K E P A M E Σ


ΧΩΡΙΑ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΜΑΣ

ΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ


                        9. K E P A M E σ                                                        

    ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ


Στον ένθερμο και διαπρύσιο κήρυκα της ελευθερίας,
Αντιστασιακό Μητροπολίτη Κρήτης,
Βασίλειο Μαρκάκη

·     Γενικά στοιχεία για το χωριό

          Χωριό του Δήμου Λάμπης, κάτ. 244 (2001), υψόμ. 300 μ., στον δρόμο προς Αγία Γαλήνη, διακλάδωση στο 34,5 χλμ. δεξιά (Ακτούντα, Βάτος, Άρδακτος, Δρύμισκος, Κεραμές), κτισμένο στις πλαγιές τού βουνού Kέντας, που αποτελεί συνέχεια τής μεγάλης οροσειράς των Λευκών Oρέων.
Η αρχική αναγνώριση τής κοινότητας Κεραμέ έγινε με το Διάτ. 26-1-1925, ΦΕΚ Α 27/1925. Οικισμοί που αρχικά απάρτισαν την κοινότητα: Κεραμές, Αγαλλιανού, Λίγκρες, Δρύμισκος[1].
Οικισμοί που αποτελούν σήμερα το Δ.Δ. Κεραμέ (κάτ. 345): Κεραμές (κάτ. 244), Αγαλλιανός (κάτ. 43), Αγία Φωτεινή (κάτ. 58).
Ερειπωμένοι Οικισμοί: Άγιος Ιωάννης ο Αλωτός[2], Λίγκρες[3], Πετριανά[4]
Η φυσιογνωμία όλων αυτών των χωριών και το χρώμα τους δεν έχει καθόλου αλλοιωθεί από τον τουρισμό, που δύσκολα φθάνει στα μέρη αυτά. Με το φύλλο 728/21-9-95, τ. Δ΄, της «Εφημερίδος τής Κυβερνήσεως» ο οικισμός τού Κεραμέ χαρακτηρίζεται ως παραδοσιακός, κατηγορίας ιι (Μέσης Πολιτιστικής Αξίας). Με το ίδιο διάταγμα καθορίζονται οι χρήσεις και οι ειδικοί όροι και περιορισμοί δόμησης αυτού. Χαρακτηριστικό ότι στην ίδια περίπτωση με τον Κεραμέ υπάγονται τρία μόνο χωριά της επαρχίας Αγίου Βασιλείου (εκτός, δηλαδή, από τον Κεραμέ και τα χωριά Μέλαμπες και Μύρθιος).
 
Η κεντρική βρύση του χωριού στην πλατεία
·     Πληθυσμιακά στοιχεία- Διαχρονική θεώρηση τού ονόματος τού χωριού- Κτηματολογικά Στοιχεία

         Οι παλιότερες αναφορές που έχουμε για το χωριό είναι αυτή του έτους 1577 από τον Fr. Barozzi (Fo 26V), με τη μορφή Cheramea, και του 1583 (απογραφή Π. Καστροφύλακα– Κ 176), όπου, επί πλέον, το χωριό σημειώνεται Chieramea, με 207 κατοίκους. Το ίδιο έτος, και πάλι από τον Καστροφύλακα (Κ 184), το χωριό αναφέρεαι ως Chieramea, με 181 οφειλόμενες αγγαρείες. Αργότερα, στα 1630, αναφέρεται στην επαρχία Αγίου Βασιλείου και από τον Βασιλικάτα με τη μορφή Cheramea.
   Και η πληθυσμιακή και ονοματολογική εξέλιξη τού χωριού συνεχίζεται κατά τους επόμενους αιώνες ως εξής:
      1659 (Τουρκική απογραφή) αναφέρεται ως Kerame, με 20 σπίτια[5]
    Ο κεφαλικός φόρος το ίδιο έτος (1659) ανέρχεται σε είκοσι χαράτζια, ενώ είκοσι σπίτια πλήρωναν φόρο καφτανίου. Αργότερα, σύμφωνα με το κατάστιχο κεφαλικού φόρου τού 1671/2, το χωριό φέρεται να πληρώνει 16 χαράτζια. Επίσης, το ίδιο έτος, το χωριό εμφανίζεται με 291,5 τσερίπια[6] καλλιεργημένα χωράφια, 92 ελαόδεντρα και 50 τσερίπια ακαλλιέργητες γαίες[7].
      1834 (Αιγυπτιακή απογραφή) (Keramé), με 40 χριστιανικές οικογένειες
      1881 Δήμος Αγίου Πνεύματος[8], Κεραμές [και ΄Αγιος Ιωάννης Αλοτός (sic)] 337     χριστιανοί κάτοικοι
      1900, Δήμος Αγίου Πνεύματος, Kεραμές, 440 κατ.
    1920, έδρα ομώνυμου αγροτικού Δήμου, Κεραμές, 516 κάτοικοι.
     1928 (15-16 Μαΐου), έδρα ομώνυμης κοινότητας, Κεραμές, 468 κάτοικοι (219 άνδρες + 249 γυναίκες)
      1940 (16 Οκτωβρίου), Κεραμές, 505 κάτοικοι (235 άνδρες + 270 γυναίκες)
      1951 Κεραμές, 500 κάτοικοι
      1961 (19 Μαρτίου), Κεραμές, 440 κάτ.
      1971 (14 Μαρτίου), Κεραμές, 326 κάτ.
      1981 (5 Μαΐου,), Κεραμές, 247 κάτ.
      1991 Κεραμές  248
      2001 Κεραμές 244 (και Τοπική Κοινότητα Κεραμέ: 345)
  ΄Οπως γίνεται φανερό από τα παραπάνω στοιχεία που παραθέσαμε, από το έτος 1940 μέχρι και το έτος 1991 στην κοινότητα Κεραμέ σημειώθηκε σημαντική μείωση τού πληθυσμού, της τάξης τού 57,68%, που αποτελεί ένα από τα υψηλότερα ποσοστά μείωσης πληθυσμού στους οικισμούς τού νομού μας. Και, επί πλέον, ο γεροντικός πληθυσμός εδώ είναι παραπάνω από διπλάσιος τού παιδικού[9]. Και η πτωτική τάση τού πληθυσμού τής κοινότητας συνεχίζεται το ίδιο ραγδαία και απειλητική και στις μέρες μας, ακολουθώντας την κοινή μοίρα των περισσοτέρων χωριών τής επαρχίας Αγίου Βασιλείου και της ελληνικής υπαίθρου γενικότερα. Ένα μεγάλο μέρος τού  πληθυσμού τού Κεραμέ απορρόφησε η Αθήνα, ιδιαίτερα στη δεκαετία τού ’60, ενώ ελάχιστοι είναι οι Κεραμιανοί που, τον ίδιο καιρό, τους απορρόφησε το γνωστό μεταναστευτικό ρεύμα τής Γερμανίας. Τη σκληρή και με πολλές στερήσεις ζωή τού χωριού τής εποχής εκείνης ήταν πολύ δύσκολο να την αντέξει εκείνος που θα επιχειρούσε να κάνει και την παραμικρή σύγκριση με τη ζωή τής πόλης.
    H κατάσταση αυτή, που στις μέρες μας φαίνεται να καθίσταται εφιαλτική και μη αναστρέψιμη, θα μπορούσε, ίσως, να αλλάξει προς το καλύτερο μόνο με τη λήψη γενναίων μέτρων από την ελληνική Πολιτεία, όπως είναι η κατασκευή σημαντικών έργων υποδομής στην ύπαιθρο, η επιδότηση των νέων ζευγαριών για την εγκατάσταση και δραστηριοποίησή τους στο χωριό- με την παράλληλη και συστηματική εκπαίδευσή τους σε αγροτοκτηνοτροφικά θέματα- η γενναία αύξηση των επιδοτήσεων των καλλιεργειών και της κτηνοτροφίας, καθώς και των τιμών των αγροτοκτηνοτροφικών προϊόντων. Τέλος, σημαντική θα απέβαινε και η δημιουργία πνευματικών κέντρων για τους κατοίκους και ιδιαίτερα για τους νέους, καθώς και η δημιουργία αθλητικών χώρων.
 
Γραφικό σοκάκι του χωριού 
·     Το όνομα τού χωριού
       Tο τοπωνύμιο σήμερα ακούγεται με τις μορφές Kεραμές (ο) ή Kεραμέ (το, τα) (στον Kεραμέ ή στο Kεραμέ, στα Kεραμέ) και αναφέρεται στην επαρχία Aγίου Bασιλείου, χωρίς σημαντικές αποκλίσεις, σε όλες τις γνωστές απογραφές από το 1577 και εξής. Ειδικότερα, αναφέρεται το 1577 από τον Francesco Barozzi (fo 26v) ως Cheramea, από τον Kαστροφύλακα το 1583 (K176) ως Chieramea, από τον Bασιλικάτα το 1630 ως Cheramea, στην τούρκικη απογραφή του 1659 ως Kerame, στην αιγυπτιακή απογραφή του 1834 Keramé, το 1881 Kεραμέ, το 1928 Κεραμέ και από το 1940 και εξής Κεραμές (ο).
    Tο τοπωνύμιο πιθανόν να οφείλεται σε έναν λόφο που ονομάζεται Kέραμος και βρίσκεται πεντακόσια μόλις μέτρα πιο πάνω από το χωριό. Kατά τη μεριά τού χωριού ο λόφος αυτός παρουσιάζει μια πολύ απότομη βραχώδη πλευρά, με ύψος εκατό περίπου μέτρα, που, λόγω του παρουσιαστικού της, πιστεύεται ότι στο χώρο αυτό υπήρχε παλιό ηφαίστειο. Στην κορυφή τού λόφου βγαίνουν κάτι μεγάλες πλάκες που έχουν το σχήμα κεραμίδων. Aυτές τις κεραμίδες οι κάτοικοι παλιά τις γκρέμιζαν από το φυσικό τους περιβάλλον και τις χρησιμοποιούσαν στα δώματα των σπιτιών τους ή για τη μεταφορά νερού με τα «κουτούντα» της εποχής εκείνης. Φαίνεται λοιπόν πως από αυτές τις φυσικές κεραμίδες (κεραμιδόπετρες) πήρε το όνομά του τόσο ο λόφος (Kέραμος) όσο και το χωριό [Kεραμέ(ς)].
    Σύμφωνα, τώρα, με μια άλλη εκδοχή η προέλευση του ονόματος τού χωριού αποδίδεται σε παραφθορά από το «κεραμεύς», που δηλώνει τον άνθρωπο που ασχολείται με την κεραμική. Επ’ αυτού, ο κ. Xρίστος Mακρής, ύστερα από επιτόπια παρατήρησή του, αναφέρει ότι στην ακτή τού Kεραμέ και παρά τον υπάρχοντα εκεί ορμίσκο ελλιμενισμού μικρών σκαφών –προφανώς εννοεί αυτόν της Aγίας Φωτιάς– υπάρχει αμμώδης έκταση, η οποία, σήμερα, βρίθει οστράκων και μάλιστα σε έκταση ενός στρέμματος περίπου. Πρόκειται, λέγει, μάλλον, περί εργαστηρίου αγγειοπλαστικής παρά αποθήκης και συνάμα κέντρο εμπορίου δια θαλάσσης, κυρίως, των προϊόντων τού εργαστηρίου εκείνου. Προφανώς λοιπόν, σημειώνει ο κ. Mακρής, από τον μικρό εκείνο χώρο να προήλθε το σημερινό όνομα τού χωριού Kεραμέ[10].

·     Ιστορικά στοιχεία
Ήδη από την προμινωική εποχή μαρτυρείται η παρουσία του σημερινού Κεραμέ στη νότια Λυβική ακτή τού νομού Ρεθύμνης. Αργότερα, κατά τα αρχαϊκά, κλασικά και ελληνιστικά χρόνια, ο Κεραμές συνεχίζει  να ακμάζει και να θεωρείται, τώρα πια, ως μια από τις εκατό πόλεις- περίφημη «εκατόμπολις»- της αρχαίας Κρήτης. Την άποψη ότι μάλλον πρόκειται για την αρχαία πόλη «Βιώννο» τής ομηρικής Εκατόμπολης διατύπωσε πρώτη η Μ. Guarducci [11].
Τα ερείπια τής πόλης μαρτυρούνται χαμηλά, πάνω ακριβώς από το γιαλό και σε απόσταση 2-3 χιλιομέτρων νότια τού σημερινού χωριού, σε παραθαλάσσιο απότομο ύψωμα που δεσπόζει πάνω από τη θάλασσα προς το Νότο, ενώ από το μέρος τού Βοριά δεν παρουσιάζει σημαντική υψομετρική διαφορά σε σχέση με τη γύρω περιοχή. Σήμερα τα ερείπια τής αρχαίας πόλης κρατούν μιαν έκταση  πάνω από 150 μ. από ανατολικά προς Δυτικά και 100 μ., ή και περισσότερα, από Βορρά προς Νότο, ενώ η άλλη μισή πόλη βρίσκεται θαμμένη σε μικρό βάθος κάτω από την επιφάνεια τής θάλασσας. Για ύπαρξη ερειπίων «άγνωστης πόλης» στην περιοχή τού Κεραμέ κάνει λόγο και ο Εμμ. Γενεράλις,  αλλά και ο Νικ. Γ. Παππαδάκις, από τις γειτονικές Βρύσες, Αρχαιολόγος και Καθηγητής τού Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ο οποίος, μάλιστα, πρώτος ανακάλυψε και μελέτησε από αρχαιολογική άποψη την παραπάνω περιοχή.
Για την αρχαία πόλη τού Κεραμέ Βιώννο (Κιόνια) πιστεύεται ότι από κάποια στιγμή και πέρα το έδαφος άρχισε να υποχωρεί και η πόλη να βυθίζεται στο νερό. Τότε οι κάτοικοί της αναγκάστηκαν να την εγκαταλείψουν και να μετακινηθούν σε άλλο σημείο ψηλότερα, στην περιοχή όπου βρίσκονται σήμερα τα χωριά Κεραμές και Αγαλλιανός. Φαίνεται, ακόμα, ότι στη μετακίνηση αυτή συνέτεινε και η γενικότερη κατάρρευση τής παντοδύναμης Εκατόμπολης, που τη διαδέχτηκαν οι κάθε λογής κατακτητές. Τα παράλια, ως τόπος παραμονής, ήταν πλέον πολύ επικίνδυνα εξαιτίας των πειρατών που έκαναν συχνότατες επιδρομές και απειλούσαν σοβαρά κάθε παραθαλάσσια περιοχή. Τέτοιες πρώιμες πειρατικές επιδρομές σημειώνονται και στην Κρήτη κατά το πρώτο μισό τού δεύτερου π. Χ. αιώνα, κυρίως από Κίλικες και Κρήτες επιδρομείς. Γι’ αυτό και όσοι από τους κατοίκους τής Βιώννου συνέχιζαν να παραμένουν στην παραθαλάσσια πολιτεία τους, τώρα, κάτω και από την πίεση των παραπάνω πειρατών, αναγκάστηκαν να μετακινηθούν ψηλότερα, στην περιοχή των σημερινών χωριών Κεραμέ-  Αγαλλιανού, για λόγους μεγαλύτερης ασφάλειας.
Φαίνεται, πάντως, πολύ πιθανόν ότι αρχικά, και για πολλούς αιώνες, η οίκηση στη νέα περιοχή θα πρέπει να έγινε με τη μορφή μικρών αγροτικών οικισμών, «μετοχίων». Αυτό, εξάλλου, βεβαιώνεται και από τα υπολείμματα τόσων διαλυμένων οικισμών στην περιοχή, όπως ο Αι-Γιάννης ο Αλωτός, οι Λίγκρες, η Αγία Παρασκευή, το Πάνω και Κάτω Μετόχι, στην περιοχή του Αγαλλιανού, και, πιθανόν, και η Κάτω Βρύση και ο Συριάτης. Πολύ αργότερα, όχι περισσότερο πριν από τέσσερις με τεσσερισήμισι αιώνες, στα χρόνια, δηλαδή, της Ενετοκρατίας, τα μετόχια αυτά συσπειρώθηκαν και σιγά- σιγά συνενώθηκαν στα σημερινά χωριά Κεραμές και Αγαλλιανός με τη  μορφή ακριβώς που αυτά παρουσιάζουν και σήμερα.
Τα χρόνια που ακολουθούν (Ρωμαϊκά και Βυζαντινά) είναι αρκετά σκοτεινά για τη συγκεκριμένη περιοχή τού χωριού Κεραμέ και οι πληροφορίες μας για τις ιστορικές αυτές περιόδους πολύ λίγες και ατεκμηρίωτες. Αργότερα, η περιοχή τού χωριού γνώρισε και πάλι την απειλή επανειλημμένων πειρατικών επιδρομών. Φαίνεται δε ότι το πρόβλημα των πειρατικών αυτών επιθέσεων θα έγινε  εντονότερο λίγο πριν από την Τουρκοκρατία, και μάλιστα στα μέσα του 16ου αιώνα, όταν παρατηρούνται οι πειρατικές επιδρομές  των λεγομένων Μπαρμπαρέζων πειρατών, που, ανάμεσα στα άλλα, επέφεραν και την καταστροφή των Λιγκρών, αρκετά μεγάλου οικισμού τον καιρό εκείνο, στα νότια παράλια τού νομού Ρεθύμνου, κάτω από τον σημερινό Κεραμέ. Απόγονοι, μάλιστα, Λιγκριωτών προσφύγων, οι Δωρόθεος και Μάρκος Βλαττής, ίδρυσαν στη Θεσσαλονίκη την περίφημη Ι. Μονή των Βλατάδων, ανάμεσα στα έτη 1351 και 1371.

Μεγάλες μάχες ή επιθέσεις τουρκικών στρατευμάτων δεν μαρτυρούνται, κατά τα χρόνια τής Τουρκοκρατίας, στην περιοχή τού Κεραμέ πέρα, ίσως, από μια μάχη που σημειώθηκε στις 8-12-1868, στα τέλη, δηλαδή, της Μεγάλης Κρητικής Επανάστασης και η οποία έγινε σημαντική για το οικτρό και αιματηρό τέλος που είχε.
Σχηματίστηκε, λέγει, σώμα από δυο χιλιάδες άνδρες ντόπιους και εθελοντές, κάτω από τις διαταγές τού πατέρα και του υιού Πετροπουλάκη, το οποίο καταδιώχτηκε από τον Μεχμέτ Αλή πασά κοντά στο χωριό Κισσός και αναγκάστηκε να προχωρήσει προς το χωριό Κεραμές. Εδώ έφτασε στο μεταξύ και ο Ομέρ πασάς με αποτέλεσμα το σώμα να βρεθεί σχεδόν περικυκλωμένο από τον εχθρό και να διεξαχθεί εκεί μια άγρια και φονικότατη μάχη. Γιατί, δυστυχώς, μετά τους πρώτους πυροβολισμούς το σώμα έμεινε χωρίς αρχηγούς, καταλήφθηκε από πανικό και, περικυκλωμένο όπως ήταν, τράπηκε σε άτακτη φυγή. Τριακόσιοι, περίπου, άντρες έπεσαν νεκροί ή τραυματίστηκαν στην άτυχη αυτήν περίσταση. Άλλοι, πάλι, άφησαν τα όπλα τους και παραδόθηκαν, οι δε λοιποί τράπηκαν σε φυγή ή από φόβο κρύφτηκαν στις γύρω περιοχές. Το υπόλοιπο σώμα των εθελοντών μαζί με τον Πετροπουλάκη κατόρθωσε μέσα στην βαθιά νύχτα περνώντας από διάφορα δύσβατα μέρη, και ύστερα από μακριά και επίπονη οδοιπορία, να φτάσει μέχρι τον Καλλικράτη.
Και μπορεί, βέβαια, το χωριό να μη γνώρισε, αυτό το ίδιο, μεγάλες και φονικές συμπλοκές πέραν της παραπάνω, όμως και το χωριό έδωσε στον αγώνα κατά των Τούρκων πλείστους αγωνιστές, που έλαβαν μέρος σε διάφορες μάχες σε άλλες περιοχές τού νομού Ρεθύμνου και της Κρήτης γενικότερα.
Ο Κεραμές, μάλιστα, είχε και τη δική του πολεμική σημαία, που τη βλέπουμε να λαβαίνει μέρος στην πεισματώδη μάχη τού Βρύσινα, στις 20 Οκτωβρίου 1866, στην οποία είχε λάβει μέρος με το στρατιωτικό του σώμα και ο Π. Κορωναίος, Γεν. Αρχηγός τού αγώνα. Στη θέση Πέταλο τού Βρύσινα, κατά τη συγκεκριμένη μάχη, πολέμησε  και ο Κεραμιανός ιεροδιδάσκαλος παπα- Παύλος Κοπανάκης.
Αργότερα, στις αρχές τού αιώνα μας, που τα πολεμικά προσκλητήρια τής πατρίδας ήταν πολλά και ακολουθούσαν το ένα μετά το άλλο, οι Κεραμιανοί δεν απουσίασαν και πάλι από κανένα. Έτσι, αρχικά στον Μακεδονικό Αγώνα (1903-1908) και στην ομάδα του Στ. Κλειδή, συμμετέχουν και δύο Κεραμιανοί, ο Αποστολάκης Στυλ. και ο Λιοδάκης Ρούσσος, ενώ στους Βαλκανικούς πολέμους, στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (1912-13), στην Μικρασιατική εκστρατεία (1922), στον ελληνοϊταλικό πόλεμο (1940-41), στη γερμανική κατοχή και στην Εθνική Αντίσταση που ακολούθησε, αλλά και στα άλλα πολεμικά γεγονότα από το 1944-49, η κοινότητα Κεραμέ έδωσε και πάλι πλουσιότατο το παρόν της και προσμέτρησε τρεις περίπου, δεκάδες νεκρών, τα ονόματα των οποίων κατακοσμούν το ηρώο των νεκρών τής κοινότητας, στον περίβολο τού ι. ναού τού Αγίου Δημητρίου, στο Πάνω Χώρι.


·     H παραθαλάσσια περιοχή τού Kεραμέ
επίκεντρο πολεμικού ανεφοδιασμού και μετακίνησης
άμαχου πληθυσμού και πολεμιστών κατά την Tουρκοκρατία και τη γερμανική κατοχή

        Kατά τη γερμανική κατοχή στο μοναστήρι τού Πρέβελη, στον Kεραμέ, Aγαλλιανό, Άγιο Iωάννη Aλωτό, αλλά και στα άλλα γειτονικά χωριά, έβρισκαν καταφύγιο και περίθαλψη πολυάριθμοι Άγγλοι, Aυστραλοί και Nεοζηλανδοί στρατιώτες, ενώ η παραθαλάσσια περιοχή των Λιγκρών και του Πύργου έγινε και πάλι το επίκεντρο πολεμικών επιχειρήσεων, αφού εκεί έκαναν, συχνά, προσεγγίσεις συμμαχικά πλοία και υποβρύχια, προκειμένου να εφοδιάζουν τον μαχόμενο πληθυσμό τής Kρήτης με τροφές και άλλα πολεμοφόδια.
     Kαι με την ευκαιρία αυτήν κρίνουμε σκόπιμο να υπενθυμίσουμε ότι η παραλία των Λιγκρών και του Πύργου δε χρησιμοποιήθηκε προς ανεφοδιασμό και τροφοδοσία μόνο από τα συμμαχικά πλοία και υποβρύχια κατά τη γερμανική κατοχή, αλλά και παλιότερα, στα χρόνια της Tουρκοκρατίας, και μάλιστα κατά τα αιματηρά γεγονότα τής Mεγάλης Kρητικής Eπανάστασης.
      Ήταν τότε που το περίφημο ταχύπλοο «Αρκάδι», το οποίο αγοράστηκε από τον Γ. Παπαγιάννη το έτος 1867, μετά τα δραματικά γεγονότα τού ομώνυμου Μοναστηριού – και του οποίου, μάλιστα, το ηρωικό όνομα το πλοίο προσέλαβε– έκανε αρκετά ταξίδια και σε αυτήν τη νότια παραθαλάσσια περιοχή τού νομού Ρεθύμνου.
      Η θαλάσσια περιοχή ειδικά του Κεραμέ ήταν αρκετά προφυλαγμένη, ώστε να γίνεται με αρκετή ασφάλεια ο ανεφοδιασμός σε τρόφιμα και πολεμικό υλικό, καθώς και η επιβίβαση ή αποβίβαση των επιβατών– συνήθως γυναικόπαιδων– που παρελάμβανε το σκάφος από τη Γιαλιά, για να τα μεταφέρει σε ασφαλέστερα μέρη, στη Σύρο και το αντίθετο. Αλλά και γιατί η Ι. Μ. Πρέβελη– που βρίσκεται στην περιοχή αυτήν– αποτελούσε σπουδαίο επιχειρησιακό κέντρο του Κρητικού Αγώνα.
      Στις 2 Απριλίου 1867 η Προσωρινή Κυβέρνηση έγραφε προς την Επιτροπή Σύρου, από το Ροδάκινο, ότι το Αρκάδι είχε καταπλεύσει, κατά το 6ο ταξίδι του, στο Γεροπόταμο του Πρέβελη. Μετά την εκφόρτωση και την αποβίβαση εκεί των ολίγων επιβατών και την επιβίβαση κάποιων άλλων έπλευσε στον όρμο κάτω από το χωριό Κεραμέ– δηλαδή στη θαλάσσια περιοχή των Λιγκρών– απ’ όπου παρέλαβε και άλλα γυναικόπαιδα. Tέλος, και σύμφωνα με τον Kων. Kριάρη, το θρυλικό τροχήλατο «Aρκάδι» κατά το τελευταίο μοιραίο ταξίδι του (KΓ’) στην πολύπαθη Kρήτη, την 4η Aυγούστου 1867, με ναύαρχό του τον περίφημο Kουρέντη, και στην απεγνωσμένη του προσπάθεια να αποφύγει το επερχόμενο τουρκικό σκάφος «Iντζεδίν», πραγματοποίησε, για λίγο, την τελευταία ιστορική προσέγγισή του στην παραλία του Πρέβελη, κοντά στην περιοχή των Λιγκρών και του Κεραμέ και, στη συνέχεια, για ακόμα περισσότερη ασφάλεια, κατέφυγε στα μετόπισθεν της νήσου Γαύδου.
      Mια τέτοια προσέγγιση στο Γιαλοπόταμο του Kεραμέ έκανε και ο γενναίος Mυκωνιάτης πλοίαρχος καπετάν-Nικόλας Σουρμελής με το πλοίο του «Ένωσις» τον Iούλιο του 1868.
       Aυτή, γενικά, υπήρξε η ιστορία τής περιοχής τού Kεραμέ κατά την τουρκοκρατία και τα τελευταία τού πρώτου μισού τού αιώνα μας χρόνια.
         Με τέτοιες πράξεις ηρωισμού και αυτοθυσίας οι Κεραμιανοί βοήθησαν τους αγώνες τού έθνους για την ανάκτηση της πολυπόθητης λευτεριάς.
              
·     Αγωνιστές τού χωριού

1.            Γεώργιος Αρετάκης
2.            Ιωάννης Καλαϊτζιδάκης
3.            Ιωάννης Σ. Σπυριδάκης
4.            Ιωάννης Σπυριδάκης
5.     Πετράκης ή Καλογεράκης Μάρκος.
6.     Μιχαήλ Ταταράκης
Ήταν από τους σπάνιους αγωνιστές τής πατρίδας, όπως βεβαιώνουν οι εκτιμητές τής περιφέρειας Κεραμέ και αγωνίστηκε το 1866 και το 1878. Το 1866, μάλιστα, ο Κορωναίος τού έδωσε τον βαθμό τού εκατοντάρχου, εξαιτίας της πολεμικής δραστηριότητάς του.
7.      Αντώνιος Αντωνιουδάκης
8.      Σπύρος Παπαδάκης
9.      Νικ. Ταταράκης
10.    Νικόλαος Σπυριδάκης



·     Ενορία αγίου Παντελεήμονος Κεραμέ
 Τα δύο χωριά Κεραμές και Αγαλλιανός αποτελούν, ανέκαθεν, μιαν ενορία με έδρα τον Κεραμέ και κεντρικό ναό αυτόν του Άγιου Παντελεήμονος.
 Θελήσαμε να παρακολουθήσουμε τη διαδοχή των ιερέων τής ενορίας Κεραμέ κατά τους τελευταίους αιώνες. Όμως, λόγω της παντελούς ανυπαρξίας αρχείων στην ενορία περιοριστήκαμε στη ζώσα μαρτυρία των κατοίκων και του σημερινού ιερέα του χωριού, π. Κων. Πετυχάκη, οι οποίοι ενθυμούνται τρεις μόνο ιερείς που διακόνησαν στο χωριό και καλύπτουν ολόκληρο τον 20ο αιώνα, δηλαδή :
          1)τον ιεροδιδάσκαλο και αγωνιστή Παύλο Κοπανάκη (1901-1959)
             2)τον Δημήτριο Σαβ(β)οργιανάκη (1959-1962) και
             3)τον π. Κωνσταντίνο Πετυχάκη (Σεπτ. 1962- Φεβρ. 2002)
             4) τον π. Μιχαηλ Μαθιουδάκη (2002- σήμερα)

Στο Μοναχολόγιο της Ι. Μ. Πρέβελη (αύξων αριθμός 64) αναφέρεται ότι, κατά το έτος 1870, από το Μητροπολίτη Λάμπης και Σφακίων Παϊσιο, χειροτονήθηκε εφημέριος στον Κεραμέ ο Κεραμιανός ιερομόναχος Μελέτιος Τσιριτάκης, ο οποίος, με εξαίρεση το χρονικό διάστημα ενός χρόνου- που έλειψε στα Ιεροσόλυμα στην Ι. Μονή τού Αγίου Σάββα- θα πρέπει, κατά την άποψή μας, να συνέχισε να είναι ο εφημέριος τού Kεραμέ  και κατά το διάστημα μέχρι και το έτος 1895, που το Μοναστήρι του Πρέβελη τον είχε διορίσει ως ενοικιαστή τού Μετοχίου του στον Κεραμέ.
        Στηριζόμενοι, επίσης, σε χειρόγραφη μαρτυρία τού έτους 1853 που κάνει λόγο για κάποιο παπα-Πέτρο, που χειροτονήθηκε, λέγει, ιερέας στις 22 Φεβρουάριου 1853 από τον επίσκοπο Διονύσιο[12], μπορούμε να επεκτείνουμε τον κατάλογο των ιερατευσάντων στην ενορία τού Κεραμέ μέχρι και τα μέσα του 19ου αιώνα και να θεωρήσουμε αυτόν τον παπα- Πέτρο (1853-1870), ως τον προκάτοχο τού παραπάνω ιερομ. Μελετίου Τσιριτάκη στην ενορία τού Κεραμέ. Πέρα του έτους αυτού, 1853, τα αρχεία της Μητροπόλεως Σπηλίου και της Ι. Μ. Πρέβελη αδυνατούν να μας βοηθήσουν στην εντόπιση των ιερέων που χρημάτισαν  εφημέριοι τής ενορίας τού Κεραμέ.

·     Εκκλησίες τού χωριού
            Βυζαντινές εκκλησίες τού χωριού, με τοιχογραφικό διάκοσμο, είναι:
       1. ο άγιος Νικόλαος, ΝΔ του χωριού, με ίχνη τοιχογραφιών στους πλάγιους τοίχους τού ναού.
             2. ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος (Αϊ- Γιάννης ο Αλωτός), ΝΔ του χωριού, με ίχνη τοιχογραφιών έφιππων Αγίων και του Αρχαγγέλου Μιχαήλ, στον βόρειο τοίχο τού ναού.
             3. ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος (Κάτω Αϊ- Γιάννης), νότια τού χωριού, με την Πλατυτέρα και ιεράρχες στην κόγχη τού ιερού και δυσδιάκριτα ίχνη τοιχογραφιών στον βόρειο τοίχο.
             
Η Ιερά Μονή Πρέβελη
·     Σχέσεις Ι. Μονής Πρεβελη και Κεραμέ
Αρκετά στενές σχέσεις είχε αναπτύξει ανέκαθεν ο Κεραμές με την Ι. Μονή Πρέβελη και αυτό λόγω της μικρής απόστασης, έξι περίπου χιλιόμετρα, που τα χωρίζει χωριό και Μοναστήρι. Πολλοί Κεραμιανοί κατέφευγαν εκεί ως μοναχοί, ενώ άλλοι εργάζονταν ως λαϊκοί στα ατέλειωτα κτήματα τού Πόδε (Πίσω) Μοναστηριού.
Στην περιοχή τού χωριού το Μοναστήρι διαθέτει πολλά χωράφια, τα περισσότερα ελαιώνες, με πεντακόσια- παλιότερα οκτακόσια- ελαιόδεντρα και μέση ετήσια παραγωγή ελαιολάδου περισσότερους από πεντακόσιους τόνους. Έτσι, η ετήσια παραγωγή ελαιολάδου από το Μοναστήρι υπερέβαινε κατά πολύ τη συνολική τού χωριού παραγωγή. Ακόμα, το μοναστήρι τού Πρέβελη διέθετε στον Κεραμέ μετόχι με δική του φάμπρικα (ελαιοτριβείο), με δυο ξύλινα χειροκίνητα ελαιοπιεστήρια, μια ελαιαποθήκη, ένα μαγειρείο, δυο κελιά, στάβλο και μια σιταποθήκη.
Οι Κεραμιανοί που μόνασαν στην Ι. Μονή Πρέβελη είναι αρκετοί, πράγμα που, επίσης, αποδεικνύει τις στενότατες διασυνδέσεις που, ανέκαθεν, υπήρχαν ανάμεσα στο χωριό και το Μοναστήρι. Αυτοί τους οποίους μπορέσαμε να διακριβώσουμε από το Μοναχολόγιο τής Ι. Μονής Πρέβελη είναι οι εξής:
1.   Βασίλειος Μαρκάκης (1872-1950) αδελφός τής Ι. Μονής Πρέβελη και, στη συνέχεια, Επίσκοπος Αρκαδίας και Μητροπολίτης Κρήτης στο Ηράκλειο.
2.   Παρθένιος Αντωνιουδάκης, αδελφός τής Ι. Μ. Πρέβελη, που διετέλεσε και ηγούμενος αυτής .
3.   Ιερομόναχος Μελέτιος Τσιριτάκης
4.   Ιερομόναχος Κλήμης Σπυριδάκης
5.   Ιεροδιάκονος Πανάρετος Σαββοργινάκης
6.   Μοναχός Καλλίνικος Περάκης
7.   Μοναχός Μανασσής Νικολακάκης
8.   Μοναχός Γερμανός Μαρκάκης
9.   Μοναχός Ευμένιος Αλεβυζάκης
10.    Νεόφυτος Σαββοργινάκης
11.     Γνωστές, τέλος, είναι και οι σχέσεις τού αρχιμάστορα Μιχαήλ Σαββοργινάκη ή Σαββοργίνη, από τον Κεραμέ, με το μοναστήρι τού Πρέβελη, το οποίο τον χρησιμοποιούσε τακτικά στην ανοικοδόμηση των διαφόρων ναών και εξαρτημάτων τής Μονής.


·     Μορφές τού χωριού
Βασίλειος Μαρκάκης Μητροπολίτης Κρήτης

      Α΄. Aπό τον εκκλησιαστικό χώρο:

  1. Βασίλειος Μαρκάκης (1872-1950), Mητροπολίτης Kρήτης (1941-1950), η σημαντικότερη από τις μορφές τού Κεραμέ. Τα έτη 1902- 1941 διετέλεσε επίσκοπος Αρκαδίας. Στα χρόνια αυτά δημιούργησε την περίφημη Πρακτική Γεωργική Σχολή τής Μεσαράς και οικοδόμησε λαμπρό βυζαντινού ρυθμού ναό, αφιερωμένο στη μνήμη των Αγίων Δέκα μαρτύρων τής Μεσαράς. Ακόμα, έκτισε εκκλησίες σε χωριά τής επαρχίας του και ανακαίνισε τον ιερό ναό τής Παναγίας τής Καλυβιανής. Συνέπεια τής έντονης αντιστασιακής δράσης του, στα δύστηνα χρόνια τής κατοχής, ήταν η σύλληψή του από τους κατακτητές, στις 26 Μαρτίου 1942 και η βίαιη εξορία του στην Αθήνα, όπου κρατήθηκε μακριά από το αγαπημένο του ποίμνιο για τρία, περίπου, χρόνια μέχρι τις 12 Φεβρουαρίου 1945.

 2. Παρθένιος (κατά κόσμον Πολύδωρος) Αντωνιουδάκις (γένν. 1913), Ηγούμενος τής Ι. Μονής Πρέβελη (1958- 1959 και 1967- 1975)[13].

 3. Μελέτιος (κατά κόσμον Μιχαήλ) Τσιριτάκις[14], ιερομόναχος (γενν. 1840). Το έτος 1886 έφυγε για τη Μονή τού Αγίου Σάββα, στα Ιεροσόλυμα, για ένα έτος. Στα 1884,  έχτισε, στην άμμο τής Λίμνης, εκεί, ακριβώς, όπου σκάει το κύμα τού Λυβικού πελάγους,  το εξωκκλήσι τού Αγίου Σάββα.

 4. Παπα- Παύλος Κοπανάκης (1867-1958), ιερέας και δάσκαλος από τον Κεραμέ. Έλαβε μέρος στην Επανάσταση τού 1889 και ξορίστηκε, στη συνέχεια, από την τουρκική διοίκηση στην «Παλιά Ελλάδα». Κατά την επανάσταση του 1897 έλαβε μέρος στις αψιμαχίες στην περιοχή «Πέταλο Βρύσινα».

 5. Βασίλειος Μιχ. Μαρκάκης, γεννήθηκε στον Κεραμέ το έτος 1905 και σε ηλικία 15 ετών μετέβη στην Ι. Μονή Βατοπεδίου, του Αγίου Όρους, κοντά στον Κεραμιανό μοναχό Γεδεών, αδελφό τού θείου του, Μητροπολίτη Κρήτης, Βασιλείου Μαρκάκη.
       Από το 1941 μέχρι το 1978 μετατέθηκε στην ενορία τού αγίου Δημητρίου Λιμένος Ηρακλείου, όπου βρήκε τον ι. ναό τού αγίου κατερειπωμένο, από τους βομβαρδισμούς των Γερμανών. Ο Βασ. Μαρκάκης ούτε στιγμή δεν λιποψύχησε μπροστά σε αυτήν την κατάσταση που αντίκριζε μπροστά του, αλλά με δραστικές και σύντονες ενέργειές του κατάφερε να εξασφαλίσει τη γενναία δωρεά τής Μαρίας Καλοκαιρινού και με αυτήν να ανοικοδομήσει εκ θεμελίων νέο περικαλλέστατο ναό τού αγίου Δημητρίου, ο οποίος συνεχίζει να υπάρχει μέχρι σήμερα.
        Άλλη σημαντική ενέργεια τού Βασιλείου Μαρκάκη ήταν η αγορά από την ενορία τού αγίου Δημητρίο, και ύστερα από δική του πρωτοβουλία, του Αγίου Πέτρου των Δομινικανών- και κατόπιν Σουλτάν Ιμπραήμ Τζαμί- με απώτερο σκοπό να επιδιορθωθεί και να αποδοθεί στην ορθόδοξη λατρεία. Και πράγματι, ήδη, το κτίσμα επισκευάζεται, προκειμένου να λειτουργήσει, στη συνέχεια, ως ορθόδοξος ναός τού αγίου Πέτρου. Κοιμήθηκε το έτος 1978, στο Ηράκλειο, ενώ ήταν ακόμα εν ενεργεία ιερεύς.  

                    Β΄ . Άλλες μορφές:

1.   Μιχ. Σαββοργινάκης, αρχιμάστορας, κατασκευαστής λαμπρών εκκλησιών.

2. Μαρκάκης Ανδρέας (1890). Τέλειωσε το γυμνάσιο στο Ηράκλειο και σπούδασε Ιατρική στην Αθήνα, με τη βοήθεια τού θείου του επισκόπου Αρκαδίας και μετέπειτα Μητροπολίτη Κρήτης Βασιλείου Μαρκάκη. Ειδικεύτηκε στη μαιευτική- γυναικολογία και διεύρυνε τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο τού Waldegrass. Εγκαταστάθηκε στο Ηράκλειο γύρω στο 1914 και έλαβε μέρος στις πολεμικές επιχειρήσεις τού 1914 και μετέπειτα. Έκτοτε, χάνονται τα ίχνη του. Υπάρχει πληροφορία ότι παντρεύτηκε και έμεινε μόνιμα στη Λυών τής Γαλλίας[15]. 

3.   Νικ. Π. Κοπανάκης (1894- 1977), Γυμνασιάρχης στο Γυμνάσιο Θηλέων Ρεθύμνου.


·     Οικογένειες τού χωριού

       Οι κυριότερες οικογένειες τού Κεραμέ είναι: οι Αποστολάκηδες, Σαββοργινάκηδες, Mιχελακάκηδες, Λιοδάκηδες, Περάκηδες, Σπυριδάκηδες, Κοπανάκηδες, Αλεβυζάκηδες, Μαρκάκηδες, Γρηγοράκηδες, Ρισάκηδες, Αντωνιουδάκηδες.


·     Προϊόντα τού χωριού
  Τα κύρια προϊόντα τού τόπου, που αποτελούσαν και την αποκλειστική πηγή εισοδήματος των κατοίκων μέχρι και το τέλος τής δεκαετίας τού ’60, ήταν- και συνεχίζουν, βέβαια, μέχρι και σήμερα να είναι- οι ελιές και τα χαρούπια. Οι κάτοικοι, βέβαια, καλλιεργούσαν και όλα τα είδη τής βασικής τους διατροφής, πατάτες, αγκινάρες, τομάτες, και λοιπά λαχανικά, φρούτα όπως πορτοκάλια μανταρίνια, μούσμουλα, ρόδια, ροδάκινα, βερίκοκα, κυδώνια, αχλάδια, σταφύλια κ.λπ., αμύγδαλα, καρύδια και ό,τι άλλο έκριναν ως απαραίτητο για τις ανάγκες των οικογενειών τους. Επίσης, όλα τα χωράφια τα όργωναν και έσπερναν δημητριακά όπως σιτάρι, βρώμη, κριθάρι, βίκο, λαθούρι, φακές, τριφύλλι, μπιζέλια, και ό,τι άλλο τους ήταν γνωστό και αναγκαίο.
Η ποιότητα του παραγόμενου στον Κεραμέ χαρουπιού ήταν, ανέκαθεν, αρίστη. Το έτος 1936  η κοινότητα έλαβε από την ενδέκατη (ΧΙ) Διεθνή έκθεση τής Θεσσαλονίκης Δίπλωμα συνοδευόμενο από αργυρό μετάλλιο, για τα χαρούπια που εκτέθηκαν σ' αυτήν από τον Κεραμιανό Αντώνιο Αντωνιδάκι.
Και άλλο γραφικό σοκάκι του χωριού
·     Πνεύμα συνεργασίας των Κατοίκων τού χωριού- Δημιουργία ελαιουργικου Συνεταιρισμού

Τους κατοίκους των χωριών Κεραμέ και Αγαλλιανού χαρακτήριζε πάντοτε υψηλό πνεύμα συνεργασίας και προόδου που εκφράστηκε κατά καιρούς με ποικίλους τρόπους αλλά και με τη συνεταιριστική ιδέα. Ήδη από το 1934 διαβάζουμε σε σχετικό άρθρο για τον Κεραμέ[16] ότι  ο ορμητικός βοριάς που και τα δέντρα σπάζει και καταστρέφει τα σπαρτά και τα περιβόλια και εμποδίζει εξαιρετικά το αλώνισμα ώθησε τους Κεραμιανούς στη συνεταιριστική ιδέα, προκειμένου το χωριό να αγόραζε μια αλωνιστική μηχανή, που θα βοηθούσε στις δύσκολες αυτές φυσικές καταστάσεις το αλώνισμα, αλλά, περαιτέρω, και τους κατοίκους στην καλλιέργεια, στη λίπανση και στη δενδροφυτεία.
     Αργότερα, πάλι, το έτος 1947, άρχισαν να υλοποιούν τη συνεταιριστική ιδέα και από άλλη κατεύθυνση, δημιουργώντας για πρώτη φορά στο χωριό τους συνεταιριστικό ελαιουργικό εργοστάσιο.
Σε ακόμα παλιότερες εποχές, οι κάτοικοι, ζώντας μέσα σ’ αυτό το συνεργατικό πνεύμα, συνήθιζαν να σχηματίζουν στις διάφορες γεωργικές εργασίες τους «διμερή σύμφωνα», αν θα μπορούσαμε να τα ονομάσουμε έτσι. Ανά δύο, δηλαδή, οικογένειες συνεργάζονταν στενά μεταξύ τους- γίνονταν, όπως έλεγαν, «συζευτές»- και, μάλιστα υπήρχε τόση εμπιστοσύνη ανάμεσά τους που ο ένας δεν έκανε διάκριση αν εργαζόταν στη δική του δουλειά ή στη δουλειά τού συζευτή του. ΄Όλοι οι χωριανοί ήταν ένα πράγμα στο χωριό τους, στην κοινότητα στην ενορία, στο σχολείο ,στις διασκεδάσεις, στους χορούς, στα πένθη, και στις υδρονομές, λες και όλοι μαζί ότι αποτελούσαν μια μεγάλη οικογένεια.
Αυτά, βέβαια, μέχρι το 1947, οπότε δημιουργείται και λειτουργεί για πρώτη φορά στον Κεραμέ συνεταιριστικό εργοστάσιο (ελαιουργείο). Μέχρι το έτος αυτό στον Κεραμέ υπήρχαν μόνο φάμπρικες που έβγαζαν το πολύτιμο ελαιόλαδο με την παλιά μέθοδο της έκθλιψης τού ελαιοκάρπου. Πάντως, και μετά τη δημιουργία τού συνεταιριστικού εργοστάσιου δεν έπαψαν να λειτουργούν, παράλληλα, και μέχρι το τέλος τής δεκαετίας του ’50, και οι παλιάς τεχνολογίας φάμπρικες.
 Το συνεταιριστικό ελαιουργείο δημιουργήθηκε με μετοχικό κεφάλαιο των κατοίκων των χωριών Κεραμέ και Αγαλλιανού και της Δρυμίσκου. Τον καιρό εκείνο, και ιδιαίτερα στη δεκαετία 1960-70, που έπαυσαν να λειτουργούν οι παλιάς τεχνολογίας φάμπρικες, η παραγωγή τού εργοστασίου σε ελαιόλαδο και για τα τρία χωριά ανερχόταν σε 310 τόνους[17]. Η άλεση γινόταν από κοινού. Εκθλιβόταν, δηλαδή, όλη η ποσότητα του ελαιοκάρπου που προσκομιζόταν από τους χωριανούς κάθε μέρα, ώστε να μην παραμένουν οι ελιές και μαζεύουν οξέα. Στη συνέχεια, ο κάθε παραγωγός έπαιρνε το μερίδιο που του αντιστοιχούσε, ανάλογα με τον ελαιόκαρπο που προσκόμιζε.
       Σήμερα, δεκαετία τού ’90, η παραγωγή συνεχίζει να κυμαίνεται σε αρκετά υψηλά επίπεδα, γύρω, δηλαδή, στους 80-120 τόνους ελαιόλαδου, και να σημειωθεί ότι στην ποσότητα αυτή δεν περιλαμβάνεται πια η κοινότητα τής Δρυμίσκου, που απέκτησε δικό της ελαιουργικό εργοστάσιο.
 Άλλη μορφή συνεργασίας των Κεραμιανών ήταν και το «μιτάτο», που ελάμβανε χώρα μετά το τέλος τού θερισμού των σπαρτών στους «Πάνω Τόπους» τού Χωριού, όπου σήμερα το συνεταιριστικό ελαιουργείο και η εκκλησία τού αγίου Δημητρίου. Μάζευαν, δηλαδή, οι βοσκοί τού χωριού τα πρόβατα τους σε ένα κοπάδι και τις κατσίκες τους σε ένα άλλο και τα έβοσκαν με την ημέρα, σύμφωνα με κατάσταση που έφτιαχναν για τον σκοπό αυτόν, ανάλογα με τον αριθμό ζώων που ο καθένας διέθετε. Λέγανε για παράδειγμα. αυτός που έχει δυο πρόβατα θα βόσκει το «κοπάδι του χωριού» για μια μέρα, αυτός που έχει τέσσερα για δυο μέρες κ.ο. κ.
Το βράδυ οι βοσκοί κάθονταν στο καφενείο τού Δουλγεράκη, έπιναν ρακές και συζητούσαν, περιμένοντας το κοπάδι να επιστρέψει για το καθημερινό άρμεγμα. Κάθε βοσκός άρμεγε τα δικά του ζώα και έπαιρνε το γάλα. Την ώρα εκείνη γινόταν στο χωριό κάτι σαν πανηγύρι. ΄Όλοι ζούσαν μέσα σε μια ατμόσφαιρα που κυριολεκτικά έσφυζε από χαρά, ζωή και δημιουργία. Τα μικρότερα παιδιά απολάμβαναν ιδιαίτερα την ώρα ετούτη με ξεφωνητά χαράς και ένα σωρό παιγνίδια στον περίβολο τού αγίου Δημητρίου, ενώ οι μεγαλύτεροι, οι έφηβοι, οι νέοι και οι νέες, με τις πρώτες ερωτικές ανησυχίες, έβρισκαν την ευκαιρία να εκδηλώσουν τα πρώτα τους αγνά αισθήματα στις ερωτικές βολτίτσες τους στο «Φαντακτό Χαράκι». 
Αν, τώρα, εξετάσουμε τη σκοπιμότητα και της συνεργασίας αυτής των Κεραμιανών, θα διαπιστώσουμε ότι, ασφαλώς, ήταν ένας έξυπνος τρόπος εξοικονόμησης χρόνου από τους χωρικούς, για να μπορούν να επιδίδονται με άνεση χρόνου και στις άλλες ασχολίες τους και δη τις γεωργικές, και να μην αναγκάζονται να αφιερώνουν ολόκληρη τη μέρα τους για τη βοσκή ενός μικρού μόνο αριθμού ζώων, που, συνήθως, διέθετε η κάθε οικογένεια. Τώρα, με την κατάσταση που συνέτασσαν, ο καθένας, ανάλογα με τα ζώα που διέθετε, είχε υποχρέωση να βόσκει το «κοπάδι τού χωριού» για ορισμένες μόνο μέρες το μήνα, οπότε τις υπόλοιπες ημέρες μπορούσε, ασφαλώς, ελεύθερα να τις διαθέσει και σε άλλες αγροτικές εργασίες του, αποφέροντας έτσι ουσιαστικότερα κέρδη στην οικονομία τής οικογένειάς του αλλά και του χωριού γενικότερα.

·     Η αλιεία
 Λόγω της Λυβικής θάλασσας που βρέχει ευεργετικά τα πόδια τού Κεραμέ, οι κάτοικοί του επιδίδονταν, ανέκαθεν, πέραν των άλλων αγροτικών εργασιών τους, και με την αλιεία. Το κεντρικό μέρος τής παραλίας τού χωριού, η Αγιά Φωτιά- που από τα αρχαία χρόνια λειτουργεί ως το λιμάνι του Κεραμέ- είναι ένα γραφικότατο ακρογιάλι, που, πριν μερικές δεκαετίες, κυριολεκτικά έσφυζε από ζωή από τις αποθήκες που και σήμερα συνεχίζουν να υπάρχουν στο μέρος αυτό, και προορίζονταν τότε για τη φύλαξη τού εξαγόμενου  χαρουπιού, αλλά και από τους κήπους, τα νερά και τις καλύβες που έφτιαχναν όσοι η εργασία τους απαιτούσε να ξενυχτούν στο μέρος αυτό μερικές φορές.
        Μέχρι και το έτος 1955 παρατηρείται εξαιρετικά μεγάλη άνθιση στην ενασχόληση των Κεραμιανών με την αλιεία. Ψάρευαν, συνήθως, με παραγάδι, χρησιμοποιώντας καΐκια, τράτες και βάρκες με κουπιά (κοιν. μπιαντέδες), που ελλιμενίζονταν στις εκεί- πρόχειρες πάντως- λιμενικές εγκαταστάσεις. Η παραγωγή τους έφτανε μέχρι και τις διακόσιες οκάδες στην κάθε ψαριά. Στη συνέχεια, το ψάρι διοχετευόταν στην αγορά, ιδιαίτερα αυτήν της επαρχίας Αγίου Βασιλείου, γιατί τότε δεν υπήρχε ακόμα πάγος για την κατάλληλη συντήρησή του και την ασφαλή μεταφορά του σε πιο μακρινά σημεία. Αν, πάντως, καμιά φορά, έφτανε και μέχρι το Ρέθυμνο μια μικρή, έστω, ποσότητα γιαλίτικων ψαριών- όπως ακούγονταν τότε τα ψάρια της Πίσω Γιαλιάς- γινόταν πραγματικά περιζήτητη, γιατί οι Ρεθεμνιώτες γνώριζαν ότι επρόκειτο για ψάρια καθαρά και πεντανόστιμα.
Τα ψάρια- όπως θυμούνται οι παλιότεροι- τοποθετούνταν μέσα σε κοφίνια και μεταφέρονταν με γαϊδουράκια προς πώληση στα γύρω χωριά από τους περίφημους κυρατζήδες τού καιρού εκείνου. Συνήθως, δε έφταναν μέχρι και το χωριό Λαμπηνή. Τέτοιοι επαγγελματίες ψαράδες στον Κεραμέ και τον γειτονικό Αγαλλιανό υπήρξαν ο Αποστολάκης Γεώργιος (Μπέγος) και ο Σανταδάκης Χρίστος.
 
Σχολ. έτος 1921- 22, στο παλαιό σχολείο του Κεραμέ, με τους δασκάλους παπα- Παύλο Κοπανάκη και Ειρήνη Παπαδάκη. Από τα 11 αγοράκια της της πρώτης σειράς που φαίνονται τα πόδια τους, τα 7 δεν φοράνε παπούτσια!



[1] Ο συνοικισμός Δρύμισκος αναγνωρίσθηκε σε ίδια κοινότητα με το Δ. 3-6-1925, ΦΕΚ Α 180/1925.
[2] Το έτος 1659 μ.Χ. ο οικισμός Αγίου Ιωάννου τού Αλωτού αναφέρεται με έξι σπίτια (Ayo Yani Avtu) [Νικόλαος Σταυρινίδης, «Απογραφικοί Πίνακες της Κρήτης», Κρητικά Χρονικά  ΚΒ΄ (1970), 129]. Στον ιεροδικαστικό κώδικα το 1659 σημειώνεται να πληρώνει έξι χαράτζια. Το ίδιο έτος έξι σπίτια πληρώνουν και φόρο καφτανίου, ενώ στο κατάστιχο κεφαλικού φόρου το 1671/2 το χωριό πληρώνει πέντε χαράτζια. Στην απογραφή του 1881 ο οικισμός αναφέρεται μαζί με τον Κεραμέ ως Άγιος Ιωάννης Αλλοτός (sic) (Ευαγγελία Μπαλτά- Mustafa Oguz, Το Οθωμανικό Κτηματολόγιο του Ρεθύμνου, Ρέθυμνο 2007, 536).
[3] Λίγκρες παλιός παράλιος οικισμός στην περιοχή του δ.δ. Κεραμέ. Το 1659 το χωριό πληρώνει 11 χαράτζια βάσει του ιεροδικαστικού κώδικα. Επίσης, 11 σπίτια πληρώνουν φόρο καφτανίου το 1659. Το 1671/2 ο κεφαλικός φόρος ανέρχεται σε 13 χαράτζια [Μπαλτά Ευαγγελία- Oguz Mustafa, Το Οθωμανικό Κτηματολόγιο του Ρεθύμνου, Ρέθυμνο 2007, 511 και Νικόλαος Σταυρινίδης, «Απογραφικοί Πίνακες της Κρήτης», Κρητικά Χρονικά ΚΒ΄ (1970), 128, σημ. 27 και Paul Faure, «Villes et villages de Rhethymnon Listes inédites (1577- 1629)», Κρητολογία 12-13 (Ιαν. – Δεκ. 1980), 237].
[4] Ο Στ. Κακλαμάνης ταυτίζει τον οικισμό με το τοπων. Πετριανά στις Λίγκρες τής Αγίας Παρασκευής. Πρόκειται για πολύ μικρό οικισμό με μόλις 11 τσερίπια καλλιεργήσιμες γαίες [βλ. και Paul Faure, «Villes et villages de Rhethymnon Listes inédites (1577- 1629)», Κρητολογία 12-13 (Ιαν. – Δεκ. 1980), 237]. 
[5] Ν. Σταυρινίδη , Απογραφικοί Πίνακες τής Κρήτης, Κρητικά Χρονικά , ΚΒ΄, 128.
[6] Τσερίπ (cerib)= μονάδα μέτρησης επιφανείας, που ισοδυναμεί προς 60 τετραγωνικούς πήχεις.
[7] Ευαγγελία Μπαλτά - Mustafa Oğuz, Το Οθωμανικό Κτηματολόγιο τού Ρεθύμνου, Ρέθυμνο 2007, 510. 
[8]  Ο εν λόγω δήμος αποτελείται από 11 χωριά με έδρα τον ΄Αρδακτο.
[9] Από έρευνα τού «Κέντρου Υγείας Σπήλιου» για την επαρχία Αγίου Βασιλείου, με θέμα: «Δημογραφικά Στοιχεία τής επαρχίας Αγίου Βασιλείου», που πραγματοποιήθηκε το έτος 1990, σε συνεργασία με το Τμήμα Κοινωνικής και Οικογενειακής Ιατρικής τού Πανεπιστημίου Κρήτης.
[10] Aπό αδημοσίευτη χειρόγραφη εργασία τού κ. Xρ. Mακρή για τις αρχαιότητες του Kεραμέ, την οποία ευγενώς έθεσε στη διάθεσή μου.
[11] M. Guarducci, Inscriptiones Creticae, v. 2, Roma 1939, 310 (βλ. και την εικ. 1).
[12] Πρόκειται, ασφαλώς, για το Μητροπολίτη Κρήτης Διονύσιο τον Βυζάντιο (17 Δεκ. 1850- 16 Νοεμβρ. 1856) από την Πρεσλάβα, ο οποίος, μετά από την παραίτησή του, κατά το έτος 1856, αποκαταστάθηκε στη Βοσνία
[13] Βλ.Μοναχολόγιο Ι. Μ. Πρέβελη, έτους 1920, α(ύξοντα)/α(ριθμό) 97.
[14] Ό.π., α/α 64.
[15] Ιωάννου Ε. Χαβάκη, Οι γιατροί τού Μεγάλου Κάστρου, Ηράκλειον Κρήτης 1964, 123.   
[16] Γιάννη Μαραγκουδάκη, «Από τα Κεραμέ Αγίου Βασιλείου», Κρητική Επιθεώρηση, 30-6-1934.
[17] Το Κεραμέ και τα προβλήματά του, Εφημ. Ρεθεμνιώτικα Νέα, αρ. φύλλ.341/7-9-1966.

Δεν υπάρχουν σχόλια: