Βίκτωρ Ουγκώ * * * ένας μεγάλος Φιλέλληνας ποιητής * * * Αποσπάσματα από το ποίημά του «Ναυαρίνο»

 

Εικ. 1. Βίκτωρ Ουγκώ (1802-1885) 

Βίκτωρ Ουγκώ ένας μεγάλος Φιλέλληνας ποιητής

Αποσπάσματα από το ποίημά του «Ναυαρίνο»

 

          ΚΩΣΤΗΣ  ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ

      www.ret-anadromes.blogspot.com

 

    Αυτόν τον καιρό, και για πολλοστή φορά, διεξέρχομαι έργα του μεγάλου ελληνολάτρη ποιητή και πατριάρχη του γαλλικού ρομαντισμού, του φιλελεύθερου διανοητή και κοινωνικού αναμορφωτή της εποχής του, Βίκτορος Ουγκώ (1802-1885) (εικ. 1). Η φωνή του Ουγκώ, σαν αρχαίος χρησμός, διαπερνά τους αιώνες και φτάνει ως εμάς, υπενθυμίζοντας πως η ποίηση δεν είναι απλώς τέχνη, αλλά πράξη ελευθερίας.

    Με την ευκαιρία των 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση, μου δόθηκε η αφορμή να δημοσιεύσω επανειλημμένα άρθρα για κρητικά, κυρίως, πολεμικά γεγονότα του «Εικοσιένα». Τώρα, σκέφτηκα να συμπληρώσω τα σχετικά προς το Εικοσιένα άρθρα μου, συγκεντρώνοντας σε δυο- τρεις συνέχειες κάποια ακόμα στοιχεία, που τα συναντούμε συχνά στο έργο του Ουγκώ, και την αναφορά τους έχουν σε μιαν άλλη πτυχή του Μεγάλου Ελληνικού Αγώνα. στον θέμα του Φιλελληνισμού. Και ο Ουγκώ υπήρξε, αναμφισβήτητα, ένας μεγάλος φιλέλλην, αλλά και φίλος και ολόθερμος υπερασπιστής και διαλαλητής της ελευθερίας και των δικαίων όλων των λαών. Ο Ουγκώ δεν έβλεπε την Ελλάδα μόνο ως ιστορική μνήμη, αλλά και ως ζωντανή αδελφή, ως μάνα του πνεύματος. Η Ελλάδα του Ομήρου και του Μπάιρον δεν ήταν απλώς σύμβολα· ήταν οι δύο καρδιές που χτυπούσαν μέσα στο στήθος του ποιητή.

Εικ. 2. Ο μεγάλος φιλέλληνας Λόρδος Βύρων

 Ο θάνατος του Λόρδου Βύρωνος (εικ. 2) στο Μεσολόγγι φαίνεται πως υπήρξε το πρώτο ισχυρό ερέθισμα για τον νεαρό τότε Ουγκώ, ώστε να υψώσει τη φωνή του για την Ελλάδα. Ο θάνατος του Βύρωνα ήταν η σπίθα που άναψε το φιλελληνικό πάθος του Ποιητή. Και ήταν, τότε, μόλις είκοσι δύο ετών, όταν, ανάμεσα στα άλλα έγραφε: «Εμείς του χρωστούμε βαθιά ευγνωμοσύνη. Έδειξε στην Ευρώπη πως οι ποιητές της Νέας Σχολής και αν δεν λατρεύουν πια τους θεούς της κλασικής Ελλάδας, πάντα, όμως, θαυμάζουν τους ήρωές της. Και λιποτάχτες αν είναι του Ολύμπου, τουλάχιστο ποτέ δεν αποχωρίστηκαν από τις Θερμοπύλες». Και συνεχίζει:

 

«(…) Ελλάδα του λόρδου Μπάιρον, Ελλάδα του Ομήρου,

Εσύ γλυκιά μας αδελφή, εσύ δική μας μάνα».

 

       Τρία χρόνια αργότερα, στις 20 Οκτωβρίου του 1827, ξεσπά η Ναυμαχία του Ναυαρίνου (εικ. 3), η περίφημη εκείνη σύγκρουση μεταξύ του ευρωπαϊκού και του τουρκο-αιγυπτιακού στόλου, όταν ο τριεθνής στόλος, υπό τους ναυάρχους Δεριγνύ, Κόδριγκτον και Χέυδεν, κατατρόπωσε τον τουρκοαιγυπτιακό τού Ιμπραήμ έξω από το Ναυαρίνο, πράγμα που άλλαξε τη μοίρα του Αγώνα και άνοιξε τον δρόμο για την ελληνική ανεξαρτησία. Η θάλασσα του Ναυαρίνου δεν φιλοξένησε απλώς πλοία· έγινε καθρέφτης της ευρωπαϊκής συνείδησης, όπου η ελευθερία αντανακλάται μέσα από τα συντρίμμια. Οι Τούρκοι ηττήθηκαν κατά κράτος και αναγκάστηκαν να ελευθερώσουν την Πελοπόννησο από τα στρατεύματά τους. Γύρω στις 6 το απόγευμα, η λιμνοθάλασσα είχε γεμίσει από τα κατεστραμμένα πλοία του τουρκοαιγυπτιακού στόλου. Δώδεκα φρεγάτες, είκοσι δύο κορβέτες και είκοσι πέντε μικρότερα σκάφη βυθίστηκαν, ενώ 6.000 άνδρες σκοτώθηκαν ή πνίγηκαν. Λέγεται ότι πολλοί από τους πυροβολητές του τουρκοαιγυπτιακού στόλου, κατά τη διάρκεια της ναυμαχίας, ήταν δεμένοι, για να μην μπορούν να απομακρυνθούν. Έτσι, όταν τα πλοία τους βυθίζονταν, όλοι συμπαρασύρονταν μαζί τους στον υγρό τους τάφο και πνίγονταν. Οι σύμμαχοι, αντίθετα, έχασαν 172, μόλις, άνδρες, ενώ οι τραυματίες ανήλθαν σε περίπου 500. Δύο πλοία καταστράφηκαν ολοσχερώς και αρκετά υπέστησαν εκτεταμένες ζημίες.

Εικ. 3. Η ναυμαχία του Ναυαρίνου και οι τρεις συντελεστές της Νίκης


Στο ομώνυμο ποίημα του Ουγκώ, η Ελλάδα του Ομήρου και του Μπάυρον δεν είναι απλώς λογοτεχνικές αναφορές· είναι οι δύο αρτηρίες που τροφοδοτούν την καρδιά του ποιητή. Το Ναυαρίνο είναι η πόλη με τα γραμμένα σπίτια, η χρυσοθόλωτη ή σαν εμψυχωμένη λευκή Ναυαρίνα. Οι δυο ουγκικές Ελλάδες και οι δυο ρομαντικά καταστόλιστες, η Ελλάδα του Ομήρου και η Ελλάδα του Μπάυρον, δισυπόστατη θεότητα, χορεύουν πάνω στα συντρίμμια των τουρκοαιγυπτιακών καραβιών. Ο Βίκτωρ Ουγκώ εκφράζει τη χαρά και ικανοποίησή του για την καταστροφή του στόλου των Τούρκων, λυπάται, όμως, που ο Κωνσταντίνος Κανάρης (1793-1877), ο πυρπολητής-θρύλος, που είναι και ο πρωταγωνιστής του ποιήματος, δεν ήταν εκεί για να το απολαύσει και να ολοκληρώσει με το δικό του χέρι την καταστροφή. Είναι η απουσία που πονάει τον Ουγκώ. Γιατί το «Ναυαρίνο» του Β. Ουγκώ με τον Κανάρη αρχίζει και με τον Κανάρη διαπνέεται. Είναι γεγονός ότι η φλόγα του δεν έκαψε τα πλοία, αλλ’ άναψε την ψυχή του ποιητή:

«Κλάψε, Κανάρη, εσύ ο λαίλαπας των πελάγων να βρεθείς μακριά από το Ναυαρίνο, εκατόν είκοσι εχθρικά καράβια να χαθούν χωρίς εσένα, να μην καούν από Σένα!». Και συνεχίζει: «Αλλά παρηγορήσου, Κανάρη, η Ελλάδα σου είν’ ελεύθερη! Ελλάδες του Ομήρου και του Μπάυρον, εσύ η αδελφούλα μας και η μάνα μας εσύ, ψάλλετε, ανίσως η πικραμένη σας φωνή δεν έχει σβήσει από τα γοερά σας ξεφωνητά! Καημένη Ελλάδα, ήσουν τόσο ωραία και δεν σου ταίριαζε να ’σαι μέσα στο μνήμα!».

Και αφού ο Ποιητής μάς ζωγράφισε στο «Ναυαρίνο» πανηγυρικά τον γενικό χαλασμό του εχθρού, ξαναγυρνά νοσταλγικά στο κατανυκτικό του μοιρολόγι, που, όχι, δεν είναι μοιρολόι· είναι ύμνος που μεταμορφώνεται σε ελπίδα, σαν τον Φοίνικα που αναγεννάται μέσα από τις στάχτες του. Το θέμα τού το δίνει η σπαραγμένη κι αιματοκύλιστη Ελλάδα:

«Ω! Νικήσαμε! Ναι η Αφρική ηττήθηκε. Τον ψευδοπροφήτη κάτω απ’ τα πόδια του ο αληθινός Θεός πατά... Για πολύ καιρό οι λαοί έλεγαν: «Ελλάδα»! Ελλάδα! Ελλάδα! Πεθαίνεις. Φτωχέ, απελπισμένε λαέ, στους πύρινους μέσα ορίζοντες μέρα με τη μέρα ξεψυχάς. Του κάκου, για να σε γλιτώσουμε, δοξασμένη κι αγαπημένη πατρίδα, ξυπνούμε τον κοιμισμένο στον άμβωνά του ιερέα, του κάκου ζητιανεύουμε έναν στρατό για σένα από τους βασιλιάδες μας. Οι βασιλιάδες μας όμως κουφοί, οι άμβωνές μας σιωπηλοί. Το όνομά σου δεν ζεσταίνει πια παρά μόνο τις καρδιές των ποιητών! Ένας λαός είναι καρφωμένος στο σταυρό, τι σημασία έχει, αλίμονο, σε ποιο σταυρό! Ως και οι θεοί σου φεύγουν! Παρθενώνες, Προπύλαια, τείχη ελληνικά, κόκκαλα από τις πολιτείες σου τις κολοβωμένες, όπλα γίνεστε στα χέρια των απίστων! Αλλ’ ας γίνει τώρα ο θρήνος μας περίχαρο ανάκρουσμα! Ο παλιωμένος κολοσσός, ο Τούρκος, πάει, ξαναστριμώχνεται στην Ανατολή, η Ελλάδα είναι ελεύθερη και μέσα από το μνήμα του ο Μπάιρον χειροκροτεί το Ναβαρίνο».  

  Το Ναυαρίνο του Ουγκώ δεν είναι απλώς μια ωδή στη νίκη· είναι και μια καταγγελία της σιωπής των ισχυρών. Καταδικάζεται η αδιαφορία των κυβερνήσεων και της Παπικής Εκκλησίας, ενώ τονίζεται το καθήκον συμπαράστασης των Γάλλων προς τους Έλληνες, η περηφάνια τους για τη συμμετοχή τους στη ναυμαχία του Ναυαρίνου, όπου, σύμφωνα με τον στίχο του Ουγκώ, «όταν η Γαλλία μπαίνει στη μάχη, η τύχη αλλάζει» για την Ελλάδα.

Ο Ουγκώ δεν γράφει για την Ελλάδα· γράφει ως Ελλάδα. Η φωνή του γίνεται η φωνή ενός λαού που αρνείται να πεθάνει. Η αδελφική έξαρση, ο ενθουσιασμός για την Ελλάδα και η ποιητική δεινότητα χαρακτηρίζουν τον Ουγκώ στο ποίημά του αυτό, όπως και τους περισσότερους ρομαντικούς ποιητές και διανοούμενους της εποχής, και καταγράφονται σε δυνατούς μαχητικούς τόνους. Πρωτοστατούν τα επαναστατικά ιδεώδη της Γαλλικής Επανάστασης με κυρίαρχη την αρχή της ελευθερίας, ριζωμένης βαθιά στη συλλογική μνήμη του 19ου αιώνα.


Σημ. Το παρόν άρθρο αναδημοσιεύεται εμπλουτισμένο και βελτωμένο

Η ΠΟΛΥΧΡΩΜΗ ΛΙΘΟΓΡΑΦΙΑ «Ο ΒΟΜΒΑΡΔΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΤΣΙΚΑΛΑΡΙΑΣ ΚΑΙ Η ΑΝΑΣΤΑΣΙΣ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ» ΤΟΥ ΕΤΟΥΣ 1898

 

Η ΠΟΛΥΧΡΩΜΗ ΛΙΘΟΓΡΑΦΙΑ

«Ο ΒΟΜΒΑΡΔΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΤΣΙΚΑΛΑΡΙΑΣ ΚΑΙ Η ΑΝΑΣΤΑΣΙΣ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ» ΤΟΥ ΕΤΟΥΣ 1898

 

                                                                                 *  *  *

    

     ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ

                          www.ret-anadromes.blogspot.com

 

                   Από τον χώρο τού παλαιού αγροτικού ιατρείου, στα Κεραμέ, προέρχεται μια εντυπωσιακή πολύχρωμη λιθογραφία με θέμα Τον βομβαρδισμό τής Τσικαλαριάς και την Ανάσταση τής Κρήτης, του έτους 1898 (βλ. εικ.). Αυτήν την ιστορική λιθογραφία θα προσπαθήσουμε να μελετήσουμε στη συνέχεια του άρθρου μας. Να ξεκαθαρίσουμε πρώτα- πρώτα ότι, παρότι μαρτυρείται βομβαρδισμός και των Τσικαλαριών τού νομού Χανίων, όμως, με κάποια επιφύλαξη, θεωρούμε ότι υπάρχει σύγχυση των λιθογράφων Ε. Λοβέρδου και Γ. Γρύσπου στον τίτλο τής παρούσας λιθογραφίας, μιλώντας για «τον βομβαρδισμό τής Τσικαλαρίας (-ιάς)» και θέλουμε να πιστεύουμε ότι ο στόλος των Προστάτιδων Δυνάμεων που εικονίζεται στη λιθογραφία, κατευθύνει τα πυρά του όχι προς τα Τσικαλαριά- που βρίσκονται στην εντελώς αντίθετη κατεύθυνση- αλλά προς το Ακρωτήρι των Χανίων, κατά τον φοβερό κανονιοβολισμό τού «Επαναστατικού Στρατοπέδου τού Ακρωτηρίου», από τον Ιταλό ναύαρχο Φελίκιε Κανεβάρο, τον Φεβρουάριο τού 1897, όπως σημειώνουμε αμέσως παρακάτω, στα σχετικά με το «ιστορικό πλαίσιο» τής εν λόγω λιθογραφίας στοιχεία.

Η πολύχρωμη λιθογραφία 'Ο βομβαρδισμός τής Τσικαλαριάς και η Ανάστασις τής Κρήτης' (1898) 

     Με φόντο, λοιπόν, στο βάθος, τα καράβια των Μεγάλων Δυνάμεων μέσα στον κόλπο τής Σούδας και τα φλεγόμενα, σύμφωνα με τη λιθογραφία, Τσικαλαριά, εικονίζεται, στην απέναντι ακριβώς ακτή τού κόλπου τής Σούδας, στο Επαναστατικό Στρατόπεδο, προφανώς, του Ακρωτηρίου, η αλυσοδεμένη Κρήτη να ανασταίνεται από την πολύχρονη σκλαβιά της, υποβασταζόμενη από τρεις εκπροσώπους των Μεγάλων Δυνάμεων, τη βασίλισσα Βικτωρία τής Αγγλίας, στη μέση, με το στέμμα στο κεφάλι, και εκατέρωθεν τον τσάρο τής Ρωσίας Νικόλαο τον Β΄ (αριστερά) και τον Πρόεδρο τής Γαλλικής Δημοκρατίας Φέλιξ Φώρ (δεξιά). Λίγο δεξιότερα βρίσκεται ο λίθος στον οποίο ήταν αλυσοδεμένη, μέχρι τη στιγμή εκείνη. Καλύπτεται από την τουρκική σημαία και ο τέταρτος εκπρόσωπος των Μεγάλων Δυνάμεων, ο βασιλιάς τής Ιταλίας Ουμβέρτος, με κίνηση αποφασιστική βοηθά τον μαρτυρικό λαό τής Κρήτης να συντρίψει τα σιδηρά δεσμά που την κρατούσαν μέχρι τώρα καθηλωμένη, στο πρόσωπο ενός Κρητικού με φυσιγγιοθήκες χιαστί στη ράχη. Ένας άλλος Κρητικός, δίπλα, υψώνει καμαρωτά την ελληνική σημαία. Κομμάτι των σιδηρών δεσμών βρίσκεται ριγμένο στο έδαφος, μπροστά από την Κρήτη που ανασταίνεται σήμερα μέσα από τους αγώνες και το αίμα των ηρώων της. Αυτήν την ένδοξη ανάσταση ύστερα από την αγωνία τού θανάτου 267 ετών, 7 μηνών και 7 ημερών που κράτησε η αιχμαλωσία της, δηλώνει, προφανώς, και η νεκροκεφαλή στο κάτω δεξιό άκρο τής εικόνας.

    Αριστερά και κάτω από μεγαλόπρεπη πύλη στέκονται ευθυτενείς ο Πρόεδρος τού Εκτελεστικού Κρήτης Ιωάννης Σφακιανάκης (αριστερά) και ο βασιλιάς της Ελλάδας Γεώργιος Α΄. Κυκλικά, πάνω στην πύλη, αναγράφονται οι χρονολογίες των κυριότερων Κρητικών επαναστάσεων και εικονίζονται οι θυρεοί με τις σημαίες των τεσσάρων Μεγάλων Δυνάμεων, εκατέρωθεν τού κεντρικού θυρεού τής Ελλάδας. Χρυσίζουσα, πτεροφόρος Δόξα πετά πάνω από την Κρήτη και ετοιμάζεται να τη στεφανώσει με δάφνινο στεφάνι, κρατώντας ανοιγμένο κυανούν ειλητάριο με τη φράση: «ΧΑΙΡΕ ΚΡΗΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ».

    Τέλος, ο Τούρκος σουλτάνος Αβδούλ Χαμίτ, στην αριστερή γωνία τής εικόνας, έντρομος παρακολουθεί τα τεκταινόμενα μπροστά στα έκπληκτα μάτια του, στρέφοντας το βλέμμα αμήχανο προς τα πίσω και έχοντας τα χέρια σταυρωμένα, πράγμα που υποδηλώνει, προφανώς, στάση παντελούς αδυναμίας.

     Το θέμα είναι σπάνιο, εξαιρετικά ενδιαφέρον και εντυπωσιακό και εκφράζει γενικότερα το πνεύμα τού τέλους τού 19ου αιώνα, από τον οποίο προέρχεται η συγκεκριμένη λιθογραφία. Κάτω αριστερά, μέσα σε τετράγωνο πλαίσιο με κεφαλαία γράμματα αναγράφεται το όνομα των δημιουργών τής λιθογραφίας, καλλιτεχνών της Βασιλικής Αυλής, Ε. Λοβέρδου και Γ. Γρύσπου και ως τόπος δημιουργίας της ο Πειραιάς. Παρόμοια λιθογραφία δημοσιεύεται και στην Ιστορία τής Κρήτης τού Θ. Δετοράκη (παράρτημα, πίν. κθ΄), που προέρχεται από το Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, αλλά με αρκετές και ουσιαστικές διαφορές από τη δική μας, του Κεραμέ. Απουσιάζουν, για παράδειγμα, σε αυτήν πολύ σημαντικά στοιχεία, όπως ο στόλος των Μ. Δυνάμεων και το φλεγόμενο Επαναστατικό Στρατόπεδο τού Ακρωτηρίου, ο Κρητικός με την ελληνική σημαία, η επιγραφή «Ο βομβαρδισμός της Τσικαλαριάς», καθώς και άλλα μικρότερης σημασίας.

 

     Το ιστορικό πλαίσιο τής λιθογραφίας

 

     Την 1η Φεβρουαρίου 1897 ελληνικός στρατός, με επικεφαλής το συνταγματάρχη Τιμολέοντα Βάσσο, υπασπιστή τού βασιλιά των Ελλήνων, αποβιβάζεται στον όρμο Κολυμπάρι, δυτικά των Χανίων. Εθελοντές και πολεμοφόδια στέλνονται ταυτόχρονα στο Ρέθυμνο και στο Ηράκλειο και ο Τιμ. Βάσσος με προκήρυξή του καταλαμβάνει το νησί στο όνομα τού βασιλιά των Ελλήνων, ενώ οι Κρητικοί από τη μια ως την άλλη άκρη τού νησιού μέσα σε μιαν ατμόσφαιρα γενικού ενθουσιασμού κηρύσσουν την ένωση με την Ελλάδα και πολιορκούν τους Τούρκους των επαρχιών, όσους δεν πρόφτασαν να καταφύγουν στις πόλεις και τα φρούρια.

    Στο μεταξύ, οι Ευρωπαίοι, που είχαν κάμει μικτή κατοχή στις τρεις πολιτείες τής Κρήτης, ύψωσαν τις σημαίες τους και ειδοποίησαν τον Τ. Βάσσο πως δεν έχει το δικαίωμα να πλησιάσει τα Χανιά σε ακτίνα έξι χιλιομέτρων από την πόλη. Η επέμβαση των Δυνάμεων γίνεται ύστερα από λίγο ακόμα πιο άμεση· στρατός αποβιβάζεται στα φρούρια και ειδοποιούν την ελληνική κυβέρνηση ότι δεν θα επιτρέψουν την απόβαση άλλου ελληνικού στρατού στην Κρήτη, όπως δεν επιτρέπουν ούτε και τουρκικού.

      Μια σκηνοθετημένη παραβίαση τής γραμμής από τον Τούρκο Ιμπραχήμ, οδήγησε τον Ιταλό ναύαρχο Φ. Κανεβάρο να διατάξει φοβερό κανονιοβολισμό τού «Επαναστατικού Στρατοπέδου τού Ακρωτηρίου», που είχε οργανωθεί στη θέση Φρύδια, από τους Αντ. Σήφακα, Ελευθ. Βενιζέλο, Ν. Πιστολάκη, Κ. Φούμη, και Γ. Μυλονογιάννη (2 Φεβρουαρίου 1897). Τότε μια ρωσική οβίδα έκοψε τον κοντό απ’ όπου κυμάτιζε η ελληνική πολεμική σημαία, στην κορυφή τού Προφήτη Ηλία. Τη σημαία αυτήν- με την «κορώνα» στη μέση- είχε παραδώσει στους Ελευθέριο Βενιζέλο και Χρύσανθο Τσεπετάκη, με σκοπό να ανυψωθεί στο στρατόπεδο τού Ακρωτηρίου, ο ύπαρχος τού θωρηκτού «Ύδρα», Κωνσταντίνος Κανάρης, εγγονός του ενδόξου ναυάρχου τής Μεγάλης Ελληνικής Επανάστασης τού Εικοσιένα Κων. Κανάρη.

      Τη στιγμή αυτήν ο Σπύρος Καγιαλές (ή Καγιαλεδάκης), ένα ηρωικό και ατρόμητο παλικάρι από τη Γραμβούσα, έτρεξε μπροστά στα έκθαμβα μάτια όλων και, αφού άρπαξε από κάτω την ελληνική σημαία, στήθηκε ολόρθος, με τη σημαία στα ορθάνοιχτά του χέρια, πάνω στον βράχο που πριν από λίγο ορθωνόταν ο κοντός (εικ.). Οι ναύαρχοι Άντρεωφ, Ποττιέ, και Κανεβάρο διέταξαν αμέσως την παύση τού κανονιοβολισμού, ενώ η εικόνα τού ατρόμητου Κρητικού με την ελληνική σημαία που είχε μετατρέψει το σώμα του σε ιστό, στην κορυφή του βράχου, μέσα στον «ορυμαγδό και την κόλαση του πυρός», έκανε αστραπιαία τον γύρο τής Ευρώπης.

Ο Σπύρος Καγιαλές. Η ιστορική σημαία φυλάσσεται σήμερα στο Ιστορικό Αρχείο Κρήτης, Χανιά   

   Τόσο το τελευταίο γεγονός όσο και το άλλο, του κανονιοβολισμού, δηλαδή, του στρατοπέδου των επαναστατών, δημιούργησαν ζωηρές αντιδράσεις στην Ευρώπη με διαδηλώσεις και δημοσιεύματα υπέρ των Κρητών και κατά των Ευρωπαίων ναυάρχων, που βομβάρδιζαν ανελέητα τους χριστιανούς, για να υποστηρίξουν τους Τούρκους.

     Μπροστά σε αυτές τις νέες εξελίξεις οι Μεγάλες Δυνάμεις προτείνουν τη λύση τής αυτονομίας (17 Φεβρουαρίου 1897), αλλά οι Κρητικοί και η ελληνική κυβέρνηση την απορρίπτουν κατηγορηματικά, όπως απορρίπτουν και τη λύση τής ηγεμονίας. Οι Μ. Δυνάμεις αποκλείουν τα κρητικά παράλια και εμποδίζουν τη μεταφορά τουρκικών και ελληνικών στρατευμάτων και εφοδίων. Παρ’ όλα αυτά, ο αγώνας στην Κρήτη δεν κάμπτεται και συνεχίζεται.

     Στις αρχές Απριλίου τού 1897 η Τουρκία κηρύσσει πόλεμο κατά της Ελλάδας. Το ατυχές αποτέλεσμα τού πολέμου (8 Απρ. – 8 Μαΐου 1897) καταστρέφει και πάλι τις ελπίδες των Κρητικών για την ένωση και αναγκάζει την Ελλάδα να ανακαλέσει τις δυνάμεις της από την Κρήτη (21 Απριλίου). Το κρητικό όνειρο για την ένωση είχε διαψευστεί για μια ακόμη φορά. Οι ηγέτες τής Κρητικής Επανάστασης αναγκάζονται τώρα να δεχτούν τη λύση τής αυτονομίας, που πριν από λίγο καιρό την απέρριπταν κατηγορηματικά. Με ψηφίσματα τής Συνέλευσης στις Αρχάνες και ύστερα στο Μελιδόνι οι ενωτικοί συντάχθηκαν με τους αυτονομιστές και η απόφαση ήταν ομόφωνη· να δεχτούν, δηλαδή, την αυτονομία που πρότειναν οι Μ. Δυνάμεις, με τον όρο πως τα τουρκικά στρατεύματα θα απομακρύνονταν τελείως από την Κρήτη.

     Ζήτημα γεννήθηκε μόνο για τη μορφή τού νέου πολιτεύματος και, κυρίως, για το πρόσωπο τού κυβερνήτη. Επειδή, όμως, οι Μεγάλες Δυνάμεις δεν μπορούσαν να συμφωνήσουν σε πρόσωπο κοινής αποδοχής πρότειναν και επέβαλαν ως ύπατο αρμοστή στην Κρήτη τον Πρίγκιπα Γεώργιο τής Ελλάδος, δευτερότοκο γιο τού βασιλιά των Ελλήνων Γεωργίου τού Α΄.

       Η τελευταία πράξη τού κρητικού δράματος, η μεγάλη σφαγή τού Ηρακλείου (25 Αυγούστου 1898), θύμισε τις σκληρότερες μέρες τής τουρκοκρατίας. Όλα έγιναν όταν απόσπασμα τού αγγλικού στρατού προέβαινε στην εγκατάσταση των υπαλλήλων τού Εκτελεστικού στο φορολογικό γραφείο τής πόλης, σύμφωνα με την απόφαση των Ναυάρχων. Η Αγγλία αντέδρασε αμέσως δυναμικά. Απαγχονίστηκαν δεκαεφτά σημαίνοντες Τουρκοκρήτες, που θεωρήθηκαν πρωταίτιοι των βανδαλισμών. Ισχυρή μοίρα τουρκικού στόλου κατέπλευσε στο λιμάνι τού Ηρακλείου και ο τουρκικός στρατός διατάχθηκε να αποχωρήσει από την πόλη, καθώς και από τα άλλα φρούρια τής Κρήτης. Στις 2 Νοεμβρίου 1898 και ο τελευταίος Τούρκος στρατιώτης εγκατέλειπε οριστικά την Κρήτη, ενώ ένα μήνα αργότερα (9 Δεκ. 1898) ο ύπατος αρμοστής Γεώργιος αποβιβαζόταν στη Σούδα. Η μακραίωνη περίοδος της δουλείας είχε τελειώσει ουσιαστικά.

Γ.Π.ΕΚΚΕΚΑΚΗΣ * * * Ρεθεμνιώτες που πέρασαν αφήνοντας ίχνη και περαστικοί που έμειναν στην ιστορία του τόπου

 


Γ.Π.ΕΚΚΕΚΑΚΗΣ

 

Ρεθεμνιώτες που πέρασαν αφήνοντας ίχνη και περαστικοί που έμειναν στην ιστορία του τόπου

[ΔΗΜΟΣΙΑ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΡΕΘΥΜΝΟΥ, Ρέθυμνο 2022, σχ. 4ο (29 Χ 21), σσ. 384]

 

   ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ

          www.ret-anadromes.blogspot.com

 

Λόγω προγραμματισμένης δεκαπενθήμερης απουσίας μου σε ταξίδι αναψυχής στη Γερμανία, δεν είχα τη δυνατότητα να παρευρεθώ στην παρουσίαση του βιβλίου «Ρεθεμνιώτες που πέρασαν αφήνοντας ίχνη και περαστικοί που έμειναν στην ιστορία του τόπου» του πολυαγαπημένου μου φίλου, αείμνηστου Γιώργη Εκκεκάκη, που πραγματοποιήθηκε την Τετάρτη 23 Ιουλίου και ώρα 8:00 μ.μ. στη Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Ρεθύμνου. Η φυσική απουσία μου, ωστόσο, δεν μειώνει σε τίποτα το χρέος που νιώθω απέναντι στον φίλο — χρέος καρδιάς, μνήμης, σεβασμού και αγάπης προς τον άνθρωπο του λόγου και της ψυχής, που άφησε ανεξίτηλο αποτύπωμα στον τόπο και στις ζωές όλων μας. Έτσι, αισθάνομαι την ανάγκη να απευθύνω λίγα λόγια αγάπης στη μνήμη του και να παρουσιάσω με σεβασμό και βαθιά συναισθηματική φόρτιση, το μετά θάνατον ύστατο αυτό πνευματικό του δημιούργημα, μια έκδοση ευγνωμοσύνης από τη Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Ρεθύμνου προς τον συγγραφέα, μεγάλο δωρητή της σε σπάνια και πολύτιμα βιβλία.

Έχουν περάσει έντεκα χρόνια από τότε που, το 2014, ο Γιώργος Εκκεκάκης εξέφρασε για πρώτη φορά την πρόθεσή του να δωρίσει την πολύτιμη βιβλιοθήκη του- 5.228 σπάνιους και πολύτιμους τόμους- στο Ρέθυμνο, στην πόλη που τόσο αγάπησε και υπηρέτησε με το έργο του. Και η συλλογή αυτή σήμερα κοσμεί πέντε ολόκληρα βιβλιοστάσια στον δεύτερο όροφο της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Ρεθύμνου. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη δωρεά βιβλίων που έχει δεχθεί ποτέ ο εν λόγω πνευματικός φορέας της πόλης μας, με έμφαση στην κρητολογική θεματολογία, ώστε με αυτόν τον πλούτο γνώσης η Βιβλιοθήκη του Ρεθύμνου να αποκτά έναν νέο διευρυμένο ρόλο στον χάρτη της κρητολογικής γνώσης: να λειτουργεί, δηλαδή, ως σημείο αναφοράς για τη μελέτη της κρητικής ιστορίας και πολιτισμού, όχι μόνο σε πανελλήνιο αλλά και σε διεθνές επίπεδο.

Η φιλία μας με τον Γιώργο γεννήθηκε πριν από σαράντα και πλέον χρόνια (1981), όταν βρεθήκαμε συνάδελφοι στο παλιό 1ο Γυμνάσιο, στον «Οίκο Παιδείας». Από την πρώτη στιγμή, μας ένωσε μια πνευματική συγγένεια, βαθιά και ουσιαστική, που στηριζόταν στην αμοιβαία εκτίμηση και τον σεβασμό και στα κοινά πνευματικά μας ενδιαφέροντα. Ο Γιώργος με εντυπωσίαζε αδιάκοπα με τις πρωτότυπες ιδέες του, τη βαθιά του γνώση και το ανεξάντλητο πάθος του για κρητολογικά — και όχι μόνο — θέματα, τα οποία κατέγραφε επιμελώς, χωρίς όμως και να τα προβάλλει προς τα έξω, να τα δημοσιοποιεί. Στις ατελείωτες συζητήσεις μας, είτε στο σχολείο είτε στις εκδρομές, στο σπίτι μου ή στο εξοχικό του στην Πηγή, συχνά τον «επιτιμούσα» με φιλική αγανάκτηση: «Γράψ’ τα, βρε Γιώργο, όλ’ αυτά τα τόσο ενδιαφέροντα που μου λες! Γιατί να χάνονται μεταξύ μας και να μη βγουν παραέξω!...» Κι εκείνος, με το γνώριμο χαμόγελό του, το ευπροσήγορο και γεμάτο καλοσύνη, μου απαντούσε: «Λες, βρε Κωστή; Λες;». Και δεν ξέχασε ποτέ την παρότρυνσή μου εκείνη και μου το θύμιζε κάθε φορά που μου χάριζε ένα καινούριο βιβλίο του — τεκμήριο της δημιουργικής του συνέπειας και της πνευματικής του γενναιοδωρίας (εικ.).


Πολύτιμες αφιερώσεις των βιβλίων του Γιώργου Εκκεκκάκη 1) ''Το χωριό Πηγή Ρεθύμνου'' και 2) ΄΄Τα Κρητικά Βιβλία΄΄


Ο Γιώργος Εκκεκάκης υπήρξε ένας πολυτάλαντος και πολυδιάστατος άνθρωπος με ευρύτατο φάσμα γνώσεων, που εκτείνονταν σε πολλούς τομείς του επιστητού, με ιδιαίτερη, πάντως, έμφαση στην Τοπική Ιστορία, ενώ, περαιτέρω, ήταν και ικανός αγιογράφος, ζωγράφος, σκιτσογράφος, καλλιτεχνικός βιβλιοδέτης και συλλέκτης δεινός σπάνιων βιβλίων, χειρογράφων και φυλλαδίων που αφορούσαν, βασικά, στην Κρήτη και στην ιστορία της. Και ο Εκκεκάκης, προκειμένου να ικανοποιήσει αυτό το ακριβοπληρωμένο πάθος του- του συλλέκτη παλιών, κι όχι μόνο, βιβλίων- πουλούσε μόνιμα πολλές από τις αγιογραφίες που φιλοτεχνούσε.

Οι γνώσεις του αυτές, καρπός μιας ζωής αφιερωμένης στη μελέτη, δεν έμειναν ποτέ εγκλωβισμένες στο προσωπικό του αρχείο· έγιναν πηγή προσφοράς για την πόλη, τον νομό και ολόκληρη την Κρήτη. Ήταν ένας πολυτάλαντος και χαλκέντερος εργάτης του πνεύματος, που από την τρυφερή του νεότητα «μάζευε», σαν την μέλισσα, και ωρίμαζε μέσα του μια πολύπλευρη και συχνά ετερόκλητη γνώση. Και όταν ήρθε το πλήρωμα του χρόνου, ήταν έτοιμος και μέσα σε λίγα μόλις χρόνια, ξάφνιασε τους πάντες, ξεδιπλώνοντας ένα εξαιρετικά πλούσιο συγγραφικό έργο: βιβλία, μεταφράσεις ξένων περιηγητών, εκατοντάδες άρθρα σε εφημερίδες και περιοδικά. Ένας άθλος. Ένα θαύμα συγγραφικής παραγωγής!

Σήμερα, νιώθουμε ιδιαίτερη συγκίνηση και χαρά για την μετά θάνατον — ευγνωμοσύνης ένεκεν — έκδοση του προαναφερθέντος τελευταίου του βιβλίου, του κύκνειου άσματός του, από τη Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη μας, ως αντιδώρημα για τη μεγαλειώδη προς αυτήν προσφορά του. Πρόκειται για ένα βιογραφικό λεξικό — ένα αρχείο που συγκεντρώνει βιογραφίες και προσωπογραφίες Ρεθεμνιωτών με ξεχωριστή πολιτισμική και ιστορική ταυτότητα. Πρόκειται για ένα τεκμήριο όχι μόνο ιστορικό, αλλά και πράξη ευθύνης και αγάπης προς το Ρέθυμνο και τους ανθρώπους του. Μεταξύ των άλλων (ευρετηριακών πινάκων στο τέλος του βιβλίου και πολλών σχεδίων της πόλης από τον ίδιο τον συγγραφέα προερχομένων), περιλαμβάνει φωτογραφίες ή απεικονίσεις των προσώπων των οποίων οι βιογραφίες παρουσιάζονται. επαναστατών, αγωνιστών από κάθε γωνιά της Κρήτης, ανθρώπων του πνεύματος, αλλά και πολιτών με μικρή ή μεγάλη συνεισφορά στην κοινωνία, ανεξαρτήτως πεδίου δράσης.

 Το έργο στηρίζεται σε κατά το δυνατόν τεκμηριωμένα γεγονότα και τοποθετεί τον κάθε βιογραφούμενο στο ιστορικό και κοινωνικό του περιβάλλον, εστιάζοντας στην ανθρώπινη διάσταση και στην προσφορά του στον τόπο. Έτσι, ο  συγγραφέας διασώζει μνήμες, αναδεικνύει πρότυπα ζωής, και δίνει έμφαση στην ιστορική ακρίβεια, παραθέτοντας πηγές— βιβλία, συχνά δυσεύρετες εφημερίδες και περιοδικά, εγκυκλοπαίδειες, λεξικά — στις οποίες μπορεί να ανατρέξει ο ερευνητής ή ο απλός αναγνώστης που επιθυμεί να αντλήσει περισσότερες πληροφορίες. Εμπνέει μέσα από την πορεία και τις επιλογές των βιογραφούμενων, και φωτίζει την εποχή τους μέσα από το άτομο, αποκαλύπτοντας τα κοινωνικά και πολιτισμικά συμφραζόμενα. Την επιμέλεια  του βιβλίου ανέλαβε η συνάδελφος Κατίνα Κανδυλάκη, ενώ τον σχεδιασμό της έκδοσης είχε η κ. Έλενα Νταντή.

Ας είναι το έργο αυτό και η μεγαλειώδης δωρεά του φίλου Γιώργη Εκκεκάκη προς τη Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη του Ρεθύμνου φάρος φωτεινός για τις επόμενες γενιές. Και, ακόμα, ας είναι η μνήμη του αιώνια, όπως αρμόζει σε εκείνους που τίμησαν τον τόπο τους με το πνεύμα τους αλλά και με την καρδιά τους.

Η 4η καταστροφή του Kάτω Mοναστηριού του Πρέβελη από τους Τούρκους (7.7.1867) * * * Σχετικές διηγήσεις των κατοίκων Κεραμέ- Αγαλλιανού

 

Εικ. 1. Η Ι. Μονή του Τιμίου Προδρόμου (Κάτω Μοναστήρι), Πρέβελη, στη δεκαετία του 1950 (Αρχείο Ι. Μ. Πρέβελη)

Η 4η καταστροφή του Kάτω Mοναστηριού του    Πρέβελη από τους Τούρκους  (7.7.1867)

Σχετικές διηγήσεις των κατοίκων Κεραμέ- Αγαλλιανού


      ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ

         www.ret-anadromes.blogspot.com

 Eκτός από μιαν αιματηρή και άτυχη μάχη στα Κεραμέ με τον Δημήτριο Πετροπουλάκη- όπως καταγράφει το γεγονός ο Nικ. Σακκόπουλος, πρόξενος της Eλλάδας, τον καιρό εκείνο, στα Xανιά[1]- άλλο πολεμικό γεγονός δε φαίνεται να έλαβε χώρα στην περιοχή των χωριών Kεραμέ- Aγαλλιανού, πέρα από κάποιες ασήμαντες τοπικές αψιμαχίες με εντελώς περιορισμένο βεληνεκές και αυτό λόγω κυρίως της απομόνωσης των δύο χωριών, εκεί στην Πίσω Γιαλιά, μακριά από τις κεντρικές διαβάσεις που οδηγούσαν από τη μια επαρχία στην άλλη και στους γειτονικούς νομούς. Aντίθετα, τα πλησιόχωρα προς τον Kεραμέ χωριά Άρδακτος και Aκούμια, αλλά και η I. Mονή του Πρέβελη, που βρίσκονται σε κεντρικότερα σημεία, γνώρισαν κατά καιρούς την άγρια μανία του κατακτητή και στα 1867 η I. Mονή Πρέβελη και την τέταρτη μεγάλη καταστροφή της από τον Tούρκο στρατηγό Pεσίτ πασά.

Και ιδού το ιστορικό πλαίσιο τής εν λόγω μεγάλης καταστροφής του Μοναστηριού και πώς την κράτησε την ιστορική μνήμη του ο λαός. Τον Ιούλιο του 1867 μετά την ολοσχερή κατάληψη των Σφακίων από τους Τούρκους και την εξουδετέρωση κάθε αντίστασης στην περιοχή, ο Τούρκος στρατηγός Ρεσίτ πασάς επέστρεφε στο Ηράκλειο μέσω της επαρχίας Αγίου Βασιλείου. Στον δρόμο προσβαλλόταν από τους επαναστάτες οι οποίοι μονίμως του προκαλούσαν σύγχυση και ζημιές, ζητώντας να λάβουν εκδίκηση για τις καταστροφές. Όταν το πρωί στις 7 Ιουλίου του 1867 περνούσε από την περιφέρεια των Σελλίων Αγίου Βασιλείου, οι κάτοικοι του χωριού ενισχυμένοι και από άλλους κατοίκους των χωριών Ροδάκινου, Μύρθιου, Λευκογείων τού επιτέθηκαν και του προκάλεσαν μεγάλες ζημιές και απώλειες στο στράτευμά του.

Την ίδια μέρα, 7 Ιουλίου του 1867, ο Ρεσίτ πασάς έφτασε στο Κάτω Μοναστήρι του Πρέβελη (του Προδρόμου) (εικ. 1). Όπως σημειώνει ο Μ. Παπαδάκης (Το Μοναστήρι του Πρέβελη στην Κρήτη, Αθήνα 1978, 310) ο Ρεσίτ πασάς ενέργησε αμέσως έρευνες στους χώρους της Μονής και ανακάλυψε πως στα δάπεδα των αποθηκών, τα οποία είχαν σκαφτεί, οι μοναχοί είχαν κρύψει και σκεπάσει με χώμα εισοδήματα. λάδια, σιτηρά, όσπρια, τα οποία οι Τούρκοι ξέθαψαν και τα έκαψαν μαζί και όλο το Μοναστήρι και τα μετόχια του στο Νιο Χωριό, τη Μύρθιο, τα Λευκόγεια και τον Ασώματο. Γίνεται λόγος για 10.000 οκάδες λάδι, που- όπως λέγει και το δημοτικό τραγούδι (βλ. αμέσως παρακάτω)-έτρεξε μέχρι τον Μεγάλο Ποταμό, που απέχει εκατό, τουλάχιστον, μέτρα από το Μοναστήρι. Η εν λόγω καταστροφή πρέπει να θεωρηθεί ως αποτέλεσμα της σπουδαίας επαναστατικής του Μοναστηριού δράσης. Μια ομάδα στρατιωτών ζήτησε να προχωρήσει στην καταστροφή και του Πίσω Μοναστηριού (του Θεολόγου), χωρίς όμως αποτέλεσμα.

Στη δύσκολη αυτή για το μοναστήρι του Πρέβελη ώρα οι μοναχοί- διηγούνται οι κάτοικοι των χωριών Κεραμέ- Αγαλλιανού- οδήγησαν τα ζώα του μοναστηριού (βόδια και αιγοπρόβατα) στα γειτονικά χωριά Kεραμέ και Σακτούρια, όπου, οπωσδήποτε, θα ήταν περισσότερο ασφαλή. Στη φοβερή αυτή καταστροφή της Mονής κάνουν χαρακτηριστική αναφορά ένας Kεραμιανός, ο ιερέας και δάσκαλος του χωριού μακαριστός Παύλος Kοπανάκης και ένας Aγαλλιανός ο Aριστείδης Σηφογιωργάκης. O ιερέας, λοιπόν, και δάσκαλος Παύλος Kοπανάκης (1867-1958) (εικ. 2) διηγούνταν ότι γεννήθηκε τη βραδιά που καιγόταν το Kάτω Mοναστήρι του Πρέβελη (7.7.1867), στο βουνό Σιδέρωτας, όπου είχαν καταφύγει οι γονείς του και όλοι οι συχωριανοί του με τις οικογένειές τους από φόβο μήπως ο Pεσίτ πασάς επιτεθεί, στη συνέχεια, και στο χωριό τους, τον Kεραμέ.

Eπίσης, και ο Aριστείδης Σηφογιωργάκης από τον Aγαλλιανό γεννήθηκε, όπως τον πληροφόρησαν οι γονείς του, στο βουνό, εκείνη την ίδια βραδιά. Mάλιστα, του διηγούνταν ότι οι πυκνοί καπνοί και οι μεγάλες φωτιές που έβγαιναν από το μοναστήρι κάλυπταν όλο τον ορίζοντα και τους έπνιγαν στο καταφύγιό τους, που απείχε από αυτό έξι, περίπου, χιλιόμετρα. O M. Παπαδάκης διασώζει και σχετικό κρητικό ριζίτικο τραγούδι, που έχει απαθανατίσει το γεγονός και προέρχεται, όπως σημειώνει, από ανέκδοτη συλλογή του παραπλήσιου χωριού Σελλιά:

 

                Pεσίτης και στου Πρέβελη δεν έκαμε χατήρι

                Kιοντενεπέρνα τόκαψε το Kάτω Mοναστήρι·

                Γουμενικά, κελλαρικά, ούλα τ’ αμπάρια κάψα

             Kαρποί και λάδια τρέξασι και στο γιαλόν εφτάξα.

 

Kαι μπορεί, βέβαια, τα δύο χωριά Kεραμές και Aγαλλιανός να μη γνώρισαν αυτά τα ίδια μεγάλες και αιματηρές συμπλοκές, όμως, και τα δύο χωριά, και μάλιστα ο πολυπληθέστερος Kεραμές, έδωσαν στον αγώνα κατά των Tούρκων πλείστους αγωνιστές, που έλαβαν μέρος σε διάφορες μάχες σε άλλες περιοχές του νομού Pεθύμνης και της Kρήτης γενικότερα, ο δε Kεραμές είχε και τη δική του πολεμική σημαία (για την οποία θα μιλήσουμε σε άλλη ευκαιρία).



[1] Βλ. την αριθμ. 344 έκθεση του Nικ. Σακκόπουλου προς τον Πέτρο Δελιγιάννη (Γεν. Aρχεία Kράτους, αρ. 205).

ΑΝΔΡΕΑΣ ΗΛ. ΜΑΜΑΓΚΑΚΗΣ * * * Ταξιδεύοντας επί των πτερύγων των ανέμων

 


ΑΝΔΡΕΑΣ ΗΛ. ΜΑΜΑΓΚΑΚΗΣ

 

Ταξιδεύοντας επί των πτερύγων των ανέμων

[Έκδοση Ν. Παναγόπουλος, Αθήνα 2024, σχ. 8ο (22 Χ 14), σσ.688]

 

ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ

  www.ret-anadromes.blogspot.com

 

Ο π. Ανδρέας Ηλ. Μαμαγκάκης, Ρεθεμνιώτης, από τα Φρατζεσκιανά Μετόχια, είναι συνταξιούχος θεολόγος Καθηγητής και δραστηριοποιείται στην Αθήνα ως ιερεύς της Ι. Μητροπόλεως Πειραιώς. Μεταξύ των βιβλίων που έχει γράψει είναι και το «Ρέθυμνο του Ονείρου και τη Νοσταλγίας» με αναμνήσεις από τα παιδικά του χρόνια, εδώ στο Ρέθυμνο, των δεκαετιών 1950- 60. Στα τέλη του περασμένου έτους μάς παρουσίασε το τελευταίο βιβλίο του υπό τον ποιητικότατο τίτλο: «Ταξιδεύοντας επί των πτερύγων των ανέμων». Πρόκειται για ένα βιβλίο «ταξιδιωτικών εντυπώσεων» από επισκέψεις του συγγραφέα σε διάφορους τόπους της Ελλάδας και του εξωτερικού.

 Και για να θυμηθούμε από την ιστορία, σε εποχές που τα ταξίδια ήταν εξαιρετικά επικίνδυνα και επισφαλή, το αντίστοιχο προς τις σημερινές ταξιδιωτικές εντυπώσεις «περιηγητικό» κείμενο λειτουργούσε πολλαπλά χρήσιμο, τόσο για τον ταξιδιώτη/συγγραφέα, που ενδιαφερόταν να συγκρατήσει και να μεταφέρει μνήμες και εικόνες ενός κόσμου μακρινού, που γνώριζε ότι πολύ δύσκολα θα τον αντίκριζε ξανά, όσο και για τους αναγνώστες/αποδέκτες, που συμμερίζονταν την ταξιδιωτική του εμπειρία νοερά, εφόσον και γι’ αυτούς τα ταξίδια εκείνα τα χρόνια ήταν ένα εγχείρημα ή και όνειρο, πρακτικά, συνήθως, απλησίαστο και όλως ανέφικτο.

Για τον λόγο αυτόν, τα κείμενα των περιηγητών, σε παλιότερες εποχές, έτυχαν ιδιαίτερα μεγάλης προσοχής και σημασίας. Είναι γενικά παραδεκτό ότι το μυθιστόρημα, με την κλασική του μορφή και δομή, συχνά γίνεται επίπονο και κουραστικό. Αντίθετα, το περιηγητικό χρονικό, πολλές φορές, καθίσταται αφήγηση με λογοτεχνική χάρη τόπων, γεγονότων, προσώπων, εικόνων με αποτέλεσμα να έχουμε, τελικά, ένα εξαίσιο στο είδος του πεζογράφημα. Και αυτό, βέβαια, εξαρτάται σε έναν μεγάλο βαθμό και από τις περιγραφικές και λογοτεχνικές ικανότητες τού κάθε περιηγητή. 

Στα περιηγητικά κείμενα, λοιπόν, παρακολουθούμε απλές και σύντομες αναφορές σε συγκεκριμένους τόπους, πλούσιες αρχαιογνωστικές αναλύσεις μνημείων και σημαντικών αρχαιολογικών χώρων ή γλαφυρές περιγραφές των ντόπιων ηθών και εθίμων, που κάνουν τα κείμενα αυτά να προσφέρουν σημαντικά πλούσιο υλικό για τον ιστορικό, τον αρχαιολόγο, τον φυσιοδίφη ή και τον απλό αναγνώστη. Έτσι- σύμφωνα με τα παραπάνω και την προσωπική τού κάθε περιηγητή οπτική γωνία- τα περιηγητικά κείμενα κατατάσσονται σε θεματικές ενότητες που άπτονται τόσο τού φυσικού και δομημένου χώρου, όσο και της αρχαιογνωσίας, της οικονομικής και κοινωνικής ζωής, των εκφάνσεων τού καθημερινού βίου και πολιτισμού και των τρόπων πολιτικής εξουσίας. Λίγο- πολύ, και όλως σχηματικά, θα λέγαμε ότι συνθέτουν αυτό που συχνά ονομάζουμε «συνολική ιστορία».

Και αξίζει, εδώ, να θυμηθούμε ότι η Ελλάδα υπήρξε ο κατεξοχήν τόπος έλξης των περιηγητών σε κάθε εποχή, αλλά, κυρίως, επί Τουρκοκρατίας, από το έτος 1500 μέχρι και το 1900. Είναι, περαιτέρω, γνωστό ότι η περιηγητική γραμματεία αποτελεί σημαντική πηγή πληροφοριών, αν και συχνά μονομερή, για τον ελλαδικό χώρο, που από την αρχαιότητα έχει σημαδευτεί με περιηγητές, όπως τον Ηρόδοτο και, στη συνέχεια, και με τους Αρτεμίδωρο, Διόδωρο Σικελιώτη, Μεγασθένη, Παυσανία, Στράβωνα και, αργότερα, στα βυζαντινά χρόνια, τους Επιφάνιο, Στέφανο Βυζάντιο και  Ιωάννη Φωκά, ενώ ακόμα πιο αργά- και όσον αφορά ειδικότερα στην Κρήτη- και με τους ευρωπαίους Tournefort, Pococke, Sonnini, Simonelli, Savary, Olivier, R. Pashley, Scott, Sieber μέχρι και τον Βαυαρό Δέφνερ, των αρχών τού 20ου αιώνα.

Έτσι και σήμερα-και μετά την παραπάνω εισαγωγή στον χώρο της περιηγητικής γραμματείας- έρχεται και ο Ρεθεμνιώτης και καλός φίλος π. Ανδρέας Μαμαγκάκης στον αντίστοιχο χώρο των ταξιδιωτικών εντυπώσεων με το βιβλίο που προαναφέραμε «Ταξιδεύοντας επί των πτερύγων των ανέμων».

Είκοσι τέσσερις χώρες καμαρώνει ότι επισκέφτηκε ανά τον κόσμο ο π. Ανδρέας, χώρια τα μέρη απ’ άκρου σ’ άκρον της Ελλάδος που έχει, επίσης, επισκεφτεί! Από παιδί τού άρεσαν οι μετακινήσεις προς το άγνωστο και κατάφερε την αγάπη του αυτήν να την κάνει πραγματικότητα στα χρόνια της ωριμότητας, ως ενήλικας πλέον. Και τον τιμά η επιθυμία του να καταγράψει σήμερα τα βιώματά του από τα ταξίδια του αυτά και να τα μοιραστεί με τους αναγνώστες του μέσα από μιαν ενδιαφέρουσα έκδοση 700, περίπου, σελίδων. Πρόκειται για ταξίδια ποικίλου (ιστορικού, πολιτιστικού, θρησκευτικού και, βέβαια, ψυχαγωγικού) ενδιαφέροντος, σε όλες τις χώρες της Ευρώπης, στις Ηνωμένες Πολιτείες και τον Καναδά, το Ισραήλ, τη Ρωσία, την Αίγυπτο, την Τουρκία, την Κίνα και το Χονγκ Κονγκ, για να αναφερθούμε στις χώρες μόνο του εξωτερικού. Για να καταγράψει και συμπληρώσει τις εντυπώσεις του αυτές ο π. Ανδρέας, πέραν των αναμνήσεων και σημειώσεών του, χρειάστηκε να ανατρέξει και σε μια πλουσιότατη και όλως ετερόκλητη βιβλιογραφία, προερχόμενη από λεξικά, εγκυκλοπαίδειες, άρθρα και ένθετα ποικίλων εφημερίδων, με θέμα τα ταξίδια και τον τουρισμό. Διακρίνεται γι’ αυτό το βιβλίο του για την επιμέλεια της γραφής, την πολυμέρεια και παραστατικότητά του. Εντοπίζει και καταγράφει λεπτές εικόνες που απεικονίζουν την ιδιαίτερη ομορφιά του κάθε τόπου, πραγματικά εντυπωσιακές λεπτομέρειες από την καθημερινή ζωή, τα ήθη και τα έθιμα, τη διατροφικές συνήθειες και το πολιτιστικό επίπεδο του κάθε λαού, ώστε το βιβλίο του αυτό να καθίσταται ένας εξαίρετος άτυπος τουριστικός οδηγός πολλών και ποικιλώνυμων πληροφοριών. 

Η καταγραφή, περαιτέρω, των εντυπώσεων από τον συγγραφέα τον αναδεικνύει σε έναν εξαίρετο παρατηρητή και καταγραφέα, που σαν τη μέλισσα συλλέγει τις λεπτές ιδιαιτερότητες του κάθε τόπου και κάθε λαού, ώστε ο αναγνώστης να αποκτά μια σαφή και ξεκάθαρη εικόνα αυτού, και με τις θαυμάσιες περιγραφές του να καθίσταται μύστης των θελγήτρων του. Συμβαίνει να έχω επισκεφθεί κι εγώ πολλά από τα μέρη που αναφέρεται ο συγγραφέας και αυτό είναι ένας λόγος που με έκανε να αποκτώ ακόμα εντονότερο ενδιαφέρον κατά την ανάγνωση του βιβλίου, που μου υπενθύμιζε μέρη γνωστά και αγαπημένα, πράγμα και με έκανε να ξαναζώ ευχάριστες στιγμές του παρελθόντος.

Για άλλη μια φορά συγχαίρουμε και ευχαριστούμε τον εκλεκτό και δόκιμο συμπολίτη μας συγγραφέα και του ευχόμαστε να έχει υγεία και δύναμη, για να συνεχίζει τη γόνιμη, εργώδη και δημιουργική δραστηριότητά του στον χώρο των Γραμμάτων.


Γιορτάζοντας την Ευρωπαϊκή Ημέρα Μουσικής

 

Γιορτάζοντας την Ευρωπαϊκή Ημέρα Μουσικής

 

Κι αν κάτι απόμεινε στην καρδιά του ακροατή ήταν η βεβαιότητα πως το Ρέθυμνο όχι μόνο τιμά την Τέχνη, αλλά ζει μέσα από αυτή.


  ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ

     www.ret-anadromes.blogspot.com

 

Με μια πραγματικά πανηγυρική υπαίθρια συναυλία, στον προαύλειο χώρο του Κέντρου Πολιτισμικής και Κοινωνικής Διακονίας «Θεομήτωρ», το Σάββατο 21 Ιουνίου 2025, δύο εξέχοντα Μουσικά σύνολα της πόλης μας, η Χορωδία του Μουσικού Καρπού, υπό τη διεύθυνση του Αντώνη Μαυράκη και η Ορχήστρα της Δημοτικής Φιλαρμονικής Ρεθύμνου, υπό τη διεύθυνση του Στέλιου Αποστολάκη, ένωσαν τις δυνάμεις τους και με μια λαμπερή και χαρούμενη μουσική εκδήλωση γιόρτασαν την Ευρωπαϊκή Ημέρα Μουσικής.

Ήταν ένα πραγματικά θαυμάσιο ταξίδι στο χώρο της Μουσικής, που διαπραγματεύτηκε και νοηματοδότησε με έναν εκπληκτικό και συναρπαστικό τρόπο την εν λόγω εορτή, μέσω μοναδικών ερμηνειών έργων προερχομένων απ’ όλες τις εποχές της μουσικής διαχρονίας. Τα μουσικά αυτά έργα αποδόθηκαν κατά τρόπο υποδειγματικό από την Ορχήστρα της Δημοτικής Φιλαρμονικής Ρεθύμνου, στο Α΄ Μέρος, και από τα χορωδιακά σύνολα του «Μουσικού Καρπού» στο Β΄ Μέρος.

Η Ορχήστρα εντυπωσίασε και κυριολεκτικά ενθουσίασε το μουσικόφιλο κοινό με το πλουσιότατο ρεπερτόριό της, με μουσικά έργα Σαββόπουλου, Θεοδωράκη και Γιάννη Μαρκόπουλου, μέχρι και τον αγαπημένο κρητικό Ερωτόκριτο, αλλά και άλλες γνωστές ξένες μελωδίες (Bella Ciao, Cinema Paradiso, Bohemian Rhapsody κ.ά.), που κράτησαν αμείωτο το ενδιαφέρον του πολυπληθούς ρεθεμνιώτικου ακροατηρίου, που είχε από νωρίς κατακλύσει τον χώρο της εκδήλωσης.

Κυρίαρχα σ’ όλα τα κομμάτια οι τρομπέτες, τα τρομπόνια, οι τούμπες, τα σαξόφωνα, τα ευφώνια και τα κρουστά, που τα γλύκαιναν με το ζεστό και απαλό ηχόχρωμά τους τα φλάουτα και τα κλαρινέτα. Όλοι οι μουσικοί κατάφεραν πραγματικά να φωτίσουν κάθε λεπτομέρεια των έργων που ερμηνεύτηκαν μέσα από μια προσπάθεια απόλυτης πειθαρχίας, συντονισμού και συνύπαρξης.

Στο δεύτερο μέρος, που αποτέλεσε και την αποκορύφωση της βραδιάς, το κοινό είχε την ευκαιρία να απολαύσει ένα αφιέρωμα στη Μουσική, με επιλογές από εξέχοντες Έλληνες συνθέτες, όπως ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Χρήστος Νικολόπουλος, ο Σταμάτης Κραουνάκης και ο Μάνος Χατζιδάκις, από την ογδοηκονταμελή Χορωδία του «Μουσικού Καρπού», με χορωδούς όλων των ηλικιών (παιδιά, νέους και ενήλικες), υπό τη στιβαρή καθοδήγηση του αρχιμουσικού Αντώνη Μαυράκη.                                              Πρόκειται για ένα σύνολο σύγχρονων τραγουδιών που μέσα στο όμορφο αυτό καλοκαιριάτικο βραδινό έριξαν πλούσιο φως στην αναζήτηση της ονειρικής διάστασης των ανθρώπινων πραγμάτων, που σε κάνουν να αισθάνεσαι πραγματικά λεύτερος σε έμπνευση, αυθεντικότητα και ενθουσιασμό. Τα ένιωθες όλα να στήνουν γύρω σου ένα απίστευτο πανηγύρι ήχων που μύριζαν και απέπνεαν γύρω σου τη λαχτάρα για πιότερο φως και ξαστεριά.

Πριν από κάθε μουσική ερμηνεία, από τη αρχαιολόγο και συγγραφέα Ειρήνη Γαβριλάκη, προσφέρονταν πολύτιμες πληροφορίες ώστε η μουσική να γίνεται πλήρως κατανοητή. Έτσι, μέσα από αυτή τη διαδικασία το ρεθεμνιώτικο μουσικόφιλο κοινό μπόρεσε να κατανοήσει ότι η μουσική σε όλες τις εποχές είναι μια από τις βαθύτερες εκδηλώσεις του ανθρωπίνου πνεύματος, μια αποκάλυψη ανώτερη, πέρα από κάθε σοφία και φιλοσοφία, που τόσο στη λαϊκή όσο και στην έντεχνή της μορφή σκοπό έχει να εξαγνίσει, συγκινήσει, τέρψει και ανυψώσει το πνεύμα και την ψυχή και να καλλιεργήσει και αναδείξει αισθητικές και καλλιτεχνικές δεξιότητες.

Ενδιαφέρουσα, στο τέλος της εκδήλωσης, η βράβευση από τον “Μουσικό Καρπό”, με ειδικό έπαινο, δύο Ρεθεμνιωτών με μακρά και ουσιαστική παρουσία στα μουσικά δρώμενα της πόλης μας. του παλαίμαχου Αρχιμουσικού Κώστα Αποστολάκη και του τέως Αντιδημάρχου Πολιτισμού Βαγγέλη Στεφανάκη, ο οποίος ξεχώρισεγια τη συμβολή του στα πολιτιστικά πράγματα του Ρεθύμνου, κυρίως μέσω του Αναγεννησιακού Φεστιβάλ, αλλά και με τις δεκάδες συναυλίες που πραγματοποιήθηκαν στην πόλη μας με μουσικά σύνολα από την Αθήνα και άλλες περιοχές, χάρη στον αξέχαστο Σύλλογο των “Μουσικών Νειάτων” — από τον οποίο, αξίζει να σημειωθεί, ξεκίνησε και τις πρώτες μουσικοκριτικές του και ο υποφαινόμενος.»

Το Ρέθυμνο, ασφαλώς, και θα πρέπει να νιώθει ιδιαίτερα περήφανο για τη Φιλαρμονική του, αλλά και τον «Μουσικό Καρπό», ένα κορυφαίο μουσικό σύνολο, που πραγματικά κοσμεί τον τόπο μας και δίδει στα παιδιά μας τη δυνατότητα να δοκιμάσουν τις δυνάμεις και τα όνειρά τους στον χώρο της Τέχνης και της Μουσικής.

Η Δημοτική μας Φιλαρμονική, δεμένη γερά με την ιστορία αυτού τού τόπου, έρχεται να συνδράμει αποφασιστικά στη μουσική Παιδεία της πόλης μας, της πόλης των Τεχνών και των Γραμμάτων και να γνωρίσει καινούριες περιόδους μουσικής αυτάρκειας και ιστορικής και πολιτιστικής συνέχειας.

Γιατί πρέπει να τονιστεί στο σημείο αυτό ότι η ορχήστρα αυτή δεν είναι κάτι το ριζικά νέο, αλλά η ευτυχής απόληξη μιας ιδιαίτερα ευγενικής και επίπονης προσπάθειας πολλών δεκαετηρίδων- διαφόρων φιλόμουσων Ρεθεμνιωτών, που με τη φλόγα και το πάθος τους για τη μουσική Παιδεία αυτού του τόπου έδωσαν τη σημερινή μουσική πραγματικότητα, που το Ρέθυμνο την έχει ανάγκη και πρέπει πάση θυσία να τη συνεχίσει. Να τη συνεχίσει στη μνήμη των μελών τού περίφημου Φιλεκπαιδευτικού Συλλόγου Ρεθύμνου, και του εκ των μελών του Μανόλη Νικ. Γοβατζιδάκη, λαμπρού φιλόμουσου Ρεθυμνιώτη, καταρτισμένου και του ίδιου μουσικά, που με ενέργειές του, στα 1901, συγκροτήθηκε η πρώτη Φιλαρμονική τού Ρεθύμνου.

Σε κάθε περίπτωση η βραδιά κύλησε όμορφη, απολαυστική, ανάλαφρη, γεμάτη χάρη και κομψότητα, είτε η βασική διάθεση της μουσικής ήταν δοξαστική- δηλαδή εκ των πραγμάτων εξωστρεφής και γιορταστική- είτε λυρική και υμνητική. Οι ερμηνευτές αποδείχτηκαν άριστα εξοικειωμένοι με τη συγκεκριμένη κουλτούρα. Γι’ αυτό και ερμήνευσαν τη μουσική συνολικά με μοναδική τέχνη που συνάρπασε το κοινό και διασφάλισε την ποιότητα του αποτελέσματος από τον κίνδυνο τού αγοραίου στη μουσική. Κι αν κάτι απόμεινε στην καρδιά του ακροατή, ήταν η βεβαιότητα πως το Ρέθυμνο όχι μόνο τιμά την Τέχνη, αλλά ζει μέσα από αυτή.