουσιαζόμενο βιβλίο του, ο Δημήτρης Θεοδοσάκης καταφέρνει να ζωντανέψει τη ζωή δεκατεσσάρων ανθρώπων μέσα από τις αφηγήσεις σαράντα δυο (!) γνωστών και φίλων του αφηγητών και από δεκάδες αυθεντικές φωτογραφίες, με ήρωες και πρωταγωνιστές πρόσωπα υπαρκτά, που τα περισσότερα από αυτά, αν δεν πρόκειται για προγόνους τους που έχουν προ πολλού φύγει από τη ζωή, και ο ίδιος τα συνανεστράφη στα πενήντα, τόσα, χρόνια που έζησε ανάμεσά τους. Ανθρώπους τόσο του μόχθου, όσο και της οικονομικής και πολιτιστικής ζωής του Ηρακλείου, πανεπιστημιακούς, εμπόρους και βιοπαλαιστές. Δειγματικά αναφέρουμε τον καθηγητή της Θεολογικής Σχολής του Καποδιστριακού  Πανεπιστημίου Γεώργιο Γρατσέα, τον προοδευτικό και σπουδαίο οφθαλμίατρο Γιώργο Ι. Μαρκάκη, δημιουργό του περίφημου Λαογραφικού Μουσείου «Λυχνοστάτης», τον ρεθεμνιώτη Σπύρο Χιωτάκη, από τη Μύρθιο Ρεθύμνου, εκεί στα πόδια του Βρύσινα, παρά το φράγμα των Ποταμών, που ίδρυσε το τουριστικό Γραφείο Solmas Tours, με ένα ολόκληρο στόλο τουριστικών πούλμαν για τη μεταφορά των τουριστών ανά τη Μεγαλόνησο, τον Μανόλη Ματθαιακάκη, τελευταίο καφετζή στην κεντρική οδό της 25ης Αυγούστου, τον σπουδαίο κλασικό φιλόλογο και συγγραφέα, Κωστή Στεφανάκη, που με τη ζωή και την πολιτεία  του δίδαξε τον πατριωτισμό, τη γνώση και την αρετή, τον Αγκόπ Καζαντζιάν και τη γυναίκα του Σύλβια, που, για να σωθούν από την γενοκτονία των Τούρκων, οδηγήθηκαν από τη Μικρασία στο Ηράκλειο, όπου δραστηριοποιήθηκαν διατηρώντας κατάστημα υποδημάτων και άλλους πολλούς συμπολίτες του, με τη δική του μεγάλη ή μικρή του ιστορία ο καθένας.

 Τα θερμά μου, και πάλι, συγχαρητήρια στον αγαπητό μου φίλο Δημήτρη Ν. Θεοδοσάκη, τον όμορφο αυτόν του «Κάστρου Ταχυδρόμο» και για την παρούσα πολύτιμη προσφορά του στα κρητικά γράμματα και τη νεότερη του Μεγάλου Κάστρου ιστορία. 

ΑΝΝΑΣ ΜΠΙΘΙΚΩΤΣΗ * * * ΔΕΝ ΜΑΤΩΣΑ ΕΓΩ ΤΙΣ ΠΑΠΑΡΟΥΝΕΣ * * Μουσικοθεατρική αφήγηση: Άννα Μπιθικώτση * Τραγούδι: Σωτήρης Δογάνης- Κατερίνα Μεγάλου

 ΑΝΝΑΣ ΜΠΙΘΙΚΩΤΣΗ

 

ΔΕΝ ΜΑΤΩΣΑ ΕΓΩ ΤΙΣ ΠΑΠΑΡΟΥΝΕΣ

[Εκδόσεις ΚΟΥΡΟΣ, Αθήνα 2023, σχ. 8ο (24 Χ 17), σσ. 152]


Μουσικοθεατρική αφήγηση: Άννα Μπιθικώτση

Τραγούδι: Σωτήρης Δογάνης- Κατερίνα Μεγάλου

 

    ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ

       www.ret-anadromes.blogspot.com

 

     Κυκλοφόρησε πρόσφατα το νέο βιβλίο της συγγραφέως και ποιήτριας κ. Άννας Μπιθικώτση, με τον πρωτότυπο και ποιητικότατο τίτλο: “Δεν μάτωσα εγώ τις παπαρούνες”. Η Άννα Μπιθικώτση είναι πολύ γνωστή και αγαπητή και στην πόλη μας, το Ρέθυμνο, όχι μόνο για τη σπουδαία καλλιτεχνική της καταγωγή- κόρη του μεγάλου εκείνου βάρδου, του θρύλου του ελληνικού λαϊκού τραγουδιού, του Γρηγόρη Μπιθικώτση- που συνεχίζει και καταξιώνει το όνομά του στον χώρο της τέχνης, ως διακεκριμένη συγγραφεύς και ποιήτρια, αλλά και για τη στενή καλλιτεχνική συνεργασία της με τον γνωστό Ρεθεμνιώτη καλλιτέχνη Σωτήρη Δογάνη, πράγμα που την κάνει να επισκέπτεται συχνά την πόλη μας.

Άννα Μπιθικώτση (στο κέντρο), Σωτήρης Δογάνης, Κατερίνα Μεγάλου

Καλοί φίλοι από το παρελθόν είχα την ευκαιρία μαζί και την τιμή να παρουσιάσω το καλλιτεχνικό διαμέτρημά τους πριν από οκτώ χρόνια (Απρίλη 2015), από την κοσμοπλημμυρισμένη αίθουσα του Ωδείου της πόλης μας, με την ευκαιρία της κυκλοφορίας, τότε, της σπουδαίας δισκογραφικής δουλειάς του Σωτήρη Δογάνη υπό τον τίτλο: “Με τα φτερά της Ρίζας”, έναν ψηφιακό δίσκο με ριζίτικα τραγούδια. Και κατέτασσα, θυμάμαι, το έργο του αυτό στη χορεία των αξιολογότερων δισκογραφικών εργασιών στο όνομα της μεταλαμπάδευσης των Αρχών τής Παράδοσης, του Πολιτισμού και της Κρητικής Πολιτιστικής Κληρονομιάς. Η ίδια αυτή εκδήλωση επαναλήφθηκε, τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς, και στην Καλή Συκιά, Ρεθύμνου.

Με τη μορφή μουσικοθεατρικής παράστασης παρουσιάστηκε προχτές, Δευτέρα 3 Απριλίου, με μια θαυμάσια εκδήλωση μουσικής και λόγου, από την αίθουσα του ι. ναού των αγίων Τεσσάρων Νεομαρτύρων της πόλης μας και το προαναφερθέν τελευταίο βιβλίο της λαμπρής και καταξιωμένης συγγραφέως και ποιήτριας Άννας Μπιθικώτση.

Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Κούρος», στηρίζει με τις πωλήσεις του τις δράσεις και τον σκοπό του «Συνδέσμου Μελών Γυναικείων Σωματείων Ηρακλείου και Νομού Ηρακλείου», καθώς και τον «Ξενώνα Κακοποιημένης Γυναίκας και Παιδιού» και είναι αφιερωμένο στον Χρυσό Ολυμπιονίκη Πύρρο Δήμα, το απόλυτο σύμβολο του νικητή που όλοι κρύβουμε μέσα μας!

Η όλη εκδήλωση τελούσε υπό την αιγίδα της Ι. Μητροπόλεως Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου και προλογίστηκε κατάλληλα, με λόγο μεστό και τεκμηριωμένο, από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη μας κ. Πρόδρομο, ενώ την παρουσίαση του όλου προγράμματος έκανε ο τέως Αντιδήμαρχος Πολιτισμού και Υπεύθυνος του Αναγεννησιακού Φεστιβάλ Ρεθύμνου, Βαγγέλης Στεφανάκης.

    Η βραδιά υπήρξε, τωόντι, υποβλητική, βαθιά μυσταγωγική! Τα πάντα κύλησαν άψογα και αποτελεσματικά, προσφέροντάς στο ρεθεμνιώτικο κοινό μια υψηλού περιεχομένου και αισθητικής εκδήλωση. Όπως και το ίδιο το βιβλίο και η παρουσίασή του υπήρξε αληθινά πρωτότυπη και εντυπωσιακή κάτω από την προσεγμένη καλλιτεχνική επιμέλεια της Άννας Μπιθικώτση. Ένας πραγματικός υμνικός μελωδισμός, που κατερχόμενος άνωθεν έπεσε ως δρόσος εξ ουρανού και δρόσισε, αγκάλιασε σφικτά και κράτησε ψηλά το ενδιαφέρον του κοινού. Φάνηκε καθαρά ότι οι συντελεστές τής βραδιάς δεν ζήτησαν να καταφύγουν στη λάμψη της ματαιότητας και τον κενό εντυπωσιασμό. Με τη φυσικότητα και τη βεβαιότητα των επιλογών τους απέφυγαν επιμελώς κάθε προσπάθεια ωραιοποίησης, προσεγγίζοντας περισσότερο την ουσία και την εσωτερική διαδρομή του λόγου και της μουσικής.

      Όπως σημειώνει χαρακτηριστικά η συγγραφέας, μέσα από τις σελίδες του βιβλίου της «δένει» πληγές με επιδέσμους ελπίδας και, σε πείσμα των καιρών, επιμένει να ονειρεύεται την ανατολή ενός καλύτερου κόσμου. Με φωνή που σπάει το φράγμα του ήχου, αντιδρά στις «ηνωμένες ληστείες» αγάπης, ονείρων και ρομαντισμού αρνούμενη να μετρά άπνοα κορμιά στο όνομα της ελευθερίας.

      Περιθάλπει την Ιδέα της πατρίδας, το μέλλον των παιδιών μας, τα θαύματα και τα τραύματα της ζωής, θετικές σκέψεις, νέες Ιθάκες, την ειρήνη των Ηπείρων, το χάδι της μάνας, του πατέρα τη φωνή, τις αποχρώσεις της Αγάπης, ανυπότακτες φωνές κι εκείνες τις παπαρούνες της ζωής που δεν μάτωσε…».

Άννα Μπιθικώτση- Σωτήρης Δογάνης

     Και πιο συγκεκριμένα- για την ιστορία της προχτεσινής βραδιάς- θαυμάσια αποσπάσματα του παρουσιαζόμενου βιβλίου αποδόθηκαν από την συγγραφέα Άννα Μπιθικώτση με μια έντονα δραματοποιημένη αφήγηση, με τη συνοδεία του πιάνου της soprano Κατερίνας Μεγάλου, που ανταποκρίθηκε απόλυτα στις απαιτήσεις τόσο του λόγου όσο και της μουσικής με αποτέλεσμα μια θαυμάσια και υπερδυναμική υποστήριξη. Ο λόγος της Άννας μελιστάλακτος, γεμάτος τρυφερότητα, αισθαντικότητα και αγάπη κατέληγε στα χείλη της τραγούδι, μουσική. Και με το όμορφο και πρωτότυπο αυτό τραγούδι της η συγγραφέας αναφέρθηκε και αγκάλιασε όλες τις αξίες της ζωής. την αγάπη και την ανθρωπιά, τη θρησκεία και την πατρίδα, το παιδί, τη μάνα και τη γυναίκα, τον ήλιο της δικαιοσύνης, στεφανώνοντας την κάθε αξία και μ’ ένα τραγούδι σχετικό από το σύγχρονο έντεχνο ελαφρολαϊκό ρεπερτόριο, ερμηνευμένο από τους μεγάλους καλλιτέχνες της βραδιάς, τον Σωτήρη Δογάνη και τη σοπράνο Κατερίνα Μεγάλου.

      Τον καλό φίλο Σωτήρη Δογάνη με τη δυνατή, αγέρωχη και ομοιογενή φωνή του και την πηγαία εκείνη - για μας τους ρεθεμνιώτες, όπως τη νιώθουμε και την ακούμε μέσα μας-  αμόλυντη και καθάρια από τα ιερά και όσια τού τόπου μας κρητική αρχοντιά. Γιατί ναι από εκεί, από τις Αλώνες τού Ρεθύμνου γεμίζει το σταμνί του ο Σωτήρης, από την καθάρια Βρυσομάνα τής Ρίζας και από την άγια Πηγή στην αυλή τής εκκλησιάς τού χωριού του, τ’ Άι- Νούφρη, διατηρώντας, όπου κι αν βρεθεί, άσβεστο και θαλερό κι ακοίμητο το φως τής Κρητικής Ρίζας.

     Και τη θαυμάσια soprano Κατερίνα Μεγάλου, που στην προχτεσινή βραδιά λόγου και μουσικής έδειξε το σπάνιο της φωνής της διαμέτρημα. Οι φωνητικές της αρετές, όσο και η ξεχωριστή και σπάνια ευαισθησία της σε σχέση με το κείμενο, διασφάλισαν μιαν ιδιαίτερα λαμπερή, ανάλαφρη, φωτεινή κι ανεπιφύλακτα δυναμική ερμηνεία, που εκτιμήθηκε ιδιαίτερα από το κοινό.

Άποψη του κοινού

    Σε κάθε περίπτωση η βραδιά κύλησε όμορφη, απολαυστική, γεμάτη χάρη και κομψότητα, κάτω από εκείνο το χαρακτηριστικό και όλως ιδιαίτερο και ιδιότυπο ύφος λόγου και μουσικής, μουσικής και λόγου, λόγου φωτεινού, ανάλαφρου και λαμπερού και ανεπιφύλακτα δυναμικού, συνοδευόμενου με ευαίσθητα καλλιτεχνικά βίντεο, με ορχηστρική μουσική και τραγούδια που εμπεριέχονται στο cd που συνοδεύει το βιβλίο και στα οποία μουσικά επενδύει ο Κώστας Νικολόπουλος.

     Ιδιαίτερα ξεχωριστές και οι ζωντανές έντεχνες ερμηνείες της βραδιάς (όπως τα τραγούδια «Μην τον ρωτάς τον ουρανό» του Μ. Χατζιδάκη, «Της δικαιοσύνης ήλιε μυστικέ» και «Άρνηση» του Μ. Θεοδωράκη), που έδωσαν τη δυνατότητα στο κοινό να περπατήσει μαζί με τους ερμηνευτές στον χώρο της μουσικής, να γνωρίσει και να αισθανθεί τις ομορφιές της και να ζήσει μια ανεπανάληπτα όμορφη βραδιά, που κινούνταν πέρα από τα βάρβαρα σχήματα λόγου και μουσικής, που, συνήθως, αντιπροσωπεύουν και χαρακτηρίζουν τις μέρες μας και κατακλυσμικά θολώνουν τον αξιολογικό ορίζοντα τής εποχής μας.

 Τα θερμά συγχαρητήριά μου σε όλους τους συντελεστές της βραδιάς. στην Άννα, στον Σωτήρη και στην Κατερίνα.