Μεταφορές μετά το 1930
(Με αφορμή την πρόσφατη αγωνία, για τη θαλάσσια σύνδεσή μας με τον Πειραιά)

Εικ. Θαυμάσια θέα τού Ρεθύμνου στην περιοχή τού βενετσιάνικου λιμανιού, που στέφεται από το, επίσης, βενετσιάνικο κάστρο.

ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ 

Με αφορμή την πρόσφατη αγωνία των Ρεθεμνιωτών, ώσπου να επιτευχθεί η συμφωνία για τη θαλάσσια σύνδεσή μας- με το ταχύπλοο Highspeed 4΄΄- με τη Πρωτεύουσα και το μεγαλύτερο λιμάνι τής Χώρας, σκέφτηκα μέσα μου πολλές φορές και αναλογίστηκα, πότε, αλήθεια, τα πράγματα να ήταν καλύτερα στον τομέα αυτόν των θαλάσσιων επικοινωνιών. σήμερα, έν έτει σωτηρίω 2008, ή ογδόντα χρόνια πριν, όταν το Ρέθυμνο ακουγόταν απ’ όλους τους γείτονές μας περιφρονητικά ως το μικρό και ταπεινό «Ρεθυμνάκι»;
Γίναμε για ένα διάστημα νοικοκύρηδες, με τον δικό μας, κατάδικό μας «στόλο», που έφτασε να εξυπηρετεί κι άλλα λιμάνια τής Χώρας, και για τον οποίο όλοι μας καμαρώναμε. και φτάσαμε και πάλι στο σημείο να εκλιπαρούμε και να ικετεύουμε, θεωρώντας, μάλιστα, ότι μας κάνουνε χάρη, αν μας συνδέσουν ατμοπλοϊκά με το λιμάνι τού Πειραιά!
Και φτάνοντας στο σημείο αυτό διερωτώμαι και υποβάλλω μέσα μου το αγωνιώδες ερώτημα. είναι, αλήθεια, τόσο δύσκολο να ανασκουμπωθούμε και πάλι όλοι οι Ρεθυμνιώτες και να ξανανοικοκυρευτούμε, για άλλη μια φορά, δημιουργώντας από την αρχή, αυτό που πετύχαμε όλοι μαζί, σε άλλες και δυσκολότερες, πιστεύω, εποχές; Δεν νομίζω το πράγμα να χρειάζεται και πολλή σκέψη!...


Εικ. Από την αμμουδιά, παρά την παραλία τού Ρεθύμνου- που άρχισε να σχηματίζεται μόλις ξεκίνησε το έργο τής κατασκευής τού νέου λιμανιού, στου Κιουλούμπαση- διακρίνουμε από αριστερά το Τελωνείο, το φάρο, την είσοδο τού ενετικού λιμανιού και μέρος τού νέου λιμανιού. 



Η συγκοινωνία, λοιπόν, από Ρέθυμνο προς Ηράκλειο και Χανιά- εκεί γύρω στα 1930- γινόταν μέσω τού Πρακτορείου λεωφορείων Ερρίκου Συγγελάκη (στη Μεγάλη Πόρτα), που το συνέχισε μεταπολεμικά ο γιος του Στέλιος.
Φορτηγό προπολεμικά υπήρχε ένα και μοναδικό η «Πιτσούλα», του Σήφη Καυκαλά, ο οποίος είχε και ταξί.
Τα ταξί, πάλι, ήταν μετρημένα στα δάκτυλα των δύο χεριών: του Σήφη Καυκαλά, του Νίκου Δρανδάκη, του Στεφάνου Αλεξανδράκη, του Στέλιου και Γιάννη Αλεξανδράκη, του Μανόλη Λαγουβάρδου (Τραμπαρίφα) και του Βασιλάκη (πατέρα του Τζώνη).




Εικ. Η Πλατεία των Τεσσάρων Μαρτύρων 
τού Ρεθύμνου, περί το έτος 1930. Αριστερά διακρίνονται τα Κασαπιά, ενώ στο κέντρο τής πλατείας είναι σταθμευμένα 2-3 ταξί τής εποχής.





Εικ. Μαούνες στο βενετσιάνικο λιμανάκι,
 μπροστά από το τελεωνείο
Οι θαλάσσιες, τώρα, συγκοινωνίες τού Ρεθύμνου, που μας έδωσαν και την αφορμή τού παρόντος σημειώματος, αποτελούσαν μιαν άλλη, μια ξεχωριστή σελίδα. ήταν τότε (στο πρώτο μισό του εικοστού αιώνα) που δεν υπήρχε, ακόμα, η σημερινή «κακογραφία» τού «Καινούργιου Λιμανιού», και το μικρό βενετσιάνικο λιμανάκι αδυνατούσε παντελώς να δεχτεί στην υγρή αγκαλιά του πλοία μεγαλύτερα από κάποια γρι-γρί και μικρά ιστιοφόρα ή, έστω, και κανένα μεγαλύτερο φορτηγό, που έδενε, όμως, νοτικά, εκεί στο έμπα τού λιμανιού, όπου τα νερά ήταν κάπως βαθύτερα και υπήρχε γερανός φορτοεκφόρτωσης των εμπορευμάτων.
Εικ. Ο αιγυπτιακός φάρος
στην είσοδο τού ενετικού λιμανιού
Στο βενετσιάνικο λιμανάκι έδεναν και οι αξέχαστες εκείνες μαούνες (πολύ μεγάλες βάρκες, φορτηγίδες για τη μεταφορά μεγάλων φορτίων), που ολόμαυρες σαν μαυροφορεμένες γριές στήνονταν στη σειρά η μια πίσω από την άλλη σαν τις λαλούσε πρωτοχορευτής ο «Εωσφόρος» στο καράβι της γραμμής. Μόνιμα μέσα στο βενετσιάνικο λιμανάκι έδενε κι αυτός ο τελευταίος, ο Εωσφόρος του Γαγάνη, που τ’ όνομά του σημαίνει «άστρο τής αυγής» (έως= χάραμα, αυγή+ -φόρος<φέρω) και που με μηχανοδηγό του τον Νικ. Βαβουράκη αναλάμβανε να σύρει τις θεοσκότεινες, απ’ το κατράμι, μαούνες μέχρι το πλοίο της γραμμής, για φόρτωμα ή ξεφόρτωμα εμπορευμάτων κι αποσκευών. Τον καιρό εκείνο το καράβι της γραμμής αγκυροβολούσε σχετικά μακριά, στ’ ανοιχτό πέλαγος, τρεις- τέσσερις εκατοντάδες μέτρα βόρεια του προσήνεμου λιμενοβραχίονα, που σαν κορώνα του στέκεται βιγλάτορας στους αιώνες ο Αιγυπτιώτης- κατά το φίλο μου τον Χάρη τον Παπαδάκη- φάρος.
Όταν η κακοκαιρία δεν άφηνε τα καράβια να φουντάρουν στη Ρεθεμνιώτικη θάλασσα δεν σταματούσαν καθόλου, αλλά κακήν κακώς φεύγανε και πήγαιναν να «πιάσουν» κατευθείαν στη Σούδα, όπου και κατέβαιναν οι ταξιδιώτες και τα ζιγομπράγαλά τους. Τα βαπόρια, λοιπόν, άρχιζαν να σφυρίζουν από μακριά, δυο- τρία μίλια πριν το αγκυροβόλιο, και ν’ αναγγέλλουν την άφιξή τους στους ταξιδιώτες, που ακόμα πιο πριν την ανάγγελνε ο καπνός, που φουγάριζε μαύρος και μποϊλής σαν αψηλοκαλόγερος στο βάθος τού ορίζοντα.
Εικ. Αποβάθρα. Από εδώ γινόταν η φόρτωση
 των βαρκών που θα μετέφεραν
τους επιβάτες στο καράβι.
Οι επιβάτες και τα εμπορεύματα, τα κοφίνια κι οι βαλίτσες πηγαινοέρχονταν από το πλοίο στη στεριά, κι απ’ τη στεριά στο πλοίο, με τις βάρκες και τις ξέχειλες μαούνες, ν’ ακολουθούν τον Εωσφόρο η μια πίσω από την άλλη. Οι ταξιδιώτες, σαν τύχαινε να ‘χει λίγη θαλασσοταραχή, τραμπαλίζονταν γλυκερά πάνω στα υγρά καπούλια τής θάλασσας. Αν, όμως, τύχαινε η θαλασσοταραχή να ‘ναι ακόμα μεγαλύτερη, τους έβλεπες όλους μαζί, σκαριά και ταξιδιώτες, να παλεύουν αγκαλιασμένοι με τη θάλασσα, να χάνονται μια στο βύθος των κυμάτων κι ύστερα από λίγο να εμφανίζονται και πάλι ολόρθοι μπροστά στα σκιαγμένα μάτια φίλων και συγγενών που με το μαντίλι, δακρύβρεχτοι, τους αποχαιρετούσαν από την αποβάθρα καταντικρύ, μέχρι να χαθούν ολότελα απ’ τα μάτια τους. Η ανάβαση, τώρα, απ’ τη βάρκα στο κατάστρωμα τού σκυλοπνίχτη- γιατί σαν τέτοια λογιούνταν τα καράβια τής εποχής εκείνης κι έτσι άκουγες τους Ρεθυμνιώτες συχνά- πυκνά να τ’ αποκαλούν- ήταν μια άλλη ιστορία που απαιτούσε αρκετή σβελτάδα, ταχύτητα κι, ίσως, και λίγη τύχη κι ακροβατική δεξιότητα… Βρισκόσουν, κυριολεκτικά, στα χέρια λίγων στιμονερών αντρών, των θαλασσόδαρτων και αρμυροψημένων βαρκάρηδων τού βενετσιάνικου λιμανιού, που έπρεπε να βρουν την κατάλληλη στιγμή, που το κύμα θα σήκωνε αψηλά τη βάρκα, για να σ’ αρπάξουν και κυριολεκτικά σαν εμπόρευμα να σ’ εκσφενδονίσουν στα ενδότερα, στο στενάχωρο και ψυχοπλακωτικό σκαρί του σκυλοπνίχτη. Εκεί σε περίμεναν οι άλλοι πετσωμένοι, γερόστητοι θαλασσόλυκοι του καραβιού, για να σ’ αρπάξουν κι εκείνοι με τη σειρά τους και να σε σπρώξουν πάρα μέσα, προς το εσωτερικό τού καραβιού, απ’ όπου ξεκινούσε μια νέα περιπέτεια, που αφορούσε πλέον στη διαμονή και επιβίωσή σου μέσα σ’ αυτό για δεκαεφτά, τουλάχιστον, ώρες, μέχρι να φτάσεις στον Πειραιά! Ήταν η εποχή που για να ταξιδέψεις από το Ρέθυμνο στην Αθήνα έπρεπε να το σκεφτείς πολλές φορές και να τ’ αποφασίσεις μετά από πολλή και ώριμη σκέψη. Ένα και μοναδικό καράβι εξυπηρετούσε ολόκληρο το νησί, ακλουθώντας το δρομολόγιο Πειραιάς- Ηράκλειο- Ρέθυμνο- Χανιά κι αντίθετα. Επί πλέον, ολόκληρο το καράβι ήταν ένας απέραντος πλωτός στάβλος, με τους ανθρώπους και τα ζώα στοιβαγμένους όλους μαζί μέσα και συναγωνιζόμενους για το ποιος απ’ όλους θα πετούσε μακρύτερα τους…εμετούς του, που τους προκαλούσε η έντονη μπόχα και δυσοσμία που απέπνεαν οι χώροι του καραβιού, αλλά και η κακοκαιρία που τα έπιανε, τότε, πολύ εύκολα τα καράβια, έτσι μικρά και κακορίζικα όπως ήταν! Το ταξίδι μέχρι το Ηράκλειο ή τα Χανιά, στις αρχές τού 20ου αιώνα, ήταν μια αληθινή Οδύσσεια, πόσο μάλλον το ταξίδι στην Αθήνα. Αυτό πιστεύουμε θα έκανε τον καιρό εκείνο τόσο συνήθεις «μικρές αγγελίες» τής μορφής: «Η κ. Μηλιαρά ανεχώρησε σήμερον δι’ Ηράκλειον»[1] ή «Αφίκετο εξ Αθηνών ο κ. Γεώργιος Στ. Ρολόγης….»[2].

[1] Ο Τύπος τής 22/12/1934.
[2] Κρητική Επιθεώρησις τής 11/8/1929.

Το Ρέθυμνο και οι Μάρτυρές του

Ι. Μονή Σωτήρος, Κουμπέ. Οι άγιοι 4 Μάρτυρες με κρητικές ενδυμασίες 
(έργο αγιογραφικού εργαστηρίου τής Μονής)

Στον απόηχο τής εορτής τους
Το Ρέθυμνο και οι Μάρτυρές του

(Ιστορική αναδρομή στην αποκάλυψη των Τάφων τους, στη φυλακή τους και στους δρόμους που τους αφιέρωσαν επί Κρητικής Πολιτείας)

    ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ
(http://ret-anadromes.blogspot.com)

 Οι τάφοι τους 

   Η αποκάλυψη τον Απρίλιο τού έτους 2002 των τεσσάρων τάφων των Αγίων Τεσσάρων Νεομαρτύρων, Γεωργίου, Αγγελή, Μανουήλ και Νικολάου, στον άγιο Γεώργιο Περιβολίων[1] αποτελεί, θεωρώ, γεγονός υψίστης θρησκευτικής σημασίας για τον ι. ναό τού Αγίου Γεωργίου, τα Περιβόλια- τον τόπο που μέσα στα σπλάχνα του κράτησε, για κάποιο διάστημα, τα άγια λείψανά τους- αλλά και την πόλη μας και τον νομό μας γενικότερα, που καυχώνται και σεμνύνονται για την ρεθεμνιώτικη καταγωγή τους.

   Γιατί αυτοί, οι μάρτυρες, είναι οι κατεξοχήν άγιοι τής Εκκλησίας μας. Μεταξύ των διαφόρων χορών των Αγίων- σύμφωνα με την αρχαία χριστιανική παράδοση- οι Μάρτυρες κατέχουν όλως ιδιαίτερη και διακεκριμένη θέση, αμέσως μετά τους Αποστόλους και τους Ευαγγελιστές. Η έξοδος από το άτομο, που απαιτεί το μαρτύριο, είναι η αναγκαία προϋπόθεση τής γενναιοφροσύνης που απαιτείται και χαρακτηρίζει ιδιαίτατα τον άγιο. Γι’ αυτό οι μάρτυρες, στη θυσία των οποίων οφείλεται η νίκη τού Χριστιανισμού, ως «μιμηταί τού πάθους τού Κυρίου», όχι μόνο- όπως ήδη σημειώσαμε- υπήρξαν οι πρώτοι και κατ’ εξοχήν άγιοι τής Εκκλησίας μας, οι «φωστήρες τής οικουμένης», οι «μαργαρίται των Εκκλησιών», αλλά και διαμόρφωσαν τις συνιστώσες όλων των μετέπειτα τύπων αγίου. Οι μάρτυρες έγιναν το πρότυπο του αγίου.

   Έχουμε, λοιπόν, και στο Ρέθυμνο τέτοιους λεβέντες μάρτυρες προστάτες, ενδεδυμένους- όπως τους βλέπεις στις αγιογραφίες τους με τις κρητικές τους βράκες- με γνήσιο και υψηλό αντρίκειο φρόνημα και αδιάφθορη κρητική πρεπιά, που έχυσαν το ιερό και πανάγιο αίμα τους και πότισαν με αυτό την ομώνυμη πλατεία τής πόλης μας, που, για τον λόγο αυτόν, δεν θα πρέπει για κανένα λόγο να πάψει στον αιώνα να φέρει το τίμιο και ευλογημένο όνομά τους. Η πλατεία αυτή, η μεγαλύτερη και κεντρικότερη τής πόλης μας έχει ταυτιστεί απόλυτα με τους μάρτυρές του και δεν την ακούς με άλλο όνομα.

   Και χαίρω, να το πω με την ευκαιρία, που είδα- από τη θέση τής τριμελούς Επιτροπής που συστάθηκε από την Περιφέρεια Κρήτης για την Ονομασία των Σχολείων Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης τού νομού, και στην οποία είχα την τιμή ως μέλος κι εγώ να συμμετέχω- χαίρομαι, λέγω, που είδα τον Σύλλογο Διδασκόντων τού 3ου Γυμνασίου ως πρώτη προτίμησή του για την ονομασία τού σχολείου τους να μας προτείνει το όνομα «Τέσσερις Μάρτυρες», όνομα που, δικαιωματικά, δόθηκε από την Επιτροπή στο σχολείο τους, που κυριολεκτικά ζει και αναπνέει στη σκιά των εν λόγω Ρεθεμνιωτών Μαρτύρων. Οπότε, στο μέλλον θα έχουμε την πλατεία των «Τεσσάρων Μαρτύρων» και το Γυμνάσιο των «Τεσσάρων Μαρτύρων».

   Δρόμοι αφιερωμένοι στους 4 Μάρτυρες επί Κρητικής Πολιτείας- Φυλακή των Μαρτύρων 

Η οδός «Τεσσάρων Μαρτύρων» επί Κρητικής Πολιτείας ήταν ένας ασήμαντος δρομίσκος, η σημερινή οδός Μοσκοβίτου, παράλληλη και βόρεια της οδού Πρίγκηπος (σημερινής Παλαιολόγου). Εκεί ένα γύρο ανευρίσκουμε και τις οδούς Αγγελή, Νικολή, Μανόλη, Γεωργίου, που αναφέρονται, ασφαλώς, στα ονόματα ενός εκάστου των αγίων Τεσσάρων νεομαρτύρων[2]. Το σύνολο των δρομίσκων, πάντως, έχει τη θέση του στο μέρος αυτό, που βρίσκεται δίπλα στο χώρο φυλάκισής τους, στον Προμαχώνα του Λιμανιού, Κήποι του Πρίγκιπα Γεωργίου, που, στα τουρκικά, ονομάζονταν Γκιουλ Μπαξέ (= ωραίος κήπος) και με παραφθορά Γκιουλούμπασης.

   Για τη δημιουργία αυτού τού κήπου λέγεται ότι όταν στο Ρέθυμνο εγκαταστάθηκαν, στα 1898, οι Ρώσοι, αποφάσισαν να δημιουργήσουν έναν δημοτικό κήπο, στο Ρέθυμνο, στην περιοχή γύρω από τον πύργο τού Σου Κουλέ, όπου σήμερα βρίσκεται το τελωνείο. Ο Διοικητής, λοιπόν, τού Ρεθύμνου Θεόδωρος ντε Χιοστάκ έδωσε εντολή στις 23 Νοεμβρίου 1898 «…προς εξωράϊσιν τής πόλεως να φυτευθεί κ ήπος επί των προχωμάτων τής οχυρώσεως τού λιμένος…» και την επίβλεψη τού έργου να αναλάβει ο μηχανικός Μιχαήλ Σαββάκης, ενώ υπεύθυνο διαχείρισης των χρημάτων όρισε τον Ρώσο υπολοχαγό Δολγκώφ[3]. Ο κήπος αυτός ονομαζόταν «Δημοτικός», μη υπάρχοντος, βέβαια, ακόμα τού σημερινού Δημοτικού Κήπου. Βρισκόταν ως δέκα μέτρα πάνω από την επιφάνεια τής θάλασσας και έδινε την εντύπωση των Κρεμαστών Κήπων τής Βαβυλώνας. Οι ρίζες των δέντρων θα έφθαναν, ασφαλώς, χαμηλά ως κάτω στις καμάρες τού προχώματος που προφύλασσε το μικρό λιμάνι και που από κάτω του ήταν κούφιο και σιδηρόφρακτο και χρησιμοποιούνταν από τους Τούρκους ως φυλακές. Εδώ φυλακίστηκαν πριν από το μαρτύριό τους οι άγιοι Τέσσερις Νεομάρτυρες του Ρεθύμνου. Τα τελευταία χρόνια, αμέσως πριν από την Κατοχή (1935), στον κήπο αυτόν φύονταν κυρίως φοίνικες και αλμυρίκια και ορισμένα άλλα δένδρα. Είχε πέτρινα παγκάκια για τους επισκέπτες τού κήπου. Για τον κήπο αυτόν έχει γράψει και ο χρονικογράφος τού Ρεθέμνους, Παντελής Πρεβελάκης (Χρονικό μιας πολιτείας, έκδ. Εστίας, 19808, 60-61).

   Βρισκόμαστε, χρονικά, σε απόσταση αναπνοής από τον χρόνο τού μαρτυρίου τους, που είχε συγκινήσει εξαιρετικά την τοπική κοινωνία. Το 1931, επί υπουργίας Ασκούτση ο κήπος, ο προμαχώνας, μαζί και οι φυλακές των Αγίων κατεδαφίστηκαν και στη θέση τους έγινε το τελωνείο από τον μηχανικό Γ. Τσίχλη. Κατά την εκσκαφή των θεμελίων βρέθηκαν ψηφιδωτά που δεν διασώθηκαν, ούτε χρονολογήθηκαν[4].


[1] Αλκιβιάδου Στ. Μαυράκη, Οδοιπορικό Ιστορίας και ζωής τού ναού τού Αγίου Γεωργίου Περιβολίων Ρεθύμνης,Ρέθυμνο 2008, 151 εξ.
[2] Σπανδάγος Γιάννης (Έρευνα και Επιμέλεια)- Παπιομύτογλου Βαγγέλης (Σχεδιασμός), Ρέθυμνο 1900, στη συλλογική έκδοση τού Δήμου Ρεθύμνης, Ρέθυμνο 1898- 1913, από την Αυτονομία στην Ένωση, Ρέθυμνο 1998, χ.σ. (Παράρτημα), όπου και χάρτης με τις ονομασίες κτλ. των δρόμων τού Ρεθύμνου τού έτους 1900.
[3] Χαρίδημου Παπαδάκη, «Σου Κουλέ, Γκιουλ Μπαξέ και μια φωτογραφία», Ρέθεμνος, 17/18 Φεβρουαρίου 2007

[4] Γιάννη Σπανδάγου, Ρέθυμνο Λιμάνι και Προκυμαία, Ρέθυμνο 1999, 39.

ΣΥΝΤΟΜΟΣ ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΤΟΥ ΑΪΒΑΣΙΛΙΩΤΙΚΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑ ΤΗΣ ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΗΣ ΕΠΤΡΟΠΗΣ ΚΩΣΤΗ ΗΛ ΠΑΠΑΔΑΚΗ

         ΔΙΕΘΝΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ

Η επαρχία Αγίου Βασιλείου Ρεθύμνου από την αρχαιότητα έως σήμερα
Περιβάλλον – Αρχαιολογία – Ιστορία – Κοινωνία

Πλακιάς 19-23 Οκτωβρίου

(Σύντομος Απολογισμός των εργασιών τού Συνεδρίου)


ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ
Γραμματέα τής Οργανωτικής Επιτροπής

       Το πενθήμερο Διεθνές Επιστημονικό Συνέδριο με θέμα: «Η πρώην επαρχία Αγίου Βασιλείου από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα», που από κοινού διοργάνωσαν η «Ένωση Συλλόγων Επαρχίας Αγίου Βασιλείου Ρεθύμνου “Ο Πρέβελης”» και ο «Σύλλογος Επιστημόνων Δήμου Λάμπης» (Σ.Ε.ΔΗ.Λ.), από τις 19 μέχρι τις 23 Οκτωβρίου 2008, περάτωσε επιτυχώς τις εργασίες του με την παρουσίαση εβδομήντα πέντε (75) συνολικά επιστημονικών ανακοινώσεων σχετικών με τη συγκριμένη επαρχία.
Είναι αλήθεια ότι η παρουσία ενός τόσο μεγάλου αριθμού Συνέδρων σ’ ένα περιφερειακό επιστημονικό συνέδριο αποτέλεσε μια ξεχωριστή έκπληξη για όλους μας. Αυτό, αν μη τι άλλο, φανερώνει ότι η επαρχία Αγίου Βασιλείου, με το εν πολλοίς «παρθένο» από ερευνητικής άποψης έδαφός της, το χρειαζόταν από καιρό ένα τέτοιο συνέδριο, που, ομολογουμένως, άφησε πλούσια παρακαταθήκη τις έγκυρες και πρωτότυπες ανακοινώσεις πολλών ειδικών επιστημόνων πάνω σε θέματα τού φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος, συμβάλλοντας ουσιαστικά στην παιδεία τής γνώσης που είναι γενικό αίτημα τής εποχής μας.
   Είναι, πιστεύω, γενική η διαπίστωση ότι οι εργασίες τού Συνεδρίου, όλες αυτές τις ημέρες, διεξάχθηκαν ομαλά και ότι οι ανακοινώσεις που παρουσιάστηκαν έχουν πολύ σημαντικό επιστημονικό ενδιαφέρον. Προκάλεσαν γόνιμες συζητήσεις και προήγαγαν τις γνώσεις μας για την πρώην επαρχία Αγίου Βασιλείου σε πάρα πολλούς τομείς. Δεν είναι σήμερα εδώ η κατάλληλη στιγμή να αναλύσουμε λεπτομερειακά και να αποτιμήσουμε τις ανακοινώσεις αυτές, επειδή ακριβώς και πολυάριθμες είναι, για να επαρκέσει ο χώρος, αλλά και εξαιρετικά σημαντικές, για να υποβληθούν σε σύντομες διαδικασίες αξιολόγησης. Ελπίζουμε, πάντως, γρήγορα να γίνουν κτήμα τής επιστημονικής κοινότητας και να αξιοποιηθούν κατάλληλα με τη δημοσίευση των «Πεπραγμένων» τού Συνεδρίου, που δεν θα καθυστερήσουν.


   Πάντως, έστω και μια συντομότατη αποτίμηση των εργασιών τού Συνεδρίου δεν μπορεί πρώτα- πρώτα να μην εκτιμήσει το γεγονός ότι συζητήθηκαν σ’ αυτό, στις πέντε ημέρες διεξαγωγής του, όλες οι περίοδοι ζωής και δράσης τού ανθρώπου τής επαρχίας Αγίου Βασιλείου από το τέλος τής εποχής τού χαλκού [Ακρόπολη στην περιοχή τής Ορνέ- (Νικ. Σταμπολίδης- Αθαν. Κάντα)] μέχρι και τα μυκηναϊκά και αρχαϊκά χρόνια. Μια περίοδο τής ιστορίας που, γενικά, οι πληροφορίες μας για τη συγκεκριμένη επαρχία κρίνονται πολύ λίγες έως και ανεπαρκείς.
   Ειδικότερα, για την περίοδο αυτήν αναπτύχθηκαν εξαιρετικά ενδιαφέροντα θέματα, όπως οι δυνατότητες επικοινωνίας που προσέφερε το ανάγλυφο τής επαρχίας Αγίου Βασιλείου μεταξύ Κρητικού και Λυβικού πελάγους και οι οδικές συγκοινωνίες από τη Μεσαρά μέχρι το Μυκηναϊκό Ρέθυμνο που περνούσαν υποχρεωτικά μέσα από την επαρχία Αγίου Βασιλείου (Ειρ.Γαβριλάκη). Στην ίδια περίοδο, οι οχυρωματικές εγκαταστάσεις τού αρχαίου Κεραμέ και τής Κοξαρέ (Elis. Μlinar), των αρχαϊκών και ελληνιστικών χρόνων, μας συμπληρώνουν αποτελεσματικότερα πλέον τις μέχρι σήμερα γνώσεις μας για την περιοχή, ενώ οι ανακάλυψη των πέντε τάφων στην Πιζανή Κεφάλα, στη Μουρνέ (Παν. Καραμαλίκη), και η μελέτη των ευρημάτων τους προσθέτει νέα, επίσης, στοιχεία γύρω από τη ρωμαϊκή περίοδο, στην ενδοχώρα τής επαρχίας Αγίου Βασιλείου.
   Μελετήθηκαν, περαιτέρω, οι περίφημες επιγραφές τής αρχαίας πόλεως Σουλίας (Ang.Μartinez) και κατατέθηκαν χρήσιμες πληροφορίες για τη θρησκεία τής πόλης αυτής, καθώς και της άλλης αρχαίας πόλης, του Φοίνικα (Ger. Capdeville), που συνεχίζει και στις μέρες μας να είναι ευρέως γνωστός μέσω τού ομώνυμου Δήμου τής επαρχίας μας, που διασώζει το όνομά του.
   Καταγράφηκε η καθημερινή ζωή, όπως και οι δυνατότητες ατομικής και συλλογικής έκφρασης των χωρικών στο πολιτικό πεδίο (Κώστας Λαμπρινός), οι άνθρωποι και η εγκληματικότητα, που δεν απέλειπε και από την επαρχία Αγίου Βασιλείου, κατά τα χρόνια τού μεσαίωνα και τής Ενετοκρατίας (Στυλ. Λαμπάκης, Γιάννης Γρυντάκης, Κώστας Τσικνάκης, Ρομ. Τσακίρη).
    Παρουσιάστηκε, τέλος, με τέσσερις τοπωνυμικές μελέτες (Γ. Εκκεκάκης, Μαν. Ανδρουλιδάκης, Κωστής Παπαδάκης, π. Γεώργιος Φωτάκης), αναγόμενες σε όλες σχεδόν τις περιόδους τής Ιστορίας, η γεωλογική εξέλιξη τού τόπου (Στ. Μανωλιούδης), καθώς και οι γεωτοπωνυμικές αναφορές σ’ αυτόν (Βασ. Σιμιτζής), ο σπηλαιολογικός (Χάρης Στρατιδάκης, Κωνστ. Αρετάκη, Βασ. Σιμιτζής), φυτωνυμικός (Σταυριδάκης, Τζανουδάκης), κτηνοτροφικός (Αλέξ. Στεφανάκης) και λαογραφικός (Αλεξ. Ζερβού, Νικόλ. Παπαδογιαννάκης, Ελπιν. Νικολουδάκη) πλούτος τής επαρχίας. Η σκέψη μας στρέφεται σήμερα και στους δύο διαπρεπείς Συνέδρους Enrico Scafa και Εμμ. Δετοράκη, που στην πολύμηνη διάρκεια των προπαρασκευαστικών εργασιών τού Συνεδρίου και ενώ είχαν, ήδη, αποστείλει τις περιλήψεις των ανακοινώσεών τους με εξαιρετικά ενδιαφέροντα θέματα, τελικά εμποδίστηκαν η συμμετοχή τους σε αυτό «επελθόντος στο μεταξύ τού θανάτου τους».
    Στη ιερή τους μνήμη ευλαβώς θα καταχωριστούν στα «Πεπραγμένα» τού Συνεδρίου οι ανακοινώσεις τους, που έχουν, ήδη, ζητηθεί από τις οικογένειές τους, αν, ασφαλώς, βρίσκονται σε δημοσιεύσιμο στάδιο.



  Από τη σύνοψη των παραπάνω στοιχείων διαγράφεται νομίζουμε σαφώς η επιτυχία τού Συνεδρίου, που οφείλεται, πρωτίστως, στους εκλεκτούς Συνέδρους, Έλληνες και ξένους, που συγκεντρώθηκαν στην εν λόγω επαρχία, για να μας παρουσιάσουν τα πολύτιμα ευρήματα και πορίσματα των ερευνών τους, να τα συζητήσουν με τους ομότεχνούς τους και να ενισχύσουν τους δεσμούς τής γνωριμίας και συνεργασίας τους με όσους αγάπησαν τον τόπο μας και τον έθεσαν κάτω από το ευγενικό πεδίο τής επιστημονικής και ερευνητικής τους προσπάθειας.
  Για την πολύτιμη αυτή συμβολή τους στην επιτυχία τού Συνεδρίου μας τους απευθύνουμε, η Οργανωτική Επιτροπή, ένα μεγάλο και θερμό «ευχαριστώ». Ευχαριστίες οφείλουμε και στους δύο Συλλόγους τής επαρχίας μας που με τόσο ζήλο και προθυμία ανέλαβαν τη διοργάνωσή του, αλλά και σε όλους τους λοιπούς φορείς που το έθεσαν υπό την αιγίδα τους, τους χορηγούς και όλους που μας στήριξαν ηθικά και υλικά στο βαρύ έργο που επωμισθήκαμε.
Κύριοι Σύνεδροι, αγαπητοί φίλοι, για άλλη μια φορά Σας ευχαριστούμε θερμά και σας ευχόμαστε με το καλό να επιστέψετε και στα σπίτια σας, στην Ελλάδα ή στο Εξωτερικό. Καλό σας ταξίδι!

ΔΙΕΘΝΕΣ ΑΪΒΑΣΙΛΙΩΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ

Φωτ. Λίμνη Πρέβελη- Δήμου Φοίνικα
(Σημειώνουμε ότι όλες οι παρακάτω φωτογραφίες αναφέρονται στα μέρη όπου θα διεξαχθεί το Διεθνές Συνέδριο για την πρώην Επαρχία Αγίου Βασιλείου)

Φωτ. Δαμνόνι Δήμου Φοίνικα
ΔΙΕΘΝΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟΗ πρώην επαρχία Αγίου Βασιλείου Ρεθύμνου από την αρχαιότητα έως σήμεραΠεριβάλλον – Αρχαιολογία – Ιστορία – Κοινωνία
* * * *

Η επαρχία Αγίου Βασιλείου, πλούσια σε περιοχές φυσικού κάλλους (Λίμνη τού Πρέβελη, φαράγγια τού Κοτσυφού και Κουρταλιώτικο), έχει να επιδείξει τις ιστορικές μονές τού Αγίου Πνεύματος και του Πρέβελη και άφθονες βυζαντινές εκκλησίες, που, σε πολλές περιπτώσεις, περικλείνουν ξεχωριστό αισθητικό, ιστορικό και αρχαιολογικό ενδιαφέρον, καθώς και πολλά όμορφα και δροσόλουστα χωριά, με σπουδαία- ορισμένα από αυτά- ιστορία και πλούσιες λαογραφικές παραδόσεις και παρακαταθήκες.
Παρότι, όμως, τόσο πλούσιος τόπος η συγκεκριμένη επαρχία σε ιστορία και φυσικές ομορφιές συνεχίζει να παραμένει μέχρι σήμερα σχεδόν ανεξερεύνητος από επιστημονικής πλευράς. Το πράγμα αυτό θέλησε να θεραπεύσει η εν λόγω περιοχή με τη διοργάνωση Διεθνούς Επιστημονικού Συνεδρίου, που πραγματοποιείται από 19-23 Οκτωβρίου 2008, στο Ξενοδοχείο «Καλυψώ», στον Πλακιά.

Φωτ. Ξενοδοχείο Καλυψώ στον Πλακιά

Φωτ. Πλακιάς (πανοραματική Θέα)

Φωτ. Πλακιάς Δήμου Φοίνικα (μια άλλη άποψη)

Η πανηγυρική έναρξη τού Συνεδρίου θα γίνει την Κυριακή 19 Οκτωβρίου 2008, στο Δημαρχείο Σπηλίου, και θα ακολουθήσει γεύμα στην Τράπεζα τού Πνευματικού Κέντρου τής Ι. Μητρόπολης Λάμπης. Οι εργασίες τού Συνεδρίου θα ξεκινήσουν το απόγευμα τής ίδιας ημέρας και ώρα 18.00, στο Ξενοδοχείο «Καλυψώ» και θα συνεχιστούν τις επόμενες ημέρες Δευτέρα – Πέμπτη, από τις 08.30- 14.00 το πρωί και από 17.00- 18.45 το απόγευμα.Τη διοργάνωση τού Συνεδρίου ανέλαβε ο Σύλλογος Επιστημόνων Δήμου Λάμπης (ΣΕΔΗΛ) σε συνεργασία με την Ένωση Συλλόγων Επαρχίας Αγίου Βασιλείου Ρεθύμνου

Φωτ. Οι πηγές με τα λιοντάρια στο δροσόλουστο Σπήλι

«Ο ΠΡΕΒΕΛΗΣ», και Οργανωτική Επιτροπή που αποτελείται από τα παρακάτω μέλη:
Πρόεδρος: Θεόδωρος Πελαντάκης, Φιλόλογος– επίτιμος Προϊστάμενος Δ/νσης Δευτεροβάθμιας Εκπ/σης Ν. Ρεθύμνης
Αντιπρόεδρος: Αντώνης Μπαγιαρτάκης, τ. Αντινομάρχης Ρεθύμνου
Γραμματέας: Κωστής Ηλ. Παπαδάκης, Καθηγητής Φιλόλογος– πτυχιούχος Θεολογίας
Υπεύθυνοι Οικονομικού: Χαρίδημος Κακλαμάνος, εκπρόσωπος τού ΣΕΔΗΛ
Νικόλαος Παπαδάκης,
εκπρόσωπος τής Ένωσης «Ο ΠΡΕΒΕΛΗΣ»
Μέλη: Μανόλης Βαβουράκης, Πρόεδρος Δημοτικού Συμβουλίου Δήμου Φοίνικα
Γιάννης Καράλης,
Πρόεδρος Δημοτικού Συμβουλίου Δήμου Λάμπης

Φωτ. Όμορφο φυσικό ανάγλυφο στον Πλακιά, Δήμου Φοίνικα

Ευχαρίστως ανακοινώνουμε ότι στο εν λόγω Διεθνές Συνέδριο συμμετέχουν και θα κάνουν επιστημονικές ανακοινώσεις 73 επιστήμονες από την Ελλάδα και το εξωτερικό, με μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα θεματολογία, πράγμα που προοιωνίζει τη λαμπρή τού Συνεδρίου επιτυχία και μια ακόμα λαμπρότερη για την επαρχία Αγίου Βασιλείου πνευματική συγκομιδή και ανάπτυξη.

Φωτ. Η Ι. Μονή Πρέβελη

Ο ΝΤΑΡΑΜΑΝΕΛΙΤΗΣ

ΧΑΡΗ ΑΝΔΡΕΑ ΠΑΠΑΔΑΚΗ

Ο ΝΤΑΡΑΜΑΝΕΛΙΤΗΣ
(Εκτύπωση Γραφότυπο, Ρέθυμνο 2004, σσ.150, σχ. 8ο)


ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ

Ο Σωκράτης, στην περίφημη «Απολογία» του (κεφ.18), είχε πει, κάποτε- ενώπιον των κατηγόρων του Αθηναίων- ότι, αν τον θανάτωναν, δεν θα εύρισκαν άλλο σαν κι αυτόν, κολλημένο από τον θεό στην πόλη τους, σαν σε μεγάλο και δυνατό, μα νωθρό και δυσκίνητο από το πάχος του, άλογο, που για να ξυπνήσει έχει ανάγκη από μια αλογόμυγα. Σαν τέτοια αλογόμυγα, μου φαίνεται, συνέχισε ο μεγάλος σοφός, πως με κόλλησε και μένα ο θεός στην πολιτεία μας, την Αθήνα, για να σας πείθω και να σας πειράζω και να σας ξυπνώ καθέναν από σας από τον αιώνιο ύπνο και τον λήθαργο στον οποίο βρίσκεστε παραδομένοι. Κι έτσι δεν παύω όλη την ημέρα να σας κολλάω εδώ κι εκεί (ελεύθερη μετάφραση).
Τα λόγια αυτά του Σωκράτη, έχω την εντύπωση, ότι απηχούν και ταιριάζουν απόλυτα στην περίπτωση του εκλεκτού φίλου, δικηγόρου και Νομαρχιακού Συμβούλου, Χάρη Ανδρέα Παπαδάκη, του άλλως γνωστού και ως «Νταραμανελίτη». Γιατί σαν τέτοια «τσιμπήματα», σαν και αυτά της αλογόμυγας του Σωκράτη- μεταφερμένα, βέβαια, εδώ στο κοιμισμένο άλογο της ρεθεμνιώτικης πολιτείας- θεωρώ και τα κείμενά του, που άρχισε να τα δημοσιεύει από τον Αύγουστο του 2002- κάτω από τη συναισθηματική φόρτιση των τοπικών εκλογών– μέχρι και το Δεκέμβριο του 2003, στη σελίδα έντεκα, της τοπικής εφημερίδας «Ρέθεμνος». Τα κείμενα αυτά παρουσιάζουμε σήμερα, με το παρόν σημείωμά μας, συγκεντρωμένα όλα μαζί, σε έναν καλαίσθητο τόμο εκατόν πενήντα σελίδων.
Το πρωτότυπο ψευδώνυμο «Νταραμανελίτης», που ο Χάρης χρησιμοποιεί στα κείμενά του, προέρχεται από το ομώνυμο βιβλίο Ντάρα Μανέλα, του ρεθεμνιώτη λογοτέχνη Γιάννη Δαλέντζα και σημαίνει η Πολιτεία της Ανοχής, που, για τον Δαλέντζα, δεν είναι άλλη από την πόλη του, το Ρέθυμνο. Το όνομα αυτό- διαβάζοντας τό συγκεκριμένο βιβλίο- εξέφρασε, από την πρώτη στιγμή, απόλυτα τον Χάρη για την πολιτεία του, το Ρέθυμνο, και τον έκανε να το καθιερώσει, έκτοτε, από το Δεκέμβριο του 2002, ως μόνιμο ψευδώνυμό του, έχοντας σ’ αυτό το θάρρος της γνώμης του και χωρίς να φοβηθεί στο παραμικρό να βαφτίσει και τον εαυτό του με αυτό το όχι δα και τόσο κολακευτικό όνομα.
Ο Χάρης, όμως, το όνομα αυτό το παίρνει με μια εντελώς διαφορετική θεώρηση και με την αντίθετη ακριβώς σημασία. του ατόμου, δηλαδή, που- ενάντια προς όλ’ αυτά που συμβαίνουν γύρω του- αυτός ενδιαφέρεται και αγωνιά για τον τόπο του και δεν ανέχεται αυτήν τη χαρακτηριστική στα πάντα αδιαφορία και ανοχή. Δέχεται να γίνει ένα πράγμα με αυτόν, έτσι όπως είναι, με τα ελαττώματα και τις κακομοιριές του, όμοιος του σε όλα ανεξαιρέτως (αυτόκλητος Νταραμανελίτης), μήπως και με τον τρόπο αυτόν- σύμφωνα και με το δίδαγμα της Ομοιοπαθητικής «τα όμοια τοις ομοίοις θεραπεύονται»- καταφέρει καλύτερα να επέμβει και κάπου να διορθώσει.
Αλογόμυγα, λοιπόν, σαν και αυτήν του φιλόσοφου Σωκράτη, τα γραφτά του φίλου μου του Χάρη, αποσκοπούν να πείσουν, να πειράξουν, να ξυπνήσουν. Πάντοτε, όμως, διακριτικά, καλοπροαίρετα και με πολλή δόση λεπτού και έξυπνου χιούμορ, γι’ αυτό και δεν ενοχλούν. Δεν γράφει κακόβουλα για κανένα. Μοναδικό κίνητρο που οδηγεί τη γραφίδα του η αγάπη του για τον τόπο. Αποτολμά αυτά που οι άλλοι δεν αποτόλμησαν, υπογράφοντας, πάντοτε, τα κείμενα με το όνομά του.
Τα κείμενά του, επί πλέον, χαρακτηρίζονται για την ευελιξία τους, τη σαφήνεια, τη φρεσκάδα και την καθαρότητά τους. Έχουν άποψη γνώμης, εγκυρότητα και καταγράφουν γεγονότα, εικόνες, πρόσωπα και καταστάσεις, περιστατικά και ποικίλες αντιδράσεις. Παλιές τραγικές ή ευχάριστες αναμνήσεις, διάφορα κοινωνικά θέματα- όπως τα ναρκωτικά και το τσιγάρο, η πολιτιστική κίνηση του τόπου, οι γιορτές και τα πανηγύρια- λαμβάνουν κεντρική θέση στα κείμενα του Χάρη Παπαδάκη. Και γίνεται, έτσι, ο Χάρης ένας θεατής αθέατος, ένας φωτογραφομνήμων καίριων στιγμών της πόλης μας, όπως πολύ εύστοχα τον ονόμασε ο άλλος καλός φίλος Μιχάλης Παπαδάκης (Δάνδολος), στο προλογικό σημείωμά του στο παρουσιαζόμενο βιβλίο. Ο φακός της παρατηρητικότητας του Χάρη εστιάζει σε γεγονότα, που, συνήθως, για τους πολλούς, περνούν εντελώς απαρατήρητα. Παράδειγμα αναφέρω αυτό του Γερμανού δρομέα, που τρέχει διακριτικά, μαζί με την κόρη του, στις εκδηλώσεις της Μάχης της Κρήτης και φτάνει, σκόπιμα, τελευταίος για να προηγηθούν, τιμητικά, οι απόγονοι των μαχητών και να διδάξει με τη πράξη του αυτήν ότι η μεγαλύτερη τιμή στον άνθρωπο είναι να αγωνίζεσαι για την λευτεριά και ότι δεν υπάρχουν λαοί κακοί αλλά κακοί ηγέτες.
Τα κείμενα στο βιβλίο του Χάρη Παπαδάκη έχουν ταξινομηθεί σε τρία κεφάλαια: Στο πρώτο, με τον ποιητικό τίτλο «Ωραιοζίλη», περιλαμβάνονται δεκατρία κείμενα με γενικά, τοπικά και εκλογικά θέματα. Στο δεύτερο, με τον σατιρικό τίτλο «Νταραμανελίτης», περιλαμβάνονται είκοσι τρία κείμενα με τοπικά, κυρίως, θέματα. Στο τρίτο, και τελευταίο, με τον χιουμοριστικό τίτλο «Αντίο Ελλάς», περιλαμβάνονται είκοσι τέσσερα κείμενα με θέματα γενικού ενδιαφέροντος.
Στα περισσότερα κείμενά του ο Χάρης Παπαδάκης ακολουθεί μια θαυμάσια ενιαία γραμμή γραφής. αναφέρει, δηλαδή, πρώτα άλλοτε ένα προσωπικό του βίωμα, άλλοτε μια ιστορία από τα παλιά, άλλοτε ένα απόσπασμα από το Ευαγγέλιο ή από κάποιο κείμενο των αρχαίων και πάνω σ’ αυτά ερειδόμενος επιχειρεί, στη συνέχεια, να θεμελιώσει την πρόταση, που έχει να καταθέσει κάθε φορά για την πολιτεία του ή για οποιοδήποτε άλλο θέμα τον απασχολεί. Έτσι, παιδαγωγικά, προχωρώντας και στηρίζοντας τις απόψεις του, πότε στο Ευαγγέλιο ή σε οποιοδήποτε άλλο κείμενο εγνωσμένου κύρους και αυθεντίας και πότε σε βιώματα προσωπικά και εμπειρίες, ο Χάρης γίνεται πιο πειστικός και κατανοητός στους συμπολίτες του και τα κείμενα του αποκτούν αναμφίβολη εγκυρότητα, επιβολή και πειστικότητα.
Παίρνει, για παράδειγμα (σ. 32), την περίπτωση της μοιχαλίδας του Ευαγγελίου και την ανεπανάληπτη φράση του Ιησού για τον λιθοβολισμό της: «Ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθον βαλέτω», προκείμενου να στηλιτεύσει τις παράνομες διαγραφές από τα κόμματα ιστορικών στελεχών με αγώνες και καταξίωση από ποιους «αναμάρτητους»;
Στον «Πανίκο», πάλι, (σ. 51), ο Χάρης χρησιμοποιεί ένα προσωπικό του βίωμα από κάποια προηγηθείσα συνομιλία του με τον γνωστό ξενοδόχο της πόλης μας Πανίκο Χατζηκακού, την οποία, στη συνέχεια- ακολουθώντας επιτυχώς τον παραδειγματικό άξονα- μεταφέρει στα δεδομένα της πόλης μας με τις εξής εξαιρετικά εύστοχες παρατηρήσεις- υποδείξεις του: «Ας μοιάσουμε, λοιπόν, στους ξενοδόχους, παλιοί και νέοι άρχοντες, εκλεγμένοι και μη, και ας ετοιμάσουμε και μεις από τώρα, πριν ακόμα αρχίσει η νέα τουριστική περίοδος το μεγάλο μας ξενοδοχείο που λέγεται νομός Ρεθύμνης. Μη μας πιάσει ο ωχαδελφισμός, εγώ φεύγω εσύ έρχεσαι, εγώ ήλθα εσύ φεύγεις και ποιος θα βγάλει το φίδι από την τρύπα…».
Σε άλλα σημεία, τέλος, προχωρεί σε θαυμάσιους συνειρμούς- παραλληλισμούς, όπως αυτόν της πυρπόλησης του Αρκαδιού της Ιστορίας, με το κάψιμο, στις μέρες μας, του αγαπημένου ομώνυμου ρεθεμνιώτικου καραβιού. Και σημειώνει ο Χάρης χαρακτηριστικά: «Δεν ξέρω αν τα σίδερα έχουν ψυχή. Δεν ξέρω αν το «Αρκάδι» μας είχε ψυχή, αλλά λέτε να βρέθηκε κανένα μικρό καλωδιάκι, που να ξεσήκωσε όλα τα καλώδια και τις μηχανές και αποφάσισαν όλα μαζί να αυτοπυρποληθούν με το Αρκάδι, να καούν ξανά όπως τότε, να τιμήσουν το όνομα «Αρκάδι»; Να μην προδοθεί ο αγώνας τους για την ελευθερία του νομού μας από τα ξένα συμφέροντα και να μην είμαστε δούλοι στους προαναφερθέντες Συρίους και στους όμοιούς τους μεγαλοεφοπλιστές, που σήμερα αντί να φορούν το φέσι του τότε κατακτητή, φορούν τον τίτλο μιας μεγαλόσχημης εταιρείας με άγνωστα συμφέροντα και σε κάθε περίπτωση καθόλου ρεθεμνιώτικα».
Η αυτοκριτική και ο αυτοέλεγχος στα οποία πολύ συχνά προβαίνει ο Χάρης είναι ένα άλλο χαρακτηριστικό δείγμα της ειλικρίνειας και των προθέσεων της γραφής του. Έτσι ( στη σ. 50), με θάρρος σημειώνει: «Μπορεί να έχω ελαττώματα πολλά, φανατικός όμως δεν είμαι ούτε στα αθλητικά, ούτε στα πολιτικά ούτε στα θρησκευτικά ούτε πουθενά». Ενώ, και πάλι, στο ίδιο πνεύμα της αυτοκριτικής και του αυτοελέγχου κινούμενος, με ένα ασυναγώνιστα χιουμοριστικό μα και εξόχως διδακτικό ύφος θα σημειώσει, σχετικά με την αταξία και ασυδοσία που παρατηρείται στους δρόμους της πόλης μας από το άναρχο παρκάρισμα των αυτοκινήτων: «Σιγά τ’ αυγά! μην πάει ο κύριος Χάρης Παπαδάκης, δικηγόρος και Νομαρχιακός Σύμβουλος, να παρκάρει εκεί. Σιγά μην περπατήσει είκοσι με πενήντα μέτρα, για να πάει στην είσοδο του Νομαρχιακού Μεγάρου ή στα κρατητήρια για να συναντήσει τον πελάτη του. Θα πιαστεί η μέση του! Θα διπλοτριπλοτετραπλοπενταπλοπαρκάρει, λοιπόν, έξω από την πόρτα των κτιρίων. Αμέ τι εξουσία είναι και μάλιστα νταραμανελίτικη! Κύριε Διοικητά της Τροχαίας, ρίχτε του μια κλήση. Έτσι, για να μάθει να παρκάρει και να περπατάει».
Τέλος, στο ίδιο θέμα της αυτοκριτικής και του αυτοελέγχου, με την ευκαιρία της Παγκόσμιας Ημέρας της αφιερωμένης στα Άτομα με Αναπηρίες, ο Χάρης ευθαρσώς, και πάλι, αναγνωρίζει ότι αισθάνεται πολύ μικρός, που δεν έχει ποτέ τίποτε προσφέρει στα άτομα αυτά και το μόνο που τον χαρακτηρίζει είναι η αδιαφορία και η ανεμελιά, σε αντίθεση με αυτούς που έχουν τάξει σκοπό της ζωής τους τη βοήθεια και την ένταξη στην κοινωνία των ατόμων αυτών. Όμως, φαίνεται πως ο Χάρης, στο σημείο αυτό, έχει θέσει πολύ ψηλά τον πήχη των προσδοκιών και των ελπίδων του για τα άτομα αυτά, από τη στιγμή που τα έξοδα από τις πωλήσεις του παρόντος βιβλίου τα διαθέτει, εξολοκλήρου, στο Σύλλογο Αγάπη- ΑμΕΑ Ρεθύμνου.
Ο Χάρης Παπαδάκης με όλα αυτά διδάσκει, παρατηρεί, διορθώνει τα στραβά του τόπου του, χωρίς να παρεξηγείται στο παραμικρό, γιατί στις προτάσεις του δεν ακολουθεί έναν στείρο αλαζονικό διδακτισμό, που αποτρέπει και απομακρύνει, αλλά αντίθετα συμβουλεύει και νουθετεί, όπως και ο ίδιος σημειώνει, καλοπροαίρετα και ποτέ κακόβουλα, ενοχοποιώντας, σε κάθε περίπτωση, πρώτα-πρώτα τον εαυτό του. Δεν διεκδικεί αναμαρτησία σε ό,τι στραβό συμβαίνει, αλλά θέτει σ’ αυτό και τον εαυτό του υπόλογο, πρώτο, μπροστά- μπροστά στο στόχαστρό του.
Αγαπητέ Χάρη, το βιβλίο σου, ο Νταραμανελίτης, θεωρώ ότι καθίσταται ένα εγχειρίδιο υψηλού πολιτικού και κοινωνικού ήθους, ψυχικής καλλιέργειας και ανθρωπιάς, που πρέπει, γι’ αυτό, να διαβαστεί από όλους τους Ρεθεμνιώτες, μπας και η αλογόμυγα σου, κάποια στιγμή, μας ξυπνήσει- να βάλω κι εγώ τον εαυτό μου μέσα, μιμούμενος το παράδειγμά σου- από τον ύπνο της ανοχής και της εγκληματικής, κάποτε, αδιαφορίας προς αυτήν την πόλη.

Η ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΚΑΤΑ ΤΗ ΓΕΡΜΑΝΟ-ΙΤΑΛΙΚΗ ΚΑΤΟΧΗ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ

ΜΑΡΚΟΥ Γ. ΠΟΛΙΟΥΔΑΚΗ

Η ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ
ΚΑΤΑ ΤΗ ΓΕΡΜΑΝΟ–ΙΤΑΛΙΚΗ ΚΑΤΟΧΗ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ
1η Ιουνίου 1941 έως 30 Ιουνίου 1945

(Εκδόσεις – Εκτυπώσεις «Ο ΡΑΔΑΜΑΝΘΥΣ», Ρέθυμνο 2002, σχ.16ο, σσ.628)


ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ

Η Εθνική Αντίσταση κατά τη γερμανο-ιταλική κατοχή αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα κεφάλαια της νεοελληνικής μας ιστορίας. Και ακόμα, η Εθνική Αντίσταση των Ελλήνων είναι η σπουδαιότερη και δυναμικότερη ανάμεσα στις αντιστάσεις των σκλαβωμένων από τους Ναζί και τους φασίστες χωρών της Ευρώπης. Μόνο οι Έλληνες επέδειξαν τέτοιο υψηλό πατριωτισμό, καρτερικότητα, αλτρουισμό και αντοχή στη φτώχεια, την πείνα και την αβάσταχτη τρομοκρατία του κατακτητή, σε μια τόσο άνιση και μεγαλειώδη πάλη όλων των πατριωτικών δυνάμεων εναντίον των ναζιστών κατακτητών και των απατρίδων συνεργατών τους.
Με το σημαντικό αυτό κεφάλαιο της νεοελληνικής μας ιστορίας και στο μέρος του, κυρίως, που αφορά στο διαμέρισμα της Κρήτης- ίσως με κάποια έμφαση στα πράγματα της περιοχής του Ρεθύμνου- ασχολείται ο γνωστός ιστορικός της Μάχης της Κρήτης στο Ρέθυμνο κ. Μάρκος Γ. Πολιουδάκης, στο τελευταίο του βιβλίο με τίτλο: «Η Εθνική Αντίσταση κατά τη γερμανο-ιταλική κατοχή στην Κρήτη- 1η Ιουνίου 1941 έως 30 Ιουνίου 1945». Πρόκειται για ένα καλαίσθητο τόμο 628 σελίδων, με πλούσιο φωτογραφικό υλικό και ένα κατατοπιστικότατο ευρετήριο ονομάτων και τοπωνυμίων στο τέλος του βιβλίου.
Ο Μάρκος Πολιουδάκης διαθέτει μια πλούσια προσωπική εμπειρία σε όσα γράφει- μεγάλο προσόν αυτό για κάθε συγγραφέα- δεδομένου ότι σε ηλικία μόλις δεκατριών ετών είδε τον πατέρα του, τον παππού, τη γιαγιά και χωριανούς του να εκτελούνται από τους Γερμανούς και το σπίτι του, στο χωριό, να κατακαίγεται από τους θηριώδεις αλεξιπτωτιστές, ενώ αργότερα γνώρισε, σε προσωπικό επίπεδο και πάλι, και την αγγαρεία στο αεροδρόμιο και σε οχυρωματικά έργα μέχρι τη Σκαλέτα, σε πολυβολεία και σε πούγκες.
Και μπορεί, βέβαια, ο κ. Πολιουδάκης να μην είναι επιστήμων ιστορικός, όμως, είναι γεγονός ότι μέσα στο βιβλίο του αυτό κατόρθωσε να συγκεντρώσει ένα τεράστιο και εξαιρετικά αξιόλογο υλικό που θεμελιώνει και προβάλλει με τον πιο δίκαιο και αποτελεσματικό τρόπο την ουσία του θέματός του. Επιπλέον, ο κ. Πολιουδάκης στο βιβλίο του αυτό αποδεικνύεται πως ξέρει να χρησιμοποιεί πηγές και βοηθήματα, ξέρει που να ανατρέξει κάθε φορά, για να αντλήσει το πλούσιο υλικό του. Έτσι, οι πηγές του είναι οι κατάλληλες για το θέμα του είτε πρόκειται για ιστορικά συγγράμματα και βιβλία, είτε για αρχεία, αναφορές, μαρτυρίες, συλλογές και μουσεία, και μάλιστα για το πλουσιότατο προσωπικό του αρχείο. Ο πλούτος των πηγών στο τέλος του βιβλίου του κ. Πολιουδάκη πραγματικά εντυπωσιάζει τον αναγνώστη και επιβεβαιώνει την ποιότητα του βιβλίου. Ακόμα, ο κ. Πολιουδάκης- και ιδιαίτερα με εντυπωσίασε αυτό- αναγνωρίζει, σέβεται και εκτιμά το έργο τους και αναφέρεται βιβλιογραφικά σε όλους τους γνωστούς ρεθεμνιώτες ιστορικούς της Μάχης της Κρήτης. στον Νικ. Κοκονά, το Σπύρο Μαρνιέρο, τον Εμμ. Τσιριμονάκη, τον Μιχ. Χριστοφοράκη, το Θεοχ. Σαριδάκη, τον Ανδρέα Νενεδάκη κ.ά.
Με νέα σαφή, αδιάσειστα και διασταυρωμένα στοιχεία, με τεκμηριωμένα ντοκουμέντα, με πλούσιες ζωντανές αφηγήσεις και μαρτυρίες αγωνιστών, ο κ. Πολιουδάκης επιχειρεί μια ολοκληρωμένη θεώρηση του θέματος σε συνδυασμό, πάντοτε, με τις γνώσεις που με μόχθο και ιδιαίτερη προσωπική έρευνα αποκόμισε. Βασική πρόθεσή του και επιδίωξη, στη έκδοσή του αυτή, να λάμψει όλη η ιστορική αλήθεια πάνω σε ένα θέμα μεγάλο, καυτό και σπουδαίο, που μέχρι σήμερα έχει απασχολήσει εκατοντάδες ερευνητές πανελληνίως αλλά και διεθνώς και έχει γνωρίσει τόσες και τόσες «έν αγνοία αλλά και σκοπιμότητι» πολλές φορές διαστρεβλώσεις και παραποιήσεις. Ο κ. Πολιουδάκης κινούμενος από αγάπη και μόνο για τον τόπο του κυριολεκτικά πάσχισε και βρήκε τα αποδεικτικά στοιχεία, τα ντοκουμέντα, την Ελληνική και ξένη βιβλιογραφία, τις ζώσες και ανεπιτήδευτες μαρτυρίες, τις μνήμες, μεταγενέστερα δημοσιεύματα σε καιρό ελευθερίας και έλλειψης λογοκρισίας, σε εφημερίδες και περιοδικά, αρχεία, βιβλιοθήκες και συλλογές, τα οποία συγκρινόμενα και διασταυρούμενα ξεκαθαρίζουν τα γεγονότα και φωτίζουν την αλήθεια ή ρίχνουν φως στη σκόπιμα παραποιημένη πραγματικότητα.
Ιδιαίτερα ενδιαφέροντα κεφάλαια του βιβλίου θεωρώ αυτά που φανερώνουν σε όλο της το μεγαλείο τη δύναμη της ψυχής του Κρητικού λαού στη μάχη και στο θάνατο, καθώς και τη συγκέντρωση από το συγγραφέα, σύνταξη και παρουσίαση ενός «Εθνικού Μαρτυρολογίου». Παρά τις τεράστιες δυσκολίες που παρουσίαζε το θέμα ο συγγραφέας κατάφερε να αναγραφούν τα θύματα της περιόδου που πραγματεύεται, έστω και αριθμητικά, κατά χωριό, όταν δεν μπορούσε να έχει στη διάθεσή του πληρέστερα στοιχεία. Κατά μια άποψη σε τρεισήμισι χιλιάδες αριθμούνται τα θύματα των γερμανικών θηριωδιών και εκτελέσεων κατά την περίοδο 1941-45, στο σύνολο των χωριών της Κρήτης. Η έλλειψη ονομαστικών πινάκων όλων των πεσόντων, εκτελεσμένων και εξαφανισθέντων, αποτελεί λυπηρό γεγονός αποτέλεσμα και αυτό της πολλαπλώς τραυματισμένης μετεμφυλιακής εποχής. Είναι γεγονός ότι καμιά υπηρεσία δεν έσκυψε τότε ούτε ενδιαφέρθηκε γι’ αυτήν την εθνική υποχρέωση.
Σκοπός του συγγραφέα είναι η ανάδειξη της σπουδαίας και πλήρους γεγονότων αυτής ιστορικής περιόδου του τόπου μας, προκειμένου να γνωρίσουν και παραδειγματιστούν από τα έργα και τις πράξεις των ηρώων της περιόδου αυτής οι γενιές που θα ακολουθήσουν. Ο κ. Πολιουδάκης το κάνει αυτό με απόλυτη συναίσθηση της ευθύνης και του χρέους απέναντι στον συνάνθρωπό του. Είναι γι’ αυτό άξιος του δικαίου επαίνου του τόπου που με τόση ευσυνειδησία υπηρετεί παρουσιάζοντας προς αποκατάσταση της αλήθειας και παραδειγματισμό των νεωτέρων μεγάλες πράξεις ηρωισμού και αυτοθυσίας, πράξεις ανώτερου ήθους, ψυχικής καλλιέργειας και ανωτερότητας των Κρητικών για την απόκτηση της πολυπόθητης Ελευθερίας.

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΤΕΣΣΕΡΙΣ ΝΕΟΜΑΡΤΥΡΕΣ ΤΟΥ ΡΕΘΥΜΝΟΥ


Εικόνα έκδοση του
ι. Ναού περί το έτος
1954

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΤΕΣΣΕΡΙΣ ΝΕΟΜΑΡΤΥΡΕΣ ΤΟΥ ΡΕΘΕΜΝΟΥΣ

-Πλήρης Ασματική Ακολουθία και Παρακλητικός Κανόνας-
Έκδοση Ιερού Ενοριακού Ναού των Αγίων Τεσσάρων Μαρτύρων-Ρέθυμνο 1999

ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ

       Δεν περιμένει ο ευσεβής λαός τής Ορθόδοξης Εκκλησίας την επίσημη συνοδική πράξη τού Πατριαρχείου, για να τιμήσει τη μνήμη ενός μεγάλου αγίου, με θαύματα και αγία ζωή και, πιο πολύ, με μαρτύριο για την πίστη τού Χριστού. Αυτό συμβαίνει συχνά στην ιστορία τής Ορθοδοξίας. Το βλέπουμε σε πολλούς αγίους. Το βλέπουμε και στους δικούς μας αγίους Τέσσερις Νεομάρτυρες Αγγελή, Μανουήλ, Γεώργιο και Νικόλαο, από τις Μέλαμπες Αγίου Βασιλείου Ρεθύμνης, που μαρτύρησαν στην πόλη τού Ρεθύμνου κατά την 28η Οκτωβρίου 1824. Πολύ πιο πριν από την ημέρα που το Οικουμενικό Πατριαρχείο τους συναρίθμησε με τους Αγίους και τους Ιερομάρτυρες τής Εκκλησίας μας και όρισε να εορτάζεται η μνήμη τους στις 28 Οκτωβρίου κάθε χρόνο, η πίστη και η συνείδηση τού ορθόδοξου ρεθεμνιώτικου λαού τους τιμούσε ως αγίους και τους εόρταζε. Λέγεται, μάλιστα, ότι από τα πρώτα χρόνια, ίσως και από τον επόμενο κιόλας χρόνο τού Μαρτυρίου τους (1825), ψάλλονταν στην επέτειο τού μαρτυρίου τους λειτουργίες για τους Αγίους με βάση την ακολουθία των Αγίων Πάντων, που χρησιμοποιείται «εν πάση εορτή καθ’ ην ήθελεν είναι έλλειψις των αρμοδίων βιβλίων» (Μ. Μ. Παπαδάκι, Οι Τέσσερις Νεομάρτυρες του Ρεθέμνου, Προμηθεύς ο Πυρφόρος, τ.21<1980>,262).
Πάντως, δεκαπέντε μόλις χρόνια από το μαρτυρικό θάνατό τους υπήρχε, ήδη, η πρώτη ειδική ακολουθία που είχε συνταχθεί με τη συνεργασία τού Μελετίου Νικολετάκι, Μητροπολίτη Κρήτης (1831-39), Καλλινίκου Νικολετάκι, επισκόπου Ρεθύμνης (1832-68) και του λογίου Νικολ. Σταυράκη, Η ακολουθία αυτή δημοσιεύτηκε το 1852, όταν ο Μελέτιος είχε ήδη πεθάνει (1839).
<1980>
Στη συνέχεια, τυπώθηκαν και άλλες ακολουθίες των Αγίων Τεσσάρων Μαρτύρων. Το 1877, στην Αθήνα, «επιμελεία και δαπάνη Ιλαρίωνος επισκόπου Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου», και το 1888, στο Ρέθυμνο, στο τυπογραφείο Στ. Εμμ. Καλαϊτζάκη από τον επίσκοπο Λάμπης και Σφακίων και μετέπειτα Μητροπολίτη Κρήτης Ευμένιο Ξηρουδάκη. Αυτής της τελευταίας ακολουθίας ανατυπώσεις αποτελούν οι εκδόσεις που έγιναν το 1971 ή 1972, από την Παναγία την Καλυβιανή, στις Μοίρες τού Ηρακλείου, το 1984 από το Μητροπολίτη Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου Τίτο Συλλιγαρδάκη και το 1985 από τον πρωτ. π. Νικόλαο Κουτσαυτάκη.
Το 1988, ύστερα από παραγγελία του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου του ιερού ενοριακού ναού του Προφήτη Ηλία Καστέλλας, ο μοναχός Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης, γνωστός Υμνογράφος τής Μεγάλης τού Χριστού Εκκλησίας, συνέθεσε νέα πλήρη ι. Ακολουθία και Παρακλητικό Κανόνα στους Αγίους Τέσσερις Νεομάρτυρες τού Ρεθύμνου. Από αυτήν την τελευταία ακολουθία τού μακαριστού πατρός Μικραγιαννανίτου, με την αριθμ. Πρωτ. 38/1-4-1977 έγγραφη άδεια τού Εκκλησιαστικού Συμβουλίου τού Προφήτη Ηλία τής Καστέλλας, προς τον Σεβασμιότατο Μητροπολίτη Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου κ. Άνθιμο, ο ιερός ενοριακός Ναός των Αγίων Τεσσάρων Μαρτύρων Ρεθύμνου προχώρησε σήμερα στην παρούσα πολυτελέστατη έκδοσή του με τον τίτλο: «Οι Άγιοι τέσσερις Νεομάρτυρες του Ρεθέμνους -Πλήρης Ασματική Ακολουθία και Παρακλητικός Κανόνας».Την έκδοση προλογίζει ο Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου κ. Άνθιμος με λεπτομερή αναφορά στις ι. ακολουθίες των Αγίων που έχουν γνωρίσει μέχρι σήμερα το φως τής δημοσιότητας, από την πρώτη, του έτους 1852, μέχρι την τελευταία (1998), έκδοση τού ι. Ναού των Τεσσάρων Μαρτύρων που έχουμε σήμερα την αγαθή τύχη να κρατούμε στα χέρια μας σε πολυτελέστατη και εξαιρετικά φροντισμένη έκδοση και με το παρόν σημείωμά μας να παρουσιάζουμε στο ρεθεμνιώτικο κοινό.
Ακολουθεί γλαφυρότατη εισαγωγή από τον Προϊστάμενο τής ενορίας Πρωτ. π. Ιωάννη Σκαλίδη και τον κ. Ιωάννη Γ. Κουμεντάκη, Θεολόγο και πρώην Γυμνασιάρχη, εκλεκτούς και τους δύο εργάτες στον Αμπελώνα του Κυρίου. Στην εισαγωγή τους αναφέρονται στο νέφος των Μαρτύρων, αυτών των υπέροχων εύοσμων ανθέων τής ορθόδοξης πνευματικότητας και τελειώνουν με μια εξόχως συγκινητική περιγραφή τού μαρτυρίου των Αγίων Τεσσάρων Μαρτύρων. Ακολουθεί η ασματική Ακολουθία των Αγίων με τα ψαλλόμενα στον μικρό και στον μεγάλο εσπερινό, στη Λιτή, τον Όρθρο και τη Θεία Λειτουργία. Σε παράρτημα παραθέτεται και η δοξολογία για την Εθνική Επέτειο των νικητηρίων, κατά την 28η Οκτωβρίου, δεδομένου ότι η θεία μνήμη των Μαρτύρων συμπίπτει με την ημέρα αυτή .
Το βιβλίο διανθίζεται και με εξαιρετικά ενδιαφέρουσες φωτογραφίες των εικόνων των Αγίων, του τάφου τους, δίπλα στον ι. Ναό τού αγίου Γεωργίου Περιβολίων και των ι. Ναών των αφιερωμένων στην ιερή μνήμη τους στην πόλη τού Ρεθύμνου και τη γενέτειρα τους, τις Μέλαμπες. Δημοσιεύονται όλες οι παλιές εικόνες που έχουν φιλοτεχνηθεί για τους αγίους από την πρώτη, του 1836, (δώδεκα, μόλις, χρόνια από το μαρτυρικό θάνατό τους!) μέχρι τα πιο σύγχρονα έργα των αγιογράφων Γ. Χρηστίδη, Εμμ. Κιαγιαδάκη, Σπύρου Καλαϊτζαντωνάκη και Δ. Σαρειδάκη.
Πρόκειται για μια νέα αξιόλογη έκδοση των Εκδόσεων -Εκτυπώσεων «Ο Ραδάμανθυς» του Στυλ. Καλαϊτζάκη και Υιών, που από σήμερα προστίθεται στη σειρά των έντυπων εκδόσεων των ι. Ακολουθιών των Αγίων και θα εμπλουτίζει εσαεί την Τοπική μας Αγιολογία και Υμνολογία. Για την πολύτιμη προσφορά τους είναι άξιοι συγχαρητηρίων και πολλών ευχαριστιών όλοι όσοι εργάστηκαν και συνέβαλαν για την έκδοση αυτή. Το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο τού ι. ενοριακού Ναού των Αγίων Τεσσάρων Μαρτύρων Ρεθύμνης- που, τη στιγμή αυτή, απαρτίζεται από τους: Δ. Σταγκουράκη, Μ. Κτιστάκη, Ε. Αυγουστάκη και Ι. Λιοδάκη- και, ιδιαιτέρως, ο σεμνός και ευσεβέστατος λευίτης, Προϊστάμενος τής ενορίας, πρωτ. π. Ιωάννης Σκαλίδης και ο εκλεκτός Θεολόγος -Γυμνασιάρχης κ. Ιωάννης Κουμεντάκης.

ΜΟΥΡΝΕ ΠΡΩΗΝ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ



ΜΑΝΟΛΗ Γ. ΠΑΠΑΔΟΓΙΑΝΝΗ


Μ Ο Υ Ρ Ν Ε
Κεφαλοχώρι τού Ρεθέμνους

[Αθήνα 2008, σχ. 8ο (24Χ17), σσ. 240]


ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ
http://ret-anadromes.blogspot.com/

Το έχω επαναλάβει και στο παρελθόν ότι θεωρώ γεγονός υψίστης σημασίας για τον τόπο την καταγραφή τής ιστορίας τού κάθε χωριού χωριστά. Κάθε τέτοια καταγραφή- ακόμα και του μικρότερου οικιστικού χώρου- αποτελεί, οπωσδήποτε, γεγονός εξαιρετικής σημασίας, μεγίστη συνεισφορά και ουσιαστική συμβολή στην τοπική και, κατ’ επέκταση, στη Γενική Ιστορία. Μακάρι να βρίσκονται οι κατάλληλοι, κάθε φορά, άνθρωποι, που θα σκύψουν με αγάπη πάνω από τα χωριά μας, μικρά ή μεγάλα, για μια έστω και μικρή, αφετηριακή αποτύπωση τής ιστορίας και του πολιτισμού τους, αν δεν είναι δυνατή μια ουσιωδέστερη και επιστημονικά τεκμηριωμένη ιστορική και όχι μόνο προσέγγιση. Και κάτι τέτοιο, βέβαια, αποτελεί πράξη επίσημη και εξαιρετική που σε καμιά περίπτωση δε μπορεί να αποτιμηθεί με τους γνωστούς κανόνες τής λογοτεχνικής και ιστορικής κριτικής, γι’ αυτό και, συνήθως, πραγματώνεται και υλοποιείται από ανθρώπους που οι ίδιοι κατάγονται από τον συγκεκριμένο τόπο που καταγράφουν, ώστε, σε τελική ανάλυση, η εργασία τους αυτή να αποτελεί καρπό εύχυμο και αρωματικό ερωτικής αγάπης και βαθιάς νοσταλγίας των πρώτων παιδικών αναμνήσεων τού τόπου καταγωγής.
Μια τέτοια δουλειά, που εμφανώς έγινε με πολύ κέφι και μεράκι και αποτελεί καρπό ερωτικής προς τον τόπο αγάπης είναι και το βιβλίο που γνώρισε πρόσφατα το φως τής δημοσιότητας, με τον τίτλο: «Μουρνέ Κεφαλοχώρι τού Ρεθέμνους», του κ. Μανόλη Γ. Παπαδογιάννη. Παρότι, από είκοσι ετών ο Μ. Παπαδογιάννης απουσιάζει από το χωριό του, όμως, δεν έπαυσε ποτέ να βρίσκεται σε στενή επικοινωνία και επαφή μαζί του και να ενδιαφέρεται ειλικρινά γι’ αυτό είτε ως ιδρυτής και πρώτος Πρόεδρος τού Συλλόγου Μουρνιανών Αττικής, θέση την οποία διατήρησε για δεκαεπτά συναπτά χρόνια, είτε ως Πρόεδρος, για μια τετραετία, της κοινότητας Μουρνές Ρεθύμνου, είτε δημοσιεύοντας μελέτες ιστορικού και λαογραφικού περιεχομένου για του χωριό του, το οποίο φαίνεται να έχει, ομολογουμένως, μονοπωλήσει το συγγραφικό του ενδιαφέρον. Έτσι και το βιβλίο του αυτό, των 240 πυκνογραμμένων σελίδων και χωρίς καμιά, ουσιαστικά, φωτογραφία- εκτός δύο και μοναδικών τού Δημοτικού Σχολείου τής Μουρνές- αποτελεί αδιαμφισβήτητη συνέχεια τού παραπάνω ενδιαφέροντός του για το χωριό του.
Το βιβλίο όλο το βάρος το δίνει στα ιστορικά, κυρίως, ντοκουμέντα που για δεκαετίες ολόκληρες ο συγγραφέας του συγκέντρωνε και όχι τόσο στο περιβάλλον και τις άπειρες φυσικές ομορφιές τού χωριού με τις πολλές μουριές, τα νερά και το πράσινο. κατά βάσιν, αποτελεί τυπογραφική αναπαραγωγή παλιών δημοσιευμάτων τού κ. Παπαδογιάννη, που δημοσιεύτηκαν τμηματικά κυρίως στο έγκριτο περιοδικό τού μακαρίτη τού γαμπρού μου Λευτέρη Γ. Δαφέρμου «Προμηθεύς ο Πυρφόρος». Προς τούτο και καταβλήθηκε προσπάθεια σύνδεσης των κεφαλαίων τού βιβλίου και εξασφάλισης τής ενότητας τού κειμένου. Τα αρχικά κείμενα σε πολλά σημεία εμπλουτίστηκαν και συμπληρώθηκαν με νεότερα ιστορικά- βιβλιογραφικά στοιχεία που συγκέντρωσε ο συγγραφέας εκ των υστέρων.
Το βιβλίο διασώζει άφθονα στοιχεία απ’ όλους τους χώρους τού επιστητού με έμφαση- όπως ήδη υπογραμμίσαμε- σε ορισμένα κεφάλαια, σύμφωνα με τα αρχικά δημοσιεύματα που συναπετέλεσαν και συγκρότησαν το βιβλίο. Έτσι, ξεχωρίζουν τα κεφάλαια που αφορούν στους ερειπωμένους οικισμούς και την ερειπωμένη Μονή τού Μαλαθρέ, καθώς και το κεφάλαιο το σχετικό με τα Τοπωνύμια τής κοινοτικής περιφέρειας τής Μουρνές και τις Οικογένειες τού χωριού. Από τους ερειπωμένους, πάλι, οικισμούς που αφθονούν στο χωριό (Χαντάκι, Μαυρίκη, Λαγκά, Ντιμπλοχώρι, Λάκκος, Επίζυγος) πρυτανεύουσα θέση κατέχει η γνωστή Επίζυγος (και Υπίζυγος), το χωριό με τις πολλές μουριές, που καταστράφηκε από τους Τούρκους, μια, κατά την παράδοση, από τις εκατό πόλεις τής Κρήτης (Εκατόμπολης). Εκ των παραπάνω κεντρικών κεφαλαίων, τα τοπωνύμια ο συγγραφέας τα ερμηνεύει περισσότερο σύμφωνα με τη μορφολογία τού χώρου και τις υπάρχουσες παραδόσεις (διασώζοντας πλήθος από αυτές), παρά με τους γλωσσολογικούς και λεξιλογικούς κανόνες,.
Μέγα μέρος τού βιβλίου κατέχουν και οι τοπικοί θρύλοι και παραδόσεις πράγμα που δείχνει την ευαισθησία τού συγγραφέα να διασώσει πράγματα που- όπως και τα τοπωνύμια- αν δεν καταγραφούν και δημοσιευθούν εγκαίρως χάνονται και σβήνουν από τη θύμηση των ανθρώπων. Και ο συγγραφέας φαίνεται από το βιβλίο του ιδιαίτερα ευαισθητοποιημένος στο σημείο αυτό. Η Εισαγωγή του ειδικότερα αποτελείται από μια σειρά γλυκερές αναμνήσεις από τα παιδικάτα του, που τις καταγράφει και τις διασώζει καταλεπτώς. «Θυμούμαι», σημειώνει επανειλημμένα, «αναστορούμαι» τους παλιούς μου συγχωριανούς, και τους σημειώνει έναν προς έναν και με τα χαρακτηρίζοντα αυτούς παρατσούκλια, τις ιστορίες τους, τα αστεία τους και τις ενδυμασίες τους.
Από τον καιρό εκείνο που συνέβαιναν όλα αυτά πέρασε από το μυαλό τού μικρού Μανόλη πολλές φορές η ιδέα, σαν μεγαλώσει και μάθει γράμματα, να κάτσει και να καταγράψει τις όμορφες αυτές ιστορίες. Έκτοτε η ζωή του σημαδεύτηκε μονίμως από αυτήν την αγωνία τού χρέους. καθώς μεγάλωνε και κάθε φορά που βρισκόταν μόνος του, με τον εαυτό του, και ένιωθε κατάστηθα τον αέρα τού αγαπημένου του χωριού, επανέφερε κινηματογραφικά τις παιδικές αναμνήσεις, έπιανε το χαρτί και κρατούσε λεπτομερείς σημειώσεις. Το χρέος βάραινε μέσα του μέχρι σήμερα που ένιωσε βαθιά την ικανοποίηση τής προσφοράς στο χωριό του τού πονήματος αυτού, ως χρέους στην ιερή μνήμη και την αγάπη των προγόνων του.