ΚΩΣΤΑΣ Ε. ΛΑΜΠΡΙΝΟΣ * Οι cittadini στη βενετική Κρήτη * Κοινωνικο-πολιτική και γραφειοκρατική εξέλιξη (15ος- 17ος αι.)



ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ


ΚΩΣΤΑΣ Ε. ΛΑΜΠΡΙΝΟΣ

             Οι cittadini στη βενετική Κρήτη

Κοινωνικο-πολιτική και γραφειοκρατική εξέλιξη (15ος- 17ος αι.)

[Έκδοση ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ ΑΘΗΝΩΝ, ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΟΥ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΟΥ ΚΑΙ ΝΕΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ, ΑΘΗΝΑ 2015, σχ. 8ο (24Χ17), σσ. 192]

 ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ


Ενταγμένο στο ερευνητικό πρόγραμμα «Κοινωνική και πνευματική κινητικότητα του Νέου Ελληνισμού. Διαδρομές προσώπων, ιδεών, αγαθών (1204- 1821)» του ΚΕΜΝΕ (Κέντρου Ερεύνης του Μεσαιωνικού και Νέου Ελληνισμού) της Ακαδημίας Αθηνών, είναι το νέο βιβλίο με τίτλο «Οι cittadini στη βενετική Κρήτη. Κοινωνικο-πολιτική και γραφειοκρατική εξέλιξη (15ος- 17ος αι.)» του συντοπίτη μας ιστορικού κ. Κώστα Ε. Λαμπρινού, γνωστού ερευνητή της Ακαδημίας Αθηνών, ο οποίος ασχολείται επιστημονικά με την ιστορία του βενετοκρατούμενου ελληνισμού. Ο κ. Λαμπρινός, Διευθυντής Ερευνών σήμερα στο ΚΕΜΝΕ της Ακαδημίας Αθηνών, έχοντας εκπονήσει στο παρελθόν διδακτορική διατριβή με τίτλο «Κοινωνία και διοίκηση στο βενετοκρατούμενο Ρέθυμνο: το ανώτερο κοινωνικό στρώμα των ευγενών (1571-1646)», έμελλε  κατόπιν να ασχοληθεί με ένα ευρύ φάσμα θεμάτων για την κοινωνία, την πολιτική, τις ιδεολογίες και τους θεσμούς στην Κρήτη την εποχή της Βενετοκρατίας, ιδίως κατά τον 16ο και 17ο αιώνα. Οι δημοσιεύσεις του, εκτός των άλλων, αναφέρονται στους νοταρίους (συμβολαιογράφους), τα κοινοτικά συμβούλια, τις γυναίκες της ανώτερης τάξης, την κοινωνική και στρατιωτική οργάνωση στις αγροτικές περιοχές, τους «αρχοντορωμαίους» της κρητικής υπαίθρου, τις σχέσεις μεταξύ ορθοδόξων και καθολικών στο νησί, τη λέσχη (loggia) του Ρεθύμνου κ.ά.
Στην παρούσα μελέτη του ο κ. Λαμπρινός εστιάζει το επιστημονικό ενδιαφέρον του στο μεσαίο κοινωνικό στρώμα τής Κρήτης, που, όπως στη Βενετία, το αποτελούσαν οι λεγόμενοι  cittadini (τσιταδίνοι στις ελληνικές πηγές), για τους οποίους οι γνώσεις μας ήταν μέχρι τώρα αποσπασματικές. Ο συγγραφέας προσεγγίζει το θέμα του από πολλές πλευρές, αξιοποιώντας άριστα ένα πλούσιο αρχειακό υλικό, που είχε την τύχη να εντοπίσει με αρκετές ερευνητικές αποστολές του στο Κρατικό Αρχείο της Βενετίας. Με τη βοήθεια του άγνωστου αυτού αρχειακού υλικού και την παράλληλη χρήση της υπάρχουσας ελληνικής και ξένης βιβλιογραφίας, ο κ. Λαμπρινός επιχειρεί τη διαμόρφωση μιας πληρέστερης εικόνας για τους cittadini, δίδοντας έμφαση στα χαρακτηριστικά και την εξέλιξη του μεσαίου στρώματος από την περίοδο της ανάδυσής του κατά το δεύτερο μισό του 15ου αιώνα μέχρι τη λήξη της βενετικής κυριαρχίας στο νησί τον 17ο αιώνα (1669).
Η μελέτη κατά βάση διαρθρώνεται σε τρεις  άξονες, τον κοινωνικό, τον υπαλληλικό - γραφειοκρατικό και τον πολιτικό, δεδομένου ότι στο δομικό πλέγμα του κοινωνικού στρώματος  η κοινωνική διάσταση εμφανίζεται από πολύ νωρίς να τέμνει την υπαλληλική, ενώ αργότερα επρόκειτο να συναντήσει δυναμικά και την πολιτική. Επίσης, το βιβλίο, πέραν του εξαιρετικά κατατοπιστικού Προλογικού Σημειώματος της Επόπτου του ΚΕΜΝΕ, ακαδημαϊκού κ.  Χρύσας Μαλτέζουπεριλαμβάνει και  Εισαγωγή του συγγραφέα, η οποία επικεντρώνεται στο δύσκολο θέμα της εννοιολογικής προσέγγισης του εν λόγω κρητικού κοινωνικού στρώματος, μέσα από τη διασάφηση των βασικών θεσμικών και πολιτικο-κοινωνικών ιδιοτήτων του. Παράλληλα  τίθενται τα ζητήματα που ανακύπτουν από την ιδιαιτερότητα των σχετικών με τους cittadini πηγών.
Στην πρώτη ενότητα του βιβλίου υπό τον τίτλο «Κοινωνική και υπαλληλική φυσιογνωμία των cittadini», εξετάζονται, ανάμεσα στα άλλα, οι διαδικασίες συγκρότησης του μεσαίου στρώματος και η σύνθεσή του κατά τη διάρκεια του χρόνου. Επίσης, η έντονη από μέρους του κινητικότητα, προκειμένου τα μέλη του να εξασφαλίσουν θέσεις της δημόσιας μέσης υπαλληλίας και έτσι να αποκτήσουν  ευδιάκριτα γνωρίσματα, που θα επέτρεπαν στη νέα αυτή κοινωνική κατηγορία να οριοθετήσει το πεδίο της απέναντι στις άλλες κοινωνικές τάξεις ή ομάδες, δηλαδή στην ηγετική τάξη (ευγενείς) και το κατώτερο στρώμα (popolari).
Η δεύτερη ενότητα, με τίτλο «Πολιτική υπόσταση και πολιτικές επιδιώξεις των cittadini», εστιάζεται κυρίως στην πολιτική υπόσταση των cittadini και στα αιτήματά τους προκειμένου να τους χορηγηθεί το θεμελιώδες δικαίωμα της επίσημης συλλογικής οργάνωσης και της άμεσης επικοινωνίας με τα κεντρικά κυβερνητικά επιτελεία. Φωτίζονται οι κοινωνικές ζυμώσεις και οι κλιμακούμενες πολιτικές διεκδικήσεις του στρώματος κατά τον 16ο αιώνα, ενώ, επίσης, παρουσιάζεται και η διαφορετική ιστορική πορεία του στην περιοχή της Σητείας, αλλά και η ιδιαίτερη αντιμετώπιση που είχαν σε συλλογικό επίπεδο όσοι  cittadini απάρτιζαν τη γραφειοκρατική ελίτ της δουκικής καγκελαρίας (γραμματείας) στην κρητική πρωτεύουσα, τον Χάνδακα (σημερινό Ηράκλειο). 
Στην τρίτη ενότητα, με τίτλο «Προς την κατεύθυνση πληρέστερης κοινωνικής κατοχύρωσης», εξετάζονται οι εξελίξεις του 17ου αιώνα, που σηματοδότησαν την αποκρυστάλλωση των κοινωνικών γνωρισμάτων του μεσαίου στρώματος και ενδυνάμωσαν περαιτέρω τη σύνδεσή του με τον υπαλληλικό μηχανισμό. Σκιαγραφείται, επίσης, η κοινωνική ταυτότητα των cittadini κατά την όψιμη βενετική περίοδο και προσεγγίζονται οι αξιώσεις της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας από τα μέλη του στρώματος.
Ο κ. Λαμπρινός αναδεικνύει με υποδειγματικό τρόπο τις αρχειακές πηγές και τη βιβλιογραφία, με αποτέλεσμα, όπως παρατηρεί η ακαδημαϊκός κ. Χρύσα Μαλτέζου, το βιβλίο αυτό να αποτελεί πλέον αξιόλογη συμβολή στην ιστορία των κοινωνικών δομών της Κρήτης, βοηθώντας ουσιαστικά στη διεύρυνση του ορίζοντα των γνώσεών μας για την κοινωνική κατάσταση στη μεγαλόνησο κατά την εποχή της κυριαρχίας των Βενετών.
Αξίζει, όθεν, πολλών και θερμών ευχαριστιών ο εκλεκτός συμπολίτης ιστορικός κ. Κώστας Λαμπρινός και γι’ αυτήν τη σπουδαία συνεισφορά του στον τομέα των κρητολογικών και βενετολογικών ιστορικών σπουδών. Το παραπάνω έργο τού κ. Κώστα Ε. Λαμπρινού  έρχεται να καλύψει ένα σοβαρό κενό στην κοινωνική και πολιτική ιστορία της Κρήτης κατά τους πρώιμους νεότερους χρόνους. Σημαντικός ιστορικός της περιόδου της  Βενετοκρατίας, ο ίδιος ερευνά και εξετάζει τα θέματά του με ευρυμάθεια και συνθετικό πνεύμα, προσφέροντάς μας πλουσιότατες ιστορικές πληροφορίες για τη Κρήτη κατά την εποχή των Βενετών, που τα σημάδια της τόσο έντονα και ζωντανά συνεχίζουν να παραμένουν στην πανέμορφη βενετσιάνικη πόλη μας. Τον ευχαριστούμε θερμά και γι’ αυτό  το πόνημά του και του ευχόμαστε να είναι υγιής και να ακολουθεί τον δρόμο της συστηματικής και γόνιμης προσπάθειάς του.

ΝΙΚΟΛΑΟΥ Ε. ΠΑΠΑΔΟΓΙΑΝΝΑΚΗ * Δόνακος ευτελέος μολπαί * ΕΠΙΓΡΑΜΜΑΤΑ ΕΙΣ ΤΟΝ ΟΛΟΝ ΚΥΚΛΟΝ ΤΟΥ ΕΝΙΑΥΤΟΥ





ΝΙΚΟΛΑΟΥ Ε. ΠΑΠΑΔΟΓΙΑΝΝΑΚΗ

Δόνακος ευτελέος μολπαί
ΕΠΙΓΡΑΜΜΑΤΑ ΕΙΣ ΤΟΝ ΟΛΟΝ ΚΥΚΛΟΝ ΤΟΥ ΕΝΙΑΥΤΟΥ

[Χορηγία τής Ι. Μητροπόλως Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου, Ρέθυμνο 2016, σχ. 8ο (24 Χ 17), σσ.200]


     ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ

Μια όλως πρωτότυπη και εντυπωσιακή έκδοση γνώρισε πρόσφατα το φως τής δημοσιότητας. Μια έκδοση ειδικής βαρύτητας, που θεραπεύει και υπηρετεί τον Έλληνα λόγο στον χώρο τής Εκκλησιαστικής μας παράδοσης, Υμνογραφίας και Αγιολογίας. Ο λόγος για το νέο πόνημα τού εκλεκτού φίλου Νικολάου Ε. Παπαδογιαννάκη, Ομότιμου Καθηγητή τού Πανεπιστημίου Κρήτης και Προέδρου τής Λαογραφικής Εταιρείας Ρεθύμνου (ΙΛΕΡ), με τίτλο: «Δόνακος ευτελέος μολπαί» (δηλαδή: «ασήμαντης γραφίδας άσματα»). Σε μια πρώτη ανάγνωση, ο τίτλος δημιουργεί, ίσως, σε ορισμένους, μηχανικά, την εντύπωση ότι «ου πάντες χωρούσι τον λόγον» τού βιβλίου τούτου, εάν δεν είναι εντριβείς περί την αρχαία ελληνική και, στη συγκεκριμένη περίπτωση, εκκλησιαστική φιλολογία. Όμως, όπως μπόρεσα προσωπικά να διαπιστώσω, η γραφή τού βιβλίου, αντίθετα, είναι εξαιρετικά φιλική και κατανοητή στους πολλούς, γιατί συμβαίνει και εδώ ότι και με τη θ. Λειτουργία, που γίνεται αντιληπτή περισσότερο με τη γλώσσα της ψυχής παρά με τη γλώσσα τού πνεύματος και τής ειδικής γνώσης.
Στο βιβλίο περιέχονται επιγράμματα τού συγγραφέα «εις τον όλον κύκλον τού ενιαυτού», αφιερωμένα, δηλαδή, στους Αγίους όλου τού εκκλησιαστικού έτους, από 1ης Σεπτεμβρίου μέχρι και 31ης Αυγούστου. Ιδιαζόντως εντυπωσιακό το πρώτο, το εισαγωγικό επίγραμμα τού κάθε μήνα, που αναφέρεται στις χαρακτηριστικές ιδιαιτερότητές του. Έτσι, το επίγραμμα τού Μαρτίου σαφώς υπαινίσσεται τις γνωστές, για τον εν λόγω μήνα, παροιμίες (Μάρτης ο πεντάγνωμος, πότε κλαίει, πότε γελάει, από Μάρτη καλοκαίρι):
    
                Ηλιοθαλπή χαρίζη την ευδίαν,
                όμβρους τε ριπτείς, γνώμην εύτρεπτον έχων,
                γελών άμα και χόλον καταπέμπων
                όμως, έαρος καιρός εστίν εγγίσαι. 

Στη συνέχεια, ακολουθεί η σειρά των ημερών τού μήνα με κατάθεση ενός ή, συχνά, και περισσοτέρων για κάθε εόρτιον ημέρα επιγραμμάτων. Για παράδειγμα, την α΄ Ιανουαρίου, για μεν την Περιτομή τού Κυρίου παρατίθενται 4 επιγράμματα (ένα εξάστιχο, δύο τετράστιχα και ένα τρίστιχο), ενώ για την εορτή τού Ουρανοφάντορος τού Χριστού Βασιλείου τού Μεγάλου, δυο ακόμα . ένα τετράστιχο και ένα εξάστιχο. Είναι χαρακτηριστικές κάποιες περιπτώσεις ημερών με πληθύν εορταζόντων Αγίων (λα΄Οκτωβρίου, ιη΄Ιανουαρίου κ.λπ), τους οποίους ο μελωδός αποφασίζει να τιμήσει όλους. Έτσι, εις μεν την πρώτη εορτή (λα΄Οκτωβρίου) ο Ποιητής αφιερώνει εις μεν τον απόστολο, εκ των Ο΄, Στάχυν ένα δίστιχο επίγραμμα, στην τετράδα των μαρτύρων, Ουρβανό, Αμπλίαν, Νάρκισσον και Απελλή ένα πολύστιχο πεντάστιχο επίγραμμα, εις δε τον Αριστόβουλο, απόστολο, επίσης, εκ των Ο΄, ένα τετράστιχο:

                Εις Στάχυν
                Στάχυς τον καρπόν πλείστον ως στάχυς φέρων
                πλουσίου αγρού, τελευτά εν ειρήνη.
                     
                    Εις Ουρβανόν Αμπλίαν, Νάρκισσον και Απελλή
                    Ουρβανός, Αμπλίας τε άμα Ναρκίσσω,
                συν τω Απελλή, τετρακτύς των Μαρτύρων,
                αιμάτων αυτοίς τον λόγον βεβαιούσι.
                ως δει τον καλόν ποιμένα λύτρον φέρειν
                την ψυχήν αυτού υπέρ τού ποιμνίου.

Κατά παρόμοιο τρόπο και στην ιη΄ Ιανουαρίου ο υμνωδός θα παραθέσει δύο μεγάλους Πατέρες τής Εκκλησίας, τον Αθανάσιο και τον Κύριλλο, πατριάρχες τής μεγάλης πόλεως Αλεξανδρείας. Εις μεν τον Αθανάσιο παραθέτει ένα δίστιχο ηρωοελεγείον και ένα τετράστιχο ιαμβείον, εις δε τον Κύριλλο ένα τετράστιχο ιαμβείο.
Σε όλα τα επιγράμματα τού ενιαυτού, ο Ποιητής φαίνεται βαθύς γνώστης τού βίου και τής πολιτείας τού κάθε Αγίου, ώστε να μπορεί να «πυκνώνει» αυτόν εις ένα και μόνο δίστιχο ή, έστω, και τετράστιχο, όπως, για παράδειγμα, στα δύο τελευταία (της ιη΄ Ιανουαρίου):

                 Αθανασίω, ιαμβείοι
                 Στύλος τής Χριστού καταστάς Εκκλησίας,
                 Υιόν μαρτυρείς ομοούσιον όντα
                 Πατρί, και στερρώς τού δυσώδους Αρείου
                  καθαιρείς την αυδήν, Αθανάσιε Μέγα.

                     Κυρίλλω, ιαμβείοι
                  Κύριλλε, συ ως τής Τριάδος ων μύστης,
                  και πιστών το στήριγμα Αλεξανδρέων,
                  τον Νεστόριον, δεινόν αιρεσιάρχην,
                  καταβάλλεις ένδοξε, ξίφει τού λόγου.  

Ο Ποιητής, κατά παρόμοιο τρόπο, μετά τον κύκλον τού ενιαυτού, σε ειδικό κεφάλαιο, αναφέρεται και σε επιγράμματα που αφορούν στο Τριώδιο (Τελώνου και Φαρισαίου, Ασώτου, Απόκρεω, Τυρινής, των τεσσάρων Κυριακών των Νηστειών και κάθε μέρας τής Μεγάλης εβδομάδας), καθώς και τής περιόδου τού Πεντηκοσταρίου.
Ο Πρόλογος στο εν λόγω βιβλίο τού Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου κ. Ευγενίου αποτελεί εξαίρετο δείγμα θεολογικού και φιλολογικού λόγου, με θαυμαστή καλλιέπεια, ευγένεια και πυκνότητα νοημάτων. Όπως δε χαρακτηριστικά διευκρινίζει «η Ι. Μητρόπολή μας ανέλαβε την έκδοση τού ανά χείρας βιβλίου, για να μπορέσει να φθάσει σε όλους εκείνους που αγαπούν τον έλληνα λόγο, αλλά και την παράδοση τής Αγίας μας Εκκλησίας, η οποία τον διακρατεί στη θεία λατρεία Της».
Το «Προλογικό Σημείωμα» τού ποιητή καταγράφει «εν τη ταπεινώσει» που διακρίνει όλους τους δημιουργούς ύμνων εις τους Αγίους («τη εμή αναξία χειρί»), την αφετηρία σύνθεσης επιγραμμάτων στην προσωπική του διαδρομή (1977), την αιτία που τού γέννησε αυτήν την επιθυμία να ασχοληθεί με το είδος, τις ευχαριστίες του προς τους συντελεστές τής έκδοσης και την ανταποδοτική, τέλος, αφιέρωση τού βιβλίου στη Μνήμη δύο μεγάλων βυζαντινολόγων διδασκάλων του (τού χαλκέντερου Χανιώτη Ν. Β. Τωμαδάκη και του Paul Speck- Doktor Fater τού Ποιητή) και, επίσης, στη μνήμη τού ετέρου ικανού θεράποντος τού πολιτισμού τής Ορθοδοξίας, ξεχωριστού φίλου και συναδέλφου τού Ποιητή, μακαριστού Δημ. Ι. Κουκουλομάτη, Καθηγητή τού Πανεπιστημίου Κρήτης. Η μεγάλη, όμως,  αφιέρωση τού παρόντος έργου ήταν σκέψη και πρόταση τού Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη μας κ. Ευγενίου, που θέλησε η τοπική μας Εκκλησία να επωφεληθεί, ως Εκδότης, τη σύμπτωση χρόνου έκδοσης τού βιβλίου και σύγκλησης τής Αγίας και Μεγάλης Συνόδου τής Ορθοδόξου Εκκλησίας, εδώ στη Μεγαλόνησο Κρήτη, και να αφιερωθεί στο μέγα αυτό γεγονός, συνεισφορά τής τοπικής μας Εκκλησίας, πράγμα που έμελψε, στη συνέχεια, επιτυχώς και ευγενώς ο κ. Παπαδογιαννάκης στη σελίδα αφιέρωσης τού βιβλίου με τα παρακάτω δύο τετράστιχα επιγράμματα:

                Εις την αγίαν και Μεγάλης Σύνοδον

                 ηρωοελεγείοι
                 Ήλυθε δήμος άπας πατέρων γας άπυ περάτων
                 ες θεοφύλακτον νήσον την Κρήτην,
                 ίνα, καταυγασθείς θείου Πνεύματος αίγλη,
                 τας αλαθείας Σου, Σώτερ, ορθοτομή.

                      ιαμβείοι
                 Κλύθι μων, Πανάγιε και Παντεπόπτα,
                 φώτισον και νουν και καρδίαν συντόνως
                 τον τής αληθείας Σου κηρύξαι  λόγον
                 ατρέπτως, στερρώς, σεμνώς και ομοφρόνως. 

Η Εισαγωγή, τέλος, τής αγαπητής μας κ. Ελπινίκης Νικολουδάκη- Σουρή, Καθηγήτριας τού Πανεπιστημίου Κρήτης, αποτελεί, θεωρούμε, εξαιρετικά ενδιαφέρουσα ξέχωρη πραγματεία δέκα οκτώ σελίδων, που παρουσιάζει και εισάγει προοδευτικά τον αδαή στο Επίγραμμα, ως Γραμματολογικό είδος τής Ελληνικής Γραμματείας, διευκολύνοντας την ουσιαστική κατανόηση και πρόσληψη από τον Αναγνώστη των περιεχομένων στο βιβλίο επιγραμμάτων.
Στο ακροτελεύτιο αυτό σημείο τής παρουσίασής μας κρίνουμε σκόπιμο να παραθέσουμε το κύκνειο τού βιβλίου άσμα (επίγραμμα) «εις εαυτόν», εκπληκτικό δείγμα επιγραμματικού λόγου, φέροντος όλα τα στοιχεία τού είδους και τον τίτλο τού όλου έργου.
                   
                     Εις εαυτόν
                  Η μεν χείρ τού γράψαντος ευτελής δόναξ
                  υπάρχει και δύναται ύμνους υφαίνειν
                  ερυγμήλους και ευτόνως τεθηγμένους,
                  αλλά γενέσθω η Θεού ευδοκία
                  συγχωρητικώς δούναι λήθην σφαλμάτων.

Ο κ. Νικόλαος Παπαδογιαννάκης αξίζει πολλών συγχαρητηρίων και θερμών ευχαριστιών και γι’ αυτήν την τελευταία σπουδαία προσφορά του στο χώρο τής εκκλησιαστικής στιχουργίας και του Επιγράμματος. Στον χώρο αυτόν ο κ. Παπαδογιαννάκης δεν είναι ο απλός ταλαντούχος υμνωδός, αλλ’ ο πιστός γνώστης τού είδους, ο επιστήμων τής Γλώσσας, με διδακτορικό τίτλο στον ίδιο χώρο, της Βυζαντινής Φιλολογίας. Ευχή μας να έχει υγεία και δύναμη, για να συνεχίζει τη γόνιμη, εργώδη και δημιουργική δραστηριότητά του στον χώρο των εκκλησιαστικών και κρητολογικών μελετών, στις οποίες τόσο μεγάλη είναι η μέχρι σήμερα συμβολή του.

Λαογραφική και θρησκευτική Επικαιρότητα * Ά γ ι ο ς Ε λ ι σ α ί ο ς, ο Προφήτης




Λαογραφική και

θρησκευτική Επικαιρότητα

                                                         

    Ά γ ι ο ς  Ε λ ι σ α ί ο ς,   
ο  Προφήτης

(14 Ιουνίου)



       ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ






          Ο άγιος Ελισαίος (το όνομα σημαίνει: «ο Θεός είναι σωτηρία»), γιος τού Σαφάτ και μαθητής τού προφήτη Ηλία, ήταν βιβλικό πρόσωπο και ένας από τους εξέχοντες προφήτες του Ισραήλ. Για τη γέννηση τού Προφήτη Ελισαίου στα Γάλγαλα, πόλη τής Παλαιστίνης, ο Συναξαριστής αναφέρει ότι η χρυσή δαμάλα που προσκυνούσαν εκεί για θεό βόησε τόσο δυνατά που η φωνή της ακούστηκε στην Ιερουσαλήμ. Ο λαός ανατρίχιασε στο άκουσμα αυτό και ο Αρχιερέας, αφού κοίταξε τις δύο πέτρες που κρέμονταν στο στήθος του, από τις οποίες η μία ονομαζόταν Δήλωση και άλλη Αλήθεια, σηκώθηκε όρθιος και, σε στάση προσευχής, ύψωσε τα μάτια του στον ουρανό και φώναξε: «Αυτή τη στιγμή προφήτης μέγας γεννάται, ο οποίος θα συντρίψει και κρημνίσει τα γλυπτά και τα χωνευτά είδωλα»[1].

   Έζησε κατά τον 9ο με 10ο αιώνα π.Χ. και επί εξήντα πέντε έτη ακολουθούσε τον διδάσκαλό του προφήτη Ηλία και έγινε ο αφοσιωμένος υπηρέτης του. Προφήτευσε, μάλιστα, και την έλευση τού Ιησού Χριστού. Ο Ελισαίος, περαιτέρω, υπήρξε πρόσωπο πολύ ευεργετικό για τον Ισραήλ, γιατί έκτος των αγαθοεργιών που πραγματοποίησε ως θρησκευτική προσωπικότητα, προσέφερε και πολλές άλλες υπηρεσίες στην πατρίδα του, με ενεργό ανάμιξη στα ζητήματα της πολιτείας και της κοινωνίας ως σπουδαίος ηγετικός παράγοντας.

Κάποτε, ο Ηλίας είπε στον Ελισαίο: «Κάποια στιγμή εγώ θα αναληφθώ στους ουρανούς, εκεί δεν μπορείς να με ακολουθήσεις εσύ, μπορείς όμως να μου ζητήσεις ό,τι θέλεις». Ο Ελισσαίος αισθάνθηκε ρίγη να διαπερνούν το κορμί του, βούρκωσαν τα μάτια του και είπε με λαχτάρα: «Θέλω τη χάρη που έλαβες εσύ από τον Θεό να την αφήσεις διπλή σε μένα». Και τότε ο Ηλίας αποκρίθηκε: «Αν δεις την ανάληψή μου στους ουρανούς, θα αποκτήσεις διπλή τη χάρη». Έτσι, ενώ μιλούσε μαζί του στην πόλη Βαιθήλ[2], αρπάχθηκε ξαφνικά από πύρινο άρμα και αναλήφθηκε ζωντανός στον ουρανό, αφήνοντάς του τη μηλωτή του (= ένδυμα από προβιά προβάτου) ως εγγύηση τής προστασίας του και δείγμα αυθεντικής διαδοχής (εικ.). Από αυτό μπορούμε να εξηγήσουμε το γεγονός ότι η ιστορία τού Ελισαίου παρουσιάζει αρκετές ομοιότητες με εκείνη του διδασκάλου του, του Ηλία. Τα θαύματα, μάλιστα, του πρώτου, του Ελισαίου, είναι μεγαλύτερα και πλέον εντυπωσιακά εκείνων του δευτέρου[3], επιβεβαιώνοντας- σύμφωνα με την υπόσχεση τού Ηλία- τη «διπλή χάρη» που του άφησε ως ευλογία. Έχει, μάλιστα, εκφραστεί η άποψη ότι ο Ελισαίος αποτελούσε, ίσως, κατοπτρισμό τής μορφής τού Ηλία, πράγμα, όμως, που δεν εξηγεί τις διαφορές στην πορεία των δύο προφητών.

       Σύμφωνα με το απολυτίκιό του, ο προφήτης Ηλίας "νόσους αποδιώκει και λεπρούς καθαρίζει", αλλά και ο μαθητής του άγιος Ελισαίος θεωρείται, επίσης, θεράπων άγιος τής λέπρας, από την  οποία, ως γνωστόν, θεράπευσε τον Σύριο Νεεμάν[4]. Σύμφωνα με τον Θεοφύλακτο «ο Ελισαίος τον ξένον λεπρόν εκαθάρισε, πίστιν εις αυτόν ενδειξάμενον. Οι γαρ συνήθεις και συμπατριώται αυτού ουκ επίστευον αυτώ, και διά τούτο ουκ εκαθαρίσθησαν[5].

            Από λαογραφικής απόψεως, όπως πιστεύει ο ελληνικός λαός (Γραμματικό Αττικής)- κατόπιν δεισιδαιμονικής- αρνητικής παρετυμολογίας τού ονόματός του (Λυσαίος)- ο προφήτης Ελισαίος φέρνει τη λύσσα σε ζώα και ανθρώπους[6], που εργάζονται και ασεβούν στη μνήμη του (τιμωρός άγιος), ενώ, σύμφωνα με άλλη θετική, τη φορά αυτήν, παρετυμολογία τού ονόματός του ο άγιος Ελισαίος φέρεται να προστατεύει και θεραπεύει τους λυσσόδηκτους. Στο Άργος, τη 14η Ιουνίου, ημέρα εορτής τού αγίου Λισαίου, όπως λέγει ο λαός, εξέρχονται στους αγρούς και συλλέγουν από τους θάμνους και τα φυτά ένα έντομο, προ της ανατολής τού ηλίου, που το ονομάζουν λυσσόμυγα. Διά της λυσσόμυγας πιστεύουν ότι θεραπεύεται η λύσσα[7]. Εντυπωσιάζουν, ασφαλώς, οι τελευταίες αντιθετικές θρησκευτικές αντιλήψεις πάνω στο πρόσωπο τού ίδιου Αγίου, που διαμορφώθηκαν ύστερα από ανάστροφη παρετυμολογική διαδικασία, εξαρτώμενη, κάθε φορά, από το μέγεθος τής ευσέβειας που ο πιστός εκδηλώνει προς το πρόσωπό του.

         Ο άγιος Ελισαίος, από παρετυμολογία, προφανώς, του ονόματός του προς το «ελιά», θεωρείται και ότι προστατεύει τους ελαιοπαραγωγούς και τους λαδέμπορους.

        Ο προφήτης Ελισαίος πέθανε επί βασιλέως Ιωάς και ο λαός τού  Ισραήλ και ο βασιλιάς τον έθαψαν με πολύ θρήνο στη Σεβαστούπολη τής Σαμάρειας. Επί αυτοκράτορος Θεοδοσίου τού Μικρού (408-450 μ.Χ.) τα ιερά τού προφήτη λείψανα μεταφέρθηκαν στη μονή Παύλου τού Λεπρού, που ήταν στην Αλεξάνδρεια, αργότερα δε μετακομίσθηκαν στην Κωνσταντινούπολη και κατατέθηκαν στον ναό των Αγίων Αποστόλων.







              [1] Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, τ. Β΄, σ. 203.

            [2] Σε αυτήν την ίδια πόλη, τη Βαιθήλ, είναι ο τόπος όπου κοιμήθηκε ο Ιακώβ, όταν έφευγε την οργή τού Ησαύ και στον ύπνο του είδε την κλίμακα που στηριζόταν στη γη και έφθανε μέχρι τον Ουρανό.

            [3] Γλύκανε τα νερά της Ιεριχούς, γέμισε με λάδι το δοχείο της χήρας, ανέστησε το γιο τής Σουναμίτιδας και θεράπευσε τον λεπρό Νεμάν είναι μερικά από αυτά.

                 [4] Δ' Βασ. ε΄, 1- 27.

    [5] Παν. Ν. Τρεμπέλα, Υπόμνημα εις το Κατά Λουκάν Ευαγγέλιον, Αθήναι 1952, 164.

          [6] Δημ. Σ. Λουκάτου, Εισαγωγή στην Ελληνική Λαογραφία, Ιωάννινα/ Θεσσαλονίκη 1966, 140 και Κωνστ. Μηνά, Λαογραφικές παρετυμολογίες, ό.π. (σημ. 374), 22.


    [7] Τον τρόπο θεραπείας βλ. στο περιοδ. Λαογραφία 3 (1911-12), 507 (Π. Δ. Σεφερλής).  

ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟΣ * Οθωμανική διοίκηση και κοινωνία στην προεπαναστατική δυτική Κρήτη * Αρχειακές Μαρτυρίες (1817- 1819)




ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ


ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ, ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ
 ΓΕΝΙΚΑ ΑΡΧΕΙΑ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ- ΑΡΧΕΙΑ Ν. ΡΕΘΥΜΝΗΣ

ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟΣ

Οθωμανική διοίκηση και κοινωνία στην προεπαναστατική δυτική Κρήτη
Αρχειακές Μαρτυρίες (1817- 1819)
                                     (Επιστημονική Επιμέλεια: Ασπασία Παπαδάκη)
[Εκδόσεις «ΓΡΑΦΟΤΕΧΝΙΚΗ ΚΡΗΤΗΣ», Ρέθυμνο 2015,  σχ. 8ο (24Χ17), σσ. 313]
ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ

Κυκλοφόρησε πρόσφατα (στα τέλη τού 2015), από τα Γενικά Αρχεία τού Κράτους- Αρχεία Ν. Ρεθύμνης, μια σπουδαία για τον νομό μας έκδοση, με συγγραφέα της τον Οθωμανολόγο κ. Γιάννη Σπυρόπουλο. Τίτλος της: «Οθωμανική Διοίκηση και κοινωνία στην προεπαναστατική δυτική Κρήτη» και υπότιτλος: Αρχειακές μαρτυρίες (1817- 1819). Πρόκειται, λοιπόν, για αρχειακό υλικό των ετών 1817- 1819, των ετών, δηλαδή, αμέσως πριν από τη μεγάλη Ελληνική Επανάσταση τού 1821, οπότε αντιλαμβάνεται ο καθένας τη σπουδαιότητά του για την ιστορία τού νησιού και τής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας γενικότερα.
Το εν λόγω αρχειακό υλικό αφορά στο οθωμανικό κατάστιχο ΚΚ.d.827 (1817- 1819), το οποίο φυλάσσεται στο Οθωμανικό Αρχείο τής Πρωθυπουργίας στην Κωνσταντινούπολη, την ύπαρξη τού οποίου υπέδειξε στα Αρχεία ο και συγγραφέας τού παρουσιαζομένου βιβλίου ιστορικός οθωμανολόγος κ. Σπυρόπουλος, ο οποίος το εντόπισε κατά τις έρευνές του εκεί. Είναι δε εξαιρετικά αξιέπαινη και η προσπάθεια των Αρχείων Ν. Ρεθύμνης που με δική τους πρόταση, και της Προϊσταμένης αυτών κ. Ασπασίας Παπαδάκη, ο κ. Σπυρόπουλος ανέλαβε να μελετήσει το εν λόγω οθωμανικό κατάστιχο και να ετοιμάσει τις περιλήψεις των εγγράφων για λογαριασμό των Αρχείων Ρεθύμνης.
Τα Αρχεία Ν. Ρεθύμνης, στη συνεχή και φιλόπονη προσπάθειά που καταβάλλουν προς εμπλουτισμό των συλλογών τους σε αρχειακό υλικό, απέκτησαν, ήδη, από τον Μάιο τού 2011 το κατάστιχο αυτό σε ψηφιακό αντίγραφο, όπως συνέβη και παλαιότερα με την απόκτηση και ετέρου οθωμανικού αρχειακού υλικού, που αφορά και αυτό στην Κρήτη και ειδικότερα στο Ρέθυμνο, από την Εθνική Βιβλιοθήκη των Αγίων Κυρίλλου και Μεθοδίου τής Σόφιας, με τη μικροφωτογράφησή του σε πέντε μικροταινίες, τον Ιούλιο τού 2002. Αυτού του αρχειακού υλικού την ύπαρξη πληροφορήθηκε και εντόπισε, τότε, στο Ανατολικό Τμήμα τής εν λόγω Βιβλιοθήκης, ο κ. Αντώνης Αναστασόπουλους, επίκουρος Καθηγητής Τουρκολογίας, στο τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας τού Πανεπιστημίου Κρήτης, ο οποίος και προλογίζει και την παρούσα, όπως θα δούμε στη συνέχεια, έκδοση. Αξίζουν, λοιπόν, πολλών συγχαρητηρίων και ευχαριστιών- πέραν των Αρχείων του Ν. Ρεθύμνης- και οι Τουρκολόγοι τού Πανεπιστημίου μας, που, ικανότατοι όντες ερευνητές στον χώρο τής επιστήμης τους, εντοπίζουν το διάσπαρτο αυτό υλικό στις βιβλιοθήκες Βαλκανικών, κυρίως, χωρών. Γιατί είναι γεγονός ότι στις δύο αυτές πρωτεύουσες (Σόφια και Κωνσταντινούπολη) εναπόκειται σήμερα το πλουσιότερο και σημαντικότερο, εκτός Ελλάδος, και ειδικά για το Ρέθυμνο, αρχειακό υλικό τής Οθωμανικής Κατοχής στην Κρήτη.
Είναι γεγονός ότι αν και τόσο μακρόχρονη η διάρκεια τής βενετσιάνικης και οθωμανικής κυριαρχίας στην Κρήτη, όμως δεν διασώζεται, δυστυχώς, για την επιστήμη κανένα αρχειακό τεκμήριο τής πρώτης, ελάχιστα δε τής δευτέρας, της Οθωμανικής, που εναπόκεινται στα Αρχεία τού Κράτους (ΓΑΚ) και σε ορισμένες βιβλιοθήκες τής Κρήτης.
Συνεπώς, όπως σημειώνει στο κατατοπιστικό Προλογικό Σημείωμά της η κ. Ασπασία Παπαδάκη, Προϊσταμένη των Αρχείων ν. Ρεθύμνης, που είχε και την επιστημονική επιμέλεια τού τόμου, κρίνεται εξαιρετικής σημασίας και σπουδαιότητας κάθε πληροφορία, και η ελαχίστη ακόμη, σχετική με τον εντοπισμό αρχειακής ύλης, καθώς και η απόκτηση αυτής, παλαιότερα σε μορφή μικροταινιών και σήμερα ψηφιακών αντιγράφων.
Το έργο προλογίζεται δεόντως και από τον αρμόδιο στο θέμα επιστήμονα κ. Αντώνη Αναστασόπουλο, επίκουρο Καθηγητή τής Οθωμανικής Ιστορίας τού Πανεπιστημίου Κρήτης, ο οποίος καταδεικνύει την αξία τού κατάστιχου, τη σοβαρότητα τής μελέτης, όσο και τη σπουδαιότητα τού εντοπισμού τής σημαντικής αυτής πηγής στην Κωνσταντινούπολη από τον κ. Σπυρόπουλο και τονίζει τη συμβολή τού παρόντος τόμου στην κατανόηση τής ιστορίας τής οθωμανικής περιφέρειας σε μια κρίσιμη για τον τόπο ιστορική περίοδο. Πρόκειται για ένα σπουδαίο εκδοτικό γεγονός, που φέρνει στο φως νέα στοιχεία για μια κρίσιμη περίοδο τής ιστορίας τής Κρήτης και αναδεικνύει τη σημασία των οθωμανικών πηγών για τη μελέτη τής ιστορίας τού νησιού και τού Ρεθύμνου ειδικότερα.
Σκοπός της παρουσιαζομένης έκδοσης, σύμφωνα με τον συγγραφέα, είναι να καταστήσει το περιεχόμενο τής πηγής προσιτό στους ερευνητές, ακόμα και σε όσους δεν είναι εξοικειωμένοι με την ανάγνωση τής οθωμανικής παλαιογραφίας, αλλά και να αποτελέσει μια πρώτη προσπάθεια σύνδεσης των ιστορικών πληροφοριών που περιέχονται στο κατάστιχο με όσα μέχρι σήμερα γνωρίζουμε για την προεπαναστατική οθωμανική Κρήτη. Προς τον σκοπό αυτόν γίνεται και μια σύντομη αναφορά στο ιστορικό πλαίσιο στο οποίο δημιουργήθηκε και στον πασά που ήταν υπεύθυνος για τη σύνταξή του.
Το Α΄ Μέρος τής μελέτης τού κ. Σπυρόπουλου αφορά σε εμπεριστατωμένη ιστορική ανάλυση τής περιόδου τού κατάστιχου, με διεξοδική μελέτη επί μέρους θεματικών ενοτήτων. Αναδεικνύονται έτσι, κάποιες από τις σημαντικότερες πτυχές τής οθωμανικής οικονομικής πολιτικής στη δυτική Κρήτη, λίγο πριν από την επανάσταση τού 1821, μέσω τής εξέτασής της στο πλαίσιο τόσο τής  τοπικής όσο και των ευρύτερων δημοσιονομικών αποφάσεων τής Κωνσταντινούπολης. Εξετάζονται έτσι το φοροδοτικό σύστημα, η διακίνηση τού ελαιολάδου και η σιτική πολιτική τής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η διακίνηση τού σαπουνιού, καθώς και το φαινόμενο τής εκδήλωσης ποικίλων μορφών βίας (λαθρεμπορίας, δολοφονιών, βιασμών κ.λπ.), εμβαθύνοντας με όλα αυτά στην καθημερινότητα τής προεπαναστατικής κρητικής κοινωνίας. Περί πλέον, στο εν λόγω κατάστιχο γίνονται διαρκείς αναφορές σε κρατικούς θεσμούς με σημαντικές εκτελεστικές εξουσίες, όπως τα όργανα τής στρατιωτικής διοίκησης και οι δικαστές.
Στο Β΄ Μέρος της μελέτης τού κ. Σπυρόπουλου, αξιοποιείται το πληροφοριακό υλικό που περιέχεται στις καταχωρίσεις τού κατάστιχου, συνοδευόμενο, προς περαιτέρω διευκόλυνση, από ειδικό βοηθητικό γλωσσάριο, Ευρετήριο Ονομάτων και Τόπων που αναφέρονται στα έγγραφα, καθώς και σύντομη περίληψη στην Αγγλική.
Μέσα από τα έγγραφα αυτά αποκομίζουμε πολύτιμες πληροφορίες για την Τοπική μας Ιστορία, αλλά και την ευρύτερη οθωμανική. Από τη μελέτη τους ο ερευνητής μπορεί να συγκεντρώσει στοιχεία για την οθωμανική διοίκηση στο νησί, τη στρατιωτική οργάνωση, τη λειτουργία τού φορολογικού συστήματος και του μουσουλμανικού συστήματος απόδοσης δικαιοσύνης και γενικά για τις σχέσεις των υπηκόων μεταξύ τους αλλά και με την πρωτεύουσα. 
Αξίζουν, όθεν, πολλών και θερμών ευχαριστιών όλοι όσοι ενεπλάκησαν στη δημιουργία τής θαυμάσιας αυτής έκδοσης . ο επίκουρος Καθηγητής κ. Αντώνης Αναστασόπουλος, η Προϊσταμένη των Αρχείων Νομού Ρεθύμνου κ. Ασπασία Παπαδάκη, και βέβαια ο συγγραφέας τής μελέτης κ. Γιάννης Σπυρόπουλος.