ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΕΜΜ. ΠΕΤΥΧΑΚΗΣ *** Ο φιλοπρόοδος Ρεθεμνιώτης ιατρός * * * (1853- 1929)

 


Εικ. 1. Κωνσταντίνος Εμμ. Πετυχάκης

         ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΕΜΜ. ΠΕΤΥΧΑΚΗΣ

                                                          Ο φιλοπρόοδος Ρεθεμνιώτης ιατρός

                                                         (1853- 1929)

 

       ΚΩΣΤΗΣ  ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ

        www.ret-anadromes.blogspot.com

                                                                                                1ο  Μέρος

                                                 (Βιογραφικό)

        Μια από τις φωτεινότερες μορφές της επαρχίας Αγίου Βασιλείου αλλά και του νομού Ρεθύμνου, γενικότερα, είναι ο γιατρός Κωνσταντίνος Εμμ. Πετυχάκης, που προερχόταν από την αρχοντική οικογένεια των Πετυχάκηδων του Αγαλλιανού (εικ. 1). Γεννήθηκε το 1853 στο Ρέθυμνο από τον Εμμανουήλ Πετυχάκη, Πρόξενο της Ελλάδας και τη Μαρία, το γένος Βολανάκη, που διακρινόταν για το ήθος και την πνευματική καλλιέργειά της. Ήταν, περαιτέρω, αδελφός του δικηγόρου Μίνωα Πετυχάκη, διευθυντή του Ελληνικού Προξενείου στο Ρέθυμνο, βουλευτή, υπουργού Παιδείας της Κρητικής Πολιτείας, Γενικού Διοικητή της Ηπείρου και του Αιγαίου και εκπροσώπου της Κυβέρνησης στην Τράπεζα της Ελλάδας. Σύζυγός του ήταν η Ιουλία Πετυχάκη, το γένος Στυλ. Μουσούρου, από τους σπουδαιότερους κοινωνικούς σκαπανείς του Ρεθύμνου κατά τον 19ο αιώνα (εικ. 2). Σπούδασε Ιατρική στην Αθήνα και μετά την έξοδό του από το Πανεπιστήμιο άσκησε για αρκετά χρόνια το επάγγελμα του γιατρού στην ιδιαίτερη πατρίδα του, το Ρέθυμνο, ενώ για μακρό χρόνο προσέφερε τις υπηρεσίες του και στην Τράπεζα της Κρήτης και ακολούθως και στο υποκατάστημα της Εθνικής Τράπεζας στο Ρέθυμνο.

Εικ. 2. Κωνσταντίνος και Ιουλία Πετυχάκη

Τον Ιούλιο του 1880 ο Πετυχάκης, ως γιατρός και επιφανής φυσιογνωμία της κοινωνίας του Ρεθύμνου, εμφανίζεται να εκφωνεί τον επικήδειο λόγο στον Εμμανουήλ Βυβιλάκη, του οποίου η συνεισφορά στη διάδοση των Γραμμάτων στο Ρέθυμνο και την Κρήτη, γενικότερα, υπήρξε εξαιρετικά σημαντική και σπουδαία, ενώ σώζεται δημοσιευμένος και λόγος του πανηγυρικός στο μνημόσυνο «Υπέρ των εν τη Ιερά του Αρκαδίου Μονή και τη λοιπή Κρήτη υπέρ ελευθερίας πεσόντων», που εκφωνήθηκε στις 8 Νοεμβρίου του 1884.

Το σχολικό έτος 1885-86, κατά μαρτυρίαν του Εμμανουήλ Γενεράλι, λειτουργούσε μία μόνο τάξη του τριταξίου Γυμνασίου Ρεθύμνου, η πρώτη, και την οποίαν είχε αναλάβει αυτός μόνος, όταν τού προσήλθαν δύο «ευγενείς βοηθοί» και συνεπίκουροι στο διδακτικό έργο του, που τον ανακούφισαν σημαντικά, διδάσκοντες δωρεάν, ο επίσκοπος [που, τον καιρό εκείνο, ήταν ο Ιερόθεος Πραουδάκης ή Μπραγουδάκης (1882- 1896)], τα θρησκευτικά και ο γιατρός και υποπρόξενος της Ιταλίας Κωνσταντίνος Πετυχάκης, τα Γαλλικά.

Ο Κων. Πετυχάκης, πάντως- κατά την χαρακτηριστική έκφραση του Γυμνασιάρχη Μιχ. Γ. Πρεβελάκη- από κάποια στιγμή και πέρα φαίνεται ότι αφιερώθηκε στην πολιτική και την εκπαίδευση, «εάσας την ιατρικήν χαίρειν»[1]. Έτσι, από το έτος 1893 ο Πετυχάκης εμφανίζεται στο τριτάξιο Γυμνάσιο Ρεθύμνου ως άμισθος Διευθυντής και καθηγητής της Γαλλικής Γλώσσας, την οποία, όπως και την Ιταλική, γνώριζε άριστα. Στη θέση αυτήν τον είχε διορίσει η Χριστιανική Εφορία Ρεθύμνης, που τον καιρό εκείνο είχε τη διοίκηση της εκπαίδευσης στην πόλη του Ρεθύμνου. Εκεί βρέθηκε με τον Μιχαήλ Γ. Πρεβελάκη, νεαρό τότε καθηγητή Φιλολογίας, που, για πρώτη φορά, προσήλθε να διδάξει ως φιλόλογος και υφιστάμενος του Κωνσταντίνου Πετυχάκη, με τον οποίο, έκτοτε, συνδέθηκε με άριστες σχέσεις εκτίμησης, φιλίας και αγάπης.    

Πέντε χρόνια αργότερα, το 1898, η Κρήτη, μετά από πολλούς και αιματηρούς αγώνες και θυσίες, κατάφερε να απαλλαχτεί από την παρουσία των Τούρκων και να αποτελέσει αυτοδιοικούμενο κράτος με το όνομα «Κρητική Πολιτεία» και με την εγγύηση των τεσσάρων Μεγάλων Δυνάμεων.  της Γαλλίας, της Ρωσίας, της Αγγλίας και της Ιταλίας. Τότε, λοιπόν, και πιο συγκεκριμένα το επόμενο έτος 1899, ο Πετυχάκης εμφανίζεται με ένα νέο αξίωμα, αυτό του υποπρόξενου της Ιταλίας, εδώ στο Ρέθυμνο, ενώ για πολλά χρόνια, πρωτύτερα, είχε εκπροσωπήσει και τη Γαλλική Κυβέρνηση ως υποπρόξενος, επίσης. Το σπίτι του, καθώς μας πληροφορεί ο Μιχ. Πρεβελάκης, κοσμούσε, μόνιμα πια, ο ιταλικός θυρεός και η σημαία της Ιταλίας[2].

Ο Κωνσταντίνος Πετυχάκης πέθανε στην Αθήνα τον Σεπτέμβριο του 1929, σε ηλικία 76 ετών. Ο θάνατός του προήλθε, κατά περίεργο τρόπο, από τυχαία πτώση του από τραμ της εποχής εκείνης. Νεκρολογία στον αγαπημένο του φίλο θα κάνει ο Μιχαήλ Πρεβελάκης, στην οποία με θερμά λόγια θα αναφερθεί στην προσωπικότητα του άνδρα[3].

Η κηδεία του έγινε στην Αθήνα, στις 5 Σεπτεμβρίου 1929. Μετά πενταετία, το έτος 1934, η σύζυγός του Ιουλία μετέφερε τα οστά του και- ύστερα από μνημόσυνο και θεία λειτουργία ενώπιον στενών συγγενών και φίλων- τοποθετήθηκαν σε οικογενειακό τάφο στο νεκροταφείο του Ρεθύμνου.

Αυτός υπήρξε ο Κωνσταντίνος Εμμ. Πετυχάκης.  ένας άνθρωπος με πλούσια και ανεκτίμητη προσφορά στην πόλη των Γραμμάτων. ένας άνθρωπος με σπάνιες ψυχικές, πνευματικές και χριστιανικές αρετές, που πρωτοστατούσε, πάντοτε, σε κάθε έργο φιλανθρωπίας και κοινωνικής προόδου. Είναι χαρακτηριστικά τα λόγια τού Γυμνασιάρχη Μ. Γ. Πρεβελάκη για τη φιλανθρωπία του άνδρα, με την ευκαιρία της μετακομιδής των λειψάνων του στο νεκροταφείο του Ρεθύμνου. «Ο τάφος εν ω ο αείμνηστος από της χθες αναπαύεται ας γίνη ήδη το προσκύνημα των χηρών και ορφανών, των ενδεών και πασχόντων των υπ’ εκείνου ηθικώς και υλικώς αμέσως και εμμέσως ευεργετημένων»[4]. 



[1]. Μ. Γ. Πρεβελάκη, «Κωνσταντίνος Πετυχάκης», εφημ. Κρητική Επιθεώρησις της 9-5-1939. Επίσης, Εμμανουήλ Γ. Γενεράλι, Αυτοβιογραφία (επιμ. Θεόδωρος Στυλ. Πελαντάκης), Ρέθυμνο 2013, 147- 148.

[2] Μ.Γ. Πρεβελάκη, «Κωνσταντίνος Πετυχάκης», ό.π.

[3] Κωνσταντίνος Εμμ. Πετυχάκης (νεκρολογία), εφημ. Κρητική Επιθεώρησις, 7-9-1929.

[4] Μ. Γ. Πρεβελάκη, «Κωνσταντίνος Εμμ. Πετυχάκης», εφημ. Τύπος, 22-12-1934.

ΠΕΤΥΧΑΚΗΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ * * * Ο πατριώτης Προξενικός Πράκτορας και Δάσκαλος * * * [1820 (;) - 20 Ιουνίου 1884]

 

Αντί άλλης φωτογραφίας του άνδρα, που δεν μπορέσαμε να εντοπίσουμε, δημοσιεύουμε το παρόν έγγραφο, στο οποίο, υπό το Νο 6, υπογράφει ο εκ των συνιδρυτών του πρώτου ιδιωτικού σχολείου που λειτούργησε στο Ρέθυμνο, Ιάκωβος Μαθιουδάκης, και άλλοι Πετυχάκηδες και γνωστοί Ρεθεμνιώτες (φωτ. Αρχείο Γ.Π.Εκκεκάκη)



 ΠΕΤΥΧΑΚΗΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ

 Ο πατριώτης Προξενικός Πράκτορας και Δάσκαλος

[1820 (;) - 20 Ιουνίου 1884]

       ΚΩΣΤΗΣ  ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ

              www.ret-anadromes.blogspot.com

        Ο Χαράλαμπος Πετυχάκης ήταν αδελφός του υποπρόξενου της Ελλάδας στο Ρέθυμνο, Εμμανουήλ Πετυχάκη και πρώτος θείος του γιατρού Κωνσταντίνου Πετυχάκη, ιδρυτή και Προέδρου για πολλά χρόνια του Φιλεκπαιδευτικού Συλλόγου Ρεθύμνου και του δικηγόρου Μίνω Πετυχάκη, διευθυντή του Ελληνικού Προξενείου στο Ρέθυμνο, βουλευτή, υπουργού Παιδείας της Κρητικής Πολιτείας, Γενικού Διοικητή της Ηπείρου και του Αιγαίου και εκπροσώπου της Κυβέρνησης στην Τράπεζα της Ελλάδας. Τέλος, γαμπρός του Γεωργίου Καλοκαιρινού (από τους Καλοκαιρινούς του Ηρακλείου), που ήταν πράκτορας της Αγγλίας στο Ρέθυμνο κατά το έτος 1866 και του Βασιλείου της Ελλάδας. Και στα δύο τελευταία αξιώματα τον διαδέχθηκε ο γαμπρός του Χαράλαμπος Πετυχάκης, για ένα μικρό, πάντως, χρονικό διάστημα μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1867.

       Είναι δύσκολο να προσδιορίσουμε το έτος γέννησης του Χαράλαμπου, καθώς και του αδελφού του Εμμανουήλ, όπως θα δούμε και στο οικείο για τον εν λόγω άνδρα άρθρο μας. Πάντως, όλως τυχαία, ανάμεσα στα ονόματα των Κρητών μαθητών που γράφτηκαν στο Γυμνάσιο Σύρου το έτος 1833, αναγνώσαμε και αυτά των Πετυχάκη Χαράλαμπου και Πετυχάκη Εμμανουήλ. Τα αναφέρει ο συριανός Ανδρέας Δρακάκης, νομικός- ιστορικός, στο βιβλίο του «Τ’ Άγνωστα Χρόνια - Ο Ελευθέριος Βενιζέλος στη Σύρο» και θεωρούμε ότι- ζευγαρωμένα ως έχουν στο εν λόγω βιβλίο- θα πρέπει με βεβαιότητα να αφορούν στους εν λόγω Ρεθεμνιώτες αδελφούς Χαράλαμπο και Εμμανουήλ  Πετυχάκη, δεδομένου ότι δένουν αρμονικότατα και με τις λοιπές χρονολογίες του βίου αμφοτέρων, αλλά και με δεδομένη την ιστορική πραγματικότητα της εποχής, που, ως γνωστόν, πολλοί Κρήτες κατέφευγαν ως πρόσφυγες στη Σύρο και, πιο πολύ, λίγο αργότερα, κατά την επανάσταση του 1866-1869.

 Οπότε, αν οι αδελφοί Χαράλαμπος και Εμμανουήλ γράφτηκαν στο Γυμνάσιο της  Σύρου το έτος 1833, θα πρέπει να θεωρήσουμε ως έτος γέννησης τού ενός το 1820 (;), ενώ για τον άλλο λίγα χρόνια νωρίτερα, οπότε θα πρέπει και να φοίτησε στο Γυμνάσιο κάπως καθυστερημένα και λίγο μεγαλύτερος από τον αδελφό του, ενώ και οι δύο, τελικά, γίνονται δημοδιδάσκαλοι, ενώ ο Εμμανουήλ και δικηγόρος.

        Έτσι, σε ηλικία είκοσι τεσσάρων ετών, την 1η Μαρτίου του 1844, βρίσκουμε τον Χαράλαμπο να αρχίζει τα μαθήματά του στο Ρέθυμνο, ως διδάσκαλος των ελληνικών γραμμάτων, κατόπιν προσκλήσεως του επισκόπου Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου Καλλίνικου, μετά την αναχώρηση για το Ηράκλειο του δημοδιδασκάλου και διευθυντή (από το έτος 1842) του αλληλοδιδακτικού σχολείου στο Ρέθυμνο, Κωνσταντίνου Ψαρουδάκη. Δεν αμφέβαλε ο αγαθός επίσκοπος ότι και ο νέος δημοδιδάσκαλος θα κατέβαλε κάθε δυνατή προσπάθεια για την πληρέστερη κατάρτιση και τελειοποίηση των γνώσεων των δεκαπέντε μαθητών του σχολείου, μέχρι και αυτοί να διορίζονταν στις διδασκαλικές τους θέσεις.

 Με αυτήν την ίδια ιδιότητά του, ως δημοδιδασκάλου, περί το έτος 1858, με τον αδελφό του Εμμανουήλ και τον Ιάκωβο Μαθιουδάκη, φέρονται ως συνιδρυτές του πρώτου ιδιωτικού σχολείου που λειτούργησε στο Ρέθυμνο, «λόγω ελλείψεως σχολείου καλώς διοργανωμένου» (βλ. στην εικόνα την υπογραφή τού εκ των συνιδρυτών Ιακώβου Μαθιουδάκη, υπό το Νο 6, αφού δεν μπορέσαμε να εντοπίσουμε κάποια φωτογραφία του βιογραφούμενου Χ. Πετυχάκη). Λίγο αργότερα, στις 18 Οκτωβρίου 1860, και τους τρεις παραπάνω συνιδρυτές του πρώτου ιδιωτικού σχολείου τούς βρίσκουμε, και πάλι, να συνυπογράφουν ευχαριστήριο προς τον Εμμανουήλ Βυβιλάκη επιστολή, για την προσφορά του στο σχολείο ενός κοσμοσφαιρίου μέσω του Ιακώβου Μαθιουδάκη. Η συνεισφορά του Εμμανουήλ Βυβιλάκη στη διάδοση των Γραμμάτων στο Ρέθυμνο και την Κρήτη γενικότερα υπήρξε εξαιρετικά σημαντική. Στην ίδια επιστολή τους οι τρεις διευθυντές τον πληροφορούν, επίσης, ότι το σχολείο τους λειτούργησε το πρώτον το έτος 1858 και ότι επιτεύχθηκε ο σκοπός της συστάσεώς του, «διότι κατά τας πρώτας ενιαυσίους εξετάσεις, μικρού αριθμού μαθητών, ανεδείχθησαν διά το Ελλην. Σχολείον τέσσαρες μαθηταί, οι οποίοι, υποβληθέντες εις αυστηροτέρας εξετάσεις παρά των Ελληνοδιδασκάλων, κατετάχθησαν εις το Ελλ. Σχολείον». Τον πληροφορούν, ακόμα, ότι τα έσοδα δεν επαρκούσαν, αλλά επειδή ο σκοπός τους ήταν «ιερός, να φωτίσουν και όχι να κερδίσουν», επιφορτίζονταν οι ίδιοι με τα έξοδα συντήρησης και λειτουργίας του σχολείου.   

      Αυτή, πάντως, η διδασκαλική ιδιότητα του Χαράλαμπου Πετυχάκη θα πρέπει να τερματίστηκε μετά από είκοσι δύο (22), περίπου, χρόνια, περί το έτος 1866 (1844- 1866), όταν- για ένα μικρό χρονικό διάστημα- μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1867, ανέλαβε προξενικός πράκτορας του Βασιλείου της Ελλάδας στο Ρέθυμνο, διαδεχόμενος (όπως έχουμε, ήδη, σημειώσει) τον πενθερό του Γεώργιο Καλοκαιρινό. Τότε, είχε, ήδη, αρχίσει η Μεγάλη Κρητική Επανάσταση και η άδολη φιλοπατρία του Χαράλαμπου έγινε αφορμή να γνωρίσει την εξορία. Αναγκάστηκε να ζητήσει καταφύγιο στην ελεύθερη Ελλάδα, όπου η ελληνική Κυβέρνηση αναγνωρίζοντας την αξία του τον διόρισε ως Προξενικό πράκτορα στη Βουρλά, κωμόπολη της Σμύρνης, όπου πήγε και εγκαταστάθηκε οικογενειακά. Σε αυτήν την οπωσδήποτε μικρή θέση για το ανάστημα του άνδρα διέμεινε για μια ολόκληρη δεκαετία, όπου αγαπήθηκε και τιμήθηκε επάξια από τους εκεί Έλληνες.

         Στα τέλη του βίου του μετατέθηκε στη Λέρο, στην οποία ήταν έτοιμος να αναχωρήσει. Όμως, η τουρκική κυβέρνηση δημιουργούσε προβλήματα στην ελληνική κυβέρνηση, μη θέλοντας να αναγνωρίσει Ελληνικό Προξενικό πρακτορείο στο νησί. Για τον σκοπό αυτόν αναχώρησε προσωρινά στην Αθήνα και περίμενε την έκδοση του σχετικού φιρμανιού. Όταν βρισκόταν στην Αθήνα ο Πετυχάκης ξαφνικά ασθένησε και μόλις πρόφτασε εσπευσμένα να επανέλθει στη μητρική γη, όπου, οκτώ μέρες μετά την άφιξή του σε αυτήν, πέθανε στις 20 Ιουνίου του 1884, σε ηλικία εξήντα τεσσάρων, περίπου, χρόνων.

Βιβλιογραφία

         «Νέος Ραδάμανθυς», Ρεθύμνης, φ. 168, 28/6/1884.

 Γιάννη Ευθ. Τσουδερού, Αφιέρωμα στην Ιστορία της Κρήτης κ’ ειδικότερα του Ρεθέμνου 1536- 1924, Ρέθεμνος 1995, σ. 56, 59 και 145.

Μιχάλη Τρούλη, «Ένα ενδιαφέρον φυλλάδιο του Εμμανουήλ Βυβιλάκη»,  Κρητολογικά   Γράμματα, τ. 2 (1991), σ. 89- 102.

 Ανδρέα Δρακάκη, Τ΄ άγνωστα χρόνια, ο Ελευθέριος Βενιζέλος στη Σύρο, Αθήνα 1985.

 Κωστή Ηλ. Παπαδάκη, Κεραμές και Αγαλλιανός, Ρέθυμνο 2002, σ. 269.

 

 

Τίτος Στυλιανού Πετυχάκης- Μενέλαος Παπαδάκης * ** Η δημιουργία του Δημοτικού Κήπου

 

Εικ. 1. Τίτος Πετυχάκης
Εικ. 1. Τίτος Πετυχάκης

Τίτος Στυλιανού Πετυχάκης- Μενέλαος Παπαδάκης 

Η δημιουργία του Δημοτικού Κήπου

2ο Μέρος

 ΚΩΣΤΗΣ  ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ

         www.ret-anadromes.blogspot.com

                 Αυτά (που αναφέραμε στο προηγούμενο σημείωμά μας) και πολλά άλλα έργα, μικρά και μεγάλα, με πρώτο- όπως ήδη σημειώσαμε- αυτό της δημιουργίας του Δημοτικού μας Κήπου, ανέδειξαν τον Τίτο Πετυχάκη (εικ. 1) σε μεγάλη μορφή και τον κατέστησαν «αγαπημένο δήμαρχο» των Ρεθεμνιωτών. Τον νέο αυτόν- τρίτο κατά σειράν- Δημοτικό Κήπο του Ρεθύμνου ο Πετυχάκης δημιούργησε στον χώρο των τουρκικών νεκροταφείων από τον πρώτο, κιόλας, χρόνο του δημαρχιακού του έργου, το 1925.  Όμως, για να πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά, ο Κήπος του Ρεθύμνου ως ιδέα αλλά και ως προεργασία έχει την προϊστορία του, που είναι σωστό και δίκαιο να γνωρίζουμε.

Στη διάρκεια των τελευταίων εκατό πενήντα, περίπου, χρόνων στο Ρέθυμνο δημιουργήθηκαν τρεις δημοτικοί κήποι (ενώ, κατά κάποιους άλλους, μπορεί να υπήρξε και τέταρτος). Ο πρώτος δημοτικός κήπος ήταν αυτός που προϋπήρχε από το έτος 1894 στους χώρους όπου οι Ρώσοι έκριναν κατάλληλους για να ανεγείρουν το περίφημο Τσάρειο νοσοκομείο, δηλαδή στις σημερινές εγκαταστάσεις της «Αστυνομικής Σχολής» τού Ρεθύμνου.

Οι Ρώσοι, που, ως εγγυήτρια δύναμη στον τόπο μας, φρόντισαν, όπως είναι γνωστό, ιδιαίτερα για τον εξωραϊσμό της, δεν ήθελαν φτιάχνοντας ένα νέο νοσοκομείο για τους Ρεθεμνιώτες να έμενε το Ρέθυμνο χωρίς Δημοτικό Κήπο. Έτσι, στις 23/11/1898 ο διοικητής Θεόδωρος δε Χιοστάκ έδωσε εντολή να κτίσουν μεν το νοσοκομείο στους χώρους τού πρώην Δημοτικού Κήπου, να φυτευτεί, όμως, για τους Ρεθεμνιώτες ένας άλλος Κήπος στον χώρο τού παλιού βενετσιάνικου λιμανιού. Έτσι δημιουργήθηκε ο «Κήπος τού Πρίγκηπα Γεωργίου»,  πάνω στο δώμα τού τούρκικου προμαχώνα που υπήρχε εκεί, σε ύψος επτά, σχεδόν, μέτρων από τη θάλασσα. Πρόκειται για τον «ωραίο κήπο» («γκιούλ μπαξέ») των Τούρκων, απ’ όπου και Κιουλούμπασης είναι πιθανόν να ονομάστηκε η όλη γύρω περιοχή [γιατί στο «Τοπωνυμικό» μου για τον μητροπολιτικό δήμο του Ρεθύμνου αναφέρω και άλλη πιθανότερη, ίσως, εκδοχή (https://historicalcrete.ims.forth.gr)].


Εικ. 2. Μενέλαος Παπαδάκης 

         Επειδή με τα χρόνια - και λόγω των δυσμενών καιρικών συνθηκών που συνεπαγόταν η γειτνίασή του με τη θάλασσα- ο Κήπος αυτός είχε ερημώσει,  επί δημαρχίας Μενελάου Παπαδάκη (1923- 1925) (εικ. 2), από τα Ακούμια Αγίου Βασιλείου, που διετέλεσε και Αντιπρόεδρος τής «Φιλοδασικής Ένωσης» Ρεθύμνου και είχε, προφανώς, τις σχετικές ευαισθησίες και αγαπούσε το πράσινο, ξεκίνησε το έργο ενός νέου Δημοτικού Κήπου. Ο χώρος που προκρίθηκε ήταν στα χωραφοτόπια τού Εφκαφίου- πρώην τούρκικα μεζάρια (νεκροταφεία)- αμέσως έξω από τα τείχη της πόλης του Ρεθύμνου, που περιήλθαν στη δικαιοδοσία τού Δήμου  Ρεθύμνου, διά παραχωρητηρίου πράξης τού 1918.

         Η τότε, λοιπόν, δημοτική αρχή με τον Μενέλαο Παπαδάκη πρότεινε την παραχώρησή τους στη Γεωπονική Υπηρεσία Ρεθύμνου, για να φυτεύει καπνό, με την μακροπρόθεσμη προοπτική από τα έσοδα της πώλησης αυτού και των φυτωρίων να δημιουργούνταν, στο μέρος αυτό, Δημοτικός Κήπος με αγροκήπιο, το οποίο, συγχρόνως, θα μπορούσε «να χρησιμοποιείται και ως Δημοτικός Κήπος χάριν του περιπάτου των πολιτών».

            Το Υπουργείο Γεωργίας, όμως, αρνήθηκε να αποδεχθεί την πρόταση και, έτσι, προσωρινά, ατόνησε. Στις 25-10-1925 εκλέχθηκε για πρώτη φορά Δήμαρχος ο Τίτος Πετυχάκης. Αυτός, λοιπόν, συνέχισε την υλοποίηση τής ιδέας τού Μενελάου Παπαδάκη και την πέτυχε, δίνοντας σάρκα και οστά σε αυτήν. Ώστε ο Δημοτικός Κήπος Ρεθύμνου είναι το πολυτιμότερο δώρο των εν λόγω δύο δημοτικών αρχών (του Μενελάου Παπαδάκη και του Τίτου Πετυχάκη) προς την αγαπημένη τους Πολιτεία, και υπήρξε, τωόντι, η καλύτερη αξιοποίηση τού χώρου των τουρκικών νεκροταφείων (μεζαριών).

Στη φύτευση βοήθησε και η Φιλοδασική Ένωση Ρεθύμνης, ένας δραστήριος σύλλογος που πρόεδρός του ήταν ο επίσκοπος Τιμόθεος Βενέρης. Λένε, μάλιστα, οι παλιοί Ρεθεμνιώτες ότι ο μερακλής Δήμαρχος, Τίτος Πετυχάκης, έφερε σπόρους και σπάνια άνθη και φυτά απ’ όλα τα μέρη του κόσμου, για να δημιουργήσει αυτό το θαύμα που, στη συνέχεια, έργο πρωτοποριακό στους επαρχιακούς κήπους τής Χώρας μας, βραβεύτηκε τόσο από τον βασιλιά Γεώργιο τον Β΄, το 1935 (με χρυσό μετάλλιο και χρηματικό έπαθλο 180.000 προπολεμικών δραχμών), όσο και από την Ακαδημία Αθηνών (εικ. 3).

Εικ. 3. Ο 3ος Δημοτικός Κήπος του Ρεθύμνου (1930;)

             Τόσο πολύ καμάρωνε για τον μικρό παράδεισό του ο Δήμαρχος Τίτος Πετυχάκης, σ’ όλα τα χρόνια της εικοσιπενταετούς δημαρχίας του, ώστε εκεί οδηγούσε κάθε υψηλό επισκέπτη της πόλης και του τον  επεδείκνυε με περισσό θαυμασμό (βλ. εικ. 4, 5 και 6).

Εικ. 4. Ο Τ. Πετυχάκης με τον Δήμαρχο Αθηναίων Κ. Κοτζιά (1935;) (από το βιβλίο "Γλυπτά και Ενεπίγραφες Πλάκες του Ρεθύμνου")

           Και κλείνοντας το σημείωμά μας αυτό, ιδού με πόση χάρη ο αείμνηστος συμπολίτης λογοτέχνης και Ακαδημαϊκός Παντελής Πρεβελάκης περιγράφει στο «Χρονικό» του (Αθήνα 1980, 140- 42) τη δημιουργία αυτού του 3ου ρεθεμνιώτικου Κήπου: «Έριξε (ο μερακλής Δήμαρχος) κάτω τα τουρκομνήματα, πήρε τα μάρμαρα, ζευγάρισε τη γης με τους νεκρούς. Τα κόκαλα ήρθανε πάνω, τάσπρισαν οι βροχές, ο κηπάρης γύρισε να ξανακυλήσει το χωράφι. …. Να μην τα πολυλογώ, σ’ ένα– δυο χρόνια το κοιμητήρι είχε γίνει περιβόλι, η κάθε ρίζα βρήκε απόνα καύκαλο να το βυζάξει, τα δέντρα μεγάλωσαν, πέταξαν μάτια κι’ ανθούς, φύλλωσαν και φουρφούρισαν στον άνεμο. Τα πουλιά το άκουσαν, τρέξαν να κάμουν κατοχή, διάλεξαν τα κελαδιστήρια τους και στρώθηκαν στο τραγούδι… Χώθηκαν μες σταγιοκλήματα, μπερδεύτηκαν στα βάτα και πήραν να το πλέκουν..… Νίκησε η ζωή το θάνατο, ασημοκάπνισε το φεγγάρι τη μαυρίλα τής νύχτας, γέμισαν κελαδισμό οι στράτες τουρανού…».   

 


Εικ. 5 και 6. Στις δύο παραπάνω φωτογραφίες ο Τίτος Πετυχάκης ξεναγεί στο αγαπημένο δημιούργημά του, τον Δημοτικό Κήπο του Ρεθύμνου, δυο υψηλούς επισκέπτες της πόλης, τον Ελ. Βενιζέλο και τον Βασιλιά Γεώργιο Β΄ της Ελλάδος. Τον μεν Βενιζέλο τον Ιανουάριο του 1935 και τον Γεώργιο, τότε κοντά, υποθέτουμε, περί το έτος 1936.

Βιβλιογραφία

 Δημήτρης Αετουδάκης, Ρεθεμνιώτικο Οδοιπορικό μέσα στο χρόνο, Αθήνα 1986, 137- 138.

Κωστής Ηλ. Παπαδάκης, Γλυπτά και Ενεπίγραφες Πλάκες του Ρεθύμνου, Ρέθυμνο 2000, 156- 158.

Κωστής Ηλ. Παπαδάκης, Ρέθυμνο 1900- 1950, Ρέθυμνο 2010, 76- 81. 

Μαρία Τσιριμονάκη, Εν Ρεθύμνω, Ρέθυμνο 1997, 57-58.


 (Οι φωτογραφίες 4, 5 και 6 μάς έχουν παραχωρηθεί, αχρονολόγητες, από το έτος 2000- προκειμένου να χρησιμοποιηθούν στο βιβλίο που εκπονούσαμε τότε, "Γλυπτά και Ενεπίγραφες Πλάκες του Ρεθύμνου"- από την κόρη του αείμνηστου Δημάρχου Τ. Πετυχάκη, Μαρία Πλουμιστού).

 


Τίτος Στυλιανού Πετυχάκης * (1874-1966) * Ο αγαπημένος του Ρεθέμνους * * * (1ο Μέρος - Βιογραφικά Στοιχεία)

 

Τίτος Στυλιανού Πετυχάκης

(1874-1966)

Ο αγαπημένος του Ρεθέμνους

 (1ο Μέρος - Βιογραφικά Στοιχεία)


ΚΩΣΤΗΣ  ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ 

                                                                                                              www.ret-anadromes.blogspot.com

 

            Ο Τίτος Πετυχάκης (εικ. 1), δικηγόρος στο επάγγελμα, υπήρξε ο ιδανικός τύπος εκσυγχρονιστή Δημάρχου για δυόμισι δεκαετίες. Ήταν ο μεγάλος Δήμαρχος που παρέλαβε το Ρέθυμνο στα 1925 ένα μικρό και ταπεινό χωριουδάκι, για να το παραδώσει στο λαό του, στα 1950, μια μεγάλη και υπολογίσιμη πολιτεία.

ΤΙΤΟΣ ΠΕΤΥΧΑΚΗΣ


       Γεννήθηκε στο Ρέθυμνο το έτος 1874, μα πάντα περηφανευόταν για την καταγωγή του από τον Αγαλλιανό, Αγίου Βασιλείου. Πατέρας του ήταν ο Στυλιανός Πετυχάκης (1825 - 1913 ), δραστήριος έμπορος και πολύτεκνος, που συμμετείχε έντονα στα κοινά. Γνωρίζομε, για παράδειγμα, ότι υπήρξε Έφορος των Κοινών της Πόλεως Καταστημάτων. Μητέρα του ήταν η Ελένη Φουλάκη από τα Χανιά. Ο Πετυχάκης τελείωσε το Δημοτικό Σχολείο εδώ στο Ρέθυμνο. Το 1888 έφυγε για την Αθήνα, όπου συνέχισε τις σπουδές του στην περίφημη Βαρβάκειο Σχολή και στη συνέχεια και στη Νομική Σχολή, απ’ όπου αποφοίτησε το έτος 1897. Κατά τα χρόνια αυτά, είναι πιθανόν να τον βοήθησε στις σπουδές του ο κατά εννιά χρόνια μεγαλύτερος αδελφός του Παντολέων, δικηγόρος ήδη στην Αθήνα.

      Τον καιρό της αποφοίτησής του από τη Νομική σχολή εδώ στην Κρήτη είχαμε τα γνωστά γεγονότα του Μαύρου '97, του Ατυχούς πολέμου με την Οθωμανική Αυτοκρατορία και ο Πετυχάκης αναγκάζεται να καταφύγει στο Κάιρο της Αιγύπτου. Στο τέλος το 1898, όταν η Κρήτη με την υπογραφή της σύμβασης της Χαλέπας είχε γίνει αυτόνομο κράτος (Κρητική Πολιτεία), ο Πετυχάκης επιστρέφει στο Ρέθυμνο, όπου αρχικά ασκεί το επάγγελμα του δικηγόρου. Συνεργάστηκε σε τούτο με τον μεγαλύτερο σε ηλικία τουρκορεθεμνιώτη συνάδελφό του δικηγόρο Αχμέτ εφένδη Κουταλάκη. Σε διαφήμιση του έτους 1903, βρίσκουμε το κοινό γραφείο τους στον αριθμό 16 της τότε οδού Σκότους.

Στο μεταξύ, στα 1905, έρχεται το κίνημα του Θερίσου κατά του πρίγκιπα Γεωργίου και ο Πετυχάκης παίρνει μέρος σ’ αυτό στο πλευρό του Ελευθερίου Βενιζέλου. Κατά τα έτη 1904- 1905 υπήρξε ταμίας της επανάστασης φροντίζοντας για την ενίσχυση των επαναστατών όλης της Κρήτης τόσο σε χρήματα όσο και σε είδη διατροφής.

Το 1909 διορίστηκε ειρηνοδίκης στον Βάμο, όπου παρέμεινε μέχρι το έτος 1912. Στο διάστημα αυτό εξελέγη πρόεδρος της επιτροπής διαχείρισης της κτηματικής περιουσίας των σχολείων του Αποκόρωνα (1910). Από τη νέα θέση του ο Πετυχάκης δραστηριοποιήθηκε έντονα και άφησε δυνατή τη σφραγίδα της γονιμότατης παρουσίας του και στον Βάμο. εμπλούτισε τα σχολεία της περιοχής σε εκπαιδευτικό υλικό και δημιούργησε στην κωμόπολη πάρκο από παχύσκια πεύκα και διάφορα άλλα δέντρα, στο οποίο, ευγνωμόνως, η κοινότητα έδωσε ο όνομά του.

Το 1912 ο Πετυχάκης αναχωρεί στην Ήπειρο και πολεμά για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων. Επιστρέφει και πάλι στον Βάμο ως ειρηνοδίκης μέχρι το 1916, οπότε προάγεται σε πρωτοδίκη Χανίων. Στη νέα θέση του θα παραμείνει μέχρι το 1924, οπότε έχουμε την ανταλλαγή των πληθυσμών και την απομάκρυνση των Τούρκων από την Κρήτη. Τότε ο Πετυχάκης παραιτείται από πρωτοδίκης και επιστρέφει στη γενέτειρά του, το Ρέθυμνο, με σκοπό να θέσει υποψηφιότητα στις δημοτικές εκλογές που επρόκειτο να γίνουν τον Οκτώβριο του 1925.

Τίθεται επικεφαλής του κόμματος των Φιλελευθέρων και, για πρώτη φορά, εκλέγεται δήμαρχος Ρεθύμνου, στις 15 Οκτωβρίου 1925. Συνέχισε να εκλέγεται και στις εκλογές του 1929 και του 1934 και παρέμεινε στη θέση αυτήν και στη διάρκεια της δικτατορίας του Μεταξά (1936- 41), ως την κατάληψη της Κρήτης από τους Γερμανούς. Και μετά την κατοχή συνέχισε να εκλέγεται δήμαρχος μέχρι το 1950, όταν πια σε ηλικία 76 ετών αποσύρεται από κάθε δημόσια δραστηριότητα. Πέθανε την Αθήνα κοντά στα αγαπημένα του παιδιά, τον Στέλιο, την Πολύμνια και τη Μαρία, στις 16 Αυγούστου 1966, σε ηλικία 92 ετών. 

Ο Τίτος Πετυχάκης υπήρξε ένας γνήσιος εκπρόσωπος της παλιάς Ρεθυμνιώτικης κοινωνίας. Ήταν γλυκομίλητος, ευγενικός, φλογερός, εξαιρετικά δραστήριος και γενναίος πατριώτης. Έτρεφε απέραντη αγάπη για τον τόπο του, το Ρέθεμνος, στην υπηρεσία του οποίου κυριολεκτικά είχε αφιερωθεί. Το ό,τι πραγματικά τον αγάπησαν οι Ρεθεμνιώτες αποδεικνύεται από το γεγονός ότι για είκοσι πέντε ολόκληρα χρόνια τον τιμούσαν με την ψήφο τους και τον αναδείκνυαν δήμαρχό τους.

Αλλά και αυτό δεν υστέρησε στην ανταπόδοση αυτής της αγάπης προς τους αγαπημένους του συμπολίτες, με κορυφαία απόδειξη το γνωστό εκείνο επεισόδιο της κατοχής, που μοιάζει περισσότερο με ανέκδοτο παρά με ιστορία πραγματική. Του ζήτησε, λέγει, ο Γερμανός Διοικητής του Ρεθύμνου τα ονόματα όλων εκείνων που πήραν μέρος στη μάχη του Ρεθέμνους, προφανώς για να τους εκτελέσει. Και ο δήμαρχος, που ήταν δοσμένος ψυχή τε και σώματι στην προάσπιση της πόλης του και των δημοτών της, δεν χάνει ούτε στιγμή το θάρρος του και προτείνει στον Γερμανό Διοικητή κατάλογο όχι των ζώντων πολεμιστών της Μάχης της Κρήτης, στον χώρο του Ρεθύμνου, αλλά των πεθαμένων(!) Ρεθεμνιωτών, που στις πρώτες δηλαδή εκείνες μάχες είχαν πέσει πολεμώντας για την πατρίδα ηρωικά! Έφριξε ο Γερμανός Διοικητής όταν το έμαθε και διέταξε την άμεση αντικατάσταση του δημάρχου, αλλά ο καλός δήμαρχος είχε πράξει το καθήκον του στο ακέραιο απέναντι στους συμπολίτες του Ρεθεμνιώτες.

Το έργο του τώρα ως δημάρχου είναι μοναδικό. Αναφερόμαστε με συντομία στα κυριότερα από τα έργα του, που κυριολεκτικά άλλαξαν την όψη του Ρεθύμνου. Έτσι,

1. Δημιούργησε τον Δημοτικό μας Κήπο που είναι το λαμπρότερο από τα δημιουργήματά του.

2. Αναδάσωσε το φρούριο της Φορτέτσας και τους λοφίσκους του Εβλιγιά, Άι- Γιάννη, παπα- Πόρο και Τρυπητής. Ο δήμαρχος αυτός, γενικότερα, ηγήθηκε μιας πραγματικής σταυροφορίας για τον εξωραϊσμό και τη διάδοση τού πράσινου στο Ρέθυμνο.

3. Κατασκεύασε το αποχετευτικό και αντιπλημμυρικό έργο στο Καμαράκι.

4. Διαμόρφωσε σε πλατεία το κεντρικότερο σημείο της πόλης μας (το παλιό Μεϊντάνι και σημερινό Πλάτανο), που δικαιολογημένα, σήμερα, φέρει το όνομά του.

5. Κατασκεύασε δρόμους προς τα γύρω χωριά, ασφαλτόστρωσε τους δρόμους του Ρεθέμνους και προχώρησε στον πρώτο ηλεκτροφωτισμό τους.

6. Ο Δήμος συνέβαλλε ουσιαστικά στην αγορά και ανέγερση των Γυμνασίων Αρρένων και Θηλέων, των Δημοτικών Σχολείων Καμαρακιού και Σωχώρας, του Ορφανοτροφείου, της Χωροφυλακής, καθώς και της Σχολής Τεχνιτών.

 

 

Βιβλιογραφία

 

       Μελιγκουνάκης Ευάγγελος, Βενιζέλου Ανάβασις, Αθήνα 1955, 49.

Τσουδερός Γιάννης Ευθ., Αφιέρωμα στην Ιστορία της Κρήτης κ’ ειδικότερα του Ρεθύμνου, Ρέθεμνος 1995.

Παπαδάκης Κωστής Ηλ., «Τίτος Στυλ. Πετυχάκης», Κρητική Επιθεώρηση, 7-5-1999.

Γ.Π.Εκκεκάκη, Ρεθεμνιώτες που πέρασαν αφήνοντας ίχνη, Ρέθυμνο 4/8/2015 (προσωρινό τύπωμα).

Εφημ. Βήμα, φ. 9690/7-9-1977

Εφημ. Κέντρος, Αύγουστος 1992.  

Εφημ. Κρητική Επιθεώρηση, 6-9-1977, 8-9-1977, 7-9-1979, 13-9-1977.

Ν ι κ ό λ α ο ς Κ ο ύ ν ο υ π α ς Αγιογράφος, ιερέας και δάσκαλος * * * Στη μνήμη του αγαπητού φίλου Μανόλη Κούνουπα (1926- 2018)

 

Ν ι κ ό λ α ο ς   Κ ο ύ ν ο υ π α ς

Αγιογράφος, ιερέας και δάσκαλος

  

Στη μνήμη του αγαπητού φίλου

      Μανόλη Κούνουπα

         (1926- 2018)

 

Στις 26 Νοεμβρίου, πριν δύο χρόνια, έφυγε από κοντά μας για τη γειτονιά των αγγέλων ο γνωστός και σε όλους αγαπητός συμπολίτης Μανόλης Ι. Κούνουπας (εικ. 1), συνταξιούχος οδοντίατρος και λογοτέχνης. Θεωρώ τον εαυτόν μου ευτυχή που ο Μανόλης Κούνουπας με τίμησε με μια μακρά, ειλικρινή και αδιατάραχτη φιλία κατά τα τελευταία τριάντα, περίπου, χρόνια του επίγειου βίου του.

Εικ. 1. Μανόλης Ι. Κούνουπας 

Σήμερα η χαρά μου είναι απροσμέτρητα μεγάλη, γιατί με την ευκαιρία της συμπλήρωσης δύο χρόνων από την ημέρα του θανάτου του, μου δίνεται η ευκαιρία ν’ αποτίσω, και πάλι, φόρο τιμής, το οφειλόμενο πνευματικό «αντίδωρο» για τον αγαπητό φίλο. Ο Μανόλης Κούνουπας ήταν ένας πραγματικά δημιουργικός, πρακτικός και εξαιρετικά αποτελεσµατικός και δημοκρατικός άνθρωπος, μεγαλωμένος στα δύσκολα χρόνια της κατοχής και του εμφυλίου. Ήταν ένα μεγάλο κεφάλαιο για τον τόπο και την ιστορία του, που, πέραν από την πρωτότυπη στη σύλληψή της και απλή στην παρουσίασή της ιστορική και πολιτιστική συγγραφική προσφορά του, παρουσίασε, είναι γεγονός, και προσέφερε και μιαν, εξίσου, εξαιρετικά πλούσια και καθάρια, πολυποίκιλων ενδιαφερόντων, κοινωνική, πολιτική και πολιτιστική δράση.

Πέραν της αγαστής συνεργασίας και στενότατης επικοινωνίας μας κατά τα χρόνια της μακρόχρονης αυτής φιλίας μας- στα οποία, όμως, αναφέρθηκα εκτενώς στην νεκρολογία μου επί τω θανάτω του πριν από δύο χρόνια, αλλά και στην ομιλία μου στην τιμητική προς αυτόν Ημερίδα στο Λαογραφικό Μουσείο Ρεθύμνου (26/8/2019)- θα ήθελα, με το σημείωμά μου αυτό, ταπεινό κεράκι στην ιερή μνήμη του, να αναφερθώ συντόμως και σ’ ένα άλλο ειδικότερο θέμα, που τον ενδιέφερε απεριόριστα και τον κρατούσε σε συνεχή αγωνία, ώστε δεν έπαυε να μου το θίγει ανελλιπώς στα χρόνια αυτά της φιλίας μας.

Είχε, δηλαδή, τον καιρό εκείνο, «ανακαλύψει» ότι στην οικογένειά του υπήρχε ένας σημαντικός- όπως ο ίδιος μού τον αποκαλούσε- πρόγονος, ο αγιογράφος ιερέας και δάσκαλος Νικόλαος Κούνουπας (εικ. 2), που έζησε περί το έτος 1882 και για τον οποίο έτρεφε βαθιά συναισθήματα θαυμασμού και αγάπης. Τα συναισθήματα αυτά τον ωθούσαν διακαώς να επιθυμεί να ανεύρει στοιχεία προς ανάδειξή του. Το θεωρούσε τιμή και καμάρι του ότι στην οικογένειά του ανακάλυπτε έναν τόσο σημαντικό ιερωμένο πρόγονο, που είχε αφήσει ανεξίτηλο το όνομα της οικογένειας σε αρκετές αγιογραφίες του. Ίσως, θεωρώ, να συντελούσε σε αυτό και η από κάποιο σημείο και πέρα- κατά τα τελευταία αυτά τριάντα χρόνια του βίου του- ολοκληρωτική μεταστροφή της προσωπικότητάς του προς τον κόσμο των χριστιανικών και ηθικών αξιών, που την παρακολούθησα σαφώς να διαμορφώνεται στην καθόλα εξαίρετη προσωπικότητά του.

Εικ. 2. Νικόλαος Κούνουπας, ιερεύς, δάσκαλος και αγιογράφος

Μου είχε, μάλιστα, προσφέρει και ένα λεύκωμα με δέκα φωτογραφίες αγιογραφιών του Νικολάου Κούνουπα, που είχε τραβήξει ο ίδιος (τρεις από τις οποίες δημοσιεύω στο παρόν σημείωμά μου), με την παράκληση να προχωρούσα, αν ήταν δυνατόν, κι εγώ την έρευνα για τον λαμπρό πρόγονό του, για τον οποίο τόσο πολύ εσεμνύνετο. Έχοντας, όμως, άλλες εργασίες μπροστά μου, δεν τα κατάφερα, τελικά, να καταπιαστώ με το συγκεκριμένο «ζωγραφικό-αγιογραφικό» θέμα, που δεν ανταποκρινόταν, εξάλλου, με τα στενά και άμεσα συγγραφικά μου διαφέροντα.

Βρήκα πρόσφατα στο γραφείο μου το λεύκωμα αυτό με τις δέκα φωτογραφίες κι ένιωσα βαθιά μέσα μου την ανάγκη και το χρέος απέναντι στον φίλο- τώρα, με την ευκαιρία της επετείου του θανάτου του- να το βγάλω, έστω κι έτσι απλά (λόγω έλλειψης περισσοτέρων στοιχείων), από την αφάνεια στην οποία το είχα «καταδικάσει» όλα αυτά τα χρόνια και να δώσω στη δημοσιότητα τον «ηγαπημένον πρόγονον φίλου αγαπητού», όντας απόλυτα βέβαιος ότι από εκεί πάνω θα ευφρανθεί επί τούτω η ψυχή του. Ίσως, εξάλλου, για τους ειδικότερους περί την αγιογραφική τέχνη, η κίνηση αυτή να έχει κάποιο αποτέλεσμα προς ανακίνηση και συνέχιση της συγκεκριμένης έρευνας που άρχισε ο αείμνηστος φίλος και συνέχισε, είναι γεγονός, η, επίσης, αείμνηστη Κυριακή Εμμ. Παντελάκη- Τζιρίτα, στο βιβλίο της Ρουμελί, Ο ιερός ενοριακός Ναός Αγίας Ζώνης, Ρέθυμνο 2013.

Το σύνολο, σχεδόν, των στοιχείων που ακολουθούν αμέσως παρακάτω για τον αγιογράφο Νικόλαο Κούνουπα προέρχεται, βασικά, από τις ερευνητικές προσπάθειες του Μανόλη Κούνουπα και τα οποία μου είχε αποκαλύψει κατά τις συζητήσεις μας.      

«Θα ’ταν, μου είχε πει, κατά τα μέσα της δεκαετίας του ’90, όταν σε επίσκεψη μου στο “Βυζαντινό Μουσείο Αθηνών” επέδειξα φωτογραφίες εικόνων του Νικολάου Κούνουπα στην, τότε, Διευθύντρια του Μουσείου Μυρτάλη Αχειμάστου-Ποταμιάνου, η οποία, αφού τις παρατήρησε με φανερό θαυμασμό κι αμέριστο ενδιαφέρον με ρώτησε σε ποια εκκλησία της Κρήτης βρίσκονται. Εγώ της απάντησα κι εκείνη με διαβεβαίωσε, ως ειδική πλέον επιστήμων, ότι δεν αμφιβάλλει για την αυθεντικότητά τους και ότι ταυτίζονται με τις ανεκτίμητες αγιογραφίες της Κρητικής Σχολής.

Έκτοτε, μου συμπλήρωσε, αποδύθηκα σε επίμονη αναζήτηση στοιχείων σχετικών με την εξιστόρηση της ζωής και της δημιουργίας ενός σύντομου βιογραφικού σημειώματος, του εξ αντικειμένου προικισμένου πατέρα Νικολάου Κούνουπα, αλλά και τόσο ταπεινού συνάμα, ώστε, εντυπωσιακό αυτό, να έχει παραμείνει στην απόλυτη αφάνεια.

        Αργότερα, μου συνέχισε, σε μιαν επίσκεψη- προσκύνημά μου στον ιερό ενοριακό ναό της Αγίας Ζώνης στο Ρουμελί έμεινα έκπληκτος, όταν τύχη αγαθή και πέραν πάσης προσδοκίας, εντόπισα σε πολλές εικόνες, το όνομα τού σημαντικού προγόνου μου, πατέρα Νικολάου Κούνουπα, ιερέως, από τον οποίον είχαν ιστορηθεί, όπως, εξάλλου, και η εικόνα της Υπαπαντής, η οποία βρίσκεται ως οικογενειακό μου κειμήλιο και ως πολύτιμο κληρονομικό απόκτημα κατ’ οίκον».

Εικ. 3. Ν. Κούνουπα, Η Σταύρωσις (1882)

 Πάντως, μετά από αυτά τα στοιχεία του φίλου Μ. Κούνουπα, αν θα μπορούσα σήμερα να εκφράσω κι εγώ την προσωπική μου άποψη, δεν θεωρώ (και είναι εξαιρετικά εντυπωσιακό αυτό) ότι υπάρχει απόλυτη ομοιομορφία στις εικόνες του Ν. Κούνουπα στην απόδοση των θείων μορφών. Για παράδειγμα στην εικόνα της Σταύρωσης του Κυρίου (από τους ι. ναούς Ρουμελί και Σκεπαστής), ίσως, πράγματι, πρόκειται για Κρητική Σχολή (κατά την κ. Ποταμιάνου και αυτήν θα της επέδειξε, υποθέτω, ο Μ. Κούνουπας) (εικ. 3), αλλά άλλες εικόνες του θα μπορούσαμε, περισσότερο, να τις χαρακτηρίσουμε ως λαϊκότροπες με έναν χαρακτηριστικό εκλεκτικιστικό συγκερασμό παραδοσιακού, σε ό,τι αφορά στη θεματολογία και τη σύνθεση και δυτικού σε ό,τι αφορά στην απόδοση των παραστάσεων (εικ. 4), που μας θυμίζουν, νομίζω, εικόνες του γνωστού Ρεθυμνίου αγιογράφου του μητροπολιτικού μας ναού, της ίδιας εποχής, Αντώνιου Χατζή Γ. Βεβελάκη (εικ. 5).

Εικ. 4. Ν. Κούνουπα, Η αγία Βαρβάρα (1885)

Εικ. 5. Ν. Κούνουπα, ο άγιος Χαραλάμπης (1882)

Εικόνες προερχόμενες από τον χρωστήρα του Νικολάου Κούνουπα υπάρχουν σήμερα στον ι. ναό της Αγίας Ζώνης, στο Ρουμελί Μυλοποτάμου (ο Παντοκράτωρ, τα Εισόδια της Θεοτόκου  και ο άγιος Χαράλαμπος του τέμπλου), καθώς και όλο το δωδεκάορτο. Τις εικόνες αυτές έχει καταγράψει επιμελώς η Κυριακή Εμμ. Παντελάκη- Τζιρίτα, στο βιβλίο της που προαναφέραμε, όπου παρατίθεται και σύντομο βιογραφικό και σπάνια φωτογραφία του αγιογράφου (την οποία δημοσιεύουμε κι εμείς), προσφορά της εγγονής του Ειρήνης Κούνουπα. Όλες οι εικόνες είναι ενυπόγραφες και με ημερομηνία ιστόρησής τους (1882).

Εικόνες του Ν. Κούνουπα υπάρχουν, επίσης, και στην ενορία του χωριού Σκεπαστή (Ζωοδόχος Πηγή, άγιος Γεώργιος, άγιος Νικόλαος, Σταύρωση), καθώς και στην Ι. Μ. Ατάλης Μπαλή, στο Γαράζο, στα Πλευριανά και στο Μελιδόνι.


Κλείνουμε το σημείωμά μας αυτό με την ευκαιρία ανάμνησης του καλού φίλου Μανόλη Κούνουπα, ευχόμενοι και προσευχόμενοι όπως ο Κύριος αναπαύσει την ψυχή του και η μνήμη του να είναι αιωνία!