Ο ΧΑΡΟΣ ΚΑΙ Ο ΑΔΗΣ ΤΩΝ ΔΗΜΟΤΙΚΩΝ ΤΡΑΓΟΥΔΙΩΝ *** Ο ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΟΥ ΧΑΡΟΥ



Ο ΧΑΡΟΣ ΚΑΙ Ο ΑΔΗΣ ΤΩΝ ΔΗΜΟΤΙΚΩΝ ΤΡΑΓΟΥΔΙΩΝ*

[Συλλογή Π. Βλαστού, Άσματα Λαϊκά Κρητών ή Συλλογή Κρητικής Ποιήσεως Ποικίλης, τ. Α΄, 1850, ενότητα: «Άσματα Κρητών περί του Χάρωνος» (1860), σελ. 1209- 1276]

- 5ο

   ΚΩΣΤΗΣ  ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ
     
    
                       Ο ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΟΥ ΧΑΡΟΥ

      Στο τραγούδι της Συλλογής του Π. Βλαστού με τίτλο: «Εις την τάβλα (τράπεζαν) μνημοσύνων» (Βλαστός 1850, 1223, αρ. 1.), ο Χάρος εμφανίζεται ιδιαίτερα μισητός για τα δεινά που επιφέρει στους ανθρώπους . διαγουμίζει και αφανίζει από προσώπου της γης άντρες από γενιές (κι όχι, δηλαδή, άχρηστους), αλλά και αυτά τα μικρά και αδύναμα παιδιά:

 «Πριν έρθ’ ο Χάρος κι εύρει μας και μάσε διαγουμίσει[1]
   και διαγουμίσει τσι γενιές και αναλώσει τσ’ άντρε
   και κάμει μάνες δίχως γιους και γιους δίχως μανάδες
   και κάμει και μωρά παιδιά ν’ αφήσουν την αγκάλη».   

   Στο τέλος του ίδιου τραγουδιού ο Χάρος εμφανίζεται και ιδιαίτερα ζηλόφθονος, φθονερός, σκληρός και ανοικτίρμων στρεφόμενος, κατ’ επιλογήν, στους πλέον ικανούς και άξιους εργάτες του κοινωνικού έργου της ζωής και μη φειδόμενος ουδενός. Είναι χαρακτηριστικό ότι μέσα από την εξαμερή εικόνα επιτηδευμάτων της εποχής και ευγενών έργων και ενασχολήσεων του ανθρώπου ο Χάρος αντιδρά σε όλα καταλυτικά:

 «και πάρει νιους για τ’ άρματα, δασκάλους για την πένα
  και γέροντες για τη Βουλή και πρωτοκαπετάνιους
  βοσκούς πιτίδιους κι άξιους, πιδέξιους ζευγολάτες»
                        (Βλαστός 1850, σ. 1223, αρ. 1.).

     Στο τραγούδι «Αι τρεις θυγατέρες της καλογριάς κι ο Χάρος» (Βλαστός 1850, 1234, αρ. 12.), ο Χάρος, ζηλόφθονος και χαιρέκακος, όπως και παραπάνω, επέρχεται ως πέλεκυς φοβερός να «αποκόψει», πριν την γευθούν, την ευτυχία των τριών θυγατέρων της καλογριάς, που, σύμφωνα με το μοιρολόγι:

   «όνειρον είδανε κι οι τρεις πως θα στεφανωθούνε,
   και νυφικ’ άσπρα βάνανε, παπάδες τσι βλογούνε».

    Τη στιγμή, λοιπόν, αυτήν της ονειρεμένης τους ευτυχίας ο Χάρος περνά από πάνω τους «σαν άγριο γεράκι», έτοιμος να εφορμήσει και να τους πάρει την ψυχή. Δείχνει, έτσι, περαιτέρω, να μισεί τη μεγάλη ευδαιμονία των ανθρώπων, που, σαν την βλέπει να κορυφώνεται, άτεγκτος και αδυσώπητος, επεμβαίνει και την αφανίζει, σύμφωνα προς την αρχαία ελληνική αντίληψη ότι «το θείον είναι φθονερόν» και ζηλόφθονον στις μεγάλες καλοτυχίες του ανθρώπου.
   Σε αυτό το ίδιο μοιρολόγι, ο Χάρος αυτοαποκαλείται «πρικοχάροντας», άφοβος, άκαμπτος και ασυγκίνητος στο δράμα του ανθρώπου:

   «Εγώ μαι ο πρικοχάροντας κιανένα δε φοβούμαι
 εγώ τσι παίρνω τσι ψυχές τσ’ ανθρώπους δε λυπούμαι».

    Με αυτά τα ιδιαίτερα σκληρά λόγια ο Χάρος αποκρίνεται στις τρεις θυγατέρες της καλογριάς, ενώ στην παράκλησή τους να αφήσει τη μια, τουλάχιστον, από δαύτες στη μάνα τους, για να την έχει θάρρος κι απαντοχή, κατά τη γνωστή, εξάλλου- και από άλλα μοιρολόγια- παραγγελιά της Χαρόντισσας μητέρας του:

  «όπου ‘ναι πέντε παίρνε τρεις, κι όπου’ναι τρεις τον ένα    
   κι όπου ’ναι δυο και μοναχοί μην τσι ξεζευγαρώσεις;»

      (Βλαστός 1850, 1230, αρ. 9 και 1850, 1254, αρ. 35)

  ο Χάρος δίνει ακόμα σκληρότερη και αδυσώπητη την απάντηση:

    «Παράκλησες γη μαυλισές[2], φοβερισμοί γη χάδια,
     εμένα δε με πιάνουσι, μηδέ γητειές και μάγια
     κι οι τρεις θα μ’ ακλουθήξετε, κι ευθύς ετοιμαστείτε».

   Στο μοιρολόγι «Η Χαιρέταινα Ανωγειανή» (Βλαστός 1850, 1264, αρ. 42) η γριά Χαιρέταινα βλέπουμε να «τα έχει» με τον Χάρο, που τον θεωρεί άδικο στην κρίση του, με το να παίρνει τους νέους και να αφήνει πίσω του τους γέρους:

   «Και με το Χάρο τα ’χενε και με το Χάρο τα ’χει,
    σε κάθε λόγον τού λέγεν- άδικο να του λάχει,
    Χάροντα, Λουποθάνατε[3], άδικη κρίση κάνεις,
    Δεν ήβρες από το χωριό γέροντα για να πάρεις;
    ……………………………………………
    Μ’ ας έπαιρνες εμέ τη γριά που ’καμα τον καιρό μου,
    Εμένα και το γέρο μου ν’ αφήσεις τον υγιό μου». 

   Σε άλλο, πάλι, μοιρολόγι, στο «Φιλονικία μεταξύ της Χαρόντισσας, Χάροντα και τινος νεογάμβρου» (Βλαστός 1850, 1230, αρ. 9), ο Χάρος προσαγορεύεται από την ίδια τη Χαρόντισσα μάνα του με τα εξής ειδεχθέστατα ονόματα, δηλωτικά, ασφαλώς,, της εξαιρετικά μισητής στον άνθρωπο προσωπικότητάς του:
     «Χάρε πρικιέ, Χάρε γλυκιέ, Χάρε Φαρμακομούρη[4]»,

    Εντυπωσιάζει και δημιουργεί πρόβλημα η προσαγόρευση, εδώ, του Χάρου με το επίθετο «γλυκιέ», ανάμεσα στα δύο άλλα με εξαιρετικά μυσαρή σημασία. Θεωρώ ότι, το πιθανότερο, πρόκειται για ευφημισμό, ενώ καθόλου δεν αποκλείουμε και την περίπτωση η λέξη να χρησιμοποιείται με κυριολεκτική σημασία, όπως συμβαίνει σε μερικούς ανθρώπους όταν ο θάνατος αποτελεί γι’ αυτούς απαλλαγή και λύτρωση από μια ζωή μαρτυρική και βασανισμένη. Πβ. εδώ το μοιρολόγι που λέει:

  «το Χάροντα παρακαλώ να πάρει την ψυχή μου,
   …………………………………………..
   να πλύνω τσι λαβωμαθιές απού ’χει το κορμί μου
να σου μιλώ να μου μιλείς, να σου λιγαίνει ο πόνος»[5]

καθώς και το τραγούδι στο οποίο ο λαός επικαλείται τον Μιχαήλ αρχάγγελο, όπως και τον Χάρο, να έρθει να χτυπήσει τον άνθρωπο με το κοντάρι του, για να τον απαλλάξει από τα βάσανα της ζωής:

  «Ω Μιχαήλ αρχάγγελε, έλα με το κοντάρι
και σπάραξέ μου το κορμί, να στο γνωρίζω χάρη»[6].    

    Επίσης, ο γέρος που βαρέθηκε τη ζωή του, λέγει συχνά: «Θέ μου και πάρε με να γλυτώσω» ή, πάλι, πολλές φορές ο άνθρωπος, πνιγμένος από τις αναποδιές της ζωής, παρακαλεί τον Χάρο να τον πάρει και λέει: «Ε, μωρέ, χάρε, κι ήντα γίνηκες!»[7].  

    Στο μεθεπόμενο μοιρολόγι, της ίδιας ομάδας τραγουδιών (της πάλης, δηλαδή, Νιου με τον Χάροντα) και τίτλο: «Ο σιδηρούς πύργος των ανδρείων και ο Χάρος» (Βλαστός 1850, 1232, αρ. 11), ο Χάρος αποκαλείται, επί πλέον, και σκληρός, αχόρταγος και ανθρωποφάγος (με το να καταβροχθίζει τόσους και τόσους ανθρώπους):

    «Χάρε σκληρέ κι αχόρταγε, Χάρε ανθρωποφάγε!»,

   ενώ η σκληρότητά του αυτή και τα απάνθρωπα και ανελέητα αισθήματά του τον κάνουν να μην αφήνει τους γέρους στο ταξίδι τους ελεύθερους να πλησιάσουν τις πηγές, να πιουν νερό και να ξεδιψάσουν, τους νέους να παίξουν βόλι και να χαρούν και τα μικρά παιδόπουλα λουλούδια να μαζέψουν, σύμφωνα με την χαρακτηριστική παράκληση του μοιρολογιού:

    «Κόνεψε Χάρο σε χωριό, κόνεψε σε μια βρύση,
    να πιουν οι γέροντες νερό κι οι νιοί να παίξουν βόλι
    και τα μικρά παιδόπουλα λουλούδια να μαζώψουν»
                                                                                                                  (Βλαστός 1850, 1269, αρ. 51.).

   Στο μοιρολόγι, τέλος, «Τα τρία κοράσια» (Βλαστός 1850, 1241, αρ. 18.), ο Χάρος αποκαλείται και «Ψυχοκλέφτης», διότι έρχεται ξαφνικά και αναπάντεχα «ως κλέπτης εν νυκτί» (Θεσσ. Α' ε΄, 2.) και αρπάζει τις ψυχές των ανθρώπων:

      «κι ελόχεψέ τση ο Χάροντας αυτός ο ψυχοκλέφτης».


* Συντομευμένα αποσπάσματα Ανακοίνωσης του Κωστή Ηλ. Παπαδάκη, που έγινε στο συνέδριο με θέμα: «Τα Κρητικά Μοιρολόγια», στα Ανώγεια, στις 13, 14 και 15 Νοεμβρίου 2015, από το Κέντρο Κρητικής Λογοτεχνίας και τον Δήμο Ανωγείων


       




[1] Πολύ πετυχημένο και το ρήμα «τρυγήσει» για τον Χάρο, που σε πολλά μοιρολόγια αναφέρεται «κατά παρομοίωσιν» ως τρυγητής
[2] Μαυλισά (από ρ. μαυλίζω)= εξαπάτηση, ξεγέλασμα, κολακεία.
[3] Λουποθάνατος:  α΄ συνθ. το επίθ. λουπός= μουλωχτός, κρυφός, ύπουλος όπως ο λούπης (= σαρκοφάγο όρνιο, είδος γυπαετού, που παραμονεύει το θύμα του). Μτφρ., εδώ για τον Χάρο, που κρύβεται, χωρίς να γίνεται αντιληπτός, για να θανατώσει το θύμα του.
[4] Φαρμακομούρης είναι αυτός που έχει το πρόσωπό του δηλητηριασμένο, χλωμό.
[5] Σταμάτη Α. Αποστολάκη, Ριζίτικα, τα δημοτικά τραγούδια της Κρήτης, Χανιά 20101, 386, αρ. 644.
[6](Αναγνωστόπουλος 1984, 124).

 [7] [Καραταράκης (Στεργιογιάννης) 1960, 23]

ΓΕΩΡΓΙΟΥ Ε. ΚΡΑΣΑΝΑΚΗ *** "Αγιορείτικα Ανάλεκτα"



ΓΕΩΡΓΙΟΥ Ε. ΚΡΑΣΑΝΑΚΗ


Αγιορείτικα Ανάλεκτα
[Ηράκλειο Κρήτης 2018, σχ. 16ο (17 Χ 12), σσ. 224]


ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ
                www.ret-anadromes.blogspot.com

Καρπός έντονων προβληματισμών και μακροχρόνιων ψυχολογικών και υπαρξιακών αναζητήσεων είναι και το νέο βιβλίο του κ. Γεωργίου Ε. Κρασανάκη, με τον πρωτότυπο και, άμα, ποιητικό τίτλο: «Αγιορείτικα Ανάλεκτα».
Ομότιμος Καθηγητής Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης ο κ. Κρασανάκης και πρώην Κοσμήτορας της Σχολής Επιστημών Αγωγής, είναι, σαφώς, ο μόνος καθ’ ύλην αρμόδιος επιστήμων να διαπραγματευτεί και διαχειριστεί τέτοια λεπτά επιστημονικά ζητήματα, που αποτελούν καρπό- μαζί και με δεκάδες άλλα ψυχολογικά και παιδαγωγικά βιβλία του- των πλούσιων και  πολύχρονων επιστημονικών σπουδών του σε Πανεπιστήμια της Ελλάδας και του Εξωτερικού [Γενεύης- Παρισίων (Σορβόνης- Paris V)] και της επιτυχούς μακράς πανεπιστημιακής του διδασκαλίας.
Το τελευταίο αυτό βιβλίο τού κ. Κρασανάκη με τον προγραφέντα τίτλο: «Αγιορείτικα Ανάλεκτα», αφορά- όπως σημαίνει και η λέξη «ανάλεκτα»- σε μια συλλογή δημοσιευμένων, ήδη, επίλεκτων ομοειδών επιστημονικών μελετών τού συγγραφέα, προερχομένων- σύμφωνα με την πρώτη λέξη του τίτλου του βιβλίου- ανηκόντων και αναφερομένων στο Άγιώνυμον Όρος.
Τις εν λόγω εργασίες (εννέα στον αριθμό) για την ειδική σημασία και αξία της καθεμιάς (στη διαδικασία παρουσίασης του βιβλίου που θα ακολουθήσει), τις σημειώνουμε, επακριβώς, στη συνέχεια του σημειώματός μας αυτού:

1. Η σιωπή του Αγίου Όρους
2. Άγιον Όρος και ελληνορθόδοξη ταυτότητα
3. Άγιον Όρος, όσιος Αθανάσιος και Κρήτη
4. Ψυχολογικά διδάγματα από το έργο του αγίου Νικοδήμου
5. Η παιδαγωγία του Γέροντος Παϊσίου
6. Οι άγιοι του Αγίου Όρους
7. Γέροντας Αβιμέλεχ Αγιορείτης
8. Μορφές Κρητών Αθωνιτών
9. Ψυχολογία του Βάθους- Από την Κλίμακα του αγίου Ιωάννου του Σιναΐτου

Όπως εύλογα γίνεται αντιληπτό, πρόκειται για θέματα που εκ φύσεώς τους έχουν βαθύ ψυχολογικό υπόβαθρο και προσανατολισμό, που και ο ίδιος ο συγγραφέας τους- πρώην Καθηγητής Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης- τον επεδίωξε, φαίνεται, και τους τον προσέδωσε, προκειμένου, στη συνέχεια, και να τον αναλύσει επιστημονικά. Αναφέρονται, δηλαδή, στην Ψυχολογία ή καλύτερα στον ψυχοπαιδαγωγικό και, μάλιστα, στον διδακτικό χαρακτήρα της διδασκαλίας που απορρέει από τους ανθρώπους που εγκαταβιώνουν στο Άγιον Όρος ή από τον ίδιο τον τρόπο της ζωής τους εκεί. Πρόκειται για εργασίες που είτε γράφτηκαν ως μελέτες ή βιβλιοκριτικές και δημοσιεύθηκαν σε έγκριτα θεολογικά περιοδικά της Ελλάδος, είτε αποτέλεσαν θέματα εισηγήσεων του κ. Καθηγητή σε επιστημονικά συνέδρια (όπως, για παράδειγμα, η υπ’ αριθμ. 4, που εκφωνήθηκε στην Ανωτάτη Εκκλησιαστική Ακαδημία Κρήτης, στο Ηράκλειο, το έτος 2001).
Πάντως, τόσο η πρώτη, όσο και η δεύτερη των εμπεριεχομένων στο βιβλίο τού κ. Κρασανάκη μελετών, είναι σαφώς δηλωτικές τής θεματικής που, μόλις, προαναφέραμε, με την ανάλυση της σιωπής (στην α΄ μελέτη), της μεγάλης, δηλαδή, αρετής, που, ως τρόπος ζωής, κυριαρχεί απ’ άκρου σ’ άκρον στο φυσικό και ανθρώπινο αγιορείτικο περιβάλλον, οι μορφές του οποίου, από την άλλη μεριά, σαφώς μαρτυρούν και μας υπενθυμίζουν τη βέβαιη ελληνορθόδοξη ταυτότητά μας (β΄ μελέτη). Αλλά και στις υπόλοιπες μελέτες τού εν λόγω βιβλίου κυριαρχούν ζωηρά τόσο τα ψυχολογικά όσο και τα παιδαγωγικά διδάγματα Πατέρων του Αγίου Όρους, τόσο του αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου όσο και του Γέροντος Παϊσίου του εσχάτως αγιοποιηθέντος. Κορυφαία, βέβαια, στην εξεταζόμενη θεματική ενότητα μπορούμε να θεωρήσουμε την ειδική του κ. Κρασανάκη μελέτη υπό τον τίτλο: «Ψυχολογία του Βάθους», που εμπεριέχεται ως «επίμετρο» του βιβλίου και αφορά στην Κλίμακα του Αγίου Ιωάννου του Σιναΐτου. Πρόκειται, ακριβώς, για μιαν εξειδικευμένη και πρωτότυπη μελέτη, στην οποία, υπό το πρίσμα των πορισμάτων της σύγχρονης κοσμικής Ψυχολογίας του Βάθους, μελετάται και κρίνεται ένα αυστηρά αγιοπατερικό έργο.
 Στις τελικές του, μάλιστα, διαπιστώσεις, ο συγγραφέας θεωρεί ότι το όλο σύγγραμμα του Ιωάννου του Σιναΐτου συνιστά μιαν αξιόλογη χριστιανική ψυχολογία του βάθους και ότι- όπως και το όνομα του έργου, «Κλίμαξ», υποδηλώνει- αποτελεί, ακριβώς, κλίμακα και δρόμο προσπελάσεως του βάθους της ανθρώπινης προσωπικότητας πριν ακόμα εμφανιστεί στον ορίζοντα της επιστήμης η σύγχρονη Ψυχολογία του Βάθους.
 Να σημειωθεί πάντως, ότι πέραν της διαγραφείσας παιδαγωγικής και ψυχολογικής διάστασης του παρόντος βιβλίου και η ιστορική αυτού διάσταση, υπό τη μορφή, μάλιστα, της Τοπικής μας Ιστορίας, καλύπτεται επαρκώς σε δύο τουλάχιστον μελέτες του κ. Κρασανάκη, που έγιναν υπό τη μορφή βιβλιοκρισιών σε αντίστοιχα βιβλία. Στη βιβλιοκρισία του, δηλαδή, «Άγιον Όρος, όσιος Αθανάσιος και Κρήτη» και, μάλιστα, στις «Μορφές Κρητών Αθωνιτών», όπου παρουσιάζονται τρεις, περίπου, δεκάδες Κρητών Αθωνιτών εκ των οποίων η μια, τουλάχιστον, συμβαίνει να είναι Ρεθεμνιώτες, με κορυφαίο, εδώ, τον γνωστό μας Γέροντα Νέστορα Βασσάλο (τον Καρεώτη και Διονυσιάτη, όπως τον ονομάζει ο συγγραφέας), που τον αποκαλεί, περαιτέρω (όπως κι εμείς στο βιβλίο μας για τη γνωστή μονή του στην πόλη μας, αυτήν του Σωτήρος Χριστού, στον Κουμπέ), ως βιβλική μορφή που μαγνήτιζε και συγκινούσε τους πάντες.  
Για άλλη μια φορά συγχαίρουμε και θερμά ευχαριστούμε τον εκλεκτό φίλο πανεπιστημιακό διδάσκαλο και συγγραφέα κ. Γεώργιο Ε. Κρασανάκη και του ευχόμαστε να έχει δύναμη και υγεία, για να συνεχίζει τη γόνιμη και δημιουργική δραστηριότητά του στον χώρο της Εκκλησίας και της Επιστήμης, όπου η μέχρι σήμερα συμβολή του είναι και ουσιαστική και μεγάλη.

ΝΙΚΟΥ ΧΡ. ΑΛΙΠΡΑΝΤΗ *** Η Ιερά Μονή του Αγίου Αντωνίου Μαρπήσσης Πάρου και το κάστρο του Κεφάλου Ιστορία – Τέχνη- Εγγραφα»


ΝΙΚΟΥ ΧΡ. ΑΛΙΠΡΑΝΤΗ


Η Ιερά Μονή του Αγίου Αντωνίου Μαρπήσσης Πάρου και το κάστρο του Κεφάλου
Ιστορία – Τέχνη- Εγγραφα»

           [Εταιρεία Γραφικών Τεχνών «ΑΒΕΛ», Αθήνα 2017, σχ. 8ο (15Χ21), σσ. 256]



             ΚΩΣΤΗΣ  ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ

Ο κ. Νίκος Χρ. Αλιπράντης, από το όμορφο νησί της Παναγίας της Εκατονταπυλιανής, την Πάρο, είναι φιλόλογος, ιστορικός, λογοτέχνης, δημοσιογράφος, συγγραφέας δεκάδων βιβλίων και μελετών σχετικών με την Πάρο και την ιστορία της και από το έτος 1979 και εκδότης του έγκριτου περιοδικού «Παριανά» (βραβείο Ακαδημίας Αθηνών). Του κ. Ν. Αλιπράντη, πριν λίγες μέρες, μαζί με το περιοδικό «Παριανά», γίναμε αποδέκτες ενός νέου βιβλίου του, 255 σελίδων, με τίτλο: «Η Ιερά Μονή του Αγίου Αντωνίου Μαρπήσσης Πάρου και το κάστρο του Κεφάλου. Ιστορία – Τέχνη- Έγγραφα». Πρόκειται για επανέκδοση- από το ιστορικό μονύδριο του Αγίου Αντωνίου Μαρπήσσης, Πάρου- παλαιοτέρου, του έτους 1975, σε απλούστερη γλώσσα και βελτιωμένη μορφή και με την προσθήκη πολλών νέων στοιχείων.


Η Πάρος, στον θαλάσσιο δρόμο πολλών περιοχών του ελλαδικού νησιωτικού χώρου ευρισκομένη, είχε την ευκαιρία, διαχρονικά, να αναπτύξει σχέσεις με πολλούς τόπους, δημιουργώντας, έτσι, έναν ευρύτατο και πλουσιότατο ιστορικό ιστό δικτύωσης ποικίλης σημασίας. Πολύ σημαντικές, στο σημείο αυτό, είναι, φυσικά, οι σχέσεις που η Πάρος ανέπτυξε με τα λοιπά Κυκλαδικά νησιά, αλλά και με τη μεγαλόνησο Κρήτη. Από προηγηθέν σύγγραμμα τού κ. Αλιπράντη [«Χρονολογικό πανόραμα της Ιστορίας της Πάρου (5000 π.Χ.- 1850 μ.Χ.)»], που, επίσης, είχαμε την τιμή να παρουσιάσουμε με παλαιότερο σημείωμά μας, οι σχέσεις αυτές της νήσου Πάρου με την Κρήτη καταγράφονται πολύ σημαντικές, που αυτές και μόνον θα μπορούσαν- όπως χαρακτηριστικά σημειώναμε τότε- να αποτελέσουν το θέμα μιας ειδικής επιστημονικής διατριβής..
Με το νέο βιβλίο του ο κ. Αλιπράντης δίνει, όπως σημειώνει στον Πρόλογό του, την ευκαιρία στον επισκέπτη-προσκυνητή της Πάρου να αφουγκραστεί τους χτύπους της καρδιάς της και να στοχαστεί πάνω στα όμορφα αυτά μνημεία (μονή Αγίου Αντωνίου και ιστορικού λόφου Κεφάλου) που εκπέμπουν μια ξεχωριστή ομορφιά και κατάνυξη. Γιατί η μονή του Αγίου Αντωνίου (Μαρπήσσης) αποτελεί ένα από τα λαμπρότερα και ιστορικότερα μνημεία της Πάρου, κτισμένη πάνω στον ιστορικό λόφο του Κεφάλου, εξαιρετικής σημασίας για την Πάρο, λόγω του υπάρχοντος επί της κορυφής του ενετικού κάστρου, μέσα στο οποίο γράφτηκε η τελευταία σελίδα της Ενετοκρατίας στο νησί.
Στο πρώτο, λοιπόν, Μέρος του βιβλίου παρουσιάζεται αναλυτικά ο λόφος του Κεφάλου (υψόμ. 229 μ.), που, δίκην πυραμίδος, υψώνεται στο ανατολικό τμήμα της κεντρικής Πάρου, πάνω ακριβώς από το ακροθαλάσσι. Στην κορυφή του βιγλάτορας στέκει από τον 16ο αιώνα ο πάλλευκος ναός του Αγίου Αντωνίου, καθολικού παλιάς ομώνυμης Μονής της Πάρου, της οποίας, στις μέρες μας, σώζονται μερικά μόνον κελλιά. Λόγω της παλαιάς αυτής μονής και ο λόφος του Κεφάλου πήρε και τη δεύτερη ονομασία του, λόφος του Αγίου Αντωνίου.
Της ίδιας περίπου εποχής με τον ναό- ίσως και λίγο αρχαιότερο (15ου- 16ου αι.) είναι το βενετσιάνικο κάστρο του Κεφάλου, με τον διπλό περίβολό του, παρεκκλήσια και θεμέλια λοιπών κτιρίων και πύργων που έπαιξαν σημαίνοντα ρόλο στην ιστορική πορεία των βενετοκρατούμενων (13ο- 16ο αι.) και τουρκοκρατούμενων (1527- 1821) Κυκλάδων αλλά και κατά τις μεταγενέστερες εποχές. 
Ο λόφος του Κεφάλου λειτουργεί αδιάκοπα από τα πανάρχαια χρόνια. Είναι ένας χώρος ψυχής, όπου η αγωνία και η δόξα της μεσαιωνικής Πάρου συνταιριασμένες αρμονικά έγραψαν συγκινητικές σελίδες στην ιστορία του νησιού, όταν, τον τελευταίο μήνα του μοιραίου έτους 1537, έτους αλώσεως της Πάρου από τους Τούρκους, εδώ γράφτηκε μια από τις τραγικότερες σελίδες της Ενετοκρατίας στο νησί. Στα γεγονότα αυτά πρωτοστατεί ο διαβόητος «τρόμος του Αιγαίου», ο εξωμότης Έλληνας από τη Λέσβο, ο Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα. Αφού ο Μπαρμπαρόσα δια δόλου κυριεύει το κάστρο του Κεφάλου, έξι χιλιάδες Παριανοί γνώρισαν την ίδια τύχη με όλους τους άλλους νησιώτες. οι γέροι σφάχτηκαν, οι νέοι στάλθηκαν στις γαλέρες, οι γυναίκες αρπάχτηκαν και τα παιδιά κατετάγησαν στο σώμα των γενιτσάρων.
Αργότερα, τον 17ο αιώνα, τον Κέφαλο μνημονεύουν στα ταξιδιωτικά τους  κείμενα, που αναφέρονται στα νησιά του Αιγαίου Πελάγους, εκτός του Μπουοντελμόντι, και ο Tournefort, o Dapper, o Coronelli και πολλοί άλλοι περιηγητές.
Στα δυτικά του λόφου, χαμηλά, στην αρχή των προπόδων του, πάνω σε εδαφικό έξαρμα, είναι χτισμένη η γνωστή Μάρπησσα Τσιπίδος ή Τζιπίδος παλαιότερα και σε έγγραφα της Τουρκοκρατίας), χωριό ιδρυμένο τον 15ο  με 16ο αιώνα. Του εν λόγω χωριού διασώζονται και σήμερα αυθεντικά τμήματα του θαυμάσιου μεσαιωνικού οικισμού, με τα βόλτα, τα φρουριακού χαρακτήρα σπίτια, με τα χαρακτηριστικά παράθυρα και τις πόρτες τις στολισμένες με μαρμάρινες παραστάδες και ανώφλια, με εκκλησιές πλημμυρισμένες με μια σπάνια μυστικοπαθή ατμόσφαιρα, με μοναδικές εικόνες και επιγραφές έξοχα όλες δείγματά λαϊκής νησιωτικής αρχιτεκτονικής του 17ου- 18ου αιώνα.


Στο Β΄ Μέρος του βιβλίου περιγράφεται λεπτομερώς η μονή του Αγίου Αντωνίου. η ιστορία της, οι ιδρυτές της, οι διατελέσαντες ηγούμενοι, τα κτηματολόγια- μοναχολόγια και τα λοιπά έγγραφά της, το καθολικό της (επιγραφές, τοιχογραφίες, φορητές εικόνες), με παράλληλη, πάντα, παράθεση ενός ιδιαίτερα πλούσιου και ενδιαφέροντος φωτογραφικού υλικού. Καταγράφονται, επίσης, τα έξι (06) μετόχια της Μονής, που φανερώνουν, ακριβώς, τη δύναμη και την αξία της στον καιρό της μεγάλης δράσεώς της, πέντε (05) στην Πάρο [Μονή Κοιμήσεως Θεοτόκου (Αγία Μονή), Μονή Αγίου Παντελεήμονος, Μονή Παντοκράτορος, Μονή Αγίου Σάββα, Μονή Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου] και ένα στην Ίο (Παναγία η Σπηλιώτισσα).
Και το βιβλίο ολοκληρώνεται με τον Άγιο Αντώνιο κατά τον 20 αι., όταν η εν λόγω Μονή γνώρισε την εκεί παρουσία του Κρητικού Αγιορείτη μοναχού Γέροντος Αβιμέλεχ του Μικραγιαννανίτη, κατά κόσμον Γεράσιμου Μπονάκη, (1873- 1965) από το Μπρόσνερο του νομού Χανίων, για τον οποίο έχει γράψει σπουδαία μελέτη (278 σελίδων) ο καλός φίλος, ομότεχνος και συμπροσκυνητής μας στον Άγιον Όρος, Αντώνης Στιβακτάκης. Ο Γέροντας Αβιμέλεχ, για λόγους υγείας, μόνασε για ένα μικρό διάστημα 2-3 ετών και στον Άγιο Αντώνιο Μαρπήσσης Πάρου, κοντά στον Γέροντα Φιλόθεο Ζερβάκο. Σε αυτό το σύντομο διάστημα αντέγραψε καλλιγραφικά τον βίο του οσίου Κυρίλλου τού Φιλεώτου, 185 πυκνογραμμένες σελίδες και άλλα χειρόγραφα, που εναπόκεινται σήμερα στην Ι. Μονή Ζωοδόχου Πηγής Λογγοβάρδας Πάρου.

Έτσι, με τον σπουδαίο αυτόν κρητικό μοναχό που αξιώθηκε της φιλίας εκλεκτών ανδρών της εποχής του, που η πνευματικότητα και αγιότητα της ζωής τους είχε ανέλθει σε δυσανάβατα ύψη, όπως του αγίου Νεκταρίου Αιγίνης, των δύο Αλεξάνδρων- Παπαδιαμάντη και Μωραϊτίδη- του Φιλόθεου Ζερβάκου, καθηγουμένου της Ι. Μονής Λογγοβάρδας, Πάρου και του αγαθότατου και ανεξίκακου εκείνου Γέροντα Λευίτη, του παπά- Νικόλα Πλανά, που και αυτός πρόσφατα κατατάχθηκε στο Αγιολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας, με αυτόν, λέγω, τον σπουδαίο Κρητικό Αγιορείτη συνδέθηκε για μια, ακόμα, φορά το όμορφο νησί της ανεμόεσσας Πάρου με τη λεβεντογέννα Κρήτη. Μια σχέση και αυτή από τις πάμπολλες που η Πάρος έχει αναπτύξει και προσμετρά με την Κρήτη.
Για άλλη μια φορά συγχαίρουμε και θερμά ευχαριστούμε τον εκλεκτό φίλο και δόκιμο συγγραφέα και ιστορικό κ. Νικόλαο Αλιπράντη και για το τελευταίο αυτό πόνημά του και του ευχόμαστε ο Θεός να του δίνει δύναμη και υγεία, για να συνεχίζει τη γόνιμη, εργώδη και δημιουργική δραστηριότητά του τόσο στον χώρο της ιστορίας της αγαπημένης του Πάρου, όσο και των Ελληνικών Γραμμάτων, γενικότερα, στα οποία τόσο μεγάλη και ουσιαστική είναι η μέχρι σήμερα συμβολή του.