ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ Γ. ΓΕΝΕΡΑΛΗ Α Υ Τ Ο Β Ι Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α

       

 ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ  Γ. ΓΕΝΕΡΑΛΗ



Α Υ Τ Ο Β Ι Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α

[Έκδοση «Καλαϊτζάκης Α.Ε.», Ρέθυμνο 2013, σχ. 8ο (24 Χ 17), σσ. 650]


  ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ
    www.ret-anadromes.blogspot.com

    Με τον όρο αυτοβιογραφία χαρακτηρίζουμε, συνήθως, ένα συνεχές αφηγηματικό έργο, στο οποίο ένας άνθρωπος εκθέτει ο ίδιος την ιστορία τής ζωής του (ή και ενός μόνο τμήματος αυής).

Ένα τέτοιο έργο, την αυτοβιογραφία τού Εμμανουήλ Γ. Γενεράλι, έναν ογκώδη τόμο 650 σελίδων, έχουμε τη χαρά να κρατούμε στα χέρια μας σήμερα. Η «Αυτοβιογραφία» τού Εμμ. Γενεράλη ήταν, μέχρι σήμερα, ένα από τα ανέκδοτα έργα τού μεγάλου φιλολόγου, παιδαγωγού, Γυμνασιάρχη, Βουλευτή και Γενικού Επιθεωρητή Εκπαιδεύσεως Κρήτης.

Συγκινητικό στην όλη ιστορία έκδοσης τού έργου είναι ότι αρχικά την έκδοσή του είχε αναλάβει ο αείμνηστος Σπύρος Μαρνιέρος (1931- 2001), λαμπρός φίλος, λόγιος και άνθρωπος τού τόπου μας, του οποίου ο Γενεράλης ήταν αδελφός τού παππού του. Δεν ξεχνώ με τι ενδιαφέρον ο μακαρίτης  πληροφορήθηκε από εμένα την έκδοση που ετοίμαζα, τον καιρό εκείνο (1997), της βιογραφίας τού Νικολάου Γ. Παπαδάκη, από τις Βρύσες Αγίου Βασιλείου, Καθηγητή και Πρύτανη τού Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, για τον οποίο ο Γενεράλης, ως μαθητή που τον είχε, σημειώνει, μεταξύ άλλων, στην «Αυτοβιογραφία» του και τα εξής εντυπωσιακά από μίαν εκδήλωση τού σχολείου στην οποία πρωτοστάτησε ο μαθητής Ν. Παπαδάκης: «Και ήτο τοιαύτη η εντύπωσις [εκ τής αναγνώσεώς τού Παπαδάκη], ώστε ωρθούντο αι τρίχες τής κεφαλής των ακουόντων και επληρούντο ρίγους και συγκινήσεως…. Ο μαθητής ούτος ήτο εν  μαθητικόν θαύμα» («Αυτοβιογραφία», σσ. 150- 151).

Ο αείμνηστος Σπύρος Μαρνιέρος δεν πρόφθασε να ολοκληρώσει την εκδοτική του προσπάθεια, πέραν της δημοσιοποίησης μιας εκατοντάδας, περίπου, αποσπασμάτων τής «Αυτοβιογραφίας» στην εφημερ. «Κρητική Επιθεώρηση» (όπως και το παραπάνω για τον Καθηγητή Νικόλαο Παπαδάκη), και της παράδοσής της στο τυπογραφείο τής «Κρητικής Επιθεώρησης», γιατί εν τω μεταξύ τον πρόλαβε ο θάνατος (2001). Στο σημείο αυτό, η προσπάθεια τής έκδοσης συνεχίστηκε από τον τότε Διευθυντή τής Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης κ. Γιάννη Ζ. Παπιομύτογλου, για να ολοκληρωθεί, στη συνέχεια, από έτερο μακρινό συγγενή τού αυτοβιογραφούμενου, τον κ. Θεόδωρο Στυλ. Πελαντάκη.

Η «Αυτοβιογραφία» είναι γραμμένη σε γλώσσα αρχαιοπρεπέστατη, πολλές φορές αττικίζουσα, αφού οι επιρροές τού συγγραφέα προήλθαν από την εκκλησιαστική γλώσσα τού περιβάλλοντός του (ήταν γιος και αδελφός ιερέα, ψάλτης και ιεροκήρυκας περιστασιακά), αλλά και από «καθαρούς» πανεπιστημιακούς διδασκάλους με τους οποίους συναναστρεφόταν, όπως τον Γ. Ν. Χατζιδάκι και μάλιστα τον Κων. Κόντο με τον οποίο ο Γενεράλης συνεργάστηκε στενά. Ο Επιμελητής τού τόμου κ. Θ. Πελαντάκης στο θέμα τής γλώσσας επέδειξε εξαιρετικό σεβασμό και ειδικό ενδιαφέρον, αφού θεώρησε επιβεβλημένο καθήκον να σεβαστεί και να διατηρήσει τη γλώσσα τού συγγραφέα, χωρίς παρεμβατικές αλλοιώσεις τού κειμένου. Έτσι, η «Αυτοβιογραφία» δημοσιεύεται σήμερα όπως ακριβώς την έγραψε ο Γενεράλης σε υπερκαθαρεύουσα γλώσσα!

Προς υποσκελισμό των δυσκολιών κατανόησης τού κειμένου από τον μέσο αναγνώστη ο Επιμελητής επινόησε λίαν αποτελεσματικούς τρόπους . φρόντισε να κατανείμει το κείμενο σε ενότητες, θέτοντας, σε κάθε μία, με έντονα γράμματα, σύντομους και ουσιαστικούς πλαγιότιτλους, εν είδει περιλήψεως τής ενότητας, που διευκολύνουν ουσιαστικά τον αναγνώστη. Παράλληλα, ο Επιμελητής, εγκρατής και δόκιμος και ο ίδιος κλασικός φιλόλογος, φρόντισε για την μετάφραση, με 261 υποσελίδιες σημειώσεις, των αρχαίων ελληνικών, τουρκικών, γαλλικών, λατινικών και ιδιωματικών λέξεων– φράσεων τού κειμένου, ενώ, περαιτέρω, σημειώνει και άλλες ικανές παρατηρήσεις σε λαογραφικά, εκπαιδευτικά, ιστορικά και κοινωνικά ζητήματα τής αυτοβιογραφίας. Με αυτές και άλλες πολλές επισημάνσεις- παρεμβάσεις ο Επιμελητής κατόρθωσε το αδιανόητο! Να σεβαστεί ένα κείμενο αρχαιοπρεπέστατο και να το παραδώσει και στον πιο απλό αναγνώστη αρκετά κατανοητό και προσλήψιμο.

Κοντά σε αυτά, η όλη διάρθρωση τού παρουσιαζόμενου τόμου συντελεί, θεωρούμε, επίσης, στην εύκολη και ουσιαστική πρόσληψη και κατανόηση τού αρχαιοπρεπούς κειμένου τής αυτοβιογραφίας, τόσο με την προτασσόμενη κατατοπιστικότατη «Εισαγωγή» τού Επιμελητή, όσο και με τα λοιπά μέρη τού τόμου, δηλαδή το «Χρονολόγιο τής ζωής τού Εμμ. Γενεράλη», σε συσχετισμό με τα γεγονότα τής εποχής του, που συνέταξε η δισεγγονή του κ. Χριστίνα Θεοχάρη, την «Εργογραφία τού Εμμ. Γενεράλη» και το «Ευρετήριο Ονομάτων», που συνέταξε ο Γ. Παπιομύτογλου και, τέλος, τα συνοδευτικά για τον Γενεράλη άρθρα των πανεπιστημιακών δασκάλων Χρ. Χαραλαμπάκη («Το επιστημονικό έργο τού Εμμ. Γενεράλη) και Εμμ. Κριαρά («Εμμανουήλ Γενεράλης, ο Δάσκαλός μου») και, βέβαια, του αείμν. Σπύρου Απ. Μαρνιέρου («Ο πρώτος Γερακαριανός τιτλούχος Ανωτάτων Σπουδών»).

Η παρουσιαζόμενη με το σημείωμά μας αυτό «Αυτοβιογραφία» γράφτηκε από τον συγγραφέα της σε διάστημα επτά μηνών, από μνήμης, όταν βρισκόταν σε προχωρημένη, ήδη, ηλικία (74 χρόνων), αλλά η πνευματική του διαύγεια και η μνήμη του διατηρούνταν, ακόμα, ανθηρότατες.         

Η εν λόγω «Αυτοβιογραφία» αποτελεί έναν, τωόντι, πολύτιμο θησαυρό στοιχείων και πληροφοριών τόσο για την πόλη μας και τα εκπαιδευτικά, κοινωνικά και πολιτικά πράγματα τής εποχής εκείνης, όσο και για την ίδια την προσωπική τού συγγραφέα της ζωή. Ο συγγραφέας σπουδάζει μέσω μυρίων εμποδίων και δυσκολιών, με έντονο τον προσωπικό αγώνα, στεφανούμενο από θαυμαστές συγκυρίες εύρεσης πόρων και διάνοιξης ατραπών (υποτροφίες, αμοιβαίες διδασκαλίες, εκγυμνάσεις νεωτέρων του μαθητών). Αυτή η θαυμαστή πρόοδός του, εν μέσω τόσων δυσκολιών, τον κάνει- νεαρόν όντα ακόμα- να καμαρώνει για την απροσδόκητη άνοδο και τις επιτυχίες του, για τους επαίνους και την προβολή που του έκαναν οι δάσκαλοι και οι μεγαλύτεροί του, αλλά για την ενσυναίσθηση που και ο ίδιος είχε της πνευματικής από τους συνομηλίκους του «διαφοράς», φθάνοντας, συχνά, μέχρις και στην έκφραση ενός επαναλαμβανόμενου ανεπίγνωστου «εγωισμού». Ο αγώνας του, πάντως, για μάθηση και πρόοδο και η αγωνία του για την επίτευξή τους καθίστανται για μας σήμερα μάθημα δύναμης και αποφασιστικότητας.  

Παρακολουθούμε, περαιτέρω, την καθηγητική και επιστημονική του δράση ως καθηγητή και συγγραφέα, την τιμητική στήριξη, συμπαράσταση και αποδοχή που συχνά γνώριζε από τους μαθητές, τους ποικίλους ακροατές του και την κοινωνία, την τρικυμιώδη, στη συνέχεια, διαδρομή του στην παιδεία και την πολιτική (ως βουλευτής τής Κρητικής Συνελεύσεως), αλλά και τη ζωή και πατριωτική του δράση γενικότερα (προσέφερε τον 19ετή γιο του Νικόλαο, τελειόφοιτο Νομικής, εθελοντή που έδωσε τη ζωή του για την πατρίδα). Τις δριμείες επιθέσεις, τις διώξεις, τις φυλακίσεις, τις συκοφαντικές κατηγορίες και τις απολύσεις από την εργασία, αλλά και τους λιβέλους που του απηύθυναν συχνά πυκνά οι πολέμιοί του. Πάντα, όμως, στο τέλος, εξέλαμπε «φως» η αλήθεια που σταθερά πρέσβευε στη ζωή του και η κοινωνική αναγνώρισή του.

Κοντά σε αυτά, γίνεται εκτενής μνημόνευση και στον πολιτισμό τού Ρεθύμνου τής εποχής εκείνης, με την ευκαιρία λεπτομερούς αναφοράς του στη συμβολή του στην ίδρυση τού Φιλεκπαιδευτικού Συλλόγου Ρεθύμνου, του πιο σημαντικού μέχρι σήμερα σωματείου τού Ρεθύμνου, και στα της προεδρίας του στον περίφημο Γυμναστικό Σύλλογο, καθώς και στα αφορώντα στη σχολική ζωή και στα εκπαιδευτικά πράγματα κατά τα έτη εκείνα, που καταλαμβάνουν μέγα μέρος τής αυτοβιογραφίας, στην παρεχόμενη μάθηση, στους διδασκάλους, στα σχολεία τόσο τής υπαίθρου (Γερακάρη, Μέρωνα, Μοναστηρακίου), όσο και των πόλεων (γυμνάσια, σχολαρχείο, πανεπιστήμια), στην Ιστορία, επίσης, τής Εκπαίδευσης στο Ρέθυμνο, στην Κρήτη και στην Ελλάδα γενικότερα, δεδομένου ότι ο Γενεράλης κλήθηκε ή αναγκάστηκε να υπηρετήσει και να ζήσει σε πολλά μέρη τής Ελλάδος (Ρέθυμνο, Νεάπολη, Χανιά, Τήνο, Αθήνα, Τρίπολη, Έδεσσα).

Η πολιτική τοποθέτησή του στον αντιβενιζελικό χώρο τού έγινε αφορμή για έναν εξαιρετικά περιπετειώδη και ανασφαλή επαγγελματικό βίο, με συνεχείς απολύσεις, ευτελισμούς και εξορίες, πράγματα στα οποία ο Εμμ. Γενεράλης αναφέρεται με κάθε λεπτομέρεια στην «Αυτοβιογραφία» του. Αναφέρεται, επίσης, εκτεταμένα και στα πολιτικά πράγματα τής εποχής του, στα πολιτικά πάθη και τις κομματικές αντιπαραθέσεις των δύο βασικών τότε πολιτικών κομμάτων, των καραβανάδων (των περί την κυβέρνηση, δηλαδή, Κρητών) και των Ξυπόλυτων (των αντιπολιτευόμενων Φιλελευθέρων), καθώς και σε άλλα σπουδαία ιστορικά στοιχεία τής εποχής του, όπως στο κίνημα (ανταρσία) των Επτά (υπό τον Αριστείδη Κριάρη), στη δράση τού «ξυπόλυτου» Βενιζέλου, που θανάσιμα ο Γενεράλης πολεμούσε (αλλά κάπου και θαύμαζε), αλλά και του μεγάλου Χαρ. Τρικούπη, του προσφιλούς του Πρίγκιπα Γεωργίου, αλλά και αρκετών άλλων πολιτικών προσωπικοτήτων τής εποχής. Παρουσιάζει, επίσης, με ρεαλισμό και δύναμη ψυχής την τραχύτητα τής τουρκικής σκλαβιάς που κατέτρυχε βίαια τους Κρητικούς και όλη γενικά την ιστορία τής Μεταπολιτευτικής Επιτροπής, τους αγώνες του και τα επίσημα έγγραφα και ψηφίσματα που συνέταξε και απευθύνονταν σε Πρόξενους, Υποπρόξενους, Πασάδες–διοικητές, τον Διάδοχο, τον Πρωθυπουργό και τον Πρίγκιπα Γεώργιο, προκειμένου να απαλύνει το βάρος τού ζυγού. Είναι ευτύχημα που ο Γενεράλης πρόβλεψε να αντιγράψει και έτσι να διασώσει στο Αρχείο του πάμπολλα έγγραφα με ιστορικά ντοκουμέντα ή να καταγράψει άλλα «από πρώτο χέρι». Έτσι, αυτή η ιδιαίτερα δύσκολη για τους Κρητικούς εποχή (μετά το 1889) φωτίζεται με άφθονα στοιχεία από τις σελίδες τού βιβλίου αυτού.

Συμπερασματικά, η αυτοβιογραφία τού Γενεράλη είναι ένα κείμενο γνήσιο, καθαρό, δόκιμου και τορνευμένου ελληνικού λόγου, στο οποίο ο συγγραφέας φαίνεται να έχει βαθιά ενσυναίσθηση των σπουδαίων ικανοτήτων του στον χώρο τής Παιδείας, του Πολιτισμού και των πολιτικών πραγμάτων τής εποχής του, συνεχώς ελέγχοντας και συμβουλεύοντας και προτείνοντας σκέψεις και απόψεις σε Τούρκους και ημετέρους για μια καλύτερη και δικαιότερη και αξιοκρατική διακυβέρνηση τού τόπου. Ταυτόχρονα, ο αυτοβιογραφούμενος δεν εντρέπεται να αναγνωρίζει δημοσία τα λάθη του, μεγάλα ή μικρά, κατηγορώντας ή μεμφόμενος, συχνά, εαυτόν για τις αδυναμίες και τις σκέψεις που τον κατέτρυχαν, πράγμα που- μαζί με όλα τα υπόλοιπα συνοδά τού πολυτάραχου βίου του- θεωρούμε ως βασικό γνώρισμα κάθε μεγάλου άνδρα τής Ιστορίας στο στερέωμα τής οποίας λαμπρή θέση έχει καταλάβει για τον τόπο μας και ο αυτοβιογραφούμενος Εμμανουήλ Γενεράλης.               

Δεν υπάρχουν σχόλια: