«ΟΙ ΑΦΡΙΚΑΝΟΙ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ, ΧΑΛΙΚΟΥΤΕΣ»


ΧΑΡΗ ΑΝΔΡΕΑ ΠΑΠΑΔΑΚΗ

«ΟΙ ΑΦΡΙΚΑΝΟΙ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ, ΧΑΛΙΚΟΥΤΕΣ»

[Εκδόσεις «Γραφικές Τέχνες Καραγιαννάκη», Ρέθυμνο 2008, σχ. 8ο (24Χ17), σσ. 301]

ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ

Σε προηγούμενο σημείωμά μου είχα σημειώσει για τον συμπολίτη φίλο δικηγόρο Χάρη Ανδρέα Παπαδάκη ότι συνηθίζει με τα βιβλία του να μας διδάσκει την ιστορία με έναν τρόπο εντελώς διαφορετικό από αυτόν που, συνήθως, ακολουθεί η κλασική ιστοριογραφία. Γιατί στον Χάρη αρέσει να ξεκινά, συνήθως, από τα «ψιλά» και επουσιώδη μιας εποχής και, τελικά, να ανάγεται και να αγκαλιάζει ολόκληρο το φάσμα της ιστορίας ενός τόπου. Με παρόμοιο τρόπο, μπορώ να πω ότι ο κ. Χ. Παπαδάκης προσέγγισε και το παρουσιαζόμενο με το παρόν σημείωμά μου πόνημά του, που φέρει τον όλως απρόσμενο και εντυπωσιακό τίτλο: «Οι Αφρικανοί στην Κρήτη, Χαλικούτες». Όπως, λοιπόν, σημειώνει στο εν λόγω βιβλίο του, ο φίλος Χάρης και στη συγκεκριμένη έρευνά του ωθήθηκε από το δυνατό ενδιαφέρον τού «για το μεγάλο βουβό πρόσωπο της Ιστορίας, τον απλό άνθρωπο!» (Ζαϊμάκης), για τις άγνωστες κοινωνικές ομάδες που έζησαν στην Κρήτη και, συν τω χρόνω, εξαφανίστηκαν, αφήνοντας ελάχιστα και υποτυπώδη ίχνη, ενώ παρωθητικό στην έρευνά του στοιχείο υπήρξε, φαίνεται, και η ανησυχία του για τη συνεχιζόμενη εκμετάλλευση τού ανθρώπου, που εξακολουθεί να υπάρχει και σήμερα στον υποτιθέμενο πολιτισμένο κόσμο.
Οι Χαλικούτες ήταν βορειοαφρικανοί, φτωχοί νομάδες, που κατοικούσαν επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στη Βόρεια Αφρική μεταξύ Βεγγάζης και Καΐρου και ιδιαίτερα στην περιοχή τής Κυρηναϊκής, τής σημερινής Λιβύης. Οι μουσουλμάνοι πολιτικοί τους έφεραν για πολιτικούς σκοπούς ως εποίκους στην Κρήτη σταδιακά μετά το 1868 (τέλος τής Επανάστασης τού 1866), προς ενίσχυση τού μουσουλμανικού στοιχείου, ενώ και άλλη ομάδα Αφρικανών εγκαταστάθηκε στο νησί μας μετά το 1840 (τέλος Αιγυπτιοκρατίας) ως απελεύθεροι σκλάβοι εξαιτίας ανδραγαθιών ή παραίτησης από τον στρατό για μια καλύτερη τύχη, ως οικονομικοί μετανάστες και έποικοι. Οι περισσότεροι από αυτούς επέστρεψαν ή απελάθηκαν μετά το έτος 1900 από την Κρήτη στην περιοχή απ’ όπου ήλθαν. Όσοι παρέμειναν, έφυγαν από την Κρήτη μετά την συνθήκη τής Λοζάνης (1923), με την ανταλλαγή των πληθυσμών, ως μουσουλμάνοι, προς τα παράλια τής Μικράς Ασίας, με ελάχιστες εξαιρέσεις, που, κατά περίεργο τρόπο, έζησαν και πέθαναν στην Κρήτη μέχρι και το έτος 1967.
Μετά την αποχώρηση των μουσουλμάνων από την Κρήτη και την πάροδο τού χρόνου, η λέξη «Χαλικούτης» στην Κρητική διάλεκτο κατέληξε, σήμερα, να συμπεριλαμβάνει όλους τους μαύρους ή μελαψούς Αφρικανούς που έζησαν στο νησί ως σκλάβοι, απελεύθεροι σκλάβοι, οικονομικοί μετανάστες και έποικοι. Και πιο συγκεκριμένα για την σημασία τής λέξης «Χαλικούτης» ο συγγραφέας, μετά από σχετική ετυμολογική έρευνά του, διατείνεται ότι σημαίνει: «άφησε κάτω το κουτί, το κιβώτιο!» και είναι δηλωτική, άρα, του επαγγέλματός τους, δεδομένου ότι, κατά κύριον λόγον, οι Χαλικούτες ήταν αχθοφόροι, χαμάληδες και, συχνά, μάλωναν μεταξύ τους για το ποιος θα προλάβαινε, όταν έφθανε το καράβι, να αρπάξει το προς μεταφοράν κιβώτιο, και τη σχετική, ασφαλώς, αμοιβή του. Έτσι, οι Κρητικοί ακούγοντας τους αραβόφωνους βορειοαφρικανούς να φωνάζουν μεταξύ τους τη παραπάνω φράση «χαλ- ιλ- κούτι» (= άφησε κάτω το κουτί!) τους κόλλησαν το παρωνύμιο «Χαλικούτες». Έτσι ερμηνεύει στο βιβλίο του τη λέξη «Χαλικούτης» ο κ. Χάρης Παπαδάκης.
Η ηχηρή αυτή λέξη, που, συνήθως, ακούγεται υποτιμητικά σε ορισμένες περιοχές τής Κρήτης, βρίσκεται σήμερα «υπό εξαφάνισιν» και- από μόνη την ηχητική της εκφορά- φαίνεται να εντυπωσιάζει πολλούς. Έτσι εντυπωσίασε και τον συγγραφέα και τού κέντησε το ενδιαφέρον για μια ασήμαντη μειοψηφία ανθρώπων, αγνοημένη παντελώς από τους σύγχρονους μελετητές και ιστορικούς, που έζησαν εδώ στην Κρήτη και έμελλε η ιστορία τους να σβηνόταν και να χανόταν από προσώπου της γης, αν ο Χάρης Παπαδάκης με την παρούσα έρευνά του δεν την ανέσυρε από το «ντουλάπι» τού χρόνου και την παρέδιδε, με ένα καλογραμμένο και εμφανίσιμο βιβλίο, στους μελλοντικούς ερευνητές τού τόπου προς περαιτέρω μελέτη και επεξεργασία.
Η ιστορική συγκομιδή τού φίλου Χάρη Παπαδάκη τράβηξε αρκετά σε χρόνο και χώρος διενέργειάς της υπήρξε η Κρήτη, η Κάτω Ιταλία, η Λιβύη και η γειτονική Τουρκία. Ο συγγραφέας με το βιβλίο του ανακάλεσε στη μνήμη την ταπεινή αυτήν κοινωνική οντότητα των φτωχών νομάδων της Κρήτης, ανακάλυψε περιδιαβαίνοντας τα ίχνη τους, μίλησε με απογόνους τους που συνεχίζουν να ενθυμούνται πολλά από τους ταπεινούς προγόνους τους που έζησαν στο νησί μας και έμαθαν την Κρητική διάλεκτο ζώντας δίπλα στις οικογένειες των αφεντάδων τους ή σαν απελεύθεροι εργαζόμενοι σε ταπεινά και κατώτερα επαγγέλματα αυτού τού τόπου. Και όλα αυτά αντί να επιστρέψουν στην Αφρική, όπου τους συνέδεε μόνο η ανάμνηση τής σκλαβιάς, της δυστυχίας και της απελπισίας.
Μελετά, περαιτέρω, ο συγγραφέας τη ζωή και τα έθιμα των Αφρικανών τής Κρήτης (ανδρών, γυναικών και παιδιών) σε κάθε νομό τής Κρήτης χωριστά, τα επαγγέλματά τους (συνήθως βαρκάρηδες, αχθοφόροι, νερουλάδες, ζητιάνοι), τις σχέσεις τους με το ντόπιο στοιχείο, την ενδυμασία, τη θρησκεία τους, τους γάμους, τις εορτές τους, τις παρελάσεις τους, τους χορούς τους, τον τρόπο ζωής τους γενικότερα. Και όλα αυτά συμπληρώνονται με άφθονο φωτογραφικό υλικό και θαυμάσια σκίτσα τού συμπολίτη Κώστα Δασκαλάκη- που κοσμούν κατάλληλα τις σελίδες τού βιβλίου, συμπληρώνοντας το κείμενο κατά τρόπο εύγλωττο και καθαρό και επαυξάνοντας και επιβοηθώντας τήν κατά το δυνατόν καλύτερη κατανόησή του. Πρόκειται για εικόνες ζωηρές, παραστατικές, φυσικές και αληθινές που αντιπροσωπεύουν και αποδίδουν εναργώς τη φυσική και κοινωνική πραγματικότητα τού τόπου κατά την εποχή εκείνη.
Ενδιαφέρουσα, στο σημείο αυτό, η απαρίθμηση των πηγών βάσει των οποίων πιθανολογείται η εγκατάσταση Αφρικανών στην Κρήτη επί Αιγυπτιοκρατίας (1830-1840) από τους Παύλο Βλαστό και ικανούς ξένους και Έλληνες περιηγητές, που- όπως αποκάλυψε η έρευνα τού κ. Παπαδάκη- είχαν κάνει κάποιες, συχνά σαφέστατες, αναφορές για τους Αφρικανούς τής Κρήτης, που, όμως, έμεναν στο περιθώριο τής ιστορικής έρευνας, εντελώς αναξιολόγητες και αμελητέες από τους σύγχρονους ιστορικούς, γιατί, φαίνεται- όπως σημειώνει χαρακτηριστικά και ο συγγραφέας- πως «οι παράγκες και τα χαμόσπιτα δεν αφήνουν ίχνη. Στο χώρο τής πόλης οι οικιστές τους μεταστεγάζονται, στην ιστορία δε αποσιωπούνται…»(Λεοντίδης).
Το βιβλίο αφιερώνεται στη μνήμη τού Γκάνα (Κεμάλ Τούντσμαν) ενός Κρητόφωνου απογόνου απελεύθερων Αφρικανών σκλάβων, που γεννήθηκε στο Ρέθυμνο το 1922 και πέθανε πρόσφατα (2007) στο Αϊβαλί, πριν προλάβει να δει το βιβλίο έτοιμο και το πρόσωπό του, με τα ιδιάζοντα έντονα χαρακτηριστικά, να κοσμεί το εξώφυλλό του. Αν και άγνωστοι με τον συγγραφέα, δέθηκε μαζί του με δυνατή φιλία, στη διάρκεια των χρόνων της έρευνάς του, και του έδωσε κάθε δυνατή βοήθεια και πληροφόρηση στη συγκέντρωση τού υλικού.
Η διαδικτύωση τού συγγραφέα με δύο και πλέον δεκάδες Τούρκων (από Άγκυρα, Αϊβαλί, Κωνσταντινούπολη) και Λιβύων (από Βεγγάζη και Σούσα) αναδεικνύει το μέγεθος τής προσπάθειας και τη σημαντικότητα τής προσφοράς του στην ιστορική γνώση και πληροφόρηση. Αυτό αποδεικνύεται και από την τιμητική υποστήριξη που γνώρισε το έν λόγω βιβλίο από τον Διεθνή Οργανισμό τής ΟΥΝΕΣΚΟ- Δρόμοι των Σκλάβων, που παραχώρησε και την άδεια χρησιμοποίησης τού λογότυπού του στο οπισθόφυλλο τού βιβλίου, με το σκεπτικό ότι η συγκεκριμένη έρευνα αποσκοπεί να συνεισφέρει σε μια καλύτερη γνώση γύρω από το εμπόριο των σκλάβων και τη σκλαβιά, γενικότερα, στην περιοχή.
Θεωρώ και εύχομαι αυτή η γνωριμία τού συγγραφέα με τους Αφρο- Τουρκους (= άτομα που οι ρίζες τους βρίσκονται στην Αφρική) φίλους του να αποτελέσει στο μέλλον τη δημιουργική και γόνιμη βάση για τη συνέχιση μιας έρευνας και συνεργασίας ειρήνης, στα πλαίσια τής Unesco, που θα έχει να αποδώσει πολλά τόσο στον πολιτισμό και την ιστορική γνώση όσο και στην ειρήνη και τη συνεργασία των λαών.