ΚΩΣΤΟΥΛΑ ΠΑΡΑΣΧΟΥ- ΚΟΥΡΗ


   ΚΟΝΤΑ ΣΤΟ ΠΑΙΔΙ ΜΟΥ
21 ΧΡΟΝΙΑ, 7 ΜΗΝΕΣ, 14 ΗΜΕΡΕΣ, 11 ΩΡΕΣ ΚΑΙ 45΄ ΤΗΣ ΩΡΑΣ
[Εκδοτικός Οίκος Α. Α. Λιβάνη, Αθήνα 20062, σχ. 8ο (20,5Χ14), σσ. 360]  


    ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ
             www.ret-anadromes.blogspot.com


Την γνώρισα στην εκδήλωση παρουσίασης τού βιβλίου μου η «Ιερά Μονή Μεταμορφώσεως τού Σωτήρος Χριστού Κουμπέ Ρεθύμνου και ο νεότερος ιδρυτής της Νέστωρ Ι. Βασσάλος, ο Διονυσιάτης», που διοργάνωσε στις 20 Φεβρουάριο 2012, στην Αθήνα, ο ιστορικός και  υπερδραστήριος «Σύλλογος Ρεθυμνίων Αττικής “Το Αρκάδι”». Ήταν προσκεκλημένη τού γνωστού λόγιου οδοντιάτρου και εκλεκτού φίλου κ. Μανόλη Κούνουπα, προκειμένου, όπως της είχε πει, να παρακολουθήσει μιαν όμορφη και πνευματική εκδήλωση. Την είχε γνωρίσει από ένα βιβλίο της για τον μοναχογιό της- ένα σπάνιο παιδί, με εξαιρετική συμβολή στα ελληνικά γράμματα, παρότι πέθανε πολύ πρόωρα, πάνω στην άνοιξη τής ζωής του, σε ηλικία είκοσι ενός, μόλις, ετών. Το βιβλίο αυτό ο κ. Κούνουπας είχε κερδίσει σε λαχνό τής Πρωτοχρονιάτικης πίτας τού Συλλόγου, και πάλι, Ρεθυμνίων Αττικής, αν θυμάμαι καλά. Είχε εκπλαγεί, τότε, ο εκλεκτός φίλος και συμπολίτης από την ανάγνωσή του, επικοινώνησε με την τραγική μητέρα- συγγραφέα και συνήψαν γνωριμία.   
          Την ίδια έκπληξη μού εμέλλετο να δοκιμάσω και εγώ, με τη σειρά μου, ύστερα από τη γνωριμία μου μαζί της, στην ως άνω εκδήλωση, και την τιμητική, στη συνέχεια, προς εμέ αφιέρωση τού εν λόγω βιβλίου της, καθώς και τριών, ακόμα, εξαιρετικών ποιητικών εκδόσεων τού παιδιού της και ενός ψηφιακού δίσκου με μελοποιημένα από τον Γ. Βούκανο, τη σοπράνο ΡοζΜαρί Κυπραίου και τον βαρύτονο Timothy Sharp, ποιήματά του, αλλά και επτά (!) ακόμη βιβλίων που γράφτηκαν μετά θάνατον από διάφορους λογοτέχνες για το παιδί της.
 Πρόκειται για ένα βιβλίο γεμάτο στοργή, αγάπη και πόνο ψυχής, γεμάτο τρυφερές δροσοσταλίδες αναμνήσεων, από τη ζωή τού πολυτάλαντου παιδιού της, που- όπως και η Θεοτόκος τους λόγους τού μικρού Ιησού- διατηρούσε και εκείνη σαν τιμαλφή κειμήλια στα τρίσβαθα τής καρδιάς της και, όταν έφθασε το πλήρωμα τού χρόνου, τις κέντησε όλες, μία προς μία, πάνω στον πικρόχολο καμβά τής θλίψης της, μεταλλάσσοντας τον πόνο της σε μιαν αληθινά χρήσιμη συγγραφική δημιουργία. Είναι η μαρτυρία τής μάννας που άντεξε στον πόνο κάνοντάς τον ή καλύτερα «μετουσιώνοντάς» τον σε ένα πολύτιμο και με ειδική βαρύτητα βιβλίο!
Ο λόγος για την κ. Κωστούλα Παράσχου- Κουρή, από το Ναύπλιο Αργολίδας, δημόσιο υπάλληλο στο Υπουργείο Εθνικής Άμυνας (Γενικό Επιτελείο Στρατού) και απόγονο των γνωστών Κρητολατρών ποιητών Αχιλλέα και Γεωργίου Παράσχου [έργο τού τελευταίου ο περίφημος «Ύμνος τής Κρήτης», «Από φλόγες η Κρήτη ζωσμένη» (βλ. Κωστή Ηλ. Παπαδάκη, «Το Μελόδραμα τού Γεωργίου Παράσχου “Η Μάχη των Κεραμειών” και ο “άγνωστος” Ύμνος τής Κρήτης», Ελλωτία 6 (1997), 167- 182]. Και το βιβλίο της, για το οποίο ο λόγος, μια εκπληκτική ελεγεία (θρήνος), με τον εντυπωσιακό τίτλο: «Κοντά στο παιδί μου, 21 χρόνια, 7 μήνες, 14 ημέρες, 11 ώρες και 45΄ τής ώρας», εκχύλισμα όλης τής μητρικής στοργής και αφοσίωσής της στο μοναχοπαίδι της, τον Βασίλη, τριτοετή φοιτητή τής Νομικής Σχολής τού Πανεπιστημίου Αθηνών και καταξιωμένο ποιητή, παρά το νεαρότατον τής ηλικίας του.
Πρόκειται για ένα ογκώδες βιβλίο 360 σελίδων (+παράρτημα φωτογραφιών), που κυκλοφόρησε σε Β΄ έκδοση από τον γνωστό Εκδοτικό Οίκο Α. Λιβάνη, το έτος 2006, τα δικαιώματα τού οποίου η κ. Κουρή ευγενώς παραχώρησε στο Ίδρυμα «Το χαμόγελο τού Παιδιού». Το βιβλίο προλογίζεται με  βαθυνούστατο Πρόλογο- πραγματική μελέτη πάνω στο θέμα τού πόνου και του θανάτου, από τον κ. Ι. Σ. Μαρκαντώνη, Ομότ. Καθηγητή τής Παιδαγωγικής τού Πανεπιστημίου Αθηνών και Πρόεδρο τού Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός» τής Αθήνας.
Δεν συνηθίζω να παρουσιάζω βιβλία παρελθόντων ετών. στην περίπτωση, όμως, της κυρίας Κουρή κάνω μιαν όλως μοναδική εξαίρεση. Στις εκατοντάδες των κριτικών και βιβλιοπαρουσιάσεων που έχω κάνει από το έτος 1975 μέχρι σήμερα, άλλο βιβλίο με τέτοια συγκλονιστική θεματική δεν έχω συναντήσει. Με συγκλόνισε απεριόριστα η εντυπωσιακή αξιοπρέπεια αυτής τής μάνας, που έχασε το εικοσάχρονο με τις τόσες αρετές μοναχοπαίδι της, χάνοντας ταυτόχρονα και όλα τα όνειρα και τις ελπίδες της. και όμως η γυναίκα αυτή δεν το ‘βαλε κάτω, αλλά βρήκε τη δύναμη και το κουράγιο να σταθεί στα πόδια της, χάρη- όπως η ίδια σημειώνει- στη πίστη της στον Θεό και στα διδάγματα τού Ευαγγελίου και να καταγράψει τη ζωή τού παιδιού της με κάθε λεπτομέρεια, μετουσιώνοντάς την σε «πόνημα» λαμπρό, που το αφιερώνει «στις πονεμένες μανάδες όλου τού κόσμου», που σε αυτό το βιβλίο βρίσκουν να αντικατοπτρίζεται και να ανακουφίζεται και ο δικός τους πόνος.
 «Αν και δεν είμαι λογοτέχνης- σημειώνει στον πρόλογο τού βιβλίου της- ούτε φιλοδοξώ να δρέψω δάφνες λογοτέχνιδος, αποφάσισα να γράψω για τη ζωή μου με το παιδί μου, επειδή πολλοί με ρωτούσαν για τη ζωή και τον χαρακτήρα του, εντυπωσιασμένοι από την έντονη προσωπικότητα και τις αρετές του, αλλά  κι επειδή με αυτήν την έκδοση νομίζουμε ότι κρατάμε ζωντανό αυτό το παιδί, που όνειρό του είχε να καταλάβει μιαν άξια θέση στα ελληνικά Γράμματα».
Βασίλης Κουρής (+21 ετών), Ποιητής 
Και ήταν, πράγματι, θαυμαστά τού Βασίλη και η προσωπικότητα και οι αρετές και το εν γένει πνευματικό του έργο, πρόσφορο, μάλιστα, αυτό το τελευταίο, για αξιολόγηση και αποτίμηση από επώνυμο φωτισμένο μυαλό και άξιο ανάλογα να τιμηθεί. Το έργο αυτό συναποτελείται από δυο πολυσέλιδες ποιητικές συλλογές έξοχης ποιητικής σύλληψης, που, πραγματικά, εντυπωσιάζουν τον μελετητή τους και πληθώρα ιστορικών και κοινωνικών άρθρων εξαιρετικά υψηλού πνευματικού και ποιοτικού επιπέδου σε έναν τρίτο τόμο. Πότε, αλήθεια, πρόφθασαν και ήλθαν στο φως όλα αυτά από τα χέρια ενός μόλις εικοσάχρονου παιδιού; Το έργο τού νεαρού Βασίλη που τιμήθηκε και βραβεύτηκε έξι φορές σε ισάριθμους Πανελλήνιους Διαγωνισμούς, αλλά και η προτομή του που κοσμεί σήμερα το Πολιτιστικό Κέντρο Δήμου Παπάγου- του οποίου δημότης εν ζωή ήταν- αλλά και τα προσωπικά αντικείμενά του, που προβάλλονται στο Πνευματικό Κέντρο Ναυπλίου, επιβεβαιώνουν τού λόγου το ασφαλές, ώστε εδώ να έχει πλήρη την ισχύν του το της Σοφίας Σολομώντος: «τελειωθείς εν ολίγω επλήρωσε χρόνους μακρούς ενάρεστος γαρ τω Θεώ γενόμενος ηγαπήθη, και ζων μεταξύ αμαρτωλών μετετέθη. ηρπάγη μη κακία αλλάξη σύνεσιν αυτού ή δόλος απατήση ψυχήν αυτού…» (Σοφ. Σολ. 4, 10- 14).
Στη σειρά έκθεσης των γεγονότων στο βιβλίο τής κ. Κουρή ακολουθείται το πρωθύστερο σχήμα. αφού, δηλαδή, η συγγραφέας- μητέρα καταγράψει το ιστορικό τού τραγικού θανάτου τού παιδιού της, αρχίζει να εξιστορεί λεπτομερειακά τη ζωή του από τη γέννησή του μέχρι και τον «αρπαγμό» του και την αναχώρησή του για την αιωνιότητα. Το βιβλίο αποτελεί όχι μόνο μια πλήρη εγκυκλοπαίδεια παιδαγωγικής, εστιάζοντας σε μιαν όλως υποδειγματική και «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου» αγωγή των παιδιών «εν τω προσώπω» τού Βασίλη, αλλά και σπουδαίο εγχειρίδιο εσωτερικού λόγου και διαλόγου, δύναμης ψυχής, αυτογνωσίας και ενδοσκόπησης. Καταφέρνει με αριστουργηματική αφηγηματική ικανότητα να ισορροπεί ανάμεσα στη θλίψη και τη χαρά, την απογοήτευση και το θάρρος, τη σιωπή και την ένταση, τα γεγονότα και τη φαντασία. Παραθέτω χαρακτηριστικό απόσπασμα τού βιβλίου μέσα από το οποίο εκφράζονται, νομίζω, οι παραπάνω σκέψεις και αρετές τού βιβλίου. «όταν στις 22 Γενάρη τού 1994 χάσαμε το μοναχοπαίδι μας, τον Βασίλη, σε ηλικία 22 ετών, από εγκεφαλικό αιμάτωμα συνεπεία ανευρύσματος, ο κόσμος μας γύρισε ανάποδα. Ο ήλιος μαύρισε, το μυαλό μας θόλωσε και δεν σκεπτόμαστε τίποτε άλλο παρά τον θάνατο σαν λύτρωση από το φρικτό μαρτύριό μας…Μόνοι μας, χωρίς καμιά συμπαράσταση εκτός από καμιάν επίσκεψη και αυτήν μάλλον από υποχρέωση. Αγωνιστήκαμε και αγωνιζόμαστε βοηθώντας ο ένας τον άλλο στον ανηφορικό δρόμο τού Γολγοθά μας. Ζούσαμε με χορτόσουπες, που και αυτές με δυσκολία τις καταπίναμε. Σ’ αυτήν την κρίσιμη καμπή τής ζωής μας, γνωρίσαμε δυο μικρά παιδιά, που είχαν έρθει πρόσφατα με τους γονείς τους από την Αλβανία και έμεναν σ’ ένα μικρό ανήλιαγο υπόγειο.
Ήταν δυο μικρά αδελφάκια, ένα αγόρι ηλικίας έντεκα ετών, ο Μαρίνος, και ένα κοριτσάκι εννέα ετών, η Γιόνα. Και τα δύο ήταν χαριτωμένα και πολύ ευγενικά. Τα αγαπήσαμε από την πρώτη στιγμή και αποφασίσαμε με τον σύζυγό μου να δοθούμε στα παιδιά αυτά και να τα βοηθήσουμε να μορφωθούν και να επιζήσουν, χωρίς να προσδοκούμε κανένα αντάλλαγμα από κανέναν, κινούμενοι από το χρέος μας και μόνο απέναντι στους συνανθρώπους μας που είχαν ανάγκη και βοήθεια». Και τα δύο παιδιά εδώ λειτούργησαν, ασφαλώς, ως «υποκατάστατο» τού νεαρού Βασίλη και βάλσαμο παρηγοριάς στις πονεμένες ψυχές των γονέων, με έναν κοινωνικά χρήσιμο και χριστιανικότατο τρόπο. Δεν άφησαν το κενό τής καρδιάς τους να το καταλάβει η απελπισία, η απογοήτευση.  
Η γλώσσα τού βιβλίου απλή, λιτή, απέριττη και αυθεντική καταφέρνει με τον πιο γνήσιο και φυσικό τρόπο να τιθασεύσει τις οδυνηρές μνήμες που δυνάστευαν σαν φαντάσματα την τραγική μάνα, ώστε να μεταλλαχτούν και αυτές και να γίνουν στην ψυχή της πιο οικείες, πιο προσιτές, βότανο ιαματικό, που θα της έδινε τη δύναμη και το κουράγιο να καθίσει και να γράψει το βιβλίο αυτό της «χαρμολύπης», αφού η λύπη της δι’ αυτού «μετριαζόταν», μετατρεπόμενη- όπως και η ίδια το δηλώνει- σε «χαρά» και ανακούφιση μιλώντας για το προικισμένο παιδί της και τις φωτισμένες αρετές του. Πρόκειται, όπως σημειώνει ο κ. Ιω. Μαρκαντώνης, για ένα σπάνιο είδος βιωματικής αυτοψυχογραφίας, όπως αποτυπώνεται με γλωσσικά ή και ζωγραφικά δείγματα έκφρασης η ψυχοδυναμική των διαπροσωπικών σχέσεων των βασικών «πρωταγωνιστών» τού βιβλίου, μητέρας- γιου- πατέρα, ιδιαίτερα δε των δύο πρώτων, αναφορικά με την πορεία ζωής τού παιδιού, του ιδιοφυούς και πολυτάλαντου Βασίλη».
Για το παιδί αυτό και το έργο του εκφράστηκαν με τα πιο εγκωμιαστικά λόγια σπουδαίοι άνθρωποι τού πνεύματος και τής Τέχνης (Μ. Γ. Μερακλής, Ιω. Μαρκαντώνης, Παντ. Απέργης, Δημ. Κουκουλομάτης, Δ. Λαζογιώργης- Ελληνικός, Β. Πολύδωρας, Ν. Β. Τυπάλδος κ.ά.). Όμως, γι’ αυτόν επιφυλασσόμαστε και εμείς σε επόμενο σημείωμά μας με το οποίο προτιθέμεθα να παρουσιάσουμε το εντυπωσιακό ποιητικό έργο τού, μόλις, εικοσάχρονου Ποιητή Βασίλη Α. Κουρή.        

Δεν υπάρχουν σχόλια: