ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ *** ΟΡΙΣΜΕΝΕΣ ΚΑΚΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΜΑΣ ΓΛΩΣΣΑΣ -2-




ΟΡΙΣΜΕΝΕΣ ΚΑΚΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΜΑΣ ΓΛΩΣΣΑΣ

                                                           - 2-

    ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ

http://historicalcrete.ims.forth.gr

ΑΡΘΡΟ

      Το τελικό [ν] στην αιτιατική ενικού του αρσενικού άρθρου πρέπει να μπαίνει πάντοτε, προς διαχωρισμό από το αντίστοιχο άρθρο του ουδετέρου και όχι μόνο όταν ακολουθεί ψιλό κ, π, τ, δίψηφο μπ, ντ, γκ, τσ, τζ ή γράμμα διπλό ξ, ψ, όπως προβλέπει η Γραμματική του Μ. Τριανταφυλλίδη. Για παράδειγμα, διάβασα σε ιστορική πραγματεία για το Ρέθυμνο: «Το μεσαίο πολυέλαιο αφιέρωσαν στο ναό της Αγίας Βαρβάρας οι Ρώσοι». Η γραφή αυτή- και ιδιαίτερα για ξένους ή μικρά παιδιά, που μαθαίνουν την γλώσσα - παραπέμπει σε ουσιαστικά ουδετέρου γένους «το πολυέλαιο»  και «το ναό». Ορθότερη, λοιπόν, θεωρώ τη γραφή: «Τον μεσαίο πολυέλαιο αφιέρωσαν στον ναό της αγίας Βαρβάρας οι Ρώσοι», όπου σαφώς η γραφή παραπέμπει σε αρσενικά ουσιαστικά ο πολυέλαιος και ο ναός.  

 

ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟ

1.                     Στα προπαροξύτονα αρσενικά σε –ος (ο άγγελος) και ουδέτερα σε –ο (το πρόσωπο) ο τόνος στη γενική του ενικού και πληθυντικού και στην αιτιατική πληθυντικού κατεβαίνει στην παραλήγουσα (του αγγέλου, των αγγέλων, τους αγγέλους, του δημάρχου, των δημάρχων, τους δημάρχους, του προσώπου, των προσώπων κ.λπ. Είναι λάθος- και δεν γινόμαστε περισσότερο δημοτικιστές- εάν πούμε του άγγελου, τους άγγελους, του δήμαρχου, τους δήμαρχους, του πρόσωπου κ.λπ.). Αντίθετα, κάτι τέτοια μαργαριτάρια είναι προϊόντα άγνοιας των κανόνων της Γραμματικής και έλλειψης γλωσσικής καλαισθησίας.

2.                             Παρόμοιο λάθος παρατηρείται και στις προπαροξύτονες μετοχές του ενεστώτα της παθητικής φωνής, οι οποίες όταν λαμβάνονται ως ουσιαστικά κατεβάζουν τον τόνο στην παραλήγουσα στη γενική του ενικού, καθώς και στη γενική και αιτιατική πληθυντικού. Π.χ. λέμε των εργαζόμενων φοιτητών (επίθ.), αλλά η απόλυση των εργαζομένων (ουσ.), τους εργαζόμενους φοιτητές (επίθ.), αλλά αμείβουμε τους εργαζομένους (ουσ.), επίσης, των κατηγορούμενων, τους κατηγορούμενους (ως επίθ.) αλλά των κατηγορουμένων, τους κατηγορουμένους (ως ουσ.).

3.                              Όσο για την γενική σε –έως, παράλληλα με την γενική σε –ης, των αρχαιόκλιτων σε –η θηλυκών (η πόλη της πόλης και πόλεως, η σκέψη της σκέψης και σκέψεως), υπάρχουν πολλοί νεόκοποι δημοτικιστές που πάνε να την καταργήσουν τελείως, γιατί, τάχατες, είναι καθαρευουσιάνικη ή ίσως, ακόμα, γιατί την αγνοούν παντελώς.

4.                             Επειδή στη ζωή μου ήμουν πάντοτε μετριοπαθής και συνήθισα να αποφεύγω τις ακρότητες, θεωρώ ότι συντελείται κακοποίηση και βιασμός της Νεοελληνικής μας γλώσσας, χρησιμοποιώντας ορισμένους τύπους ουσιαστικών. Και πιο συγκεκριμένα. θηλυκά που δηλώνουν ιδιότητα, αξίωμα ή επαγγέλματα που ως τώρα ανήκαν μόνο σε άνδρες, δεν ακούγονται καθόλου ωραία, αν τα πούμε σύμφωνα με τους κανόνες της Δημοτικής.

       Έτσι, η Δημοτική για τα συγκεκριμένα θηλυκά έχει τις καταλήξεις -ίσσα, -τρα, -τρια, -αινα, -ίνα, -ού, -α, -η. Από τα θηλυκά αυτά δεν απάδουν φωνητικά όσα έχουν τις καταλήξεις: -τρα (μοιρολογήτρα, κλέφτρα, ψεύτρα κ.λπ.), -τρια (συντάκτρια, εθελόντρια, εγγυήτρια, λογίστρια, μεταφράστρια κ.λπ.), -αίνα (λύκαινα, δράκαινα), -ου (παλικαρού, δουλευταρού, μυλωνού, γλωσσού), -α (δούλα, σερβιτόρα, νοσοκόμα, πρεσβυτέρα, δασκάλα) και –η (αδελφή, φίλη).

     Το πρόβλημα δημιουργείται και εντοπίζεται στα θηλυκά σε –ίσσα και –ίνα. Έτσι, σύμφωνα με τους κανόνες της Δημοτικής πρέπει να λέμε: ειρηνοδίκισσα, πρωτοδίκισσα, γυμνασιάρχισσα, γεωπόνισσα, μπακάλισσα, συγγένισσα, συναδέλφισσα, ηγουμένισσα, βιβλιοπώλισσα, λοχαγίνα, αρχηγίνα, γιατρίνα, βουλευτίνα, αρχαιολογίνα, ηθοποιίνα, πρωθυπουργίνα, φιλολογίνα, δικαστίνα (και δικάστρια), χωροφυλακίνα, αεροπορίνα, προσφυγίνα κτλ.

   Τα παραπάνω παράγωγα, με τις συγκεκριμένες καταλήξεις (-ίσσα και –ίνα), είναι γεγονός ότι το γλωσσικό αισθητήριο του λαού μας-   επηρεασμένο, ίσως, από την καθαρεύουσα αιώνων- δεν τα αποδέχτηκε από την πρώτη στιγμή, οπότε, τώρα πια, είναι αδύνατον, πιστεύω, να τα βάλει στη γλώσσα του και να τα αγκαλιάσει με την παραπάνω- σύμφωνα με τους κανόνες της Δημοτικής- μορφή και θα συνεχίσει να τα λέγει, όπως τα έλεγε για αιώνες, κάτω από την επίδραση της καθαρεύουσας.

    Εξάλλου, οι συγκεκριμένες μορφές θηλυκών ουσιαστικών αποφεύγονται επιμελώς και από την Νεοελληνική Γραμματική του Μ. Τριανταφυλλίδη, του ΟΕΔΒ, που διδάσκεται στα σχολεία Μέσης Εκπαίδευσης και δεν διδάσκονται στους μαθητές. οπότε, φαίνεται πραγματικά δύσκολος, αν όχι αδύνατος, ο εθισμός του απλού λαού να μάθει να χρησιμοποιεί τους συγκεκριμένους τύπους του θηλυκού. Θα συνεχίσει, λοιπόν, ο λαός μας να λέγει η λοχαγός, η αρχηγός, η γιατρός, η βουλευτής, η υπουργός, η πρωθυπουργός, η αρχαιολόγος, η ηθοποιός, η χειρουργός, η φιλόλογος, η ειρηνοδίκης, η πρωτοδίκης, η γυμνασιάρχης, η γεωπόνος, η συγγενής, η συνάδελφος, η ηγουμένη, η βιβλιοπώλης. Και το θεωρώ σωστότερο, στο ακουστικό αισθητήριο του λαού μας, να λέμε και να γράφουμε «η κόρη μου σπουδάζει γιατρός, φιλόλογος», αντί «γιατρίνα, φιλολογίνα» ή, ακόμα, «η κ. Γυμνασιάρχης» αντί «η κ. Γυμνασιάρχισσα», ή «η ηγουμένη της Ι. Μονής» αντί «η ηγουμένισσα της Ι. Μονής», παρότι είναι γνωστή η πόλη του Κιλκίς Γουμένισσα, που θα δημιουργήθηκε, προφανώς, από τον τελευταίο τύπο, κατ’ επηρεασμόν της δημοτικής.           

     Όσο και αν προτείνει ο Εμμ. Κριαράς[1] ότι, στη Δημοτική, το θηλυκό των ουσιαστικών «ο συγγραφέας» και «ο γραμματέας»  πρέπει να είναι η συγγράφισσα και η γραμμάτισσα, ποτέ η πλειοψηφία του ελληνικού λαού δεν θα τα αποδεχθεί και ενστερνιστεί στη μορφή αυτήν και θα συνεχίσει να λέγει η συγγραφέας και η γραμματέας.

5.              Ο μήνας Οκτώβριος είναι ο μοναδικός από τους τέσσερις τελευταίους μήνες που δεν παίρνει [μ]. Έτσι, γράφουμε Οκτώβριος, αλλά Σεπτέμβριος, Νοέμβριος,  Δεκέμβριος.



[1] Εμμ. Κριαράς, Γλωσσικό αίσθημα και νεόπλαστα θηλυκά, εφημ. «Τα Νέα» 10-11-1990, 44.

Δεν υπάρχουν σχόλια: