ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΟΥ ΟΡΚΟΥ ΣΤΙΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΕΣ

ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΣΤΗΛΗ

Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΑΛΗΘΕΙΑΣ

ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΟΥ ΟΡΚΟΥ

   Το κακό που απλώθηκε με το αμάρτημα των πρωτοπλάστων παραμέρισε, δυστυχώς, την εμπιστοσύνη, την τιμιότητα και την ειλικρίνεια ανάμεσα στους ανθρώπους. Οι περισσότεροι άρχισαν να σκέπτονται και να κρίνουν εντελώς υποκειμενικά, σύμφωνα προς το ατομικό τους συμφέρον. Την κεντρική θέση σε όλες τις υποθέσεις κατέλαβε πια όχι η αντικειμενική αλήθεια, αλλά το εγωιστικό και αμαρτωλό «εγώ» του κάθε ανθρώπου.
   Αυτή, ακριβώς, υπήρξε η αιτία που οδήγησε στην καθιέρωση του όρκου. Επειδή, δηλαδή, καμιά ανθρώπινη εγγύηση δεν ήταν τόσο ισχυρή και ασφαλής έπρεπε γι’ αυτό να βρεθεί κάτι το υψηλό και ιερό, το οποίο να περιβάλλει με το κύρος του τις υποσχέσεις των ανθρώπων και να τις καθιστά αξιόπιστες. Αυτό το πράγμα είναι ο όρκος με τον οποίο καλείται ως μάρτυρας αυτός ο ίδιος ο Θεός, για να βεβαιώσει την αλήθεια των λεγομένων(1).
Η άποψη του θέματος σύμφωνα με τη χριστιανική ανθρωπολογία και παιδαγωγική
   Στη διαστροφή της αλήθειας που κάνει αναγκαίο τον όρκο, οδηγούν πολλές αιτίες, όπως η εμπάθεια, το συμφέρον, η έλλειψη αντικειμενικότητας, τιμιότητας κ.λπ. Βασική, όμως, αιτία είναι η έλλειψη ταπείνωσης, η φιλαυτία και ο εγωισμός. διαστρέφοντας την αλήθεια υποτιμούμε τον άλλο, πράγμα που στην αντίληψη τού υποκειμένου φέρνει τη δική του ανύψωση(2).
   Ο όρκος ήταν πολύ συνηθισμένος στην εποχή της Παλαιάς Διαθήκης. Εκεί ο ίδιος ο Θεός νομοθετεί γι’ αυτόν. Έτσι, στο Δευτερονόμιο συναντάμε τη φράση του Θεού: «Κύριον τον Θεόν σου φοβηθήση… και επί τω ονόματι αυτού ομώ»(3). Παρόμοια και στον Ησαΐα σημειώνεται: «εμοί κάμψει παν γόνυ και ομείται πάσα γλώσσα τον Θεόν»(4).
    Το γεγονός, όμως, ότι ο Θεός επιτρέπει τον όρκο στην Παλαιά Διαθήκη δε σημαίνει, ασφαλώς, και ότι μπορούσε ο οιοσδήποτε να χρησιμοποιεί αυθαίρετα αυτόν. Βασική απαίτηση στην εποχή της Π. Διαθήκης ήταν η ευορκία, η οποία έθετε φραγμούς, για να περιορίζονται οι καταχρήσεις. Χαρακτηριστική εδώ είναι η εντολή του Θεού προς τον Μωυσή: «Ου λήμψη το όνομα Κυρίου του Θεού σου επί ματαίω, ου γαρ μη καθαρίση Κύριος τον λαμβάνοντα το όνομα αυτού επί ματαίω»(5), όπου απαγορεύεται κατηγορηματικά από τον Θεό η «επί ματαίω» χρήση του ονόματός Του.
   Στην «επί ματαίω» και για ευτελή πράγματα χρησιμοποίηση του όρκου κατατάσσεται και η πολυορκία, την οποία, επίσης, απαγορεύει το βιβλίο της Σοφίας Σειράχ: «όρκω μη εθίση το στόμα σου και ονομασία του αγίου μη συνεθισθής»(6).
   Η συνειδητή, πάλι, διαστροφή της αλήθειας ή η ψευδής κατάθεση και παραποίηση των γεγονότων καλείται ψευδορκία και προσβάλλει την τιμή και τη δόξα του ανθρώπου. Επειδή η ψευδορκία εν επιγνώσει διαστρέφει την αλήθεια, βεβηλώνει και ατιμάζει και το όνομα του Θεού και απαγορεύεται από την παλαιοδιαθηκική νομοθεσία: «και ουκ ομείσθε τω ονόματί μου επ’ αδίκω και ου βεβηλώσετε το όνομα του Θεού υμών»(7) .
   Εάν, πάντως, για τον νόμο της Παλαιάς Διαθήκης ο όρκος ήταν ανεκτός, εάν ο ίδιος ο Θεός τον επιτρέπει και τον νομοθετεί, αυτό δε συμβαίνει στο νέο νόμο, το νόμο του Ευαγγελίου, ο οποίος και ζωοποιεί τη νέα κοινωνία της Χάριτος. Η νέα θεοκρατική πολιτεία είναι τελείως άσχετη προς τον κόσμο του ψεύδους. Ο πολίτης της νέας βασιλείας του Θεού πάνω στη γη, της βασιλείας του Χριστού, είναι απόλυτα αναγκαίο να βρίσκεται σε στενότατη σχέση με τον κόσμο του αληθινού φωτός, με την πηγή της αλήθειας τον Ιησού Χριστό. Γι’ αυτό οι πιστοί οπαδοί της διδασκαλίας του Ιησού επιβάλλεται να διακρίνονται για τη μεταξύ τους εμπιστοσύνη και ειλικρίνεια. Η αγιότητα των μελών της βασιλείας του Χριστού πάνω στη γη επιβάλλει αυτοσεβασμό, προς το πανάγιο όνομα του Θεού, το οποίο και αυτός, ακόμα, που έχει τον μετριότερο θρησκευτικό ζήλο δεν ανέχεται σε καμιά περίπτωση να το ακούει να βεβηλώνεται και να βλασφημείται από τους ανθρώπους εκείνους που τόσο βάναυσα και απερίσκεπτα θέτουν στα χείλη τους τον όρκο.
   Σοβαρότατη δυσκολία αποτελεί για τον χριστιανό που ακολουθεί τον τέλειο του Ευαγγελίου νόμο- το οποίο εκτός από τον πνευματικό απαγορεύει κάθε άλλο είδος όρκου- ο όρκος που λέγεται αναγκαστός. Τον όρκο αυτόν επιβάλλουν τα κράτη από ανάγκη στους πολίτες τους για μερική μόνον εξασφάλιση της αλήθειας, και έχει γίνει πραγματικά αναγκαίο κακό, που οφείλεται στην κακοπιστία και στην ανειλικρίνεια που επικρατεί στις σύγχρονες πολιτείες.
   Ο χριστιανός δεν επιτρέπεται σε καμιά περίπτωση, χωρίς σοβαρή αφορμή, να δίνει όρκο ή να απαιτεί από τους φίλους και συμπολίτες του να κάνουν το ίδιο. Αν, πάλι, άλλοι απαιτήσουν από αυτόν όρκο και δε μπορεί με άλλο τρόπο να κατασιγάσει τις αμφιβολίες τους, τότε και μόνον τότε, «κατ’ οικονομίαν», μπορεί και αυτόν τον όρκο να δώσει και αυτό, πάντως, χάριν του πλησίον και μόνον. Ο όρκος αυτός είναι ο λεγόμενος «πνευματικός όρκος», που είναι εντελώς διαφορετικός από τον όρκο που δίνεται «επί ματαίω» και ο Παύλος τον επιτρέπει ως «πέρας πάσης αντιλογίας εις βεβαίωσιν»(8). Αυτό, όμως, ο χριστιανός θα το κάνει με βαθύτατο πόνο και θλίψη και απόλυτη συναίσθηση της πράξης του, και, εννοείται ότι, σε κάθε περίπτωση, θα λέγει την αλήθεια και μόνο την αλήθεια, χωρίς να αποκρύπτει το παραμικρό, ότι «απλούς ο μύθος της αληθείας έφυ», όπως προσφυώς δίδασκε και ο Ευριπίδης, παραδειγματίζοντας από την ειδωλολατρική αρχαιότητα.

O όρκος στον λόγο του Μ. Βασιλείου "Πρός τους Νέους, όπως αν εξ ελληνικών ωφελοίντο λόγων"- Το παράδειγμα

   Ως παράδειγμα έμπρακτης άσκησης στην αρετή ο Βασίλειος αναφέρει αυτό του Κλεινία(9), ενός από τους μαθητές του Πυθαγόρα(10). Ο Κλεινίας, λοιπόν, ενώ μπορούσε δίνοντας έναν απλό όρκο να κερδίσει πρόστιμο τριών ταλάντων, προτίμησε να καταβάλει αυτό το υπέρογκο ποσό, για να μην ορκιστεί, μολονότι και ορκιζόμενος επρόκειτο να δώσει όρκο αληθινό. Αυτό συνέβη, λέγει ο Βασίλειος, επειδή ο Κλεινίας θα είχε, ως φαίνεται, ακούσει την εντολή –του Μωσαϊκού Νόμου, ασφαλώς- που απαγορεύει τον όρκο παντελώς(11).

Η θεολογική άποψη του θέματος

   Η τέταρτη τελειοποίηση του Ιουδαϊκού νόμου που έκανε ο Κύριος κατά την επί του Όρους Ομιλία αναφέρεται στο θέμα του όρκου(12). Ο Ιουδαϊκός νόμος, όπως έχουμε ήδη σημειώσει, επέτρεπε την ευορκία, την πιστή, δηλαδή, τήρηση του όρκου, απαγόρευε, όμως, την επιορκία, δηλαδή την αθέτησή του. Ο Κύριος, στο πνεύμα του νέου νόμου του Ευαγγελίου, παραδίνει καινή εντολή σφραγισμένη με την εγκυρότητα του θείου θελήματός Του: «Εγώ δε λέγω υμίν μη ομόσαι όλως»(13). Με την κατηγορηματική εντολή Του ο Κύριος απαγορεύει κάθε όρκο στους πολίτες της νέας θεοκρατικής κοινωνίας. Το ψεύδος ανήκει κατ’ εξοχήν στον διάβολο, τον πατέρα του ψεύδους(14), και στον παλαιό άνθρωπο, τον άνθρωπο δηλαδή του νόμου. Χαρακτηριστικό του νέου ανθρώπου είναι η φιλαλήθεια, που κάνει περιττό κάθε όρκο. Όσοι πιστεύουμε στον Θεό και στη δύναμη της αλήθειάς του «ου δυνάμεθά τι κατά της αληθείας αλλ’ υπέρ της αληθείας»(14). Η συνεχής επικοινωνία και σχέση του πιστού με τον Θεό, την πηγή του αληθινού φωτός και της Αλήθειας, απαιτεί τέτοιο αυτοσεβασμό, ώστε η ψυχή του να ικανοποιείται με μόνη την αλήθεια, αφού «ο μη γινώσκων την αλήθειαν ουτ’ αληθώς πιστεύειν δύναται …», όπως διδάσκει ο Ησύχιος ο πρεσβύτερος(16).
   Υπάρχει απόλυτη ανάγκη έντονης συνεργασίας των μελών της νέας θεοκρατικής κοινωνίας, ώστε ο όρκος να περιοριστεί στο ελάχιστο, μέχρι να μορφωθούν κοινωνίες πραγματικά χριστιανικές, στις οποίες και μόνη η απλή διαβεβαίωση, το «ναι» και το «ου», θα είναι αρκετή και η διδασκαλία του Ιησού για τη φιλαλήθεια θα έχει απόλυτη εφαρμογή.


Παιδαγωγική εφαρμογή
(Η διδασκαλία της φιλαλήθειας)


   Όπως παρακολουθήσαμε παραπάνω, στην Καινή Διαθήκη το ζήτημα του όρκου λαμβάνει όλως διαφορετική μορφή από αυτήν που αυτό είχε στην Π. Διαθήκη. Για τον πολίτη της νέας του Χριστού κοινωνίας η φιλαλήθεια, που θα κάνει περιττή την προσφυγή στον όρκο, καθίσταται τόσο απαραίτητη για τον πολίτη της νέας του Χριστού κοινωνίας, ώστε να είναι εντελώς αδύνατον να αποχωριστεί από αυτόν. Το ψεύδος χαρακτήριζε τον παλαιό άνθρωπο, τον οποίο απέβαλε ο πολίτης της νέας του Χριστού πολιτείας, δια του Ευαγγελίου της αγάπης και φόρεσε το ένδυμα του καινού ανθρώπου, το ένδυμα της αλήθειας, γιατί η όντως αλήθεια είναι αυτός ο ίδιος ο Θεός(17). Γι’ αυτό, απαγορεύεται απολύτως η ύπαρξη του ψεύδους στην καινή αυτήν πολιτεία της χάριτος, που πρέπει να διακρίνεται από μόνη την αγάπη προς την αλήθεια, την οποία ο λόγος του Θεού ήλθε στον κόσμο να διδάξει. Kαι η προσέγγιση της αλήθειας γίνεται από τον άνθρωπο, όταν συναντάται προσωπικά με τον Θεό.
   Δεν επιτρέπεται, λοιπόν, ο πολίτης της επίγειας του Χριστού βασιλείας να αμφιβάλλει για την αλήθεια ορισμένων πραγμάτων. Το παιδί μας «εξ απαλών ονύχων» θα πρέπει να το μάθουμε να λέγει την αλήθεια και μόνο την αλήθεια και ποτέ να μην αμφιβάλλει για ορισμένα πράγματα, ώστε να απαιτεί διαβεβαίωση μεθ’ όρκου, για να μας πιστέψει. Το παιδί μας πρέπει να πάρει ως αρχή του το «ναι» που λέγει στον συνομιλητή του να ανταποκρίνεται απόλυτα στην πραγματικότητα και να είναι ένα πραγματικό «ναι», όπως και το όχι του να είναι ένα πραγματικό «όχι». Να πληροφορηθεί ότι η αλήθεια, πάντα, είναι το ορθό που πρέπει να λέγεται και ποτέ το ψεύδος. Αυτό είναι χρέος αρχικά των γονέων και στη συνέχεια του σχολείου και της κοινωνίας να διδάξουν με το ζωντανό παράδειγμά τους το νέο άτομο από την πιο μικρή ηλικία να μάθει να μη λέγει σε καμιά περίπτωση αντί του «ναι» «όχι» και αντί του «όχι» «ναι». Αν το «ναι» που απευθύνουμε στο συνομιλητή μας είναι ένα πραγματικό «ναι» και το «όχι» ένα πραγματικό όχι», τότε τα λόγια μας θα εμπνέουν τόση εμπιστοσύνη, που θα ισοδυναμούν με όρκο χωρίς, φυσικά, εμείς να έχουμε ορκιστεί. Παιδαγωγικός μας στόχος θα είναι να οδηγήσουμε το νεαρό άτομο στον εθισμό του στην αρετή της φιλαληθείας, ώστε και μόνη η απλή διαβεβαίωση, το «ναι» ή το «όχι» να έχουν τη δύναμη να του δημιουργούν απόλυτη εμπιστοσύνη και έτσι η προσφυγή στον όρκο να καθίσταται όλως περιττή και άχρηστη.
   Ακόμα, το παιδί μας θα το διδάξουμε από μικρό μπροστά σε καταστάσεις φόβου, για ενδεχόμενη τιμωρία του, να λέγει πάντοτε την αλήθεια, όσο οδυνηρή και αν του είναι αυτή. Το ψέμα είναι γνώρισμα ανανδρίας και όπλο των αδύναμων χαρακτήρων. Κανένα πράγμα από τα ανθρώπινα δεν είναι ωραιότερο από το φως που χύνεται γύρω μας με την αλήθεια. Και μπορεί μεν η αλήθεια, κάποιες φορές, να καλύπτεται κάτω από την αχλύ του ψεύδους των συνανθρώπων μας, αλλά αυτό, κατά κανόνα, συμβαίνει εντελώς προσωρινά και πρόσκαιρα, γιατί και πάλι έρχεται ώρα, που η αλήθεια σαν τον ήλιο ξαναλάμπει περίλαμπρη κι ανέρχεται στο φως και την επιφάνεια.
   Από την άλλη μεριά, στο παιδί μας θα δώσουμε να καταλάβει ότι θα πρέπει να είναι έτοιμο να ακούει την αλήθεια όσο οδυνηρή κι αν του είναι η αποκάλυψή της και να μην έχει την απαίτηση να το κολακεύουμε με ψευτόλογα και ψεύτικες υποσχέσεις. Αν το συμφέρον το απαιτεί, η αλήθεια θα λέγεται με κάθε θυσία και το παιδί μας θα πρέπει, από την πρώτη στιγμή, να την πληροφορείται, όσο σκληρό και αν φαίνεται αυτό. Αλίμονο αν του αποκρύπτουμε για πολύ καιρό την αλήθεια με ψεύτικες υποσχέσεις και αοριστολογίες. Το ψέμα που ποτέ δεν ζει επί μακρόν για να γεράσει, κάποτε, αργά η γρήγορα, θα αποκαλυφθεί και το παιδί μας μαθαίνοντας όλη την αλήθεια θα πέσει στο κενό που εμείς οι ίδιοι θα του έχουμε δημιουργήσει. Αλλά τότε ο εθισμός του στο ψεύδος θα έχει συντελεστεί και μάλιστα από αυτά τα πρόσωπα που είναι εντεταλμένα για την χριστιανική και ηθική διαπαιδαγώγησή του.
   Στο σημείο αυτό έχουμε το φωτεινό παράδειγμα του Κυρίου, ο Οποίος στο κατά Ιωάννην ιερό Ευαγγέλιο(18)- όσο και αν αυτό θα λυπήσει τους μαθητές Του - κρίνει ότι θα πρέπει να τους αποκαλύψει τη θλιβερή αλήθεια. ναι, τους λέγει, πηγαίνω προς Εκείνον που με έστειλε σε αυτόν τον κόσμο και αυτός ο πρόσκαιρος χωρισμός μας, το ξέρω, σας γεμίζει με λύπη την καρδιά σας, γιατί αναλογίζεστε τις θλίψεις και τους διωγμούς που σας περιμένουν. Όμως, βεβαιωθείτε ότι σας λέγω την καθαρή την απόλυτη αλήθεια. Σας συμφέρει εγώ να φύγω, γιατί εάν δεν αποθάνω πάνω στο σταυρό και δεν σας αποχωριστώ για λίγο, ο Παράκλητος δε θα έλθει σε σας.
   Τέλος, θα διδάξουμε το παιδί μας ότι σε καμιά περίπτωση δεν επιτρέπεται, χωρίς σοβαρή αφορμή, να δίνει όρκο ή να απαιτεί από τους φίλους ή και τους γονείς του να του ορκίζονται «επί ματαίω» και για όλως ευτελή και ασήμαντα πράγματα ή, και το χειρότερο, για υλικά συμφέροντα. Αν, πάλι, αργότερα, στη ζωή του κληθεί ως μάρτυρας σε δικαστήριο, οπότε θα του ζητηθεί να δώσει τον λεγόμενο αναγκαστό όρκο(19) ή, αν άλλοι του απαιτήσουν να ορκιστεί για θέματα, όμως, υψίστης σημασίας, που δεν αφορούν το ατομικό του συμφέρον αλλά το συμφέρον και μόνο του πλησίον(20), και δε μπορεί με άλλο τρόπο να κατασιγάσει τις αμφιβολίες τους, τότε και μόνο τότε, και ‘κατ΄ οικονομίαν’, μπορεί και αυτόν τον όρκο να δώσει και αυτό, πάντως, χάριν του πλησίον.

Συμπέρασμα

   Όπως λοιπόν και να έχει το πράγμα, η αλήθεια είναι ανάγκη, σε κάθε περίπτωση, να λάμπει και το αντικειμενικά ορθό να γίνεται σεβαστό από τον πολίτη της καινής του Θεού πολιτείας. Η αλήθεια και οι ακτίνες του ηλίου ποτέ δεν λερώνονται. Οι γενεές παρέρχονται, μα η αλήθεια παραμένει στον αιώνα. Το ψεύδος, λοιπόν, είναι ανάγκη να υποχωρεί μπροστά στη δύναμη της Αλήθειας και οι τυχόν διαφορετικές αντιλήψεις μας δεν επιτρέπεται να ασκούν καμιά επίδραση πάνω σε αυτήν.


-----------------------------------
1.Στις επαγγελίες και υποσχέσεις που ο Θεός δίνει με όρκο, βλέπουμε η αυτοαλήθεια, που είναι ο Θεός, να επικαλείται τη μαρτυρία του εαυτού του, για να δώσει στους ανθρώπους διπλή και έτσι απολύτως ασφαλή βεβαίωση για την αμετάθετη βουλή της (πρβλ. Ησ. με΄, 22,23).
2.Πρβλ. Κωνστ. Γρηγοριάδη, Η ορθόδοξη εκκλησιαστική μαρτυρία για την αγωγή, στον τ. Μαρτυρία Ορθοδοξίας, Αθήνα 1971, 117.
3.Δευτ.στ΄,13.
4.Ησ. με΄ 22, 23. Πρβλ. και Γεν. κβ΄ 16- 18, κστ΄ 3 και Εβρ. στ΄ 13-18, καθώς και Ψαλμ.πη΄3,4. ρθ΄ ,4. ρλα΄ 11. Αριθμ. ιδ΄ 20-23.
5.Εξόδ.κ΄7.
6.Σοφ. Σειράχ κγ, 9.
7.Λευιτ. ιθ,12.
8.(Εβρ. στ΄, 16). Πνευματικός ονομάζεται και ο όρκος που δίνεται προκειμένου να επισφραγιστεί μια μεγάλη πνευματική και κοσμοσωτήρια αλήθεια. Αυτόν τον όρκο δίνει ο Ιησούς στον Καϊάφα, όταν ο δεύτερος τον εξορκίζει κατά του Θεού του ζώντος να τους πει εάν πράγματι είναι ο Χριστός ο Υιός του Θεού. Ο Ιησούς δεν αρνείται να δώσει τον καθιερωμένο όρκο «συ είπας», που σημαίνει ναι!! Αυτή είναι η αλήθεια! Το ζήτημα στη δίκη του Κυρίου ήταν ύψιστο και ανταποκρινόταν γενικότερα στο σκοπό του έργου Του και της επίγειας ζωής Του. Με άλλα λόγια από την ομολογία και τη βεβαίωση του Κυρίου ότι αυτός είναι ο Υιός του Θεού εξαρτιόταν η σωτηρία του κόσμου. Στο συνέδριο, εξάλλου, των παρανόμων ήταν και σύνεδροι που έπρεπε να ακούσουν τη βεβαίωση αυτήν, όπως ο Νικόδημος και ο Ιωσήφ. Αλλά μήπως η ένορκος αυτή διαβεβαίωση του Ιησού δεν αποτελεί, έκτοτε, ισχυρότατο τεκμήριο ότι αυτός είναι ο Υιός του Θεού και για την τότε γενιά και για τις κατοπινές μυριάδες των ανθρώπων; Ο Κύριος, λοιπόν, με τον όρκο Του θέλει να βεβαιώσει αλήθειες υψηλές και κοσμοσωτήριες. Πρβλ. και Α΄ Θεσσ. ε΄, 27, όπου ο Απόστολος Παύλος ορκίζει τους παραλήπτες της επιστολής του στον Κύριο να τη διαβάσουν δημοσία. Τούτο κρίνεται από τον Παύλο επιτακτικό και απόλυτα αναγκαίο όχι για το ατομικό του συμφέρον αλλά για το γενικότερο συμφέρον της Εκκλησίας του Χριστού (πρβλ., γενικά, Σεραφείμ Παπακώστα, Η επί του Όρους Ομιλία, Αθήναι 19482, 242-243).
9.Ο Κλεινίας ήταν γιος του Αλκιβιάδη του πρεσβύτερου. Αντάξιος του πατέρα του πολέμησε και διακρίθηκε για την ανδρεία του κατά τους Περσικούς πολέμους. Γιος του ήταν ο περίφημος στρατηγός των Αθηναίων Αλκιβιάδης. Πέθανε μαχόμενος υπέρ πατρίδος το 447 π.Χ. στη μάχη της Κορώνειας.
10. Το περιστατικό αναφέρει ο νεοπλατωνιστής φιλόσοφος Ιάμβλιχος (+330 μ. Χ.) στο βιβλίο του Βίος Πυθαγόρου, 28. Βλ Μ. Βασιλείου, Προς τους Νέους…, Migne P. G. 31, 577 A B.
11.«Ου ψευδομαρτυρήσεις κατά του πλησίον σου μαρτυρίαν ψευδή» (Εξ. 20, 16). Πρβλ. και Ματθ. 5, 34 «Εγώ δε λέγω υμίν μη ομόσαι όλως».
12.Ματθ. ε΄, 33-37
13.Ματθ. 5, 34.
14.Η αλήθεια για το διάβολο είναι κάτι το εντελώς άγνωστο και ξένο, γιατί μέσα του δεν υπάρχει καμιά απολύτως επιθυμία και διάθεση να προσοικειωθεί κάποτε και πάλι αυτήν.
15.Β΄ Κορ. ιγ΄ 8.
16.Φιλοκαλία τ. Α΄, 150, έκδ. « ΑΣΤΕΡΟΣ» Παπαδημητρίου, Αθήναι, 19573.
17.Κολ. γ΄, 9.
18.Ιω.16, 5-7.
19.Εδώ, βέβαια, και εφόσον δεν πρόκειται για θέματα υψίστης πνευματικής σημασίας, αλλά για υλικά συμφέροντα και μόνο τίθεται σε αμφιβολία η κανονικότητα του όρκου. Υπάρχουν, βέβαια, κάποιες ελάχιστες εξαιρέσεις ευθαρσούς άρνησης ορισμένων προσώπων στο να δώσουν τον όρκο αυτόν. Όμως, θα ήταν δύσκολο για μας να απαιτήσουμε από το παιδί μας, που έχει εξάλλου τόσο υψηλό αγώνα να επιτελέσει, να αρνηθεί - ενώπιον δικαστηρίου ή σε άλλες περιπτώσεις, που κακώς η πολιτεία απαιτεί όρκο - να τον δώσει. Μακάρι η όλη θεοπρεπής αγωγή μας να είναι τέτοια που να ωθήσει, σε μια τέτοια περίπτωση, να το κάνει μόνος του.
20.Για παράδειγμα μπορούμε να αναφέρουμε στον έφηβό μας την περίπτωση εγγάμου γυναίκας με μικρά παιδιά, η οποία κατηγορείται άδικα για μοιχεία. Εάν ο όρκος μας και μόνο μπορεί να κατασιγάσει τις υποψίες σε βάρος αυτής της εγνωσμένης αθωότητας γυναίκας και να αποφευχθεί, έτσι, η διάλυση της συγκεκριμένης οικογένειας με ό,τι κακό θα μπορούσε αυτό να συνεπαγόταν για τα μικρά παιδιά της, τότε θα δώσουμε τον όρκο αυτόν χάριν του πλησίον.

ΠΟΙΗΤΙΚΑ ΣΚΙΡΤΗΜΑΤΑ

ΑΝΤΩΝΗ Κ. ΖΑΧΑΡΑΚΗ

ΠΟΙΗΤΙΚΑ ΣΚΙΡΤΗΜΑΤΑ
[Ρέθυμνο 2009, σχ. 8ο (24Χ17), σσ. 230]

ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ
http://ret-anadromes.blogspot.com

Ο κ. Αντώνης Κ. Ζαχαράκης ανήκει στη στρατιά εκείνη των παλαιών Ρεθεμνιωτών, που γνώρισμά τους έχουν την ευγένεια και τη λεπτότητα του ήθους, τη σεμνότητα και την ανθρωπιά. Ως δάσκαλος επί δεκαετηρίδες, ο κ. Ζαχαράκης διακρινόταν για τον ενθουσιαστικό παλμό της διδασκαλίας του και την απεριόριστη αγάπη του προς τους μαθητές του, ενώ μέχρι σήμερα συνεχίζουν να τον χαρακτηρίζουν το πηγαίο της ευγένειάς του, η προσήνεια και απλότητα στους τρόπους, η στοργή και εγκαρδιότητα, η ηρεμία και στοχαστικότητα και το αγνό χριστιανικό του ήθος. Οι συναναστρεφόμενοι μαζί του έχουν, πάντοτε, κάτι να ωφεληθούν από αυτόν, γιατί έχει το χάρισμα να μεταδίδει, να φωτίζει, να ευφραίνει και να διδάσκει.
Ο λόγος του εντυπωσιακός και απόλυτα πειστικός μαρτυρεί, νομίζω, πόσο βαθιά χαίρεται από τη συγκομιδή αυτήν του πνευματικού του αγρού και των πλούσιων εμπειριών μιας εκατοντάχρονης ζωής. Πόση χαρά δοκιμάζει- ψυχολογική και αυτή επιθυμία όλων των βετεράνων, των παλαίμαχων της ζωής- τις άφθονες και δυνατές εμπειρίες του να τις μεταφέρει και σε μας τους νεότερους, προκειμένου με τον λόγο του αυτόν να μας διδάξει, νουθετήσει και ψυχαγωγήσει.
Στην ένατη δεκαετία της ζωής του ο κ. Ζαχαράκης, πέραν της δεδομένης ωριμότητας, παρουσιάζει και μιαν αντίστοιχη ανθηρότητα, ευεξία και σφριγηλότατα πνεύματος, που πραγματικά εντυπωσιάζει. Μέσα στα τελευταία οκτώ, μόλις, χρόνια της ζωής του ο κ. Ζαχαράκης κατόρθωσε και ανέστησε οκτώ πολυσέλιδα βιβλία! (μερικοί γνωστοί τίτλοι: Ποιήματα, Αληθινές Ιστορίες, Ο Σηφαλιός, Περασμένα Ξεχασμένα, Του χρόνου τα Γυρίσματα, Τα λογοστεμένα κ.λπ.). Εμπειρία ανεπανάληπτη για τον ίδιο και όλους εμάς που τον παρακολουθούμε στην όμορφη και μεγαλειώδη αυτήν αναμέτρηση του, στο παιγνίδι του αυτό με τις πεπερασμένες και επηρεαζόμενες από πολλούς παράγοντες δυνάμεις του ανθρώπου.
Ο συγγραφέας φιλοσοφεί τα γεγονότα με τα πιο ζωντανά και ελκυστικά χρώματα και με έντονα παραστατικές, σχεδόν νατουραλιστικές εικόνες καταγράφει δεκάδες βιώματά του, που τα ανασύρει και στο παρόν βιβλίο του, όπως και στα προηγούμενα, με φωτογραφική λεπτομέρεια από το συρτάρι της μνήμης, από πρόσωπα συγγενικά, φιλικά, αγαπητά και όχι μόνο, πρόσωπα του περιβάλλοντός του, του σχολείου, τής φύσης, της πόλης και του χωριού.
Οι ενθαρρυντικές κριτικές και τα ευμενή σχόλια που γνώρισαν, μέχρι σήμερα, τα προηγούμενα βιβλία του εκλεκτού διδασκάλου και συμπολίτη κ. Αντώνη Κ. Ζαχαράκη τον ώθησαν να βρει το κουράγιο και το θάρρος, για να συνεχίσει να γράφει, σε μια ηλικία, πάντως, που έρχεται σε καταφανή αντίθεση προς τον δυναμισμό και την αποτελεσματικότητα της γραφίδας του. Να γράφει ιστορίες από το παρελθόν, βιώματα αληθινά και ώριμα για τον ίδιο, κοσμημένα από τον πλούσιο πνευματικό μόχθο ευγενικών προσπαθειών και αγώνων.
Και μέσα σε αυτό το όμορφο «παιγνίδι» του με τον χρόνο και τις πνευματικές του δυνάμεις που, σίγουρα του δίνει ζωή και ενδιαφέρον γι’ αυτό που κάνει, ο κ. Ζαχαράκης, για πρώτη φορά με το παρόν βιβλίο του, προς στιγμήν, φαίνεται να επιζητεί την επιβεβαίωση του αναγνωστικού του κοινού σε αυτό που κάνει και έτσι να βεβαιωθεί ότι τα ποιητικά του σκιρτήματα και αρέσουν και διαβάζονται από το κοινό, να πάρει δύναμη και να συνεχίσει.
Γράφει, λοιπόν, την παρακάτω χαρακτηριστική αποστροφή στον πρόλογο αυτού του τελευταίου, ένατου, βιβλίου του που την μεταφέρω όπως έχει στο σημείωμα μου αυτό:

Έτσι σιγά κι αθόρυβα στο ένατο έχω φτάσει
κι ομολογώ πως τούτο δω μ’ έχει κάπως κουράσει.
«Ποιητικά Σκιρτήματα» είναι το όνομά του
κι όποιος γλυκοδιαβάσει το θα πάρει τη χαρά του.
Πιστεύω πως και με αυτό θα σας ευχαριστήσω,
γιατί αλλιώς θα πρέπει μου εδώ να σταματήσω.
Και βέβαια, κ. Ζαχαράκη, την επιβεβαίωση που ζητάτε την έχετε απ’ όλους μας. Και βέβαια επιβάλλεται να συνεχίσετε να γράφετε και να δημιουργείτε ποιήματα και ιστορίες ζωής. Τα ποιήματά σας κυριολεκτικά στάζουν μιαν ασύγκριτη και ασυνήθιστη ωριμότητα και ευλογία απόρροια και τα δύο της ηλικίας που διάγετε. Στάζουν, περαιτέρω, την αγάπη για τη ζωή, την αγάπη για την πατρίδα και τη θρησκεία και τις αξίες της ζωής, πράγματα που όλοι μας απόλυτα τα χρειαζόμαστε.
Τα θέλουμε, τα χρειαζόμαστε τα ποιητικά σας «σκιρτήματα» κ. Ζαχαράκη. μας διδάσκουν, μας τέρπουν, μας ευφραίνουν και σας ευχαριστούμε απεριόριστα για τη μεγαλειώδη αυτήν προσφορά σας.