ΜΙΑ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ ΤΩΝ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΩΝ ΚΑΙ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ ΤΩΝ ΔΥΤΙΚΩΝ ΠΕΡΙΟΧΩΝ ΤΗΣ ΠΟΛΕΩΣ ΡΕΘΥΜΝΟΥ


Αεροφωτογραφία δυτικών παραλίων Ρεθύμνου (Κουμπές). Εικονίζεται η περιοχή από την Αγία Φωτεινή μέχρι το στρατόπεδο- 2006

ΜΙΑ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ ΤΩΝ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΩΝ ΚΑΙ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ ΤΩΝ ΔΥΤΙΚΩΝ ΠΕΡΙΟΧΩΝ ΤΗΣ ΠΟΛΕΩΣ ΡΕΘΥΜΝΟΥ



      ΚΩΣΤΗΣ  ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ

1.   Ο λόφος τού Τιμίου Σταυρού

Το βραχώδες ύψωμα του Τ. Σταυρού, επί Ενετοκρατίας, ακουγόταν  ως Φουρκοκέφαλο ή ύψωμα τού Αγίου Αθανασίου και παρουσιάζεται σε όλες τις αναφορές των Βενετσιάνων αξιωματούχων ως ένα από τα μεγαλύτερα μειονεκτήματα της Fortezza, επειδή ακριβώς κυριαρχεί επικίνδυνα πάνω σε αυτήν και ο εχθρός μπορούσε με άνεση από εκεί να προσβάλλει αυτό το ίδιο το φρoύριο. Το πρώτο όνομα (Φουρκοκέφαλο) το αναφέρει ο Μα­ρίνος Τζάνε Μπουνιαλής στο έργο του «Κρητικός πόλεμος» και εξη­γείται από το γεγονός ότι κατά την περίοδο της Ενετοκρατίας εκεί ήταν ο χώρος εκτέλεσης των Ρεθυμνίων επαναστατών από τους Βενετσιάνους[1], που με τον τρόπο αυτόν φοβέριζαν και παραδειγμάτιζαν τον λαό κάθε φορά που τολμούσε να «ξεμυτίσει» και επαναστατήσει κατά της εξουσίας τού κατακτητή. Στο γεγονός αυτό θα πρέπει να αναζητήσουμε και την ετυμολογία την ονομασίας «Φ ο υ ρ κ ο κ έ φ α λ ο»[2].
Ρέθυμνο- Περίπου από το ύψωμα του Τιμίου Σταυρού (εκτιμώ περί το 1900). Ο χανιώτικος δρόμος είναι ακόμα στενός και στρωμένος με χώμα. Σε πρώτο πλάνο η Μεσκινιά και το νεκροταφείο.
 Λόφος Τ. Σταυρού από τη Φορτέτζα. Σε πρώτο πλάνο τα Δικαστήρια και το Κλειστό Γυμναστήριο (2000) 
     Σχετικά τώρα με τη δεύτερη ονομασία (Άγιος Αθανάσιος), ίσως η ύπαρξη πάνω στον λόφο τού Τιμίου Σταυρού εκκλησίας αφιερωμένης στον άγιο Αθανάσιο θα μπορούσε να δώσει μιαν εξήγηση για την προέλευση του ονόματος. Όμως, το όνομα τού λόφου μπορεί εξίσου να εξηγηθεί και από τις δύο εκκλησίες του αγίου Αθανασίου, που υπήρχαν στους πρόποδές του, η μία με την προσωνυμία άγιος Αθανάσιος των Φράγκων και η άλλη με την προσωνυμία άγιος Αθα­νάσιος των Ελλήνων[3].
    Ο λόφος του Τιμίου Σταυρού στις μέρες μας το όνομά του το οφείλει στο ομώνυμο εκκλησάκι, που κάτασπρο σαν περιστέρι δεσπόζει, από το 1935, στην ψηλότερη κορυφή του. Το 1935, ο Θεός μίλησε και ανέδειξε τον τόπο αυτόν του μαρ­τυρίου και του αίματος σε ιερό προσκύνημα τού Τιμίου Σταυρού. Μια ευλαβέστατη γυ­ναίκα, η Αικατερίνη Βασιλάκη ή Στεφάναινα, όπως την έλεγαν, είχε ως οι­κογενειακό κειμήλιο έναν σταυρό με Τίμιο Ξύλο με ευλαβική ιστορία και πολλά θαύματα. Το σπίτι της είχε γίνει προσκύνημα και τα θαύματα που γίνονταν καθημερινά δεν ήταν λίγα. Αυτή, λοιπόν, η ευ­λαβέστατη γυναίκα ζητούσε τόπο να χτίσει ναό αφιερωμένο στον Τίμιο Σταυρό, όπου επισήμως πλέον θα γινόταν ή προσκύνηση τού Τιμίου Ξύλου. Η Στεφάναινα δεν είχε τύχει παιδείας και ούτε γνώριζε την ιστορία αυτού του χώρου. Όμως, το Πνεύμα του Κυρίου την καλούσε σε αυτόν ακριβώς τον τόπο του μαρτυρίου και του αίματος. Με την εργατικότητα της ίδιας και με τη συνδρομή πολλών κατοίκων του Ρεθύμνου, ο ναός χτίστηκε και τέθηκε σε λειτουργία. Σήμερα είναι ένα από τα ωραιότερα προσκυνήματα της πόλης μας, που το ευλαβούνται ιδιαίτερα οι Ρεθεμνιώτες[4].

Ιερό Προσκύνημα Τιμίου Σταυρού (2008)
Το Ρέθυμνο και η Φορτέτσα από τον λόφο του Τιμίου Σταυρού, ο οποίος, πράγματι, κυριαρχεί επικίνδυνα πάνω σε αυτήν (2008)
Είναι, πάντως, ενδιαφέρον και άγνωστο, ίσως, στους πολλούς ότι τον ίδιο καιρό που, στα χρόνια τής Ενετοκρατίας, ανθούσε το μοναστήρι τού Σωτήρος, στον Κουμπέ (α΄ περίοδος ζωής του), στον γειτονικό αυτόν λόφο τού Τ. Σταυρού μαρτυρείται η παράλληλη παρουσία και δύο, ακόμα, μοναστηριών. του Αγίου Αντωνίου και της Παναγίας τής Μεσαμπελίτισσας, ενώ πολύ αργότερα και ταυτόχρονα, πάλι, με την επανίδρυση τής Ι. Μονής τού Σωτήρος από τον νεότερο Ιδρυτή και Κτήτορά της Γέροντα Νέστορα Βασσάλο (1935), στον λόφο τού Τ. Σταυρού ιδρύεται και τρίτο μοναστήρι- παλαιοημερολογίτικο αυτό το τελευταίο- προς τιμήν της Αγίας Τριάδος. Ταυτόχρονη, αλληλεπιδραστική και παράλληλη στον χώρο και τον χρόνο υπήρξε η πορεία όλων αυτών των ιερών καθιδρυμάτων, που, για τον λόγο αυτόν, κρίνουμε χρήσιμη μια σύντομη συσχέτιση και ιστορική σε αυτά αναφορά.

2. Το μοναστήρι του Αγίου Αντωνίου

 Η αρχαιότερη αναφορά της μονής προέρχεται από έγγραφο τού ρεθύμνιου νοταρίου Τζώρτζη Τρωΐλου, του έτους 1592. Ο Γαβριήλ Αχέλης όρισε με διαθήκη του να ταφεί στο νεκροταφείο τού μοναστηριού τού Αγίου Αντωνίου στη Μεσαμπελίτισσα[5]. Και Μεσαμπελίτισσα δεν ονομαζόταν μόνο η γνωστή από πολλές πηγές Μονή της Θεοτόκου[6], αλλά και όλη η ευρύτερη περιοχή. Όπως φαίνεται από νοταριακό έγγραφο τού Τζώρτζη Πάντιμου, τού έτους 1640[7], το μοναστήρι τής Μεσαμπελίτισσας ήταν το πιο γνωστό στην περιοχή και η αναφορά σε αυτό βοηθούσε στον ακριβή προσδιορισμό τής θέσης που βρίσκονταν τα γειτονικά σε αυτό μικρότερα μοναστήρια.
Τέλος, η ύπαρξη μοναστηριού τού Αγίου Αντωνίου στον λόφο τού Τιμίου Σταυρού μαρτυρείται σαφώς και από τον ποιητή του «Κρητικού πο­λέμου» Μαρίνο Τζάνε Μπουνιαλή, που ση­μειώνει επί λέξει τα εξής:

   «Κι οι Τούρκοι τσι λου­μπάρδες των τσι επήγα για μια                        νύχτα και δεν εφοβηθήκασι τσι μπάλες απού ερίχτα,
    τσ' επήγε και τσ' ανέβασε, έτοιες φριχτές λουμπάρδες,
εκεί στην πόρτα τσ' εκκλησιάς, που 'τον οι καλο­   γράδες, έστησε το καστέλι του 'ς τόπον που μπάλα σώνει,         
       μέσα στο Φουρκοκέφαλο τον Άγιο Αντώνη»[8].

Είναι, πάντως, γεγονός ότι η επισήμανση αυτή τού Μπουνιαλή, ότι το μοναστήρι «που 'τον οι καλογράδες» βρισκόταν πάνω στον λόφο Φουρκοκέφαλο, το αντιδιαστέλλει σαφώς από το μοναστήρι τού Σωτήρος Χριστού, στην περιοχή του Κουμπέ. Παρόλα αυτά, η ταυτόχρονη παρουσία των δύο μοναστηριών κατά την Ενετοκρατία στους δύο αυτούς όμορους λοφίσκους, στις Δυτικές παρυφές τής πόλεώς μας, δημιούργησε στο παρελθόν κάποιες συγχύσεις, πράγμα, ακριβώς, που φανερώνει αυτήν την αλληλεπιδραστική στη συνείδηση των Ρεθυμνίων και παράλληλη στον χώρο και τον χρόνο συνύπαρξη των δύο αυτών ιερών γυναικείων καθιδρυμάτων[9].
Ερείπια Ι. Μ. Αγίου Αντωνίου στο Φουρκοκέφαλο, στις ΝΑ υπώρειες του Τ. Σταυρού (2008)

Ερείπια Ι. Μ. Αγίου Αντωνίου στο Φουρκοκέφαλο (2008)
  Ορισμένα ερείπια, που σώζονται μέχρι σήμερα στην ανατολική πλαγιά του λόφου τού Τ. Σταυρού και πίσω από το ιερό της σημερινής εκκλησίας του Αγίου Αντωνίου, πρέπει να βρίσκονται στη θέση που σημειώνεται το μοναστήρι (;) στον γνωστό πίνακα ζωγραφικής του ανώνυμου Ρεθεμνιώτη ζωγράφου (1616), δηλαδή στη ΝΑ πλευρά του λόφου[10]. Το τέλος του μοναστηριού θα πρέπει να επήλθε μαζί με το τέλος τού δικού μας μοναστηριού, του Σωτήρος Χριστού, το έτος 1645 που έχουμε την τούρκικη επίθεση κατά των Ενετών τού Ρεθύμνου και την οριστική υποταγή της Κρήτης στον τουρκικό ζυγό.

 3.   Η Μονή της Μεσαμπελίτισσας
       Λίγο πιο κάτω, στις υπώρειες τού λόφου, εκεί όπου σήμερα ορθώνεται η εκκλησία τού νεκροταφείου η αφιε­ρωμένη στη Ζωοδόχο Πηγή και στον Άγιο Δημήτριο, την ίδια εποχή με το μοναστήρι τού αγίου Αντωνίου υπήρχε κι ένα άλλο μοναστήρι αφιερωμένο στην Παναγία τη Μεσαμπελίτισσα, από τα άφθονα αμπέλια τής τσαρδάνας και τού λιάτικου, που καταπράσινα απλώνονταν στη γύρω περιοχή. Ή Ιωάννα Στεριώτου, αντιγράφοντας από το σχεδιάγραμμα τής μονής από τον Ζ. Magagnatto (1559), την αναφέρει ώς «Santa Maria ή Mισoαμπελίτισσα (Misoambelitisa)». Οι μοναστηριακές ονομασίες Μεσαμπελίτισσα και Μεσαμπελίτης ήταν αρκετά συνήθεις στην Ενετοκρατούμενη Κρήτη, από την αφθονία των αμπελώνων, στους οποίους, συχνά, συνέπιπτε να βρίσκονται τα εν λόγω μοναστήρια[11].
Ι. Ναός Ζωοδόχου Πηγής Νεκροταφείου Ρεθύμνου (2008).
  Η μονή είναι βέβαιο ότι λειτουργούσε στα τέλη του 16ου  αιώνα, αφού τοπωνύμιο Μεσαμπελίτισσα αναφέρεται σε δικαιοπρακτικό έγγραφο τού νοταρίου Τζώρτζη Τρωΐλου τού έτους 1592, χωρίς, πάντως, να γίνεται λόγος και για την ίδια τη μονή[12]. Η μονή αναφέρεται, στη συνέχεια, και σε άλλη νοταριακή πράξη τού Τρωΐλου, όπου σημειώνεται ότι βρισκόταν κοντά στην πόλη τού Ρεθύμνου και ότι σε αυτήν κατοικούσαν ως μοναχές οι αδελφές τής Μαρίνας Μαρούδη, το έτος 1599. Το μοναστήρι διακρίνεται και σε σχεδιάγραμμα τής πόλης που έγινε από τον μηχανικό Ντανιέλ Βικέντι[13].
Μετά την ολοκληρωτική άλωση της πόλεως από τους Τούρκους, ο ναός της Με­σαμπελίτισσας μετατράπηκε σε τεκέ[14].

 4. Η νεότερη Μονή της Αγίας Τριάδος

      Στον λόφο τού Τιμίου Σταυρού βρίσκεται, όπως ήδη σημειώσαμε, και η νεότερη μονή της Αγίας Τριάδος, που ακολουθεί το Παλαιό Ημερολόγιο. Η Μονή ιδρύθηκε το1935 από τη μοναχή Συ­γκλητική ή, κατά κόσμον, Ζωή Πενθερουδάκη, ιερορράπτρια. Αργότερα, στην εν λόγω μονή προσήλθαν και οι μοναχές Θεοδοσία (κατά κόσμον Σμαράγδα Ψαρουδάκη) και Ελεούσα (κατά κόσμον Αικατερίνη Γαβαλά).
 Το μοναστήρι αρχικά ήταν ιδιοκτησία των παραπάνω μοναχών, οι οποίες με επίσημη συμβολαιο­γραφική πράξη το παρα­χώρησαν στην Ι. Μονή Κοιμήσεως τής Θεοτόκου, που βρίσκεται στην Πάρνηθα, περιοχή Θρακομακεδόνων, της οποίας, σήμερα, αποτελεί μετόχιο. Εκτός από τον κεντρικό ναό της Αγίας Τριάδος, μέσα στο μοναστήρι υπάρχει και ναός του αγίου Γεωργίου.     

Εκτός των παραπάνω τριών Ι. Μονών, οι λοιπές εκκλησίες τής λοφοσειράς τού Κουμπέ είναι οι εξής, ξεκινώντας και πάλι από τον λόφο τού Τ. Σταυρού και προχωρώντας προς την Ι. Μονή τού Κουμπέ:

      5. Ο σπηλαιώδης ναός τού Αγίου Αντωνίου- Αγίας Άννας
       Κάτω ακριβώς από την κορυφή του βράχου τού Τιμίου Σταυρού, προς βορράν, βρίσκεται σήμερα ο σπηλαιώδης ναός του αγίου Αντωνίου και δίπλα σε αυτόν και ο μικρότερος ναός τής αγίας Άννας. Στο σημείο αυτό οι Ενετοί έρριπταν τα πτώματα των επαναστατών, απ’ όπου, στη συνέχεια, τα παρελάμβανε ο λαός της πόλης και τα έθαβε στο νεκροταφείο.
Ο σπηλαιώδης ναός του Αγίου Αντωνίου (αριστερά) και της Αγίας Άννας (δεξιά) στον λόφο του Τιμίου Σταυρού (2008)

   6. Ι. Ναός τού Αγίου Κωνσταντίνου

 Δίπλα ακριβώς στο κοιμητήριο, βόρεια αυτού, βρίσκεται ο ναός των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, που έχει δώσει το όνομά του και στη νεοσύστατη ενορία τής περιοχής.
 
Άγιος Κωνσταντίνος στους βόρειους πρόποδες του Τ. Σταυρού (2008) 
     7. Ι. Ναός του Αγίου Νικολάου.

         Μερικές δεκάδες μέτρα δυτικότερα τού λόφου τού Τιμίου Σταυρού και πάνω, ακριβώς, από το κύμα τής θάλασσας, βρίσκεται ο ι. ναός τού αγίου Νικολάου, της ομώνυμης συνοικίας τής πόλης μας, με θαυμάσιες εικόνες στο τέμπλο, προερχόμενες από τον χρωστήρα τού μεγάλου βυζαντινού αγιογράφου Φώτη Ν. Κόντογλου τού Κυδωνιέως (1951).
 
 Άγιος Νικόλαος Κουμπέ από ανατολικά, όπου σήμερα ο περιφερειακός, περί το ΚΤΕΛ- 1930;;
          8. Ι.  Ναός Αγίας Φωτεινής

         Ακόμα δυτικότερα από τον άγιο Νικόλαο, εκεί που το κύμα τού Κρητικού σβήνει στην ακροθαλασσιά, ορθώνεται ο ναός τής αγίας Φωτεινής. Πρόσφατα (2007) κατεδαφίστηκε ο παλιότερος ναΐσκος μέσα στο ομώνυμο ελαιουργείο, ενώ ήδη από το έτος 1975 έχει αντικατασταθεί από τον αρκετά μεγαλύτερό του νεότερο ενοριακό (εγκαίνια 1985, από τον αείμνηστο Μητροπολίτη Τίτο  Συλλιγαρδάκη).
Αγία Φωτεινή. Δυτικά το ελαιουργείο, εντός του οποίου υπήρχε ο παλαιός ναΐσκος της αγίας Φωτεινής (2008)
Ο παλιός ναός κτίστηκε γύρω στα 1910 κατόπιν εύρεσης, κατά θαυματουργικό τρόπο, της εικόνας τής αγίας Φωτεινής, στον χώρο τής παλιάς εκκλησίας, από τον λοχαγό Σταύρο Ρήγα. Ο Στ. Ρήγας ήταν ένας από τους δέκα αξιωματικούς πού είχε στείλει η ελεύθερη Ελλάδα στην Κρητική Πολιτεία, προκειμένου να οργανώσει την Κρητική Πολιτοφυλακή, η οποία, αργότερα, στους Βαλκανικούς Πολέμους, έμελλε να πετύχει πραγματικά θαύματα. Ο Στ. Ρήγας, κατά τη διαμονή του στην πόλη μας, είχε την πρωτοβουλία τής ίδρυσης- στο μέρος αυτό τής Αγίας Φωτεινής, στη δυτική πλευρά τού Γαλλιανού ποταμού- τού Σκοπευτηρίου τής πόλης, για να γυμνάζεται στην ελεύθερη σκοποβολή η νεολαία τού Ρεθύμνου. Σκοτώθηκε ως Συνταγματάρχης το έτος 1921 στο Ουσάκ της Μ. Ασίας.
        Απόδειξη του γεγονότος ότι από πολύ παλιά, πριν από το 1910, στο μέρος αυτό υπήρχε ναός τής αγίας Φωτεινής αποτελεί το γεγονός ότι το παρακείμενο σε αυτόν ρυάκι οι παλιοί Ρεθυμνιώτες το έλεγαν «τσ’ Αγιάς Φωθιάς ο ποταμός»[15].  

         9. Ι. Ναός αγίου Σπυρίδωνος

         Λίγες δεκάδες μέτρα ακόμα δυτικότερα του ναού τής αγίας Φωτεινής, στο σύνορο με την Ι. Μονή τού Σωτήρος, βρίσκεται ο σπηλαιώδης ναός του αγίου Σπυρίδωνος. Εδώ, επί Βενετοκρατίας, θα πρέπει να ήταν η θέση τού ναού τής Αγίας Κυριακής, που εικονίζεται στο σχεδιάγραμμα τού Basilicata τού έτους 1618[16].  
Άγιος Σπυρίδων, Κουμπέ- 2008 (εξωτερικά)
Εδώ, πριν από το 1935- έτος ίδρυσης τής Ι. Μονής τού Σωτήρος- κατέφυγε ο ιερομόναχος Αθανάσιος Βασσάλος[17], που ως τότε μόναζε στο Άγιον Όρος. Ανακαίνισε τον παλιό σπηλαιώδη ναό και σύντομα τον μετέτρεψε στο γνωστό και πολύ αγαπητό στην πόλη μας προσκύνημα. Μετέφερε την Αγία Τράπεζα στο κέντρο τού ιερού Βήματος, που προηγουμένως εφαπτόταν στον ανατολικό βράχο και διεύρυνε τον χώρο τού ιερού. Έφτιαξε ξύλινο τέμπλο με εικόνες τού ανιψιού του Νέστορος Βασσάλου, ο οποίος τον καιρό εκείνο ασκήτευε στο Άγιον Όρος και εκεί ασκούσε την αγιογραφία[18]. Οι εικόνες αυτές τού Νέστορος καταστράφηκαν όλες και σώζεται μόνο η εικόνα τού αγίου Ιωάννη. Μέσα στον ναό τού αγίου Σπυρίδωνος βρίσκεται σήμερα ο τάφος τού Αθανασίου Βασσάλου, που τάφηκε εκεί, ίσως, κατόπιν ενεργειών τού θείου του Νέστορος Βασσάλου. Νεότερες επεμβάσεις στο ναΰδριο έγιναν πρόσφατα (2005) από την ενορία τής αγίας Φωτεινής, στην οποία και ανήκει από το έτος 1974[19]. 

Τάφος Αθανασίου Βασσάλου
 
Σπηλαιώδης ναός αγίου Σπυρίδωνος Κουμπέ (εσωτερικό)
    
10. Η Ι. Μονή του Σωτήρος Κουμπέ
Το Μοναστήρι του Χριστού, στον Κουμπέ, είναι στενά συνυφασμένο με τη θρησκευτική ζωή και ιστορία του Ρεθύμνου για περίπου έναν αιώνα, αν θελήσουμε να ανατρέξουμε μονάχα στη Β΄ περίοδο (1935- 2020) ζωής και παρουσίας του στο ιστορικό γίγνεσθαι αυτού του τόπου, από τότε, δηλαδή, που επανιδρύθηκε ως μονή από τον Ρεθεμνιώτη ιερομόναχο Νέστορα Βασσάλο. Αν, όμως, θελήσουμε να συνυπολογίσουμε στη ζωή του Μοναστηριού αθροιστικά και τα χρόνια όλα από την πρώτη περίοδο ίδρυσής του (1500- 1550) μέχρι το 1645, που το Ρέθυμνο κατακτήθηκε από τους Τούρκους και ανακόπηκε βίαια και η πορεία του μοναστηριού, τότε η βεβαιωμένη επίγεια διάρκεια ζωής του προσμετράται σε μισή χιλιετηρίδα περίπου. Σε όλο αυτό το διάστημα υπήρξε, ασφαλώς, μια περίοδος διακοσίων ενενήντα χρόνων (1645-1935) κατά την οποία ο σπινθήρας της μοναχικής ευσέβειας βρισκόταν "εν υπνώσει", μέσα στα ερείπια που είχαν απομείνει στα σπλάγχνα τής ρεθεμνιώτικης γης, από την πρώτη εκείνη λαμπρή περίοδο ζωής του, σ’ αυτήν την ίδια περιοχή.
 Η Ι. Μονή Σωτήρος σήμερα (2008) 
 Μια ιστορική φωτογραφία με τον νεότερο Ιδρυτή της Μονής, Νέστορα Βασσάλο, και τους μαθητές του στη ζωγραφική (1926)
Σήμερα η αδελφότητα της Ι. Μονής συνεχίζει τη γόνιμη και φωτεινή παρουσία της στη μικρή και ευσεβή κοινωνία του Ρεθύμνου, κάτω από την κατά πάντα άξια ηγουμενία της οσιωτάτης μοναχής Πανσέμνης. Μια νέα περίοδος άνθισης και πνευματικής ακτινοβολίας διαγράφεται με τη σημαντική αύξηση της Αδελφότητας, τη δημιουργία νέων κελιών, μουσειακών χώρων, εργαστηρίων αγιογραφίας και καλλιτεχνικής βιβλιοδεσίας, όπου θεραπεύονται επιμελώς οι Τέχνες, υπηρετείται ο άνθρωπος και διατηρείται άσβεστη η πίστη, οι πνευματικές αξίες και παραδόσεις του τόπου, η δημιουργικότητα και η ελπίδα.
   
         11. Ι. Ναός τού αγίου Αντωνίου, στην Ατσιπουλιανή Καμάρα

         Λίγες εκατοντάδες μέτρα δυτικότερα από την Ι. Μονή τού Σωτήρος Χριστού, σε εξόχου κάλλους μικρή φάραγγα, βρίσκουμε το, επίσης, σπηλαιώδες ναΰδριο τού αγίου Αντωνίου. Ενώ, κάτω ακριβώς από το Μοναστήρι του Κουμπέ βρίσκεται η γνωστή στο παλιό Ρέθυμνο πηγή τού Κουμπέ και, δίπλα σε αυτήν, δυτικά, τα θεμέλια μικρού άγνωστου ναού, που η κ. Μ. Αρακαδάκη θεωρεί ότι πρόκειται για τον άγιο Γεώργιο στους Πετζακάδες. Το τοπωνύμιο Πετζακάδες, δηλώνει ύπαρξη στην περιοχή τού ναού βυρσοδεψείων, κάτι που, όμως, δεν τεκμηριώνεται στα χρόνια τής Βενετοκρατίας[20]. 

Άγιος Αντώνιος, Ατσιπουλιανή Καμάρα (2009)



[1] Α. Ν. Νενεδάκη, Ρέθεμνος, Τριάντα αιώνες Πολιτεία, Αθήνα 1983, 16.
[2] Στο ερμηνευτικό λεξικό του Δημητράκου βρίσκουμε την εξής ερμηνεία του α' συνθετικού της ονομασίας: 1. (η) φούρκα= πάσσαλος διχαλωτός 2. δοκός σε σχήμα Τ ή σταυρού, όθ. κατ' επέκτ. αγχόνη, κρεμάλα.
[3]Τις θέσεις των δύο εκκλησιών μπορούμε να δούμε στον πίνακα 44- με το νούμερο 28 η μία και 27 η άλλη- της διδακτορικής διατριβής της Ι. Στεριώτου [Οι Βενετικές οχυρώσεις τού Ρεθύμνου (1540- 1646), Συμβολή στη φρουριακή αρχιτεκτονική του 16ου και 17ου αιώνα, Θεσσαλονίκη 1979, τ. Α΄].
[4] Περισσότερα για τον ι.ναό τού Τ. Σταυρού βλ. στα βιβλία: 1) Πίτερη Ιωάννη, Θαύματα τού Τιμίου Σταυρού, Ρέθυμνο 1998, 11. 2) Κωστή Ηλ. Παπαδάκη, Ο λόφος τού Τιμίου Σταυρού τής πόλης μας, Πρόγραμμα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης 1ου Γυμνασίου Ρεθύμνης, Ρέθυμνο 1994, 25- 26, 3) Θεοδ. Ι. Ρηγινιώτη, Σύγχρονοι Άγιοι, Ρέθυμνο 2004, 147-148. 
[5] Γιάννη Γρυντάκη, Το πρωτόκολλο τού Ρεθυμνιώτη συμβολαιογράφου Τζώρτζη Τρωΐλου, 1990, 82, αρ. εγγρ. 39.
[6] Βλ. το αμέσως επόμενο (Νο 3) μοναστήρι της Μεσαμπελίτισσας.
[7] Γ. Γρυντάκη, Το πρωτόκολλο τού Ρεθυμνιώτη νοταρίου Τζώρτζη Πάντιμου, 1990, 123 (αρ. εγγρ. 211) και σημ.100, σ.163.
[8] Μαρίνος Τζάνε Μπουνιαλής, Ο Κρητικός πόλεμος (1645-1669), έκδοση κριτική εισαγωγή - επιμέλεια Α. Ν. Νενεδάκης, Αθήνα 1979, σ. 84 (του πρωτοτύπου), στ. 23-28.
[9] Έτσι, ο αείμνηστος Καθηγητής μας Ν. Β. Δρανδάκης[9] ανάμεσα σε επτά εκκλησίες πού μνημoνεύoνται στον «Κρητικό Πόλεμο» του Μαρίνου Τζάνε Mπoυνιαλή, κατέταξε και το μoναστήρι της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος στον Κουμπέ- που, όμως, δεν αναφέρεται ουδόλως από τον Μαρίνο Μπουνιαλή- παρασυρμένος σε τούτο από τους στίχους τού παραπάνω αποσπάσματος τού «Κρητικού Πολέμου», που αναφέρονται σε «εκκλησιά που ’τον οι καλο­γράδες». Όμως, το γυναικείο μoναστήρι «που ’τον οι καλογράδες», το λέγει σαφώς ο ποιητής του «Κρητικού Πολέμου, βρισκόταν στο ύψωμα Φουρκοκέφαλο, όπως ο ίδιος αποκαλεί τη βραχώδη πρoεξoχή που υψώ­νεται πάνω από το σημερινό νεκροταφείο- και όχι στον λοφίσκο δυτικότερα, όπου, μέχρι σήμερα, βρίσκεται το μoναστήρι της Μεταμορφώσεως τού Σωτήρος, Κουμπέ, που τον καιρό εκείνο ήταν ανδρικό (για όλα αυτά, βλ. Κωστή Ηλ. Παπαδάκη, «Τα μοναστήρια του Αγίου Αντωνίου στο λόφο Φουρκοκέφαλο και της Μεταμορφώσεως τού Σωτήρος στον Κουμπέ», Νέα Χριστιανική Κρήτη, έτος Β΄, τεύχ. 3, Ρέθυμνον 1990, 127- 140. Και τη σχετική ανασκευή τού Ν. Β. Δρανδάκη, στο: «Ναοί Ορθοδόξων του Ρεθέμνους, αναφερόμενοι κυρίως στα κατάστιχα δυο Ρεθυμνίων συμβολαιογράφων τής Ενετοκρατίας», Νέα Χριστιανική Κρήτη, έτος Γ΄, τεύχ. 5-6 (Ιαν.- Δεκ.1991), 80, υποσ. 1).
[10] Κωστή Ηλ. Παπαδάκη, «Τα μοναστήρια του Αγ. Αντωνίου στο λόφο Φουρκοκέφαλο...», ό.π.,127. Επίσης, Ν. Ψιλάκη, Μοναστήρια και Ερημητήρια της Κρήτης, τ. Β', Ηράκλειο 1993, 47.
[11] Έτσι, και έξω από τον Χάνδακα υπήρχε η Μονή του Αγίου Ιωάννου του Μεσαμπελίτη.
[12] Γ. Γρυντάκη, Πρωτόκολλο Τρωΐλου , ό.π., 82, αρ. εγγρ. 39.
[13] Ό.π. 213, σημ. 92.
[14] Τεκές = Μονή Δερβισών (Βλ. Ι. Ε. Νουχάκη, Κρητική Χωρογραφία, Εν Αθήναις 1903, 205).
[15] Ι. Γ. Δρανδάκη, Η Αγία  Φωτεινή, Κρητική Επιθεώρησις τής 31/5/ 1973, όπου καταγράφεται και όλο το ιστορικό ανεύρεσης τής εικόνας από τον λοχαγό Σταύρο Ρήγα.
[16] Εξάλλου, όπως με βεβαίωσε ο ιερεύς τού ναού π. Χαράλαμπος Κουτάντος- τον οποίο και από τη θέση αυτήν ευχαριστώ για τη βοήθειά του στη μελέτη των δύο ναών- στη θέση τού ιερού ναού τού αγίου Σπυρίδωνος, κατά την πρόσφατη ανακαίνισή του, βρέθηκαν ίχνη βενετσιάνικων κτισμάτων.
[17] Ο Αθανασίος Βασσάλος τού Νικολάου ήταν δεύτερος θείος τού Νέστορος. Ασκήτευε στο Άγιον Όρος και λόγω της εξαιρετικής του καλλιφωνίας, περί το έτος 1900, προσλήφθηκε διάκος από το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως. Εκεί χειροτονήθηκε ιερομόναχος και έλαβε το οφίκιο του Αρχιμανδρίτη. Είχε ενορία και, ταυτόχρονα, ασκούσε και την τέχνη τού ωρολογοποιού, που την είχε μάθει από παιδί στο Ηράκλειο Κρήτης. Συγκέντρωσε χρήματα και επέστρεψε στο Ρέθυμνο, τα οποία ξόδευσε σε ποικίλες αγαθοεργίες. ανέλαβε τον εξωραΐσμό του εν λόγω σπηλαιώδους ναού τού αγίου Σπυρίδωνος, έκτισε εκκλησία και υδραγωγείο στην Κάλυβο Μυλοποτάμου, προικοδότησε άπορα κορίτσια και έκανε διάφορα αφιερώματα σε ναούς (πληροφορίες κ. Λιλίκας Πετουσάκη, το γένος Βασσάλου, την οποία και ευχαριστώ).
[17] Σοφία Σειράχ 8, 8.
[18] Ο εξωραϊσμός αυτός τού ναϋδρίου έγινε το έτος 1934, που ο Νέστωρ μετέβη για ένα χρόνο στο Άγιον Όρος προς εξακρίβωση τής αλήθειας για το Νέο Ημερολόγιο (βλ. σχετικά σελ. 66).
[19] Πιο πριν το ναΰδριο ανήκε στην ενορία Γάλλου.
[20] Μαρία Αρακαδάκη, «Το “Terrritorio di Rettimo” προς τα μέσα τού 17ου αιώνα, Πληροφορίες από την έκθεση τού Nicola Gualdo (1633)», στον τόμο «Της Βενετιάς το Ρέθυμνο» (Πρακτικά Συμποσίου,) Βενετία 2003, 273.

Αδημοσίευτη αεροφωτογραφία του Ρεθύμνου



Αδημοσίευτη αεροφωτογραφία του Ρεθύμνου


     ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ


Πολύ ενδιαφέρουσα η αεροφωτογραφία του Ρεθύμνου που δημοσίευσε στο προηγούμενο φύλλο του «Ρεθέμνους» (29/2/20) ο καλός φίλος Μάνος Χ. Γοργοράπτης. Θεωρώ, περαιτέρω, επιτυχημένο τον προσδιορισμό των κτισμάτων που αναγνωρίστηκαν, παρά την ασάφεια με την οποία εικονίζονται, που περισσότερο υποψιάζεσαι παρά που αντιλαμβάνεσαι την παρουσία τους.
Μπορούμε, πάντως, ακόμα, στην εν λόγω αεροφωτογραφία, να διακρίνουμε:
1.   τόσο τον μιναρέ της Μεγάλης Πόρτας- τεμένους Βαλιδέ Σουλτάνας (παρά το Νο 1 του ναού των Αγίων Τεσσάρων Μαρτύρων), όπως και
2.   αυτόν με τα δύο «δακτυλίδια», του τεμένους Γαζή Χουσεΐν πασά (Νερατζές), του σημερινού Ελληνικού Ωδείου και έναντί του, νοτίως,
3.   το 1ο Δημοτικό Σχολείο [που ανεγέρθηκε τα έτη 1888- 1899 από τον πρακτικό μηχανικό Γ. Δασκαλάκη, που οικοδόμησε και το περίφημο καμπαναριό της πόλης μας και τον μιναρέ της Νερατζές (1887)].
4.   Στο άκρον αριστερά της αεροφωτογραφίας διακρίνεται σαφέστατα (τουλάχιστον αυτό), το τείχος του Κιουλούμπαση, στην αρχή του σημερινού περιφερειακού δρόμου, που συνέδεε το βενετσιάνικο λιμάνι με τη Φορτέτζα. Του τείχους αυτού υπολείμματα μού έδειχνε, θυμάμαι, σε περίπατό μας στην περιοχή, ο αείμνηστος Μανόλης Κούνουπας, που το θυμόταν, όπως μου έλεγε, από μικρό παιδί, όταν η οικογένειά του διέμενε στην συνοικία αυτήν του Κιουλούμπαση (εικ. 1).  
Εικ. 1. Συνοικία Κιουλούμπαση
5.   Δεξιότερα τού Νου 2, θέλω να πιστεύω ότι αρχίζει ο νεότευκτος, τότε, τρίτος Δημοτικός Κήπος [με εμπνευστή του τον Μενέλαο Παπαδάκη (1923- 25) και δημιουργό του τον Τίτο Πετυχάκη (1925 εξ.)], του οποίου, τελικά, πρέπει, μόλις, να φαίνεται η ΒΑ γωνία του, με μια υποτυπώδη περίφραξη.
6.   Και λίγο βορειότερα της ΒΔ γωνίας του Κήπου προσπαθώ να εντοπίσω τα Χασαπιά (1894- 1961).   
7.   Όμως, ένα βασικό κτίριο που δεν έχει εντοπιστεί και που βοηθάει, νομίζω, σοβαρά στη χρονολόγηση της αεροφωτογραφίας είναι αυτό του 1ου Γυμνασίου Αρρένων, γνωστού και ως «Οίκου Παιδείας» (εικ. 2), που θα πρέπει να το εντοπίσουμε στο κέντρο των αριθμών 1, 8 και 14. Με δεδομένο, λοιπόν, ότι τα Χριστούγεννα του 1931 το Γυμνάσιο Αρρένων ήταν ήδη έτοιμο και μεταφέρθηκαν σε αυτό οι μαθητές (βλ. Κ. Παπαδάκη, Ρέθυμνο 1900- 1950, 138- 143), η φωτογραφία θα πρέπει να χρονολογηθεί μετά το έτος 1931 και προ του ελληνοϊταλικού πολέμου του 1940, με πιθανότερα τα έτη αμέσως πριν το έτος 1940[1].
 
Εικ. 2. Το σύνολο των κτισμάτων: 4 Μαρτύρων, Γυμνασίου Θηλέων και Αρρένων
Οπότε, συνολικά, έχουν εντοπιστεί είκοσι ένα (21) σημεία της πόλης μας της δεκαετίας του ’30. Δεκατέσσερα (14) από τον φίλο Μάνο Γοργοράπτη και επτά (07) με το παρόν σημείωμά μας. Ευχόμαστε να ακολουθήσουν και άλλοι για πιο «τολμηρά» ακόμα (όσο οι θέσεις εξαντλούνται) βήματα και πιθανόν διορθώσεις.





[1] Δεδομένου ότι οι πρώτες αεροφωτογραφίες στην Ελλάδα προέρχονται από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο (1914- 18) και αφορούσαν εμπόλεμες περιοχές (https://anemourion.blogspot.com/?view=classic), μια «ειρηνική», όπως αυτήν, αεροφωτογράφηση του Ρεθύμνου θα πρέπει, ίσως, να την τοποθετήσουμε λίγο αργότερα

Κωστή Λαγουδιανάκη * * * ΟΙ ΒΡΟΝΤΕΡΟΙ ΤΕΛΑΛΗΔΕΣ ΣΤΣΙ ΡΟΥΓΕΣ ΤΟΥ ΡΕΘΕΜΝΟΥΣ




Κωστή Λαγουδιανάκη


ΟΙ  ΒΡΟΝΤΕΡΟΙ ΤΕΛΑΛΗΔΕΣ  ΣΤΣΙ  ΡΟΥΓΕΣ  ΤΟΥ ΡΕΘΕΜΝΟΥΣ

Από το βιβλίο του Κωστή Ηλ. Παπαδάκη
                             «Ρ έ θ υ μ ν ο 1900-1950», σελ. 112-114


Χωνί στο στόμα σα γενούν τα δυο τ’ αθρώπου χέρια
γιαγέρνουνε το λοϊσμό στ’ αλλοτινά σεφέρια.
Ανεστοράτ’ ο λοϊσμός παλαιινούς αθρώπους
που ξέτρεχε η ζήση τους πόρεψη μ’ αλλους τρόπους.
Για τση ζωής το διγαβρέ, για τση ζωής τη χρεία
πρωτόσκολοι ‘ναι μαθητές στση ζήσης τα θρανία.
Εδά με τσ’ αλλαξοκαιριές «άλλα χαρθιά βαστούνε»
«άλλοι παπάδες ήρθανε» κι αλλιώς ξεμολογούνε.
Εδά με τσ’ αλλαξοκαιριές ήρθαν τα πάνω κάτω,
θωρείς κι εδά γαρεφαλιές αλλά θωρείς και βάτο.
Εδά με το ηλεχτρικό βαβουρανιά μεγάλη
κι ανεστοράσαι βροντερή φωνή και το ντελάλη.
Οι παλαιοί ντελάληδες «φωνή τη στεντορεία»
στην εποχή τους γράψανε μεγάλη ιστορία.
Κάθα ντελάλης βροντερά την προπατεί τη στράτα
«βγάνει στη φόρα» δυνατά του τόπου τα μαντάτα.
Σκαλώνει και στσι ξέκορφες στεγές γή και στο δώμα
κι εκειά το τελαλίδικο τον ξωλαλεί το στόμα.
Μαντάτα τα λοήσιμα γυρού γυρού μηνά τα,
άλλες βολές με χωρατά κι άλλες βολές σταράτα.
Νεγογυρεύγει το χωργιό και κάθα πολιτεία
να ‘χει ντελάλη να μη ‘ρθεί στον τόπο …αλαλία.
Κι οι Ρεθεμνοτελάληδες στην πόλη τω γραμμάτω
το μερτικό ντως έχουνε στση ζήσης το κοινάτο.
Οι Ρεθεμνοτελάληδες με τα δικά τους χούγια
του γέλιου τη γεμώνανε πολλές βολές τη βούργια.
Ρεθεμνοτελαλίδικο παλαιινό σινάφι
που τελαλίζει δυνατά Ζαμφώτη και Σαράφη.
«Ζαμφώτειο» τελάλισμα αξέχαστο πομένει
για μια μπριτζόλα μια βολά που ‘ναι φρεσκοκομμένη.
Στη χέρα ντου τηνε βαστά και λέει με καμάρι
πως ο Μπεζώκος έσφαξε τ’ ονόστιμο μουσκάρι.
«Γλακάτε να προλάβετε του μουσκαριού το ζύγι,
όποιος αργήσει θα βρεθεί να…χάσκει να ξανοίγει.»       
Μαζί με τσι τελάληδες γράφει το καλαντάρι
και το Γκρανή που τον γροικάς Κλαψούρη γή Σαλιάρη.
Είναι κι ο Γκόγκος κι ο Γαρμπής και για Στρατή ο λόγος
κι έχει το παρανόμι ντου: «ο μετεωρολόγος».
Και τα Περβόλια πιάνουνε τελάλη ‘πό τη χέρα
και πέμπουνε στο Ρέθεμνος και τον Κακό Αέρα.
Αποδιαφώτιστα γλακά, πελάτες για να πιάνει
στον Πλάτανο σαλατικά πουλεί και στο Μεϊντάνι.
Ωσάν τον σίφουνα γλακά, φουσκώνει, ξεφουσκώνει
σαν τον αέρα κι όποιο δει ομπρός του… φασκελώνει.
Μοιράζει…πούλους στα δεξά κι αριστερά μοιράζει
και τσι κανάτες το κρασί γιαμιάς τσι…κατεβάζει.
Το Βάκχο τονε ρέγεται και τονε μπεγεντίζει,
το θεϊκό το δώρο του πίνει και…κακαρίζει.
Κρασοκανάτα τση μεθιάς και να τον κάμει…πίτα
όλα τα ρεθεμνιώτικα τα νέα διαλαλεί τα.
«Γροικάτε», λέει με φωνή …φίνα και τσεκουράτη
«μια γκαστρωμένη χάθηκε κατσίκα κερασάτη.
Με το σταχτί κολόρι τζη όποιος τη βρει ρεγάλο
θα πάρει για την τσέπη του και θα ‘ναι και μεγάλο»     
Στο Ρέθεμνος παλαιινή αθιβολή κι ετούτη
για τον Ψιλλάκη Μιχαήλ κι αλλιώς και Πεντεφούτη.
Βρούχος σκορπά δεξά ζερβά να μαθευτούν τα νέα,
στσ’ εφημερίδες τσ’ εποχής κάνει το διανομέα.
Η μπούκα ντου «Παράααααρτημα…» οντέ ξεφανερώνει
αλλ’ «είντα γίνεται;» ρωτούν και φόβος άλλους ζώνει.
Στο «κραχ» τση λίρας βρίνει δυο λέξες να τελαλίσει
«η λίρα μπουμ!» και τσι βαστά ’πό δα κι ομπρός στη ζήση.
Σε κάθα μια κουβέντα του ώσαμε να ποθάνει
«η λίρα μπουμ!» θα τση κλουθά παρέα να τση κάνει.
Κάθε μαντάτο σα θα πει του Πεντεφούτη στόμα
κάνει σταυρούς μια χαχαλιά,τάξε δεν είναι ψόμα.
Μιλεί, μουγκρίζει, τραγουδεί με αγριοφωνάρα
και πίτα να ’ναι τση μεθιάς δε δίδει μια δεκάρα.
Και μια πατούλια μια βολά που θέλει να γελάσει
το ντουχιουντίζει πως και πως για να τονε συβάσει.
Ένα τσουβάλι σόγεμο αλεύρι για ρεγάλο
του τάσσουνε σ’ ό,τι του πουν να κάμει δίχως άλλο.
Ολόγδυμνος στο Ρέθεμνος να βγει να σεργιανίσει
στσι ρούγες και στσι δρόμους του να βγει να τελαλίσει.
«Γλακάτε γέροι, νέικοι, καθόλου μη σταθείτε,
ένα θεριό κι είντα θεριό… τζάμπα να πα να δείτε»
Ολόχαρος ξετέλεψε τ’ αγώι του τελάλη,
πασίχαρος στον ώμο ντου τ’ αλεύρι θα το βάλει.     
Του Ρέθεμνου στην υστεριά σαν κλείνει το τεφτέρι
γράφει για τον τελάλη του το Φούσκο το Λευτέρη.
«Τα πάχη ντου τα κάλλη ντου» τον έχουνε βαφτίσει,
Φούσκος το παρανόμι ντου για τη δική ντου ζήση.
Το σκυλοπνίχτη τση γραμμής, τη γέννα τσ’ αγωνίας,
πλουμίζει ότι «έφταξε πλοίο πολυτελείας».
Στου Γεωργίου τοτεσάς συχνάζει στην πλατέα,
πουλεί το «ΒΗΜΑ» που λαλεί του Ρέθεμνου τα νέα.

Ο Λευτέρης ο Φούσκος

Του Φούσκου το τελάλισμα ποτέ δεν έχει τέλος
φωνιάζει πως «την Παρασκή έρχετ’ ο Βενιζέλος».
Αξέχαστοι τελάληδες μιας εποχής αλλότες
Προύκα βαρά του λοϊσμού είναι για Ρεθεμνιώτες.
Μπιτίσαν’ οι τελάληδες στσι σημερνές τσι μέρες
εδά, «Θου Κύριε, λαλώ», άλλοι λαλούν’ «αστέρες».

                                                             Φλεβάρης  2020


 Λ ε ξ ι λ ό γ ι ο

σεφέρι, το= δηλώνει χρονική περίοδο, κάποια εποχή
διγαβρές, ο= κουβέντα, συζήτηση
βαβουρανιά, η = οχλοβοή
νεγογυρεύγω= αναζητώ επιμόνως και με ενδιαφέρον
ξωλαλώ= λαλώ, οδηγώ τα ζώα έξω στη βοσκή
κοινάτο, το= παρέα, συντροφιά
σινάφι, το = παρέα, συντεχνία
αποδιαφώτιστα (επίρρ.)= πριν χαράξει η μέρα
πούλος, ο= μούντζα με το χέρι
προύκα, η= προίκα


Ο μεγαλοχασάπης Μπεζώκος (Θεμιστοκλής Γοβατζιδάκης)


Το ιστορικό πλαίσιο του παραπάνω ποιήματος
        (Από το βιβλίο του Κωστή Ηλ. Παπαδάκη: «Ρ έ θ υ μ ν ο  1900-1950», σελ. 112- 120)

     Γραφικοί τύποι τής πόλης μας οι τελάληδες ή ντελάληδες, διαλαλούσαν και διαφήμιζαν, «στεντορεία τη φωνή», προϊόντα και στις δυο αγορές τής πόλης [στη Μικρή (Μεγάλη Πόρτα) και στη Μεγάλη (Τσάρου)], αντί μικρής και ευτελούς αμοιβής. Αξέχαστες μορφές τού παλιού Ρεθύμνου, που έχουν μείνει ανεξίτηλες στη μνήμη μας.

Σχόλιο στον Μαντιναδολόγο Κωστή Λαγουδιανάκη και στο παρόν ποίημά του, 
από τον Κωστή Ηλ. Παπαδάκη
                                        ___________

    Συνταξιούχος δάσκαλος και επί χρόνια Διευθυντής σε σχολεία του Ηρακλείου, ο Κωστής Λαγουδιανάκης, από το Χαρασό Πεδιάδος, ένας αληθινά παθιασμένος λάτρης της Κρητικής γλωσσολαλιάς και ιδιαίτερα χαρισματικός δημιουργός της κρητικής μαντινάδας, ψάχνει απ’ οπουδήποτε μπορεί να αντλήσει την έμπνευση για να «σκαρώσει» καινούριες μαντινάδες ή ποιήματα, σε ιαμβικό 15σύλλαβο, με ουσιώδες και πάντα κρητικό περιεχόμενο.
     Ανάμεσα σε μια, τουλάχιστον, δεκάδα σχετικών βιβλίων του είναι και «Τα ναμουντάνικα χωργιά», μια τολμηρότατη δουλειά, στην οποία εμπεριέχονται 1430 μαντινάδες, μια για κάθε χωριό της Κρήτης (!), (Ηράκλειο 2009).
  Τα μαντιναδολογήματα του Κωστή Λαγουδιανάκη καθίστανται θεωρώ, περαιτέρω, ένας θησαυρός πολύτιμος της Κρητικής Διαλέκτου και αξίζει, για τον λόγο αυτόν, να γίνονται ευρύτερα γνωστά, όπως και το παρόν- το τέταρτο κατά σειρά- εμπνευσμένο, όπως και τα προηγούμενα τρία, από το βιβλίο μας: «Ρ έ θ υ μ ν ο   1 9 0 0- 1 9 5 0», όπου, στις σελίδες 112- 120, αναφερόμαστε στους τελάληδες του παλιού Ρεθέμνους. Τα προηγούμενα τρία ποιήματα του Κ. Λαγουδιανάκη είναι:

 α) Υπαίθριοι Μικροπωλητές του παλιού Ρεθέμνους
 β) Τον Κήπο τον Δημοτικό το Ρέθεμνος λογιάζει και
 γ) Σαπουναριά στο Ρέθεμνος πριχού πενήντα χρόνους.

    Ευχαριστούμε τον εκλεκτό φίλο Κωστή Λαγουδιανάκη, που ανέλαβε με αυτόν τον τόσο όμορφο και πρωτότυπο τρόπο, σαν και τον αξέχαστο ποιητή του Ρεθέμνους, Γ ι ώ ρ γ η  Κ α λ ο μ ε ν ό π ο υ λ ο, να μας υπενθυμίσει και να μας συγκινήσει σιγοτραγουδώντας μας στην κρητική λαλιά σελίδες από το παλιό Ρέθεμνος, και συγκεκριμένα εδώ για τους «Βροντερούς τελάληδες στσι ρούγες του Ρεθέμνους». «Μας έπεψε»- όπως μας έγραφε χαρακτηριστικά στο ηλεκτρονικό του γράμμα- μια «τρίτη ξεφουρνιά» για τους «τελάληδες» του Ρεθέμνους, εμπνευσμένη από το βιβλίο μας για το παλιό το Ρέθεμνος, ευχόμενος «να 'χει μιαολιά νοστιμιά σαν και τη νοστιμιά τση ξεφουρνιάς του φτάζυμου»….
     Τον ευχαριστούμε για την αγάπη του για το Ρέθεμνος και για το δροσερό κι ολόγλυκο  τερέτισμά του!

ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΘΕΟΔ. ΑΠΟΣΤΟΛΑΚΗ * * * Τ Ο Λ Ι Β Α Ν Ι


ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΘΕΟΔ. ΑΠΟΣΤΟΛΑΚΗ

Τ Ο   Λ Ι Β Α Ν Ι
[Εκδόσεις «Σαΐτης», Ρέθυμνο 2019, σχ. 8ο (24X16), σσ. 128]


       ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ

    Ο Νικόλαος Θεοδ. Αποστολάκης, απόφοιτος της περίφημης Πατμιάδας Εκκλησιαστικής του Γένους Σχολής, έχει άμεση σχέση με το λ ι β ά ν ι, ως έμπορος, για πολλά χρόνια, εκκλησιαστικών ειδών στην πόλη μας, στα οποία, φυσικά, κεντρική θέση κατέχει και το ταπεινό και ευωδιαστό λιβάνι, το τόσον απαραίτητο στις διάφορες λατρευτικές της Εκκλησίας μας πράξεις. Έτσι, και κατόπιν δικής μας προτροπής- όπως ο ίδιος στον Πρόλογο του παρουσιαζόμενου βιβλίου του ευγενικά σημειώνει- ανέλαβε να ερευνήσει και μελετήσει και το δεύτερο αυτό κύριο αντικείμενο της επαγγελματικής ενασχόλησής του και να το εκδώσει και σε βιβλίο, μετά το «κερί», το οποίο αποτέλεσε το θέμα της πρώτης ερευνητικής του προσπάθειας, που γνώρισε το φως της δημοσιόητας πριν από δεκαπέντε, περίπου, χρόνια (2004).
     Στην παρουσιαζόμενη δεύτερη αυτήν μελέτη του για το λιβάνι ο κ.  Αποστολάκης καταγράφει- με όσα στοιχεία μπόρεσε προς τούτο να περισυλλέξει- την προέλευση, κατασκευή, χρήση και, ακόμα, τη θεολογική και λαογραφική σημασία του λιβανιού. Αποτέλεσμα του μόχθου του το παρόν βιβλίο, με το οποίο ο αναγνώστης μπορεί, ειδικότερα, να έχει πρόσβαση σε πλήθος πληροφορίες, που φορούν αποκλειστικά και μόνο στο λιβάνι.
· από πότε, δηλαδή, ο άνθρωπος άρχισε να κατασκευάζει το λιβάνι,
·  τους ποικίλους τρόπους και τα υλικά κατασκευής του και τις πολυάριθμες ποικιλίες που υπάρχουν (όπως, δάκρυ, αρσενικόν, βασιλική, μελιτζουβί κ.λπ.),
· τις χρήσεις του λιβανιού και των θυμιαμάτων, γενικότερα, και σε άλλες, επί πλέον, εφαρμογές, τόσο στην έξω από τον ελληνισμό αρχαιότητα όσο και στην αρχαιοελληνική τελετουργία, κατά τα χρόνια της Μινωικής εποχής, της Μυθολογίας και της ελληνικής αρχαιότητας (Μαντεία, Σίβυλλες κ.λπ.),
· μελετά, επί πλέον, ο συγγραφέας τη χρήση του λιβανιού τόσο στην Παλαιά όσο και στην Καινή Διαθήκη, επίσης στους πρώτους χριστιανικούς χρόνους και στα συναξάρια των Αγίων. Εδώ, προς απόδειξη των αναφορών που εντόπισε χρησιμοποιεί ευρέως παλαιο- και νέο-διαθηκικά αποσπάσματα, όλα στο πρωτότυπο, τιμώντας, έτσι, τον έλληνα λόγο, αλλά και με τη σχετική μετάφρασή τους από κάτω, διευκολύνοντας σημαντικά τον αμύητο στον αρχαιοελληνικό λόγο αναγνώστη του.   
· τέλος, εξετάζεται λεπτομερώς η κάθε πτυχή της χρησιμοποίησης του λιβανιού στα πλαίσια τού ορθοδόξου θρησκευτικού βίου και της λατρείας τού Θεού και μελετάται ιδιαίτερα ο συμβολισμός τού θυμιάματος στον ναό, που και σήμερα συνεχίζει να παραμένει το ίδιο σημαντικός και σπουδαίος, όπως και στους παλαιότερους χρόνους.
     Η μελέτη τού κ. Αποστολάκη ολοκληρώνεται με την παράθεση πλείστων όσων στοιχείων και αναφορών για τη χρήση του λιβανιού και σε ποικίλες άλλες εφαρμογές έξω από τον εκκλησιαστικό χώρο, όπως:
1) στη Λαογραφία (ξεματιάσματα κ.λπ.) και στη Λαϊκή Ιατρική (όπου το λιβάνι χρησιμοποιούνταν ως αντισηπτικό, ηρεμιστικό, πηκτικό και αντιγηραντικό). Επ’ αυτής της τελευταίας, της Λαϊκής Ιατρικής, παρατίθενται και διάφορες ενδιαφέρουσες πρακτικές συνταγές από το περίφημο «Κρητικόν Ιατροσόφιον» του 19ου αιώνα. Και:
2) στον καθημερινό λόγο και στη Λογοτεχνία. Στο πρώτο από τα δύο αυτά τελευταία κεφάλαια αφθονεί, φυσικά, το λαογραφικό στοιχείο. Εδώ ο συγγραφέας  παραθέτει θαυμάσιες ιστορίες και ό,τι άλλο εκλεκτό έχει να παρουσιάσει η Κρητική λαϊκή μούσα για το λιβάνι, όπως παροιμίες και, κυρίως, δεκάδες δίστιχα (μαντινάδες), αλλά και αποσπάσματα ριζίτικων και Κρητικών δημοτικών τραγουδιών. Στα κεφάλαια, πάλι, που αφορούν στον καθημερινό λόγο και στη Λογοτεχνία ο συγγραφέας αναφέρεται σε παροιμιακές φράσεις σχετικές με το λιβάνι και σε πλήθος αποσπασμάτων από μεγάλους Έλληνες λογίους και διανοούμενους (Παπαδιαμάντη, Πορφύρα κ.ά.)
     Η εικονογραφία του βιβλίου είναι απόλυτα σύμμετρη και εναρμονισμένη προς αυτό και συμπληρώνει αποτελεσματικά τις παρεχόμενες γνώσεις, όπως τη βιοτεχνική κατασκευή του λιβανιού, φωτογραφίες ειδών λιβανιού και θυμιατών εκκλησιαστικής και οικιακής χρήσης από την αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι σήμερα. Η Βιβλιογραφία, πάλι, στην ελληνική γλώσσα φαίνεται εξαντλητική, ενώ επιμελώς ανατρέχει και σε πλήθος διαδικτυακών πηγών, εφημερίδων, εγκυκλοπαιδειών και περιοδικών.
    «Οσμήν ευωδίας πνευματικής» εκπέμπει και ο μεστός και περιεκτικός Πρόλογος του Σεβ. Μητροπολίτη Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου κ. Ευγενίου, που τιμά και κοσμεί διά της παρουσίας του το παρουσιαζόμενο βιβλίο.
 Από όλα αυτά εξάγεται, νομίζω, αβίαστα το συμπέρασμα ότι πρόκειται για μια δουλειά ευσυνείδητη, πλήρη και εμπεριστατωμένη. Ως τέτοια η εργασία του εκλεκτού φίλου Ν. Αποστολάκη είναι άξια πολλών συγχαρητηρίων και θερμών ευχαριστιών και δικαιούται μια θέση στη σχετική παγκόσμια και ελληνική  βιβλιογραφία, στην οποία βιβλία του είδους, με μοναδικό θέμα, όπως εδώ, το λιβάνι, δεν πρέπει να αφθονούν. Καλά έκανε, λοιπόν, ο κ. Αποστολάκης και καταχώρησε το βιβλίο του στον διεθνή κατάλογο ISBN, ώστε να είναι δυνατή η πρόσβαση σε αυτό αναγνωστών όχι μόνο από την Ελλάδα αλλά και από τον λοιπό κόσμο, γενικότερα.   

ΓΕΩΡΓΙΟΥ Ι. ΠΑΝΑΓΙΩΤΑΚΗ * * * * Ε Π Ι Φ Α Ν Ε Ι Σ Κ Ρ Η Τ Ε Σ * * * Α Ν Α Τ Ο Υ Σ Α Ι Ω Ν Ε Σ

ΓΕΩΡΓΙΟΥ Ι. ΠΑΝΑΓΙΩΤΑΚΗ


Ε Π Ι Φ Α Ν Ε Ι Σ   Κ Ρ Η Τ Ε Σ

                       Α Ν Α  Τ Ο Υ Σ  Α Ι Ω Ν Ε Σ 

[Γ.ΔΕΤΟΡΑΚΗΣ ΑΕΒΕ, Ηράκλειο 2019, σχ. 4ο (30Χ21), τόμ. Α΄, σελ. 430- τόμ. Β΄ 424]            

 

  ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ


    Ακάματος εργάτης του λόγου και της ιστορικής μας κληρονομιάς είναι ο γνωστός Ηρακλειώτης συγγραφέας και ερευνητής της κρητικής Ιστορίας, κ. Γεώργιος Ι. Παναγιωτάκης. Ο κ.  Παναγιωτάκης αγαπάει πραγματικά τον τόπο του και αυτό το αποδεικνύουν τόσο τα βιβλία του για την Κρήτη, όσο και τα λοιπά σχετικά δημοσιεύματα και οι ομιλίες του. Και το εντυπωσιακό στην περίπτωσή του είναι ότι η εγνωσμένη αυτή  αγάπη του για τον τόπο και τους ανθρώπους του εξακτινώνεται και αγκαλιάζει ολόκληρη τη Μεγαλόνησο, της οποίας ενεργός πολίτης νιώθει ο εν λόγω συγγραφέας, όπως γίνεται άμεσα φανερό από τα δεκαοκτώ βιβλία του, που, σχεδόν όλα, έχουν σαφώς κρητικό, παγκρήτιο χαρακτήρα. Τόσο η εικονογραφημένη Ιστορία της Κρήτης, Η Μάχη και η Αντίσταση της Κρήτης, Η Ιστορία των Κρητικών αγώνων εκτός Κρήτης, Η γυναίκα της Κρήτης κ.λπ., όσο και οι εξατομικευμένες- πέραν της παρουσιαζόμενης με το σημείωμά μας αυτό- βιογραφίες του στους αγαπημένους της Κρήτης, Νίκο Καζαντζάκη και Ελευθέριο Βενιζέλο, αφορούν, και πάλι, σαφώς και αναφέρονται σε πρόσωπα που με το κύρος και το έργο τους αγκαλιάζουν και προβάλλουν διεθνώς ολόκληρη την Κρήτη.
Η αγάπη του, λοιπόν, αυτή για το νησί του είναι, θεωρώ, που τον οδήγησε να προχωρήσει, μετά από πολύχρονες και εξαντλητικές έρευνες και αναζητήσεις, και στην συγγραφή του παρουσιαζομένου νέου και εξαιρετικού ενδιαφέροντος, δίτομου έργου, οκτακοσίων πενήντα τεσσάρων (854) σελίδων, ενός πραγματικού έργου ζωής, που έρχεται- όσα βιβλία του είδους και αν έχουν γραφτεί μέχρι σήμερα- να καλύψει ένα, ομολογουμένως, τεράστιο κενό στην Κρητική Βιβλιογραφία με τον επίσημο τίτλο: «Επιφανείς Κρήτες ανά τους Αιώνες». Το βιβλίο προλογίζεται δεόντως από τον πρώην Πρύτανη του Πανεπιστημίου Κρήτης, Καθηγητή κ. Οδυσσέα Ζώρα.
          Πρόκειται για μια, κατά βάσιν, «βιογραφική» μελέτη, με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της την επιλεγμένη παρουσίαση των μορφών και το πλούσιο εικαστικό και, συχνά, σπάνιο έγχρωμο φωτογραφικό υλικό που χρησιμοποιεί. Πρόκειται, λέγω, για μια πολύτιμη έκδοση, εξαιρετικά φροντισμένη, σε αρίστης ποιότητας χαρτί και δυο τεράστιους (τετάρτου σχήματος) τόμους, εμπεριεχομένους σε μια θαυμάσια πολυτελή κασετίνα προστασίας, που αποτελούν, τωόντι, έργο τιμής και αξίας για τους βιογραφουμένους και σπουδαία προγονική αναγνώριση και μαρτυρία πνευματικής επαφής και γνωριμίας με το έργο τους και την εν γένει προσωπικότητα και προσφορά τους.
Βιογραφία ονομάζεται η λεπτομερής εξιστόρηση της ζωής και των πράξεων αξιόλογων ανθρώπων. Η βιογραφία όταν στηρίζεται στην αντικειμενικότητα και την αλήθεια έχει να προσφέρει πολλά στην Ιστορία, γιατί μέσω των βιογραφιών ιστορικών προσώπων ο αναγνώστης μπορεί να γνωρίσει και αυτό το ίδιο το ιστορικό γίγνεσθαι τής συγκεκριμένης περιόδου, στην οποία τα πρόσωπα αυτά έζησαν. Έτσι, οι βιογραφίες των ιστορικών προσώπων αποβαίνουν ένα άριστο βοήθημα για να γνωρίσει ο αναγνώστης την ιστορική πορεία τής ανθρωπότητας στην πλήρη και ολοκληρωτική διάστασή της, αφού δεν γνωρίζει μόνα τα γεγονότα, αλλά και τα πρόσωπα εκείνα που διαμόρφωσαν την εξέλιξή τους στο κοινωνικό γίγνεσθαι.
Και στο σημείο αυτό αναδύεται αυτόματα το ψευδοδίλλημα. είναι, δηλαδή, τα ιστορικά πρόσωπα εκείνα που διαμορφώνουν και αναδεικνύουν τα ιστορικά γεγονότα ή τα ιστορικά γεγονότα αναδεικνύουν και καταξιώνουν τα ιστορικά πρόσωπα και την ιστορική συμβολή τους στο ιστορικό, πολιτιστικό και κοινωνικό γίγνεσθαι; Ύστερα από αυτό, στο μυαλό μας έρχεται ο γνωστός διάλογος τού Θεμιστοκλή με τον Κυκλαδίτη, που είναι, θεωρώ, και η απάντησή μας στο παραπάνω ψευδοδίλλημα.
Λέγεται, λοιπόν, πως κάποτε ο Θεμιστοκλής, ο μεγάλος ηγέτης της ισχυρής Αθηναϊκής Πολιτείας, δέχτηκε ειρωνική φραστική επίθεση από έναν μέτριο πολιτικό ηγέτη από τις Κυκλάδες.
«Θεμιστοκλή!», του είπε ο Κυκλαδίτης, «έγινες τρανός, μεγάλος και ξακουστός μόνο και μόνο γιατί κυβερνάς μια μεγάλη και σπουδαία πόλη, την Αθήνα!».
 «Συνάδελφε», τον αντίκοψε ο Θεμιστοκλής, «μπορεί ναι! να ήμουν ένας ασήμαντος πολιτικός, αν κατοικούσα στην ασήμαντη δική σου Κυκλαδίτικη κοινωνία. Εσένα, όμως, τον ατάλαντο πολίτη και αν, ακόμα, κατοικούσες στην Αθήνα, σε βεβαιώνω ότι δεν θα σε εξέλεγαν ποτέ ηγέτη τους οι Αθηναίοι».
Και το συμπέρασμα από τον ιστορικό αυτόν, ανεκδοτικού χαρακτήρα, διάλογο εξάγεται, νομίζω, από μόνο του αβίαστα. ναι! τα μεγάλα ιστορικά πρόσωπα διαδραματίζουν, ασφαλώς, ρόλο καταλυτικό στη δημιουργία του πολιτισμού και στην εξέλιξη των ιστορικών γεγονότων, αλλά είναι και τα μεγάλα και εξαιρετικά γεγονότα μεγάλων και ονομαστών τόπων, που αναδεικνύουν, με τη σειρά τους, τους μεγάλους και εξαιρετικούς άνδρες.
Στο παρουσιαζόμενο έργο τού κ. Παναγιωτάκη, λόγιοι, ποιητές, κληρικοί, μουσικοί, ολυμπιονίκες, στρατιωτικοί, αγωνιστές της ελευθερίας, γλύπτες, ζωγράφοι, καλλιτέχνες, δωρητές, πολιτικοί ευεργέτες και άλλες προσωπικότητες, που έζησαν από το 700 π.Χ. μέχρι και σήμερα και αποτελούν, κατά τον συγγραφέα τους, «σάρκα εκ της σαρκός της Κρήτης», εξετάζονται, αποκρυπτογραφούνται και δημοσιοποιούνται στους δυο πολυσέλιδους τόμους τού μνημειώδους αυτού και πολυτελέστατου έργου.
Στην Εισαγωγή τού έργου ο συγγραφέας καταγράφει τους λόγους που σε κάθε εποχή γίνονται αίτιοι δημιουργίας νέων ιστορικοκοινωνικών παραγόντων που, με τη σειρά τους, εκκολάπτουν και φέρνουν στην επιφάνεια τα νέα ιστορικά πρόσωπα που θα πρωταγωνιστήσουν στην υλοποίησή τους, των νέων ιστορικών μορφών, των νέων αγωνιστών, που θα καθορίσουν και θα αναδείξουν την εξέλιξη των κοινωνικών δρωμένων τής εποχής τους. Οι προσωπικότητες αυτές αποτελούν, όπως χαρακτηριστικά σημειώνει ο συγγραφέας, το «εύλαλον αυτής στόμα» και το νήμα,  με το οποίο συνδέονται οι παλιότερες με τις νεότερες γενιές. Τις σπουδαίες αυτές μορφές ο συγγραφέας προβάλλει προς τους νεοτέρους προς παραδειγματισμό και μίμηση, τρόπο σκέψης και συμπεριφοράς.
Ο Α' τόμος, ειδικότερα, αφιερώνεται στην παρουσίαση Κρητών λογίων, ποιητών και φιλοσόφων, γλυπτών, ζωγράφων και αγιογράφων, μουσικών και αθλητών (με έμφαση στους Κρήτες Ολυμπιονίκες). Ταυτόχρονα, ειδικήν ποιείται αναφορά στους χορούς και στα μουσικά όργανα της Κρήτης και στη διαχρονική προσφορά της στη γέννηση και ανάπτυξη του αθλητικού ιδεώδους, όπως αυτό εκφράστηκε, διαχρονικά, μέσα από τον μινωικό πολιτισμό και τους Ολυμπιακούς αγώνες. Ο εν λόγω τόμος ολοκληρώνεται με την παράθεση ιστορικών, συχνά άγνωστων, λεπτομερειών από απίθανες και εκπληκτικές πτυχές της Κρητικής Ιστορίας που ενδιαφέρουν ιδιαίτερα τον Κρητικό, όπως αυτές με τους Κρήτες αξιωματούχους στον στρατό του Μεγάλου Αλεξάνδρου και με τους τελευταίους Κρήτες υπερασπιστές τής Πόλης κατά την άλωσή της από τους Τούρκους στα 1453.
Από τον α΄τόμο παραθέτουμε μια θαυμάσια πολυπρόσωπη εικόνα του Ρεθυμνιώτη Εμμ. Τζάνε Μπουνιαλή- Το θαύμα της  Αγίας Ζώνης - Μουσείο Μπενάκη
Στον Β' τόμο παρουσιάζονται σημαίνουσες εκκλησιαστικές προσωπικότητες της Κρήτης, που έζησαν από το έτος 1502 και εξής, καθώς και διάφοροι Άγιοι και άλλοι επιφανείς ιερωμένοι του νησιού. Σημαντικό τμήμα του τόμου αυτού καταλαμβάνει, επίσης, η ιστορική αναφορά σε Κρήτες επαναστάτες και αγωνιστές, που έδρασαν κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας ή στην ηρωική μάχη της Κρήτης, καθώς και σε διάσημους Έλληνες πολιτικούς, που την καταγωγή τους έλκουν από τη Μεγαλόνησο. Και ο Β΄, αυτός, τόμος συμπληρώνεται με εξαιρετικές, και πάλι, πτυχές της Κρητικής Ιστορίας, όπως τη διαχρονική εξέταση της θέσης της γυναίκας στην κρητική κοινωνία και την αποτίμηση της συνεισφοράς της όχι μόνο στους ηρωικούς για την ελευθερία της Κρήτης αγώνες αλλά και στον πολιτιστικό και πνευματικό τομέα, καθώς, τέλος, και τη ζωή και το έργο Κρητών ευεργετών και άλλων σύγχρονων διαπρεπών τέκνων αυτού του τόπου.
Εικόνα από τον Β΄τόμο
Για την κατάρτιση των βιογραφιών αξιοποιήθηκαν όλοι οι δρόμοι και οι δυνατότητες που παρέχει η ιστορική έρευνα. τόσο, δηλαδή, τα αρχεία όσο και η βιβλιογραφία και οι παραδόσεις που συνοδεύουν το κάθε σπουδαίο πρόσωπο.
        Το παραπάνω έργο του φίλου κ. Γεωργίου Παναγιωτάκη είναι αξιολογότατο και έρχεται να καλύψει ένα σημαντικότατο κενό στα Κρητολογικά Γράμματα και την Ιστορία τής Κρήτης γενικότερα. Λαμπρός κρητολόγος ο ίδιος ερευνά και εξετάζει με ευρυμάθεια, γλαφυρότητα, συνθετικό πνεύμα και οξυδέρκεια το θέμα του, δίνοντάς μας συχνά πρωτότυπες και εξαιρετικά πολύτιμες πληροφορίες γύρω από τις μορφές που αναδιφεί. Ευχαριστούμε θερμά τον λαμπρό κρητολόγο- ερευνητή κ. Παναγιωτάκη και γι’ αυτό το τελευταίο  πόνημά του και του ευχόμαστε να είναι υγιής, και συνεχώς να ανεβαίνει στον γόνιμο δρόμο της συστηματικής και καρποφόρας προσπάθειάς του.