Μοναχής Φιλοθέης
«Ο
μπαρμπα- Γιάννης των Ελλήνων»
[Εκδόσεις «Επιστροφή», Μητροπόλεως
Αργολίδος, 2016, σχ. 8ο (25 Χ 17), σσ. 108]
ΚΩΣΤΗΣ
ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ
«Ο μπάρμπα-
Γιάννης των Ελλήνων» είναι ένα βιβλίο πρωτότυπο, γραμμένο σε απλή, εκλαϊκευμένη
μορφή και με πλουσιότερη, θα έλεγα, τη λογοτεχνική – διηγηματική παρά την
ιστορική μορφή στη δομή του, καίτοι διαπραγματεύεται ένα καθαρά ιστορικό θέμα,
τον Ιωάννη Καποδίστρια, τον «μπάρμπα- Γιάννη»- όπως θωπευτικά και αγαπητικά ο
ελληνικός λαός αποκαλούσε τον πρώτο του Κυβερνήτη.
Η διήγηση,
περαιτέρω, λειτουργεί στο εν λόγω βιβλίο κατά τρόπο πρωθύστερο. δηλαδή από το τέλος, από τη
στιγμή της δολοφονίας του Κυβερνήτη, η οποία του ανακοινώνεται μυστικά την
παραμονή από μια έμπιστη του γυναίκα. Όλα, στη συνέχεια, μέχρι το τέλος της
διήγησης και μέχρι να λάβει χώρα η άθλια πράξη των Μαυρομιχαλαίων αποτελούν ένα
κουβάρι αναμνήσεων του Κυβερνήτη, από τα πρώτα, ακόμα, παιδικά του χρόνια μέχρι
το τέλος της ζωής του, αναμνήσεων που έρχονται και περνούν σαν κινηματογραφική
ταινία από το μυαλό του. Έτσι, το βιβλίο με τον όμορφο αυτόν λογοτεχνικό τρόπο
που είναι δοσμένο απευθύνεται και μπορεί να γίνει ευχάριστο ανάγνωσμα όλων των
ηλικιών και μάλιστα των νέων της Ελλάδας.
Συγγραφέας του
βιβλίου είναι η μοναχή Φιλοθέη, Ηγουμένη του Ι.
Ησυχαστηρίου «Παναγία των Βρυούλων», της Ι. Αρχιεπισκοπής Αθηνών, που με αγάπη
περισσή και πραγματικό σεβασμό και ενδιαφέρον προς το πρόσωπο του Κυβερνήτη
έσκυψε και διεξήλθε μεγάλο πλήθος πηγών- τους περισσότερους από 10 τόμους του
Αρχείου Ι. Καποδίστρια (Κέρκυρα 1976- 1983, υπό Κων. Δαφνή)- καθώς και πληθώρα μελετών
γύρω από το πρόσωπό του. Κίνητρο της μοναχής Φιλοθέης να ασχοληθεί με τον Καποδίστρια
στάθηκε, σύμφωνα με το προλογικό της σημείωμα, το γεγονός ότι από μικρή είχε
έναν καημό που την κατέτρωγε αδυσώπητα.
ότι δεν είχε κι εκείνη, ως πρόσφυγας (Μικρασιάτισσα) που ήταν, μια
πατρίδα σαν όλα τα άλλα παιδιά στο σχολείο. Η ανάγκη και η αγωνία της αυτή, να
έχει κι εκείνη μιαν πατρίδα, είναι που την ώθησαν πρωταρχικά να αγκαλιάσει και
να δεχτεί ως πατρίδα της ολόκληρη την Ελλάδα και να νιώσει, έτσι, για πρώτη
φορά, στην ψυχή της ένα καινούριο, παράξενο συναίσθημα πληρότητας και ηθικής
ικανοποίησης. Διαβάζοντας, στη συνέχεια, ενώ μεγάλωνε και προόδευε στη μόρφωσή
της, την ιστορία του ελληνικού έθνους, για την οποία έδειχνε ιδιαίτερη κλίση
και ενδιαφέρον, δεν ήταν πια δύσκολο να φθάσει και να οδηγηθεί στην ασφαλή σκέψη
ότι ο Ιωάννης Καποδίστριας- με τον οποίο ασχολείται το παρουσιαζόμενο βιβλίο
της- υπήρξε ο πρώτος έλληνας πολιτικός που αγάπησε πραγματικά την Ελλάδα και
δούλεψε ακούραστα, όσο τον άφησαν οι εχθροί του, θυσιάζοντας τα πάντα, για να
φτιάξει στους Έλληνες μιαν καινούρια πατρίδα, τη νεότερη Ελλάδα. Η νεανική της
αυτή αγωνία είναι που την οδήγησε, ίσως, στο να αφιερώσει το βιβλίο της αυτό στα
νιάτα της Ελλάδας, στο «ροδόχρουν τούτο
όνειρο της πατρίδος μας», όπως χαρακτηριστικά και με νόημα αποκαλούσε τα
ελληνικά νιάτα ο Κυβερνήτης Καποδίστριας.
Το βιβλίο,
ειδικότερα, εστιάζει, κυρίως, στη βαθιά χριστιανορθόδοξη και εθνική ταυτότητα του
Κυβερνήτη, που όσο διατελούσε Υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας δούλευε μεν στο
πλευρό του Τσάρου, αλλά ούτε στιγμή δεν έπαυσε να εργάζεται και για την απελευθέρωση
της Ελλάδας από τον τουρκικό ζυγό. Αναφέρεται στην σχέση του με την
Ελληνορουμάνα αρχοντοπούλα Ρωξάντρα
Στούρτζα, που ομόρφυνε για λίγο την πολυτάραχη ζωή του, αλλά και στη
σωτηρία της Ελβετίας, αφού, ως γνωστόν, ο Καποδίστριας υπήρξε ο εμπνευστής της
ελβετικής ουδετερότητας, αλλά και ο άνθρωπος που κατάφερε να «φέρει» στην
ελβετική συμπολιτεία τα καντόνια της Γενεύης και της Λωζάνης, νικώντας κατά
κράτος, διπλωματικά, τον άρχοντα της ευρωπαϊκής διπλωματίας στη μετά τον
Ναπολέοντα εποχή, τον Μέτερνιχ, ενώνοντάς την και κερδίζοντας τον απεριόριστο
σεβασμό και την αγάπη των Ελβετών, που θεωρούν, έκτοτε, τον Καποδίστρια ως
εθνικό τους ήρωα. Αναφέρεται, επίσης, στα φοβερά για την Ελλάδα συνεδρια στο Τροπάου και στο Λάιμπαχ και τον θανάσιμο εχθρό του Καποδίστρια, τον αυστριακό
πρωθυπουργό Μέτερνιχ, που έδωσαν στους επαναστατημένους Έλληνες- και μάλιστα
στα χρόνια μετά την ίδρυση της Ι. Συμμαχίας (που λειτουργούσε, πάντοτε, σκληρά
και αμείλικτα απέναντι σε κάθε επαναστατικό κίνημα)- την πεποίθηση ότι δεν
επρόκειτο στον αγώνα τους οι Έλληνες να περιμένουν τη βοήθεια καμιάς Ευρωπαϊκής
Κυβέρνησης. Παρακολουθούμε, τέλος, τις προσπάθειές του για τη διεθνοποίηση του
ελληνικού αγώνα και τη δημιουργία ενός τεράστιου φιλελληνικού ρεύματος στις
μεγάλες πόλεις της Ευρώπης, ενώ ως πρώτος Κυβερνήτης της Ελλάδας ο Καποδίστριας
θέτει, πλέον, τις βάσεις για τη δημιουργία ενός σύγχρονου κράτους σε μια χώρα
ερειπωμένη και έναν λαό καθημαγμένο, μέχρι τη μέρα της δολοφονίας του (27
Σεπτεμβρίου 1831) από χέρια δυστυχώς... ελληνικά.
Το προλόγισμα του βιβλίου από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Αργολίδος κ.
Νεκτάριο- φίλο αγαπητό των
φοιτητικών μας χρόνων- μας υπενθυμίζει ότι το Ναύπλιο και το Άργος διασώζουν
ακόμη και σήμερα πολλά από τα ίχνη της εκεί παρουσίας του μεγάλου αυτού πολιτικού
άνδρα, αφού το πρώτο, το Ναύπλιο- ως η δεύτερη (μετά την Αίγινα), πρωτεύουσα
του νεοσύστατου ελληνικού κράτους- δέχτηκε πλούσια την ευεργετική τού Κυβερνήτη
παρουσία, αλλά είχε και το θλιβερό προνόμιο να ζήσει τη φρικτή εμπειρία της
άθλιας δολοφονίας του, έξω από τον ναό του αγίου Σπυρίδωνος, όπου ο Κυβερνήτης
προσήρχετο για τον συνήθη, κυριακάτικο, εκκλησιασμό του.
Η έκδοση του
ωραίου αυτού βιβλίου έγινε από τις εκδόσεις «Επιστροφή» της Ι. Μητροπόλεως Αργολίδος,
ενώ ενισχύθηκε οικονομικά από την Περιφερειακή Ενότητα Αργολίδος. Η πλούσια
εικονογράφησή του ανήκει στην αρχιτέκτονα Μαριάννα
Α. Φιλήντρα και η καλλιτεχνική του επιμέλεια στη σκιτσογράφο Τέτη Σώλου.
Ύστερα από αυτά, γίνεται, νομίζουμε, καταφανής η
σπουδαιότητα του συγκεκριμένου πονήματος για την ιστορία του τόπου.
Ευχαριστούμε θερμά και συγχαίρουμε ειλικρινά την οσιολογιωτάτη Ηγουμένη Μοναχή
Φιλοθέη γι' αυτήν την όντως μεγάλη και γενναιόδωρη προσφορά της προς το "θησαυροφυλάκιο»
του ελληνισμού και της Ορθοδοξίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου