ΕΡΓΑ ΕΥΠΟΙΪΑΣ ΤΩΝ ΡΩΣΩΝ ΕΠΙ ΚΡΗΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ- ΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΄Η ΤΣΑΡΕΙΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ


ΕΡΓΑ ΕΥΠΟΙΪΑΣ ΤΩΝ ΡΩΣΩΝ ΕΠΙ ΚΡΗΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ ΣΤΟ ΡΕΘΥΜΝΟ- ΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ Η ΤΣΑΡΕΙΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ


ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ
(http://ret-anadromes.blogspot.com)


    Την πρώτη δεκαετία τού εικοστού αιώνα το Ρέθυμνο γνώρισε σημαντική οικονομική άνθιση και ευεξία, που οφείλεται, κυρίως, στο γεγονός τής παρουσίας, εδώ, στην Κρήτη των Μεγάλων Δυνάμεων και στο Ρέθυμνο, ειδικότερα, δυόμιση χιλιάδων ομόδοξων Ρώσων, που ορίστηκαν ως εγγυήτρια δύναμη τήρησης τής τάξης στο διαμέρισμα τού Ρεθύμνου, με επικεφαλής τον συνταγματάρχη Θεόδωρο ντε Χιοστάκ, άνδρα ικανό και φιλέλληνα.

   Οι Ρώσοι, λοιπόν, την παρουσία τους στο Ρέθυμνο (1898-1909) συνόδευσαν με σημαντικά έργα ευποιίας, φιλανθρωπίας και επωφελούς κοινωνικής δράσης. Kτίζουν το Τσάρειο Νοσοκομείο (εγκαίνια Μάιο 1899), το επισκοπείο[1], ενώ συμμετέχουν ενεργά στα έξοδα ανέγερσης τού καμπαναριού τού μητροπολιτικού ναού, με την κάλυψη τής δαπάνης τού χυτηρίου των οκτώ κωδώνων του, από τα έσοδα τού γραμματόσημου τής Κατοχής, τα οποία παραχώρησε στην Ενοριακή Επιτροπεία ο Ρώσος Διοικητής Θεόδωρος ντε Χιοστάκ. Επισκευάζουν, ακόμα, το Διοικητήριο, τη γέφυρα τού Πλατανιά και πολλούς δρόμους τής πόλεως (κάνοντάς τους λιθόστρωση), ενώ ο Ρώσος υπολοχαγός Μ. Ρουτσόφσκι φτιάχνει τοπογραφικό τής πόλεως και αργότερα, περί το 1900, τυπώνεται και σχετικός χάρτης για τον προσανατολισμό των Ρώσων στρατιωτικών στη νέα τους πατρίδα, το Ρέθυμνο. Τότε ονοματοθετούνται και οι δρόμοι τής πόλης για πρώτη φορά. Στα ονόματα των δρόμων εμφαίνεται σαφώς η στενή συνεργασία Ρώσων και Ελλήνων, που αγνόησαν προκλητικά το τουρκικό στοιχείο τής πόλης και μόνο σε ορισμένες γειτονιές διατηρήθηκαν εμφανή κάποια ονόματα τουρκικής προέλευσης[2]. Οι κυριότεροι δρόμοι τής πόλης παίρνουν ονόματα Ρωσικών προσωπικοτήτων, όπως Τσάρου (η σημερινή Αρκαδίου), Σκρυδλώφ (η πλατεία Ηρώων), Ρώσων (η Εθνικής Αντιστάσεως) κ.λπ. Η ουδετερότητα, ίσως, των Ρώσων συμμάχων να αποτελούσε τη σταθερή δικλείδα ασφαλείας, προς αποφυγή προστριβών με το τουρκικό στοιχείο, για τα νέα αυτά ονόματα που δόθηκαν, τότε, στους δρόμους τής πόλεως. Κάνουν, ακόμη, αντιπλημμυρικά έργα στο Καμαράκι, απαλλοτριώνουν μερικά σπίτια ανατολικά τής πόλεως και γκρεμίζουν την εκεί καστρόπορτα (Άμμος Πόρτα), για να ανοιχτεί και να αναπνεύσει η πόλη προς τα Περιβόλια, ενώ έφτιαξαν και χορωδίες και έψαλλαν στην εκκλησία τις Κυριακές (και τη Μεγαλοβδομάδα τα εγκώμια) και μάλιστα στην αγία Βαρβάρα, που τους είχε παραχωρηθεί από την Εκκλησία τού Ρεθύμνου για τις θρησκευτικές τους ανάγκες[3].

   Όλα αυτά έφεραν τον τόπο μπροστά, που γνώρισε, όπως ήδη σημειώσαμε, μεγάλη πνευματική άνθιση, ακμή και οικονομική ευεξία. Οι Ρώσοι ως ομόδοξος, ως προς τη θρησκεία, λαός, στις περισσότερες περιπτώσεις, συνεργάσθηκαν αρμονικά με το ντόπιο στοιχείο και, σε κάθε περίπτωση, απέφυγαν να συμπεριφερθούν βίαια, με σκληρότητα και αδιαλλαξία, ως στρατός κατοχής.

   Και με την ευκαιρία τής αναφοράς μας αυτής στα έργα ευποιίας των Ρώσων κατά τα χρόνια τής Κρητικής Πολιτείας προβαίνουμε σε μια ειδικότερη αναφορά στο ονομαζόμενο Δημοτικό ή Ρωσικό ή Τσάρειο Νοσοκομείο, το κυριότερο, ίσως, έργο τής εδώ παρουσίας τους, με σημαντικές πολιτικές και κοινωνικές προεκτάσεις.

   Αμέσως, λοιπόν, μετά την άφιξη των Μεγάλων Δυνάμεων στη Μεγαλόνησο το έτος 1897, ο ρωσικός στρατός, δείχνοντας πολλές φορές δείγματα συμπάθειας και ομοψυχίας προς τους κατοίκους, αντιλήφθηκε άμεσα την ανάγκη βελτίωσης των συνθηκών περίθαλψης. Έτσι, μόλις ήρθαν οι Ρώσοι στο Ρέθυμνο άρχισαν να κτίζουν, με δικά τους αποκλειστικά μέσα και σχέδια, ένα νέο Νοσοκομείο, έξω από την πόλη τού Ρεθύμνου. Οι εργασίες ολοκληρώνονται το 1899 και το ίδρυμα προσφέρεται από τη Ρωσική αρχή στον Δήμο Ρεθύμνης.

   Ήταν το Δημοτικό ή Ρωσικό ή Τσάρειο Νοσοκομείο, για τη σημερινή εποχή αρχέγονο, μα για την εποχή του εξαιρετικά σπουδαίο. Πρώτος Διευθυντής του διετέλεσε ο Θεμιστοκλής Μοάτσος (εικ. ), ο οποίος χρημάτισε Διευθυντής τής Παθολογικής Κλινικής (1900-1910).

    Θεμιστοκλής Μοάτσος, πρώτος Διευθυντής του Τσάρειου Νοσοκομείου

    Το νοσοκομείο είχε δυναμικότητα 25- 30 κλινών και χειρουργείο, του οποίου η στέγη ήταν κατασκευασμένη από γυάλινα κεραμίδια, γεγονός που θεωρήθηκε ως μεγάλο τεχνικό επίτευγμα για την εποχή εκείνη. Πληρούσε όλες τις προδιαγραφές της εποχής και ο εξοπλισμός τού χειρουργείου προερχόταν από το Παρίσι. Είχε ευρωπαϊκή επίπλωση και φαρμακείο σε αρίστη κατάσταση, πλήρες χειρουργείο και καθαρό μαγειρείο. Ο προϋπολογισμός του έφθανε τις 40.000 δραχμές ετησίως- οι οποίες εισπράττονταν με ειδικό φόρο από τα εισαγόμενα και τα εξαγόμενα προϊόντα του Ρεθύμνου- και η διατήρησή του αποτελούσε αληθινή πρόκληση για το Ρέθυμνο.

   Υπήρξε το πρώτο σύγχρονο νοσοκομείο της Κρήτης, που το εγκαινίασε στις 6 Μαΐου 1899 ο Ύπατος Αρμοστής Κρήτης. Κατά τη διάρκεια της τελετής ο πρόξενος τής Ρωσίας διαβίβασε το δωρητήριο έγγραφο τού τσάρου Νικολάου τού Β΄ στον τότε δήμαρχο Ρεθύμνου Γιουσούφ Αλιγιατζιδάκη- τον τελευταίο Τούρκο δήμαρχο τής πόλης- ως ανάμνηση τής διαμονής των ρωσικών αυτοκρατορικών στρατευμάτων στο Ρέθυμνο[4].

   Στο νοσοκομείο, τα μετέπειτα χρόνια, έγιναν μερικές μικροαλλαγές, όπως η προσθήκη τμήματος «Κοινών Γυναικών» το 1902- 1903. Η διάδοση των αφροδίσιων νοσημάτων- λόγω και της παρουσίας μεγάλου αριθμού στρατιωτών των Εγγυητριών Δυνάμεων- είχε αποβεί μείζον πρόβλημα για τη δημόσια υγεία το 1900. Παρουσιάστηκε, λοιπόν, και στο Ρέθυμνο ανάγκη ίδρυσης Τμήματος «Κοινών γυναικών», επειδή υπάρχει σχετική προκήρυξη προσθήκης στην Ανατολική πτέρυγα ειδικού διαμερίσματος τού νοσοκομείου[5].

   Το Νοσοκομείο παρέμεινε στην ίδια κτιριακή εγκατάσταση μέχρι την έναρξη της μάχης της Κρήτης (20-5-1941), οπότε επιτάχθηκε από τον στρατό για την περίθαλψη των τραυματιών. Την τρίτη, όμως, ημέρα της μάχης στο Ρέθυμνο (22 Μαΐου 1941), χτυπήθηκε από Γερμανικά αεροπλάνα, παρά τα εμφανή σήματα τού Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού, που υπήρχαν στη στέγη του, και εγκαταλείφθηκε. Αυτή ήταν και η τελευταία ημέρα λειτουργίας του ως Δημοτικού Νοσοκομείου. Μετά την απελευθέρωση, το 1952, λειτούργησε ορισμένα χρόνια ως σανατόριο (παράρτημα του κρατικού νοσοκομείου Ρεθύμνης), για να εγκατασταθεί τελικά σε αυτό το Παράρτημα τής Σχολής Οπλιτών Χωροφυλακής Κρήτης.

   Τα έργα ευποιίας των Ρώσων προς την πόλη τού Ρεθύμνου φαίνεται να αναγνωρίστηκαν ευρέως από την κοινή συνείδηση των Ρεθεμνιωτών. Δείγματα τής αναγνώρισης αυτής βρίσκουμε στην ειδησεογραφία εφημερίδων τής εποχής, όπως, για παράδειγμα, στην εφημερίδα «Αναγέννησις» τής 6/10/1900, όπου, σε ένδειξη τιμής και ευγνωμοσύνης, προτείνεται να τοποθετηθεί επιγραφή στο ανακαινισμένο με δαπάνη τού τσάρου τής Ρωσίας Νικολάου Β΄ επισκοπικό μέγαρο, στην οποία «χρυσοίς γράμμασιν» και με τα σύμβολα τού ρωσικού στέμματος να αναγραφεί: «Δαπάνη Τσάρου Νικολάου τού Β΄»[6]. Και η εφημερίδα, περαιτέρω, σημειώνει χαρακτηριστικά για τα έργα ευποιίας και φιλανθρωπίας των Ρώσων στο Ρέθυμνο: «Δεν πρέπει να λησμονώμεν την ευεργετικήν δράσιν τού Ρωσικού στρατού εν τω ημετέρω νομώ και ιδία εν τη πόλει μας. ο καλλωπισμός τής πόλεώς μας οφείλεται εις την ρωσικήν κατοχήν. Χιλιάδες σάκοι αλεύρου και κριθής διενεμήθησαν τοις πτωχοίς τού ημετέρου νομού αδιακρίτως θρησκεύματος, χρήματα άφθονα διετέθησαν υπέρ των πτωχών οικογενειών εκ τού ακένωτου ρωσικού ταμείου. Η ευεργετική δράσις της ρωσικής κατοχής εν τω ημετέρω νομώ πρέπει να μείνει αΐδιος. Το να ευγνωμονεί τις τον ευεργέτην του είναι αρετή» [7].

   Αυτά όλα στάθηκαν, προφανώς, η αφορμή ώστε να συνεχίζουμε να διαβάζουμε- ακόμη και μετά την παρέλευση ικανού χρονικού διαστήματος από της εδώ παρουσίας των Ρωσικών Δυνάμεων- στις εφημερίδες τής εποχής (1914), ειδήσεις όπως η παρακάτω περί τελέσεως «δοξολογίας επ’ ευκαιρία τής εορτής τού Αυτοκράτορος τής Ρωσίας Νικολάου τού Β΄, υπό της κοινότητος τής πόλεώς μας, εις ευγνωμοσύνην διά τας προς αυτήν μεγάλας τούτου δωρεάς». Και η είδηση συνεχίζει παρακάτω: «Μετά την δοξολογία ο κ. Νομάρχης μετά τού υποπροξένου τής Ρωσίας κ. Χατζηγρηγοράκη και αρκετού κόσμου μετέβησαν εις το Νεκροταφείον, όπου κατετέθη στέφανος εξ ονόματος τής Γ. Διοικήσεως εις τους τάφους των Ρώσων αξιωματικών και στρατιωτών. Ένθα και ομιλία τού κ. Χατζηγρηγοράκη αναφερομένη στας ενεργηθείσας υπό των Ρώσων ευεργεσίας προς τον ρεθυμνιακό λαό, το νοσοκομέιο, την επισκοπή και τον επισκοπικό ναό…»[8].


[1] Στην ανατολική εξωτερική πλευρά, βόρεια τής εισόδου και πάνω από κόγχη είναι εντοιχισμένη πλάκα ορθογωνίου σχήματος από λευκό μάρμαρο με εξάστιχη μεγαλογράμματη εγχάρακτη επιγραφή, που έχει ως εξής:
«ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΤΟΥ ΕΞΟΧΩΤΑΤΟΥ ΣΤΡΑΤΗΓΟΥ ΤΗΣ
ΡΩΣΣΙΚΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΔΕ ΧΙΟΣΤΑΚ
ΧΟΡΗΓΟΥΝΤΟΣ ΤΟΥ ΜΑΓΑΛΕΙΟΤΑΤΟΥ ΑΥΤΟΚΡΑ
ΤΟΡΟΣ ΠΑΣΩΝ ΤΩΝ ΡΩΣΣΙΩΝ ΝΙΚΟΛΑΟΥ Β΄
ΕΠΙ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΡΕΘΥΜΝΗΣ Κ(ΑΙ) ΑΥΛΟΠΟΤΑΜΟΥ
ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΑΝΕΚΕΝΙΣ(Θ)Η (SIC) ΕΝ ΕΤΕΙ ΣΩΤΗΡΙΩ 1900»

Βλ. σχετ. και στον Χαρ. Καμηλάκη, Ο μητροπολιτικός ιερός ναός, Τα Εισόδια της Θεοτόκου, Ρέθυμνο 1999, 77.
[2] Γιάννη Σπανδάγου (Έρευνα και Επιμέλεια)- Βαγγέλη Παπιομύτογλου (Σχεδιασμός), Ρέθυμνο 1900, στον συλλογικό τόμο «Ρέθυμνο 1898-1913- Από την Αυτονομία στην Ένωση», Ρέθυμνο 1998, χ.σσ. (Παράρτημα).
[3] Για τα έργα των Ρώσων στο Ρέθυμνο βλ. και στον Γ. Γρυντάκη, Η ζωή στην πόλη τού Ρεθύμνου κατά την τελευταία δεκαετία τού 19ου αιώνα, Κρητολογικά Γράμματα 14 (1998), 178-179.
[4] Νίκος Αλ. Κοκονάς, Σύντομη Ιστορία των Νοσοκομείων της Κρήτης, Ρέθυμνο 1987, 37.
[5] Ευγενία Μπουρνόβα, Δημόσια υγεία, Το δημοτικό νοσοκομείο, στον τόμο: Ρέθυμνο 1898- 1913, Από την Αυτονομία στην Ένωση, 75-76.
[6] Βλ. υποσημ. 1 του παρόντος σημειώματός μας.
[7] Εφημ. Αναγέννησις Ρεθύμνου τής 6/10/1900.
[8] Κρητική Επιθεώρησις τής 12/12/1914.

ΑΓΑΛΛΙΑΝΟΥ

ΧΩΡΙΑ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΜΑΣ

ΠΡΩΗΝ ΕΠΑΡΧΙΑ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
ΔΗΜΟΣ ΦΟΙΝΙΚΑ


6. ΑΓΑΛΛΙΑΝΟΥ
Α΄
Πληθυσμιακά στοιχεία- Όνομα- Εκκλησίες τού χωριού


Στον φίλο Αγαλλιανό λυράρη τής γνήσιας Κρητικής Μουσικής Παράδοσης,
Σπύρο Σηφογιωργάκη


ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ

Ο Αγαλλιανός (εικ. 1) βρίσκεται σε υψόμετρο 280 μ., λίγο νοτιότερα τού Κεραμέ, και απέχει από το Ρέθυμνο 47 χιλιόμετρα, διακλάδωση δεξιά στο 36,5 χιλιόμετρο της αρτηρίας προς την Αγία Γαλήνη.


Φωτό: Αγαλλιανού- Τα πρώτα σπίτια του χωριού


Στην περιοχή τ’ Αγαλλιανού έχουμε πολλά υπολείμματα διαλυμένων οικισμών, όπως ο Άι- Γιάννης ο Αλωτός, οι Λίγκρες (όπου το 1577, έχουμε εγκατάσταση ομώνυμου χωριού), το Πάνω και Κάτω Μετόχι και, πιθανόν, ακόμα, και η Κάτω Βρύση και ο Συριάτης, η Αγία Παρασκευή και τα Πετριανά στα νότια τού Αγαλλιανού. Στα χρόνια τής Ενετοκρατίας, πολύ πριν από το 1645, που κατακτήθηκε το διαμέρισμα τού Ρεθύμνου από τους Τούρκους, οι οικισμοί αυτοί συνενώθηκαν και αποτέλεσαν τα σημερινά χωριά Κεραμέ και Αγαλλιανού.
Οι παλιότερες αναφορές και τα πληθυσμιακά στοιχεία που έχουμε για τον Αγαλλιανό και τον οικισμό Λίγκρες είναι τού 1577 [Barozzi (fo26V)], αναφερόμενα ως Agaglianou και Lingres. Στα 1583 Καστροφύλακας (Κ 176) Αgaglianou, με 52 κατοίκους και Lingres με 31 κατοίκους (9 άνδρες, 15 γυναίκες, 5 παιδιά και 2 γέρους), στα 1630 Βασιλικάτα[1] (Agaglianou και Lingres), το 1659 (τουρκική απογραφή) Agaliana με 12 σπίτια, Ligrez με 11, Aya Paraski με 2 και Αyo Yani Autu (= Άϊ- Γιάννης ο Αλωτός) με 6.
1881, Δήμος Αγίου Πνεύματος, Αγαλιανού (sic) και Λίγκραις (sic) 117 κάτοικοι.
1900, Δήμος Αγίου Πνεύματος, Αγαλλιανού και Λίγκρες, 117 κάτοικοι (54 άνδρες+ 63 γυναίκες+ Μωαμεθανοί -).
1920, έδρα αγροτικού δήμου με το όνομα «Κεραμές», Αγαλλιανός 79 κάτοικοι, Άγιος Ιωάννης - .
1928 (15-16 Μαΐου), έδρα κοινότητας «Κεραμέ», Αγαλλιανός 79 κάτοικοι (36 άνδρες και 43 γυναίκες), Λίγκρες 9 κάτοικοι (2 άνδρες και 7 γυναίκες).
1940 (16 Οκτωβρίου), Αγαλλιανός 81 κάτοικοι (34 γυναίκες και 47 άνδρες), Λίγκρες - .
1951, Αγαλλιανός 66 κάτοικοι, Λίγκρες (3 οικογένειες Βλατάκηδων οι εξής. Στέφ. Βλατάκης, Ζαχ. Βλατάκης και Ιω. Βλατάκης).
1961 (19 Μαρτίου), Αγαλλιανός 45 κάτοικοι, Λίγκρες (1969) 1 μόνον οικογένεια Βλατά και 11 σπίτια[2].
1971 (14 Μαρτίου), Αγαλλιανός 34 κάτοικοι.
1981 (5 Μαϊου), Αγαλλιανός 18 κάτοικοι, Αγία Φωτεινή - .
1991 Κεραμές- Αγαλλιανός, σύνολο 248 κάτοικοι.
2001 Αγαλλιανός 6 κάτοικοι.
Σήμερα (2007) μόνιμοι κάτοικοι 7 (ο ένας αλλοδαπός) και 3, ακόμα, αλλοδαποί χωρίς, όμως, μόνιμη διαμονή.
Γύρω από την ονομασία τού χωριού υπάρχουν οι εξής εκδοχές. Η πρώτη «Αγαλιανός», με ένα <λ> Βλ. φωτοτυπία το επιλεγμένο κομμάτι……
Το έτος 1965 κατασκευάζεται υδραγωγείο και υδρεύεται το χωριό και το 1977 ηλεκτροφωτίζεται. Ως Δημοτικό Σχολείο χρησιμοποιήθηκε ανέκαθεν αυτό τού Κεραμέ, με τον οποίο ο Αγαλλιανός, από το 1920, αποτελούσε μια κοινότητα και από το 1998 (Καποδίστριας) το δημοτικό διαμέρισμα Κεραμέ.
Κεντρικός ναός τού χωριού είναι ο άγιος Σπυρίδων, ο οποίος κοσμείται με θαυμάσιο ξυλόγλυπτο τέμπλο τεχνίτης τού οποίου φημολογείται ότι ήταν κάποιος λεπτουργός με το όνομα Ζαχαρίας Θεοδωράκης, από το γειτονικό Σπήλι και ότι για την κατασκευή του χρησιμοποίησε κυπαρίσσια που τού έδωσε για τον σκοπόν αυτόν η Ι. Μονή Πρέβελη. Του τέμπλου αυτού οι δυο από τις τρεις δεσποτικές εικόνες ανήκουν στον χρωστήρα τού γνωστού Ρεθεμνιώτη αγιογράφου των εικόνων τού Καθεδρικού ναού πόλεως Ρέθυμνου, Αντωνίου Χατζή Γεωργίου Βεβελάκη.
Ναοί αγιογραφημένοι τού χωριού είναι:
α΄) η αγία Κυριακή, μέσα στο χωριό, που ανακαλύφθηκε τυχαία το έτος 1932, καλυμμένη εξολοκλήρου από χώματα. Συνεχίζει, πάντως, ο μισός ναός να παραμένει θαμμένος μέσα στη γη. Ελάχιστα ίχνη τοιχογραφιών διατηρούνται σήμερα από τον άλλοτε κατάγραφο ναό. Στην κόγχη τού ιερού εικονίζονται Ιεράρχες, ενώ στο νότιο τοίχο τού ναού η αγία Κυριακή, από την οποία και δόθηκε η ονομασία στον ναό, που είχε τελείως λησμονηθεί λόγω των επιχωματώσεών του.
β΄) ο άγιος Αντώνιος, ανατολικά του χωριού, στο όρος Σιδέρωτας, που κατά το μισό βρίσκεται σε σπηλιά βραχώδους λοφίσκου. Στην κόγχη τού ιερού υπάρχει αγιογραφία τής φιλοξενίας τού Αβραάμ, ενώ στη βόρεια επιφάνεια δυο μορφές, η μια από τις οποίες είναι του αγίου Αντωνίου και η άλλη δυσδιάκριτη[3].
Άλλοι ναοί τού χωριού είναι:
γ΄) ο άγιος Γεώργιος, που βρίσκεται στο Πάνω Μετόχι, διαλυμένο από το 1930 οικισμό, σε μικρό ύψωμα ΒΔ τού χωριού, όπου βρίσκεται και το νεκροταφείο τού χωριού. Πρόκειται για το περίφημο «Χωριό των Πετυχάκηδων» (εικ. 2), που όσοι κατοικούσαν εκεί έφεραν το όνομα «Πετυχάκης»[4].
δ΄) ο άγιος Νεκτάριος, που κτίστηκε τελευταία από τον Μιχ. Βασσάλο, στην είσοδο τού χωριού.
ε΄) ο άγιος Γεώργιος στις Λίγκρες, που οικοδόμησε μαζί με ένα κελάκι η μοναχή Ευθυμία Λουλουδάκη, όπου και μόνασε μέχρι τον θάνατό τής. Εδώ υπάρχει σήμερα και ο τάφος της.


ΧΩΡΙΑ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΜΑΣ

ΠΡΩΗΝ ΕΠΑΡΧΙΑ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
ΔΗΜΟΣ ΦΟΙΝΙΚΑ


6. ΑΓΑΛΛΙΑΝΟΥ

Β΄
Δυο ωραίες ιστορικές διηγήσεις από τον Αγαλλιανό


ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ

Ωραία ιστορική διήγηση σώζεται- γραμμένη από τον ίδιο τον αγιογράφο της Γαβριήλ Πάγκαλο- πάνω στην εικόνα τού αγίου Σπυρίδωνος, που κοσμεί το καλλιτεχνικότατο τέμπλο τού ομώνυμου ναού στον Αγαλλιανό:
Ο Αγαλλιανός, λέγει, δεν είχε εκκλησία και αποφάσισαν, με την ευλογία τού δεσπότη τους Ευμενίου Ξηρουδάκη, να κτίσουν μια σε οικόπεδο που παραχώρησε για τον σκοπό αυτόν ο ευσεβής Αγαλλιανός Γιάννης Σηφομιχελάκης. Το είχε μάλιστα ονειρευτεί πριν από χρόνια πως σε εκείνο το χωράφι του θα κτιζόταν μια μέρα εκκλησία.
Προβληματισμός, όμως τους κατέλαβε όλους όταν κάποιος ρώτησε ποιος θα ήταν ο Άγιος στο όνομα τού οποίου θα χτίζανε τη νέα εκκλησία. Έγινε θόρυβος πολύς, γιατί- όπως χαρακτηριστικά σημειώνεται στο ιστορικό τής εικόνας- «οι μεν ήθελαν τον μεν, οι δε τον δε» άγιο.
Ο Μιχαλιός Πετυχάκης ήταν ένας κοσμογυρισμένος ναυτικός από τον Αγαλλιανό, που σαν γύρισε όλον τον κόσμο ως λοστρόμος στα καράβια, θυμήθηκε, στο τέλος, και πάλι το χωριό του και ξαναγύρισε σε αυτό, γέρος πια, γεμάτος ωριμότητα και πλούσιες εμπειρίες. Αυτό συνέβη την ώρα που οι χωριανοί του, ο παπα- Μανόλης από τον Βάτο και ο Δεσπότης, προσπαθούσαν να βρουν τον Άγιο, στο όνομα τού οποίου θα έχτιζαν τη νέα εκκλησία. Μπήκε, λοιπόν, και ο Μιχαλιός στη συζήτηση και, κοσμογυρισμένος όπως ήταν, πρότεινε η νέα εκκλησία να πάρει το όνομα τού αγίου Σπυρίδωνα, ενός άγνωστου μέχρι τότε στους κατοίκους τού μικρού χωριού Αγίου, που εκείνος τον είχε ακούσει στα μακρινά ταξίδια που είχε κάνει και είχε, ακόμα, ακούσει πολλά για τον βίο και τα πολυάριθμα θαύματά του.
Η συζήτηση τώρα είχε ανάψει για τα καλά και με τη νέα πρόταση που έκανε ο Μιχαλιός οδηγήθηκε σε πλήρες αδιέξοδο. Τότε ο προύχοντας τού χωριού Γιώργης Παπαδομιχελάκης έδωσε στο ζήτημα την πιο δίκαιη και δημοκρατική λύση. πρότεινε να ρίξουν κλήρο! Έγραψε, λοιπόν, ο Δεσπότης τα ονόματα όλων των Αγίων που είχαν προταθεί σε κλήρους, έριξε τους κλήρους σε ένα μικρό σακουλάκι, το πήρε στα χέρια του και, αφού το κούνησε καλά- καλά, κάλεσε τον Μιχαλιό να τραβήξει έναν από αυτούς. όποιου Αγίου το όνομα θα έβγαινε, σε αυτόν τον Άγιο θα οικοδομούνταν ο ναός.
Ο Μιχαλιός έκανε τρεις φορές το σημείο τού σταυρού και είπε δυνατά εις επήκοον όλων: «Στο όνομα τού Πατρός και τού Υιού και τού αγίου Πνεύματος. Άγιε μου Σπυρίδωνα απού ‘σαι απ’ τσι Κορφούς βοήθησέ μας ούλους μεγάλους και μικρούς». Ύστερα τράβηξε τον κλήρο και βγήκε το όνομα τού αγίου Σπυρίδωνα. Έτσι, αποφασίστηκε από όλους στην εκκλησία να δοθεί το όνομα τού αγίου Σπυρίδωνα.
Με την όμορφη αυτήν παράδοση- που αναγράφεται, όπως είπαμε, στη μεγάλη εικόνα τού Αγίου, στο τέμπλο τού ναού, από το χέρι τού αγιογράφου της Γαβριήλ Παγκάλου- έχει συνδεθεί η ανέγερση στον Αγαλλιανό τής πραγματικά όμορφης εκκλησίας τού αγίου Σπυρίδωνα, που συγκινούσε, έκτοτε, ιδιαίτερα, με τον κουκουλοφόρο Άγιό της, όλους τους κατοίκους τού μικρού χωριού, μικρούς και μεγάλους. Και ό,τι ο Άγιος αυτός αγαπήθηκε ξεχωριστά φαίνεται και από το γεγονός ότι το όνομα του δόθηκε, στη συνέχεια, σε πολλά παιδιά τού χωριού, ώστε σήμερα το βαφτιστικό «Σπύρος» να δεσπόζει στον Αγαλλλιανό και την περιοχή γενικότερα.


Άλλη όμορφη παράδοση μιλά για πειρατές που επιτέθηκαν πριν από αιώνες στις Λίγκρες και αιχμαλώτισαν τους κατοίκους τού χωριού. Αμέσως κάτω από το μικρό χωριό σχηματίζεται μικρός ορμίσκος, με την ονομασία Βαρκοτόπι, όπου σε παλιότερες εποχές έδεναν μικρές βάρκες για ψάρεμα. Εδώ, σύμφωνα με την παράδοση, έδεσαν οι πειρατές τις βάρκες τους (απ’ όπου και το όνομα), προκειμένου να φορτώσουν τους αιχμαλώτους και μαζί με αυτούς- σύμφωνα με άλλη ωραία τοπική παράδοση- και «τον Κωσταντή από τις Λίγκρες»[5]- για να τους μεταφέρουν στα μεγαλύτερα σκάφη που περίμεναν στα ανοιχτά τού πελάγους και από εκεί στα σκλαβοπάζαρα τής Ανατολής.


ΧΩΡΙΑ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΜΑΣ

ΠΡΩΗΝ ΕΠΑΡΧΙΑ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
ΔΗΜΟΣ ΦΟΙΝΙΚΑ

6. ΑΓΑΛΛΙΑΝΟΥ
Γ΄
Οικογένεια Πετυχάκηδων Αγαλλιανού- Λίγγρες

Στον εκσυγχρονιστή Δήμαρχο Ρεθύμνου Τίτο Πετυχάκη,
που τόσο βαθιά αγάπησε την γη των πατέρων του


ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ

Στους αγώνες τού Έθνους από τον Αγαλλιανό διακρίθηκε ο Γεώργιος Παπαδομιχελάκης, που έγινε τριακοσιάρχης για τον ζήλο και την ανδρεία που επέδειξε στην επανάσταση τού 1866-69.
Μια από τις μεγαλύτερες οικογένειες τού Αγαλλιανού είναι οι Πετυχάκηδες[6] που, χωρίς αμφιβολία, όλοι τους, όπου κι αν βρίσκονται σήμερα, από το χωριό αυτό έλκουν την καταγωγή τους, πράγμα για το οποίο ιδιαίτερα σεμνύνονται και καμαρώνουν. Το χωριό παλιά, όταν ακόμα βρισκόταν στην ακμή του, αποτελούνταν από δυο συνοικισμούς. τον «Κάτω Συνοικισμό», που είναι και ο κυρίως Αγαλλιανός και τον «Πάνω» που, ανέκαθεν, και χωρίς καμιά εξαίρεση, κατοικούνταν από τους Πετυχάκηδες. Αυτός, ο Πάνω συνοικισμός, λέγεται ειδικότερα Πάνω Μετόχι και είναι χτισμένη στη νότια άκρη τού λοφίσκου που ακούγεται Τσερόνι. Εδώ βρίσκεται ο λεγόμενος «Συνοικισμός των Πετυχάκηδων», με την εκκλησία τού, τον άι- Γιώργη, που προοριζόταν ειδικά για τις ανάγκες τής συγκεριμένης οικογένειας, που ανέδειξε μεγάλες μορφές τού Ρεθύμνου, όπως οι:
· Πετυχάκης Τίτος Στυλιανού (εκσυγχρονιστής Δήμαρχος τού Ρεθύμνου για ένα τέταρτο τού αιώνα)[7]
· Πετυχάκης Χαράλαμπος (προξενικός Πράκτορας στη Βρουλά, κωμόπολη τής Σμύρνης στη Μ. Ασία)[8]
· Πετυχάκης Εμμανουήλ (Διευθυντής τού Ελληνικού Προξενείου τής πόλης μας)
· Πετυχάκης Μίνως, (βουλευτής το 1907, Γενικός Διοικητής Ηπείρου και, στη συνέχεια, Χίου και Μυτιλήνης, Κυβερνητικός Επίτροπος και επιστήθιος φίλος τού Ελ. Βενιζέλου)[9]
· Πετυχάκης Κωνσταντίνος Εμμ. (ιδρυτής τού Φιλεκπαιδευτικού Συλλόγου Ρεθύμνης, τού σπουδαιότερου σωματείου που γέννησε το Ρέθυμνο μέχρι σήμερα)[10]
· Πετυχάκης Χαρίλαος κ.λπ.
Από τ’ Αγαλλιανού κατάγεται και ο μεγάλος λυράρης και δάσκαλος τής Κρητικής λύρας Σπύρος Σηφογιωργάκης, ένα από τα πρώτα ονόματα τού σύγχρονου Κρητικού πενταγράμμου[11].
Στις Λίγκρες, κάτω από τον Αγαλλιανό, παρά την παραλία, διακρίνονται ίχνη παλιού οικισμού και ο ναός που προαναφέραμε τού Αγίου Γεωργίου. Στην περιοχή των Λιγκρών ήδη από το 1630 ο Fr. Basilicata μνημονεύει την ύπαρξη μύλων, αναφερόμενος στον ποταμό «Λίγκρες», που διαρρεέι την κοιλάδα τής Δρυμίσκου και χύνεται λίγο ανατολικότερα από την εκβολή τού Κουρταλιώτη ποταμού. Κατά λέξη ο Basilicata σημειώνει στο σημείο αυτό: «Ligres, fiume che macina molini et ha aqua buona et continua”. Δηλαδή, «ο ποταμός Λίγκρες κινεί μύλους, τρέχει συνεχώς και έχει καλό νερό»[12].


Φωτό: Λίγκρες- Σήμερα έχει κατασκευαστεί δεξαμενή στην πηγή του νερού
που παλιότερα κινούσε τους μύλους

Ο Στέργιος Σπανάκης διερωτιέται αν το ποτάμι πήρε το όνομά του από το χωριό- που πρέπει να ήταν κοντά του- ή, πιθανή και αυτή η εκδοχή, το χωριό να πήρε το όνομά του από το ποτάμι. Όμως, σύμφωνα με την άποψη που παραπάνω παραθέσαμε, για την προέλευση τής ονομασίας «Λίγκρες», το ποτάμι θα πρέπει κανονικά να πήρε το όνομά του από το χωριό και όχι το χωριό από το ποτάμι[13]. Στις Λίγκρες, τρία χιλιόμετρα ΝΑ τού Κεραμέ και σε υψόμετρο εκατό μέτρων, υπάρχει πηγή με πλούσια παροχή, χειμώνα- καλοκαίρι, καθαρού, εύγευστου, μαλακού και χωνευτικού νερού. Το νερό διοχετεύεται σε δεξαμενή, μέσω της οποίας αρδεύεται, με φυσική ροή, η περιοχή όλη μέχρι και τον Κεραμέ.
Το όνομα τού ακατοίκητου σήμερα οικισμού προέρχεται, πιστεύω, από το ουσιαστ. «λιγάτο», από λατιν. ρήμα ligo (= δένω). Η λέξη «λιγάτο» δεν απαντιέται στα ελληνικά λεξικά είναι, όμως, συνηθέστατη στη συγκεκριμένη περιοχή και σημαίνει τον κάθετο αγωγό από τον οποίο διέρχεται ορμητικά το νερό που προορίζεται να κινήσει στη συνέχεια τη μυλόπετρα, που θα αλέσει το δημητριακό. Ο αγωγός, δηλαδή, κατά κάποιον τρόπο, «δένει» το νερό[14].
Στην περιοχή του Αγαλλιανού, το έτος 1903, ο Νουχάκης αναφέρει την ύπαρξη μεταλλείων, τα οποία άρχισαν τότε να εκμεταλλεύονται οι κάτοικοι.



[1] Στέργιου Σπανάκη, Πόλεις και χωριά της Κρήτης Α’, Ηράκλειο 1991, 39. βλ. και Μνημεία Κρητικής Ιστορίας τ. V, 1630.
[2] Πληροφορία Μ.Μ. Παπαδάκη, στον Στέργιο Σπανάκη, Πόλεις και Χωριά τής Κρήτης στο πέρασμα των αιώνων, τ. Α΄, Ηράκλειο 1989, 479.
[3] Για τις εκκλησίες τού Αγαλλιανού, βλ. Κωστή Ηλ. Παπαδάκη, Κεραμές και Αγαλλιανός, Κοινή πορεία μέσα στο χρόνο, Ρέθυμνο, 2002, 168- 169.
[4] Κωστή Ηλ. Παπαδάκη, Οι Πετυχάκηδες τού Αγαλλιανού, Κρητική Επιθεώρηση 11/3/1998.
[5] Βλ. σχετικά Κωστή Ηλ. Παπαδάκη, Ο Κωσταντής από τις Λίγκρες, περιοδ. Αμάλθεια 100-101 (Ιούλ.-Δεκ. 1994).
[6] Κωστή Ηλ. Παπαδάκη, Οι Πετυχάκηδες τού Αγαλλιανού, Κρητική Επιθεώρηση 11/3/1998.
[7] Κωστή Ηλ. Παπαδάκη, Τίτος Στυλ. Πετυχάκης, Κρητική Επιθεώρηση 7/5/1999.
[8]Κωστή Ηλ. Παπαδάκη, Πετυχάκης Χαράλαμπος, ο Φιλόπατρις Ρεθεμνιώτης, Κρητική Επιθεώρηση 7/5/1998.
[9] Κωστή Ηλ. Παπαδάκη, Μίνως Εμμ. Πετυχάκης, ο Πολιτικός και Άνθρωπος, Κρητική Επιθεώρηση 16/4/1998.
[10] Περισσότερα βλ. στον Κωστή Ηλ. Παπαδάκη, Ο Κωνσταντίνος Εμμ. Πετυχάκης (1853- 1929) και ο Φιλεκπαιδευτικός Σύλλογος Ρεθύμνης, περιοδ. Αναζητήσεις, Συνδέσμου Φιλολόγων νομού Ρεθύμνου, 3/4/1996
[11]Περισσότερα βλ. στον Κωστή Ηλ. Παπαδάκη, Κεραμές και Αγαλλιανός, Κοινή πορεία μέσα στον χρόνο, Ρέθυμνο 2002, 273- 276. Τού Ίδιου, Σπύρος Σηφογιωργάκης: Ο λυράρης τής γνήσιας Κρητικής Μουσικής παράδοσης, περιοδ. ΚΡΗΤΗ, τ. 221 (Ιούλ. – Αύγ. 1996), 48-51.
[12] Μνημεία Κρητικής Ιστορίας, τ.V, 30.
[13] Στέργιου Γ. Σπανάκη, Πόλεις και χωριά τής Κρήτης, ό.π.,479.
[14] Και άλλες ετυμολογίες βλ. στο βιβλίο μας Κεραμές και Αγαλλιανός, ό.π., 126-129.