Η 4η καταστροφή του Kάτω Mοναστηριού του Πρέβελη από τους Τούρκους (7.7.1867) * * * Σχετικές διηγήσεις των κατοίκων Κεραμέ- Αγαλλιανού

 

Εικ. 1. Η Ι. Μονή του Τιμίου Προδρόμου (Κάτω Μοναστήρι), Πρέβελη, στη δεκαετία του 1950 (Αρχείο Ι. Μ. Πρέβελη)

Η 4η καταστροφή του Kάτω Mοναστηριού του    Πρέβελη από τους Τούρκους  (7.7.1867)

Σχετικές διηγήσεις των κατοίκων Κεραμέ- Αγαλλιανού


      ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ

         www.ret-anadromes.blogspot.com

 Eκτός από μιαν αιματηρή και άτυχη μάχη στα Κεραμέ με τον Δημήτριο Πετροπουλάκη- όπως καταγράφει το γεγονός ο Nικ. Σακκόπουλος, πρόξενος της Eλλάδας, τον καιρό εκείνο, στα Xανιά[1]- άλλο πολεμικό γεγονός δε φαίνεται να έλαβε χώρα στην περιοχή των χωριών Kεραμέ- Aγαλλιανού, πέρα από κάποιες ασήμαντες τοπικές αψιμαχίες με εντελώς περιορισμένο βεληνεκές και αυτό λόγω κυρίως της απομόνωσης των δύο χωριών, εκεί στην Πίσω Γιαλιά, μακριά από τις κεντρικές διαβάσεις που οδηγούσαν από τη μια επαρχία στην άλλη και στους γειτονικούς νομούς. Aντίθετα, τα πλησιόχωρα προς τον Kεραμέ χωριά Άρδακτος και Aκούμια, αλλά και η I. Mονή του Πρέβελη, που βρίσκονται σε κεντρικότερα σημεία, γνώρισαν κατά καιρούς την άγρια μανία του κατακτητή και στα 1867 η I. Mονή Πρέβελη και την τέταρτη μεγάλη καταστροφή της από τον Tούρκο στρατηγό Pεσίτ πασά.

Και ιδού το ιστορικό πλαίσιο τής εν λόγω μεγάλης καταστροφής του Μοναστηριού και πώς την κράτησε την ιστορική μνήμη του ο λαός. Τον Ιούλιο του 1867 μετά την ολοσχερή κατάληψη των Σφακίων από τους Τούρκους και την εξουδετέρωση κάθε αντίστασης στην περιοχή, ο Τούρκος στρατηγός Ρεσίτ πασάς επέστρεφε στο Ηράκλειο μέσω της επαρχίας Αγίου Βασιλείου. Στον δρόμο προσβαλλόταν από τους επαναστάτες οι οποίοι μονίμως του προκαλούσαν σύγχυση και ζημιές, ζητώντας να λάβουν εκδίκηση για τις καταστροφές. Όταν το πρωί στις 7 Ιουλίου του 1867 περνούσε από την περιφέρεια των Σελλίων Αγίου Βασιλείου, οι κάτοικοι του χωριού ενισχυμένοι και από άλλους κατοίκους των χωριών Ροδάκινου, Μύρθιου, Λευκογείων τού επιτέθηκαν και του προκάλεσαν μεγάλες ζημιές και απώλειες στο στράτευμά του.

Την ίδια μέρα, 7 Ιουλίου του 1867, ο Ρεσίτ πασάς έφτασε στο Κάτω Μοναστήρι του Πρέβελη (του Προδρόμου) (εικ. 1). Όπως σημειώνει ο Μ. Παπαδάκης (Το Μοναστήρι του Πρέβελη στην Κρήτη, Αθήνα 1978, 310) ο Ρεσίτ πασάς ενέργησε αμέσως έρευνες στους χώρους της Μονής και ανακάλυψε πως στα δάπεδα των αποθηκών, τα οποία είχαν σκαφτεί, οι μοναχοί είχαν κρύψει και σκεπάσει με χώμα εισοδήματα. λάδια, σιτηρά, όσπρια, τα οποία οι Τούρκοι ξέθαψαν και τα έκαψαν μαζί και όλο το Μοναστήρι και τα μετόχια του στο Νιο Χωριό, τη Μύρθιο, τα Λευκόγεια και τον Ασώματο. Γίνεται λόγος για 10.000 οκάδες λάδι, που- όπως λέγει και το δημοτικό τραγούδι (βλ. αμέσως παρακάτω)-έτρεξε μέχρι τον Μεγάλο Ποταμό, που απέχει εκατό, τουλάχιστον, μέτρα από το Μοναστήρι. Η εν λόγω καταστροφή πρέπει να θεωρηθεί ως αποτέλεσμα της σπουδαίας επαναστατικής του Μοναστηριού δράσης. Μια ομάδα στρατιωτών ζήτησε να προχωρήσει στην καταστροφή και του Πίσω Μοναστηριού (του Θεολόγου), χωρίς όμως αποτέλεσμα.

Στη δύσκολη αυτή για το μοναστήρι του Πρέβελη ώρα οι μοναχοί- διηγούνται οι κάτοικοι των χωριών Κεραμέ- Αγαλλιανού- οδήγησαν τα ζώα του μοναστηριού (βόδια και αιγοπρόβατα) στα γειτονικά χωριά Kεραμέ και Σακτούρια, όπου, οπωσδήποτε, θα ήταν περισσότερο ασφαλή. Στη φοβερή αυτή καταστροφή της Mονής κάνουν χαρακτηριστική αναφορά ένας Kεραμιανός, ο ιερέας και δάσκαλος του χωριού μακαριστός Παύλος Kοπανάκης και ένας Aγαλλιανός ο Aριστείδης Σηφογιωργάκης. O ιερέας, λοιπόν, και δάσκαλος Παύλος Kοπανάκης (1867-1958) (εικ. 2) διηγούνταν ότι γεννήθηκε τη βραδιά που καιγόταν το Kάτω Mοναστήρι του Πρέβελη (7.7.1867), στο βουνό Σιδέρωτας, όπου είχαν καταφύγει οι γονείς του και όλοι οι συχωριανοί του με τις οικογένειές τους από φόβο μήπως ο Pεσίτ πασάς επιτεθεί, στη συνέχεια, και στο χωριό τους, τον Kεραμέ.

Eπίσης, και ο Aριστείδης Σηφογιωργάκης από τον Aγαλλιανό γεννήθηκε, όπως τον πληροφόρησαν οι γονείς του, στο βουνό, εκείνη την ίδια βραδιά. Mάλιστα, του διηγούνταν ότι οι πυκνοί καπνοί και οι μεγάλες φωτιές που έβγαιναν από το μοναστήρι κάλυπταν όλο τον ορίζοντα και τους έπνιγαν στο καταφύγιό τους, που απείχε από αυτό έξι, περίπου, χιλιόμετρα. O M. Παπαδάκης διασώζει και σχετικό κρητικό ριζίτικο τραγούδι, που έχει απαθανατίσει το γεγονός και προέρχεται, όπως σημειώνει, από ανέκδοτη συλλογή του παραπλήσιου χωριού Σελλιά:

 

                Pεσίτης και στου Πρέβελη δεν έκαμε χατήρι

                Kιοντενεπέρνα τόκαψε το Kάτω Mοναστήρι·

                Γουμενικά, κελλαρικά, ούλα τ’ αμπάρια κάψα

             Kαρποί και λάδια τρέξασι και στο γιαλόν εφτάξα.

 

Kαι μπορεί, βέβαια, τα δύο χωριά Kεραμές και Aγαλλιανός να μη γνώρισαν αυτά τα ίδια μεγάλες και αιματηρές συμπλοκές, όμως, και τα δύο χωριά, και μάλιστα ο πολυπληθέστερος Kεραμές, έδωσαν στον αγώνα κατά των Tούρκων πλείστους αγωνιστές, που έλαβαν μέρος σε διάφορες μάχες σε άλλες περιοχές του νομού Pεθύμνης και της Kρήτης γενικότερα, ο δε Kεραμές είχε και τη δική του πολεμική σημαία (για την οποία θα μιλήσουμε σε άλλη ευκαιρία).



[1] Βλ. την αριθμ. 344 έκθεση του Nικ. Σακκόπουλου προς τον Πέτρο Δελιγιάννη (Γεν. Aρχεία Kράτους, αρ. 205).

ΑΝΔΡΕΑΣ ΗΛ. ΜΑΜΑΓΚΑΚΗΣ * * * Ταξιδεύοντας επί των πτερύγων των ανέμων

 


ΑΝΔΡΕΑΣ ΗΛ. ΜΑΜΑΓΚΑΚΗΣ

 

Ταξιδεύοντας επί των πτερύγων των ανέμων

[Έκδοση Ν. Παναγόπουλος, Αθήνα 2024, σχ. 8ο (22 Χ 14), σσ.688]

 

ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ

  www.ret-anadromes.blogspot.com

 

Ο π. Ανδρέας Ηλ. Μαμαγκάκης, Ρεθεμνιώτης, από τα Φρατζεσκιανά Μετόχια, είναι συνταξιούχος θεολόγος Καθηγητής και δραστηριοποιείται στην Αθήνα ως ιερεύς της Ι. Μητροπόλεως Πειραιώς. Μεταξύ των βιβλίων που έχει γράψει είναι και το «Ρέθυμνο του Ονείρου και τη Νοσταλγίας» με αναμνήσεις από τα παιδικά του χρόνια, εδώ στο Ρέθυμνο, των δεκαετιών 1950- 60. Στα τέλη του περασμένου έτους μάς παρουσίασε το τελευταίο βιβλίο του υπό τον ποιητικότατο τίτλο: «Ταξιδεύοντας επί των πτερύγων των ανέμων». Πρόκειται για ένα βιβλίο «ταξιδιωτικών εντυπώσεων» από επισκέψεις του συγγραφέα σε διάφορους τόπους της Ελλάδας και του εξωτερικού.

 Και για να θυμηθούμε από την ιστορία, σε εποχές που τα ταξίδια ήταν εξαιρετικά επικίνδυνα και επισφαλή, το αντίστοιχο προς τις σημερινές ταξιδιωτικές εντυπώσεις «περιηγητικό» κείμενο λειτουργούσε πολλαπλά χρήσιμο, τόσο για τον ταξιδιώτη/συγγραφέα, που ενδιαφερόταν να συγκρατήσει και να μεταφέρει μνήμες και εικόνες ενός κόσμου μακρινού, που γνώριζε ότι πολύ δύσκολα θα τον αντίκριζε ξανά, όσο και για τους αναγνώστες/αποδέκτες, που συμμερίζονταν την ταξιδιωτική του εμπειρία νοερά, εφόσον και γι’ αυτούς τα ταξίδια εκείνα τα χρόνια ήταν ένα εγχείρημα ή και όνειρο, πρακτικά, συνήθως, απλησίαστο και όλως ανέφικτο.

Για τον λόγο αυτόν, τα κείμενα των περιηγητών, σε παλιότερες εποχές, έτυχαν ιδιαίτερα μεγάλης προσοχής και σημασίας. Είναι γενικά παραδεκτό ότι το μυθιστόρημα, με την κλασική του μορφή και δομή, συχνά γίνεται επίπονο και κουραστικό. Αντίθετα, το περιηγητικό χρονικό, πολλές φορές, καθίσταται αφήγηση με λογοτεχνική χάρη τόπων, γεγονότων, προσώπων, εικόνων με αποτέλεσμα να έχουμε, τελικά, ένα εξαίσιο στο είδος του πεζογράφημα. Και αυτό, βέβαια, εξαρτάται σε έναν μεγάλο βαθμό και από τις περιγραφικές και λογοτεχνικές ικανότητες τού κάθε περιηγητή. 

Στα περιηγητικά κείμενα, λοιπόν, παρακολουθούμε απλές και σύντομες αναφορές σε συγκεκριμένους τόπους, πλούσιες αρχαιογνωστικές αναλύσεις μνημείων και σημαντικών αρχαιολογικών χώρων ή γλαφυρές περιγραφές των ντόπιων ηθών και εθίμων, που κάνουν τα κείμενα αυτά να προσφέρουν σημαντικά πλούσιο υλικό για τον ιστορικό, τον αρχαιολόγο, τον φυσιοδίφη ή και τον απλό αναγνώστη. Έτσι- σύμφωνα με τα παραπάνω και την προσωπική τού κάθε περιηγητή οπτική γωνία- τα περιηγητικά κείμενα κατατάσσονται σε θεματικές ενότητες που άπτονται τόσο τού φυσικού και δομημένου χώρου, όσο και της αρχαιογνωσίας, της οικονομικής και κοινωνικής ζωής, των εκφάνσεων τού καθημερινού βίου και πολιτισμού και των τρόπων πολιτικής εξουσίας. Λίγο- πολύ, και όλως σχηματικά, θα λέγαμε ότι συνθέτουν αυτό που συχνά ονομάζουμε «συνολική ιστορία».

Και αξίζει, εδώ, να θυμηθούμε ότι η Ελλάδα υπήρξε ο κατεξοχήν τόπος έλξης των περιηγητών σε κάθε εποχή, αλλά, κυρίως, επί Τουρκοκρατίας, από το έτος 1500 μέχρι και το 1900. Είναι, περαιτέρω, γνωστό ότι η περιηγητική γραμματεία αποτελεί σημαντική πηγή πληροφοριών, αν και συχνά μονομερή, για τον ελλαδικό χώρο, που από την αρχαιότητα έχει σημαδευτεί με περιηγητές, όπως τον Ηρόδοτο και, στη συνέχεια, και με τους Αρτεμίδωρο, Διόδωρο Σικελιώτη, Μεγασθένη, Παυσανία, Στράβωνα και, αργότερα, στα βυζαντινά χρόνια, τους Επιφάνιο, Στέφανο Βυζάντιο και  Ιωάννη Φωκά, ενώ ακόμα πιο αργά- και όσον αφορά ειδικότερα στην Κρήτη- και με τους ευρωπαίους Tournefort, Pococke, Sonnini, Simonelli, Savary, Olivier, R. Pashley, Scott, Sieber μέχρι και τον Βαυαρό Δέφνερ, των αρχών τού 20ου αιώνα.

Έτσι και σήμερα-και μετά την παραπάνω εισαγωγή στον χώρο της περιηγητικής γραμματείας- έρχεται και ο Ρεθεμνιώτης και καλός φίλος π. Ανδρέας Μαμαγκάκης στον αντίστοιχο χώρο των ταξιδιωτικών εντυπώσεων με το βιβλίο που προαναφέραμε «Ταξιδεύοντας επί των πτερύγων των ανέμων».

Είκοσι τέσσερις χώρες καμαρώνει ότι επισκέφτηκε ανά τον κόσμο ο π. Ανδρέας, χώρια τα μέρη απ’ άκρου σ’ άκρον της Ελλάδος που έχει, επίσης, επισκεφτεί! Από παιδί τού άρεσαν οι μετακινήσεις προς το άγνωστο και κατάφερε την αγάπη του αυτήν να την κάνει πραγματικότητα στα χρόνια της ωριμότητας, ως ενήλικας πλέον. Και τον τιμά η επιθυμία του να καταγράψει σήμερα τα βιώματά του από τα ταξίδια του αυτά και να τα μοιραστεί με τους αναγνώστες του μέσα από μιαν ενδιαφέρουσα έκδοση 700, περίπου, σελίδων. Πρόκειται για ταξίδια ποικίλου (ιστορικού, πολιτιστικού, θρησκευτικού και, βέβαια, ψυχαγωγικού) ενδιαφέροντος, σε όλες τις χώρες της Ευρώπης, στις Ηνωμένες Πολιτείες και τον Καναδά, το Ισραήλ, τη Ρωσία, την Αίγυπτο, την Τουρκία, την Κίνα και το Χονγκ Κονγκ, για να αναφερθούμε στις χώρες μόνο του εξωτερικού. Για να καταγράψει και συμπληρώσει τις εντυπώσεις του αυτές ο π. Ανδρέας, πέραν των αναμνήσεων και σημειώσεών του, χρειάστηκε να ανατρέξει και σε μια πλουσιότατη και όλως ετερόκλητη βιβλιογραφία, προερχόμενη από λεξικά, εγκυκλοπαίδειες, άρθρα και ένθετα ποικίλων εφημερίδων, με θέμα τα ταξίδια και τον τουρισμό. Διακρίνεται γι’ αυτό το βιβλίο του για την επιμέλεια της γραφής, την πολυμέρεια και παραστατικότητά του. Εντοπίζει και καταγράφει λεπτές εικόνες που απεικονίζουν την ιδιαίτερη ομορφιά του κάθε τόπου, πραγματικά εντυπωσιακές λεπτομέρειες από την καθημερινή ζωή, τα ήθη και τα έθιμα, τη διατροφικές συνήθειες και το πολιτιστικό επίπεδο του κάθε λαού, ώστε το βιβλίο του αυτό να καθίσταται ένας εξαίρετος άτυπος τουριστικός οδηγός πολλών και ποικιλώνυμων πληροφοριών. 

Η καταγραφή, περαιτέρω, των εντυπώσεων από τον συγγραφέα τον αναδεικνύει σε έναν εξαίρετο παρατηρητή και καταγραφέα, που σαν τη μέλισσα συλλέγει τις λεπτές ιδιαιτερότητες του κάθε τόπου και κάθε λαού, ώστε ο αναγνώστης να αποκτά μια σαφή και ξεκάθαρη εικόνα αυτού, και με τις θαυμάσιες περιγραφές του να καθίσταται μύστης των θελγήτρων του. Συμβαίνει να έχω επισκεφθεί κι εγώ πολλά από τα μέρη που αναφέρεται ο συγγραφέας και αυτό είναι ένας λόγος που με έκανε να αποκτώ ακόμα εντονότερο ενδιαφέρον κατά την ανάγνωση του βιβλίου, που μου υπενθύμιζε μέρη γνωστά και αγαπημένα, πράγμα και με έκανε να ξαναζώ ευχάριστες στιγμές του παρελθόντος.

Για άλλη μια φορά συγχαίρουμε και ευχαριστούμε τον εκλεκτό και δόκιμο συμπολίτη μας συγγραφέα και του ευχόμαστε να έχει υγεία και δύναμη, για να συνεχίζει τη γόνιμη, εργώδη και δημιουργική δραστηριότητά του στον χώρο των Γραμμάτων.


Γιορτάζοντας την Ευρωπαϊκή Ημέρα Μουσικής

 

Γιορτάζοντας την Ευρωπαϊκή Ημέρα Μουσικής

 

Κι αν κάτι απόμεινε στην καρδιά του ακροατή ήταν η βεβαιότητα πως το Ρέθυμνο όχι μόνο τιμά την Τέχνη, αλλά ζει μέσα από αυτή.


  ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ

     www.ret-anadromes.blogspot.com

 

Με μια πραγματικά πανηγυρική υπαίθρια συναυλία, στον προαύλειο χώρο του Κέντρου Πολιτισμικής και Κοινωνικής Διακονίας «Θεομήτωρ», το Σάββατο 21 Ιουνίου 2025, δύο εξέχοντα Μουσικά σύνολα της πόλης μας, η Χορωδία του Μουσικού Καρπού, υπό τη διεύθυνση του Αντώνη Μαυράκη και η Ορχήστρα της Δημοτικής Φιλαρμονικής Ρεθύμνου, υπό τη διεύθυνση του Στέλιου Αποστολάκη, ένωσαν τις δυνάμεις τους και με μια λαμπερή και χαρούμενη μουσική εκδήλωση γιόρτασαν την Ευρωπαϊκή Ημέρα Μουσικής.

Ήταν ένα πραγματικά θαυμάσιο ταξίδι στο χώρο της Μουσικής, που διαπραγματεύτηκε και νοηματοδότησε με έναν εκπληκτικό και συναρπαστικό τρόπο την εν λόγω εορτή, μέσω μοναδικών ερμηνειών έργων προερχομένων απ’ όλες τις εποχές της μουσικής διαχρονίας. Τα μουσικά αυτά έργα αποδόθηκαν κατά τρόπο υποδειγματικό από την Ορχήστρα της Δημοτικής Φιλαρμονικής Ρεθύμνου, στο Α΄ Μέρος, και από τα χορωδιακά σύνολα του «Μουσικού Καρπού» στο Β΄ Μέρος.

Η Ορχήστρα εντυπωσίασε και κυριολεκτικά ενθουσίασε το μουσικόφιλο κοινό με το πλουσιότατο ρεπερτόριό της, με μουσικά έργα Σαββόπουλου, Θεοδωράκη και Γιάννη Μαρκόπουλου, μέχρι και τον αγαπημένο κρητικό Ερωτόκριτο, αλλά και άλλες γνωστές ξένες μελωδίες (Bella Ciao, Cinema Paradiso, Bohemian Rhapsody κ.ά.), που κράτησαν αμείωτο το ενδιαφέρον του πολυπληθούς ρεθεμνιώτικου ακροατηρίου, που είχε από νωρίς κατακλύσει τον χώρο της εκδήλωσης.

Κυρίαρχα σ’ όλα τα κομμάτια οι τρομπέτες, τα τρομπόνια, οι τούμπες, τα σαξόφωνα, τα ευφώνια και τα κρουστά, που τα γλύκαιναν με το ζεστό και απαλό ηχόχρωμά τους τα φλάουτα και τα κλαρινέτα. Όλοι οι μουσικοί κατάφεραν πραγματικά να φωτίσουν κάθε λεπτομέρεια των έργων που ερμηνεύτηκαν μέσα από μια προσπάθεια απόλυτης πειθαρχίας, συντονισμού και συνύπαρξης.

Στο δεύτερο μέρος, που αποτέλεσε και την αποκορύφωση της βραδιάς, το κοινό είχε την ευκαιρία να απολαύσει ένα αφιέρωμα στη Μουσική, με επιλογές από εξέχοντες Έλληνες συνθέτες, όπως ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Χρήστος Νικολόπουλος, ο Σταμάτης Κραουνάκης και ο Μάνος Χατζιδάκις, από την ογδοηκονταμελή Χορωδία του «Μουσικού Καρπού», με χορωδούς όλων των ηλικιών (παιδιά, νέους και ενήλικες), υπό τη στιβαρή καθοδήγηση του αρχιμουσικού Αντώνη Μαυράκη.                                              Πρόκειται για ένα σύνολο σύγχρονων τραγουδιών που μέσα στο όμορφο αυτό καλοκαιριάτικο βραδινό έριξαν πλούσιο φως στην αναζήτηση της ονειρικής διάστασης των ανθρώπινων πραγμάτων, που σε κάνουν να αισθάνεσαι πραγματικά λεύτερος σε έμπνευση, αυθεντικότητα και ενθουσιασμό. Τα ένιωθες όλα να στήνουν γύρω σου ένα απίστευτο πανηγύρι ήχων που μύριζαν και απέπνεαν γύρω σου τη λαχτάρα για πιότερο φως και ξαστεριά.

Πριν από κάθε μουσική ερμηνεία, από τη αρχαιολόγο και συγγραφέα Ειρήνη Γαβριλάκη, προσφέρονταν πολύτιμες πληροφορίες ώστε η μουσική να γίνεται πλήρως κατανοητή. Έτσι, μέσα από αυτή τη διαδικασία το ρεθεμνιώτικο μουσικόφιλο κοινό μπόρεσε να κατανοήσει ότι η μουσική σε όλες τις εποχές είναι μια από τις βαθύτερες εκδηλώσεις του ανθρωπίνου πνεύματος, μια αποκάλυψη ανώτερη, πέρα από κάθε σοφία και φιλοσοφία, που τόσο στη λαϊκή όσο και στην έντεχνή της μορφή σκοπό έχει να εξαγνίσει, συγκινήσει, τέρψει και ανυψώσει το πνεύμα και την ψυχή και να καλλιεργήσει και αναδείξει αισθητικές και καλλιτεχνικές δεξιότητες.

Ενδιαφέρουσα, στο τέλος της εκδήλωσης, η βράβευση από τον “Μουσικό Καρπό”, με ειδικό έπαινο, δύο Ρεθεμνιωτών με μακρά και ουσιαστική παρουσία στα μουσικά δρώμενα της πόλης μας. του παλαίμαχου Αρχιμουσικού Κώστα Αποστολάκη και του τέως Αντιδημάρχου Πολιτισμού Βαγγέλη Στεφανάκη, ο οποίος ξεχώρισεγια τη συμβολή του στα πολιτιστικά πράγματα του Ρεθύμνου, κυρίως μέσω του Αναγεννησιακού Φεστιβάλ, αλλά και με τις δεκάδες συναυλίες που πραγματοποιήθηκαν στην πόλη μας με μουσικά σύνολα από την Αθήνα και άλλες περιοχές, χάρη στον αξέχαστο Σύλλογο των “Μουσικών Νειάτων” — από τον οποίο, αξίζει να σημειωθεί, ξεκίνησε και τις πρώτες μουσικοκριτικές του και ο υποφαινόμενος.»

Το Ρέθυμνο, ασφαλώς, και θα πρέπει να νιώθει ιδιαίτερα περήφανο για τη Φιλαρμονική του, αλλά και τον «Μουσικό Καρπό», ένα κορυφαίο μουσικό σύνολο, που πραγματικά κοσμεί τον τόπο μας και δίδει στα παιδιά μας τη δυνατότητα να δοκιμάσουν τις δυνάμεις και τα όνειρά τους στον χώρο της Τέχνης και της Μουσικής.

Η Δημοτική μας Φιλαρμονική, δεμένη γερά με την ιστορία αυτού τού τόπου, έρχεται να συνδράμει αποφασιστικά στη μουσική Παιδεία της πόλης μας, της πόλης των Τεχνών και των Γραμμάτων και να γνωρίσει καινούριες περιόδους μουσικής αυτάρκειας και ιστορικής και πολιτιστικής συνέχειας.

Γιατί πρέπει να τονιστεί στο σημείο αυτό ότι η ορχήστρα αυτή δεν είναι κάτι το ριζικά νέο, αλλά η ευτυχής απόληξη μιας ιδιαίτερα ευγενικής και επίπονης προσπάθειας πολλών δεκαετηρίδων- διαφόρων φιλόμουσων Ρεθεμνιωτών, που με τη φλόγα και το πάθος τους για τη μουσική Παιδεία αυτού του τόπου έδωσαν τη σημερινή μουσική πραγματικότητα, που το Ρέθυμνο την έχει ανάγκη και πρέπει πάση θυσία να τη συνεχίσει. Να τη συνεχίσει στη μνήμη των μελών τού περίφημου Φιλεκπαιδευτικού Συλλόγου Ρεθύμνου, και του εκ των μελών του Μανόλη Νικ. Γοβατζιδάκη, λαμπρού φιλόμουσου Ρεθυμνιώτη, καταρτισμένου και του ίδιου μουσικά, που με ενέργειές του, στα 1901, συγκροτήθηκε η πρώτη Φιλαρμονική τού Ρεθύμνου.

Σε κάθε περίπτωση η βραδιά κύλησε όμορφη, απολαυστική, ανάλαφρη, γεμάτη χάρη και κομψότητα, είτε η βασική διάθεση της μουσικής ήταν δοξαστική- δηλαδή εκ των πραγμάτων εξωστρεφής και γιορταστική- είτε λυρική και υμνητική. Οι ερμηνευτές αποδείχτηκαν άριστα εξοικειωμένοι με τη συγκεκριμένη κουλτούρα. Γι’ αυτό και ερμήνευσαν τη μουσική συνολικά με μοναδική τέχνη που συνάρπασε το κοινό και διασφάλισε την ποιότητα του αποτελέσματος από τον κίνδυνο τού αγοραίου στη μουσική. Κι αν κάτι απόμεινε στην καρδιά του ακροατή, ήταν η βεβαιότητα πως το Ρέθυμνο όχι μόνο τιμά την Τέχνη, αλλά ζει μέσα από αυτή.

 


Kοινό μέλημα όλων μας η στήριξη και η προτεραιοποίηση κάθε ευκαιρίας που προάγει την παιδεία, τον πολιτισμό και τη δημιουργική έκφραση των παιδιών μας

 


Kοινό μέλημα όλων μας – γονιών, εκπαιδευτικών και φορέων του τόπου – η στήριξη και η προτεραιοποίηση κάθε ευκαιρίας που προάγει την παιδεία, τον πολιτισμό και τη δημιουργική έκφραση των παιδιών μας


      Μας συγκίνησε βαθύτατα η θερμή ανταπόκριση των συμπολιτών μας στη δημόσια διαμαρτυρία μας για το γεγονός ότι δεν προβλέφθηκε από τον Δήμο Ρεθύμνου η παρουσία και μαθητών των Μουσικών Σχολείων (Γυμνασίου και Λυκείου), των Ωδείων της πόλης μας (Ελληνικού, Δημοτικού και ιδιωτικών), καθώς και της Δημοτικής Φιλαρμονικής, στη συναυλία του Λεωνίδα Καβάκου, ενός κορυφαίου και καταξιωμένου Έλληνα μουσικού διεθνούς κύρους.

Μέσα σε λίγες μόλις ώρες από τη δημοσίευση της επιστολής μας, σχεδόν εκατοντάδα Ρεθεμνιωτών ανταποκρίθηκαν δημόσια, στηρίζοντας την πρότασή μας με λόγια ενθαρρυντικά και ξεκάθαρη αποδοχή.

Η ανταπόκριση αυτή αποδεικνύει πόσο ζωντανό και ειλικρινές είναι το ενδιαφέρον της τοπικής μας κοινωνίας για την καλλιτεχνική – και γενικότερα την πνευματική – καλλιέργεια των παιδιών μας.  

Η ευαισθησία που εκφράστηκε από την τοπική μας κοινωνία μάς γεμίζει χαρά και ελπίδα. Ας γίνει κοινό μέλημα όλων μας – γονιών, εκπαιδευτικών και φορέων του τόπου – η στήριξη και η προτεραιοποίηση κάθε ευκαιρίας που προάγει την παιδεία, τον πολιτισμό και τη δημιουργική έκφραση των παιδιών μας, είτε μουσική είναι αυτή, είτε θεατρική, είτε αθλητική. Τα παιδιά μας την αξίζουν και τη χρειάζονται!



Γιατί δεν θα είναι εκεί και τα παιδιά μας; (Γύρω από τις εξηγήσεις του Δήμου Ρεθύμνου για τη συναυλία του Λεωνίδα Καβάκου…)

 


Γιατί δεν θα είναι εκεί και τα παιδιά μας;

(Γύρω από τις εξηγήσεις του Δήμου Ρεθύμνου για τη συναυλία του Λεωνίδα Καβάκου…)

           Αγαπητέ κύριε Διευθυντά,

Με έκπληξη πληροφορήθηκα ότι στη συναυλία του διεθνούς φήμης Έλληνα βιολονίστα, Λεωνίδα Καβάκου, δεν προβλέφθηκε η παρουσία ούτε ενός μαθητή από τα Μουσικά Σχολεία της πόλης μας (Γυμνασίου- Λυκείου) ή από τα Ωδεία αυτής, συμπεριλαμβανομένου, προφανώς, και του Δημοτικού Ωδείου και της Φιλαρμονικής.

Όμως, σε ένα τέτοιο κορυφαίο πολιτιστικό δρώμενο, που φιλοξενεί έναν διεθνώς καταξιωμένο Έλληνα σολίστα του βιολιού, ο Δήμος μας όφειλε να μεριμνήσει για τη συμμετοχή και μαθητών, ιδιαίτερα εκείνων που μελετούν βιολί ή άλλων με σοβαρό ενδιαφέρον για τη μουσική. Αν τέτοιες εκδηλώσεις κύρους δεν σχετίζονται και με τα παιδιά μας, με τη νέα γενιά των μουσικών μας, τότε για ποιους ακριβώς διοργανώνονται; Μόνο για την «ψυχαγωγία» κάποιων αιρετών (των 11 αντιδημάρχων και των επικεφαλής των δύο παρατάξεων της Αντιπολίτευσης, που αναφέρθηκαν στην ανακοίνωση του Δήμου μας) και μιας- δυο εκατοντάδων ενηλίκων, που, συχνά, αρκετοί εξ αυτών, «μουσικῆς ἄπειροι τυγχάνουσιν»; Αν, λέγω, η συναυλία αυτή δεν γίνεται και για τα παιδιά μας που φοιτούν στα Μουσικά Σχολεία και στα Ωδεία της πόλης μας, αποβλέποντας στη μουσική παιδεία και ωφέλεια και την εμπειρία που ήθελε προκύψει από τη συμμετοχή τους αυτή, για ποιους γίνεται;

Θα ήταν όχι μόνο εξαιρετικά απλό, αλλά και – θα έλεγε κανείς – αυτονόητο, ο Δήμος μας- με τη στήριξη και συνεργασία του οποίου πραγματοποιείται το κορυφαίο αυτό, για το Ρέθυμνο, μουσικό γεγονός- να είχε μεριμνήσει εξαρχής ώστε να διατεθούν ορισμένες προσκλήσεις για επιλεγμένους μαθητές των Μουσικών Σχολείων και Ωδείων της πόλης μας — νέους με αποδεδειγμένο μουσικό ενδιαφέρον και έφεση- ύστερα, βέβαια, από υπόδειξη των ειδικών στο συγκεκριμένο μάθημα καθηγητών τους.

Δεν μπορώ να φανταστώ ότι μια τέτοια πρόταση, εφόσον θα είχε τεθεί έγκαιρα από τον Δήμο μας, θα συναντούσε αντίρρηση από το Μέγαρο Μουσικής ή και από τον ίδιο τον κ. Καβάκο, γνωρίζοντας ότι πολλοί διακεκριμένοι και διεθνούς φήμης καλλιτέχνες (σολίστ, μαέστροι, συνθέτες) ανά τον κόσμο– αλλά και ο ίδιος ο κ. Καβάκος – προσφέρουν σημαντικό παιδαγωγικό έργο μέσω masterclasses, σεμιναρίων και θερινών ακαδημιών, με στόχο την έμπνευση και την κατάρτιση νέων μουσικών. Γιατί, λοιπόν, να στερηθούν τα παιδιά μας μιας τόσο σημαντικής μουσικής εμπειρίας, ενός τόσο σημαντικού πολιτιστικού γεγονότος; Μιας εμπειρίας βαθιά μορφωτικής, μιας εμπειρίας ζωής που θα μπορούσε να ανοίξει γι’ αυτά ορίζοντες, να διεγείρει την γνώση, να εμπνεύσει και ενισχύσει τη μουσική τους πορεία και κατάρτιση;

Ελπίζω στο μέλλον να υπάρξει μεγαλύτερη ευαισθησία και μέριμνα από τους διάφορους φορείς της πόλης μας για παιδαγωγική και πολιτισμική αξιοποίηση παρόμοιων εκδηλώσεων. Τα παιδιά μας αξίζουν – και χρειάζονται – τέτοιες μεγάλες ευκαιρίες (μουσικές, θεατρικές, αθλητικές κ.λπ.) και πρέπει να τους τις δίδουμε!

        Σας ευχαριστώ για τη φιλοξενία

           Κωστής Ηλ. Παπαδάκης

              https://ret-anadromes.blogspot.com



Σχολή Εκκλησιαστικής Βυζαντινής Μουσικής Ι. Μητροπόλεως Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου * * * «ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ ΣΤΗΝ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ»

 


Σχολή Εκκλησιαστικής Βυζαντινής Μουσικής

Ι. Μητροπόλεως Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου

 

   «ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ ΣΤΗΝ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ»

 

  ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ

     www.ret-anadromes.blogspot.com

   

Την Κυριακή 1 Ιουνίου 2025, στον αύλειο χώρο του Κέντρου «Θεομήτωρ», έλαβε χώρα εκδήλωση Μνήμης και Τιμής για την Άλωση της Κωνσταντινουπόλεως (29 Μαΐου 1453), υπό τον τίτλο «ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ ΣΤΗΝ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ», από τη Σχολή Εκκλησιαστικής Βυζαντινής Μουσικής της Ι. Μητροπόλεως Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου.

Από τη χορωδία της Σχολής παρουσιάστηκε ένα πλουσιότατο καλλιτεχνικό Πρόγραμμα, υπό την στιβαρή καθοδήγηση του Διευθυντή της, χοράρχη και πρωτοψάλτη του Μητροπολιτικού μας Ναού κ. Ευαγγέλου Καπαϊδονάκη. Στο Α΄ Μέρος της εκδήλωσης η Χορωδία απέδωσε Ύμνους Μαρτύρων της Αλώσεως και Βυζαντινούς ΄Υμνους της Πεντηκοστής. Από  τους εν λόγω ύμνους οι με πρώτοι (Ύμνοι της Αλώσεως) ερμηνεύτηκαν σύμφωνα με όσα μας έχει παραδώσει και διδάξει ο μεγάλος Δάσκαλος της Εθνικής μας Μουσικής Σίμων Καράς, ενώ οι δεύτεροι (Ύμνοι της Πεντηκοστής) είναι μέλη του κορυφαίου εκπροσώπου της μεταβυζαντινής παραδόσεως, του μελοποιού Πέτρου Λαμπαδάριου, του 18ου αι., πλην της ακροτελεύτιας «εκλογής ψαλμών», που τονίστηκε μουσικά από τον Χοράρχη κ. Καπαϊδονάκη. Στο Β΄ Μέρος -με τη συμμετοχή, εδώ, και του γυναικείου χορού της Χορωδίας και της παραδοσιακής Ορχήστρας- ερμηνεύτηκαν Άσματα και Θρήνοι της Αλώσεως. Πολύ ενδιαφέροντα, επί του προκειμένου, και τα σχετικά εισαγωγικά στοιχεία στα γεγονότα και στο Χρονικό της Αλώσεως, από τον θεολόγο και Γραμματέα της Ι. Μητροπόλεως κ. Γεώργιο Σηφάκη.

Η εν λόγω μουσική είναι απόλυτα συνδεδεμένη με την ιστορία και τα γεγονότα των ημερών εκείνων. Με την ευκαιρία, λοιπόν, και της ιστορικής επετείου, προβαίνουμε μαζί με το παρόν κριτικό σημείωμά μας και σε μια σύντομη αναφορά και ανάμνηση του οδυνηρού χρονικού της Αλώσεως της Πόλης. Ο πατριώτης ιστορικός Γεώργιος Φραντζής ή Σφραντζής, αυτόπτης μάρτυρας της Αλώσεως, που έγραψε το περίφημο Χρονικό της Άλωσης σε δέκα βιβλία, μας δίνει μια ιδιαίτερα ζωντανή εικόνα της μάχης. Ο βασιλιάς, λέγει, κατά την πολιορκία τρέχει παντού, προτρέπει, εν­θαρρύνει, νουθετεί και μάχεται ως απλός στρατιώτης, ενώ η γνωστή απάντησή του προς τον Μωάμεθ: «τό δέ τήν Πόλιν σοί δούναι, ούτ’ εμόν εστίν, ουτ’ άλλου τών κατοικούντων εν ταύτη, κοινή γάρ γνώμη πάντες αυτοπροαιρέτως αποθανούμεν και ού φεισόμεθα της ζωής ημών» έρχεται να μάς υπενθυμίσει τόσον τους «Ελεύθερους Πολιορκημένους», από τη νεότερή μας Ιστορία, όσο και το περίφημο εκείνο «Μολών λαβέ» του Λεωνίδα από την ελληνική αρχαιότητα. Και ακολουθεί το μέγα δράμα, όταν ο Κωνσταντίνος μαχόμενος και αμυνόμενος παρά την πύλη του Ρωμανού, μόνος, πλέον, εν μέσω χιλιάδων βαρβάρων, ακούστηκε να φωνάζει (κατά τους Κριτόβουλο και Δούκα): «Η Πόλις αλίσκεται και εγώ ζω έτι, δεν υπάρχει χριστιανός να λάβη την κεφαλήν μου;» Όμως, ναι δεν υπήρχε κανείς! Οι ήχοι των σπαθιών είχαν σιωπήσει εκεί κοντά του. Κάποιοι Γενίτσαροι τον βλέπουν μόνο, τραυματισμένο στο πρόσωπο, σαν γονατισμένο και πληγωμένο λέοντα και τον πλησιάζουν με θράσος και φόβο συνάμα. Ευτυχώς, δεν αναγνωρίζουν ποιος είναι. Ο Κ. Παλαιολόγος μοιάζει με όλους τους άλλους. Έτσι, πέφτουν πάνω του σαν κοπάδι από ύαινες και «εις εκ των όπισθεν» τον αποτελειώνει… Από τη στιγμή εκείνη το Βυζάντιο, ο πυρφόρος του ελληνοχριστιανικού πολιτισμού φάρος, ο εκπολιτιστής της Οικουμένης, έσβησε και μια βαριά ταφόπετρα δουλείας αβάστακτης κάθισε πάνω στο ελληνικό Έθνος.

Τον Κωνσταντίνο, πάντως, με τον ενάρετο βίο του, τους υπέρ Χρι­στού και της Πατρίδας αγώνες του και το μαρτυρικό τέλος του, ό λαός μας θεωρεί ως ζωντανό νεκρό – ως «μαρμαρωμένο βασιλιά» – και «υπ’ αγγέλων δόξης δορυφορούμενον» και από του τάφου, στο εξής, τού Γένους την πορεία κατευθύνοντα. Με αυτή δε την κοινή περί τού μαρτυρίου και της αγιότητας του Κωνσταντίνου και των συν αυτώ Μαρτύρων της Κωνσταντινου­πόλεως αντίληψη, έγινε κατά την 500ετηρίδα της Αλώσεως, πρόταση για την επίσημη αναγνώριση της αγιότητάς των. Τότε έγιναν και συναρμόσθηκαν και τροπάρια, που βασίστηκαν σε ανάλογη ακολουθία «των εν Αμορίω Μαρτύρων», τους οποίους όχι μετά 500 έτη, αλλ’ ευθύς αμέσως ανακήρυξε αγίους η Εκκλησία.

Όσον, τέλος, αφορά στην προχθεσινή ερμηνεία των μελών της Χορωδίας, η άρτια προετοιμασία των χορωδών και η φανερή πίστη τους στα έργα που ερμήνευαν είχε ως αποτέλεσμα να αναδειχθούν κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Τα ηχοχρώματα και η ερμηνευτική διαδικασία κινήθηκαν, γενικά, στο πνεύμα του αυστηρού βυζαντινού μέλους, με φανερή προσήλωση στην πιστή απόδοση της βυζαντινής σημειογραφίας, τόσο στους ύμνους όσο και στα άσματα και τους θρήνους, και να ζεστάνουν τις παγωμένες ψυχές όλων μας, από την πολιτική και κοινωνική παγερότητα και αναλγησία που παρατηρείται παγκοσμίως στις μέρες μας. Φράσεις στρογγυλεμένες, σμιλεμένες, απουσία αιχμών, εμμονή στην ποιότητα του ήχου, καλαισθησία των διανθίσεων, των εκλεπτύνσεων και των διαφόρων ποικιλμάτων, χωρίς δεξιοτεχνικές υπερβολές και με σεμνή από τον Χοράρχη και στο πνεύμα της εκκλησιαστικής μας παράδοσης, καθοδήγηση, φώτισαν και ανέδειξαν τους ύμνους και τη μουσική, προσφέροντας στο ακροατήριο «έργον καλόν καγαθόν», που είναι, θεωρούμε, ο μόνος τρόπος, σήμερα, αντίστασης, σε μια εποχή που ο άνθρωπος έχει πάψει να είναι άνθρωπος, ο πολιτισμός συγχέεται με τη βαρβαρότητα και η ανθρώπινη ζωή λογαριάζεται μόνο σαν ένας αριθμός κι ένα φτηνό μεροκάματο.

 Κι όλα αυτά κατέστησαν σαφείς μάρτυρες της σπουδαίας δουλειάς που τώρα και δυο, περίπου, δεκαετίες συντελείται στην εν λόγω- αναγνωρισμένη από το Υπουργείο Πολιτισμού- Σχολή Βυζαντινής Μουσικής της Μητροπόλεώς μας με τη σφραγίδα και την πνοή του καταξιωμένου δασκάλου της και Πρωτοψάλτη κ. Ευαγγέλου Καπαϊδονάκη και την ευλογία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη μας κ. Προδρόμου.

Μάλιστα, στο σημείο αυτό, ο εν κατακλείδι του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη μας λόγος μεστός, εύστοχος, στιβαρός, καίριος και χειμαρρώδης, κυριολεκτικά συνάρπασε το ακροατήριο και πρότεινε επιτακτικά έναν αυστηρά φρεσκαρισμένο κώδικα ηθικής και αξιακής συνείδησης, που λείπει από την εποχή μας.

Θερμά συγχαρητήρια σε όλους τους συντελεστές τής εν λόγω μεγάλης επετειακής μουσικής εκδήλωσης. στους μουσικούς, στα μέλη του χορού, στους ψάλτες, στους δυο εξαίρετους μονωδούς των ασμάτων κ. Δέσποινα Δασκαλάκη- Πετρούλη και Κωνσταντίνο Καραγιώργη και ειδικά στον Χοράρχη κ. Ευαγγέλο Καπαϊδονάκη για την άκρως ευσυνείδητη και επιμελημένη παρουσία τους.

 


ΔΗΜΗΤΡΗ Ν. ΘΕΟΔΟΣΑΚΗ * * * Λαμπρόσκολα * ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ

 


ΔΗΜΗΤΡΗ Ν. ΘΕΟΔΟΣΑΚΗ

 

 

Λαμπρόσκολα

ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ

 

[Εκδόσεις ΝΙΚΗ ΕΚΔΟΤΙΚΗ, Ηράκλειο 2025, σχ. 8ο (24 Χ 17), σσ. 168]

 

    ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ

                      www.ret-anadromes.blogspot.com

     

 

Ως δώρο ακριβό, πασχαλινό, δέχτηκα το καινούργιο βιβλίο, με τίτλο «Λαμπρόσκολα», του Δημήτρη Ν. Θεοδοσάκη, από το Ηράκλειο, γνωστού και με το ποιητικότατο προσωνύμιο τού «Κάστρου Ταχυδρόμος», έντονα φορτισμένο με κυριολεκτική και μεταφορική σημασία και πολλές άλλες πλούσιες συνδηλώσεις.

Πρόκειται για ένα βιβλίο γεμάτο Χριστό και Ορθοδοξία μέσα από μια σειρά θαυμάσιων διηγημάτων, που την αναφορά τους έχουν όλα στις μέρες αυτές του αγίου Πάσχα. Στα διηγήματα αυτά αποτυπώνεται ξεκάθαρο, το γνήσιο ελληνικό και μάλιστα το κρητικό Πάσχα, ζωντανεμένο με πλουσιότατα λαογραφικά στοιχεία, ήθη και έθιμα του τόπου και ιστορίες αγάπης δοσμένα όλα μ’ ένα μοναδικά πλούσιο και απαιτητικά γενναιόδωρο κρητικό λεξιλόγιο.

Τα διηγήματα του Δ. Θεοδοσάκη τα βρίσκω, περαιτέρω, γεμάτα με ζωηρά θρησκευτικά μηνύματα και πληροφορίες και δύναμη περιεχομένου, που κατορθώνουν ελεύθερα να μας μεταγγίσουν το μυστήριο τής κοσμοσωτήριας του Κυρίου Ανάστασης, έτσι ταπεινά και αβίαστα, όπως ακριβώς με τρόπο φυσικό και αβίαστο το κοσμοσωτήριο γεγονός πηγάζει και αναβλύζει μέσα από την απλότητα της ζωής και των εθίμων των απλών παλαιινών ανθρώπων, των ανθρώπων του μόχθου και της φτώχειας.

Ο λογοτέχνης- όπως προλογικά σημειώνει- μέσα από τα διηγήματά του αυτά, τραγουδά τη χαρά της αθωότητας και της μαγείας από εκείνο το παλιό, το μακρινό «κρητικοπαπαδιαμαντικό» Πάσχα, που έζησε κι εκείνος στα μικράτα του, εκεί στο χωριό του, στη διπόταμη κοιλάδα του Χόνδρου Βιάννου. Τη λεπτότητα, από την άλλη, των ευγενικών συναισθημάτων τών διηγήσεών του διακρίνουμε στη συλλογή του, που έρχεται ως «αντιδώρημα» από εκείνα τα πολλά που του χάρισε και κείνου ένα σπουδαίο χθες, με την αθωότητα ενός κόσμου παλιού, που έρχεται από πολύ μακριά μυροφόρος και έντονα αισθαντικός. Και αυτές τις ακατάλυτες μνήμες είναι που επέλεξε και έπλεξε ο λογοτέχνης σ’ ένα μυρωδάτο «ματσάκι αλησμονιάς».   

Μέσα, ακόμα, από τα δεκάδες διηγήματα του κ. Θεοδωσάκη βλέπουμε να διαγράφεται όλη η αγωνία τού αγρότη, του φτωχού και ταπεινού τής ελληνικής γης φαμελιάρη, προκειμένου να διασφαλίσει το ψωμί και το ψωμί των παιδιών του, με την πολυμελή οικογένειά του μαζεμένη το βράδυ της Ανάστασης γύρω από το πασχαλιάτικο τραπέζι, φωτισμένη από την αισιοδοξία πού χαρίζει η ζεστή οικογενειακή ζωή, που μεγαλώνει το όνειρο που μέλλεται να έρθει, διώχνοντας ταυτόχρονα μακριά τους ενοχλητικούς κι απρόσκλητους επισκέπτες. Την ίδια ώρα, οι νοικοκυρές έχουν πια ψήσει τα λαμπριάτικα κουλουράκια, τις πίτες, τα «τσουρέκια» και τ΄ αυγοκούλουρα και ετοιμάζονται για τη μεγάλη εορτή της χριστιανοσύνης.

Τι κρίμα που εμείς οι νεοέλληνες όλο και περισσότερο χάνουμε ή ξεχνούμε αυτόν τον πολύτιμο λαογραφικό μας θησαυρό. Ο ρυθμός τής νέας ζωής με τις ευκολίες και τις ταχύτητες τής μηχανής, με τις μετακινήσεις των πληθυσμών, το ανακάτωμα των κοινωνιών και τα εύκολα ταξίδια, ολοένα αλλάζει και εξαφανίζει την παραδοσιακή σταθερότητα και ομορφιά. Eυτυχώς, όμως, που υπάρχει η νοσταλγία, αυτή η πανανθρώπινη δυνατή «αδυναμία», που ξαναφέρνει τους απομακρυσμένους οδοιπόρους στα πρώτα βήματα τής παιδικής τους ζωής. Και στο βιβλίο αυτό του κ. Θεοδοσάκη η δύναμη αυτή, η νοσταλγία του για τα παλιά, είναι που περιπλέκεται τόσο στενά με τα γιορτινά τού λαού μας έθιμα και τις γιορτινές ετούτες λαμπριάτικες μέρες, φέρνοντάς μας πιο κοντά στις ρίζες τής φυλής μας και στα ιερά εκείνα νάματα που εξέθρεψαν στο διάβα των αιώνων το δέντρο τού ελληνισμού και της Ορθοδοξίας.

Την καλλιτεχνική επιμέλεια του βιβλίου είχε ο Μηνάς Μακαρώνας, στον οποίο και ανήκουν οι θαυμάσιες εικόνες του βιβλίου, που τόσο απλόχερα προσδίνουν και στον πιο απαιτητικό αναγνώστη των θαυμάσιων αυτών διηγημάτων το απαραίτητο πασχαλινό χρώμα και μια, επιπλέον, καλλιτεχνική ευχαρίστηση. 

Τα θερμά μου συγχαρητήρια στον αγαπητό μου φίλο κ. Δημήτρη Ν. Θεοδοσάκη, τον όμορφο αυτόν του «Κάστρου Ταχυδρόμο» και για την παρούσα πολύτιμη προσφορά του στα ελληνικά γράμματα. Με τις παρουσιαζόμενες λογοτεχνικές του δροσοσταλίδες να είναι σίγουρος ότι μας ενθαρρύνει όλους και μας κάνει να πιστεύουμε ότι όσο συνεχίζουμε να ενδιαφερόμαστε και να σκύβουμε πάνω από τις αιώνιες αξίες της χριστιανικής πίστης και του ελληνισμού, πάνω από τα ήθη και τις παραδόσεις που μας συγκρατούν και μας στηρίζουν καθοριστικά στα ελληνορθόδοξα μετερίζια, δεν χάθηκαν ακόμα όλα κάτω από τον αδυσώπητο οδοστρωτήρα του σύγχρονου τεχνοκρατούμενου πολιτισμού.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΣΤΑΜΑΤΑΚΗΣ * * * Γράμματα από τα Καπετανιανά

 


ΓΙΩΡΓΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΣΤΑΜΑΤΑΚΗΣ

 

       Γράμματα από τα Καπετανιανά

[Εκδόσεις SELOUDA, ΚΡΗΤΙΚΟ ΠΑΝΟΡΑΜΑ, 2024, σχ. 8ο (21Χ14), σσ. 400]

 

       ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ

          www.ret-anadromes.blogspot.com

 

Ο Γιώργος Γρηγορίου Σταματάκης, ιστορικός ερευνητής και αρχισυντάκτης επί σειρά ετών του γνωστού περιοδικού «Κρητικό Πανόραμα», σε ένα σημαντικό για τα Κρητικά, και όχι μόνο, γράμματα έργο του, που κυκλοφόρησε πρόσφατα, υπό τον τίτλο «Γράμματα από τα Καπετανιανά», κατάφερε και ζωντάνεψε είκοσι σουρεαλιστικά διηγήματα, γραμμένα στην αυθεντική κρητική διάλεκτο που μιλιόταν στο χωριό που γεννήθηκε και μεγάλωσε, τα Καπετανιανά των Αστερουσίων, μέχρι τη δεκαετία του 1970. Στο ορεινό, λοιπόν, και παντελώς απομονωμένο από τον λοιπό κόσμο χωριό του, τα Καπετανιανά, πολύ μακριά από τη θάλασσα, ψηλά στα 750 μ. υψόμετρο και 71 χιλιόμετρα από το Ηράκλειο, βρίσκεται ο σπόρος των ιστοριών αυτών.

Ο συγγραφέας τα διηγήματά του αυτά τα αναφέρει ως σουρεαλιστικά, δηλαδή υπερρεαλιστικά. Σουρεαλισμός είναι ένας τρόπος έκφρασης στον καλλιτεχνικό τομέα, που ο καλλιτέχνης είτε αντιδρά, είτε βρίσκεται αντιμέτωπος με μη πραγματικές καταστάσεις που χαρακτηρίζονται ως παράλογες ή υπερβολικές. Και είναι αλήθεια ότι κάτι τέτοιο εκπηδά αβίαστα μέσα από τα διηγήματα του φίλου Γ. Σταματάκη και που, τελικά, θεωρώ ότι, και με τη βοήθεια της καταπληκτικής κρητικής διαλέκτου που χρησιμοποιεί, καταλήγει μάλλον στο κωμικό, όσο και αν, όπως και ο ίδιος σημειώνει, για κάποιους άλλους μπορούν να θεωρηθούν και ως δραματικά κείμενα. Το παράλογο, πάντως, και υπερβολικό μαζί με το θαυμάσιο και μοναδικό στην έκφρασή του τοπικό κρητικό ιδίωμα με το οποίο ο συγγραφέας τόσο πετυχημένα ντύνει τα διηγήματά του, όλα μαζί μπορούν, θεωρώ, με την πρώτη ανάγνωσή των να δώσουν την εντύπωση του κωμικού, ενώ και βέβαια αφήνουν περιθώρια και για το δραματικό, αφού- όπως λέγει και ο ίδιος ο συγγραφέας και το αποδέχεται και η φιλοσοφική επιστήμη- τα όρια ανάμεσα στο τραγικό και το κωμικό παραμένουν όλως θολά και αδιευκρίνιστα. Γιατί ναι! Οι άνθρωποι αυτοί φαίνονται, πραγματικά, ότι ζουν μια έντονη εσωτερική και εξωτερική σύγκρουση, μια τραγικότητα που μόνο σαν βρεθούμε στη δική τους θέση μπορούμε να την αντιληφθούμε! Γιατί αντί να καταφέρουν να ενταχθούν, όπως θα ήταν φυσικό, αυτοί στα νέα δεδομένα της εποχής τους, επιδίωξαν να εντάξουν τα δεδομένα αυτά στη δική τους λογική!

Πρόκειται για καθημερινές απλές ιστορίες των ταπεινών κατοίκων του χωριού του συγγραφέα, που μεγεθύνονταν στην παιδική φαντασία μικρών και μεγάλων ελλείψει μέτρου σύγκρισης. Η λογοτεχνική, λαογραφική και γλωσσολογική αξία τους είναι γεγονός ότι έχει, ήδη, αναγνωριστεί από πολλούς ειδικούς στο είδος (λογοτέχνες, λαογράφους και γλωσσολόγους), ενώ με πολλή επιτυχία αρκετά από αυτά έχουν ανεβεί και στη θεατρική σκηνή τόσο από ερασιτεχνικές ομάδες, όσο και από επαγγελματικούς θιάσους σε διάφορα μέρη της Κρήτης. 

  Ο συγγραφέας σκιαγραφεί πρόσωπα, στήνει σκηνικά δράσης και γενικά φωτίζει την αφήγησή του με ποικίλες άμεσες ή έμμεσες και συχνά προκλητικές, με χαριτωμένο τρόπο δοσμένες, ιστορίες. Ασήμαντα γεγονότα τα εστιάζει επιτυχώς με την παράταση της χρονικής διάρκειας και δημιουργεί ευτράπελες και πρωτότυπες διηγήσεις με λεπτό πνεύμα και άφθονο χιούμορ, με εύθυμη αντιμετώπιση των καταστάσεων, δυνατή ειρωνεία και ενδεχομένως και σάτιρα.

       Ο συγγραφέας, περαιτέρω, πετυχαίνει ομαλή μετάβαση από το ένα αφηγηματικό μέρος στο άλλο, προκαλεί αγωνία και αναμονή στον αναγνώστη με τεχνητές επιβραδύνσεις της δράσης, όταν και όπου αυτές χρειάζονται, ενώ με τη μοναδική καλλιέπεια και κομψότητα του τοπικού κρητικού ιδιώματος που τόσο άνετα γνωρίζει να χρησιμοποιεί προσφέρει στον αναγνώστη γενναιόδωρα μια πρωτόγνωρη και ασύγκριτη αισθητική απόλαυση. Και είναι γεγονός ότι ως προς αυτό το τελευταίο, το κρητικό ιδίωμα, το πόνημα αυτό του Γιώργου Σταματάκη, αποτελεί, μπορώ να πω, τω όντι, μια περισπούδαστη και κεφαλαιώδους σημασίας μελέτη για την Κρητική μας διάλεκτο.

  Διερωτήθηκα, πάντως, εξ αρχής, διαβάζοντας το βιβλίο, γιατί, αλήθεια, ο συγγραφέας να μην είχε παραθέσει στο τέλος ένα λεπτομερές λεξιλόγιο της κρητικής διαλέκτου, όπως συνηθίζεται στα βιβλία του είδους αυτού, δεδομένου, μάλιστα, ότι χρησιμοποιεί ένα προχωρημένο και αρκετά απαιτητικό τοπικό, του χωριού του, λεξιλόγιο. Λέγει, λοιπόν, ότι δεν το έκανε, γιατί αυτό θα καθιστούσε την Κρητική Διάλεκτο ξένη γλώσσα, ενώ είναι τόσο ελληνική, ώστε να μη χρειάζεται η μετάφρασή της. Τελικά, ναι! την άποψή του αυτήν, διαβάζοντας το βιβλίο, τη βρίσκω να είναι αρκούντως ισχυρή όσον αφορά στους Κρήτες αναγνώστες, από όποιο μέρος της Κρήτης και αν προέρχονται, διατηρώ, όμως, τις επιφυλάξεις μου για τους μη Κρήτες αλλά και τα σύγχρονα κρητικόπουλα που έχουν μεγαλώσει σε πόλεις. Όμως, όπως και αν έχει το πράγμα εντυπωσιάζει- και από άλλες γλωσσολογικές οπτικές- ο σεβασμός του συγγραφέα προς την ελληνική γλώσσα.

 Πρόκειται, λοιπόν, για ένα έργο που  εστιάζει πρωταρχικά, θεωρώ, στη γλωσσική ευωδία και το λεκτικό κάλλος, μέσω του οποίου ο συγγραφέας επιδιώκει να δώσει στα κείμενά του το ακριβές νόημα που αυτός επιθυμεί με τη μεγαλύτερη ακρίβεια και δύναμη, αλλά εξίσου το έργο ξεχωρίζει και για την αξιόλογη λογοτεχνική γλαφυρότητά του που, οπωσδήποτε, απ’ όλες τις πλευρές εντυπωσιάζει. Να σημειώσουμε ακόμα ότι την εν λόγω εργασία προλογίζει με λόγο μεστό, άρτιο και γλαφυρό ο Γιώργος Στ. Πατρουδάκης, ο οποίος είχε και τη Γενική Επιμέλεια του βιβλίου.

    Για όλα αυτά, ο αγαπητός συγγραφέας Γιώργος Σταματάκης αξίζει πολλών συγχαρητηρίων και θερμών ευχαριστιών και γι’ αυτήν τη νέα και αξιοσημείωτη περί τον χώρο της γλωσσικής- διαλεκτολογικής, λαογραφικής και λογοτεχνικής επιστήμης εργασία του, αλλά και για την πολύχρονη εν γένει προσφορά του περί τα Κρητικά Γράμματα.