ΧΩΡΙΑ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΜΑΣ * ΕΠΑΡΧΙΑ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ * Α Ρ Δ Α Κ Τ Ο Σ



ΧΩΡΙΑ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΜΑΣ

ΕΠΑΡΧΙΑ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

Α Ρ Δ Α Κ Τ Ο Σ

Στην ιερή  μνήμη τού πατέρα μου  Ηλία Μιχ. Παπαδάκη,
σεμνό γέννημα και θρέμμα τού Αρδάκτου


ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ

                  
  •         Γενικά στοιχεία για το χωριό
   Ο Άρδακτος βρίσκεται στα νότια τού Ρεθύμνου, σε απόσταση σαράντα χιλιομέτρων, διακλάδωση δεξιά στο τριακοστό πέμπτο χιλιόμετρο τού κεντρικού οδικού άξονα, που οδηγεί από το Ρέθυμνο, μέσω Σπηλίου, στην Αγ. Γαλήνη και το Τυμπάκι. Βρίσκεται σε υψόμ. 630 μ. και για τούτο ο Εμμ. Λαμπρινάκης τον χαρακτηρίζει ως «κώμην μεσόγειον  και τερπνήν έχουσαν περί τας σαράντα πέντε οικίας και ναόν τον Αρχιστράτηγον Μιχαήλ»[1]. Στα τέλη και τις αρχές τού εικοστού αιώνα ο Άρδακτος υπήρξε έδρα τού τότε δήμου τού Αγίου Πνεύματος[2].
   Σήμερα ο Άρδακτος αποτελεί ίδιο Δημοτικό Διαμέρισμα μαζί με τον Οικισμό Αγία Παρασκευή και τα χωριά Ακτούντα και Βάτο, που μέχρι το έτος 1988 αποτελούσαν την κοινότητα Αρδάκτου. 


  •     Ίδρυση τού χωριού- Πληθυσμιακά στοιχεία- Ονομασίες- Κτηματολογικά Στοιχεία
   Ο Άρδακτος αναφέρεται σε όλες τις βενετσιάνικες απογραφές τού 16ου και 17ου αι. Έτσι, το 1577 αναφέρεται από τον Fr. Barozzi (F 26v) ως Ardacto, επίσης το 1583 από τον Καστροφύλακα (Κ177) ως Ardacto με 180 κατοίκους και το 1630, επίσης ως Ardakto από τον Basilicata[3]. Στην τούρκικη απογραφή του 1659 ο Άρδακτος αναφέρεται ως Ardakto με 17 οικίες. Το ίδιο έτος (1659) το χωριό εμφανίζεται να διαθέτει 128,5 τσερίπια[4] χωράφια, 46 ελαιόδεντρα, 18 τσερίπια αμπέλια, 1 τσερίπι κήπους και 18 τσερίπια ακαλλιέργητες γαίες, ενώ βάσει τού ιεροδικαστικού κώδικα  το χωριό πληρώνει 17 χαράτζια. Επίσης, 17 σπίτια το 1659 πληρώνουν φόρο καφτανίου. Στο κατάστιχο κεφαλικού φόρου τού 1671/2 τα χαράτζια γίνονται 15[5]. Στην Αιγυπτιακή απογραφή τού 1834 το χωριό εμφανίζεται ως Ardhakto με 25 χριστιανικές οικογένειες[6]. Είναι χαρακτηριστικό ότι στον Άρδακτο δεν κατοίκησαν ποτέ Τούρκοι. Αργότερα, στην απογραφή τού 1881, ο Άρδακτος αναφέρεται στον Δήμο τού Αγίου Πνεύματος με 157 χριστιανούς κατοίκους, ενώ το 1900 είναι στον ίδιο δήμο με 210 κατοίκους. Το 1925 ο Άρδακτος καθίσταται έδρα ομώνυμης κοινότητας[7], στην οποία συμμετέχουν τα χωριά Ακτούντα, Βάτος και Κισσός (σύνολο κατοίκων Κοινότητας 1101- Άρδακτος 183). Περαιτέρω, στην απογραφή τού 1928 ο Άρδακτος αναφέρεται με 218 κατοίκους, του 1940 με 221[8], του 1951 με 189, του 1961 με 175, του 1971 με 97, του 1981 με 77, του 1991 με 78 και του 2001 με 70 κατοίκους. 


  •    Το όνομα τού χωριού
    Ο «άρδακτος» είναι όργανο υφαντικής, με λεπτό μετάλλινο στέλεχος και στεφάνη μετάλλινη, που περιστρέφεται με κατάλληλο χειρισμό στο θρομύλι, για την περιέλιξη του νήματος. Την ονομασία του, πάντως, το χωριό οφείλει, το πιθανότερο, στο αρχαίο «ατρακτυλλίς» από το οποίο προήλθαν οι κρητικοί ιδιωματικοί τύποι Αρδαχτυλλίνος, ο [= η ανωνίδα, το ονάκανθον, φυτό ακανθώδες, μονόκλωνο, περί το 1,5 μ. ύψος, που το στέλεχός του χρησίμευε για την κατασκευή ατράκτων (αρδακτιών)[9] και το οποίο αφθονεί στο εν λόγω χωριό], και κατά μεταπλασμό του δευτερόκλιτου σε πρωτόκλιτο προήλθε ο τύπος αρδαχτύλλινας (ο) με σχετική μεγεθυντική σημασία. Με την περιεκτική φυτωνυμική κατάληξη [-ές] παράγεται το τοπωνύμιο Αρδαχτυλλινές. Το φυτό λέγεται και Αδραχτυλλίνι με αντιμετάθεση, πάντα, των ρ και δ, όπως και στη λέξη αρδάχτι< αδράχτι.

  •    Μορφές τού χωριού (Οι αδελφοί Μιχαήλ και Αντώνιος Πουρδούνης)
   Από εδώ κατάγονταν οι δυο αδελφοί Μιχαήλ και Αντώνιος Πουρδούνης (Μπουρδούνης), που ήταν συγγενείς τού ενός εκ των Τεσσάρων Μελαμπιανών Μαρτύρων, του Νικολάου. Για τον Μιχαήλ Πουρδούνη λέγεται ότι ήταν γενναίο παλικάρι που, πραγματικά, το έλεγε η καρδιά του. Περιγράφεται ως σφιχτοδεμένος και γερός άντρας, με μαύρα μαλλιά και γένια. Τις αρετές του αυτές τις είχε δείξει σε μάχες που δόθηκαν στην περιφέρειά του και, γενικά, στη συμπεριφορά του με τους Τούρκους, και γι’ αυτό ήταν μόνιμα καταδιωκόμενος. Αυτός, λοιπόν, ο Μιχάλης Πουρδούνης, φέρεται ότι είχε συντελέσει αποτελεσματικά στο να αποκαλυφθούν οι κρυπτοχριστιανοί Ρετζέπηδες (Τέσσερις Μάρτυρες) πως στην πραγματικότητα ήταν χριστιανοί και όχι Τούρκοι, όταν στην αρχή τής επανάστασης φέρεται ότι τους είπε:
-Ο καιρός τώρα πια είναι τέτοιος που δεν χρειάζονται διπροσωπίες. Γη Τούρκοι είστε, γη χριστιανοί. Όχι και τα δυο[10]!
Το βουνό Σιδέρωτας και σμικρογραφία του Αρδάκτου
   Ο Μιχ. Πουρδούνης φονεύθηκε από τους Τούρκους όταν επιστρέφοντας στο χωριό του έπεσε σε τούρκικη ενέδρα στη θέση Ορθός Πόρος, του όρους Κέντας. Επειδή το μέρος είναι ιδιαίτερα ερημικό και κρημνώδες, κανένας δεν αντελήφθη τον θάνατό του, παρά μόνο μετά από τρεις μήνες, όταν τον βρήκαν καταφαγωμένο από τα όρνια και τους σκύλους.
   Ο άλλος, πάλι, Πουρδούνης, ο Αντώνης, μαζί με τον Γεώργιο Λαγό από τα Περιβόλια Ρεθύμνου σήκωσαν από τον τόπο του μαρτυρίου τους, παρά τον υπεραιωνόβιο πλάτανο, στην πλατεία της Μεγάλης Πόρτας, τα σεπτά σκηνώματα των αγίων Τεσσάρων Νεομαρτύρων και τα μετέφεραν στα Περιβόλια Ρεθύμνου, όπου και τα έθαψαν εν μέσω οδυρμών και θρήνων στη εκκλησία τού Αγίου Γεωργίου, όπου σήμερα βρίσκεται το νεκροταφείο των Περβολιών[11].  
  Τέλος, Από τους νεότερους σημειώνουμε τον γνωστό Καθηγητή τής Νευροχειρουργικής των Πανεπιστημίων Πάτρας και Χάρβαρντ, Νικόλαο Παπαδάκη. 

  •   Αγωνιστές   
   Από τον Άρδακτο καταγόταν ο Γεώργιος Πρεβελάκης, Κρητικός αγωνιστής και οπλαρχηγός Αρδάκτου, Βάτου και Ακτούντων κατά τη μεγάλη Κρητική Επανάσταση του 1866. Πήρε ενεργό μέρος σε πολλές μάχες που έγιναν στον νομό Ρεθύμνου και διετέλεσε πληρεξούσιος Αγίου Βασιλείου στις επαναστατικές συνελεύσεις. Επίσης, από εδώ καταγόταν και ο γνωστός λόγιος φιλόλογος- Γυμνασιάρχης Μιχαήλ Πρεβελάκης, τού 1ου Γυμνασίου Ρεθύμνου (1908-12, 1915-16 και 1921-26).
   Από τον Άρδακτο, επίσης, κατάγονταν και ο πολυπαθής τού Μακεδονικού Αγώνα Νικόλαος Χλιαουτάκης, αλλά και ο υποστράτηγος Αλ. Κουνδουράκης (1893- 1940), που σκοτώθηκε πολεμώντας στην πρώτη γραμμή τού πυρός, μπροστά από το ύψωμα 1067, στη μάχη τής Κλεισούρας στην Αλβανία, κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (23 Δεκεμβρίου 1940), ενώ υπηρετούσε στο 4ο Σύνταγμα Πεζικού ως Διοικητής Τάγματος. Η προτομή αυτού κοσμεί, σήμερα, τον αύλειο χώρο τής Στρατολογίας Ρεθύμνου[12].

  •   Παράδοση σχετική με την ιστορική οικογένεια των Πρεβέληδων
Η είσοδος του χωριού από τον αμαξιτό
Η παράδοση κάνει λόγο και για έναν Πρέβελη ή Πρεβελάκη Γεώργιο, γενάρχη των Πρεβέληδων, πριν από την Τουρκοκρατία, που είχε ένα μεγάλο φέουδο. Την εκκλησία, που ήταν μέσα στο φέουδο, την έκανε μοναστήρι, χαρίζοντας του τα γύρω κτήματά του. Αυτή ήταν η απαρχή της ιστορικής Μονής τού Πρέβελη. Κατά τον Μιχ. Πρεβελάκη το όνομά της η Ι. Μονή Πρέβελη, το οφείλει σε οικογενειακό Πρέβελης[13], που την προέλευσή του ανάγει στα Πρεβελιανά Μονοφατσίου. Ο εν λόγω Πρέβελης, κατά την παράδοση, ήταν χριστιανός που φόνευσε γενίτσαρο και θέλοντας να σωθεί κατέφυγε στην επαρχία Αγίου Βασιλείου, όπου και ίδρυσε το επονομαζόμενο μοναστήρι τού Πρέβελη. Επειδή, όμως, στη συνέχεια και ο αδελφός τού φονιά- ιδρυτή τής Ι. Μ. Πρέβελη κινδύνευε να φονευθεί από τους Τούρκους, ακολούθησε και εκείνος τα βήματα τού αδελφού του και φθάνοντας στον Άρδακτο- λίγα μόλις χιλιόμετρα ανατολικότερα τής Μονής τού Πρέβελη- με τη συναίνεση και συμβουλή και τού αδελφού του στη Μ. Πρέβελη αποφάσισε να εγκατασταθεί εκεί και έτσι λέγεται ότι έλαβε την αρχή της η περίφημη οικογένεια των Πρεβελάκηδων τού Αρδάκτου[14]. Την αληθοφάνεια τής εν λόγω παράδοσης επιβεβαιώνει, κατά τον Μ. Πρεβελάκη, και η ονομασία τού χωριού Άρδακτος, που συμπίπτει με το όνομα Αρδαχθιανά, μικρή κωμόπολη που βρίσκεται κοντά στα Πρεβελιανά. Από την παραπάνω, λοιπόν, παράδοση βλέπουμε τις στενότατες σχέσεις που συνδέουν τον Άρδακτο με την Ι. Μ. τού Πρέβελη, της οποίας από τους δεκαέξι μέχρι την εποχή τού Μιχ. Πρεβελάκη διατελέσαντες ηγουμένους αυτής οι έξι κατάγονται από τον Άρδακτο[15], καθώς και ο λόγιος μοναχός τής ίδιας μονής Μερκούριος.  
  
  .  Εκκλησίες τού χωριού


Δρόμος του χωριού
     Το χωριό έχει επτά εκκλησίες. τη Μεταμόρφωση τού Σωτήρος, τον Αρχιστράτηγο Μιχαήλ[16]  και την αγία Μαρίνα μέσα στο χωριό και έξω από το χωριό τον Ευαγγελισμό τής Θεοτόκου και την αγία Παρασκευή– στην ομώνυμη παραθαλάσσια περιοχή τής νότιας Λυβικής ακτής- την Κοίμηση της Θεοτόκου (κοιμητηριακός ναός) και τον άγιο Γεώργιο. Η αγία Μαρίνα, στον νότιο τοίχο της, δέχτηκε και δεύτερο, νεότερο, κλίτος αφιερωμένο στον άγιο Χαράλαμπο. Αγιογραφίες σώζονται μόνο στο παλαιό βόρειο κλίτος, καλυμμένες, δυστυχώς, οι περισσότερες από… «καλλωπιστικό» ασβέστωμα!

  •   Οικογένειες τού χωριού 
   Κυριότερες οικογένειες του χωριού είναι: οι Παπαδάκηδες, οι Δημητρακάκηδες, οι Νικολιδάκηδες, οι Κουνουπάκηδες, οι Κουνδουράκηδες και οι Πρεβελάκηδες, παρότι στις μέρες μας εξέλειψε αυτών των τελευταίων, το όνομα από το χωριό.


  •   Ο οικισμός τής Αγίας Παρασκευής
   Ο οικισμός τής Αγίας Παρασκευής βρίσκεται σε θέση περίοπτη μεταξύ τής Κεραμιανής και της Ακουμιανής Γιαλιάς, σε υψόμετρο 170 μ., με θέα το γαλάζιο τού Λυβικού από τη μυθική Γαύδο μέχρι και τα γραφικά Παξιμάδια. Αναφέρεται στις παλιές απογραφές τού έτους 1583, με 52 οφειλόμενες αγγαρείες και τού 1659 με δυο σπίτια.
     Το όνομά τού ο οικισμός οφείλει, όπως ήδη σημειώσαμε, στο ομώνυμο εκκλησάκι τής αγίας Παρασκευής. Και η Αγία Παρασκευή ήταν ένας από τους πολλούς οικισμούς τής πίσω Λυβικής Γιαλιάς που, λόγω τού φόβου των πειρατών, συμπτύχθηκαν σε βορειότερες περιοχές- στα Κεραμέ, τον Άρδακτο κ.λπ. Ωστόσο, και για αιώνες μετά, οι Αρδακτιανοί συνέχισαν να διατηρούν μετόχια στην Αγία Παρασκευή και τα οικήματα τού παλιού οικισμού να τα χρησιμοποιούν για εποχιακές τους εργασίες, όπως λιομάζωμα, όργωμα κ.λπ., οπότε συνήθιζαν να διαμένουν εκεί για μερικές μέρες τον χρόνο. Στον κατάλογο κεφαλικού φόρου του 1659 πληρώνει δύο χαράτζια, ενώ δύο σπίτια πληρώνουν φόρο καφτανίου. Το ίδιο έτος εμφανίζεται με 14, 5 τσερίπια[17]  καλλιεργημένα χωράφια, 7 ελαόδεντρα και 40 τσερίπια ακαλλιέργητες γαίες[18].
      Η πορεία τού οικισμού αυτού άλλαξε ριζικά τα έτη 1995-96, όταν ο εμπνευσμένος κοινοτάρχης τού Αρδάκτου Γιώργος Χαριτάκης με τη συμπαράσταση και άλλων συγχωριανών του οραματίστηκαν να ξαναζωντανέψουν τον παλιό οικισμό. Ενέταξαν, λοιπόν, στην αρχή, οκτώ ανεξάρτητα σπίτια στο πρόγραμμα LEADER 1, κήρυξαν τον οικισμό ως παραδοσιακό, διόρθωσαν κάποιες βασικές υποδομές, έδωσαν σκληρές μάχες, πήραν την υπόθεση τού οικισμού στα χέρια τους και το θαύμα έγινε! Σήμερα ο οικισμός τής Αγία Παρασκευής ελκύει συνεχώς νέους επενδυτές κι έναν αξιόλογο αριθμό ξένων και ντόπιων παραθεριστών, δίνοντας απασχόληση σε εργαζόμενους τής περιοχής. Δικαιότατα, λοιπόν, η αναγεννημένη από τα ερείπιά της Αγία Παρασκευή καμαρώνει σήμερα ως μια από τις σημαντικότερες αναπτυξιακές πρωτοβουλίες στην περιφέρεια τού Δήμου Λάμπης. Σήμερα έχουν αναπαλαιωθεί και είναι κατοικήσιμα- είτε ως ενοικιαζόμενα καταλύματα, με σαράντα περίπου κλίνες, είτε ως ιδιωτικές κατοικίες- πάνω από είκοσι οικήματα, ενώ άλλα δέκα είναι υπό κατασκευή. Το συνολικό δε ύψος τής επένδυσης ανέρχεται στα δύο εκατομμύρια ευρώ[19].  


  •   Το Δημοτικό Σχολείο
   Το σχολείο τού χωριού ιδρύθηκε ως μονοτάξιο (11/87/7-10-1899), ως κοινό (306/30-12-1917), συγχωνεύθηκε με αυτό τού Βάτου (192/6-10-1922). Το υφιστάμενο μονοτάξιο σχολείο προήλθε από διαίρεση τού διτάξιου τού Βάτου (27/3/1928)[20]. Το σημερινό σχολικό κτίριο τού Αρδάκτου είναι τής δεκαετίας τού τριάντα και οικοδομήθηκε με πρωτοβουλία και στενή επίβλεψη τού Κισσανού δασκάλου Ιωάννου Αλεξανδράκη.    


  •   Προϊόντα τού χωριού
   Κυριότερο προϊόν του χωριού είναι το ελαιόλαδο, με εξαιρετικής ποιότητας αυτό που παράγεται στους ελαιώνες τού οικισμού τής Αγίας Παρασκευής. 


  •   Σπήλαια
   Ο Κλεφτόσπηλιος τού Αρδάκτου, σε υψόμετρο 600μ., ΝΔ του χωριού, στο βουνό Ασιδέρωτας[21], αφορά σε δίπατο σπήλαιο (διαστ. 4Χ3Χ2), που χρησιμοποιήθηκε ως καταφύγιο σε όλες τις επαναστατικές περιόδους.


  •   Μεταλλεύματα
   Στο χωριό (όπως και στο γειτονικό Σπήλι και τη Μουρνέ) έχουν εντοπιστεί και κάποιες εμφανίσεις μεταλλευμάτων αμίαντου[22].


  •   Αρχαιολογικές Θέσεις
   Σε θέσεις γύρω από το χωριό έχουν εντοπιστεί όστρακα των ρωμαϊκών χρόνων[23].

 ____________________



[1] Εμμ. Σ. Λαμπρινάκη, Γεωγραφία της Κρήτης, Ρέθυμνα 1890, 68.

[2] Εμμ. Γ. Γενεράλη, Επίτομος Γεωγραφία της Κρήτης, Εν Αθήναις 1909, 34 και Εμμ. Σ. Λαμπρινάκη, ό. π..

[3] Στέργιου Σπανάκη, Μνημεία Κρητικής Ιστορίας V, 130.

[4] Τσερίπ (cerib)= μονάδα μέτρησης επιφανείας, που ισοδυναμεί προς 60 τετραγωνικούς πήχεις.

[5] Ευαγγελία Μπαλτά- Mustafa Oguz, Το Οθωμανικό Κτηματολόγιο τού Ρεθύμνου, Ρέθυμνο 2007, 482.

[6] Rob.Pashley, Travels in Crete, II, 313.

[7] Κοινότητα Αρδάκτου, Δ. 26-1-1925, ΦΕΚ. Α 27/ 1925.

[8] Στην κοινότητα Αρδάκτου τώρα συμμετέχουν μόνο τα Ακτούντα και ο Βάτος και όχι ο Κισσός (σύνολο κατοίκων Κοινότητας 629).

[9]Στέργ.Γ. Σπανάκη, Πόλεις και χωριά τής Κρήτης, Ηράκλειο 1991, 135. Πρβλ. και τοπων. Αρδαχτυλινές (ο) στην Αργυρούπολη Ρεθύμνου, Ν. Ε. Χατζιδάκις, «Συμβολή εις το τοπωνυμικόν τής Κρήτης», Τοπωνυμίαι του χωρίου Αργυρουπόλεως, Επετηρίς Εταιρείας Κρητικών Σπουδών Α΄ (1938), 448. Βλ. και Π. Γ. Γενναδίου, Λεξικόν Φυτολογικόν, 159.

[10] Μέχρι τότε οι Τέσσερις Μάρτυρες ήταν- όπως ήδη σημειώσαμε- κρυπτοχριστιανοί, εμφανώς μεν φέροντες το τούρκικο όνομα Ρετζέπης, κρυφά, όμως, ήταν Βλατάδες, από τον μεγάλο οίκο Κουσέ των Κουρμούληδων καταγομένων.

[11] Ακολουθία μετά Παρακλητικού Κανόνος και Μεγαλυναρίων των Αγίων Τεσσάρων Νεομαρτύρων , Αθήνα 19923, επιμέλεια π. Νικολ. Α. Κουτσαυτάκη, 64-65.

[12] Κωστή Ηλ. Παπαδάκη (Επιμέλεια), Γλυπτά και Ενεπίγραφες Πλάκες τού Ρεθύμνου, Πρόγραμμα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης 1ου Γυμνασίου Ρεθύμνης,  Ρέθυμνο 2000, 56-57.

[13] Πιθανόν από λατινικό Praevalens= ο διακεκριμένος (Μιχ. Ανδριανάκη, Ιερά Μονή Πρέβελη, Ρέθυμνο 19982, 13).

[14] Βλ. σχετικά στον Μιχ. Γ. Πρεβελάκη, «Η Ιερά Μονή “Πρέβελη”», Επετηρίς Εταιρείας Κρητικών Σπουδών, τ. Α΄, Εν Αθήναις 1938, 267- 68.

[15] Μιχ. Γ. Πρεβελάκη, ό.π.

[16]  Ο ναός είναι τριμάρτυρος και τιμά το «εν Χώναις θαύμα» του Αρχιστρατήγου Μιχαήλ. Τα δύο άλλα κλίτη τού ναού είναι αφιερωμένα στον άγιο Στυλιανό και τον άγιο Νεκτάριο. 

[17] Τσερίπ (cerib)= μονάδα μέτρησης επιφανείας, που ισοδυναμεί προς 60 τετραγωνικούς πήχεις.

[18]       Μπαλτά Ευαγγελία- Oguz Mustafa, Το Οθωμανικό Κτηματολόγιο του Ρεθύμνου, Ρέθυμνο 2007, 532 

[19] Τα στοιχεία για τον οικισμό τής Αγίας Παρασκευής προέρχονται από σημείωμα τού Κισσανού δασκάλου Γιώργη Τσιγδινού, «Ο οικισμός Αγίας Παρασκευής στον Άρδακτο και οι αναπτυξιακές του προοπτικές», Ρεθεμνιώτικα Νέα  15/5/2008.

[20] Νίκου Φασατάκη, Η τ. επαρχία Αγίου Βασιλείου Ρεθύμνης, Αθήνα 2003, 285.

[21] Αν παρατηρήσουμε τις περίεργες πτυχώσεις των βράχων τού όρους (Α)Σιδέρωτας (Α-σιδέρωτος), εύκολα θα αντιληφθούμε πώς προέκυψε το όνομα τού βουνού.

[22] Ελ. Κ Πλατάκη, «Δημώδη  Ονόματα Ορυκτών και Πετρωμάτων τής Κρήτης», Κρητολογία 12-13 (1981), 116.


[23] J. D. Pendlebury, The Archaeology of Crete, London 1939, 369.

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΑΡΓΟΛΙΔΟΣ * ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΥ * «“Ψαλώ τω Θεώ μου” ή τω εαυτώ μου;»




                                                    
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΑΡΓΟΛΙΔΟΣ
ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΥ

«“Ψαλώ τω Θεώ μου” ή τω εαυτώ μου;»
       [Εκδόσεις «Επιστροφή», Ναύπλιο 2015, σχ. 8ο (21 Χ 14), σσ. 320]

        ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ

            www.ret-anadromes.blogspot.com

Ένα κενό και έναν προβληματισμό σε αρκετά θέματα που απασχολούν την Ορθόδοξη Εκκλησία επιχειρεί να καλύψει με το νέο του βιβλίο με τον χαριτολόγο τίτλο: «“Ψαλώ τω Θεώ μου” ή τω εαυτώ μου;» o Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Αργολίδος κ. Νεκτάριος Αντωνόπουλος. Ένα κενό που αφορά βασικά στον ρόλο, το ήθος και τη διακονία των ιεροψαλτών τής Εκκλησίας, χωρίς, όμως, να παραμένει μόνο σε αυτό, αλλά αφορμώμενος από αυτό να προχωρεί ακόμα πάρα πέρα και να θίγει με τόλμη και θάρρος που εκπλήσσουν και πολλά άλλα πράγματα κακώς, επί αιώνες, κείμενα τής Εκκλησίας, αφορώντα σε όλο το φάσμα τής Ορθόδοξης λατρείας, όπως στον χρόνο των ιερών ακολουθιών, στην πολυτέλεια στην Εκκλησία κ.λπ. Είναι όλα αυτά- σημειώνει χαρακτηριστικά στον Πρόλογό του ο Σεβασμιώτατος- πράγματα για τα οποία δεν μπορεί να κωφεύει και να μην κοινοποιεί την αγωνία του και τον προβληματισμό του, όταν η λατρεία τής Εκκλησίας νοθεύεται, όταν επικρατούν τα επουσιώδη και όχι τα ουσιώδη, όταν δίνουμε περισσότερη σημασία στα μικρά και όχι στα μεγάλα, όταν η λατρεία τού Θεού μεταβάλλεται σε λατρεία τού «εγώ», όταν προβάλλεται ο άνθρωπος και χάνεται ο Χριστός, τότε δεν μπορεί ένας ποιμένας να μην εκφράζει τον προβληματισμό του και να μην κοινοποιεί την αγωνία του. Από το παρόν προκείμενο τής παρουσίασής μας, αντιλαμβάνεται, νομίζω, κανείς ότι πρόκειται για ένα  βιβλίο αξιόλογο, που «τολμά» να πει κάποια πράγματα με το όνομά τους και το χαρακτηρίζει γι’ αυτό η «μοναδικότητα» και η πρωτοτυπία. 
Ειδικότερα, στο πολυσέλιδο αυτό βιβλίο θίγονται, όπως είπαμε, προβλήματα που αφορούν στο ύφος, κυρίως, και στο ήθος και στη διακονία των ιεροψαλτών. Στο σημείο αυτό εξαίρεται η προσωπική εμπειρία αγίων ανθρώπων (όπως του Φιλόθεου Ζερβάκου), που γνώρισαν την ταπεινή και μετά συνέσεως και φόβου Θεού ψαλμωδία των δύο Αλεξάνδρων (Αλεξάνδρου Παπαδιαμάντη και Αλεξάνδρου Μωραϊτίδου), εκεί στο ταπεινό εκκλησάκι τού προφήτου Ελισαίου, όπου έψαλλαν και οι δύο μετά πολλής συνέσεως, προσοχής και φόβου Θεού πλάι στον ταπεινό λευίτη και άγιο παπά- Νικόλα Πλανά, αποφεύγοντας τις άτακτες φωνασκίες και τις θεατρικές και θυμελικές φωνές, σύμφωνα προς το «ψάλατε συνετώς» (Ψαλμ. 32, 36) τού προφητάνακτος Δαυίδ.
 Πέραν, όμως, του θέματος αυτού, που αφορά στον συνήθη μετεωρισμό και στην υψηλοφροσύνη ορισμένων ιεροψαλτών, ο Σεβασμιώτατος υπεισέρχεται, στη συνέχεια, και θίγει, πρωτοποριακά, και άλλα θέματα που αφορούν στην Εκκλησία και την τάξη τής Εκκλησίας, όπως και αυτό τής πολυτέλειας, ακολουθώντας σε αυτό τον μακαριστό επίσκοπο Κοζάνης Διονύσιο Λ. Ψαριανό, μιαν από τις ελάχιστες εξαιρέσεις, έναν άλλον προοδευτικό και άξιο Ιεράρχη τής Ορθοδόξου Εκκλησίας, ο οποίος στο πόνημά του «Μετά αιδούς και ευλαβείας» εξετάζει και μελετά το περισπούδαστο αυτό θέμα σε βάθος και μετά πολλής προσοχής. «Ναι, σημειώνει, ο εν λόγω μακαριστός Ιεράρχης . πάνω στη λατρεία τής Εκκλησίας οι αιώνες, είναι γεγονός ότι κόλλησαν πολλή «σκουριά» κι εμείς τώρα, το ακοπώτερο που κάνουμε είναι να τα φορτώνουμε όλα στην παράδοση. Αυτή η παράδοση είναι μια πολύ μεγάλη κακοτοπιά για την Εκκλησία και τη ζωή. Τέλος πάντων η παράδοση δεν είναι για να δεθούμε με αυτήν και να πάμε πίσω, αλλά για να πατήσουμε γερά πάνω σε αυτήν και να πάμε μπροστά. Χρειάζεται πολλή μελέτη των πραγμάτων και γνώση, για να τολμήσουμε ό, τι είναι ανάγκη να γίνει. Όχι απλώς για να συγχρονισθεί η θεία λατρεία και να προσαρμοσθεί στις σύγχρονες συνθήκες ζωής, αλλά για να ξανάβρει το αληθινό περιεχόμενό της και τη σεμνή εκκλησιαστική της μορφή».    
   Στο παρουσιαζόμενο βιβλίο τού Μητροπολίτη Αργολίδος θίγονται και άλλα σοβαρά θέματα τής ορθόδοξης λατρείας, όπως είναι και αυτό τού χρόνου των ιερών ακολουθιών, που- ειδικά όπως τελούνται σήμερα και, μάλιστα, όταν πρόκειται για νέα παιδιά και μαθητές- καθίστανται απωθητικές. Παλιά οι άνθρωποι που ζούσαν στην αγροτική κοινωνία κινούνταν με αργούς ρυθμούς, δεν κρατούσαν ρολόι στο χέρι. Δεν είχαν το άγχος τού σημερινού ανθρώπου. Σήμερα ακόμη και τα μικρά παιδιά έχουν πλήρες ωράριο. σχολείο, φροντιστήριο, μουσική, αθλητισμό, ξένες γλώσσες…. Δεν υπάρχει κενός χρόνος. Ο Σεβασμιώτατος κατανοεί απόλυτα τη νεότητα και επιχειρεί να προσαρμόσει κάποια πράγματα στη σύγχρονη πραγματικότητα και στην ψυχολογία της (έχει γράψει εξάλλου και αρκετά θαυμάσια παιδαγωγικά, για τους νέους, βιβλία).
Πρέπει, λοιπόν, σημειώνει ο Σεβασμιώτατος, πρέπει να το καταλάβουμε καλά ότι οι άνθρωποι δεν αντέχουν σήμερα τις πολύωρες ακολουθίες, τους θεατρινισμούς, τις επιδείξεις, τις επιτηδεύσεις στη θεία Λατρεία. Δεν λένε τίποτα στον σύγχρονο κόσμο εκείνα τα αργά και παπαδικά μέλη, τα κρατήματα, τα «τεριρέμ» και τα «τενενά», παρότι θαυμάσιες μουσικές συνθέσεις, ενώ, σε άλλο σημείο τού βιβλίου του, ενθαρρύνει τη συμψαλμωδία και τη συμμετοχή τού λαού στα δρώμενα, σύμφωνα με το πνεύμα τής πρώτης Εκκλησίας. Όλες αυτές οι καθυστερήσεις «εξυπηρετούσαν, σημειώνει, και εξυπηρετούν ακόμη και σήμερα τη μοναστηριακή, κυρίως, λατρεία με τις πολλές και αργές αγρυπνίες, για να “κρατούν”, ακριβώς, και να παρατείνουν τη χρονική διάρκεια». Όμως, «καιρός παντί πράγματι», χρειάζεται διάκριση! Δεν μπορούμε να επιβάλλουμε στον σύγχρονο άνθρωπο να ακούει αργά και ακατανόητα μέλη, αξιόλογα μεν για μας, ανιαρά, όμως, για τον κόσμο. Είναι απαράδεκτο. Είναι άλλος ο χώρος τού μοναστηριού και άλλος ο ναός τής ενορίας. Και καταλήγει ο Σεβασμιώτατος προτείνοντας μια χαρτογράφηση τού ρυθμού που κινούνται σήμερα οι άνθρωποι και προσαρμογή τής λατρείας στον χρόνο και στον ρυθμό τού σύγχρονου ανθρώπου. Δεν μπορούμε, λέγει, να μιλάμε στον άνθρωπο τού σήμερα με όρους αγροτικής κοινωνίας, δεν μπορούμε να ζούμε στον κόσμο μας και να μιλάμε με αυτόν σε άλλη συχνότητα. Η Εκκλησία είναι ανάγκη να επανέλθει στην αρχαία απλότητα.
Το παρουσιαζόμενο βιβλίο εισάγει σαφώς και ευθαρσώς μια νέα πρόταση εκκλησιαστικού ήθους. Επαναφέρει στην επικαιρότητα πράγματα που έχουν κατά καιρούς επισημανθεί από σπουδαίους Ιεράρχες και σοφούς κληρικούς και πανεπιστημιακούς θεολόγους, πάντα όμως έπεφταν σε ώτα μη ακουόντων. Αναφέρουμε μερικά από τα ονόματα των εν λόγω προσώπων, που με αποσπάσματα και επισημάνσεις από τα βιβλία τους στηρίζει και διανθίζει ο Σεβασμιώτατος φίλος την επιχειρηματολογία του και στο δικό του βιβλίο. Έτσι, πέραν τού ήδη αναφερθέντος επισκόπου Κοζάνης Διονυσίου, είναι και οι κληρικοί Ηλίας Μαστρογιανόπουλος, Κωνσταντίνος Καλλίνικος και Γερβάσιος Παρασκευόπουλος, αλλά και οι πανεπιστημιακοί διδάσκαλοι Παν. Τρεμπέλας, Ι. Φουντούλης, Α. Φυτράκης και Ευ. Θεοδώρου. Θεωρούμε ότι το βιβλίο αυτό είναι ανάγκη να φθάσει στα ώτα τής σημερινής Ιεραρχίας και ακόμα πιο πέρα, στη μέλλουσα να συγκληθεί Μεγάλη Σύνοδο τής Ορθοδοξίας στο νησί μας, το καλοκαίρι τού 2016. Καιρός κάποια πράγματα να αλλάξουν στο ορθόδοξο πνεύμα που προτείνει ο φίλος Μητροπολίτης Αργολίδος κ. Νεκτάριος. Και, απ’ όσον γνωρίζουμε, ένα από τα θέματα τής επί θύραις Οικουμενικής Συνόδου είναι και αυτό. το θέμα τής προσαρμογής τής αρχαίας πίστης στη σύγχρονη πραγματικότητα.        

Η ΑΓΙΑ ( Ή ΚΕΡΑ ) ΚΑΛΗ Μια ανύπαρκτη «αγία» τής Ελληνικής Λαογραφίας, με έντονη παρουσία και στο Ρέθυμνο και την Κρήτη



       


     

    Η ΑΓΙΑ ( Ή ΚΕΡΑ ) ΚΑΛΗ

Μια ανύπαρκτη «αγία» τής Ελληνικής Λαογραφίας, με έντονη παρουσία και στο Ρέθυμνο και την Κρήτη


 ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ

         


           Στην Ελεύθερνα Μυλοποτάμου, νομού Ρεθύμνου, οι κάτοικοι πιστεύουν στην ύπαρξη αγίας με το όνομα Καλή και έχουν, μάλιστα, τοποθετήσει την εικόνα της σε σπήλαιο μικρών διαστάσεων (3Χ3Χ2), που, στην πραγματικότητα, είναι ένας αρχαίος λαξευτός τάφος. Μερικοί, επίσης, από τους λαξευτούς τάφους (ελληνιστικής εποχής), που βρίσκονται περί τα 1500 μ. βόρεια τού ίδιου χωριού, έχουν διαρρυθμιστεί σε χριστιανικές εκκλησίες (πιθανόν από τον Ε΄ αι. και εξής). Τέτοιες είναι η αγία Άννα, η αγία Ελέσα (= άγιος Κωνσταντίνος και αγία Ελένη) και ο άγιος Αντώνιος[1]. Επίσης, στη νήσο Κίμωλο υπάρχει τοπωνύμιο Αγία Καλή, ενώ στην Πάρο νησίδα[2]. Στη μνήμη τής αγίας Καλής, πάντως, δεν τελείται ποτέ θ. λειτουργία, ούτε ως «αγία» περιλαμβάνεται στο επίσημο εορτολόγιο τής Εκκλησίας.

           Η αινιγματική αυτή «αγία» δεν έχει πάντοτε την ίδια ταυτότητα. άλλοτε παρουσιάζεται ως «αγία», άλλοτε ως «ξαδέλφη» τής Παναγίας και άλλοτε ως μια απλή γυναίκα. Πλείστες παραλλαγές τού λαϊκού τραγουδιού τής Κερά- Καλής περιέλαβε ο Bertrand Bouvier[3], ενώ σε κρητική παραλλαγή τού «Μοιρολογιού τής Παναγιάς»[4], η αγία Καλή εμφανίζεται να επιτιμά την Παναγία, γιατί δεν μπόρεσε, λέγει, να αντιληφθεί ότι η Παναγία δεν εκδήλωνε τον πόνο της για τον Εσταυρωμένο Γιο της, προκειμένου να δώσει κουράγιο και να καταστεί παράδειγμα και στις άλλες χαροκαμένες μάνες, που κι εκείνες χάνουν τα παιδιά τους. Για τη συμπεριφορά της αυτήν η αγία Καλή τιμωρήθηκε από την Παναγία να μην τιμάται με λειτουργία, αν και αγία. Η Παναγία, λοιπόν, θρηνεί για το μαρτύριο τού Γιού της, αλλ’ Εκείνος την παρηγορεί και την προτρέπει να στρώσει τραπέζι (το τραπέζι τής παρηγοριάς), για να φάνε όλοι, ακάλεστοι και καλεσμένοι:

          Βάνει κρασί στο μαστραπά κι αφράτο παξιμάδι

          κ’ ήφαγαν οι ακάλεστοι, φάγαν κ’ οι καλεσμένοι.

          Περνά και η Αγιά Καλή, τούτο το λόγο λέει:

         -Ποιος είδε γιον εις το σταυρό και μάνα στο τραπέζι;»

          Και πάλι ξαναπέρασε πάλι το ξαναλέει.

         -«Άντε κ’ εσύ Αγιά Καλή, Αγιά να μη σε λένε.

          Παπάς να μη σε λειτουργά, διάκος να μη σε ψάλλει

          μόνο στην άκρη τού γιαλού το κύμα να σε δέρνει.

          Κι αν είν’ και ψάλει σε παπάς να τον κωλοκυλήσω,

          μέσ’ στον αφρό τση θάλασσας να πα να τόνε πνίξω»,

          -«Ώφου, γλυκειά μου Παναγία….» 

           Είναι, επίσης, χαρακτηριστική και σαφώς ερμηνευτική τής στάσης τής Παναγίας η απάντησή Της σε παράδοση τής Αθήνας, που διασώζει ο Νικόλαος Γ. Πολίτης και που παρουσιάζει την αγιά Καλή ως καλογριά[5]: «Τότες εγύρισε η Παναγία και της είπε .  Σύρε, μάνα Καλή, μήτε να ψάλλεσαι, μήτε να λειτουργιέσαι. Αν κρεμαστώ εγώ, θα κρεμαστούν μανάδες. και αν πνιγώ εγώ θα πνιγούν μανάδες . μονάχα κάθομαι στην παρηγοριά, για να παρηγορηθούν όλες οι μανάδες. Και η μάνα Καλή μετανόησε για όσα είπε κι έφυγε λυπημένη. Και γι’ αυτό, καταλήγει η παράδοση, υπάρχει αγία Καλή μόν’ δε λειτουργιέται». Ο Ν. Γ. Πολίτης σημειώνει και άλλη, Μεσσηνιακή, τη φορά αυτήν, παράδοση[6], σύμφωνα με την οποία η αγία Καλή ταυτίζεται με την αγία Άννα, τη Μητέρα, δηλαδή, της Παναγίας, στην οποία δυσφορώντας η Παναγία για παρόμοιο έλεγχο που τής έκανε, της είπε:       

               Άγια Άννα να λογειέσαι ,

               και να μη δοξολογειέσαι

         Παρόμοια εκφράζεται η συμπεριφορά τής αγίας Καλής και στο ακόλουθο δημοτικό τραγούδι από τη Μικρά Ασία, όπου ιδιαζόντως σκληρή, ως πέλεκυς, θεωρούμε, «τομώτερος υπέρ πάσαν μάχαιραν…», επιπίπτει εδώ η κατάρα τής Παναγίας:



               Η Αγία Καλή ηπέρασε απ’ έξω και τση λέγει:

              -Ποιος είδε γιο εις το σταυρό και μάνα στο τραπέζι;

               Η Δέσποινα σαν τ’ άκουσε πέφτει, λιγοθυμάει.

               Σταμιά νερό την περιχού και πέντε βάζοι μόσχοι

               Κι απόντας ησεφέρισε αυτόν τον λόγο λέγει:

              -Άντε κι εσύ, Άγια Καλή, και δόξα να μην έχεις,

               Άντε που να σε χτίσουνε ανάμεσα πελάους,

               Ούτε παπάς να λειτουργά, διάκος να μη σε ψέλνη,

               Ούτε κερί και λίβανο μην κάνη εμπροστά σου.

      Να γίνει μάντρα των αρνιών και μάντρα των προβάτων,

               Κι απάνω στα καμπαναριά κοράκοι να κοιτάζουν.  



             Εντυπωσιακή, τέλος, είναι παραλλαγή τής εν λόγω παράδοσης (από την περιοχή Κισάμου Χανίων προερχόμενη), που καταγράφει ο φίλος κ. Κων. Φουρναράκης, και θέλει αυτήν που έκαμε την παρατήρηση στην Παναγία να είναι η αγία Ελένη (!)- παρότι η τελευταία έζησε σε εντελώς διαφορετική εποχή από την Παναγία- επιχειρώντας, με τον τρόπο αυτόν, ο λαός μας να εξηγήσει γιατί η αγία Ελένη, καίτοι αγία, δεν έχει δική της Ακολουθία και τροπάριο, αλλά αυτήν τού γιου της, του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Η παράδοση αναφέρει ότι όταν η αγία Ελένη είδε την Παναγία να κάθεται στο νεκρόδειπνο τού Γιού της, είπε: «ποιος είδε γιο εις το σταυρό και μάνα στο τραπέζι;». Και τότε η Παναγία θυμωμένη τής απαντά: «Αγία Ελένη να’ σαι και μη λουτρουγάσαι». Ο κ. Φουρναράκης, στη συνέχεια, ευστόχως παρατηρεί ότι δεν είναι άσχετο ότι το παραπάνω σπήλαιο τής Αγίας ή Κεράς Καλής, στην Ελεύθερνα Μυλοποτάμου, βρίσκεται στη θέση Αγία Ελέσα (Ελένη), όπου- όπως σημειώνουμε στην αρχή τού  παρόντος λήμματος- υπάρχει μεγαλύτερο σπήλαιο που τιμάται στη μνήμη των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης[7]. Και ακριβώς το ίδιο μπορούμε να υποθέσουμε και για το σπήλαιο τής αγίας Άννας, που βρίσκεται στην ίδια περιοχή με το σπήλαιο τής αγίας Καλής και λειτουργείται, ότι, δηλαδή, καθιερώθηκε προς τιμήν τής αγίας Άννας, για να αμβλύνει, κάπως, το γεγονός ότι (με συνέπεια προς την παράδοση) δεν λειτουργείται το παρακείμενο σπήλαιο τής ταυτόσημης αγίας, που η παράδοση την θέλει Αγία Καλή ή Κερά Καλή[8].

       Εντυπωσιακή, επίσης, παραλλαγή τής ίδιας παράδοσης εμφανίζεται και στο θέμα τού Λουτρού τής Παναγίας, όπου, εδώ, η Μαρία η Μαγδαληνή, που φέρνει τη θλιβερή είδηση τής σύλληψης και του μαρυρίου τού Κυρίου, βρίσκει την Παναγία στο λουτρό της και της φωνάζει επιτημητικά:



          Συ, Παναγιά μου, λούζεσαι μες σ’ αργυρό ληγένι,

          Συ, Παναγιά μ’, χτενίζεσαι με φιλτισένιο χτένι

          Και το Χριστό τον πιάσανε κ’ Εβραίοι τον σκιτζεύουν 
           (= τον πειράζουν, επίμονα τον ενοχλούν) [Λαογρ. (1934), 255, 48-50][9]



           Σύμφωνα με κάποιες απόψεις, στην περίπτωση τής ανύπαρκτης αγίας Καλής φαίνεται να επιβιώνει καλυμμένη η λατρεία κάποιας αρχαίας νύμφης, μιας καλής νεράιδας[10]. Και αυτός, ακριβώς, είναι ο λόγος που, σύμφωνα με τη λαϊκή παράδοση, η Καλή, αν και «αγία», δεν μπορεί να τιμηθεί με όσα ορίζει η χριστιανική λατρεία.  Να πρόκειται για επιβίωση τής λατρείας τής Αρτέμιδος Καλλίστης, της οποίας οι μεταμορφώσεις εντοπίζονται σε όλες τίς παραλλαγές των αρχαίων ελληνικών παραδόσεων και του νεότερου λαϊκού πολιτισμού από την Ινώ ή Λευκοθέα (Οδύσσ., ε 333- 34)- που υποτίθεται ότι ταυτίζεται με την Καλή- μέχρι την Καλή, την αρχόντισσα των Νεράιδων, που- σε κάποια ξόρκια για τη θεραπεία των προβάτων- συνδέεται με την Παναγία και τον άγιο Ιωάννη, αλλά και την άλλη Καλή, την κόρη ή αδελφή τού Μ. Αλεξάνδρου, η οποία, κατά λάθος, ήπιε το αθάνατο νερό που προοριζόταν γι’ αυτόν και ύστερα έπεσε στη θάλασσα- ιστορία που έχει επιβιώσει ευρέως στη λαϊκή παράδοση- και, τέλος, την Καλή των Ορέων τής βυζαντινής και νεότερης παράδοσης, παραλλαγμένη στην Κύπρο σε Καλή των Οβκών (Εβραίων), προστάτιδα τής μαγείας και των πονηρών πνευμάτων. Η αγία Καλή, λοιπόν, σύμφωνα με τα τελευταία, είναι μυθικό πρόσωπο αρχαίας ειδωλολατρικής προέλευσης, που επιβίωσε σε ποικίλες μορφές και όχι σπάνια και με μοχθηρό χαρακτήρα[11]. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο έχει συνδεθεί με προκαταλήψεις για την κακία των Εβραίων και την ευθύνη τους για τη σταύρωση τού Χριστού και τα «βάζει» εδώ και με αυτήν την Παναγία. 




            [1] Ελευθερίου Κ. Πλατάκη, «Σπήλαιο τής αγίας Καλής στην Ελεύθερνα Μυλοποτάμου Κρήτης», Προμηθεύς ο Πυρφόρος, 23 (1981), 47. Faure Paul, «Eglises Cretoises sous Roche», Κρητολογία 9 (1979), 69.

          [2] Γεωργίου Κ. Σπυριδάκη, «Έκθεσις Λαογραφικής Αποστολής εις Κίμωλον», Επετηρίς Λαογραφικού Αρχείου, τ. 15-16 (1962- 63), σ. 311- 312, όπου και βιβλιογραφία και ερμηνεία τού τοπωνυμίου.

           [3] Bertrand Bouvier, La Mirologue de la Vierge. I La chanson polulaire du Vendreti saint. Rome et Geneve 1976, pp. XII+336 (τα περί Αγίας Καλής στις σελ. 266- 288), Ελευθερίου Κ. Πλατάκη, «Σπήλαιο τής αγίας Καλής στην Ελεύθερνα Μυλοποτάμου Κρήτης», ό.π.

           [4] Θεοχάρη Δετοράκη, Ανέκδοτα δημοτικά τραγούδια τής Κρήτης, Ηράκλειον 1976, σ. 114- 116.

              [5] Νικολάου Γ. Πολίτη, Μελέται περί τού βίου και τής γλώσσης τού Ελληνικού Λαού- Οι παραδόσεις τού ελληνικού λαού, Μέρος Α΄, Εν Αθήναις 1904, 102- 103.

              [6] Νικολάου Γ. Πολίτη, Οι παραδόσεις τού ελληνικού λαού, Μέρος Β΄, 787.

              [7]  Παύλου Γ. Βλαστού, Βουκολικόν, ό.π., 22.

       [8] Ελευθερίου Κ. Πλατάκη, «Σπήλαιο τής αγίας Καλής στην Ελεύθερνα Μυλοποτάμου Κρήτης», ό.π., 48.

        [9] Margaret Alexiou, O τελετουργικός θρήνος στην ελληνική παράδοση, Αθήνα 2002, 141.

            [10] Παύλου Γ. Βλαστού, ό.π., σ. 22.


            [11] Margaret Alexiou, ό.π., 142..