13. Α Γ Ι Α Π Ε Λ Α Γ Ι Α

Εικ. Αγία Πελαγία




ΧΩΡΙΑ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΜΑΣ

ΕΠΑΡΧΙΑ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
ΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ



13. Α Γ Ι Α Π Ε Λ Α Γ Ι Α


ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ
(http://ret-anadromes.blogspot.com)

Γενικά στοιχεία για το χωριό
Οικισμός πρώην κοινότητας Μιξορρούματος και σήμερα Τοπικής κοινότητας Μιξορρούματος, Δήμου Αγίου Βασιλείου, υψόμ. 360 μ.. Οι κάτοικοί του ασχολούνται με τη γεωργία και, κυρίως, την ελαιοκαλλιέργεια και την κτηνοτροφία. Απέχει από το Ρέθυμνο 27 χλμ., διακλάδωση δεξιά, από το χωριό Μιξόρρουμα, με το οποίο, παλαιότερα, και το χωριό Φραττί αποτελούσαν μιαν κοινότητα.
Η Αγία Πελαγία είναι ένας από τους οικισμούς που αποτελούν σήμερα την Τοπική Κοινότητα Μιξορρούματος (κάτ. 395): Μιξόρρουμα (κάτ. 0), Αγία Πελαγία (κάτ. 51), Άνω Μιξόρρουμα (260), Φραττί (84).
Συνοικισμοί που αρχικά (Διάτ. 26-1-1925, Φ.Ε.Κ. Α 27/1925) απάρτισαν την κοινότητα Μιξορρούματος: Μιξόρρουμα, Αγία Πελαγία, Φραττί, Λαμπηνή[1].
Ερειπωμένοι Οικισμοί: Καστανέ.

Πληθυσμιακά στοιχεία
Είναι από τα μικρότερα χωριά τής επαρχίας Αγίου Βασιλείου. Δεν αναφέρεται στις βενετσιάνικες απογραφές, ούτε στην τουρκική απογραφή τού 1659 μ.Χ., από την οποία, όμως, έχουμε κάποια κτηματολογικά στοιχεία. ότι, δηλαδή, το χωριό διέθετε 37 τσερίπια[2] χωράφια, 16 ελαιόδεντρα και 7,5 τσερίπια αμπέλια[3].
Πρώτη φορά απαντά στην Αιγυπτιακή απογραφή τού 1834 ως Haghia Pelagia[4]. Το 1881 αναφέρεται με 62 κατοίκους στον Δήμο Λάμπης. Το 1900, επίσης, στον δήμο Λάμπης με 74 κατοίκους. Το 1928 αναφέρεται στην κοινότητα Μιξορρούματος με 108 κατ. (53 άρρενες και 55 θήλεις), το 1940 με 121 κατ. (59 άρρ. και 62 θήλεις) και συνεχίζει κατά τον ίδιο τρόπο: 1951: 116, 1961: 104, 1971: 91, 1981: 89, 1991: 59, 2001: 51.

Η ίδρυση τού χωριού- Καστανέ το πρώτο χωριό
Στα δυτικά τού χωριού, σε μικρή απόσταση από αυτό, υπάρχει η περιοχή Καστανέ, μια όμορφη εξοχή με νερό, εύφορα περβόλια και πλούσια αμπέλια λιάτικου σταφυλιού. Στη θέση αυτήν αναφέρεται, πριν από την Τουρκοκρατία, πλούσιο χριστιανικό χωριό, ερείπια των σπιτιών τού οποίου υπάρχουν ακόμα και σήμερα. Το χωριό αναφέρεται από τον Fr. Barozzi ως Castanea, από τον Καστροφύλακα, το έτος 1583, επίσης ως Castanea με 90 κατοίκους, από τον Basilicata, το έτος 1630, με 48 οφειλόμενες αγγαρείες και στην τουρκική απογραφή τού 1659 αναφέρεται ως Kastane με 12 σπίτια, 10 τσερίπια χωράφια, 7,5 τσερίπια αμπέλια[5] και πληρώνει 12 χαράτζια κεφαλικό φόρο. Άθικτες παραμένουν οι δυο εκκλησίες τού χωριού, η Μεταμόρφωση τού Σωτήρος και ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος, μεγαλύτερη η πρώτη (καθεδρικός;) και μικρότερη η δεύτερη (μάλλον νεκροταφειακός ναός). Το χωριό καταστράφηκε από τους Τούρκους ολοσχερώς και οι περιουσίες των κατοίκων του κατασχέθηκαν. Οι περισσότεροι κάτοικοί του σφάχτηκαν και όσοι απέμειναν αναγκάσθηκαν να εκπατριστούν και να φύγουν από τον τόπο τους.
Ύστερα από αρκετά χρόνια δόθηκε από τους Τούρκους αμνηστεία και επιτράπηκε στους εναπομείναντες κατοίκους να επανέλθουν στο χωριό τους. Ήταν, όμως, παντελώς ρημαγμένο και οι περιουσίες τους είχαν περιέλθει στα χέρια τού εχθρού, οπότε θεώρησαν θελκτικότερη και πολύ βολικότερη μια άλλη λύση. ανατολικότερα, εκεί όπου βρίσκεται σήμερα το χωριό Αγία Πελαγία, εκείνα τα χρόνια υπήρχε ένα μετόχι τού ερειπωμένου στις μέρες μας μοναστηριού τού αγίου Γεωργίου Μαλαθρέ (ΝΔ της Μουρνέ), με το εκκλησάκι τής οσίας Πελαγίας κι ένα γύρο μερικά κελλιά, στάβλους, πατητήρια και αποθήκες για τις ανάγκες των μοναχών, καθώς και έναν μεγαλύτερο ναό τού αγίου Γεωργίου. Εδώ, στο μετόχι αυτό τού Μαλαθρέ- που είχε, φαίνεται, αρχίσει από τον καιρό εκείνο να ερημώνεται- αναπτύχθηκε, για πρώτη φορά, το σημερινό χωριό τής Αγίας Πελαγίας, από μερικές οικογένειες που εγκαταστάθηκαν σε αγροκτήματα τού μετοχίου και σε οικήματα που τα βρήκαν έτοιμα για να κατοικηθούν. Η εγκατάσταση αυτή, αρχικά, είχε προσωρινό χαρακτήρα, όταν, όμως, αργότερα, το μοναστήρι διαλύθηκε και έπαυσε πλέον να υπάρχει, οι κάτοικοι αυτοί θεώρησαν καλό να οριστικοποιηθούν στις εγκαταστάσεις τους, δημιουργώντας το σημερινό χωριό τής Αγίας Πελαγίας από τον ομώνυμο, ασφαλώς, ναΐσκο τής Αγίας.
Επειδή, όμως, τα κτήματα τού μετοχίου ήταν περιορισμένα και το χωριό, στα μετέπειτα χρόνια, συνέχιζε να παραμένει πολύ μικρό. Το γεγονός αυτό θεωρήθηκε από τους κατοίκους ως θεία δίκη για την ασέβειά τους να καταλάβουν μοναστηριακά κτήματα. Λέγεται, ακόμα, ότι ενώ, στην αρχή, οι μοναχοί τούς περιέθαλψαν με αγάπη, αργότερα, όταν τους είδαν να εγκαθίστανται πια μόνιμα στις περιουσίες και τα οικήματα τού μοναστηριού θύμωσαν και τους καταράστηκαν. Εντυπωσιάζει, μάλιστα, το γεγονός ότι στην παράδοση αυτήν δόθηκε στα νεότερα χρόνια ιστορική διάσταση, όταν στην επισκοπή Λάμπης επίσκοπος ήλθε ο αείμνηστος Ευμένιος Φανουράκης[6], ο οποίος και διάβασε σχετική ευχή στη διάρκεια θείας λειτουργίας στο χωριό και οι κάτοικοι έλαβαν συγχώρηση παρά Κυρίου και άρση τής κατάρας, ότι ήταν θέλημα Θεού η κατάληψη από τους προγόνους τους τής Μονής προς διάσωση, στερέωση και διαφύλαξή τους από τους Τούρκους[7].

Λοιπά ιστορικά στοιχεία
Από την Αγία Πελαγία καταγόταν ο ιερέας Παναγιώτης Παπαδάκης, που ήταν ο λειτουργός τού Υψίστου στον μαρτυρικό ναό της Παναγίας τής Λαμπηνής, κατά την αποφράδα εκείνη μέρα τής 20ης Ιανουαρίου 1827, που έγινε το τραγικό ολοκαύτωμα. Τον ιερέα αυτόν- φορώντας τα ιερά άμφια τής ατέλειωτης θείας λειτουργίας- οι Τούρκοι διαπόμπευσαν ανά τους δρόμους τού Ρεθύμνου σε άθλια κατάσταση. Σύμφωνα με την παράδοση, ένας χότζας τον είδε, τον ευσπλαχνίσθηκε και τον προστάτευσε στο τζαμί του από τα έξαλλα πλήθη, αλλά σε λίγες ώρες ο παπα- Παναγιώτης πέθανε από τις πολλές ταλαιπωρίες, τις θλίψεις και τα βάσανά του.
Πέραν τής προαναφερθείσας παράδοσης για καταστροφή τού χωριού από τους Τούρκους, υπάρχει και άλλη παράδοση που κάνει λόγο για καταστροφή του από τους Ενετούς, όταν οι κάτοικοι τού χωριού Καστανέ, σε κάποια από τις επαναστάσεις κατά των Ενετών, αρνήθηκαν να πληρώσουν τους φόρους που τους επέβαλε η ενετική διοίκηση.
Στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο το χωριό συμμετείχε στους αγώνες τού έθνους και στη γερμανική κατοχή προσέφερε καταφύγιο και προστασία στους μη παραδοθέντες Άγγλους, Αυστραλούς και Νεοζηλανδούς. Για τον λόγο αυτόν η Νεοζηλανδική Κυβέρνηση απένειμε στο μικρό αυτό χωριό τα εύσημα τής ευγνωμοσύνης της, για την ουσιαστική βοήθεια που προσέφεραν οι κάτοικοί του στους συμμάχους Νεοζηλανδούς στρατιώτες.

Βυζαντινοί ναοί
Στην περιφέρεια τού χωριού βρίσκονται και δυο, ακόμα, βυζαντινοί ναοί. ο άγιος Γεώργιος, βορειοδυτικά, και ο άγιος Αντώνιος, δυτικά, στην περιοχή Καστανέ, σπηλαιώδης κατά το βόρειο τμήμα αυτού, με πλούσιο αγιογραφικό διάκοσμο (Ιεράρχες, φιλοξενία Αβραάμ, Ευαγγελισμός) και ερείπια κελλιών και τάφων μοναχών (15; αι.).
Στον σπηλαιώδη αυτόν ναό εγκαταστάθηκε και ο μοναχός Γεράσιμος, από τη Μουρνέ, του οποίου ανακαίνισε τα παλιά κελλιά, στα οποία ο αγαθοεργός τής Εκκλησίας εργάτης φιλοξενούσε τους κυνηγημένους από τους Τούρκους χριστιανούς. Κοντά στο ερημητήριο υπήρχε πηγή, που χρησιμοποιούνταν για ύδρευση και πότισμα των κήπων του.
Χαρακτηριστική τής άγνοιας ορισμένων είναι η περίπτωση του άλλου ναού, του αγίου Γεωργίου. κάποιος ιδιώτης συντήρησε προ αρκετών ετών τον ναό και κάλυψε τη στέγη του με τσιμέντο. Θεώρησε, όμως, σωστό να τον… περιποιηθεί ακόμα περισσότερο- όπως συμβαίνει, συχνά, με τις γυναίκες, κυρίως, των χωριών μας- και… ασβέστωσε τον αγιογραφικό[8] διάκοσμο του ναού[9]. Σήμερα μόνο ίχνη τοιχογραφιών είναι ευδιάκριτα σε όλους τους τοίχους, κάτω από το ασβεστοκονίαμα, τού άλλοτε κατάγραφου ναού. Ο ναός ανήκει στον τύπο τού απλού τετρακιόνιου σταυροειδούς εγγεγραμμένου με τρούλο. Δυτικά έχει, μεταγενέστερα, προστεθεί ισοπλατής νάρθηκας. Το μνημείο με βάση τα αρχιτεκτονικά του χαρακτηριστικά, αλλά και τα λίγα ίχνη τοιχογράφησης, τοποθετείται στα μέσα τού 11ου αιώνα[10].
Στο χωριό υπάρχουν και οι νεότεροι ναοί τής αγίας Παρασκευής και τού αγίου Νεκταρίου.

Άγιος Γεώργιος στον Μαλαθρέ
Ο ναός τού αγίου Γεωργίου, στην τοποθεσία Μαλαθρές, ΝΔ της Μουρνές, είναι ερείπιο πιθανόν από την επανάσταση τού 1897. Από τα ερείπιά του συνάγεται ότι ο ναός ήταν πολύ μεγάλος, σταυροειδής μετά τρούλου, διαστάσεων περίπου 10Χ10 μ. Σε αυτόν προστέθηκε, αργότερα, τμήμα προς τα δυτικά διαστάσεων 8Χ6 μ., ώστε να σχηματισθεί, τελικά, ναός 18 μ., τεράστιος για την περιοχή, ο μεγαλύτερος τής επαρχίας Αγίου Βασιλείου. Τόσο ο πρώτος ναός όσο και η προσθήκη του ήταν πλήρεις αγιογραφιών, που σήμερα διατηρούνται σε λίγα μόνο μέρη του ναού, στα οποία δεν έχει καταστραφεί το ασβεστοκονίαμα. στην εποχή του Gerola υπήρχαν, ακόμα, οι εξής τοιχογραφίες: Άγιος Κωνσταντίνος και αγία Ελένη, έφιπποι άγιοι, Δέηση, τιμωρίες κολασμένων (στην καμάρα), μαρτύριο του αγίου Γεωργίου, Γέννηση, Βάπτιση, Ανάληψη, Ευαγγελισμός, Ιεράρχες[11].
Στην περιοχή, που χαρακτηρίζεται από μεγάλη ευφορία, υπήρχε Μονή που αριθμούσε πολλούς μοναχούς. Ο ναός παρουσιάζει σπάνια αρχιτεκτονική, με θολωτές αίθουσες, που επικοινωνούν μεταξύ τους με καμαρωτές πόρτες και με πήλινα αγγεία κτισμένα στους τοίχους με το στόμιό τους ανοικτό προς τα έξω, που μάλλον θα χρησίμευαν ως ηχεία, για να ακούγεται η λειτουργία σε όλες τις αίθουσες. Ο Μαν. Παπαδογιάννης την ανέγερσή του ανάγει στα παλαιοχριστιανικά χρόνια[12].
Θρύλος που μας τον διασώζει ο Αλέξ. Χατζηγάκης μιλεί για τον συγκεκριμένο ναό- που τον ονομάζει Αϊ- Γιώργη Φραττιανό (από το χωριό Φραττί, δίπλα στην Αγία Πελαγία)- ότι είχε 101 πορτοπαράθυρα και μια χρυσή πύλη, κάτω από την οποία βρίσκεται θαμμένος αμύθητος θησαυρός. Σύμφωνα με άλλη παράδοση οι Τούρκοι κατέλαβαν το μοναστήρι τού Μαλαθρέ, σκότωσαν τους καλόγερούς του και όσοι διασώθηκαν κατέφυγαν στην περιοχή τού σημερινού μοναστηριού τού Πρέβελη, που, σύμφωνα πάντα με τοπική παράδοση, αποτελούσε μετόχι τής μονής Μαλαθρέ και έτσι δημιουργήθηκε η μονή τού Πρέβελη[13].

Οικογένειες τού χωριού
Οι κυριότερες οικογένειες τού χωριού είναι οι Αγγελογιαννάκηδες, οι Πολυχρονάκηδες, οι Παπαδάκηδες, οι Χατζηδάκηδες, οι Νινιδάκηδες και Δασκαλάκηδες. Αργότερα προστέθηκαν και οι Αλεξανδράκηδες, Δημητρακάκηδες, οι Σπιταδάκηδες και οι Κοκοτσάκηδες.

Προϊόντα
Όπως έχουμε, ήδη, επισημάνει βασικά του χωριού προϊόντα είναι το ελαιόλαδο, το κρασί και η τσικουδιά. Αυτή η τελευταία δικαιολογείται και από την ύπαρξη στο χωριό έντεκα παραδοσιακών ρακοκάζανων. Κάθε Οκτώβριο, που τα ρακοκάζανα παραμένουν ανοικτά, γίνεται μια πραγματική γιορτή. Στο χωριό υπήρχαν, επίσης, και δύο ελαιοτριβεία. Το ένα βρισκόταν στο κέντρο, στη θέση όπου ανεγέρθηκε τελευταία το διώροφο κτίριο του «Πολιτιστικού συλλόγου» που, δυστυχώς, κατέστρεψε κάθε ίχνος από το παλιό αυτό ελαιοτριβείο. Του άλλου, που ήταν οικογενειακό, διασώζονται οι καμάρες, η κάτω μυλόπετρα και οι τοίχοι.
Παράγονται, όμως, σε αρκετές ποσότητες και δημητριακά, όσπρια, σταφύλια, διάφορα φρούτα και λαχανικά, τα τελευταία περισσότερο για τοπική κατανάλωση και αρκετά κτηνοτροφικά. Παλιότερα, η καλαθοπλεκτική, απασχολούσε σχεδόν ολόκληρο τον ανδρικό πληθυσμό, ενώ οι γυναίκες ασχολούνταν με το σπίτι, την ύφανση με το αργαλειό και τις αγροτικές δουλειές.

Πολιτισμός
Το χωριό έχει ένα δραστήριο «Πολιτιστικό Σύλλογο» που ιδρύθηκε το 1980. Ο σύλλογος διαθέτει αίθουσα, βιβλιοθήκη, αρχείο παλαιών φωτογραφιών, στεγάζει τις κοινωνικές ανάγκες τού χωριού και διοργανώνει κατά καιρούς διαφορές εκδηλώσεις.

Αρχαιολογικοί χώροι
Μέσα στο χωριό έχουν εντοπιστεί αρχαιολογικοί χώροι σε θέσεις, που προέρχονται από τα ΥΜ ΙΙΙ χρόνια και διάφορα αντικείμενα, όπως αποθηκευτικός πίθος και πολλά επιφανειακά όστρακα από άλλους πίθους και αγγεία καθημερινής χρήσης. Επίσης, στη θέση Αμυγδάλους, πέντε λεπτά Δ. του χωριού, παρατηρούνται ερείπια πιθανής ρωμαϊκής βίλας και στη θέση Κατσάρες βρέθηκαν πέντε πήλινα ρωμαϊκά ΥΜ Ι ειδώλια που θα είχαν προσφερθεί ως αφιέρωμα σε μινωικό ιερό που θα υπήρχε στην περιοχή[14].


[1] Ο συνοικισμός Λαμπηνή και τα Δαριβιανά της κοινότητας Σπηλίου αποτέλεσαν την κοινότητα Σπηλίου με το Δ. 12- 1- 1931, Φ.Ε.Κ. Α 12/1931.
[2] Τσερίπ (cerib)= μονάδα μέτρησης επιφανείας, που ισοδυναμεί προς 60 τετραγωνικούς πήχεις.
[3] Ευαγγελία Μπαλτά- Mustafa Oguz, Το Οθωμανικό Κτηματολόγιο τού Ρεθύμνου, Ρέθυμνο 2007, 509.
[4] Pashley Rob., Travels in Crete, II, London 1837, 313.
[5] Ευαγγελία Μπαλτά- Mustafa Oguz, ό.π., 509.
[6] Ο Ευμένιος Φανουράκης γεννήθηκε στο Λουτράκι Μαλεβιζίου το έτος 1887. Κληρικός χειροτονήθηκε το έτος 1912 και επίσκοπος Λάμπης και Σφακίων διετέλεσε από το 1936 μέχρι το 1956. Ο Φανουράκης κατά τα έτη 1945-1950 διέμενε στο Ηράκλειο ως Πρόεδρος τής επιτροπής προστασίας των μεσαιωνικών μνημείων της Κρήτης και της επιτροπής τού περιοδικού «Κρητικά Χρονικά», στα οποία δημοσίευσε αξιόλογες ιστορικές μελέτες. Πέθανε στην επισκοπή του, στο Σπήλι, στις 2-1-1956.
[7] Πβ. τα στοιχεία αυτά γύρω από την ίδρυση τού χωριού στον Ευάγγελο Γ. Δημητρακάκη, Η Αγία Πελαγία, το μικρό χωριό , ο «Βενιαμίν» τής επαρχίας Αγίου Βασιλείου Ρεθύμης Κρήτης, χ.τ. 1974.
[8] Χρυσής Πολυχρονάκη, «Ενορία Αγίας Πελαγίας», περιοδ. Ορθόδοξο Μήνυμα, Ι. Μητροπόλεως Λάμπης, Συβρίτου και Σφακίων, τ. 55 (Σεπτ.-Οκτ. 2007), 10.
[9] Θεοδ. Στ. Πελαντάκη, Βυζαντινοί Ναοί της επαρχίας Αγίου Βασιλείου Ν. Ρεθύμνης, Ρέθυμνο 1973, 20.
[10] Αρχαία μνημεία δέκα ναοί στο νομό Ρεθύμνου, Κρητική Επιθεώρηση 10/11-5-2008.
[11] G. Gerola, Monumenti Veneti Nell’ isola di Creta, Venezia NCM.V, vol. II, 344, 34.
[12] Μαν. Γ. Παπαδογιάννη, «Η ερειπωμένη “Μονή τού Μαλαθρέ” στη Μουρνέ (Θρύλοι και Παραδόσεις)», Προμηθεύς ο Πυρφόρος, 31 (1982), 269-270.
[13] Μαν. Γ. Παπαδογιάννη, «Η ερειπωμένη “Μονή τού Μαλαθρέ”», ό.π., 271.
[14] Χάρη Κ. Στρατιδάκη, Αρχαιολογικές θέσεις στο Ν. Ρεθύμνης από τα νεολιθικά ως και τα ρωμαϊκά χρόνια, Κρητολογικά Γράμματα 9/10 και 11(1994-1995), 108. Βλ. και Χρίστου Μακρή, Ιστορικά- Αρχαιολογικά Νέα, εφημ. Ρεθύμνου Βήμα τής 16/11/1960 κ.ε.