ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΟΥΜΕΝΤΑΚΗ
«ΡΕΚΒΙΕΜ ΓΙΑ 964
ΨΥΧΕΣ»
ΑΠΟ ΤΑ ΜΟΥΣΙΚΑ
ΣΥΝΟΛΑ ΤΗΣ ΕΡΤ
ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΑ 150
ΧΡΟΝΙΑ
ΑΠΟ ΤΟ
ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑ ΤΟΥ ΑΡΚΑΔΙΟΥ
ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ
Ήταν μια συναυλία αφιερωμένη στην επέτειο των
150 χρόνων από το Ολοκαύτωμα της Ι. Μ. του Αρκαδίου, από την Εθνική
Συμφωνική Ορχήστρα και την ανδρική Χορωδία της ΕΡΤ, κορυφαία
μουσικά σύνολα της Χώρας, υψηλών στάνταρτς και προδιαγραφών, αν σκεφθούμε ότι Διευθυντές
της Ορχήστρας της ΕΡΤ- από το 1938 που ιδρύθηκε- έχουν, ανάμεσα στους άλλους,
διατελέσει μουσικοί του επιπέδου των Γ. Λυκούδη, Αντίοχου Ευαγγελάτου, Μ.
Καρύδη, Ανδρέα Πυλαρινού και σήμερα του Αναστασίου Συμεωνίδη, ενώ
έχει γνωρίσει και μαέστρους διεθνούς φήμης, όπως τον Μανόλη Καλομοίρη,
τον Διονύση Λαυράγκα, τον Δημήτρη Μητρόπουλο, τον Μ. Καρύδη,
τον Γεχούντι Μενουχίν, τους Λογιάδη, Φιδετζή, Συμεωνίδη, Χωραφά και
τον Ανδρέα Τσελίκα, που είχε
και τη διεύθυνση της προχθεσινής συναυλίας.Σπάνια το Ρέθυμνο
έχει την τύχη να παρακολουθεί μουσικά σχήματα αυτού το επιπέδου, δεδομένου ότι
ήλθαν από την Πρωτεύουσα για την εν λόγω συναυλία των Μουσικών Συνόλων της ΕΡΤ
πάνω από 45 άτομα- Χορωδία και Ορχήστρα μαζί- για να πάρουν μέρος σε αυτήν την
εκπληκτικά μοναδική στιγμή, χωρίς αμοιβή, εθελοντές, σε μια πολύ μεγάλη γιορτή,
που καιρό τώρα καλά κρατεί στο Ρέθυμνο, προκειμένου να τιμήσει τα 150 χρόνια
από την Αρκαδική Εθελοθυσία.Την παρουσία αυτή,
σήμερα, στα 150 χρόνια της Αρκαδικής Εθελοθυσίας, θα μπορούσα να τη συγκρίνω
μόνο με την άλλη μεγάλη παρουσία στην πόλη μας του Εθνικού Θεάτρου Ελλάδος
στα 100 χρόνια (1966), τότε, με το έργο «Ηφαίστειο» του Παντελή Πρεβελάκη, που είχα την τύχη, δεκαεξάχρονος μαθητής
να παρακολουθήσω, στην αυλή του 1ου Δημοτικού Σχολείου, με τους Αλέξη Μινωτή
και την Κατίνα Παξινού, αλλά και τον ίδιο τον συγγραφέα, που, όπως και
τώρα ο εκλεκτός μουσικοσυνθέτης, Γιώργος
Κουμεντάκης- μεγάλα τέκνα και οι δύο του Ρεθύμνου- προλόγισε το έργο
και καταχειροκροτήθηκε από το φιλοθεάμον ρεθεμνιώτικο κοινό.Ο διακεκριμένος Ρεθεμνιώτης μουσικοσυνθέτης Γιώργος Κουμεντάκης, προλογίζοντας τη
μουσική αυτήν εκδήλωση, τόνισε με έμφαση ότι είναι ξεχωριστή, γιατί, εκτός της
προσημειωθείσας συμμετοχής των Μουσικών Συνόλων της ΕΡΤ, θα παρουσιάζονταν
συνθέσεις ξεχασμένων Ελλήνων δημιουργών, όπως του Γεωργίου Λαμπίρη και του Γιώργου Καζάσογλου, που έγραψαν
έργα για το Αρκάδι, και, δυστυχώς, ξεχάστηκαν παντελώς, καθώς και οι ίδιοι οι δημιουργοί
τους! Οπότε, η συναυλία αυτή υπήρξε για όλους μας διπλά χρήσιμη . για, μια αναβίωση,
αφενός, επί της ουσίας και αφ'
ετέρου, όπως, επίσης, τόνισε ο Γιώργος Κουμεντάκης, για να αγγίξει το
συναίσθημα και να ανοίξει τους κρουνούς της καρδιάς και της αγάπης όλων όσων
την παρακολούθησαν στο γεγονός και στις ψυχές εκείνων που τιμούσε.
Και συνεχίζουμε για την ιστορία του μεγάλου
αυτού μουσικού γεγονότος της πόλης μας. Ο Γεώργιος Λαμπίρης (1833-
1889), γνήσια καλλιτεχνική φύση του 19ου αιώνα, τον αμέσως
επόμενο, κιόλας, χρόνο (1867), συγκινημένος, προφανώς, από τη μεγάλη των
Αρκαδιωτών εθελοθυσία (όπως και οι Φαναριώτες
ποιητές της ίδιας εποχής), έγραψε «Το Αρκάδι», ένα δυναμικό εμβατήριο, για πνευστά
και έγχορδα, σε σύνθεση του επικού ποιητή του Αρματολισμού, Αριστοτέλη Βαλαωρίτη.Παρόμοια, στη συναυλία του Σαββάτου, προτάθηκε,
από τα εκατόχρονα της Θυσίας του Αρκαδίου, και το «Λυρικό τρίπτυχο για το Αρκάδι» (1966), του Γεωργίου Καζάσογλου
(1908- 1984), που τον καιρό εκείνο (1966) χρημάτισε καθηγητής μουσικής, εδώ, στο
Ρέθυμνο. Ο Καζάσογλου δεν αρκούνταν στη σχολική διδασκαλία. Ο απώτερος στόχος
του ήταν η δημιουργία μουσικής δραστηριότητας στις πόλεις όπου θήτευε, κάθε
φορά, ως καθηγητής. Διοργάνωνε συχνά σεμινάρια, διαλέξεις και συναυλίες,
αρθρογραφούσε σε τοπικές εφημερίδες, ίδρυε χορωδίες. Το «Λυρικό Τρίπτυχο για το
Αρκάδι» του Καζάσογλου είναι,
λέγεται, το καλύτερο έργο του και, πιθανόν, το αρτιότερο, συνθετικά, για μεγάλη
ορχήστρα και αποτελείται από τρία μέρη, βασισμένα στις κρητικές μελωδίες «Πότε
θα κάνει ξαστεριά» και «Μα ήντα’ χετε γυρού- γυρού κι είναι βαριά η καρδιά
σας», ενώ στο τελευταίο μέρος, ακούγεται, αποσπασματικά, και η δεύτερη στροφή
του «Εθνικού Ύμνου». Και όμως το έργο αυτό, όπως και το προηγούμενο, του
Λαμπίρη, ξεχάστηκαν παντελώς!Ακολούθησε, σε μεταγραφή για κουαρτέτο εγχόρδων
από τον Νίκο Σκαλκώτα, ο πασίγνωστος «Γερο- Δήμος» (1859), του Παύλου Καρρέρ (1829-1896),
του δημοφιλέστερου Έλληνα μουσουργού του 19ου αιώνα, σε ποίηση,
και πάλι, Αριστοτέλη Βαλαωρίτη. Πρόκειται για την εμβληματικότερη μελωδία όλης
της ελληνικής μουσικής, ένα ''λόγιο'' - και όχι ''δημοτικό'' ή ''δημώδες'',
όπως πολλοί νομίζουν – τραγούδι.
Του Πέτρου
Πετρίδη (1892- 1977)-
Έλληνα μουσικοσυνθέτη από τους πρωτεργάτες και επιφανέστερους εκπροσώπους της
«Ελληνικής Εθνικής Σχολής»- παρουσιάστηκε, στη συνέχεια, το «Χριστός Ανέστη»
(1941-43), χορικό και παραλλαγή για ορχήστρα εγχόρδων, έργο βασισμένο στην
πασίγνωστη βυζαντινή μελωδία, που έδεσε, θεωρώ, αρμονικά και συνολικά τη
μουσική με την αναστάσιμη χαρά, μετουσιώνοντας- και σε αυτό πρωταγωνίστησαν,
βασικά, τα πρώτα και δεύτερα βιολιά της Ορχήστρας- όλη την ελπίδα στην ανάσταση
των ψυχών και των νεκρών ηρώων του Αρκαδίου.Και βέβαια από μια τέτοια μουσική γιορτή δεν θα
μπορούσε να λείπει η μουσική του Νίκου Σκαλκώτα (1904- 1949) και μάλιστα η πιο γνωστή σύνθεσή του,
οι «36 ελληνικοί χοροί για Ορχήστρα»
(1934- 1936), με την οποία ο Σκαλκώτας επεδίωκε να συλλάβει την ουσία της
εθνικής μας κληρονομιάς. «Οι 36 Ελληνικοί Χοροί» του Σκαλκώτα θα μπορούσαν εύκολα, νομίζω, να
γίνουν τόσο αγαπητοί και δημοφιλείς στην Ελλάδα αλλά και το Εξωτερικό, όσο οι
«Πολοβτσιανοί Χοροί» του Μποροντίν ή οι «Σλαβονικοί Χοροί» του Ντβόρζακ. Ακούστηκαν:
1. ο Νησιώτικος (σειρά ΙΙ, αρ. 4α βασισμένος στο ριζίτικο: Μια Μυλοποταμίτισσα) (1936) 2. ο Κρητικός (σειρά Ι, αρ.
5, βασισμένος στον πεντοζάλη: Άλλο χορό
δεν χαίρομαι) (1935) και 3. ο Κρητικός (σειρά Ι, αρ. 2, βασισμένος στον
πεντοζάλη: Μες του Μαγιού της Μυρωδιές)
(1933), κομμάτια όλα τους εύθυμα, μέσα από τα ευέλικτα βιολιά και ρωμαλέα και
στιβαρά μέσα από τα ρυθμικά ηχήματα των κοντραμπάσσων.
Η μουσική, όμως, αρχίζει εκεί όπου τελειώνουν
τα λόγια και η πραγματικότητα. Έτσι, όλα αυτά τα ωραία που μέχρι τώρα έχουμε παρουσιάσει,
πραγματικά επιστέφθηκαν επιτυχώς και αναδείχθηκαν στον ύψιστο βαθμό μέσα από
αυτό που όλες αυτές τις μέρες πραγματικά ταυτίσαμε τον εαυτό μας, μέσα από αυτό
που όλοι μας ζούμε πνευματικά, ψυχικά, αισθητικά και συναισθηματικά με τους
ανθρώπους εκείνους που ο τρόπος ζωής τους, μέσα σε μια στιγμή, διαφοροποιήθηκε
τόσο ριζικά από τον δικό μας, με τους ήρωες του Αρκαδικού Δράματος. Και στην
ανάδειξη αυτή καθοριστική, ομολογουμένως, υπήρξε η συμβολή του τελευταίου έργου
του Προγράμματος της εν λόγω συναυλίας, του «Ρέκβιεμ για 964 Ψυχές» του Γιώργου Κουμεντάκη, ενός έργου συμβολικού,
που μιλά για τον άνθρωπο με έναν άλλο, δικό του τρόπο, ζωντανεύοντας τήν χωρίς
όρια αγάπη που κατακλύζει την ψυχή, ωθώντας την σε σπουδαίες και τιτάνιες
πράξεις, όπως αυτήν της Εθελοθυσίας.Το έργο το νιώθεις μέσα σου στενά συνυφασμένο
με τον θάνατο, έτσι όπως ξεκινά με τα έγχορδα να κινούνται, από τα πρώτα,
κιόλας, μέτρα του κομματιού, αργά, βαριά και δύσθυμα. Και αυτό, ακριβώς
("Νεκρώσιμη Τελετή"), σημαίνει ο όρος Ρέκβιεμ διεθνώς στον
χώρο της μουσικής, (από την παρακλητική φράση: "Requiem aeternam dona
eis Domine" = Ανάπαυσιν αιώνιον δος αυτοίς Κύριε). Όμως, να που σύντομα
νιώθεις, μέσα από τον θάνατο που το έργο ερμηνεύει τόσο ζωντανά και παραστατικά,
να ξεπηδούν πλούσιες ηλιακτίδες φωτός και να ξεχύνονται αναλαμπές χαράς και
ελπίδας μέσα από τα πρώτα βιολιά και τις πλούσιες εξάρσεις και κορυφώσεις της εξαίρετης
υψιφώνου Μυρσίνης Μαργαρίτη και της ανδρικής Χορωδίας της ΕΡΤ, ενώ
ουράνια διάσταση προσελάμβανε και η αίσθηση που σου δημιουργούσε το αρμονικό «πάντρεμα»
της Χορωδίας με τα κλαρινέτα και το γλυκό ηχόχρωμα των τρομπονιών. Η καθαρότητα
και η ακρίβεια των διατυπώσεων ανέδειξαν, περαιτέρω, την ποιότητα της μουσικής.
Το πάθος εναλλασσόταν με τη λεπτότητα και η δύναμη με την τρυφερότητα της
ψυχής, ενώ η ευγένεια των μελωδιών και η συναισθηματική φόρτιση της μουσικής
πρόβαλαν, κυρίως, λόγω του εξαιρετικού ελέγχου της δυναμικής. Ιδιαίτερα
εντυπωσιακός και «ηχηρός» και ο επίλογος, το grand finale του έργου, με τη διαβαθμισμένη εκείνη «αποκορύφωση»
της «εκκωφαντικής» σιγής της σοπράνο, της Χορωδίας και των μουσικών οργάνων της
Ορχήστρας.
Οι εκτελεστές αποδείχτηκαν άριστα εξοικειωμένοι
με το πνεύμα της συγκεκριμένης μουσικής κουλτούρας. Η ποιότητα, γενικά, των
ερμηνειών υπήρξε πρωτόφαντη για τον τόπο μας, μοναδικά εξαιρετική και δυναμική.
Όλοι τους, συνολικά, υπήρξαν θυελλώδεις και άκρως ποιητικοί, με αέρινη
δεξιοτεχνία, σαφήνεια, πλαστικότητα, άνεση, ευελιξία και διακρίθηκαν πλούσια
για τη λεπτομερή επεξεργασία των φράσεων της μουσικής. Γι’ αυτό και ερμήνευσαν
τα έργα με μοναδική τέχνη και ποιότητα, που πραγματικά συνάρπασε το κοινό και
διασφάλισε την ποιότητα τού αποτελέσματος. Τα θερμά μου συγχαρητήρια σε όλους
και μάλιστα στον αγαπητό του Ρεθύμνου, τον φίλο Γιώργο Κουμεντάκη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου