ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΔΙΑΔΟΣΕΩΣ ΚΑΛΩΝ ΤΕΧΝΩΝ- ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΩΔΕΙΟ ΡΕΘΥΜΝΟΥ- ΛΕΣ ΚΑΙ ΗΤΑΝ ΧΘΕΣ

ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΔΙΑΔΟΣΕΩΣ ΚΑΛΩΝ ΤΕΧΝΩΝ
ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΩΔΕΙΟ ΡΕΘΥΜΝΟΥ

ΛΕΣ ΚΑΙ ΗΤΑΝ ΧΘΕΣ
                        (Μ. Σουγιούλ- Αττίκ- Κ. Γιαννίδης)   

    ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ
            www.ret-anadromes.blogspot.com
     Μια όμορφη βραδιά παλιού ελαφρού ελληνικού τραγουδιού απόλαυσαν οι Ρεθυμνιώτες, το Σάββατο 17 Μαρτίου 2012, στην αίθουσα τού Ωδείου τής πόλης μας. Ήταν μια βραδιά απρόσμενα δροσερή και ανάλαφρη και για μας, ακόμα, τους μανιώδεις λάτρεις τού κλασικού ρεπερτορίου. Και πώς θα μπορούσε, αλήθεια, να γίνει διαφορετικά και να μας άφηνε αδιάφορους και ασυγκίνητους το συναισθηματικά μεγαλειώδες ρεπερτόριο- που ανέλαβαν να μας ερμηνεύσουν οι πρωταγωνιστές τής προχθεσινής συναυλίας- τριών μεγάλων βάρδων, στιχουργών και ερμηνευτών τού έντεχνου ελαφρού ελληνικού τραγουδιού, που μουσουράνησαν στις αρχές και το πρώτο μισό τού 20ου αιώνα. Ο λόγος για τους αξέχαστους Αττίκ [(Κλέωνα Τριανταφύλλου)-Της μιας δραχμής τα γιασεμιά, Παπαρούνα, Είν’ η αγάπη χίμαιρα], Μιχάλη Σουγιούλ [(Μιχαήλ Σουγιουλτζόγλου) Κάτι με τραβά κοντά σου, Για μας κελαηδούν τα πουλιά, Πάμε σαν άλλοτε)] και Κώστα Γιαννίδη  [(Γιάννης Κωνσταντινίδης) Πόσο λυπάμαι, Ξύπνα αγάπη μου, Λες και ήταν χθες)].
     Τρεις μεγάλοι Έλληνες δημιουργοί, που εξέθρεψαν σειρά γενεών με τα γλυκερά ακούσματά τους και όλα με ένα μουσικό ήθος που, δυστυχώς, σήμερα, ολοένα και περισσότερο τείνει να εκλείψει και να εξαφανιστεί ολοτελώς. Και οι τρεις παραπάνω δημιουργοί μπόρεσαν να φανερώσουν την ψυχή μιας μουσικής λυτρωτικής, που δίνει όνειρα και ελπίδες, μιας μουσικής τόσο στενά συνυφασμένης με τις χαρές, τις λαχτάρες, τις πίκρες και τις αγωνίες τού ελληνικού λαού, μιας μουσικής, θα λέγαμε, «ευρείας κατανάλωσης», που απευθυνόταν σε όλες ανεξαιρέτως των κοινωνικές τάξεις και διαστρωματώσεις τού λαού εκείνης τής εποχής. Μιας εποχής που κάποιοι την έχουν εξιδανικεύσει ως άσπιλη και αμόλυντη από το σύγχρονο πνεύμα τού καπιταλισμού και της εμπορευματοποίησης. Και είναι, ίσως, και αυτός ένας λόγος που μπορεί να εξηγήσει τη μεγάλη προσέλευση τού κοινού που παρατηρήθηκε στην προχθεσινή συναυλία. 
       Ερμηνευτές τής βραδιάς, αφενός, η Ελένη Περπιράκη, που με το πιάνο της διέθεσε όλα τα απαραίτητα μέσα, τη δύναμη και το μέγεθος τού ήχου, όπως, επίσης, και μια θαυμαστή υπερδεξιοτεχνική ικανότητα, προκειμένου να υποστηρίξει την άποψή της και να προβάλλει γενναιόδωρα το ιδιαίτερο χρώμα τής συγκεκριμένης μουσικής αλλά και της εποχής από την οποία προέρχεται, σε μιαν ενδιαφέρουσα προσαρμογή και διασκευή των ερμηνευθέντων τραγουδιών, στο πιάνο, από τον Θανάση Παπαθανασίου.
       Παρότι, από την άλλη μεριά, την Κατερίνα Χριστουλάκη, εμείς τουλάχιστον, τη γνωρίζαμε μέχρι σήμερα ως μια καταξιωμένη καθηγήτρια στο πιάνο και το ακκορντεόν αλλά και στη διδασκαλία τής Παιδικής Χορωδίας τού Ελληνικού μας Ωδείου, στην προχτεσινή συναυλία έκανε- αν δεν κάνω λάθος- το επίσημο ντεπούτο της και δοκίμασε τις δυνάμεις της και στο είδος αυτό της μουσικής- του έντεχνου, δηλαδή, ελαφρού ελληνικού τραγουδιού- με επάρκεια πασιφανώς, όπως, εξάλλου, αυτό φανερώθηκε και από την ικανοποίηση που επέδειξε το πολυπληθές ακροατήριο.
Εντυπωσιακή και η πολύμορφη σκηνική αναδιάταξη τού χώρου, που υπογραμμίστηκε από έναν ενδιαφέροντα σκηνικό διάκοσμο εποχής (γραμμόφωνο, ραδιόφωνο τής δεκαετίας τού ΄50, παλιά έπιπλα και λουλούδια), που συνέβαλαν αποτελεσματικά στον ρομαντικό χρωματισμό των ερμηνευθέντων τραγουδιών με το χρώμα τής εποχής. Πολύ συνέβαλε σε αυτό και η αέναη ροή οπτικοκινητικής ενέργειας, που παρατηρήθηκε στην αίθουσα σ’ όλη τη διάρκεια τής μουσικής διαδρομής με κίνηση και χορό τού ζεύγους των χορευτών (με επίσημο μαύρο κουστούμι ο νεαρός και κόκκινη τουαλέτα η δεσποινίς, σε όμορφα και νοσταλγικά βάλς και ταγκό εποχής). Η μουσική, τέλος, συνυπήρξε αρμονικά με τον λόγο και την έκφραση των συναισθημάτων, των ποικίλων καταστάσεων και των βιογραφικών αφηγήσεων από τον Δημήτρη Καζιάλε, ο οποίος με την εξαίρετη αφήγησή του, αφενός, και τη ρετρό περιβολή του, αφετέρου (κουστούμι, γραβάτα,  ρεπούμπλικα) προσέδωσε νέα διάσταση και υποβολή στον ήχο και την απαιτούμενη νοσταλγική πληρότητα στις ψυχές των ακροατών.

Δεν υπάρχουν σχόλια: