ΓΕΩΡΓΙΟΥ Ε. ΚΡΑΣΑΝΑΚΗ * * * Η ΕΙΛΙΚΡΙΝΕΙΑ * Ψυχολογική θεώρηση

 


        ΓΕΩΡΓΙΟΥ Ε. ΚΡΑΣΑΝΑΚΗ

        Ομότ. Καθηγητή Ψυχολογίας Πανεπιστημίου Κρήτης

  

Η  ΕΙΛΙΚΡΙΝΕΙΑ

Ψυχολογική θεώρηση

 [Ηράκλειο Κρήτης 2022, σχ. 16ο (17 Χ 12), σσ. 240]

 

                 ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ

               www.ret-anadromes.blogspot.com

 

         Ομότιμος Καθηγητής Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης ο κ. Γεώργιος Ε. Κρασανάκης και πρώην Κοσμήτορας της Σχολής Επιστημών Αγωγής, είναι, σαφώς, ο καθ’ ύλην αρμόδιος να διαπραγματευτεί και διαχειριστεί ένα τέτοιο επιστημονικό, όπως το «εν τω τίτλω», θέμα, «Η Ειλικρίνεια, Ψυχολογική θεώρηση», που αποτελεί καρπό- μαζί και με δεκάδες άλλα ψυχολογικά και παιδαγωγικά βιβλία- των πλούσιων και  πολύχρονων επιστημονικών σπουδών του σε Πανεπιστήμια της Ελλάδας και του Εξωτερικού [Θεσσαλονίκης, Γενεύης, Παρισίων (Σορβόνης- Paris V)] και της επιτυχούς μακράς πανεπιστημιακής του διδασκαλίας στα Πανεπιστήμια της Κρήτης και της Κύπρου.

    Πρόκειται για ένα θέμα αρκετά πρωτότυπο (και μέσα ακραιφνώς στα διαφέροντα της ψυχολογικής επιστήμης), αλλά και εξαιρετικά χρήσιμο και πρακτικό, αφού μπορεί να βοηθήσει πολλούς ανθρώπους στην καθημερινή τους ζωή.

Η σύγχρονη Ψυχολογία δεν έχει χαρακτήρα φιλοσοφικό, παρότι προήλθε από τη Φιλοσοφία, όπως και πολλές άλλες επιστήμες. Ο χαρακτήρας της είναι περισσότερο εμπειρικός και ως τέτοιος μάς επιτρέπει να μιλούμε για δυο διαφορετικούς τύπους ανθρώπων. τον γνωστικό και τον συναισθηματικό τύπο. Με τον δεύτερο εξ αυτών, τον συναισθηματικό, συνδέεται στενά και η ειλικρίνεια, που αναφέρεται και εκφράζει τον άνθρωπο εκείνον που αναγνωρίζει ποιος είναι και πράττει αυτό που πιστεύει, αυτό που βιώνει, χωρίς να το μεταβάλλει, προσποιούμενος άνθρωπο διαφορετικό από αυτόν που πραγματικά ο ίδιος είναι. Υπό την άποψη αυτήν ο ειλικρινής άνθρωπος είναι ανυπόκριτος, ευθύς και φιλαλήθης και δένεται άρρηκτα με τις σπουδαιότερες αρχές του ενάρετου ανθρώπινου βίου, όπως και οι προαναφερθείσες. Η πραγματικότητα αυτή ωθεί τον συγγραφέα, οδεύοντας μέσω μιας σειράς αρετών, να φθάσει και να εξετάσει λεπτομερώς και την εξεταζόμενη αρετή της «ειλικρίνειας».

  Έτσι, χαρακτηριστικά, εισαγωγικά στο θέμα, κεφάλαια του βιβλίου είναι τα αφορώντα στα ηθικά καθήκοντα του ανθρώπου και στον ενάρετο ανθρώπινο βίο, ενώ η θεματολογία του βιβλίου ωθεί τον συγγραφέα στη συνεξέταση και άλλων παρεμφερών, προς τις παραπάνω, αρετών που δένονται άμεσα με την αρετή της ειλικρίνειας, όπως το αντίθετο αυτής, το ψεύδος και την υποκρισία, τη μυθομανία, μια παθολογική μορφή της ψευδολογίας, την ψευδορκία και την επιορκία.

Η μελέτη του κ. Κρασανάκη, με τη θαυμάσια αυτή δομή και θεματολογία της, καθίσταται ένα εξαιρετικά χρήσιμο εγχειρίδιο ηθικής και μάλιστα με σαφή και γνήσιο χριστιανικό προσανατολισμό, λόγω της πολλαπλής- πέραν της ακραιφνώς ψυχολογικής επιστημονικής- και σε μιαν εντυπωσιακά πλούσια και πολυμερή στήριξή της και σε ποικίλες βιβλικές, αγιογραφικές και πατερικές πηγές, ενώ παραθέτει και ειδικό κεφάλαιο με τον τίτλο: «Ειλικρίνεια και θρησκεία».

Ειδικό ενδιαφέρον παρουσιάζει και έρευνα του συγγραφέα, που παρατίθεται στο τέλος του βιβλίου, σχετική με το εν λόγω θέμα της ειλικρίνειας και της αποφυγής του ψεύδους. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε μέσω σχετικού ερωτηματολογίου, στο οποίο απάντησαν εκατόν πενήντα τέσσερις (154) άνθρωποι όλων των ηλικιών, εβδομήντα οκτώ άνδρες και εβδομήντα έξι γυναίκες. Τα αποτελέσματα κατόπιν ανάλυσης και αξιολόγησής των από τον συγγραφέα, έδωσαν, κατά σειρά, τους εξής λόγους για τους οποίους επιβάλλεται σε κάθε φυσιολογικό άνθρωπο να μη λέγει ψέματα και να κοσμείται από την αρετή της ειλικρίνειας: 1)ηθικούς, 2)κοινωνικούς, 3) σκοπιμότητας, 4) συνειδησιακούς, 5)υγείας, 6) θρησκευτικούς και 7) επιστημονικούς.  

Για άλλη μια φορά συγχαίρουμε και θερμά ευχαριστούμε τον εκλεκτό Καθηγητή και φίλο κ. Γεώργιο Ε. Κρασανάκη και του ευχόμαστε να έχει δύναμη και υγεία, για να συνεχίζει επί μακρόν τη γόνιμη, δημιουργική και εργώδη δραστηριότητά του στον χώρο της ψυχολογικής επιστήμης, όπου η μέχρι σήμερα συμβολή του είναι σπουδαία και πολυτρόπως αναγνωρισμένη.

ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΠΕΛΑΝΤΑΚΗΣ * * * ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΜΑΡΚΑΚΗΣ * ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ


ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ

 

     ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΜΑΡΚΑΚΗΣ         ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ

 

 Από: ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΠΕΛΑΝΤΑΚΗΣ


     Πριν από λίγες εβδομάδες έγιναν στα Κεραμέ Αγίου Βασιλείου τα αποκαλυπτήρια της προτομής του λαμπρού τέκνου τους Βασιλείου Μαρκάκη, του αντιστασιακού εναντίον των Γερμανών Μητροπολίτη Κρήτης. Ταυτόχρονα δημοσιοποιήθηκε η μονογραφία, με τον παραπάνω τίτλο, του πολυγραφότατου συγγραφέα και φίλου Κωστή Παπαδάκη.

     Η προτομή στα Κεραμέ θα θυμίζει στον επισκέπτη μια μεγάλη μορφή της Κρητικής Εκκλησίας και το βιβλίο -μονογραφία για τη ζωή και το εκκλησιαστικό και κοινωνικό έργο – προσφορά του αοίδιμου Βασιλείου Μαρκάκη.

     Το βιβλίο, εκτός από τα βιογραφικά στοιχεία, αναφέρεται στην όλη δράση ζωής του, τόσο ως διδάσκοντος και διευθυντή της σχολής Αγίου Πνεύματος Κισσού, όσο και ως Επισκόπου στη νεοσύστατη (1900) Επισκοπή Αρκαδίας (έδρα: Άγιοι Δέκα Μεσαράς). Παράλληλα παρουσιάζεται η καταλυτική συμβολή του στην ίδρυση και λειτουργία (1920) της Πρακτικής Γεωργικής σχολής Μεσαράς (στο χωριό Αμπελούζο).

      Η ίδρυση αυτής της Γεωργικής σχολής σχετίζεται με την γενναία αγροτική μεταρρύθμιση που έκαμε ο Ελευθέριος Βενιζέλος, κατά τη δεύτερη κυβέρνησή του, με την οποία πέτυχε να εξαπλωθεί η καλλιέργεια – αξιοποίηση της μοναστηριακής περιουσίας σε όλη την Ελληνική επικράτεια.

      Αντιδράσεις υπήρξαν μεγάλες, όχι όμως στην Κρήτη και ιδίως στον σιτοβολώνα της, την πεδιάδα της Μεσαράς. Εκεί, ο Επίσκοπος Αρκαδίας Βασίλειος αγκάλιασε – ευλόγησε – έγινε μπροστάρης στην αγροτική μεταρρύθμιση και κυρίως στήριξε την ίδρυση και λειτουργία της πρακτικής Γεωργικής σχολής.

       Από τη σχολή αυτή βγήκαν οι πρώτοι φωτισμένοι μικροί γεωπόνοι της Κρήτης, παράλληλα με τους γεωπόνους της σχολής, που ιδρύθηκε (1920) για να υπηρετήσει την αγροτική μεταρρύθμιση.

    Η δράση του Επισκόπου Βασιλείου κοντά στη σχολή επέδρασε ως καταλύτης για τη συμφιλίωση του αγρότη με τα νέα επιστημονικά – γεωπονικά δεδομένα. Απόδειξη τούτων είναι η σημερινή γεωργική ανάπτυξη αυτής της ευλογημένης περιοχής της Μεσαράς, η οποία είναι από τις πιο προηγμένες της Ελλάδας.

    Η αντιστασιακή δράση του Βασιλείου εναντίον των Γερμανών, εναντίον των οποίων μιλούσε από άμβωνος και με τις εγκυκλίους του, του στοίχισε μεν την εξορία, αλλά άφησε φωτεινό παράδειγμα για κάθε κληρικό και κάθε πολίτη.

     Συγχαίρω τον αγαπητό Κωστή Παπαδάκη για το νέο βιβλίο του και εύχομαι να συνεχίσει ακούραστος το έργο του, μαζί με τη Μαρία και όλη την οικογένειά τους.

ΤΙΤΟΣ ΣΥΛΛΙΓΑΡΔΑΚΗΣ (1970-1987) * * * 35 χρόνια από την Κοίμησή του*

 


ΤΙΤΟΣ ΣΥΛΛΙΓΑΡΔΑΚΗΣ

(1970-1987)

35 χρόνια από την Κοίμησή του*

 

 

    ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ

        http://ret-anadromes.blogspot.com/

 

Με αισθήματα εγκαρδιότητας η ωραία και ανόθευτη ψυχή των Ρεθυμνίων ένιωσε- και ιδιαίτερα η Μονή αυτή που σήμερα μας φιλοξενεί - τον αείμνηστο Μητροπολίτη Τίτο Συλλιγαρδάκη ως «ὀστοῦν ἐκ τῶν ὀστέων της καὶ σὰρκα ἐκ τῆς σαρκός της». Το απέδειξε, εξάλλου, με τις μαζικές εκδηλώσεις αγάπης προς το πρόσωπό του από την πρώτη, κιόλας, ημέρα της υποδοχής και ενθρόνισής του στον ιστορικό θρόνο τής Μητροπόλεώς μας, καθώς, στη συνέχεια, και κατά τα 17 έτη της χρηστής και ευλογημένης ποιμαντορίας του, μέχρι και την ημέρα της Κοίμησής του, στις 11 Σεπτεμβρίου 1987.

Ο αείμνηστος Μητροπολίτης Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου κυρός Τίτος- κατά κόσμον Δημήτριος Συλλιγαρδάκης- γεννήθηκε στη Νεάπολη Λασιθίου το έτος 1929. Ευτύχησε να έχει γονείς ευσεβείς και από μικρός να γαλουχηθεί στα νάματα της ορθοδόξου χριστιανικής πίστης. Απέκτησε πλούσια θεολογική μόρφωση, ύστερα από λαμπρές θεολογικές σπουδές στην Ορθόδοξη Θεολογική Σχολή του Τιμίου Σταυρού της Βοστώνης, στην επισκοπελιανή Θεολογική Σχολή της Νέας Υόρκης και στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Στη συνέχεια- αφού διακόνησε για δεκαπέντε (15) συναπτά έτη την ομογένεια της Αμερικής, στην κοινότητα της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης- στις 17 Μαΐου  1970 κλήθηκε από την Ι. Επαρχιακή Σύνοδο της Εκκλησίας της Κρήτης και ανέλαβε την ποιμαντορία της Ιεράς Μητροπόλεως Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου, όπου παρουσίασε ένα πραγματικά πλούσιο και πολυδιάστατο ποιμαντικό, λειτουργικό, πολιτιστικό, κοινωνικό, φιλανθρωπικό και συγγραφικό έργο. Κατέστη, έκτοτε, ο υψηλός εμπνευστής και καθοδηγητής, ο έμπειρος διδάσκαλος και κατηχητής τού ποιμνίου του. Αυτός που στο εξής θα έφερνε μαζί του την ευλογία του Θεού και την αγάπη των ανθρώπων.

Η Ι. Μητρόπολη Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου, που χήρευε για πολλά χρόνια- λόγω μακράς ασθενείας του προκατόχου του κυρού Αθανασίου Αποστολάκη- δέχτηκε πλούσια την αναγεννητική πνοή τής ευλογημένης ποιμαντορίας του. Δημιουργεί στην πόλη μας δέκα (10) ενορίες και εγκαινιάζει 119 ιερούς ναούς. Χειροτονεί νέους ιερείς και τους τοποθετεί στις ενορίες της πόλεως και της υπαίθρου. Ανακαινίζει εκ βάθρων το παλαιό ρωσικό επισκοπείο, δίπλα στον Μητροπολιτικό Ναό των Εισοδίων της Θεοτόκου και αξιοποιεί κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο τον βράχο του Τιμίου Σταυρού, στήνοντας πάνω του το περικαλλέστατο επισκοπείο και τον φωτεινό Σταυρό του Αγίου Παντελεήμονα. Φέρεται ότι, κάποτε, είχε πει σε στενό φιλικό του περιβάλλον: «Δεν μπορώ να βλέπω τη Φορτέτσα να δεσπόζει με τον βαρύ πάνω της τρούλο της Τουρκιάς. Σε κάποιο ψηλότερο της πόλης μας σημείο έπρεπε κάποτε να στηνόταν ο Σταυρός του Χριστού». Και το έκανε πραγματικότητα! Πάνω στον ίδιο βράχο έκτισε και τη μεγάλη κτιριακή πτέρυγα του «Κέντρου Νεότητας» (σημερινό Κέντρο Πολιτισμικής και Κοινωνικής Διακονίας «Θεομήτωρ»), για τη φιλοξενία απόρων φοιτητών του Πανεπιστημίου Κρήτης- την οποία, μάλιστα, αρχικά, προόριζε για να λειτουργήσει εκεί Θεολογική Σχολή τύπου Χάλκης, όνειρό του που, δυστυχώς, έμεινε ανεκπλήρωτο.

Μοναδικός του σκοπός και επιδίωξη ήταν να υπηρετήσει τον λαό τής Μητροπόλεώς μας. Να γίνει «Φῶς Χριστοῦ» και «προσφέρων καί προσφερόμενος», κατά τη γνωστή φράση της θείας Λειτουργίας. Η ευπρέπεια τού Οίκου τού Κυρίου ήταν το αποκλειστικό μέλημά του. Ανά πάσαν στιγμή καθοδηγούσε το ποίμνιό του στον «κατ᾿ ἐπίγνωσιν» ζήλον τής ορθόδοξης χριστιανικής ζωής και πνευματικότητας.  Έτσι, ο πιστός λαός τού Ρεθύμνου τον θυμάται σήμερα ως τον άριστο και έμπειρο λειτουργό τού Υψίστου, τον πολυδιάστατο πνευματικό άνδρα, με το θαυμάσιο λειτουργικό, πολιτιστικό, φιλανθρωπικό, κοινωνικό, αντιαιρετικό και παιδαγωγικό έργο. Τον θυμάται ως τον άριστο οιακοστρόφο, ως τον «Καλό Ποιμένα» τής Μάνδρας τού Χριστού, που ενέπνεε, δίδασκε, κατηχούσε, συμφιλίωνε, νουθετούσε, μόρφωνε, μεριμνούσε για τους πτωχούς, τους αδύναμους, τους ασθενείς και τα ορφανά.

Γιατί η ποιμαντορία τού αειμνήστου Ιεράρχη χαρακτηριζόταν, πράγματι, από ένα πλούσιο κοινωνικό και φιλανθρωπικό έργο, με κύριους εκφραστές του το ζωντανό «Φιλόπτωχο Ταμείο», με τους περίφημους εκείνους «Εράνους της Αγάπης» κατά τις περιόδους του Πάσχα και των Χριστουγέννων, τα συσσίτια των επί μέρους ενοριών αλλά και το Γηροκομείο Ρεθύμνου για το οποίο το ενδιαφέρον του ήταν αδιάπτωτο και καθημερινό. Παρακολουθούσε από κοντά τις ανάγκες του, συντρόφευε τους γέροντες τροφίμους του και προέδρευε ανελλιπώς σε όλες τις συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου.

Αλλά ο χώρος όπου ο αοίδιμος Ιεράρχης έστρεψε όλως αμέριστο το ενδιαφέρον του ήταν κυρίως τα Μοναστήρια της θεοσώστου Μητροπόλεώς μας, τα οποία και ανακαίνισε όλα εκ βάθρων, σε μερικά δε από αυτά δημιούργησε και Μουσεία, για να περισώσει τους πολύτιμους εκκλησιαστικούς θησαυρούς τους, βυζαντινές εικόνες και άλλα ιερά αντικείμενα.

Στο σημείο αυτό ξεχωριστή ήταν η μέριμνα που ο φιλομόναχος Ιεράρχης έδειξε και για το παρόν ιερό Μοναστήρι του Σωτήρος Χριστού, Κουμπέ. Το μοναστήρι αυτό πρώτο από τα πρώτα χρόνια της δεκαεφτάχρονης αρχιερατείας του γνώρισε την πατρική του στοργή και αναγεννητική του πνοή και φροντίδα. Επί των ημερών του ανακαινίστηκε από βάθρων, ιδρύθηκε η νέα περικαλλής διώροφη πτέρυγα των μοναχικών κελιών (1981), η Τράπεζα, το Αρχονταρίκι και ο περικαλλέστατος βυζαντινού ρυθμού ναός, που τιμάται στη μνήμη των Αγίων Αναργύρων Κοσμά και Δαμιανού (εγκαίνια 12-6-1983). Ακόμα, αγιογραφήθηκε και εγκαινιάστηκε ο παλιός ι. ναός του Σωτήρος (24-6-1972) και καλλωπίστηκε το πρώτον ο αύλειος της Μονής χώρος. Διανοίχθηκε η σημερινή, από τα ΒΔ, πρόσβαση προς το ι. Μοναστήρι και το κυριότερο όλων αυξήθηκε η Αδελφότητά του από τρεις σε οκτώ μοναχές.

Όμως, πέραν απ’ αυτά, η κυριότερη και ουσιαστικότερη προσφορά τού πολυσέβαστου Ιεράρχη προς την ιερή γυναικεία Αδελφότητα του Κουμπέ υπήρξε η ηθική συμπαράστασή του σε όλα της τα προβλήματα, ενώ και η πατρική στοργή του για τις αδελφές ήταν συνεχής και αδιάπτωτη. Αξίζει, στο σημείο αυτό, να υπενθυμίσουμε μια μικρή αλλά ουσιαστική λεπτομέρεια των τελευταίων ημερών της επιγείου ζωής του. την παραμονή, λοιπόν, που ο αλησμόνητος Ιεράρχης θα οδηγούσε τα βήματά του στον γηραιό Άθωνα- το ταξίδι από το  οποίο δεν έμελλε ποτέ πια να επιστρέψει, γιατί ως άλλος Ελισσαίος «ἀνηρπάγη καθ’ ὁδόν ἐν νεφέλαις»- την παραμονή, λέγω, του ιερού και πνευματικού αυτού ταξιδιού του, λίγο μετά το μεσημέρι, επισκέφτηκε για τελευταία φορά την Ι. Μονή του Σωτήρος Χριστού και, στη συνέχεια, ο φιλομόναχος Ιεράρχης οδήγησε τα βήματά του και σε άλλα μοναστήρια της επαρχίας του, που όλα αυτά τα χρόνια της γόνιμης αρχιερατείας του είχαν δεχτεί πλούσια και ευεργετική την αναγεννητική πνοή και φροντίδα του. Εδώ, στο μοναστήρι του Κουμπέ, ο μακαριστός Ιεράρχης ζήτησε- ως να προαισθανόταν το επερχόμενο τέλος του επίγειου βίου του να επικοινωνήσει και να δει, για τελευταία φορά, μίαν προς μίαν, όλες τις αδελφές τού μοναστηριού που τόσον είχε αγαπήσει, αλλά που και εκείνες, με πρώτη- πρώτη τη λατρευτή Ηγουμένη τους, την αείμνηστη Γερόντισσα Πανσέμνη, κατά τον ίδιο τρόπο τον σέβονταν και τον υπεραγαπούσαν, ανταποκρινόμενες με τα ευγενέστερα αισθήματά τους στη μεγάλη πατρική του στοργή και αγάπη.

Πιστό σήμερα στο μεγάλο χρέος του προς Εκείνον το άγιο του Σωτήρος Μοναστήρι προσφέρει «εἰς μαρτύριον καί μαρτυρία καί εἰς μνημόσυνον αἰώνιον» - το περίλαμπρο Μουσείο «Τίτου Συλλιγαρδάκη», ως «πόνημα εὔγνωμον» και ελάχιστο φόρο τιμής για όσα πολύτιμα κι Εκείνος επιδαψίλευσε προς αυτό και την Ι. Μητρόπολή του γενικότερα.                   

Αυτός υπήρξε ο Μητροπολίτης Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου κυρός Τίτος Συλλιγαρδάκης. Μορφή ιεροπρεπής, θερμουργός στην πίστη, λαμπρός ρήτορας και τελετουργός, διάνοια θαυμαστή, φύση δραστήρια και ενεργητική, προσωπικότητα επιβλητική, που μέσα στην όλως επιφανειακή αυστηρότητά της ενέκλειε έναν κόσμο εξόχως συναισθηματικό και ωραίο. Ήταν ο ακούραστος εργάτης του αμπελώνος του Κυρίου, που «γέγονε», κατά τον υπέροχο του Αποστόλου λόγο, «τοῖς πᾶσι τά πάντα» και τούτο «ἵνα πάντως τινάς σώσει» (Α΄ Κορ. θ΄ 22). Πολύκλαυστε, πολυσέβαστε και τιμημένε μας Ιεράρχα υπήρξες για όλους εμάς που σε γνωρίσαμε υπόδειγμα αρετής, χριστιανικής πίστης, ευσέβειας και αγάπης, η δε Ιερά Μητρόπολή μας έχει βαθιά μέσα της ριζωμένη την πεποίθηση ότι ένας ακόμα λαμπρός Ιεράρχης πριν από 35 χρόνια προστέθηκε στη χορεία των εκλεκτών προκαθημένων της.

                                              Ας είναι η μνήμη του αιωνία!

 

* Ομιλία εκφωνηθείσα από τον Κωστή Ηλ. Παπαδάκη στις 11/9/2022, κατά το 35ο ετήσιο μνημόσυνο εις μνήμην Τίτου Συλλιγαρδάκη, στην Ι. Μ. του Σωτήρος Χριστού, Κουμπέ, Ρεθύμνου.

ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ * * * Ο αντιστασιακός από Αρκαδίας Μητροπολίτης Κρήτης, ο εμπνευστής και πρωτεργάτης της Γεωργικής Σχολής Μεσαράς * * * Υπό του ΓΙΩΡΓΗ Ν. ΤΣΙΓΔΙΝΟΥ

 

ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ

 

Ο αντιστασιακός από Αρκαδίας Μητροπολίτης Κρήτης,

ο εμπνευστής και πρωτεργάτης της Γεωργικής Σχολής Μεσαράς

 

Του ΓΙΩΡΓΗ Ν. ΤΣΙΓΔΙΝΟΥ

 

    Ένα καλαίσθητο από κάθε άποψη βιβλίο  242 σελίδων  έφθασε πρόσφατα στα χέρια μου.  Πρόκειται για ένα ακόμα βιβλίο του καταξιωμένου και άοκνου Ρεθεμνιώτη συγγραφέα – ερευνητή Κωστή Ηλ. Παπαδάκη, ο οποίος εξιστορεί  τη ζωή και το έργο ενός σπουδαίου Ρεθεμνιώτη Ιεράρχη, του  Βασιλείου Εμμ. Μαρκάκη από τα Κεραμέ Αγίου Βασιλείου.

     Ο Βασίλειος Μαρκάκης κατατάσσεται στους φωτισμένους Ιεράρχες, που λάμπρυναν την Εκκλησία της Κρήτης,  με έντονη κοινωνική και πατριωτική δράση,  τέκνα της ορεινής Επισκοπής Λάμπης και Σφακίων (νυν Μητρόπολης Λάμπης, Συβρίτου και Σφακίων), που ήταν κατά χρονολογική σειρά ο Μεθόδιος Σιλιγάρδος από το Βιζάρι Αμαρίου, ο Νικόδημος Σουμπασάκης από τον Ασώματο Αγίου Βασιλείου, ο Ευμένιος Ξηρουδάκης από την Ανώπολη Σφακίων, ο Αγαθάγγελος Παπαδάκης από τα Σελλιά Αγίου Βασιλείου και ο Βασίλειος Μαρκάκης από τα Κεραμέ Αγίου Βασιλείου.

    Ο Βασίλειος Μαρκάκης γεννήθηκε το έτος  1872. Με το χωριό του, τα Κεραμέ, ο συγγραφέας Κ. Παπαδάκης διατηρεί συγγενικούς δεσμούς κι έχει ασχοληθεί  με την καταγραφή της ιστορίας του ήδη από το έτος 2002. Τότε του γεννήθηκε η ιδέα κι έγινε η πρώτη προσπάθεια  βιογράφησης του άνδρα.  Αν και ο συγγραφέας είναι ένα πολύ έμπειρο άτομο κι εργάστηκε πάνω -ας πούμε- στο στοιχείο του, διαισθάνεται κάποια αδυναμία στο να εξιστορήσει με τη γραφίδα του τη ζωή και το έργο μιας τόσο σπουδαίας προσωπικότητας της Εκκλησίας της Κρήτης, με έντονη κοινωνική και πατριωτική δράση και να καταγράψει το έργο ενός ανθρώπου λουσμένου με το ανέσπερο φως της Πίστης και ποτισμένου με ακαταμάχητη δημιουργική ενέργεια. Ο ίδιος μάλιστα ο συγγραφέας ομολογεί  στον πρόλογό του: “Η παρουσίαση της ζωής και του έργου ενός ανθρώπου δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση. Αυτό καθίσταται ακόμα δυσχερέστερο, αν όχι αδύνατον, όταν η ζωή του βιογραφούμενου είναι πλούσια σε εκδηλώσεις και το έργο του πολυσχιδές και πολυσήμαντο. Οι μεγάλοι άνδρες διαθέτουν ικανότητες και δύναμη. Συνδυάζουν αρετές και σοφία, ψυχικό πλούτο και μεγαλείο, η πληρότητα των οποίων είναι αδύνατον να κατανοηθεί, πολύ δε περισσότερο να εκφραστεί, δεδομένου ότι οι παράγοντες που δημιουργούν  την προσωπικότητα παραμένουν, συνήθως, άγνωστοι και ανεξερεύνητοι (Τα του ανθρώπου ουδείς οίδεν, ει μη το πνεύμα του ανθρώπου το εν αυτώ”(Α’ Κορ. 2, 11).

    Ο Βασίλειος τελειώνοντας τις εγκύκλιες σπουδές του στο χωριό του, στο Ελληνικό Σχολείο της Μύρθιου και στο Γυμνάσιο του Ρεθύμνου, εκάρη μοναχός το έτος 1890 στο Μοναστήρι του Πρέβελη από τον Γέροντά του και προστάτη του, Επίσκοπο Λάμπης και Σφακίων Ευμένιο Ξηρουδάκη, ο οποίος τον προώθησε, ως υπότροφο της Ι.Μ.Πρέβελη, στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης, από την οποία αποφοίτησε το έτος 1896 με «άριστα».  Στην περιώνυμη Σχολή του Αγίου Πνεύματος δίδαξε επί  2   χρόνια.  Το τελευταίο μάλιστα έτος της λειτουργίας της 1898-99 ήταν Σχολάρχης.  Με την ιδιότητά του μάλιστα αυτή δημοσίευσε στη ρεθεμνιώτικη εφημερίδα ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΙΣ, τον Ιούνιο του 1899, το άρθρο “Η ΕΝ ΑΓΙΩ ΠΝΕΥΜΑΤΙ ΣΧΟΛΗ (ΠΡΕΒΕΛΗ)”, που αποτελεί -ας πούμε- το κύκνειο άσμα της λειτουργίας της Σχολής αυτής. 

    Το έτος 1900 χειροτονήθηκε Επίσκοπος στη νεοσύστατη Επισκοπή Αρκαδίας (νυν Μητρόπολη Γορτύνης και Αρκαδίας), που είχε, τότε, έδρα της τους Αγίους Δέκα. Παρέμεινε στη Επισκοπή Αρκαδίας για τέσσερις περίπου δεκαετίες και το έργο του υπήρξε όντως  “πολυσχιδές και πολυσήμαντο”. Εκκλησιαστικό και κοινωνικό!  Άφησε δε στην επισκοπή αυτή ανεξίτηλη τη σφραγίδα της δημιουργικής του πνοής, που μέρος της ήταν η ίδρυση και η λειτουργία της Πρακτικής  Γεωργικής Σχολής Μεσαράς, με έδρα τον Αμπελούζο.  

    Την 8η Απριλίου 1941, λίγο πριν την κατάληψη της Κρήτης από τους Γερμανούς, με απόφαση της Ι. Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου εκλέχτηκε  Μητροπολίτης Κρήτης . Οι καιροί ήταν δύσκολοι, αλλά η συγκυρία αυτή ανέδειξε τον νέο Μητροπολίτη, εκτός από τα υψηλά εκκλησιαστικά του καθήκοντα,  σ’ έναν φλογερό, έντιμο και αγνό πατριώτη και κληρικό.

    «Ο άμβωνας του αγίου Μηνά στο Ηράκλειο -αναφέρει μεταξύ πολλών άλλων ο συγγραφέας- καθίσταται από τον Βασίλειο φάρος ελευθερίας και βήμα περήφανο ενάντια του εχθρού, βροντοφωνώντας θαρρετά, μετά από κάθε λειτουργία :”Καλή Λευτεριά, αδελφοί! Και του χρόνου λεύτεροι!» Την παραμονή του Ευαγγελισμού, του κατοχικού έτους 1942, ο τότε Νομάρχης Ηρακλείου με τηλεφώνημά του ζήτησε από τον Μητροπολίτη Βασίλειο, ύστερα από διαταγή των γερμανικών αρχών κατοχής, την άλλη μέρα, κατά την  πανηγυρική δοξολογία στον ναό του αγίου Μηνά, να μιλήσει υπέρ των Γερμανών. Τότε  εκείνος ευθαρσώς του απάντησε: «Όχι, κ. Νομάρχα, δεν θα μιλήσω υπέρ των Γερμανών, αλλά κατά!». Και η απάντηση του Νομάρχη ήταν: «Σεβασμιώτατε, λυπάμαι πολύ, αλλά θα το μετανιώσετε!». Συνέπεια της αντιστασιακής δράσης του Βασιλείου ήταν η σύλληψή του από τους κατακτητές την αμέσως επόμενη μέρα, 26 Μαρτίου 1942 και η βίαιη απομάκρυνσή του στην κατοχική Αθήνα της πείνας και της στέρησης, όπου παρέμεινε εξόριστος για μία περίπου τριετία.

    Το βιβλίο, τέλος, είναι διανθισμένο, εκτός από τη βιβλική μορφή του σεμνού Ιεράρχη,  με πλήθος ιστορικά στοιχεία, αρχειακό και φωτογραφικό υλικό από τη ζωή και το έργο του, αλλά και πλουσιότατη βιβλιογραφία, στοιχεία που το κάνουν  ακόμα πιο ενδιαφέρον.