ΧΑΡΙΔΗΜΟΥ ΑΝΔΡΕΑ ΠΑΠΑΔΑΚΗ
Περιήγηση Σκοτεινής Κρήτης
[Έκδοση «Γραφοτεχνική
Κρήτης», Ρέθυμνο 2025, σχ. 8ο (24 Χ 17), σσ. 342]
www.ret-anadromes.blogspot.com
Σε προηγούμενο σημείωμά μου είχα επισημάνει για τον
συμπολίτη, φίλο δικηγόρο, Χάρη Ανδρέα
Παπαδάκη (Νταραμανελίτη), ότι συνηθίζει με τα βιβλία του να μας διδάσκει
την ιστορία με έναν τρόπο απρόβλεπτο, μοναδικό και γοητευτικά ανορθόδοξο και αντισυμβατικό,
διαφορετικό από αυτόν που ακολουθεί, συνήθως, η κλασική ιστοριογραφία. Γιατί
στον Χάρη αρέσει να ξεκινά, συνήθως, από τα «ψιλά» και φαινομενικά ασήμαντα θραύσματα κάθε εποχής και, τελικά, να τα
υφαίνει σε ένα πολύχρωμο υφαντό, που αγκαλιάζει ολόκληρο το φάσμα της ιστορίας
του τόπου. Έτσι προσέγγισε στο παρελθόν τους αγαπημένους του Αφρικανούς (Χαλικούτες), τους Λεπρούς,“Μεσκίνηδες - παραγκωνισμένη και κοινωνικά στιγματισμένη
κοινότητα- «Τους Οίκους ανοχής, στην
πολιτεία τής ανοχής» και τους Διαφορετικούς,
τους περιθωριοποιημένους τύπους της πόλης μας.
Ωθείται,
συνήθως, από το ανυποχώρητο πάθος του «για
το μεγάλο, το βουβό πρόσωπο της Ιστορίας, τον απλό άνθρωπο!», για τις
άγνωστες κοινωνικές ομάδες που έζησαν στην Κρήτη και, με τον χρόνο, σβήστηκαν,
αφήνοντας πίσω τους ελάχιστα ξεθωριασμένα και συχνά παραγνωρισμένα ίχνη, σαν
ψίθυρους που χάνονται στον άνεμο του παρελθόντος. Συχνά, καθοριστικό κίνητρο
στις έρευνές του υπήρξε και η ανησυχία του για τη συνεχιζόμενη εκμετάλλευση τού
ανθρώπου από τον άνθρωπο, μια πληγή που εξακολουθεί να αιμορραγεί επίμονα και
πεισματικά ακόμη και σήμερα στον υποτιθέμενο πολιτισμένο κόσμο μας.
Με παρόμοιο
τρόπο, μπορώ να πω ότι ο Χ. Παπαδάκης προσέγγισε και το παρουσιαζόμενο με το
παρόν σημείωμά μας πόνημά του, που φέρει τον όλως απρόσμενο και εντυπωσιακό- όπως
συμβαίνει, συνήθως, στα βιβλία του- τίτλο: «Περιήγηση
Σκοτεινής Κρήτης». Για άλλη μια φορά, ο φίλος Χάρης ωθήθηκε από το δυνατό και
ανυποχώρητο πάθος του για το βουβό πρόσωπο της Ιστορίας και ειδικότερα, εδώ,
για μνημεία που ξεχάστηκαν από την ιστορία και τα οποία – όπως σημειώνει
χαρακτηριστικά – τον εντυπωσίασαν λόγω των παράξενων και μυστηριωδών λέξεων με
τις οποίες τα γνωρίζουμε (όπως καμάρια,
άρκλες, αρκοσόλια, ρωτακισμός, συγκρητισμός κ.λπ). Βέβαια, όλα αυτά ανήκουν
στον χώρο της εξειδικευμένης επιστήμης, που παραμένει μακριά από τον ορίζοντα
του μέσου αναγνώστη. Φερ’ ειπείν τα αρκοσόλια
[=βαθύ τυφλό τόξο (arcus) πάνω από τον τάφο του
νεκρού], αλλ’ εν πολλοίς και τα καμάρια
(κυρίως στα Σφακιά, ταφικές αψίδες σε σημαίνοντα πρόσωπα) είναι πολύ γνωστά τόσο
στη Χριστιανική, όσο και στη Βυζαντινή Αρχαιολογία, ενώ και ο ρωτακισμός στη
Γλωσσολογία και κάποιοι άλλοι από τους προαναφερθέντες όρους στην επιστήμη της Λαογραφίας.
Προκειμένου να επιτύχει αυτήν την τολμηρή κατάδυση στα
άδυτα της κρητικής ιστορίας, ο συγγραφέας χρειάστηκε να διατρέξει απ’ άκρη σ’
άκρη την Κρήτη. Ως ακούραστος και επίμονος περιηγητής, αναζήτησε, εντόπισε,
διείσδυσε, φωτογράφισε και κατέγραψε τα μνημεία αυτά που ανήκουν στη σκοτεινή
–όπως την αποκαλεί– πλευρά της Κρήτης. Πρόκειται για μια πτυχή της κρητικής
Ιστορίας άγνωστη στον πολύ κόσμο, η οποία εντάσσεται στην κατηγορία του
λεγόμενου Σκοτεινού Τουρισμού. Η έννοια αυτή εμφανίστηκε στην Ελλάδα μόλις τη
δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα και βρίσκεται ακόμα σε πρωτογενές και
αδιαμόρφωτο στάδιο. Πρωτοπόρος, λοιπόν, και στην έρευνά του αυτήν ο φίλος Χ.
Παπαδάκης- όπως και σε τόσες άλλες προηγούμενες- ασχολήθηκε με πρωτότυπα θέματα
αντλημένα από τα «ψιλά» γράμματα της Ιστορίας, τα οποία συχνά διαφεύγουν από τα
βλέμματα των πολλών.
Στον χώρο, λοιπόν, αυτών των μνημείων ο συγγραφέας εντοπίζει
κατακόμβες στις Στέρνες, στο Ακρωτήρι
των Χανίων και λοιπά ταφικά μνημεία. Όλα σιωπηλοί μάρτυρες, στέκουν σαν φαντάσματα
του χρόνου και είναι συχνά ερειπωμένα. Παραδείγματα αποτελούν οι μεζαρόπετρες (οθωμανικές επιτύμβιες
στήλες, που τοποθετούνται όρθιες πάνω στους τάφους των μουσουλμανικών
κοιμητηρίων), οι τουρμπέδες (μεγαλοπρεπή
μουσουλμανικά ταφικά μνημεία), καθώς και κοιμητήρια
ξένων (όπως το Συμμαχικό Νεκροταφείο
Σούδας, το Ρωσικό, Αγγλικό, Φράγκικο, το Πολωνικό και Ρωσικό του Ρεθύμνου, το Αγγλικό
του Ηρακλείου και το Γαλλικό της
Σητείας).
Το βιβλίο, τελικά, καθίσταται μια άρτια υφασμένη και πολυεπίπεδη
Γενική Ιστορία της Κρήτης, αναφερόμενη
σφαιρικά σε όλες τις ιστορικές περιόδους της Μεγαλονήσου. Κυρίως, όμως,
εστιάζει στη Βενετοκρατία, την Οθωμανοκρατία και τη Σύγχρονη Ιστορία, με έμφαση σε αυτήν την
τελευταία περίοδο, στη Διεθνή Κατοχή
της Κρήτης, στην Κρήτη των «Άλλων»
και στη Ναζιστική Κατοχή. Μέσα από τα
κεφάλαια αυτά ο συγγραφέας ανακαλύπτει και φωτίζει ό,τι εντυπωσιακό και
αποκαλυπτικό συναντά. Εξετάζονται οι εθνικές
μειονότητες της Κρήτης (Φράγκοι, Αρμένιοι, Εβραίοι – με ιδιαιτέρως πλούσια
τεκμηρίωση για την εβραϊκή παρουσία στο Ρέθυμνο) και τα σκοτεινά, κατά τον
συγγραφέα, σημεία της κρητικής ιστοριογραφίας (Ναζιστική και Ιταλική Κατοχή
1941-45, Κρητική Αντίσταση και μαρτυρικά χωριά της Κρήτης, καθώς και το
έργο της Επιτροπής Διαπιστώσεως των
Γερμανικών Ωμοτήτων στην Κρήτη από τα στρατεύματα κατοχής του νησιού).
Τέλος, φθάνει και στον σφακιανό ρωτακισμό
(μετατροπή του συμφώνου λ σε ρ [καλά είμαι =
κα(ρ)ά ’μαι]), ενώ μελετά, επίσης, και καταγράφει τα άγραφα ήθη και έθιμα
ορισμένων περιοχών της Κρήτης με ισχύ νόμου, όπως το αντέτι των Σφακιανών, δείχνοντας, για μια ακόμη φορά, το ενδιαφέρον
του για κάθε ιδιότυπο στοιχείο του λαϊκού πολιτισμού.
Το ενδιαφέρον, πάντως, του συγγραφέα για τα αρκοσόλια στην Κρήτη μονοπωλεί,
καταφανώς, την προσοχή του και καταλήγει, θα έλεγα, σε μια πρώτη, συστηματική και
ευρύτατη καταγραφή τους. Η καταγραφή παρουσιάζεται- συνοδευόμενη από πλούσιο και
αποκαλυπτικό φωτογραφικό υλικό- ανά νομό και επαρχία της Κρήτης, με τα χωριά
και τους ναούς που φιλοξενούν αρκοσόλια καταγεγραμμένους κατά αλφαβητική σειρά.
Ο συγγραφέας προτείνει εύστοχες και διεισδυτικές
παρατηρήσεις, διατυπώνει αμφισβητήσεις ή στηλιτεύει με οξύτητα τις καταστροφές
που έχουν παρατηρηθεί σε πάμπολλα ταφικά μνημεία, δείγμα μιας θλιβερής και
ανεπίτρεπτης έλλειψης σεβασμού. Παράλληλα, αναδεικνύει τους παραλογισμούς, τις
βαθιά ριζωμένες προκαταλήψεις και τις παράλογες αντιδικίες που καταγράφηκαν
απέναντι σε ξένες πληθυσμιακές κοινότητες της Κρήτης, φωτίζοντας έτσι μια
πλευρά της ιστορίας που συχνά παραμένει στην αφάνεια.
Η προσπάθειά τού Χάρη Παπαδάκη υπήρξε και αυτή τη φορά φιλόπονη, εξαντλητική, επίπονη και βαθιά αγωνιώδης. Πρόκειται για μια εργασία που απαιτούσε υπομονή, πείσμα, πνευματική αντοχή και αφοσίωση. Γι’ αυτό συγχαίρουμε και θερμά ευχαριστούμε τον εκλεκτό και δόκιμο συμπολίτη συγγραφέα και του ευχόμαστε να έχει υγεία και δύναμη, για να συνεχίσει τη γόνιμη, εργώδη και δημιουργική πορεία του. Μια πορεία που έχει ήδη αφήσει ουσιαστικό και ανεξίτηλο αποτύπωμα στον πνευματικό πολιτισμό του τόπου μας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου